ΔΕφΑθ/234/2021
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ:Εν προκειμένω το εκκαλούν με τις προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) ισχυρίζεται ότι λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών, ήτοι λόγω της οικονομικής κρίσης που μείωσε τα κονδύλια προς τους δημόσιους φορείς και τα ΝΠΔΔ, η παροχή του (καταβολή μισθωμάτων), ενόψει και της αντιπαροχής της εφεσιβλήτου (χρήση μηχανημάτων) είναι υπέρμετρα επαχθής για το ίδιο (άρθρο 388 ΑΚ) και ζητεί την αναγωγή της στο προσήκον μέτρο και β) επαναφέρει τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό του περί παραγραφής της αξίωσης της εφεσιβλήτου. Ο υπό στοιχείο (α) ισχυρισμός, το πρώτο προτεινόμενος στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο από το εκκαλούν με τις προτάσεις του είναι απαράδεκτος κατ' άρθρο 527 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται εν προκειμένω ως εκ του χρόνου ασκήσεως της εφέσεως, διότι τα πραγματικά γεγονότα, στα οποία στηρίζεται, είχαν γεννηθεί πριν από τη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δηλ. δεν είναι οψιγενή, δεν λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως και δεν μπορούν να προταθούν σε κάθε στάση της δίκης, ενώ το εκκαλούν δεν ισχυρίζεται ότι δεν προβλήθηκαν εγκαίρως (στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) από δικαιολογημένη αιτία, περαιτέρω δε, εφόσον δεν προτάθηκαν πρωτόδικα, δεν μπορεί να αποτελέσουν λόγο έφεσης. Ο υπό στοιχείο (β) ισχυρισμός, ο οποίος είχε προταθεί πρωτοδίκως και είχε απορριφθεί κατ’ ουσία, μόνο με το δικόγραφο της έφεσης μπορεί να προταθεί και όχι με τις προτάσεις ή με αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, η δε προβολή του εν προκειμένω με επαναφορά των πρωτόδικων προτάσεων είναι απαράδεκτη.Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ανωτέρω πραγματικά γεγονότα και ύστερα από ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου κατέληξε στην ίδια κρίση, δεν έσφαλλε, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται από το εκκαλούν κρίνονται ουσία αβάσιμα και απορριπτέα καθώς και η έφεση στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/184/2020
Διαδοχικές συμβάσεις ανάθεσης έργου - καταβολή αποδοχών...Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ίδια έκρινε έστω και με ελλιπή αιτιολογία η οποία αντικαθίσταται από την παρούσα δεν έσφαλε και πρέπει ο πρώτος λόγος της έφεσης, σύμφωνα με τον οποίο το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν δέχθηκε τους ισχυρισμούς τους, ότι ο εναρκτήριος χρόνος της διετούς παραγραφής είναι το τέλος του χρόνου που οι αξιώσεις τους κατέστησαν απαιτητές και όχι ο χρόνος της γέννησή τους, ότι η διετής παραγραφή αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ και ότι λόγο της δόλιας συμπεριφοράς του εναγόμενου παρεμποδίστηκαν να ασκήσουν νωρίτερα την αγωγή, είναι αβάσιμος. Κατόπιν τούτου ο δεύτερος λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες – ενάγοντες παραπονούνται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του αποδεικτικά στοιχεία που αποδεικνύουν όσα ισχυρίστηκαν στον πρώτο λόγο της έφεσης και ο τρίτος λόγος της έφεσης με τον οποίο παραπονούνται για ελλιπή αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ως προς το θέμα της παραγραφής των αξιώσεών τους, είναι ομοίως αβάσιμοι.Κατόπιν των ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει να απορριφθεί η έφεση στο σύνολό της.
ΔΕφΑθ/4066/2022
Αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη εξαιτίας του τραυματισμού της, που έλαβε χώρα στις 16.10.2007, κατά τη διάρκεια της εργασίας της στο εκκαλούν Νοσοκομείο.(....)Επειδή, και ο λόγος αυτός της έφεσης περί συντρέχοντος πταίσματος της εφεσίβλητης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι η καλή λειτουργία και συντήρηση του ανωτέρω μηχανήματος (πρέσας σιδερώματος) αποτελεί υποχρέωση του εκκαλούντος Νοσοκομείου, ... συνεπώς, το Νοσοκομείο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την κατάσταση λειτουργίας του μηχανήματος, πράγμα το οποίο όμως δεν αποδείχθηκε προσηκόντως, κατά τα προεκτεθέντα στην ένατη σκέψη της παρούσας.Επειδή, ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το ένδικο ατύχημα -που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της εργασίας της εφεσίβλητης εργαζόμενης- οφείλεται αποκλειστικά στην πλημμελή συντήρηση και κακή λειτουργία της ένδικου μηχανήματος, για την οποία ευθύνεται το Νοσοκομείο, τα όργανα του οποίου δεν μερίμνησαν, ως είχαν νόμιμη (και συμβατική) υποχρέωση, και δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας της. Συνεπώς, στοιχειοθετείται αδικοπρακτική ευθύνη του Νοσοκομείου(...)Απορρίπτει την έφεση.
Δ.ΕΦΑΘ/3048/2020
Αστική ευθύνη δημοσίου - απαλλοτριώσεις...Επειδή, τέλος, προκειμένου περί του διαφυγόντος κέρδους, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην δεύτερη σκέψη της παρούσας απόφασης και περαιτέρω, ότι η εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία, σε κάθε περίπτωση, δεν προσκόμισε πρωτοδίκως κανένα αποδεικτικό στοιχείο (π.χ. έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος ή άλλης Τράπεζας) για το ύψος των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες, κατά το διάστημα από τον Ιανουάριο του έτους 2008, που όπως προέβαλε με την αγωγή θα κατέθετε σε Τράπεζα το σύνολο της αποζημίωσης που θα εισέπραττε, με επιτόκιο 6% ετησίως, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παρανομία των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, έως τον Ιανουάριο του έτους 2013, ούτε εξέθεσε στην αγωγή αλλά ούτε και απέδειξε τις ειδικές περιστάσεις ή τα πραγματικά περιστατικά που συνέτρεχαν και καθιστούσαν πιθανή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, την πραγματοποίηση του εν λόγω κέρδους, παραθέτοντας λογιστικά στοιχεία σχετικά με την πορεία των εργασιών της επιχείρησής της, κατά την παραπάνω χρονική περίοδο, από τα οποία να προκύπτουν θετικά ή αρνητικά (κέρδη ή ζημιές) αποτελέσματα των εν λόγω χρήσεων που να δικαιολογούν ή να αποκλείουν τη δυνατότητα αυτής να αποταμιεύσει ή όχι το ένδικο ποσό της απαλλοτρίωσης σε Τράπεζα, ενώ, εξάλλου, δεν προέβαλε ότι είχε τυχόν κατατεθειμένα σε τράπεζα και άλλα χρηματικά ποσά, κρίνει, ανεξαρτήτως άλλου, ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν πιθανολογείται η ύπαρξη διαφυγόντος κέρδους, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση και απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης της εκκαλούσας – εφεσίβλητης. Επειδή, κατ΄ ακολουθίαν, από τις συνεκδικαζόμενες εφέσεις εκείνη του εκκαλούντος - εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ενώ αυτή της εκκαλούσας – εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εφεσίβλητου - εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στην παραπάνω εταιρία το συνολικό ποσό των 99.794,55 ευρώ, νομιμότοκα με επιτόκιο 6%, από 23.11.2012 έως την εξόφληση. Περαιτέρω, από το παράβολο που καταβλήθηκε ποσό 100,00 ευρώ πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία (Κ.Δ.Δ. άρθρο 277 παρ. 9), ενώ κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων το εκκαλούν – εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – εκκαλούσας (Κ.Δ.Δ. άρθρο 275 παρ. 1).
Μον.Εφ.Πειρ/20/2022
Ιατροί-Αποδοχές:(....)Το ενάγον -εκκαλούν, το οποίο, όπως ανέφερε, στην ως άνω από 19-6-2018 με Ε.Α.Κ. …../2018 αγωγή του ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, συστήθηκε με αντικείμενο την παροχή δημόσιας υγείας σε πρωτοβάθμιες, δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες μονάδες υγείας του δημόσιου τομέα, εξέθετε περαιτέρω σε αυτήν, ότι, οι εναγόμενοι παρείχαν τις υπηρεσίες τους ως ιατροί, σε δευτεροβάθμιες μονάδες υγείας, που ανήκουν στην αρμοδιότητα της 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας Πειραιώς και Αιγαίου, κατά τα αναφερόμενα στην αγωγή και παρακάτω διαστήματα ο καθένας,για τις οποίες,όμως, δεν έχουν αμειφθεί, αμφισβητείται δε από αυτούς το ποσό των αποδοχών τους και έχουν ασκήσει αγωγές σχετικά με την καταβολή του.(....)Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν, έστω με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, την οποία το παρόν Δικαστήριο παραδεκτά αντικαθιστά (άρθρο 534 ΚΠολΔ), δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο. Αποφαίνεται ότι επήλθε βίαια διακοπή της δίκης ως προς τον πέμπτο εφεσίβλητο, λόγω θανάτου του. Απορρίπτει την έφεση ως προς τους δεύτερο και τρίτο των εφεσίβλητων, ως απαράδεκτη, λόγω της, προηγηθείσας της άσκησής της, κατάργησης της δίκης δυνάμει δικαστικού συμβιβασμού, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό. Δέχεται τυπικά την έφεση ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους (πρώτο και τέταρτο). Απορρίπτει αυτήν στην ουσία.
ΣΤΕ/2984/2019
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν υποχρεούται, σύμφωνα με τα άρθρα 46 και 62 παρ. 2 περ. α΄ του ΚΔΔ, να εξετάσει αυτεπαγγέλτως τυχόν ακυρότητα του δικογράφου της προσφυγής εταιρείας λόγω της μη αναγραφής σε αυτό των στοιχείων του νομίμου εκπροσώπου της. Ούτε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο υποχρεούνταν να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το ανωτέρω ζήτημα, σύμφωνα με το άρθρο 97 παρ. 1 και 2 του αυτού Κώδικα.
Μ.Π.ΑΘΗΝ/ΑΠΟΦΑΣΗ/359/2019
ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:Παρά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της προμηθεύτριας εταιρίας και την παράδοση του εμπορεύματος, το πρώτο καθ’ ου η παρέμβαση δεν προέβη σε κάποια καταβολή ως προς τα επίδικα παραστατικά. Έτσι, η κυρίως παρεμβαίνουσα τραπεζική εταιρία, ως εκδοχέας, που ανήγγειλε νόμιμα τις εκχωρήσεις των απαιτήσεων των ανωτέρω τιμολογίων στο πρώτο καθ’ ου η παρέμβαση νοσοκομείο, συνολικού ύψους 14.970,63 ευρώ, κατέστη αποκλειστικός δικαιούχος των εκχωρηθεισών αυτών απαιτήσεων. Ο λόγος έφεσης, με το οποίο το εκκαλούν νοσοκομείο προβάλλει την ένσταση της ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, ισχυριζόμενο ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα τραπεζική εταιρία δεν τήρησε τα όσα ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 95 Ν 2362/1995 για την αναγγελία της εκχώρησης, κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού η προηγούμενη διάταξη εφαρμόζεται μόνο για εκχωρήσεις απαιτήσεων κατά του Δημοσίου και όχι κατά νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως είναι το εκκαλούν, όπου εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρθρου 53 ΝΔ 496/1974. Συνεπώς, πρέπει, η κύρια παρέμβαση να γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη και να υποχρεωθεί το πρώτο καθ’ ου η παρέμβαση νοσοκομείο και ήδη εκκαλούν να καταβάλει στην κυρίως παρεμβαίνουσα και ήδη εφεσίβλητη το ποσό των 14.970,63 ευρώ, με το νόμιμο τόκο
ΑΠ/182/2014 Β2 Πολιτικό Τμήμα
Διετής παραγραφή αξιώσεων για μισθούς. Στην προκειμένη περίπτωση, το αναιρεσείον, με την ένδικη αίτηση αναιρέσεως, υπό την επίκληση του άρθρου 560 αρ.1 ΚΠολΔ, αποδίδει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε κατ' έφεση, την πλημμέλεια της παραβιάσεως ουσιαστικών διατάξεων και ειδικότερα αυτών των άρθρων 90 παρ.3 και 94 εδ. δ' του ν. 2362/1995 "περί Δημοσίου Λογιστικού", γιατί, αν και οι ένδικες απαιτήσεις των αναιρεσιβλήτων, οι οποίες επιδικάσθηκαν σ' αυτούς, αφορούσαν αποδοχές αδείας και επίδομα αδείας από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας για το έτος 2001 και κατά το χρόνο ασκήσεως της ένδικης αγωγής είχαν υποκύψει στη διετή παραγραφή του άρθρου 90 παρ.3 του ως άνω νόμου, πράγμα το οποίο λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, εν τούτοις η αγωγή έγινε δεκτή, χωρίς το δικαστήριο της ουσίας να λάβει υπ' όψη, όπως είχε αυτεπάγγελτη υποχρέωση, την εν λόγω παραγραφή. Με το περιεχόμενο αυτό και σύμφωνα με τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο, η ένδικη αίτηση είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη, διότι δεν αναφέρεται σ' αυτήν ότι ο εν λόγω, περί παραγραφής, ισχυρισμός προβλήθηκε στο δικαστήριο, που δίκασε κατ' έφεση, άσχετα προς το αν λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπάγγελτα, καθόσον αυτός δεν αφορά στη δημόσια τάξη, με την ανωτέρω έννοια, αλλά (αφορά) στις (ιδιωτικού δικαίου) σχέσεις μεταξύ του Δημοσίου και μισθωτών αυτού (ΑΠ 1813/2011). Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της εφέσεως, που είχε ασκήσει το αναιρεσείον κατά της πρωτόδικης απόφασης, τέτοιος ισχυρισμός δεν είχε προβληθεί για τα κονδύλια των αποδοχών και του επιδόματος αδείας έτους 2001, αλλά μόνο γι' αυτά των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα του έτους 2001, ως προς τα οποία (σύμφωνα και με τις αναλυτικές παραδοχές που αναφέρονται στην επόμενη σκέψη) έγινε δεκτός. (...)ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 14-10-2011 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου περί αναιρέσεως της 6884/2010 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΕΣ/ΤΜ.Ι/1005/2017
Καταλογισμός ποσού...Κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 2 της ΚΥΑ 15954/(ΠΛΟ)559/8.9.2006, ήτοι κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, δεν του επιδόθηκε απόσπασμα έκθεσης ελέγχου, ούτε πρόσκληση για να λάβει γνώση του περιεχομένου της και, ως εκ τούτου, δεν έλαβε γνώση του σχετικού πορίσματος, ώστε να μπορέσει να εκθέσει τις αντιρρήσεις του. Ο λόγος ωστόσο αυτός, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, στο εκκαλούν κοινοποιήθηκαν (βλ. την 7925Ε/21.11.2013 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ευγενίας Καραγιάννη) και περιήλθαν αποδεδειγμένα σε γνώση του, αφενός η 11285/7.10.2013 απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία τροποποιήθηκε, για δεύτερη (2η) φορά, η 7277/28.4.2009 απόφαση του ΓΓΕΤ, περί αποδοχής αποτελεσμάτων φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του υποέργου ΕΝΤΕΡ 2004 και κρίθηκε ως μη επιλέξιμο και επιστρεπτέο το ήδη καταλογισθέν ποσό των 43.500,00 ευρώ, όπου ρητώς γίνεται αναφορά στην 6606/10.6.2013 έκθεση ελέγχου του ΣΕΕΔΔ (αριθμός έκθεσης 90/Α/2013), και αφετέρου το 11406/9.10.2013 έγγραφο της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Υποστήριξης Ερευνητικών Προγραμμάτων της Γ.Γ.Ε.Τ, με το οποίο γνωστοποιήθηκε στο εκκαλούν η ως άνω 11285/7.10.2013 τροποποιητική απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και η δυνατότητα υποβολής εκ μέρους του αντιρρήσεων, άλλως αποδοχής του πορίσματος της οικείας έκθεσης ελέγχου και επιστροφής του ανωτέρω ποσού. Περαιτέρω, η 6606/10.6.2013 έκθεση ελέγχου του ΣΕΕΔΔ (αριθμός έκθεσης 90/Α/2013) είχε επίσης κοινοποιηθεί στο εκκαλούν με τηλεομοιοτυπία (φαξ) στις 5.7.2013. Επομένως, σε κάθε περίπτωση, έλαβε εγκαίρως γνώση της αιτίας του καταλογισμού και, ως εκ τούτου, η μη κοινοποίηση σε αυτό αποσπάσματος της ως άνω έκθεσης ελέγχου, δεν παρεμπόδισε ουσιωδώς το δικαίωμα του για την υποβολή αντιρρήσεων σε κατάλληλο χρόνο, ήτοι πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης. Εξάλλου, το εκκαλούν υπέβαλε, τελικώς, εκπροθέσμως, στην Γ.Γ.Ε.Τ τις 2626/3.2.2014 έγγραφες αντιρρήσεις του, με τις οποίες εξέθεσε τις απόψεις του επί της παρατυπίας, η οποία αποτέλεσε και την αιτίαση επιβολής του επίδικου καταλογισμού σε βάρος του, οι οποίες ορθώς απερρίφθησαν με την 3491/26.3.2014 απόφαση της ΓΓΕΤ με την αιτιολογία, μεταξύ άλλων, ότι έχουν ήδη εκδοθεί οι 10996/1.10.2013 και 774/13.1.2014 καταλογιστικές πράξεις.
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ/Β1/625/2022
Κατά το άρθρο 580 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (για υπέρβαση δικαιοδοσίας και για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα) μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να την δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα προεκτεθέντα, η υπ' αριθ. 442/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πατρών απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης απόφασης, που του είχε επιδικάσει το επίδομα θέσης ευθύνης. Ήδη το αίτημα αυτό κρίθηκε μη νόμιμο. Εφόσον δε η υπόθεση δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση, πρέπει, μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης 442/2018 απόφασης, να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο, να γίνει δεκτή η έφεση του αναιρεσείοντος, να εξαφανισθεί η υπ' αριθ. 229/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών και να απορριφθεί η ένδικη αγωγή του αναιρεσιβλήτου, κατά το μέρος, που αφορά το επίδομα θέσης ευθύνης ως μη νόμιμη. Τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντα, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις, θα επιβληθούν στον αναιρεσίβλητο, λόγω της ήττας του [άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ], αφού υποβάλλεται σχετικό αίτημα, όμως δεν θα επιβληθούν μειωμένα, καθότι η νομική υποστήριξη του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. στο παρόν Δικαστήριο, δεν διεξήχθη από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους [άρθρ. 22 παρ. 1, 3 Ν. 3693/1957, ΑΠ 920/2019, 1382/2017].
2/42797/Β0041/2007
Έγκριση της σύστασης στην Τράπεζα της Ελλάδος (κεντρικό κατάστημα) υπό τον πρωτοβάθμιο λογαριασμό 7100 δευτεροβάθμιων λογαριασμών σε ευρώ των Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ 2007 -2013.