Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Δ.ΕΦΑΘ/3048/2020

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 456/1984, 797/1971, 2882/2001

Αστική ευθύνη δημοσίου - απαλλοτριώσεις...Επειδή, τέλος, προκειμένου περί του διαφυγόντος κέρδους, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην δεύτερη σκέψη της παρούσας απόφασης και περαιτέρω, ότι η εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία, σε κάθε περίπτωση, δεν προσκόμισε πρωτοδίκως κανένα αποδεικτικό στοιχείο (π.χ. έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος ή άλλης Τράπεζας) για το ύψος των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες, κατά το διάστημα από τον Ιανουάριο του έτους 2008, που όπως προέβαλε με την αγωγή θα κατέθετε σε Τράπεζα το σύνολο της αποζημίωσης που θα εισέπραττε, με επιτόκιο 6% ετησίως, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παρανομία των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, έως τον Ιανουάριο του έτους 2013, ούτε εξέθεσε στην αγωγή αλλά ούτε και απέδειξε τις ειδικές περιστάσεις ή τα πραγματικά περιστατικά που συνέτρεχαν και καθιστούσαν πιθανή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, την πραγματοποίηση του εν λόγω κέρδους, παραθέτοντας λογιστικά στοιχεία σχετικά με την πορεία των εργασιών της επιχείρησής της, κατά την παραπάνω χρονική περίοδο, από τα οποία να προκύπτουν θετικά ή αρνητικά (κέρδη ή ζημιές) αποτελέσματα των εν λόγω χρήσεων που να δικαιολογούν ή να αποκλείουν τη δυνατότητα αυτής να αποταμιεύσει ή όχι το ένδικο ποσό της απαλλοτρίωσης σε Τράπεζα, ενώ, εξάλλου, δεν προέβαλε ότι είχε τυχόν κατατεθειμένα σε τράπεζα και άλλα χρηματικά ποσά, κρίνει, ανεξαρτήτως άλλου, ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν πιθανολογείται η ύπαρξη διαφυγόντος κέρδους, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση και απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης της εκκαλούσας – εφεσίβλητης. Επειδή, κατ΄ ακολουθίαν, από τις συνεκδικαζόμενες εφέσεις εκείνη του εκκαλούντος - εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ενώ αυτή της εκκαλούσας – εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να αναγνωριστεί η υποχρέωση  του εφεσίβλητου - εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στην παραπάνω εταιρία το συνολικό ποσό των 99.794,55 ευρώ, νομιμότοκα με επιτόκιο 6%, από 23.11.2012 έως την εξόφληση. Περαιτέρω, από το παράβολο που καταβλήθηκε ποσό 100,00 ευρώ πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία (Κ.Δ.Δ. άρθρο 277 παρ. 9), ενώ κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων το εκκαλούν – εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – εκκαλούσας (Κ.Δ.Δ. άρθρο 275 παρ. 1).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΔΕφΑθ/4066/2022

Αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη εξαιτίας του τραυματισμού της, που έλαβε χώρα στις 16.10.2007, κατά τη διάρκεια της εργασίας της στο εκκαλούν Νοσοκομείο.(....)Επειδή, και ο λόγος αυτός της έφεσης περί συντρέχοντος πταίσματος της εφεσίβλητης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι η καλή λειτουργία και συντήρηση του ανωτέρω μηχανήματος (πρέσας σιδερώματος) αποτελεί υποχρέωση του εκκαλούντος Νοσοκομείου, ... συνεπώς, το Νοσοκομείο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την κατάσταση λειτουργίας του μηχανήματος, πράγμα το οποίο όμως δεν αποδείχθηκε προσηκόντως, κατά τα προεκτεθέντα στην ένατη σκέψη της παρούσας.Επειδή, ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το ένδικο ατύχημα -που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της εργασίας της εφεσίβλητης εργαζόμενης- οφείλεται αποκλειστικά στην πλημμελή συντήρηση και κακή λειτουργία της ένδικου μηχανήματος, για την οποία ευθύνεται το Νοσοκομείο, τα όργανα του οποίου δεν μερίμνησαν, ως είχαν νόμιμη (και συμβατική) υποχρέωση, και δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας της. Συνεπώς, στοιχειοθετείται αδικοπρακτική ευθύνη του Νοσοκομείου(...)Απορρίπτει την έφεση.


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/3/2020

Περικοπές σε αποδοχές...Όμως σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, όσον αφορά την από 18-12-2017 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) αγωγή, η αμοιβή του εκκαλούντος με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εφεσίβλητης, υπάγονταν στις διατάξεις των νόμων 3833/2010 και 4024/2011 δεδομένου ότι η παραχώρηση της εφεσίβλητης στο ... επήλθε μετά την εφαρμογή των παραπάνω νόμων όταν δηλαδή η αμοιβή του εκκαλούντα είχε ήδη μειωθεί και συνεπώς οι αξιώσεις του για την αμοιβή του σύμφωνα με τους όρους της αρχικής σύμβασης είναι μη νόμιμες . Περαιτέρω όσον αφορά την από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγή της εκκαλούσας, είναι απορριπτέα ω μη νόμιμη καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής, ο εφεσίβλητος ακολούθησε τη νόμιμη διαδικασία ώστε να λαμβάνει την μειωμένη αμοιβή του από την εκκαλούσα από την 1-1-2013, πλην όμως ο τελικός υπολογισμός της δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο αλλά από τα αρμόδια όργανα της εκκαλούσας. Τέλος όσον αφορά την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …/2015) αγωγή από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τις με αριθμούς …/2016 και …/2016 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου ……, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της από 18-11-2009 σύμβασης που συνήφθει μεταξύ των διαδίκων ο εκκαλών προσλήφθηκε από την εφεσίβλητη για να παρέχει την εργασία του ως διευθύνων σύμβουλος και με όρο της παραπάνω σύμβασης συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καταγγελίας της (της σύμβασης) η εφεσίβλητη θα του κατέβαλε ως αποζημίωση το ποσό που θα αντιστοιχούσε στην αμοιβή δύο μηνών για κάθε έτος εργασίας του λαμβάνοντας ως βάσει τις αποδοχές του κατά τον χρόνο της καταγγελίας. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η παραπάνω σύμβαση καταγγέλθηκε στις 22-6-2015 και η πραγματικά οφειλόμενη αμοιβή του όπως θα διαμορφώνονταν μετά την 1-1-2013 ανέρχονταν στο ποσό των 2.375 ευρώ. Συνεπώς το συνολικό ποσό που έπρεπε να λάβει ως αποζημίωση κατά τον ανωτέρω χρόνο (22-6-2015) ανέρχονταν σε 30.479,13 ευρώ. Από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε υπαιτιότητα του εκκαλούντος στην καταγγελία της παραπάνω σύμβασης όπως επίσης δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τον χρόνο της καταγγελίας ώστε ο τελευταίος να δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη. Ενόψει των παραπάνω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια απορρίπτοντας ως μη νόμιμες τις από 28-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) και από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγές και κάνοντας εν μέρει δεκτή ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγή δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση  των  αποδείξεων και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τις εφέσεις είναι απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθούν οι κρινόμενες εφέσεις ως κατ΄ουσιαν αβάσιμες και να συμψηφισθούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).


ΝΚΣ/199/2018

Υποχρέωση ή μη του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει αποζημίωση δύο φορές για τα ίδια τμήματα απαλλοτριούμενων ιδιοκτησιών, επί των οποίων έχουν εκδοθεί αποφάσεις, που αναγνωρίζουν διαφορετικούς δικαιούχους.Το Ελληνικό Δημόσιο δεν θα πρέπει να καταβάλει δύο φορές αποζημίωση για τα ίδια τμήματα ιδιοκτησιών, επί των οποίων έχουν εκδοθεί αντίθετες δικαστικές αποφάσεις, που αναγνωρίζουν διαφορετικούς δικαιούχους, αλλά να παρακαταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, άπαξ, το ποσό της αποζημίωσης, η οποία ορίσθηκε από το Δικαστήριο και αναλογεί στην απαλλοτριούμενη έκταση. (ομόφ.)


Μ.Π.ΑΘΗΝ/ΑΠΟΦΑΣΗ/359/2019

ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ:Παρά την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της προμηθεύτριας εταιρίας και την παράδοση του εμπορεύματος, το πρώτο καθ’ ου η παρέμβαση δεν προέβη σε κάποια καταβολή ως προς τα επίδικα παραστατικά. Έτσι, η κυρίως παρεμβαίνουσα τραπεζική εταιρία, ως εκδοχέας, που ανήγγειλε νόμιμα τις εκχωρήσεις των απαιτήσεων των ανωτέρω τιμολογίων στο πρώτο καθ’ ου η παρέμβαση νοσοκομείο, συνολικού ύψους 14.970,63 ευρώ, κατέστη αποκλειστικός δικαιούχος των εκχωρηθεισών αυτών απαιτήσεων. Ο λόγος έφεσης, με το οποίο το εκκαλούν νοσοκομείο προβάλλει την ένσταση της ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, ισχυριζόμενο ότι η κυρίως παρεμβαίνουσα τραπεζική εταιρία δεν τήρησε τα όσα ορίζονται στη διάταξη του άρθρου 95 Ν 2362/1995 για την αναγγελία της εκχώρησης, κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού η προηγούμενη διάταξη εφαρμόζεται μόνο για εκχωρήσεις απαιτήσεων κατά του Δημοσίου και όχι κατά νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, όπως είναι το εκκαλούν, όπου εφαρμοστέα είναι η διάταξη του άρθρου 53 ΝΔ 496/1974. Συνεπώς, πρέπει, η κύρια παρέμβαση να γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη και να υποχρεωθεί το πρώτο καθ’ ου η παρέμβαση νοσοκομείο και ήδη εκκαλούν να καταβάλει στην κυρίως παρεμβαίνουσα και ήδη εφεσίβλητη το ποσό των 14.970,63 ευρώ, με το νόμιμο τόκο 


ΔΕφΑθ/533/2022

ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΕΟΦ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ-ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΕΟΦ:..η εκκαλούσα ζητά την εξαφάνιση της 11024/2019 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 22ο), με την οποία απορρίφθηκε η από 3.11.2017 αγωγή της κατά του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) και του Ελληνικού Δημοσίου. Με την αγωγή αυτή, η εκκαλούσα, μόνιμη υπάλληλος του Ε.Ο.Φ., ζήτησε να υποχρεωθούν τα εφεσίβλητα να της καταβάλουν νομιμοτόκως, το ποσό των 6.000 ευρώ και περαιτέρω, να αναγνωριστεί η εις ολόκληρον υποχρέωση αυτών να της καταβάλουν νομιμοτόκως, το ποσό των 30.588,17 ευρώ (συνολικά 36.588,17 ευρώ), ως αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 106 και 105 του Εισ.Ν.ΑΚ.(....)Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν προαναφερθεί, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται ευθύνη των εφεσιβλήτων Ε.Ο.Φ. και Ελληνικού Δημοσίου, κατά τα άρθρα 106 και 105 του ΕισΝΑΚ, προς αποζημίωση της εκκαλούσας, δεδομένου ότι δεν συντρέχει η προβαλλόμενη από αυτήν παρανομία, της αντίθεσης δηλαδή της επίμαχης διάταξης του άρθρου 30 παρ. 1 του ν. 4024/2011 σε υπερκείμενους κανόνες δικαίου ή στο Σύνταγμα. Συνεπώς, ορθά απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση η αγωγή της ως προς την κύρια βάση της. Ενόψει δε του ότι τα εφεσίβλητα κατά τα παραπάνω, δεν κατέστησαν πλουσιότερα σε βάρος της εκκαλούσας χωρίς νόμιμη αιτία, ορθά απορρίφθηκε και η επικουρική βάση της αγωγής της περί επιδίκασης των αιτούμενων ποσών με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης.Απορρίπτει την έφεση.


ΔΕφΑθ/234/2021

ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ:Εν προκειμένω το εκκαλούν με τις προτάσεις του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου α) ισχυρίζεται ότι λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών, ήτοι λόγω της οικονομικής κρίσης που μείωσε τα κονδύλια προς τους δημόσιους φορείς και τα ΝΠΔΔ, η παροχή του (καταβολή μισθωμάτων), ενόψει και της αντιπαροχής της εφεσιβλήτου (χρήση μηχανημάτων) είναι υπέρμετρα επαχθής για το ίδιο (άρθρο 388 ΑΚ) και ζητεί την αναγωγή της στο προσήκον μέτρο και β) επαναφέρει τον πρωτοδίκως προβληθέντα ισχυρισμό του περί παραγραφής της αξίωσης της εφεσιβλήτου. Ο υπό στοιχείο (α) ισχυρισμός, το πρώτο προτεινόμενος στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο από το εκκαλούν με τις προτάσεις του είναι απαράδεκτος κατ' άρθρο 527 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται εν προκειμένω ως εκ του χρόνου ασκήσεως της εφέσεως, διότι τα πραγματικά γεγονότα, στα οποία στηρίζεται, είχαν γεννηθεί πριν από τη συζήτηση στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δηλ. δεν είναι οψιγενή, δεν λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως και δεν μπορούν να προταθούν σε κάθε στάση της δίκης, ενώ το εκκαλούν δεν ισχυρίζεται ότι δεν προβλήθηκαν εγκαίρως (στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) από δικαιολογημένη αιτία, περαιτέρω δε, εφόσον δεν προτάθηκαν πρωτόδικα, δεν μπορεί να αποτελέσουν λόγο έφεσης. Ο υπό στοιχείο (β) ισχυρισμός, ο οποίος είχε προταθεί πρωτοδίκως και είχε απορριφθεί κατ’ ουσία, μόνο με το δικόγραφο της έφεσης μπορεί να προταθεί και όχι με τις προτάσεις ή με αναφορά στις πρωτόδικες προτάσεις, η δε προβολή του εν προκειμένω με επαναφορά των πρωτόδικων προτάσεων είναι απαράδεκτη.Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δέχθηκε τα ανωτέρω πραγματικά γεγονότα και ύστερα από ορθή εκτίμηση των αποδείξεων και ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου κατέληξε στην ίδια κρίση, δεν έσφαλλε, όσα δε αντίθετα υποστηρίζονται από το εκκαλούν κρίνονται ουσία αβάσιμα και απορριπτέα καθώς και η έφεση στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα της εφεσιβλήτου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ).


ΝΣΚ/42/2023

Ερωτάται εάν κατά τη σύνταξη του τελικού πίνακα παρακατάθεσης της αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, η Υπηρεσία θα προχωρήσει σε συμψηφισμό του ποσού της οριστικής αποζημίωσης, που ορίστηκε με τις αποφάσεις του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης με αριθμούς 952/2017 και 909/2017, με το ποσό του προσωρινού προσδιορισμού αποζημίωσης, που είχε οριστεί από το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, όπως είναι η μέχρι σήμερα πάγια τακτική ή θα προχωρήσει στην αυτοτελή εκτέλεση των πιο πάνω αποφάσεων του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, θεωρώντας παραγεγραμμένη την απαίτηση από την καταβολή προς τους καθ’ ων η απαλλοτρίωση, της αποζημίωσης, με βάση την προσωρινή τιμή μονάδας, που είχε καθοριστεί από το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης.(...)Η Υπηρεσία, κατά τη σύνταξη του τελικού πίνακα παρακατάθεσης της αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης, μπορεί να προχωρήσει σε συμψηφισμό του ποσού της οριστικής αποζημίωσης, που ορίστηκε με τις με αριθμούς 952/2017 και 909/2017 αποφάσεις του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης με το αρχικά καταβληθέν ποσό του προσωρινού προσδιορισμού αποζημίωσης (ομόφωνα).


ΝΣΚ/88/2021

Ανάκληση συντελεσμένης απαλλοτρίωσης – Υποβολή αίτησης ανάκλησης από ειδικούς διαδόχους των καθολικών διαδόχων του αρχικού ιδιοκτήτη, εφοδιασμένων με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο των καθολικών διαδόχων.(...)Έχουν έννομο συμφέρον προς υποβολή αίτησης ανάκλησης συντελεσμένης απαλλοτρίωσης τμημάτων ακινήτων που περιήλθαν στο Δημόσιο δυνάμει της απαλλοτρίωσης και δεν χρησιμοποιήθηκαν, ούτε προβλέπεται να χρησιμοποιηθούν, για το σκοπό της απαλλοτρίωσης ή άλλο σκοπό δημόσιας ωφέλειας, οι ειδικοί διάδοχοι των καθολικών διαδόχων των αρχικών ιδιοκτητών, καθότι αυτοί ενεργούν δυνάμει πληρεξουσίου (συμβολαιογραφικού) των καθολικών διαδόχων.


ΝΣΚ/114/2023

Ζητήματα που γεννώνται σχετικά με τη δυνατότητα ανταλλαγής ακινήτων εντός της πόλης του Ηρακλείου Κρήτης, εκτός εγκεκριμένου σχεδίου, στα πλαίσια εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 2 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων.(...)α) Συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την ανταλλαγή, στα πλαίσια εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 2 του Κ.Α.Α.Α., δύο τμημάτων οικοπέδου που βρίσκεται εντός της πόλης του Ηρακλείου Κρήτης, εκτός εγκεκριμένου σχεδίου, και συγκεκριμένα του τμήματος έκτασης 454 τ.μ. που ανήκει στο Δημόσιο μετά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης και δεν χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση του έργου ή για την εκπλήρωση άλλου σκοπού δημόσιας ωφέλειας, με το αντίστοιχης έκτασης τμήμα που καταλήφθηκε παράνομα για την υλοποίηση του έργου (ομόφωνα). β) Αρμόδια υπηρεσία να συναινέσει στην προτεινόμενη ανταλλαγή είναι η αρμόδια για την καταγραφή και διαχείριση των ακινήτων του Δημοσίου υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Το Τμήμα Απαλλοτριώσεων της Διεύθυνσης (Δ25) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, οφείλει προηγουμένως να μεριμνήσει προκειμένου να καταγραφεί ως δημόσιο κτήμα η έκταση των 454 τ.μ. που απαλλοτριώθηκε, πλην όμως δεν χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση του παραπάνω έργου, ούτε για άλλον σκοπό δημόσιας ωφέλειας. Αρμόδια υπηρεσία για τη θεώρηση του τοπογραφικού διαγράμματος που θα προσαρτηθεί στην οικεία συμβολαιογραφική πράξη της ανταλλαγής, είναι το Τμήμα Τοπογραφήσεων και Τοπογραφικών Εφαρμογών της Διεύθυνσης (Δ25) του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών (ομόφωνα). γ) Για την έκδοση της απόφασης έγκρισης της ανταλλαγής, αρμόδιος είναι ο Υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, από κοινού με τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, η δε αρμοδιότητα της τελικής υπογραφής της ως άνω εγκριτικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του ν. 4622/2019 (περί επιτελικού κράτους), ανήκει στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων των Υπουργείων Υποδομών και Μεταφορών και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (ομόφωνα). δ) Κατά την υπογραφή του συμβολαίου της ανταλλαγής, το Δημόσιο εκπροσωπείται από τον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, ο οποίος δύναται να εξουσιοδοτήσει εγγράφως για την υπογραφή του τον Προϊστάμενο της οικείας Κτηματικής Υπηρεσίας ή άλλης Υπηρεσίας του νομού Ηρακλείου (ομόφωνα).


ΣτΕ/1068/2014

Χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης την οποία είχε υποστεί ο αναιρεσίβλητος από παράνομες παραλείψεις των οργάνων του αναιρεσείοντος Δήμου και συγκεκριμένα από τη μη χορήγηση σε αυτόν ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού που είχε ως συνέπεια τον τραυματισμό του κατά την εκτέλεση της εργασίας του ως συνοδού απορριμματοφόρου οχήματος του Δήμου.(....)Επομένως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η οποία κατέληξε στην ίδια κρίση, με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, εφάρμοσε ορθώς τις εκτεθείσες στις σκέψεις 2-6 διατάξεις και, συνεπώς, είναι απορριπτέος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος μόνος λόγος αναιρέσεως καθώς και ο ειδικότερος λόγος, σύμφωνα με τον οποίο ο αναιρεσίβλητος, απασχολούμενος αποκλειστικώς με εργασίες σε χώρους καθαριότητας, δεν απασχολείτο σε «ειδικές εργασίες» ώστε να δικαιούται, κατά τα προεκτεθέντα, τη χορήγηση των κατάλληλων μέσων ατομικής προστασίας (όπως π.χ. προστατευτικά γυαλιά). Περαιτέρω, ο αναιρεσείων Δήμος προβάλλει ότι η με τυχόν πρωτοβουλία αυτού κίνηση της διαδικασίας προμήθειας των προβλεπομένων στην ως άνω παρ. 5 της Οικ. 34042/1996 κ.υ.α. ειδών ατομικής προστασίας, προκειμένου να χορηγηθούν και στο προσωπικό καθαριότητας, «θα προσέκρουε κατά τον έλεγχο νομιμότητας των σχετικών πράξεων της Δημαρχιακής Επιτροπής και θα απαγορευόταν η συνέχισή της», ενόψει του ότι ούτε από το ως άνω π.δ. 17/1996 ορίζεται κάτι διαφορετικό, αφού ο ίδιος δεν διέθετε γραπτή εκτίμηση περί υπάρξεως κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως συνοδών στα απορριμματοφόρα οχήματα, η οποία (γραπτή εκτίμηση κινδύνου) να έχει συνταχθεί σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 του ως άνω π.δ., όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 2 του π.δ. 159/1999, από τον τεχνικό ασφαλείας, το γιατρό εργασίας, την εσωτερική ή εξωτερικές υπηρεσίες προστασίας και προλήψεως, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Οι ανωτέρω όμως ειδικότεροι λόγοι είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, διότι, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην έκτη σκέψη, ο ίδιος ο αναιρεσείων Δήμος όφειλε να είχε προκαλέσει και να διαθέτει σχετική γραπτή εκτίμηση κινδύνων, επικαλείται δε έτσι, κατ’ ουσίαν, άνευ εννόμου συμφέροντος, ιδία παράνομη παράλειψη και υπολαμβάνει, εσφαλμένως, ότι οι κατά την παρ. 5 της κ.υ.α. Οικ. 34042/1996 «ειδικές εργασίες» είναι διάφορες των εργασιών που αναφέρονται στην παρ. 1 τη ίδιας κ.υ.α. και ότι οι τελευταίες δεν χρήζουν εξειδικεύσεως προκειμένου να καθορισθεί ποιοι από τους εργαζομένους σε κάθε τομέα από αυτούς που αναφέρονται στην παρ. 1 της ως άνω αποφάσεως εκτελούν ειδικές εργασίες και πρέπει ως εκ τούτου να τους διατεθεί ο κατά την παρ. 5 της ίδιας κ.υ.α. ειδικός ατομικός εξοπλισμός, ενόψει των οριζομένων στα ως άνω π.δ. 17/1996 και 396/1994, τα οποία ο αναιρεσείων Δήμος εσφαλμένως θεωρεί ότι δεν θεσπίζουν πρόσθετες γι’ αυτόν υποχρεώσεις σε σχέση με την 88555/3293/30.9.1988 κ.υ.α.Απορρίπτει την αίτηση.