ΔΕφΑθ/533/2022
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΕΟΦ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ-ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΕΟΦ:..η εκκαλούσα ζητά την εξαφάνιση της 11024/2019 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών (Τμήμα 22ο), με την οποία απορρίφθηκε η από 3.11.2017 αγωγή της κατά του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) και του Ελληνικού Δημοσίου. Με την αγωγή αυτή, η εκκαλούσα, μόνιμη υπάλληλος του Ε.Ο.Φ., ζήτησε να υποχρεωθούν τα εφεσίβλητα να της καταβάλουν νομιμοτόκως, το ποσό των 6.000 ευρώ και περαιτέρω, να αναγνωριστεί η εις ολόκληρον υποχρέωση αυτών να της καταβάλουν νομιμοτόκως, το ποσό των 30.588,17 ευρώ (συνολικά 36.588,17 ευρώ), ως αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 106 και 105 του Εισ.Ν.ΑΚ.(....)Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν προαναφερθεί, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται ευθύνη των εφεσιβλήτων Ε.Ο.Φ. και Ελληνικού Δημοσίου, κατά τα άρθρα 106 και 105 του ΕισΝΑΚ, προς αποζημίωση της εκκαλούσας, δεδομένου ότι δεν συντρέχει η προβαλλόμενη από αυτήν παρανομία, της αντίθεσης δηλαδή της επίμαχης διάταξης του άρθρου 30 παρ. 1 του ν. 4024/2011 σε υπερκείμενους κανόνες δικαίου ή στο Σύνταγμα. Συνεπώς, ορθά απορρίφθηκε με την εκκαλούμενη απόφαση η αγωγή της ως προς την κύρια βάση της. Ενόψει δε του ότι τα εφεσίβλητα κατά τα παραπάνω, δεν κατέστησαν πλουσιότερα σε βάρος της εκκαλούσας χωρίς νόμιμη αιτία, ορθά απορρίφθηκε και η επικουρική βάση της αγωγής της περί επιδίκασης των αιτούμενων ποσών με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης.Απορρίπτει την έφεση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τμ.1/(ΚΠΕ)/236/2014
Μη νόμιμη η καταβολή πρόσθετης αμοιβής σε νομική σύμβουλο του ΕΟΦ, καθόσον με την διάταξη του άρθρου 30 παρ. 1 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ Α΄ 226/2011), η αποζημίωση που προβλεπόταν από το άρθρο 6 παρ. 10 του ν.1965/1991 (ΦΕΚ Α΄ 146/1991) καταργήθηκε τόσο για τους υπαλλήλους του Ε.Ο.Φ., όσο και για τους δικηγόρους που υπηρετούν με σχέση έμμισθης εντολής στον Οργανισμό.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/3/2020
Περικοπές σε αποδοχές...Όμως σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, όσον αφορά την από 18-12-2017 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) αγωγή, η αμοιβή του εκκαλούντος με την ιδιότητα του διευθύνοντος συμβούλου και του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της εφεσίβλητης, υπάγονταν στις διατάξεις των νόμων 3833/2010 και 4024/2011 δεδομένου ότι η παραχώρηση της εφεσίβλητης στο ... επήλθε μετά την εφαρμογή των παραπάνω νόμων όταν δηλαδή η αμοιβή του εκκαλούντα είχε ήδη μειωθεί και συνεπώς οι αξιώσεις του για την αμοιβή του σύμφωνα με τους όρους της αρχικής σύμβασης είναι μη νόμιμες . Περαιτέρω όσον αφορά την από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγή της εκκαλούσας, είναι απορριπτέα ω μη νόμιμη καθόσον, κατά τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της αγωγής, ο εφεσίβλητος ακολούθησε τη νόμιμη διαδικασία ώστε να λαμβάνει την μειωμένη αμοιβή του από την εκκαλούσα από την 1-1-2013, πλην όμως ο τελικός υπολογισμός της δεν πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο αλλά από τα αρμόδια όργανα της εκκαλούσας. Τέλος όσον αφορά την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …/2015) αγωγή από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τις με αριθμούς …/2016 και …/2016 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου ……, καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει της από 18-11-2009 σύμβασης που συνήφθει μεταξύ των διαδίκων ο εκκαλών προσλήφθηκε από την εφεσίβλητη για να παρέχει την εργασία του ως διευθύνων σύμβουλος και με όρο της παραπάνω σύμβασης συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση καταγγελίας της (της σύμβασης) η εφεσίβλητη θα του κατέβαλε ως αποζημίωση το ποσό που θα αντιστοιχούσε στην αμοιβή δύο μηνών για κάθε έτος εργασίας του λαμβάνοντας ως βάσει τις αποδοχές του κατά τον χρόνο της καταγγελίας. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η παραπάνω σύμβαση καταγγέλθηκε στις 22-6-2015 και η πραγματικά οφειλόμενη αμοιβή του όπως θα διαμορφώνονταν μετά την 1-1-2013 ανέρχονταν στο ποσό των 2.375 ευρώ. Συνεπώς το συνολικό ποσό που έπρεπε να λάβει ως αποζημίωση κατά τον ανωτέρω χρόνο (22-6-2015) ανέρχονταν σε 30.479,13 ευρώ. Από τα παραπάνω αποδεικτικά μέσα δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε υπαιτιότητα του εκκαλούντος στην καταγγελία της παραπάνω σύμβασης όπως επίσης δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε προσβολή της προσωπικότητάς του κατά τον χρόνο της καταγγελίας ώστε ο τελευταίος να δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη. Ενόψει των παραπάνω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε τα ίδια απορρίπτοντας ως μη νόμιμες τις από 28-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. ……/2015) και από 19-2-2016 (αριθ. εκθ. καταθ. …../2016) αγωγές και κάνοντας εν μέρει δεκτή ως κατ΄ουσίαν βάσιμη την από 18-12-2015 (αριθ. εκθ. καταθ. …./2015) αγωγή δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και τα αντιθέτως υποστηριζόμενα με τις εφέσεις είναι απορριπτέα ως κατ΄ουσίαν αβάσιμα. Συνεπώς πρέπει να απορριφθούν οι κρινόμενες εφέσεις ως κατ΄ουσιαν αβάσιμες και να συμψηφισθούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας λόγω της δυσχερούς ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρα 179, 183 ΚΠολΔ).
Αριθμ. 2/16124/0022/2009
Καθορισμός αποδοχών του Προέδρου, των Αντιπροέδρων του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.).
2/59420/0022/2014
Καθορισμός αποζημίωσης Προέδρου, μελών και του γραμματέα της Δευτεροβάθμιας Ειδικής Επιτροπής Ενστάσεων ΕΟΦ.
Δ.ΕΦΑΘ/3048/2020
Αστική ευθύνη δημοσίου - απαλλοτριώσεις...Επειδή, τέλος, προκειμένου περί του διαφυγόντος κέρδους, το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην δεύτερη σκέψη της παρούσας απόφασης και περαιτέρω, ότι η εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία, σε κάθε περίπτωση, δεν προσκόμισε πρωτοδίκως κανένα αποδεικτικό στοιχείο (π.χ. έγγραφο της Τράπεζας της Ελλάδος ή άλλης Τράπεζας) για το ύψος των επιτοκίων καταθέσεων ταμιευτηρίου στις εμπορικές τράπεζες, κατά το διάστημα από τον Ιανουάριο του έτους 2008, που όπως προέβαλε με την αγωγή θα κατέθετε σε Τράπεζα το σύνολο της αποζημίωσης που θα εισέπραττε, με επιτόκιο 6% ετησίως, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η παρανομία των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, έως τον Ιανουάριο του έτους 2013, ούτε εξέθεσε στην αγωγή αλλά ούτε και απέδειξε τις ειδικές περιστάσεις ή τα πραγματικά περιστατικά που συνέτρεχαν και καθιστούσαν πιθανή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, την πραγματοποίηση του εν λόγω κέρδους, παραθέτοντας λογιστικά στοιχεία σχετικά με την πορεία των εργασιών της επιχείρησής της, κατά την παραπάνω χρονική περίοδο, από τα οποία να προκύπτουν θετικά ή αρνητικά (κέρδη ή ζημιές) αποτελέσματα των εν λόγω χρήσεων που να δικαιολογούν ή να αποκλείουν τη δυνατότητα αυτής να αποταμιεύσει ή όχι το ένδικο ποσό της απαλλοτρίωσης σε Τράπεζα, ενώ, εξάλλου, δεν προέβαλε ότι είχε τυχόν κατατεθειμένα σε τράπεζα και άλλα χρηματικά ποσά, κρίνει, ανεξαρτήτως άλλου, ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν πιθανολογείται η ύπαρξη διαφυγόντος κέρδους, όπως ορθά κρίθηκε και με την εκκαλούμενη απόφαση και απορριπτομένου ως αβασίμου του αντίθετου λόγου έφεσης της εκκαλούσας – εφεσίβλητης. Επειδή, κατ΄ ακολουθίαν, από τις συνεκδικαζόμενες εφέσεις εκείνη του εκκαλούντος - εφεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ενώ αυτή της εκκαλούσας – εφεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη απόφαση και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εφεσίβλητου - εκκαλούντος Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στην παραπάνω εταιρία το συνολικό ποσό των 99.794,55 ευρώ, νομιμότοκα με επιτόκιο 6%, από 23.11.2012 έως την εξόφληση. Περαιτέρω, από το παράβολο που καταβλήθηκε ποσό 100,00 ευρώ πρέπει να αποδοθεί στην εκκαλούσα – εφεσίβλητη εταιρία (Κ.Δ.Δ. άρθρο 277 παρ. 9), ενώ κατ΄ εκτίμηση των περιστάσεων το εκκαλούν – εφεσίβλητο Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης – εκκαλούσας (Κ.Δ.Δ. άρθρο 275 παρ. 1).
ΕλΣυν.Τμ.1/413/2016
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη ΙΙ της παρούσας, η προσβαλλόμενη πράξη (έγγραφο) δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα, δεδομένου ότι με αυτή απορρίφθηκε η αίτηση της εκκαλούσας περί ανάκλησης επανεξέτασης της εις βάρος της εκδοθείσας 2829/6.9.2001 καταλογιστικής απόφασης, χωρίς το αρμόδιο διοικητικό όργανο να προβεί σε νέα κατ’ ουσία έρευνα της υπόθεσης και, ειδικότερα, χωρίς να ερευνήσει τα υποβληθέντα με την αίτηση αυτή στοιχεία. Συνακόλουθα, αβασίμως η εκκαλούσα προβάλλει με την κρινόμενη έφεση ότι η άρνηση της Οικονομικής Επιθεώρησης … να ανακαλέσει την εις βάρος της 2829/6.9.2001 απόφαση καταλογισμού της που εξέδωσε η ίδια ως άνω υπηρεσία, παρίσταται μη νόμιμη, αφού, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη, η Διοίκηση κατά γενική αρχή του δικαίου δεν έχει υποχρέωση αλλά απλή ευχέρεια να ανακαλεί τις πράξεις της, έστω και παράνομες..
ΚΥΑ 2/59417/0022/2014
Καθορισμός της αμοιβής εξωτερικών εισηγητών εμπειρογνωμόνων για τη μελέτη και εισήγηση προϊόντων αρμοδιότητας ΕΟΦ (άρθρο 1 παρ. 2 ν. 1965/1991) για το έτος 2014.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/399/2021
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ-ΑΧΡΕΩΣΤΗΤΩΣ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΝΤΑ:ζητείται η ακύρωση της ... απόφασης του Υπουργού Εξωτερικών, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της εκκαλούσας μη κυβερνητικής οργάνωσης ανάκτηση ποσού 366.849,69 ευρώ, το οποίο κατά το ποσό των 170.000 ευρώ φέρεται ότι της καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως α΄ δόση χρηματοδότησής της από πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού του Υπουργείου Εξωτερικών για την εκτέλεση του προγράμματος «Δημιουργία Αφγανο-Ελληνικού Κέντρου Σπουδών και Παροχών Υγείας στην Καμπούλ»(...) Με δεδομένα τα εκτιθέμενα ανωτέρω ..., το Δικαστήριο κρίνει ότι από το σύνολο των στοιχείων που παρατίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση, όπως νομίμως συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου στα οποία ρητώς παραπέμπει, προκύπτει με σαφήνεια τόσο η νομική όσο και η ιστορική αιτία στην οποία θεμελιώνεται. Ειδικότερα, η εκκαλούσα κατά παράβαση των υποχρεώσεών της όπως προκύπτουν από την ισχύουσα νομοθεσία και εξειδικεύονται στην από 29.11.2004 σύμβασή της, όπως τροποποιήθηκε με την από 17.1.2005 πράξη, δεν υπέβαλε ενδιάμεση έκθεση προόδου (άρθρο 6.1 της σύμβασης) και τελική απολογιστική έκθεση του προγράμματός της (άρθρο 7.1 της σύμβασης), ούτε δικαιολογητικά και παραστατικά δαπανών του προγράμματος που εκτέλεσε, τα οποία έπρεπε να συνυποβάλλονται με τις εκθέσεις αυτές, ενώ από τα αιτήματά της για την εκ νέου τροποποίηση της σύμβασης συνάχθηκε ότι η εκκαλούσα δεν υλοποίησε το φυσικό αντικείμενο που πρότεινε και εγκρίθηκε. Όπως σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία ρητώς ορίστηκε στο συμβατικό κείμενο, αυτές οι ουσιώδεις παραβάσεις της σύμβασης ιδρύουν νόμιμο λόγο καταγγελίας της από την ΥΔΑΣ (άρθρο 9 της σύμβασης), και έχουν νόμιμο επακόλουθο την υποχρέωση της εκκαλούσας να επιστρέψει εντόκως το σύνολο της χρηματοδότησης που έλαβε (άρθρο 11 της σύμβασης). Για το σύνολο των προαναφερόμενων, η χρηματοδότηση που χορηγήθηκε στην εκκαλούσα απώλεσε τη νόμιμη αιτία της και η α΄ δόση αυτής έπρεπε να αναζητηθεί, και μάλιστα εντόκως, ως αχρεωστήτως καταβληθείσα, σύμφωνα με το ισχύον ειδικό κανονιστικό πλαίσιο(...)Με το δεύτερο λόγο έφεσης η εκκαλούσα προβάλλει ότι παρεμποδίστηκε στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών της από λόγους ανωτέρας βίας, περίπτωση για την οποία προνοεί το άρθρο 17.1 της σύμβασης. Ειδικότερα, επικαλείται φυσική καταστροφή από σεισμό ... καθώς και τις εξαιρετικά επικίνδυνες συνθήκες, λόγω εμπόλεμης κατάστασης, που επικρατούσαν στο Αφγανιστάν, όπου έπρεπε να εκτελέσει το κρίσιμο έργο της, από το Μάρτιο 2005 μέχρι τα μέσα του έτους 2006. Οι περιστάσεις αυτές καθυστέρησαν την υλοποίηση του προγράμματος της εκκαλούσας, ωστόσο, η ίδια στις 8.2.2006 κατέστησε σαφή την πρόθεσή της να το ολοκληρώσει, υποβάλλοντας στην ΥΔΑΣ πρόταση επιτόπιας επίσκεψης και τροποποίησης του έργου, αίτημα το οποίο επανυπέβαλε στις 20.3.2006, ζητώντας εκ νέου παράταση και διεύρυνση του αντικειμένου του έργου. Επί των ανωτέρω, όμως, η ΥΔΑΣ ενεργώντας αντισυμβατικά ουδέποτε απάντησε και στο μεταξύ υλοποιήθηκε ένα τμήμα του επίδικου προγράμματος, συγκεκριμένα, η λειτουργία εξοπλισμένου ασθενοφόρου και η μελέτη και σύναψη συμφωνίας ολοκλήρωσης των κτιριακών υποδομών του Κέντρου Σπουδών Υγείας. Ο λόγος έφεσης είναι απορριπτέος στο σύνολό του. Τούτο διότι, οι φυσικές καταστροφές που επικαλείται η εκκαλούσα λήφθηκαν υπόψη από την ΥΔΑΣ και αποτέλεσαν τη δικαιολογητική βάση για την τροποποίηση της αρχικής σύμβασης, με μετάθεση του χρόνου έναρξης υλοποίησης του προγράμματος, με την από 17.1.2005 πράξη.(...) Εξάλλου, προφανώς στερείται οποιασδήποτε νόμιμης βάσης ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι η ΥΔΑΣ είχε υποχρέωση να την καλέσει να εκτελέσει το συμβατικό αντικείμενο, για το οποίο με την υπογραφή της σύμβασης η ίδια η εκκαλούσα δεσμεύτηκε.(...)Απορρίπτει την έφεση.
ΕΣ/ΤΜ.7/2634/2014
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την κρινόμενη αγωγή, το ενάγον Ελληνικό Δημόσιο ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Δήμος να του καταβάλει, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., νομιμοτόκως από τις 17.5.2006, άλλως από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, το ποσό των 279.428,20 ευρώ, για την αποκατάσταση της ζημίας την οποία υπέστη από παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του εναγόμενου Δήμου κατά την διαχείριση από αυτά ισόποσης χρηματοδότησης, η οποία του καταβλήθηκε στο πλαίσιο του Ειδικού Προγράμματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης Ε.Π.Τ.Α. για την υλοποίηση της επισκευής υφιστάμενου κτιρίου και την κατασκευή νέου σε ακίνητο του Δήμου που επρόκειτο να παραχωρηθεί κατά χρήση στην ΕΛ.ΑΣ., προκειμένου να στεγαστεί το ιδρυθέν την 1.1.2002 Τμήμα Συνοριακής Φύλαξης και Δίωξης Λαθρομεταναστών … Ν. Χαλκιδικής.(....)Αβασίμως, τέλος, προβάλλεται ότι έχει παραγραφεί η σχετική αξίωση του Δημοσίου, διότι, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα από το 2001 έως το 2006, ο Δήμος διαβεβαίωνε την ΕΛ.ΑΣ. ότι βρίσκονταν σε εξέλιξη οι εργασίες επισκευής – συντήρησης, οι οποίες επρόκειτο να ολοκληρωθούν με το ποσό τη χρηματοδότησης, η δε αδυναμία εκπλήρωσης του δημόσιου σκοπού γνωστοποιήθηκε στην ΕΛ.ΑΣ. με το 6659/24.12.2007 έγγραφο του Δήμου και με την 103/23.7.2008 απόφαση του ΔΣ, με τα οποία ο Δήμος αποδέχθηκε ότι αδυνατεί να καλύψει τη δαπάνη κατασκευής – επισκευής, διότι είχαν ήδη αναλωθεί τα σχετικά ποσά για άλλο σκοπό. Συνεπώς, η απαίτηση του Δημοσίου κατέστη απαιτητή και δικαστικώς επιδιώξιμη κατά το οικονομικό έτος 2007, από το τέλος του οποίου και άρχεται η πενταετής παραγραφή, η δε αγωγή ασκήθηκε το έτος 2008, πριν την παρέλευση του χρόνου παραγραφής. Δέχεται την αγωγή.
ΑΝΑΙΡΕΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/201/2021
ΕΣ/ΤΜ.1/461/2016
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 1401 Α.Πλ.7912/13.1.2012 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Τέλος, με τον καταλογισμό σε βάρος της εκκαλούσας του προαναφερόμενου ποσού, δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας. Ειδικότερα, η ανάκτηση μέρους καταβληθείσας προς ΜΜΕ ενίσχυσης, που επιβάλλεται σε περίπτωση μη τήρησης των προϋποθέσεων χορήγησης αυτής εκ μέρους του ενταχθέντος στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα φορέα, συνιστά ειδικό διοικητικό μέτρο που αποβλέπει στη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των πόρων της Ένωσης που καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της υλοποίησης του εγκεκριμένου από την Επιτροπή Επιχειρησιακού Προγράμματος. Εν προκειμένω, η εκκαλούσα έλαβε, στο πλαίσιο του ως άνω Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Βορείου Αιγαίου 2000- 2006, οικονομική ενίσχυση, προκειμένου να την χρησιμοποιήσει αφενός για τον εκσυγχρονισμό της και αφετέρου για την δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, η οποία (δημιουργία θέσεων απασχόλησης) αποτελούσε κριτήριο αξιολόγησης για την υπαγωγή της επενδυτικής πρότασης στο πρόγραμμα ενισχύσεων (με συντελεστή στάθμισης για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας, όπως η εκκαλούσα, 30). Συνακόλουθα, η ανάκτηση μέρους της καταβληθείσας ενίσχυσης, η οποία επιβάλλεται, κατόπιν διενέργειας των προβλεπόμενων ελέγχων, επειδή η εκκαλούσα δεν διατήρησε τις προβλεπόμενες στην απόφαση υπαγωγής Ε.Μ.Ε. για χρονικό διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ολοκλήρωσης της επένδυσής της, για τον υπολογισμό της οποίας έχει εφαρμοστεί ο συντελεστής στάθμισης του κριτηρίου «Συμβολή στην αύξηση της απασχόλησης», που είχε ληφθεί υπόψη για τη βαθμολόγηση της επενδυτικής πρότασης της εκκαλούσας και την υπαγωγή της στο πρόγραμμα, είναι μέτρο αναγκαίο και πρόσφορο και τελεί σε αναλογία με τη διαπιστωθείσα παράβαση.Απορρίπτει την έφεση.