Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/3349/2012

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1397/1983, 2071/1992

Επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 96 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, ΦΕΚ Α΄97) «Δεν επιτρέπεται η μεταβολή του αντικειμένου της διαφοράς στο δεύτερο βαθμό. Επιτρέπεται όμως να προβληθεί, το πρώτο, αίτημα για παρεπόμενες απαιτήσεις, οι οποίες δημιουργήθηκαν μετά την τελευταία συζήτηση ύστερα από την οποία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση». Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι δεν λήφθηκε υπόψη από το δικάσαν δικαστήριο το αίτημα των αναιρεσειόντων περί αστικής ευθύνης του Δημοσίου οφειλόμενης σε παράλειψη νόμιμης ενέργειας, που συνίστατο στη μη ανάρτηση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως από το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον η παρανομία, κατ’ επίκληση της οποίας ζητείτο αποζημίωση, είχε προταθεί το πρώτον με το δικόγραφο της εφέσεως, κατά παράβαση της ως άνω διατάξεως του άρθρου 96 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (βλ. ΣτΕ 782-3/2011, 11/2011, 1021/2009 και 1515/2007). Συγκεκριμένα, με την αγωγή γινόταν μεν επίκληση των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, αλλά για το λόγο της μη εκδόσεως διαπιστωτικής πράξεως περί καταβολής αποζημιώσεως λόγω εφημεριών και μάλιστα, επί άλλης βάσεως και συγκεκριμένα, σχετικά με την αδικαιολόγητη εξαίρεση των ιατρών ΕΣΥ από την ευνοϊκή ρύθμιση της επίμαχης υπουργικής αποφάσεως και τη μη επέκταση εφαρμογής της ρυθμίσεως αυτής και στους ιατρούς, σύμφωνα με την αρχή της ισότητας.

11. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι έσφαλε το δικάσαν δικαστήριο μη λαμβάνοντας υπόψη τον προταθέντα ισχυρισμό των αιτούντων ότι, εν πάση περιπτώσει, η από 14.6.1991 υπουργική απόφαση ίσχυσε de facto και παρήγαγε έννομες συνέπειες για όλους τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους, ανεξάρτητα από την ταξινόμησή της στις ανυπόστατες διοικητικές πράξεις, οπότε, με βάση την αρχή της ισότητας, έπρεπε να εφαρμοστεί και για τους αιτούντες η γενική ρύθμιση που ίσχυε για τον υπολογισμό της ωριαίας αποζημίωσης για υπερωριακή εργασία, κατά το διάστημα αυτό, για τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι εφόσον κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, η επίμαχη υπουργική απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση δεν μπορούσε να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος των αιτούντων, ακόμη και αν αυτή είχε, μη νομίμως, τύχει εφαρμογής, σε άλλες κατηγορίες υπαλλήλων (βλ. ΣτΕ 11/2011, 1021/2009 και 3322/2005).Επειδή, μη προβαλλομένου άλλου λόγου αναιρέσεως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/24/2018

Αποδοχες για Εκπαιδευτικη αδεια (ιατρού ΕΣΥ).(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας είναι βάσιμος, αφού, όπως προεκτέθηκε, το Δ.Σ. του Νοσοκομείου δεν εξέδωσε, ως το αρμόδιο κατά νόμο όργανο, την απόφαση χορήγησης της εκπαιδευτικής άδειας στην ιατρό μετά την έγκρισή της από το ΚΕ.Σ.Υ., και πριν τη λήψη αυτής από την ιατρό, αλλά προ της έγκρισής της από το ΚΕ.Σ.Υ. και μετά τη λήψη της από την ιατρό και την πράξη επιστροφής αθεώρητων των σχετικώς εκδοθέντων ενταλμάτων. Πλην όμως, υπό τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, τούτο δεν έγινε με πρόθεση καταστρατήγησης των κείμενων διατάξεων, αλλά επειδή τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου, υπέλαβαν πεπλανημένως ότι αρκούσε η αρχική απόφαση χορήγησης της επίμαχης άδειας. (συγγνωστή πλάνη)


ΣΤΕ 443/2013

Σύμβαση παροχής ιατρικών υπηρεσιών:  Κατά της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου προβάλλεται, ως λόγος αναιρέσεως, ότι το δικάσαν δικαστήριο δεν εξέφερε κρίση εάν οι επίδικοι εμβολισμοί όγκων Κ.Ν.Σ. και δυσπλασιών εκτός Κ.Ν.Σ., εμπίπτουν στο συμβατικό πεδίο ούτως ώστε να οφείλεται αμοιβή γι’ αυτούς, ερμήνευσε δε εσφαλμένα τις διέπουσες την σύμβαση διατάξεις οι οποίες δεν περιλαμβάνουν τους επίδικους εμβολισμούς. Προβάλλεται επίσης ότι η κατ’ αρχήν χορήγηση εισιτηρίου από τον ελεγκτή ιατρό του Ιδρύματος δεν αποστέρησε το ... από το δικαίωμα ελέγχου της εφαρμογής της συμβάσεως, ενόψει του ότι το .... έχει όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να επιβλέπει και να ελέγχει την εκτέλεση των συμβατικών υποχρέωσεων του αντισυμβαλλομένου, στα πλαίσια του δημοσίου σκοπού που επιδιώκει, ήτοι της παροχής περιθάλψεως στους ασφαλισμένους του. Όλοι οι ανωτέρω λόγοι όμως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, προεχόντως διότι η αιτιολογία κατά την οποία, όπως προκύπτει από το νόμο και τη σύμβαση, το ...., μετά την έκδοση του εισιτηρίου από τα όργανά του, δεν δύναται ν’ αμφισβητήσει εάν η νόσος, για την οποία διενεργήθηκε ο εμβολισμός, ενέπιπτε ή όχι στο πεδίο εφαρμογής της συμβάσεως και εάν ήταν σκόπιμη η διενέργεια του εμβολισμού, είναι νόμιμη και επαρκής. Και ναι μεν, το αναιρεσείον θα ηδύνατο, κατ’ αρχήν, να ελέγξει εκ των υστέρων εάν οι εγκριθέντες από τα όργανά του εμβολισμοί διενεργήθηκαν κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Εν προκειμένω όμως, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, έκρινε, κατ’ ανέλεγκτη εκτίμηση του περιεχομένου της συμβάσεως, ότι αυτή καλύπτει και την μη επιτυχή διενέργειά τους (σύμβαση προσπαθείας). Δεν προβάλλεται δε από το αναιρεσείον Ίδρυμα ισχυρισμός ότι η τυχόν μη επιτυχής αυτή διενέργεια των εμβολισμών οφείλεται σε παραβίαση των κανόνων της ιατρικής επιστήμης. Καθό μέρος, συνεπώς, με τους ανωτέρω λόγους, αμφισβητούνται οι ως άνω κρίσεις, οι λόγοι είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει ν’ απορριφθεί.


Ν.1329/1983

Κύρωση ως Κώδικα του Σχεδίου Νόμου: "Εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας ανδρών και γυναικών στον Αστικό Κώδικα, τον Εισαγωγικό του Νόμο. Την Εμπορική Νομοθεσία και Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και μερικός εκσυγχρονισμός των διατάξεων του Αστικού Κώδικα που αφορούν το Οικογενειακό Δίκαιο".


ΣΤΕ 1764/2006

Επίδομα θέσης προϊσταμένου: Επειδή, το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, το επίδομα θέσης προϊσταμένου δικαιούται να λάβει και ο αναπληρωτής προϊστάμενος, ο οποίος ασκεί τα καθήκοντά του για μεγάλο χρονικό διάστημα, λόγω μη πλήρωσης της σχετικής οργανικής θέσης του προϊσταμένου, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο το αρμόδιο όργανο δεν προέβη στην επιλογή προσώπου για την κάλυψη της θέσης αυτής. Και τούτο διότι το επίδομα αυτό δεν συνδέεται με συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά χορηγείται σε εκείνον, ο οποίος, έχοντας τα νόμιμα προσόντα, εκλέγεται για να ασκεί εν τοις πράγμασι τα καθήκοντα προϊσταμένου και για όσο χρόνο ασκούνται τα καθήκοντα αυτά. Ενόψει αυτών και υπό τα προαναφερθέντα δεδομένα, το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση του αναιρεσείοντος να χορηγήσει στον αναιρεσίβλητο το αιτούμενο από αυτόν επίδομα, για το χρονικό διάστημα από 1.3.1995 (δύο μήνες μετά τη μη πλήρωση της οργανικής θέσης του Διευθυντή) έως 31.7.1996, δεν ήταν νόμιμη, καθόσον, αφού αυτός ασκούσε πραγματικά τα καθήκοντα του Διευθυντή του Ινστιτούτου … από την ημέρα που η θέση παρέμεινε κενή, πράγμα το οποίο άλλωστε δεν αμφισβητεί το ν.π.δ.δ., εδικαιούτο το εν λόγω επίδομα, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η θέση του Διευθυντή δεν είχε πληρωθεί, όπως είχε δεχθεί και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Κατόπιν αυτών, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση απορρίφθηκε η έφεση του αιτούντος.(..)Επειδή, ο λόγος ότι δεν ελήφθη υπ’ όψιν από το Διοικητικό Εφετείο το προαναφερθέν έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους είναι απορριπτέος, καθόσον στηρίζεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, αφού το δικάσαν δικαστήριο το έλαβε υπ’ όψιν του. Περαιτέρω δε και ο λόγος, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων από το δικάσαν δικαστήριο, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι η εκτίμηση αυτή, ως κρίση περί πραγμάτων, δεν ελέγχεται κατ’ αναίρεσιν. Εξάλλου, κατά της σκέψεως του δικαστηρίου της ουσίας σχετικά με την ερμηνεία των κρίσιμων εν προκειμένω διατάξεων δεν προβάλλεται συγκεκριμένη αιτίαση και ως εκ τούτου, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.


ΣΤΕ 1877/2016

Παύση θητείας Προέδρου Νομικού Προσώπου:Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 20 παρ. 2 του Συντάγματος και 6 του Κ.Δ.Δ., τα οποία κατοχυρώνουν το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου. Συνεπώς, για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, παρέλκει δε, ως εκ τούτου, ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων λόγων ακυρώσεως. Κατόπιν αυτού, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση για νέα κρίση, αφού προηγουμένως οι συναρμόδιοι Υπουργοί καλέσουν τον αιτούντα να εκθέσει τις απόψεις του για την αποδιδόμενη σε αυτόν υπαίτια πλημμελή εκτέλεση των καθηκόντων του.


ΣΤΕ ΕΑ/260/2011

Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας- ασφαλιστικά μέτρα:..Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η επίμαχη διακήρυξη παραβιάζει την ισχύουσα στους δημοσίους διαγωνισμούς αρχή της μυστικότητας, διότι, όπως ισχυρίζεται η αιτούσα, είναι γνωστή σε άπαντες η (μέλλουσα, πάντως, να υποβληθεί) οικονομική και τεχνική προσφορά της, αφού προηγήθηκε υποβολή προσφοράς εκ μέρους της σε προηγηθέντα (διακήρυξη 13/2008), αλλά τελικώς ματαιωθέντα (απόφαση 3436/25.8.2010 του Δ. Σ.) διαγωνισμό του καθ΄ου Οργανισμού με το ίδιο αντικείμενο. Λόγω, όμως, της αυτοτελείας, των δύο αυτών διαδικασιών, αλλά και της μεταξύ τους χρονικής αποστάσεως ούτε η αιτίαση αυτή πιθανολογείται βάσιμη. Επειδή, υπό τα δεδομένα που έχουν εκτεθεί στις προηγούμενες σκέψεις, η απόρριψη της προδικαστικής προσφυγής της αιτούσης με τις αιτιάσεις που περιείχε κατά της διακηρύξεως, φαίνεται νομίμως αιτιολογημένη..


ΣΤΕ/532/2008

Νομιμότητα διοικητικής πράξης:..Υπό τα δεδομένα αυτά, το υποβληθέν αίτημα τοποθέτησης σε άλλη ειδικότητα ήταν εν πάση περιπτώσει νόμω αβάσιμο και νομίμως απερρίφθη, κατά δέσμια αρμοδιότητα, από τη Διοίκηση, οι δε περί του αντιθέτου λόγοι είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Κατόπιν αυτών, αλυσιτελώς προβάλλει ο αιτών ότι μη νομίμως ελήφθη υπόψη γνωμοδότηση της μη προβλεπόμενης από το νόμο «Επιτροπής σχετικά με τοποθετήσεις Ιατρών για ειδίκευση ως υπεράριθμων για λόγους υγείας» και ότι μη νομίμως η Επιτροπή και ο Υφυπουργός απέστησαν χωρίς ειδική αιτιολογία από την αντίθετη γνωμάτευση της Υγειονομικής Επιτροπής του Υπαλληλικού Κώδικα. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι: α) κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, οι Υγειονομικές Επιτροπές είναι αρμόδιες μόνον για να διαπιστώσουν την ύπαρξη των λόγων υγείας και όχι για να κρίνουν εάν οι λόγοι αυτοί εμποδίζουν τον ενδιαφερόμενο να συνεχίσει την ειδίκευσή του και β) δεν κωλυόταν το αποφασίζον όργανο να λάβει υπόψη τη γνώμη της - οικειοθελώς συσταθείσης - Επιτροπής σχετικά με τοποθετήσεις Ιατρών για ειδίκευση ως υπεράριθμων για λόγους υγείας, στην οποία μετείχαν άλλωστε καθηγητές της Ιατρικής σε διάφορα Α.Ε.Ι. της χώρας και Διευθυντές Νοσοκομείων.


ΣΤΕ/3969/2010

Νομιμότητα διοικητικής πράξης:..Επειδή, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η νομιμότητα κάθε διοικητικής πράξης, εφόσον δεν ορίζεται στο νόμο διαφορετικά, κρίνεται σύμφωνα με το καθεστώς που ισχύει κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης (ΣτΕ 532/2008, βλ. και ΣτΕ 2502/2004, 3573/2002 κά). Εν προκειμένω, κατά τον κρίσιμο χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης (5.10.2005), ίσχυε το άρθρο 82 παρ.3 του ν. 2071/1992, όπως το άρθρο αυτό είχε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 41 του ν. 3418/2005, και σύμφωνα με το οποίο η αλλαγή ειδικότητας για λόγους υγείας επιτρέπεται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Υγείας, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής περί της συνδρομής λόγων υγείας. Ενόψει τούτου και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τέταρτη σκέψη, η αιτιολογία απόρριψης του ένδικου αιτήματος του αιτούντος δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι το αποφασίζον όργανο στηρίχθηκε στην εσφαλμένη αντίληψη ότι και οι ιατροί που εμπίπτουν στο άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 2071/1992 (εκ προφανούς παραδρομής αναφέρεται στο πρακτικό της επιτροπής του ΚΕ.Σ.Υ. το άρθρο 23 παρ. 5 του νόμου αυτού, το οποίο αφορά την απαλλαγή, για λόγους υγείας, από την υπηρεσία υπαίθρου, περίπτωση που δεν ενδιαφέρει εν προκειμένω), δύνανται να συνεχίσουν την ειδίκευσή τους σε άλλη ειδικότητα, εφόσον πάσχουν από ασθένεια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο άρθρο 9 του ν. 2194/1994, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 20 παρ. 11 του ν. 2519/1997, το οποίο, όμως, αφορά, κατά τα ήδη λεχθέντα, στην έναρξη ειδικεύσεως για λόγους υγείας και όχι τη συνέχιση της εκπαιδεύσεως σε άλλη ειδικότητα. Δεδομένου δε του ότι, όπως προεκτέθηκε, κατά το χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης πράξης, δεν ίσχυε ο ν. 3418/2005, ο οποίος ρητώς πλέον, ορίζει ότι οι ίδιες ασθένειες που συνιστούν λόγους έναρξης ειδίκευσης του ιατρού σε ειδικότητα της επιλογής του δικαιολογούν και την αλλαγή της ειδικότητας, το αποφασίζον όργανο ώφειλε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 82 παρ. 3 του ν.2071/1992, λαμβάνοντας υπόψη τη σχετική γνωμοδότηση της αρμόδιας γνωμοδοτικής επιτροπής σχετικά με τη διαπίστωση λόγων υγείας, να διαλάβει ειδική αιτιολογία για το αν οι λόγοι αυτοί εμπόδιζαν τον ενδιαφερόμενο να συνεχίσει την ειδίκευσή του στην αρχικώς επιλεγείσα ειδικότητα. Εξάλλου, ως τέτοια ειδική αιτιολογία δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο τα διαλαμβανόμενα στο μεταγενέστερο της ήδη προσβαλλόμενης πράξης εσωτερικό Υ10δ/οικ.147123/1.12.2006 έγγραφο, το οποίο ο Συντονιστής της Επιτροπής του ΚΕ.Σ.Υ απηύθυνε προς τη Διεύθυνση Προσωπικού και στο οποίο αναφέρει ότι, κατά την κρίση της Επιτροπής, η αναπηρία την οποία επικαλείται ο αιτών, δυσχεραίνει πολύ περισσότερο την άσκηση της Οφθαλμολογίας από την άσκηση της Γενικής Ιατρικής, διότι η Οφθαλμολογία, ως χειρουργική ειδικότητα απαιτεί άψογη δεξιότητα και κινητικότητα των οστών και αρθρώσεων των άνω άκρων. Ενόψει των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη Υ10δ/93063/5.10.2005 πράξη του Υφυπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτούντος για αλλαγή ειδικότητας για λόγους υγείας και να επιδικασθεί στο Δημόσιο η δικαστική δαπάνη του αιτούντος. Περαιτέρω δε, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη διοίκηση για νέα, νομίμως αιτιολογημένη κρίση, σύμφωνα με το ισχύον κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης άρθρο 82 παρ. 3 του ν. 2071/1992.


ΣΤΕ/1814/2010

Δημόσια έργα:..Επειδή, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, το τεκμαιρόμενο όφελος του αναδόχου προσδιορίζεται σε ποσοστό του αρχικού συμβατικού ποσού, μειωμένου κατά το ένα τέταρτο και μετά την αφαίρεση της θετικής ζημίας αυτού, όπως αυτή έχει καθοριστεί από την Υπηρεσία ή το δικαστήριο της ουσίας κατά περίπτωση. Κατά συνέπεια, εν όψει της αλληλεξαρτήσεως του ύψους ζημίας και τεκμαιρομένου οφέλους, έσφαλε εν προκειμένω το δικάσαν δικαστήριο, διότι ενώ απέρριψε το αίτημα της προσφυγής περί καθορισμού της θετικής ζημίας της αναδόχου στο ποσό των δρχ. 216.149.797 (δρχ. 196.716.150 για δαπάνη αργούντων μηχανημάτων και δρχ. 19.433.647 για μισθοδοσία προσωπικού), προσδιόρισε περαιτέρω το ποσό του τεκμαιρομένου οφέλους αυτής στο ποσό των δρχ. 20.212.582, το οποίο προέκυπτε μετά την αφαίρεση της μη αναγνωρισθείσης, κατά τα προεκτεθέντα ζημίας από το αρχικό συμβατικό ποσό. Με τα δεδομένα αυτά η προσβαλλομένη απόφαση είναι, κατά το μέρος τούτο, μη νομίμως αιτιολογημένη και πρέπει για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, να αναιρεθεί, η δε υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεως ως προς το πραγματικό, να παραπεμφθεί ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου προς νέα κρίση.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/82/2019

Καταβολή αποζημίωσης για εκπαιδευτική άδεια:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη II, το Κλιμάκιο κρίνει ότι ο προβαλλόμενος από την Αναπληρώτρια Επίτροπο λόγος διαφωνίας (τόσο ως προς τη μη νομιμότητα όσο και ως προς την μη κανονικότητα των εντελλόμενων δαπανών) είναι βάσιμος, αφού, όπως προεκτέθηκε, ο Υπουργός Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δεν εξέδωσε, ως το αρμόδιο κατά χρόνο όργανο, την απόφαση χορήγησης των εκπαιδευτικών αδειών πριν τη λήψη τους από τις άνω ιατρούς, αλλά η επίμαχη απόφαση εξεδόθη από το -μετά τη λήψη των εκπαιδευτικών αδειών και την επιστροφή των ιατρών από την αλλοδαπή - επιγενόμενο αρμόδιο όργανο, ήτοι από τον  Διοικητή της οικείας Υ.Πε. Συναφώς δε και οι αποφάσεις ανάληψής τους (δημοσιονομική δέσμευση των επίμαχων δαπανών) εκδόθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο (στις 29.11.2017 και 06.03.2018) της λήψης των εκπαιδευτικών αδειών των δικαιούχων ιατρών, ήτοι της πραγματοποίησης των οικείων δαπανών που αφορούν, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 21 του ν. 2362/1995, όπως τροποποιήθηκε με τον ν.4257/2014 και του άρθρου 2 του π.δ. 113/2010 και του π.δ. 80/2016. Συνεπώς, όπως βασίμως διαλαμβάνει και η έκθεση διαφωνίας, η 6ηΥ.Πε.  δεν τήρησε στο σύνολό της τη διαγραφόμενη στο νόμο (άρθρο 74 του ν. 2071/1992και της ΔΥ13α/οικ.19161/5.9.1994ΚΥΑ, όπως ισχύει) διοικητική διαδικασία για τη χορήγηση των εν λόγω εκπαιδευτικών αδειών, ήτοι σύμφωνη γνώμη των οικείων διοικητικών οργάνων και έκδοση της απόφασης χορήγησης από το κατά χρόνο αρμόδιο τελικώς αποφασίζον όργανο, δηλ. εν προκειμένω τον Υπουργό Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ώστε να ολοκληρωθεί η εν λόγω σύνθετη διοικητική ενέργεια. Τούτο δε δεν αναιρείται ούτε από το ότι, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.4461/28.3.2017, και από την ημερομηνία αυτή (28.3.2017), για τη χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας στους ειδικευμένους ιατρούς κλάδου Ε.Σ.Υ. που υπηρετούν στις αποκεντρωμένες οργανικές μονάδες των Δ.Υ.Πε. (Κέντρα Υγείας, Περιφερειακά Ιατρεία, Πολυδύναμα Περιφερειακά Ιατρεία, Ειδικά Περιφερειακά Ιατρεία και Μονάδες Υγείας), αρμόδιο όργανο κατέστη ο Διοικητής της οικείας Υ.Πε., δοθέντος ότι στις διατάξεις αυτές δεν προσδίδεται από το νόμο αναδρομική ισχύς. Επομένως, οι επίμαχες αποφάσεις  του Διοικητή της 6ηςΥ.Πε.  για την ΄΄ εκ των υστέρων ΄΄ χορήγηση των προαναφερόμενων εκπαιδευτικών αδειών στις άνω ιατρούς δεν δύνανται, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, να αναδράμουν σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσής τους και εν προκειμένω σε προγενέστερο της λήψης των οικείων αδειών χρόνο.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες και μη κανονικές και ως εκ τούτου, αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.