Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/2598/2014

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1418/1984, 4412/2016/Α.163

Δημόσια έργα:..Η κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι για την καταβολή αποζημιώσεως στον ανάδοχο λόγω διαλύσεως της εργολαβίας χωρίς δική του υπαιτιότητα πρέπει προηγουμένως να έχει χωρήσει η τήρηση της διαδικασίας παραλαβής του έργου και ο καθορισμός της αποζημιώσεως με απόφαση της Προϊσταμένης Αρχής, είναι ορθή, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, ανεξαρτήτως αν στην προκειμένη περίπτωση, λόγω μη εκτελέσεως εργασιών και λόγω ελλείψεως υλικών και εγκαταστάσεων του αναδόχου, ήταν αναγκαία ή όχι η σύνταξη τελικής επιμετρήσεως. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Ειδικότερα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι στην περίπτωση που η σύμβαση διαλύεται πριν αρχίσει η εκτέλεση των εργασιών κατασκευής του έργου, η διαδικασία παραλαβής παραλείπεται ως άνευ αντικειμένου και ο καθορισμός της αποζημιώσεως του αναδόχου διενεργείται απ’ ευθείας από την προϊσταμένη αρχή, η οποία είναι η μόνη που διαθέτει την αποφασιστική αρμοδιότητα επί του ζητήματος αυτού. Περαιτέρω, ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι το άρθρο 50 του π.δ/τος 609/1985 είναι εφαρμοστέο μόνον στην περίπτωση που η διάλυση της συμβάσεως οφείλεται σε υπαιτιότητα του κυρίου του έργου ή του φορέα κατασκευής του και όχι στην περίπτωση που η σύμβαση διαλύεται με πρωτοβουλία απλώς του φορέα κατασκευής του έργου, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η ανωτέρω διάταξη είναι εφαρμοστέα σε κάθε περίπτωση που η διάλυση της συμβάσεως δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναδόχου. Τέλος, προβάλλεται ότι η διάταξη του ανωτέρω άρθρου 50 του π.δ/τος 609/1985, ερμηνευόμενη ως έχουσα την έννοια ότι προς καθορισμό της καταβλητέας στον ανάδοχο αποζημιώσεως απαιτείται η προηγούμενη τήρηση της διαδικασίας παραλαβής και στην περίπτωση που η διάλυση συντελέσθηκε πριν καν ξεκινήσουν οι εργασίες εκτελέσεως του έργου, είναι ανίσχυρη ως εκδοθείσα καθ’ υπέρβαση της παρασχεθείσης με τον ν. 1418/1984 σχετικής εξουσιοδοτήσεως, δοθέντος ότι η παρ. 3 του άρθρου 9 του εν λόγω νόμου προσδιορίζει αναλυτικώς το περιεχόμενο και τον τρόπο υπολογισμού της ως άνω αποζημιώσεως, ώστε δεν υπήρχε ανάγκη περαιτέρω εξειδικεύσεως της θεσπιζομένης με την λόγω διάταξη ρυθμίσεως με κανονιστική πράξη. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η ανωτέρω διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 9 του ν. 1418/1984 θεσπίζει τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για τον καθορισμό της αποζημιώσεως του αναδόχου σε περίπτωση διαλύσεως της συμβάσεως χωρίς δική του υπαιτιότητα και δεν αποκλείει την θέσπιση της διαδικασίας για τον καθορισμό αυτής με προεδρικό διάταγμα κατ’ εξουσιοδότηση της διατάξεως του άρθρου 18 παρ. 2 του ίδιου νόμου.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1150/2006

Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η δαπάνη για διατήρηση σε ετοιμότητα των πλωτών μέσων της αναιρεσίβλητης, (ενός πλωτού γερανού – εκσκαφέα, ενός ρυμουλκού και δύο φορτηγίδων), κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.6 έως 3.7.1994 και από 10.8 έως 31.8.1994 και για αμοιβές των μηχανικών της ..., κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα και . ... κατά το χρονικό διάστημα από 8.6 έως 31.8.1994, δεν αποτελούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών που προσκομίσθηκαν ή βρίσκονται στο στάδιο της παραγωγής ή προμήθειας ή αναπόσβεστου μέρους εγκαταστάσεων, η οποία και μόνο αποζημιώνεται επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 2 και 3 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985 και συνεπώς, είναι εσφαλμένη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου, κατά την οποία η αναιρεσίβλητη εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος διότι οι παραπάνω δαπάνες προφανώς δεν συνιστούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών ή εγκαταστάσεων και συνεπώς, δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις που προβλέπεται αποζημίωση του αναδόχου δημοσίου έργου επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, διάφορο δε είναι το ζήτημα αν η αναιρεσίβλητη θα εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές με βάση τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1418/1984, δεδομένου ότι δεν εξετάσθηκε από το δικάσαν δικαστήριο η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής της διάταξης αυτής. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΣΤΕ/351/2014

Δημόσια έργα- Ευθύνη αναδόχου:..Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα διότι δεν απάντησε σε ουσιώδη ισχυρισμό της προσφυγής του αναιρεσείοντος, κατά τον οποίο η ανάδοχος μη νόμιμα περιέλαβε στην 1η πιστοποίηση ποσό αποζημίωσης λόγω διάλυσης της σύμβασης, ενώ δεν εδικαιούτο την ως άνω αποζημίωση, διότι η διάλυση της σύμβασης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος Δήμου, αλλά στο γεγονός ότι η ανάδοχος είχε περιλάβει στον 1ο Α.Π.Ε. ποσότητες εργασιών που αύξησαν υπερβολικά το κόστος του έργου, με αποτέλεσμα το νομαρχιακό συμβούλιο να μην εγκρίνει τη σχετική δαπάνη. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί διότι ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφυγής του αναιρεσείοντος δεν ήταν ουσιώδης, αφού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985, καταβάλλεται στον ανάδοχο αποζημίωση για διάλυση της σύμβασης, εφόσον η διάλυση εχώρησε με πρωτοβουλία του φορέα κατασκευής ή του κυρίου του έργου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 1418/1984, ως εν προκειμένω, ως μόνη δε προϋπόθεση αποζημίωσης του αναδόχου τάσσεται, στην περίπτωση αυτή, οι ήδη εκτελεσθείσες εργασίες να είναι αξίας μικρότερης από τα  του αρχικού συνολικού συμβατικού ποσού, γεγονός που ο αναιρεσείων δεν αμφισβήτησε με την προσφυγή του και συνεπώς, δεν ασκεί, στην προκειμένη περίπτωση, επιρροή το ζήτημα της υπαιτιότητας ή μη του αναιρεσείοντος, (βλ. ΣτΕ 3752/2013).10. Επειδή, προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη διότι δεν απάντησε στον ισχυρισμό που είχε προβάλει ο αναιρεσείων με την προσφυγή του, κατά τον οποίο εσφαλμένα η ανάδοχος επικαλέσθηκε για να στηρίξει τις επίδικες αξιώσεις της τη διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι ο καταστάς πλουσιότερος άνευ νομίμου αιτία εκ της περιουσίας άλλου ή επί ζημία αυτού, υποχρεούται σε απόδοση της ωφελείας. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως αλυσιτελής, διότι το Διοικητικό Εφετείο δεν στήριξε την κρίση του στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία, άλλωστε, δεν ευρίσκει πεδίο εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση κατά την οποία η μεταξύ των δύο συμβαλλομένων σχέση, από την οποία είναι δυνατό να προέλθει πλουτισμός του ενός σε βάρος του άλλου, προέρχεται από έγκυρη διοικητική σύμβαση, οπότε εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση της σύμβασης αυτής, (βλ. ΣτΕ 2370/2009).Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/57/2019

Αποζημίωση λόγω διαλύσεως της συμβάσεως κατασκευής Δημοσίου έργου.Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η καταβολή αποζημιώσεως στην φερόμενη ως δικαιούχο, σύμφωνα με τις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 64 του Κ.Δ.Ε., λόγω διαλύσεως της συμβάσεως του έργου «Ολοκλήρωση Νέων Κτιρίων Πολυτεχνικής Σχολής ...», είναι καταρχήν νόμιμη, αφού η αξία των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί, ανερχόμενη στο ποσό των 105.471,81 ευρώ (βλ. το από 6.9.2017 Πρωτόκολλο Προσωρινής και Οριστικής Παραλαβής) είναι μικρότερη από τα ¾ του αρχικού συνολικού συμβατικού ποσού χωρίς αναθεώρηση και Φ.Π.Α., ήτοι του ποσού των 1.382.697,21 ευρώ (βλ. Ελ.Συν. Κ.Π.Ε.Δ. στο VII Tμ. 382/2013, 291/2009, ΔΕφΘεσ/νίκης 2004/2018). Αβασίμως, δε, προβάλλεται από την Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας ότι το άρθρο αυτό είναι εφαρμοστέο μόνο στην περίπτωση που η διάλυση της συμβάσεως οφείλεται σε υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, διότι η ανωτέρω διάταξη είναι εφαρμοστέα σε κάθε περίπτωση που η διάλυση της συμβάσεως χωρεί με πρωτοβουλία του φορέα κατασκευής ή του κυρίου του έργου, χωρίς να ασκεί επιρροή το ζήτημα της υπαιτιότητας ή μη του ..., ως κυρίου του έργου (βλ. ΔΕφΘεσ/νίκης 1386/2015, πρβλ. ΣτΕ 2598, 351/2014, 3752/2013). Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, από το ….2018 έγγραφο της Προϊσταμένης της Διευθύνσεως Προγραμματισμού, Μελετών και Εκτελέσεως Έργων του ..., αλλά και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, δεν προκύπτει ότι η σύμβαση για την κατασκευή του ανωτέρω έργου διαλύθηκε με υπαιτιότητα του αναδόχου, με συνέπεια τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την Επίτροπο να μην κρίνονται βάσιμα. Περαιτέρω, όμως, δοθέντος ότι κατά τα προεκτεθέντα στη σκέψη ΙΙ, με τη διάταξη του άρθρου 64 του Κ.Δ.Ε. (ν. 3669/2008) ρυθμίζεται εξαντλητικώς και εξειδικεύεται ως προς το περιεχόμενό του το δικαίωμα του αναδόχου προς αποζημίωση σε περίπτωση διαλύσεως της συμβάσεως, η ζημία, δε, που μπορεί να αποκατασταθεί κατά τη διάταξη αυτή, περιορίζεται μόνον: i) στην αξία των υλικών που έχουν προσκομιστεί από τον ανάδοχο ή βρίσκονται στο στάδιο παραγωγής ή προμήθειας, ii) στην αξία του αναπόσβεστου μέρους των απαραίτητων για το έργο εγκαταστάσεων και iii) στο τεκμαιρόμενο όφελος του αναδόχου, μη νομίμως εντέλλεται η καταβολή στην ανάδοχο αποζημιώσεως ποσού 39.280,34 ευρώ, που αντιστοιχεί στο 50% του κόστους μισθοδοσίας των επιβλεπόντων μηχανικών αυτής, καθώς στα έξοδα εκδόσεως πρόσθετης εγγυητικής επιστολής καλής εκτελέσεως (31.678,16 ευρώ + 7.602,18 ευρώ, αντιστοίχως), καθώς τα εν λόγω αιτήματα της αναδόχου για αποζημίωση δεν ευρίσκουν έρεισμα στις προδιαληφθείσες διατάξεις του άρθρου 64 του Κ.Δ.Ε. και συνεπώς, τα ανωτέρω ποσά δεν δύνανται να αποδοθούν με βάση τις διατάξεις αυτές (βλ. σκ. ΙΙ.Β, ΣτΕ 1814/2010, 1150/2006, ΔΕφΘεσ/νίκης 2004/2018, ΔΕφΛάρισας 147/2018, ΔΕφΧανίων 84/2018, ΔΕφΑθ. 2974/2018, ΔΕφΛάρισας 500/2017, ΔΕφΠειρ. 1193/2016, ΔΕφΘεσ/νίκης 1386/2015). Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος διαφωνίας της Επιτρόπου προβάλλεται βασίμως.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ελεγχόμενη δαπάνη είναι εν μέρει μη νόμιμη, ήτοι για το ποσό που υπερβαίνει τα 46.577,55 ευρώ, και, ως εκ τούτου, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/382/2013

Σύμβαση ανάθεσης δημοτικού έργου:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη το Κλιμάκιο κρίνει ότι εφόσον στην προκειμένη περίπτωση η σύμβαση ανάθεσης του ως άνω δημοτικού έργου διαλύθηκε από υπαιτιότητα του Δήμου και δεν είχαν εκτελεστεί καθόλου εργασίες, νομίμως καταρχήν καταβάλλεται στον ανάδοχο του έργου αποζημίωση για το τεκμαιρόμενο όφελος από τη μη εκτέλεση εργασιών. Πλην όμως η δαπάνη αυτή, κατά τα ειδικότερα γενόμενα δεκτά ανωτέρω, δεν είναι νόμιμη, καθόσον εσφαλμένως συνυπολογίστηκε στο αρχικό συμβατικό αντικείμενο για τον προσδιορισμό της εν λόγω αποζημίωσης η δαπάνη αναθεώρησης, ποσού 5.771,71 ευρώ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη είναι μη νόμιμη και αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΣΤΕ/1814/2010

Δημόσια έργα:..Επειδή, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, το τεκμαιρόμενο όφελος του αναδόχου προσδιορίζεται σε ποσοστό του αρχικού συμβατικού ποσού, μειωμένου κατά το ένα τέταρτο και μετά την αφαίρεση της θετικής ζημίας αυτού, όπως αυτή έχει καθοριστεί από την Υπηρεσία ή το δικαστήριο της ουσίας κατά περίπτωση. Κατά συνέπεια, εν όψει της αλληλεξαρτήσεως του ύψους ζημίας και τεκμαιρομένου οφέλους, έσφαλε εν προκειμένω το δικάσαν δικαστήριο, διότι ενώ απέρριψε το αίτημα της προσφυγής περί καθορισμού της θετικής ζημίας της αναδόχου στο ποσό των δρχ. 216.149.797 (δρχ. 196.716.150 για δαπάνη αργούντων μηχανημάτων και δρχ. 19.433.647 για μισθοδοσία προσωπικού), προσδιόρισε περαιτέρω το ποσό του τεκμαιρομένου οφέλους αυτής στο ποσό των δρχ. 20.212.582, το οποίο προέκυπτε μετά την αφαίρεση της μη αναγνωρισθείσης, κατά τα προεκτεθέντα ζημίας από το αρχικό συμβατικό ποσό. Με τα δεδομένα αυτά η προσβαλλομένη απόφαση είναι, κατά το μέρος τούτο, μη νομίμως αιτιολογημένη και πρέπει για τον λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, να αναιρεθεί, η δε υπόθεση, η οποία χρήζει διευκρινίσεως ως προς το πραγματικό, να παραπεμφθεί ενώπιον του δικάσαντος δικαστηρίου προς νέα κρίση.


ΣΤΕ/4364/2014

Εκτέλεση έργου:..Επειδή, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, διότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το αναιρεσείον με το από 19.6.2006 υπόμνημά του ενώπιον του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου, κατά τον οποίο ο υποβληθείς από την αναιρεσίβλητη 6ος λογαριασμός του έργου δεν συνοδευόταν από τις απαραίτητες, κατά το νόμο, για την πληρωμή του βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας αυτής, δεν ήταν αλυσιτελής, όπως βασίμως προβάλλεται. Τούτο δε διότι σε περίπτωση που η αναιρεσίβλητη δεν είχε υποβάλει μαζί με τον 6ο λογαριασμό και τις ανωτέρω βεβαιώσεις, δεν θα υφίστατο υπαιτιότητα του Δημοσίου ως κυρίου του έργου για τη μη πληρωμή του και συνεπώς, δεν θα ήταν νόμιμη η από 21.6.2004 δήλωση της αναιρεσίβλητης περί διακοπής των εργασιών του έργου, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4.Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΕΣ/ΟΛΟΜ/210/2011

Μελέτη - Κατασκευή Τμημάτων Σχολής...Κατόπιν τούτων, το Τμήμα με την προσβαλλόμενη απόφασή του διέλαβε πλήρη, ειδική, εμπεριστατωμένη και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογία σχετικά με τη νομιμότητα του επίδικου καταλογισμού και έλαβε υπόψη και απάντησε όλους τους προβληθέντες από το αναιρεσείον νομικούς και πραγματικούς ισχυρισμούς απορριπτομένου ως αβασίμου του περί του αντιθέτου λόγου αναιρέσεως. Ειδικά δε ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος ότι το Τμήμα υπέπεσε σε αντιφατικές αιτιολογίες, επειδή δέχτηκε ότι η μελέτη που υλοποιήθηκε δεν είχε σχέση με το έργο που είχε ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα και ταυτόχρονα ότι η ίδια μελέτη αποτελεί εν μέρει τμήμα της απαιτούμενης αρχικής μελέτης του έργου και επομένως ότι έχει σχέση με αυτό, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον για να είναι μια δαπάνη επιλέξιμη δεν αρκεί ο με οποιοδήποτε τρόπο συσχετισμός της με το χρηματοδοτούμενο έργο, αλλά απαιτείται αυτή να προβλέπεται ρητά στο τεχνικό δελτίο του έργου και στις αποφάσεις ένταξης του έργου στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα, όπου καθορίζονται οι χρηματοδοτούμενες ενέργειες και οι όροι χρηματοδότησής τους. Συνεπώς το Τμήμα δεν υπέπεσε σε αντιφατικές αιτιολογίες, δεχόμενο ότι η κρίσιμη δαπάνη δεν ήταν επιλέξιμη, παρά το συσχετισμό της με το κατασκευαζόμενο έργο, εφόσον δεν προβλεπόταν από τις προαναφερόμενες αποφάσεις ένταξης του έργου ως μέρος του φυσικού αντικειμένου του.(...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος αναιρετικός λόγος η ένδικη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη.


ΕΣ/ΤΜ.6/804/2012

ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΡΓΟ «Κατασκευή Υδατοδεξαμενής – Εξωτερικού Υδραγωγείου στη Δ.Κ. ... (ολοκλήρωση)» (...)Σε περίπτωση διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, η αναθέτουσα αρχή οφείλει, τηρώντας ακριβώς την ίδια διαδικασία που προβλέπεται στην περίπτωση εκπτώσεως του αναδόχου, να προσφύγει στον επόμενο κατά σειρά μειοδότη και εάν αυτός δεν αποδεχθεί, στον τρίτο κατά σειρά μειοδοσίας. Μόνον στην περίπτωση αρνήσεως του τελευταίου έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει για την ολοκλήρωση των εργασιών, την ανοικτή δημοπρασία ή την επιλογή μεταξύ περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων. Ο Δήμος … Νομού Χαλκιδικής, μετά τη διάλυση της αρχικής συμβάσεως, θεωρώντας ότι εφαρμόζεται η γενική διάταξη του άρθρου 28 παρ.1 περ.γ (...) προχώρησε σε διαπραγμάτευση καλώντας τρεις υποψηφίους, μία εκ των οποίων, η ανάδοχος της ελεγχόμενης διαδικασίας, είχε συμμετάσχει στον αρχικό διαγωνισμό και είχε καταταγεί ενδέκατη. Κατά συνέπεια ορθώς με την προσβαλλομένη Πράξη κρίθηκε ότι η διαδικασία που τηρήθηκε για την ανάθεση της εκτελέσεως του έργου δεν είναι νόμιμη διότι ο Δήμος έπρεπε να απευθυνθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 61 παρ.13 του Ν. 3669/2008 στο δεύτερο και τρίτο κατά σειρά μειοδοσίας διαγωνιζόμενο και, σε περίπτωση μη αποδοχής αυτών, να προσφύγει στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Απορρίπτει την από 16.1.2012 αίτηση ανακλήσεως του Δήμου 


ΕλΣυν/Ε Κλιμ/405/2010

Διάλυση εργολαβίας. Προσφυγή στο δεύτερο μειοδότη (άρθρο 61 παρ. 13 ν.3669/2008). Διάλυση της εργολαβίας με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου λόγω μη συντέλεσης των απαλλοτριώσεων και μη ολοκλήρωσης των μελετών του έργου. Η διαδικασία του άρθρου 61 παρ. 13 του ν.3669/2008 μη συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο, αφού συνιστά στην ουσία διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, για την οποία δεν συντρέχουν οι προβλεπόμενες από το νόμο προϋποθέσεις. Μειοψηφία 1 μέλους. Με την 3137/2010 απόφαση του VI Τμήματος ανακλήθηκε η προμνησθείσα Πράξη του Κλιμακίου, καθόσον κρίθηκε ότι η διαδικασία του άρθρου 61 παρ. 13 του ν.3669/2008 δεν είναι ασύμβατη με το κοινοτικό δίκαιο, δεδομένου ότι η ανάθεση της εκτέλεσης του έργου μετά από διάλυση εργολαβίας γίνεται στο δεύτερο μειοδότη και σύμφωνα με την προσφορά που είχε υποβάλει στην προηγηθείσα διαγωνιστική διαδικασία.


ΣΤΕ 2551/2013

Δημόσια έργα. Διακήρυξη . Διαγωνισμός. Ανάθεση . Παράνομη παράλειψη ανάθεσης του δημοσίου έργου .Αίτηση αναιρέσεως..Επειδή, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που δεσμεύει τόσο την Αρχή που διενεργεί το διαγωνισμό όσο και τους διαγωνιζομένους ....η εργοληπτική επιχείρηση που συμμετέχει ανεπιφυλάκτως σ’ ένα διαγωνισμό αποδέχεται πλήρως τη νομιμότητα της διακηρύξεως, με βάση την οποία διενεργείται η δημοπρασία για την ανάθεση της κατασκευής του έργου και επομένως δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους της παρεμπίπτουσα, εκ των υστέρων αμφισβήτηση του κύρους των όρων της διακηρύξεως, με την ευκαιρία της προσβολής, ανάλογα με την έκβαση του διαγωνισμού για την εργοληπτική επιχείρηση, πράξεων που ανάγονται στη διεξαγωγή και τα αποτελέσματά του ..Ειδικώτερα, ως εκ της γενικότητος της διατυπώσεως του όρου 12 της διακηρύξεως του επιδίκου διαγωνισμού, όπως αυτός περιγράφεται από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση.., ο όρος αυτός της διακηρύξεως,οι ειδικές ρήτρες της οποίας υπερισχύουν των γενικών διατάξεων, έχει την έννοια ότι επί ακυρώσεως ή μη εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού δεν γεννάται αξίωση αποζημιώσεως των συμμετασχόντων σε αυτόν, τούτο δε ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο χωρεί η ακύρωση ή η μη έγκριση του αποτελέσματος του διαγωνισμού. ... ο όρος αυτός της διακηρύξεως δεν είχε αμφισβητηθή επικαίρως από την αναιρεσείουσα, η οποία συμμετέσχε στον διαγωνισμό ανεπιφυλάκτως. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν εγεννήθη εν προκειμένω αξίωση της αναιρεσειούσης προς αποζημίωση λόγω της μη εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού αυτού. Είναι, συνεπώς, απορριπτέα όλα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινομένη αίτηση,