Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ 2551/2013

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 1418/1984, 609/1985

Δημόσια έργα. Διακήρυξη . Διαγωνισμός. Ανάθεση . Παράνομη παράλειψη ανάθεσης του δημοσίου έργου .Αίτηση αναιρέσεως..Επειδή, η διακήρυξη του διαγωνισμού αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο που δεσμεύει τόσο την Αρχή που διενεργεί το διαγωνισμό όσο και τους διαγωνιζομένους ....η εργοληπτική επιχείρηση που συμμετέχει ανεπιφυλάκτως σ’ ένα διαγωνισμό αποδέχεται πλήρως τη νομιμότητα της διακηρύξεως, με βάση την οποία διενεργείται η δημοπρασία για την ανάθεση της κατασκευής του έργου και επομένως δεν είναι επιτρεπτή η εκ μέρους της παρεμπίπτουσα, εκ των υστέρων αμφισβήτηση του κύρους των όρων της διακηρύξεως, με την ευκαιρία της προσβολής, ανάλογα με την έκβαση του διαγωνισμού για την εργοληπτική επιχείρηση, πράξεων που ανάγονται στη διεξαγωγή και τα αποτελέσματά του ..Ειδικώτερα, ως εκ της γενικότητος της διατυπώσεως του όρου 12 της διακηρύξεως του επιδίκου διαγωνισμού, όπως αυτός περιγράφεται από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση.., ο όρος αυτός της διακηρύξεως,οι ειδικές ρήτρες της οποίας υπερισχύουν των γενικών διατάξεων, έχει την έννοια ότι επί ακυρώσεως ή μη εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού δεν γεννάται αξίωση αποζημιώσεως των συμμετασχόντων σε αυτόν, τούτο δε ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο χωρεί η ακύρωση ή η μη έγκριση του αποτελέσματος του διαγωνισμού. ... ο όρος αυτός της διακηρύξεως δεν είχε αμφισβητηθή επικαίρως από την αναιρεσείουσα, η οποία συμμετέσχε στον διαγωνισμό ανεπιφυλάκτως. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν εγεννήθη εν προκειμένω αξίωση της αναιρεσειούσης προς αποζημίωση λόγω της μη εγκρίσεως του αποτελέσματος του διαγωνισμού αυτού. Είναι, συνεπώς, απορριπτέα όλα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινομένη αίτηση,


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/ΕΑ/977/2004

Βελτίωση λιμένος...Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1.2 της διακήρυξης του διαγωνισμού, αρμόδια προϊσταμένη αρχή, κατά τις διατάξεις του ν. 1418/84 για έγκριση του αποτελέσματος της δημοπρασίας, καθώς και για λήψη αποφάσεως επί υποβαλλομένων κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού αντιρρήσεων (άρ. 14.3 διακηρύξεως), είναι η Διεύθυνση Δημοσίων έργων της Περιφέρειας .... Εξάλλου, σύμφωνα με την παρ. 1.1 του αυτού άρθρου 1, ο ανάδοχος που θα αναδειχθεί από τον επίδικο διαγωνισμό θα συνάψει τη σύμβαση με τη Διεύθυνση Ελέγχου Κατασκευής Έργων (Δ.Ε.Κ.Ε.) της Διευθύνσεως Δημοσίων Έργων Περιφέρειας .... Στην προκειμένη όμως περίπτωση, τόσον η απόφαση επί των αντιρρήσεων που υπέβαλε η καταθέσασα υπόμνημα εταιρεία ..., όσον και η απόφαση περί κατακυρώσεως σε αυτήν του αποτελέσματος του διαγωνισμού εξεδόθησαν από το Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας ... και όχι από τον κατά τη διακήρυξη αρμόδιο προϊστάμενο της Διεύθυνσης Δημοσίων Έργων της Περιφέρειας αυτής. Εξάλλου, η 5872/97 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας ..., με την οποία μεταβιβάστηκε δικαίωμα υπογραφής στους Προϊσταμένους Διευθύνσεων της Περιφέρειας ως προς ορισμένες αρμοδιότητες εκάστης Διευθύνσεως, εξαιρουμένης ρητώς της αρμοδιότητας εγκρίσεως πρακτικών δημοπρασίας και απαντήσεως επί προσφυγών και ενστάσεων, δεν είναι εν προκειμένω εφαρμοστέα, διότι εφαρμοστέες είναι οι παρατεθείσες ειδικές διατάξεις της διακηρύξεως, που διέπουν τον επίδικο διαγωνισμό (πρβλ. ΣτΕ 1502/03) Συνεπώς, ο προβαλλόμενος αυτός περί αναρμοδιότητας λόγος ακυρώσεως είναι προδήλως βάσιμος και η αίτηση αναστολής πρέπει να γίνει δεκτή, κατ΄ άρ. 52 παρ. 7 π.δ. 18/89 (Α΄ 8), όπως αντικαταστάθηκε με το άρ. 35 ν. 2721/99 (Α΄ 112), χωρίς να ερευνάται αν η βλάβη της αιτούσης από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλομένης πράξεως είναι ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη. (βλ. Ε.Α, 145/2004 κ.ά.). Οίκοθεν νοείται ότι η Διοίκηση μπορεί να επανέλθει επί της διαδικασίας του διαγωνισμού δια των αρμοδίων οργάνων.


ΣΤΕ/743/2000

Εκτέλεση εργασιών κατασκευής αυτοκινητόδρομου...Επειδή η προβλεπόμενη στις διατάξεις των άρθρων 17 παρ. 7 και 20 του Π. Δ/τος 609/1985 δυνατότητα συμπληρώσεως των επουσιωδών τυπικών προϋποθέσεων που ελλείπουν διά των ασκουμένων αντιρρήσεων, με την υποβολή των απαιτουμένων συμπληρωματικών στοιχείων, δεν αναφέρεται και σε στοιχεία υποχρεωτικώς υποβλητέα, η έλλειψη των οποίων ορίζεται ως λόγος αποκλεισμού από τον διαγωνισμό, όπως συμβαίνει με το υποχρεωτικώς υποβλητέο τεύχος παρατηρήσεων, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 4.2.3 και 4.2.4 της διακηρύξεως, διότι η υποβολή αυτού του αξιουμένου στοιχείου δεν συνιστά επουσιώδη τυπική προϋπόθεση (βλ. ΣΕ 3407/92, καθώς και ΣΕ 3364/97, 1874/93). Εξ άλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 28 του Π. Δ/τος 23/1993 είναι μεν δυνατή η εκ των υστέρων συμπλήρωση ή διευκρίνηση νομίμως κατ' αρχήν υποβληθέντων δικαιολογητικών και στοιχείων για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό, όχι όμως και η αναπλήρωση μη υποβληθέντων ή μη νομίμως υποβληθέντων δικαιολογητικών και στοιχείων (ΣΕ 2854/97). Οι δε επί αντιθέτου εκδοχής ερειδόμενοι λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.


ΣτΕ/920/2010

Ακύρωση απόφασης με την οποία ανακλήθηκε κατακυρωτική απόφαση επειδή η προσφερόμενη έκπτωση κρίθηκε ως μη ικανοποιητική..ζητείται η ακύρωση της …. αποφάσεως της Ανωτάτης Στρατιωτικής ...(....), με την οποία ανακαλείται προηγούμενη απόφασή της (….) αυτής υπηρεσίας περί κατακυρώσεως του αποτελέσματος διαγωνισμού στην αιτούσα και εντέλλεται η … να επαναδημοπρατήσει το έργο.(..)Επειδή, η προσβαλλομένη απόφαση εκδόθηκε κατ’ επίκληση του άρ. 2 παρ. 2β του ν. 3263/04, που ορίζει ότι το αποτέλεσμα της δημοπρασίας μπορεί να ακυρωθεί όταν η οικονομική προσφορά του τελικού μειοδότη κρίνεται μη ικανοποιητική για τον κύριο του έργου. Ούτε, όμως, από την ίδια την προσβαλλομένη απόφαση, το περιεχόμενο της οποίας εξετέθη σε προηγούμενη σκέψη, ούτε από την προηγηθείσα αυτής γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου Έργων (πρακτικό του … της 31.1.06), ούτε από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου προκύπτουν συγκεκριμένα και πρόσφορα στοιχεία (όπως π.χ. τα αποτελέσματα άλλων, συγκρίσιμων με τον επίμαχο, διαγωνισμών, κατά τους οποίους, υπό παρόμοιες συνθήκες και υπό την ισχύ του ν. 3263/04 επετεύχθησαν υψηλότερες εκπτώσεις), στα οποία θα έπρεπε κατά νόμον να βασίζεται η κρίση του αρμοδίου οργάνου περί του ότι η προσφορά της αιτούσης εταιρείας, .., δεν είναι ικανοποιητική και συμφέρουσα για τον κύριο του έργο


ΣΤΕ/351/2014

Δημόσια έργα- Ευθύνη αναδόχου:..Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα διότι δεν απάντησε σε ουσιώδη ισχυρισμό της προσφυγής του αναιρεσείοντος, κατά τον οποίο η ανάδοχος μη νόμιμα περιέλαβε στην 1η πιστοποίηση ποσό αποζημίωσης λόγω διάλυσης της σύμβασης, ενώ δεν εδικαιούτο την ως άνω αποζημίωση, διότι η διάλυση της σύμβασης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος Δήμου, αλλά στο γεγονός ότι η ανάδοχος είχε περιλάβει στον 1ο Α.Π.Ε. ποσότητες εργασιών που αύξησαν υπερβολικά το κόστος του έργου, με αποτέλεσμα το νομαρχιακό συμβούλιο να μην εγκρίνει τη σχετική δαπάνη. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί διότι ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφυγής του αναιρεσείοντος δεν ήταν ουσιώδης, αφού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985, καταβάλλεται στον ανάδοχο αποζημίωση για διάλυση της σύμβασης, εφόσον η διάλυση εχώρησε με πρωτοβουλία του φορέα κατασκευής ή του κυρίου του έργου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 1418/1984, ως εν προκειμένω, ως μόνη δε προϋπόθεση αποζημίωσης του αναδόχου τάσσεται, στην περίπτωση αυτή, οι ήδη εκτελεσθείσες εργασίες να είναι αξίας μικρότερης από τα  του αρχικού συνολικού συμβατικού ποσού, γεγονός που ο αναιρεσείων δεν αμφισβήτησε με την προσφυγή του και συνεπώς, δεν ασκεί, στην προκειμένη περίπτωση, επιρροή το ζήτημα της υπαιτιότητας ή μη του αναιρεσείοντος, (βλ. ΣτΕ 3752/2013).10. Επειδή, προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη διότι δεν απάντησε στον ισχυρισμό που είχε προβάλει ο αναιρεσείων με την προσφυγή του, κατά τον οποίο εσφαλμένα η ανάδοχος επικαλέσθηκε για να στηρίξει τις επίδικες αξιώσεις της τη διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι ο καταστάς πλουσιότερος άνευ νομίμου αιτία εκ της περιουσίας άλλου ή επί ζημία αυτού, υποχρεούται σε απόδοση της ωφελείας. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως αλυσιτελής, διότι το Διοικητικό Εφετείο δεν στήριξε την κρίση του στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία, άλλωστε, δεν ευρίσκει πεδίο εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση κατά την οποία η μεταξύ των δύο συμβαλλομένων σχέση, από την οποία είναι δυνατό να προέλθει πλουτισμός του ενός σε βάρος του άλλου, προέρχεται από έγκυρη διοικητική σύμβαση, οπότε εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση της σύμβασης αυτής, (βλ. ΣτΕ 2370/2009).Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


ΣτΕ/4940/1995

ΕΡΓΑ.Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθ. 640/Κ.Ε.710/16-4-1992 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων καθώς και κάθε άλλη συναφής πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως...Μετά τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, στον οποίο συμμετέσχε και η πρώτη των αιτουσών Κοινοπραξία της οποίας μέλος αποτελεί η δευτέρα των αιτουσών εταιρεία, εκδόθηκε η απόφαση 640/Κ.Ε.710/ /16-4-1992 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων. Δι' αυτής, 1) εγκρίθηκε το από 10-4-1992 πρακτικό της Επιτροπής Εισηγήσεως για την ανάθεση και απερρίφθη το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, ειδικώτερα δε απορρίφθηκαν α) η προσφορά της Κοινοπραξίας …. που πρόσφερε μεν τη μικρότερη οικονομική προσφορά, όμως η προσφορά αυτή κρίθηκε ότι έχει απόκλιση σε μια τιμή από το όριο ομαλότητας, κατά το άρθρο 8 του Π.Δ. 609/85. β) Ολες οι άλλες προσφορές, λόγω ασυμφόρου για το Δημόσιο, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2β του Π.Δ. 609/85. 2) Εγκρίθηκε η απ' ευθείας ανάθεση κατασκευής του έργου στην Κοινοπραξία …., που πρόσφερε τη μικρότερη οικονομική προφορά, βάσει των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 2γ του Ν. 1418/1984 και του άρθρου 3 παράγραφος 20ε του Ν. 1797/1988, υπό τους διαλαμβανόμενους ειδικώτερους όρους και προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων και η ομαλοποίηση της τιμής του κονδυλίου Α.Τ.Φ. 19. Της τελευταίας αυτής αποφάσεως ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση διά της κρινομένης αιτήσεως.(..)Ενόψει αυτού του περιεχομένου της σχετικά με τη συνδρομή λόγων κατεπείγοντος που οφείλονται σε γεγονότα που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή και που καθιστούσαν αδύνατη την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται από τις διαδικασίες για ανοικτές και κλειστές δημοπρασίες (πρβλ. Σ.Ε. 1070/93), η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, αφού εκθέτει ότι εξαιτίας της παρατεινόμενης κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής λειψυδρίας, που οφειλόταν στη συνεχιζόμενη ανομβρία, δημιουργείτο εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση για την κάλυψη των οξύτατων αναγκών υδρεύσεως της Πρωτεύουσας, σε περίπτωση "απωλείας και του ελαχίστου χρόνου στην εκτέλεση και ολοκλήρωση του έργου", μετά την πάροδο δεκατεσσάρων μηνών για τη διενέργεια του διαγωνισμού, του οποίου το αποτέλεσμα ματαιώθηκε ως ασύμφορο...Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.


ΣτΕ/3106/2013

Αποζημίωση βλαβών από ανωτέρα βία. (..) ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 70/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, αναδόχου του έργου «Αρδευτικά έργα πεδιάδας ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου τούτου(..)Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αμφισβητείται η νομιμότητα της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου. Και τούτο διότι, κατά την αναιρεσείουσα, είχε προβληθεί από αυτήν ισχυρισμός ότι στον μεν όρο 38.4.1.3 της Ε.Σ.Υ. προβλέπεται ότι ο ανάδοχος εκχωρεί στην αρμόδια Υπηρεσία του Δημοσίου τις απαιτήσεις της από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, στη δε παρ. 5 του ιδίου όρου της Ε.Σ.Υ., προβλέπεται ότι το Δημόσιο είναι συνασφαλιζόμενος και, άρα, υποχρεούται να αποζημιώσει τον ανάδοχο κατά το νόμο σε περίπτωση βλάβης από ανωτέρα βία και, στη συνέχεια να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρείας είτε ως συνασφαλιζόμενος είτε ως εκδοχέας της σχετικής απαίτησης, ο ισχυρισμός δε αυτός κατελείφθη αναπάντητος. Ο λόγος προβάλλεται βασίμως και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, κατά τούτο, αναιτιολόγητη, δεδομένου ότι το δικάσαν Εφετείο δεν εξέτασε, όπως όφειλε, εν όψει του ως άνω σχετικού ισχυρισμού της προσφυγής, αν κατά τους σχετικούς όρους της σύμβασης μεταξύ της αναδόχου και της ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία υποχρεούτο να καταβάλει την αποζημίωση αναγωγικώς στο Δημόσιο ή ευθέως στην εργολήπτρια εταιρεία.(..)Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 70/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση προς νέα κρίση σύμφωνα με το αιτιολογικό.


ΣΤΕ/1150/2006

Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η δαπάνη για διατήρηση σε ετοιμότητα των πλωτών μέσων της αναιρεσίβλητης, (ενός πλωτού γερανού – εκσκαφέα, ενός ρυμουλκού και δύο φορτηγίδων), κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.6 έως 3.7.1994 και από 10.8 έως 31.8.1994 και για αμοιβές των μηχανικών της ..., κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα και . ... κατά το χρονικό διάστημα από 8.6 έως 31.8.1994, δεν αποτελούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών που προσκομίσθηκαν ή βρίσκονται στο στάδιο της παραγωγής ή προμήθειας ή αναπόσβεστου μέρους εγκαταστάσεων, η οποία και μόνο αποζημιώνεται επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 2 και 3 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985 και συνεπώς, είναι εσφαλμένη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου, κατά την οποία η αναιρεσίβλητη εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος διότι οι παραπάνω δαπάνες προφανώς δεν συνιστούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών ή εγκαταστάσεων και συνεπώς, δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις που προβλέπεται αποζημίωση του αναδόχου δημοσίου έργου επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, διάφορο δε είναι το ζήτημα αν η αναιρεσίβλητη θα εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές με βάση τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1418/1984, δεδομένου ότι δεν εξετάσθηκε από το δικάσαν δικαστήριο η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής της διάταξης αυτής. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.


ΣτΕ/4941/1995

ΕΡΓΑ.Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθ. 640/ΚΕ.710/16-4-1992 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων....Ενόψει αυτού του περιεχομένου της σχετικά με τη συνδρομή λόγων κατεπείγοντος που οφείλονται σε γεγονότα που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή και που καθιστούσαν αδύνατη την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται από τις διαδικασίες για ανοικτές και κλειστές δημοπρασίες (πρβλ. Σ.Ε. 1070/93), η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, αφού εκθέτει ότι εξαιτίας της παρατεινόμενης κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής λειψυδρίας, που οφειλόταν στη συνεχιζόμενη ανομβρία, δημιουργείτο εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση για την κάλυψη των οξύτατων αναγκών υδρεύσεως της Πρωτεύουσας, σε περίπτωση "απωλείας και του ελαχίστου χρόνου στην εκτέλεση και ολοκλήρωση του έργου", μετά την πάροδο δεκατεσσάρων μηνών για τη διενέργεια του διαγωνισμού, του οποίου το αποτέλεσμα ματαιώθηκε ως ασύμφορο. Ο δε προβάλλων τα αντίθετα λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος....Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση


ΣΤΕ/3932/2011

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:διαγωνισμός για την ανάθεση, επί διετία, των υπηρεσιών καθαριότητας των χώρων του Νοσοκομείου και του Κέντρου Ψυχικής Υγείας ... καθώς και του Κέντρου Υγείας... και των Περιφερειακών Ιατρείων του, προϋπολογισθείσης συνολικής δαπάνης 548.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.(...)Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος με την υπό κρίση αίτηση ισχυρισμός, ο οποίος, περαιτέρω, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, κατά το μέρος που πλήττει κατ’ ουσίαν τη νομιμότητα του σχετικού όρου (άρθρου 1) της διακηρύξεως, δεδομένου ότι αυτή δεν μπορεί να ερευνηθεί παρεμπιπτόντως στην παρούσα δίκη που αφορά στον έλεγχο των προσφορών βάσει και του ανωτέρω όρου της διέπουσας τον διαγωνισμό διακηρύξεως, και του οποίου το κύρος δεν αμφισβήτησε επικαίρως η αιτούσα εταιρεία που, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, μετέσχε ανεπιφυλάκτως στον διαγωνισμό.(...)Επειδή, η αιτούσα ισχυρίζεται επίσης ότι η εταιρεία … έπρεπε να είχε αποκλεισθεί κατά το στάδιο ελέγχου των τυπικών δικαιολογητικών συμμετοχής στον διαγωνισμό, διότι ορισμένες από τις υπεύθυνες δηλώσεις που υπέβαλε με την προσφορά της δεν έφεραν ημερομηνία και δεν περιελάμβαναν τα στοιχεία του επίδικου διαγωνισμού, με αποτέλεσμα να δημιουργείται αμφιβολία ως προς το εάν αφορούν στον εν λόγω διαγωνισμό. Ο ισχυρισμός αυτός, όπως προβάλλεται, πρέπει να απορριφθεί ως αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως, δεδομένου ότι δεν προσδιορίζονται ειδικότερα οι συγκεκριμένες, μεταξύ των υποβληθεισών, υπεύθυνες δηλώσεις στις οποίες αναφέρεται.(...)Κηρύσσει τη δίκη εν μέρει κατηργημένη, κατά το σκεπτικό.Απορρίπτει εν μέρει την κρινόμενη αίτηση, κατά το σκεπτικό.


ΣΤΕ/4343/2005

Κατασκευή αντιπλημμυρικών έργων...Το γεγονός δε ότι, κατά τη διακήρυξη, μπορούσε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να υποβληθεί άλλο έγγραφο προς απόδειξη της χρηματοοικονομικής ικανότητος και φερεγγυότητος, δεν ασκεί εν πάση περιπτώσει επιρροή εν προκειμένω, εφόσον η αιτούσα δεν επικαλέσθηκε αδυναμία προσκομιδής τραπεζικής βεβαιώσεως, αλλά αντιθέτως υπέβαλε τέτοια βεβαίωση. Εξάλλου, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι καθ’ υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Διοικήσεως και των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της αναλογικότητας απερρίφθη η προσφορά της αιτούσης, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι στην προκειμένη περίπτωση η Διοίκηση δεν είχε, κατά τα προεκτεθέντα, διακριτική ευχέρεια, ούτε να δεχθεί την προσφορά της αιτούσης, παρά την υποβολή ελλιπούς κατά περιεχόμενο τραπεζικής βεβαιώσεως, ούτε να καλέσει αυτήν να προσκομίσει εκ των υστέρων συμπληρωματικά στοιχεία ως προς την πιστοληπτική της ικανότητα ή στοιχεία προς διευκρίνιση του περιεχομένου της αρχικώς υποβληθείσης τραπεζικής βεβαιώσεως, αλλά ήταν υποχρεωμένη, σύμφωνα με τους όρους της διακηρύξεως, να απορρίψει την προσφορά. Αν τυχόν ήθελε θεωρηθεί ότι με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι, υπό την ανωτέρω έννοια, οι διατάξεις της διακηρύξεως που αφορούν το επίμαχο δικαιολογητικό αντίκεινται στις προαναφερθείσες διατάξεις της οδηγίας 93/37/ΕΟΚ, του π.δ. 334/2000 και του ν. 3263/2004, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος, διότι αφορά πλημμέλεια όχι της αποφάσεως περί απορρίψεως της προσφοράς της αιτούσης, κατά της οποίας στρέφεται η κρινόμενη αίτηση, αλλά της διακηρύξεως, της οποίας τη νομιμότητα ούτε η αιτούσα προβάλλει ούτε από τα στοιχεία του φακέλλου προκύπτει ότι αμφισβήτησε με την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατ’ αυτής.