ΣτΕ/3106/2013
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Αποζημίωση βλαβών από ανωτέρα βία. (..) ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 70/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, αναδόχου του έργου «Αρδευτικά έργα πεδιάδας ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου τούτου(..)Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αμφισβητείται η νομιμότητα της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου. Και τούτο διότι, κατά την αναιρεσείουσα, είχε προβληθεί από αυτήν ισχυρισμός ότι στον μεν όρο 38.4.1.3 της Ε.Σ.Υ. προβλέπεται ότι ο ανάδοχος εκχωρεί στην αρμόδια Υπηρεσία του Δημοσίου τις απαιτήσεις της από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, στη δε παρ. 5 του ιδίου όρου της Ε.Σ.Υ., προβλέπεται ότι το Δημόσιο είναι συνασφαλιζόμενος και, άρα, υποχρεούται να αποζημιώσει τον ανάδοχο κατά το νόμο σε περίπτωση βλάβης από ανωτέρα βία και, στη συνέχεια να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρείας είτε ως συνασφαλιζόμενος είτε ως εκδοχέας της σχετικής απαίτησης, ο ισχυρισμός δε αυτός κατελείφθη αναπάντητος. Ο λόγος προβάλλεται βασίμως και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, κατά τούτο, αναιτιολόγητη, δεδομένου ότι το δικάσαν Εφετείο δεν εξέτασε, όπως όφειλε, εν όψει του ως άνω σχετικού ισχυρισμού της προσφυγής, αν κατά τους σχετικούς όρους της σύμβασης μεταξύ της αναδόχου και της ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία υποχρεούτο να καταβάλει την αποζημίωση αναγωγικώς στο Δημόσιο ή ευθέως στην εργολήπτρια εταιρεία.(..)Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 70/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση προς νέα κρίση σύμφωνα με το αιτιολογικό.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/4676/2012
Αποζημίωση ζημιών από ανωτέρα βία(..) ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 85/2004 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, με την οποία, έγινε δεκτή προσφυγή της αναιρεσίβλητης εταιρείας, αναδόχου του έργου «Αξιοποίηση Κάμπου Ρίζιανης-Κορύτιανης Ν. ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου αυτού, και ειδικότερα, από την απόρριψη ενστάσεως κι αιτήσεως θεραπείας κατά του πρωτοκόλλου διαπίστωσης ζημιών από ανωτέρα βία(..) Το Διοικητικό Εφετείο, με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, έκανε δεκτό ότι η διάταξη του άρθρ. 4 παρ. 11 του ν. 1418/1984, ανεξαρτήτως του αν καταλαμβάνει και την περίπτωση της ασφάλειας του έργου λόγω βλαβών αυτού από ανωτέρα βία, πάντως, δεν έχει καταστεί ακόμα ενεργή, εξ αυτού δε συνάγεται ότι, κατά την έννοια των προαναφερθεισών διατάξεων του ν. 1418/1984 και του π.δ. 609/1985, σε περίπτωση κατά την οποία προκληθούν στο έργο ή τις εγκαταστάσεις αυτού βλάβες από ανωτέρα βία, υπόχρεος για την αποζημίωση είναι ο κύριος του έργου και συνεπώς, όρος της εργολαβικής συμβάσεως σύμφωνα με τον οποίο, ο ανάδοχος υποχρεούται να προβεί σε κατάρτιση συμβάσεως με ασφαλιστική εταιρία για την κάλυψη του ως άνω κινδύνου καθώς και η κατάρτιση τέτοιας συμβάσεως, κατ’ αποδοχή του όρου αυτού, δεν μπορούν ν΄αντιταχθούν και να κατισχύσουν έναντι της ως άνω θεσπιζόμενης από τις διατάξεις του νόμου υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς αποζημίωση του αναδόχου σε περίπτωση επελεύσεως ζημιών στο έργο ή τις εγκαταστάσεις αυτού από την ως άνω αιτία. Με βάση δε τις παραδοχές αυτές, έκανε δεκτή την προσφυγή της αναιρεσίβλητης εταιρείας.
5. Επειδή, κρίση αυτή της αναιρεσιβαλλομένης δεν είναι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, ορθή, διότι ανεξαρτήτως του ζητήματος αν η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 11 του Ν. 1418/89 δεν έχει εισέτι ενεργοποιηθεί λόγω της μη εκδόσεως του προβλεπομένου προεδρικού διατάγματος, η συμβατικώς αναληφθείσα υποχρέωση του αναδόχου να καταρτίσει ασφαλιστική σύμβαση για να καλυφθεί η περίπτωση ζημιών του έργου λόγω ανωτέρας βίας, είναι ισχυρή με αποτέλεσμα να δύναται να του αντιταχθεί σε περίπτωση ζημίας του έργου που προήλθε από γεγονός συνιστών ανωτέρα βία (ΣτΕ 3287/2003, 1368/2007), δεδομένου ότι δεν είναι πάντως επιτρεπτή η, εκ μέρους του, αμφισβήτηση της νομιμότητας όρου της συναφθείσης συμβάσεως (ΣτΕ 1667/2011 Ολομ.). Συνεπώς, πρέπει, για το λόγο αυτό, η προσβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο εκδόν αυτήν δικαστήριο προς περαιτέρω κρίση.(..)Διά ταύτα..(..) Δέχεται την υπό κρίση αίτηση..(..)Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 85/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων στο οποίο και αναπέμπει την υπόθεση, κατά τα αναφερόμενα στο αιτιολογικό
ΕΣ/ΤΜ.6/158/2008
Μεταφορά μαθητών..ζητείται η ανάκληση της 258/2008 Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου...Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η εν λόγω αίτηση ανάκλησης της προσβαλλόμενης Πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου έχει ασκηθεί εκπροθέσμως, καθόσον υποβλήθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο της λήξης της αποκλειστικής δεκαπενθήμερης προθεσμίας από την κοινοποίηση της Πράξης του Κλιμακίου στην αναθέτουσα αρχή, κατά τα ρητώς οριζόμενα στις διατάξεις του προμνησθέντος ν. 3060/2002. Ήδη με την εξεταζόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η εκπρόθεσμη άσκησή της οφείλεται σε ανωτέρα βία. Ειδικότερα, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι εξαιτίας απουσίας, από τις 15 μέχρι και τις 20 Οκτωβρίου 2008, των υπαλλήλων του τμήματος, στο γραφείο των οποίων βρίσκεται η συσκευή τηλεομοιοτυπίας, έλαβε πλήρη γνώση της προσβαλλομένης στις 21.10.2008 και όχι στις 16.10.2008. Η απουσία, όμως, έστω και δικαιολογημένη, των υπαλλήλων του τμήματος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ..., στο γραφείο των οποίων βρίσκεται η συσκευή τηλεομοιοτυπίας, η ανεπίτρεπτη μη αναπλήρωση αυτών από άλλον ή άλλους υπαλλήλους προκειμένου να διασφαλιστεί η κατά νόμο απαιτούμενη συνέχεια στη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας και η μη δυνατότητα πρόσβασης στη συσκευή τηλεομοιοτυπίας, λόγω αποκλεισμού (κλειδώματος) του γραφείου, εντός του οποίου βρισκόταν αυτή, δεν αποτελεί τυχαίο και απρόβλεπτο γεγονός που συνιστά ανωτέρα βία, αλλά κατάσταση μη εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας που προκλήθηκε αποκλειστικά από υπαιτιότητά της. Σε κάθε περίπτωση η ανωτέρα βία θα έπρεπε, για να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη κατάθεση της εξεταζόμενης αίτησης ανάκλησης, να ανάγεται στο χρόνο λήξης της δεκαπενθήμερης προθεσμίας άσκησής της (31.10.2008) και όχι στο χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας, καθόσον η ανωτέρα βία δεν μεταθέτει την έναρξη της προθεσμίας αλλά αναστέλλει τη λήξη αυτής. Κατόπιν τούτων, η εξεταζόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
ΣΤΕ/1150/2006
Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η δαπάνη για διατήρηση σε ετοιμότητα των πλωτών μέσων της αναιρεσίβλητης, (ενός πλωτού γερανού – εκσκαφέα, ενός ρυμουλκού και δύο φορτηγίδων), κατά τα χρονικά διαστήματα από 8.6 έως 3.7.1994 και από 10.8 έως 31.8.1994 και για αμοιβές των μηχανικών της ..., κατά τα ίδια χρονικά διαστήματα και . ... κατά το χρονικό διάστημα από 8.6 έως 31.8.1994, δεν αποτελούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών που προσκομίσθηκαν ή βρίσκονται στο στάδιο της παραγωγής ή προμήθειας ή αναπόσβεστου μέρους εγκαταστάσεων, η οποία και μόνο αποζημιώνεται επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 2 και 3 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985 και συνεπώς, είναι εσφαλμένη η κρίση του Διοικητικού Εφετείου, κατά την οποία η αναιρεσίβλητη εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων. Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος διότι οι παραπάνω δαπάνες προφανώς δεν συνιστούν αξία εκτελεσθεισών εργασιών ή υλικών ή εγκαταστάσεων και συνεπώς, δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις που προβλέπεται αποζημίωση του αναδόχου δημοσίου έργου επί διαλύσεως της συμβάσεως με υπαιτιότητα του κυρίου του έργου, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, διάφορο δε είναι το ζήτημα αν η αναιρεσίβλητη θα εδικαιούτο αποζημίωση για τις δαπάνες αυτές με βάση τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1418/1984, δεδομένου ότι δεν εξετάσθηκε από το δικάσαν δικαστήριο η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής της διάταξης αυτής. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.
ΝΣΚ/45/2024
Ε.Μ.Π. Ερωτάται, εάν είναι δυνατή η μείωση του οφειλομένου μηνιαίου μισθώματος στους μισθωτές των κυλικείων, που λειτουργούν σε Σχολές του Ιδρύματος ή ακόμα και, απαλλαγή τους από τη σχετική υποχρέωση, κατά το χρονικό διάστημα της κατάληψης των χώρων αυτών από εκπροσώπους των οικείων φοιτητικών συλλόγων μέχρι την λήξη της και την επαναλειτουργία των υπ’ όψη ακαδημαϊκών μονάδων. -Ανωτέρα βία.(...) Είναι δυνατή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 288 Α.Κ., η μείωση του οφειλομένου μηνιαίου μισθώματος ακόμα και η απαλλαγή από την καταβολή αυτού, στους μισθωτές των κυλικείων, που λειτουργούν σε Σχολές του Ιδρύματος κατά το χρονικό διάστημα της κατάληψης των χώρων αυτών από εκπροσώπους των φοιτητικών συλλόγων μέχρι την λήξη της και την επαναλειτουργία των ακαδημαϊκών μονάδων, μετά από απόφαση των αρμοδίων οργάνων του Ε.Μ.Π. -Ανωτέρα βία.
ΣτΕ/920/2010
Ακύρωση απόφασης με την οποία ανακλήθηκε κατακυρωτική απόφαση επειδή η προσφερόμενη έκπτωση κρίθηκε ως μη ικανοποιητική..ζητείται η ακύρωση της …. αποφάσεως της Ανωτάτης Στρατιωτικής ...(....), με την οποία ανακαλείται προηγούμενη απόφασή της (….) αυτής υπηρεσίας περί κατακυρώσεως του αποτελέσματος διαγωνισμού στην αιτούσα και εντέλλεται η … να επαναδημοπρατήσει το έργο.(..)Επειδή, η προσβαλλομένη απόφαση εκδόθηκε κατ’ επίκληση του άρ. 2 παρ. 2β του ν. 3263/04, που ορίζει ότι το αποτέλεσμα της δημοπρασίας μπορεί να ακυρωθεί όταν η οικονομική προσφορά του τελικού μειοδότη κρίνεται μη ικανοποιητική για τον κύριο του έργου. Ούτε, όμως, από την ίδια την προσβαλλομένη απόφαση, το περιεχόμενο της οποίας εξετέθη σε προηγούμενη σκέψη, ούτε από την προηγηθείσα αυτής γνωμοδότηση του Τεχνικού Συμβουλίου Έργων (πρακτικό του … της 31.1.06), ούτε από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου προκύπτουν συγκεκριμένα και πρόσφορα στοιχεία (όπως π.χ. τα αποτελέσματα άλλων, συγκρίσιμων με τον επίμαχο, διαγωνισμών, κατά τους οποίους, υπό παρόμοιες συνθήκες και υπό την ισχύ του ν. 3263/04 επετεύχθησαν υψηλότερες εκπτώσεις), στα οποία θα έπρεπε κατά νόμον να βασίζεται η κρίση του αρμοδίου οργάνου περί του ότι η προσφορά της αιτούσης εταιρείας, .., δεν είναι ικανοποιητική και συμφέρουσα για τον κύριο του έργο
ΣΤΕ/351/2014
Δημόσια έργα- Ευθύνη αναδόχου:..Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα διότι δεν απάντησε σε ουσιώδη ισχυρισμό της προσφυγής του αναιρεσείοντος, κατά τον οποίο η ανάδοχος μη νόμιμα περιέλαβε στην 1η πιστοποίηση ποσό αποζημίωσης λόγω διάλυσης της σύμβασης, ενώ δεν εδικαιούτο την ως άνω αποζημίωση, διότι η διάλυση της σύμβασης δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του αναιρεσείοντος Δήμου, αλλά στο γεγονός ότι η ανάδοχος είχε περιλάβει στον 1ο Α.Π.Ε. ποσότητες εργασιών που αύξησαν υπερβολικά το κόστος του έργου, με αποτέλεσμα το νομαρχιακό συμβούλιο να μην εγκρίνει τη σχετική δαπάνη. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί διότι ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφυγής του αναιρεσείοντος δεν ήταν ουσιώδης, αφού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9 του ν. 1418/1984 και 50 του π.δ. 609/1985, καταβάλλεται στον ανάδοχο αποζημίωση για διάλυση της σύμβασης, εφόσον η διάλυση εχώρησε με πρωτοβουλία του φορέα κατασκευής ή του κυρίου του έργου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 1418/1984, ως εν προκειμένω, ως μόνη δε προϋπόθεση αποζημίωσης του αναδόχου τάσσεται, στην περίπτωση αυτή, οι ήδη εκτελεσθείσες εργασίες να είναι αξίας μικρότερης από τα του αρχικού συνολικού συμβατικού ποσού, γεγονός που ο αναιρεσείων δεν αμφισβήτησε με την προσφυγή του και συνεπώς, δεν ασκεί, στην προκειμένη περίπτωση, επιρροή το ζήτημα της υπαιτιότητας ή μη του αναιρεσείοντος, (βλ. ΣτΕ 3752/2013).10. Επειδή, προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη διότι δεν απάντησε στον ισχυρισμό που είχε προβάλει ο αναιρεσείων με την προσφυγή του, κατά τον οποίο εσφαλμένα η ανάδοχος επικαλέσθηκε για να στηρίξει τις επίδικες αξιώσεις της τη διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι ο καταστάς πλουσιότερος άνευ νομίμου αιτία εκ της περιουσίας άλλου ή επί ζημία αυτού, υποχρεούται σε απόδοση της ωφελείας. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως αλυσιτελής, διότι το Διοικητικό Εφετείο δεν στήριξε την κρίση του στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 904 του Αστικού Κώδικα, η οποία, άλλωστε, δεν ευρίσκει πεδίο εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση κατά την οποία η μεταξύ των δύο συμβαλλομένων σχέση, από την οποία είναι δυνατό να προέλθει πλουτισμός του ενός σε βάρος του άλλου, προέρχεται από έγκυρη διοικητική σύμβαση, οπότε εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση της σύμβασης αυτής, (βλ. ΣτΕ 2370/2009).Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.
ΣΤΕ 3797/1996
Επειδή κατ' άρθ. 4 παρ. 4 Π.Δ. 609/1985 η διακήρυξη (η οποία κατά την παρ. 1 του ιδίου άρθρου διέπει την ανάθεση κατασκευής του έργου) περιέχει τα εξής τουλάχιστον στοιχεία ". . . ε. τις εργοληπτικές επιχειρήσεις που γίνονται δεκτές για υποβολή προσφοράς . . . και τα τυχόν πρόσθετα απαιτούμενα προσόντα και προϋποθέσεις . . . ζ. τα τυχόν απαιτούμενα πρόσθετα δικαιολογητικά, όπως δηλώσεις, αναλύσεις, παρατηρήσεις και άλλα". Κατ' άρθρον δε 4 παρ. 4 Π.Δ. 923/1978 (Α 224) "Εκαστον Γραφείον Μελετών δεν δύναται να συμμετέχη εις πλείονας της μιας συμπράξεις κατά την εκδήλωσιν ενδιαφέροντος διά την ανάληψιν της αυτής μελέτης"...Δεδομένης λοιπόν της αλληλεξαρτήσεως των επί μέρους κατηγοριών μελετών από τεχνικής και οικονομικής απόψεως είναι προφανές ότι η εις το αυτό μελετητικό γραφείο ανάθεση και μόνο μιας κατηγορίας μελέτης (στατικής ως εν προκειμένω) επηρεάζει το απόρρητο και της τεχνικής προσφοράς και της οικονομικής και ως εκ τούτου εμπίπτει εις την απαγόρευση του μνησθέντος όρου, η του οποίου και εν τούτω παράβαση συνεπάγεται του μνησθέντος αποκλεισμόν της διαγωνιζομένης εταιρείας. Συνεπώς είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.
ΣΤΕ/2132/2004
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΟΡΚΩΜΟΣΙΑ:Επειδή, τέλος, ο αιτών επικουρικώς προβάλλει ότι η μη προσέλευσή του για ορκωμοσία κατά την συνεδρίαση της 26.12.2002 και κατά το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα μέχρι την 31.12.2002 οφείλεται σε ανωτέρα βία, συνισταμένη στο γεγονός ότι είχε περιπέσει σε κώμα, προσκομίζει δε προς απόδειξη του πραγματικού αυτού ισχυρισμού την από 24.12.2002 γνωμάτευση ιδιώτη ιατρού. Ανεξαρτήτως, όμως, του ζητήματος αν η λόγω ανωτέρας βίας μη ορκωμοσία των εκλεγέντων μέχρι την παραμονή της εγκαταστάσεως των δημοτικών αρχών συγχωρείται κατά νόμο και δεν επιφέρει την αυτοδικαία έκπτωσή τους, πάντως εν προκειμένω δεν αποδεικνύεται ότι συνέτρεξε περίπτωση ανωτέρας βίας, ήτοι γεγονότος αναπότρεπτου ή ανυπέρβλητου και απρόβλεπτου κωλύματος συνεπεία του οποίου ο ενδιαφερόμενος τελεί σε απόλυτη πραγματική αδυναμία να επιμεληθεί των υποθέσεών του είτε αυτοπροσώπως είτε δι’ άλλου προσώπου (...), αφ’ ενός μεν διότι στην προσκομιζομένη ιατρική γνωμάτευση δεν αναφέρεται ότι ο αιτών είχε περιπέσει σε κώμα αλλά ότι στις 24.12.2002 παρουσίασε απορρύθμιση του σακχάρου του αίματος για την αντιμετώπιση της οποίας του συνεστήθη φαρμακευτική αγωγή και παραμονή κατ’ οίκον, αφ’ ετέρου δε διότι όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ο αιτών κατά τον κρίσιμο χρόνο ασκούσε τα καθήκοντα του απερχομένου στις 31.12.2002 δημάρχου … χωρίς να τεθεί ζήτημα αναπληρώσεώς του λόγω αδυναμίας του για την άσκηση των καθηκόντων αυτών.Απορρίπτει την αίτηση.
ΣτΕ/4941/1995
ΕΡΓΑ.Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες εταιρείες επιδιώκουν να ακυρωθεί η υπ' αριθ. 640/ΚΕ.710/16-4-1992 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Εργων....Ενόψει αυτού του περιεχομένου της σχετικά με τη συνδρομή λόγων κατεπείγοντος που οφείλονται σε γεγονότα που δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν από την αναθέτουσα αρχή και που καθιστούσαν αδύνατη την τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται από τις διαδικασίες για ανοικτές και κλειστές δημοπρασίες (πρβλ. Σ.Ε. 1070/93), η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, αφού εκθέτει ότι εξαιτίας της παρατεινόμενης κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής λειψυδρίας, που οφειλόταν στη συνεχιζόμενη ανομβρία, δημιουργείτο εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση για την κάλυψη των οξύτατων αναγκών υδρεύσεως της Πρωτεύουσας, σε περίπτωση "απωλείας και του ελαχίστου χρόνου στην εκτέλεση και ολοκλήρωση του έργου", μετά την πάροδο δεκατεσσάρων μηνών για τη διενέργεια του διαγωνισμού, του οποίου το αποτέλεσμα ματαιώθηκε ως ασύμφορο. Ο δε προβάλλων τα αντίθετα λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος....Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση
ΕΣ/ΤΜ.7/312/2010
Καταβολή της αμοιβής της για την πραγματοποίηση ασφαλτοστρώσεων:.. Με τα δεδομένα αυτά όσον αφορά την έκδοση τιμολογίου για την προμήθεια της ασφάλτου, βασίμως προβάλλεται από τον Επίτροπο ότι η έλλειψη αυτή καθιστά πλημμελή τη δαπάνη για την πληρωμή της αναδόχου, διότι σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην σκέψη ΙΙα της παρούσας,για την πληρωμή του αναδόχου έργου που εκτελείται για λογαριασμό των Ο.Τ.Α. απαιτείται να προσκομίζονται τα πρωτότυπα δικαιολογητικά δαπανών(τιμολόγια αγοράς πρώτης ύλης). Στη συγκεκριμένη περίπτωση ακόμα και αν γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της αναδόχου ότι το προϊόν που παρείχε στο Δήμο (ασφαλτόδεμα) κατασκευάστηκε από άλλη εταιρεία και όχι από την ίδια, ήταν απαραίτητο να προσκομιστούν τα τιμολόγια ή και δελτία αποστολής που εκδόθηκαν μεταξύ των δύο εταιρειών, προκειμένου να αποδειχθεί η αξία του προϊόντος, η δαπάνη του οποίου καταβάλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα. Περαιτέρω και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου είναι βάσιμος, διότι, αν και δεν πρόκειται για την προμήθεια της ασφάλτου που πραγματοποιήθηκε απολογιστικά, αλλά για την δαπάνη της ασφάλτου, που χαρακτηρίζεται ως απολογιστική εργασία, λόγω του ιδιαίτερου τρόπου της τιμολόγησής της, απαιτείται σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με όσα παρατίθενται στη σκέψη ΙΙβ της παρούσας, η έκδοση ειδικής έγγραφης άδειας από τη διευθύνουσα το έργο υπηρεσία, καθώς η αξία της κυμαίνεται και η τελική τιμή της είναι αυτή που προσδιορίζεται από το εκάστοτε ημερήσιο δελτίο ενδεικτικών τιμών αγοράς ασφάλτου από τα ..., που εκδίδει η Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, κατά την ημέρα ενσωμάτωσης της ασφάλτου στο έργο. Η εγκύκλιος (21/2008), της οποίας γίνεται επίκληση για την υποστήριξη της νομιμότητας της δαπάνης, αναφέρεται στον νέο τρόπο υπολογισμού της αξίας της ασφάλτου, λόγω της ιδιάζουσας τιμολόγησης των εργασιών ασφαλτόστωσης, ωστόσο δεν μεταβλήθηκε με τον τρόπο αυτό η διαδικασία που απαιτείται για την πραγματοποίηση της προμήθειας, η οποία περιλαμβάνει εκτός από την έκδοση ειδικής έγγραφης εντολής από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία και την προσκόμιση των νόμιμων αποδεικτικών πληρωμής της (τιμολόγια και δελτία αποστολής) ως δικαιολογητικά της δαπάνης αυτής. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου που περιέχει δαπάνη ασφάλτου και εφόσον δεν υφίσταται ειδικότερη ρύθμιση όσον αφορά τα δικαιολογητικά και τον τρόπο πληρωμής της, απαιτείται να προσκομίζονται ως δικαιολογητικά τα νόμιμα αποδεικτικά προμήθειας της ασφάλτου. Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Κατόπιν των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.