Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/2242/2013

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 880/1979

Δημοσίευση πράξης κανονιστικού χαρακτήρα:..Επειδή, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη Τ.Υ. οικ. 7278/21-10-1999 απόφαση του Νομάρχη …, η οποία, κατά τα ανωτέρω, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, δεν δημοσιεύθηκε, η απόφαση αυτή δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση. Περαιτέρω, εφόσον η εν λόγω απόφαση είναι ανυπόστατη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι κινήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο για τους αιτούντες η προθεσμία για την άσκηση κατ’ αυτής αιτήσεως ακυρώσεως (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 2103/2006, 2759/2003, 859/1997, 3327/1991 κ.ά.). Επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η παραπάνω απόφαση, η οποία, εξάλλου, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν δημοσιεύθηκε και, συνεπώς, δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, πρέπει, για λόγους ασφαλείας δικαίου, να ακυρωθεί, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, έτυχε εφαρμογής, ενόψει του ότι η διοίκηση την υπέλαβε ως ισχύουσα κατά την έκδοση της 1573/14.8.2002 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας … (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 859/1997, 3008/ 1996).Επειδή, όπως έχει κριθεί, οι αποφάσεις με τις οποίες ασκείται έλεγχος νομιμότητας σε ανυπόστατες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας (βλ. ΣτΕ 2800/2008, 2569/2002, 129/1999, πρβλ. και ΣτΕ 2353/2009, Ολομ. 1925/2002). Κατά συνέπεια, η 1488/7.2.2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας .., που εκδόθηκε κατόπιν της προσφυγής των αιτούντων και με την οποία ασκήθηκε έλεγχος νομιμότητας στην προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη .., δεν είναι εκτελεστή πράξη, και, για το λόγο αυτό, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατ’ αυτής, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1627/2010

Δημοσίευση κανονιστικών αποφάσεων δημοτικών συμβουλίων:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση 320/7.11.2007 του Δημοτικού Συμβουλίου ... δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο για την αιτούσα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής (πρβλ. ΣτΕ 2103/2006, 2759/2003, 859/1997, 3327/1991 κ.ά.). Επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η εν λόγω απόφαση, η οποία, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν δημοσιεύθηκε προσηκόντως και συνεπώς δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, πρέπει για λόγους ασφαλείας δικαίου να ακυρωθεί, κατά το μέρος που αφορά την παραχώρηση του ως άνω τάφου, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (υπ’ αριθμ. πρωτ. 11889/30.4.2009 έγγραφο του Δήμου ... προς το Δικαστήριο), έτυχε εφαρμογής, και ειδικότερα στη συνέχεια της πράξεως αυτής επελέγη, με κλήρωση, νέος δικαιούχος της χρήσεως του τάφου (πρβλ. ΣτΕ 859/1997, 3008/1996, 82/1987). Περαιτέρω, όπως έχει κριθεί, οι αποφάσεις με τις οποίες ασκείται έλεγχος νομιμότητας σε ανυπόστατες πράξεις στερούνται εκτελεστότητας (βλ. ΣτΕ 2800/2008, 2569/2002, 129/1999, πρβλ. και ΣτΕ 2353/2009, Ολομ. 1925/2002). Κατά συνέπεια, οι εκδοθείσες επί προσφυγών της αιτούσης (σύμφωνα με τα άρθρα 150, 151 και 152 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα) αποφάσεις 43134 + 42243/13.12.2007 του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας ... και 1/18.1.2008 (θέμα 4ο) της Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ν. 3463/2006 του Νομαρχιακού Διαμερίσματος Αθηνών, με τις οποίες ασκήθηκε έλεγχος νομιμότητας στην προσβαλλόμενη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., δεν είναι εκτελεστές πράξεις, και, ως εκ τούτου, η υπό κρίση αίτηση, καθ’ όσον στρέφεται κατ’ αυτών, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


ΣΤΕ/1219/2011

Νόμιμη υπόσταση διοικητικής πράξεως:...Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, εφ’ όσον η προσβαλλόμενη άδεια εκποιήσεως δεν φέρει την αναγκαία για την τελείωσή της υπογραφή οργάνου της Διοικήσεως, είναι ανυπόστατη (πρβλ. ΣτΕ 571/1945, 22/1956, 2253/2002, 20/2009). Ως εκ τούτου, εφ’ όσον η πράξη αυτή δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο για την αιτούσα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 2103/2006, 2759/2003 κ.ά.) και, επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η επίδικη 237/231/ΑΣ 440/12.6.1996 άδεια εκποιήσεως του Υπουργείου Εξωτερικών. Περαιτέρω, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν φέρει την γνήσια υπογραφή διοικητικού οργάνου, που αποτελεί στοιχείο απαραίτητο για την νόμιμη τελείωσή της, η πράξη αυτή πρέπει, για λόγους ασφαλείας δικαίου και προστασίας των συναλλαγών, να ακυρωθεί ώστε να αποφευχθεί η τυχόν εφαρμογή της με την κατάρτιση συμβάσεων που αφορούν σε ακίνητη περιουσία. Κατόπιν δε τούτων, αλυσιτελώς ζητείται η ακύρωση της σιωπηρής αρνήσεως της Διοικήσεως να ανακαλέσει την προσβαλλόμενη άδεια στη συνέχεια της από 12.1.2007 σχετικής αιτήσεως της και ήδη αιτούσης.


ΣΤΕ/2915/2012

Δημοσίευση κανονιστικής διοικητικής πράξης:..Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση του Δασάρχη ..., στην οποία περιλαμβάνεται, καθ΄ ο μέρος αφορά τις προαναφερόμενες περιοχές του ... του ..., διάταξη περί απαγορεύσεως της θήρας, φέρει κανονιστικό χαρακτήρα (ΣτΕ 1287/2008, σκέψη 6, πρβλ. ΣτΕ 1592/1998, σκέψεις 7 και 11 και ΣτΕ ΕΑ 211/2002) και, συνεπώς, για να λάβει, κατά τα ανωτέρω, νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφόσον ούτε από τις διατάξεις του ν.δ/τος 86/1969 (Δασικός Κώδικας, Α΄ 7, βλ., ιδίως, άρθρο 258 παρ. 5 αυτού), επί των οποίων ερείδεται η έκδοση της, ούτε από άλλη ειδική διάταξη προβλέπεται η δημοσίευσή της με άλλο τρόπο. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η ως άνω κανονιστική απόφαση απεστάλη προς ανάρτηση σε δημοτικά καταστήματα της ευρύτερης περιοχής του Δασαρχείου ... και στους κυνηγετικούς συλλόγους ..., ... και .... Εντούτοις και, ανεξαρτήτως του ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η, κατά τα ανωτέρω, ανάρτηση της αποφάσεως έλαβε πράγματι χώρα, η τελευταία δεν πληροί τις απαιτήσεις του νόμου, διότι οι κανονιστικού χαρακτήρα πράξεις των οργάνων της Διοικήσεως πρέπει, κατά τα ήδη εκτεθέντα, να δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφόσον δεν υφίσταται, ούτε η Διοίκηση επικαλείται, ειδική διάταξη, η οποία να προβλέπει την κατ΄ άλλο τρόπο δημοσίευσή τους (ΣτΕ 1287/2008, σκέψη 6). Ενόψει τούτων, η προσβαλλόμενη απόφαση, αν και δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση λόγω πλημμελούς δημοσιεύσεώς της, πρέπει, λόγω της φύσεώς της και των κατά νόμο συνεπειών της, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου (ΣτΕ 1287/2008, σκέψη 6, πρβλ. ΣτΕ 1295/2008, σκέψη 5, 1287/2008, σκέψη 6, 3960/2006, σκέψη 8, 1222/2004, σκέψη 6, 664/2004, σκέψη 5 κ.ά.), να ακυρωθεί. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, για το λόγο αυτό, ο οποίος βασίμως προβάλλεται υπό των αιτούντων, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών προβαλλόμενων λόγων ακυρώσεως.


ΣΤΕ 2597/2011

Μετάταξη υπαλλήλων:Επειδή, στο άρθρο 102 παρ. 1 περίοδος δ΄ του Συντάγματος ορίζεται ότι «Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους», στο δε άρθρο 77 παρ. 1 περίοδος ε του Ν. 2910/2001 ότι, «Για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ανωτέρω εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με βάση την τελευταία αυτή διάταξη εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη …, με την οποία διαπιστώθηκε η μετάταξη των εκκαλούντων από το Υπουργείο Ανάπτυξης του οποίου ήταν υπάλληλοι στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση …, κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό, από 2.5.2001, η απόφαση δε αυτή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. τ. Ν.Π.Δ.Δ. 280/14.11.2001). Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη … (βλ. ΣτΕ 4237/2005 7μ.). Ως εκ τούτου, όσα αντίθετα ισχυρίζονται με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.


ΣΤΕ 2562/2011

Μετάταξη υπαλλήλων:Επειδή, στο άρθρο 102 παρ. 1 περίοδος δ΄ του Συντάγματος ορίζεται ότι «Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους», στο δε άρθρο 77 παρ. 1 περίοδος ε του Ν. 2910/2001 ότι, «Για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ανωτέρω εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με βάση την τελευταία αυτή διάταξη εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη …, με την οποία διαπιστώθηκε η μετάταξη των εκκαλούντων από το Υπουργείο Ανάπτυξης του οποίου ήταν υπάλληλοι στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση …, κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό, από 2.5.2001, η απόφαση δε αυτή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. τ. Ν.Π.Δ.Δ. 309/11.12.2001). Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη ... (βλ. ΣτΕ 4237/2005 7μ.). Ως εκ τούτου, όσα αντίθετα ισχυρίζονται με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.


ΣΤΕ/859/1997

Δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξεως:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο για τον αιτούντα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να θεωρηθεί για το λόγο αυτό ότι ασκείται εμπροθέσμως, τόσο κατά της ρηθείσης υπ' αριθ. 16/15-3-1991 αποφάσεως του Κοινοτικού Συμβουλίου όσο και κατά των 12002/30-4-1991 και 93111/1517/25-7-1991 αποφάσεων του Νομάρχη ... και του Υπουργού Εσωτερικών, αντιστοίχως.Επειδή, για τον προαναφερθέντα λόγο, ο οποίος είναι αυτεπαγγέλτως εξεταστέος, και εν όψει του ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου έχει τύχει εφαρμογής (βλ. 21/24-5-1993 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ... περί εγκρίσεως του πρωτοκόλλου παραλαβής του έργου), πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου καθώς και οι προαναφερόμενες αποφάσεις του Νομάρχη ..., με τις οποίες απερρίφθησαν αντίστοιχες προσφυγές του αιτούντος, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της εξετάσεως των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.


ΣΤΕ/29/2010

Επειδή, κατά το άρθρο 18 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α. 45), «η ατομική διοικητική πράξη τελειούται με την υπογραφή και τη χρονολόγησή της, ή τη δημοσίευσή της αν είναι δημοσιευτέα κατά νόμο …». Κατά τα παγίως δε κριθέντα (πρβλ. ΣτΕ 4/2000, 3378/1995, 2109/1991, 2999/1988 Ολομ., 4082, 3811/1987 κ.ά.), η δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξης, όταν επιβάλλεται κατά νόμον, αποτελεί τύπο της βουλήσεως του διοικητικού οργάνου και στοιχείο της υποστάσεως της πράξης. Το διοικητικό δε όργανο, που εκδίδει την δημοσιευτέα πράξη, πρέπει να είναι αρμόδιο για την έκδοσή της όχι μόνον κατά τον χρόνο της υπογραφής, αλλά και κατά τον χρόνο της δημοσιεύσεώς της (βλ. ΣτΕ 735/1970). Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση η –ακυρωθείσα με την προσβαλλόμενη πράξη- νομαρχιακή απόφαση, με την οποία ανακλήθηκε η άδεια συστάσεως και λειτουργίας της παρεμβαίνουσας ανωνύμου εταιρείας, υπεγράφη κατά τα προεκτεθέντα την 7.8.2007, ήτοι μία μέρα πριν από την έναρξη ισχύος των ρυθμίσεων του ν. 3604/2007, και καταχωρίσθηκε αυθημερόν στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών, σχετική δε ανακοίνωση δημοσιεύθηκε στο υπ’ αριθ. 9971 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) την 29.8.2007. Επομένως, εν όψει των όσων έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η επίμαχη ανακλητική πράξη απέκτησε νόμιμη υπόσταση ήδη από την 7.8.2007, συγκεκριμένα δε από την καταχώρισή της στο ως άνω μητρώο, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο κατά μία ημέρα από τη θέση σε ισχύ των ρυθμίσεων του ν. 3604/2007, οι οποίες δεν παρέχουν στον νομάρχη αρμοδιότητα ανακλήσεως της αδείας συστάσεως ανωνύμου εταιρείας. Το γεγονός δε ότι ο δεύτερος τύπος δημοσιότητας της νομαρχιακής πράξεως, ήτοι η δημοσίευση σχετικής ανακοινώσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, έλαβε χώρα μετά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου δεν επηρεάζει, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, την υπόσταση της πράξης αυτής. Κατ’ ακολουθίαν, όταν η εν λόγω πράξη απέκτησε νόμιμη υπόσταση δια της τηρήσεως του τύπου δημοσιότητας του συνισταμένου στην καταχώρισή της στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών, ήτοι την 7.8.2007, ο Νομάρχης Αθηνών διατηρούσε ακόμη την σχετική αρμοδιότητα και, ως εκ τούτου, νομίμως από της απόψεως αυτής την εξέδωσε. Είναι, συνεπώς, μη νόμιμη η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας ..., σύμφωνα με την οποία η επίμαχη νομαρχιακή απόφαση είναι ακυρωτέα, διότι δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σε χρόνο, κατά τον οποίο ο Νομάρχης Αθηνών δεν ήταν, πλέον, αρμόδιος για την έκδοσή της. Για τον λόγο δε αυτό, βασίμως προβαλλόμενο με την κρινόμενη αίτηση, η πράξη αυτή πρέπει να ακυρωθεί και να απορριφθεί η ασκηθείσα παρέμβαση.


ΣτΕ/608/2007

Η προβλεπόμενη από το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 3263/2004 κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής συμμετοχής σε διαγωνισμό συνιστά διοικητική κύρωση και, ως εκ τούτου, επιβάλλεται, κατ’ αρχήν, η άμεση εκτέλεσή της (πρβλ. ΣτΕ Ε.Α. 61/1998). Ανεξαρτήτως αυτού, όλως αναποδείκτως, πάντως, η αιτούσα προβάλλει ότι η εκτέλεση των προσβαλλομένων πράξεων, και ιδίως η κατάπτωση της εγγυητικής επιστολής θα καταστήσει αδύνατη την υπέρ αυτής έκδοση στο μέλλον εγγυητικών επιστολών με συνέπεια τον αποκλεισμό της από διαγωνισμούς δημοσίων έργων. Εξ άλλου, η βλάβη, την οποία η αιτούσα επικαλείται από τον υποβιβασμό ή τη διαγραφή της από το Μ.Ε.ΕΠ., δεν αποτελεί άμεση και αναπόφευκτη συνέπεια της εκτέλεσης των προσβαλλομένων πράξεων, αλλά πρόκειται για βλάβη μέλλουσα και μάλιστα ενδεχόμενη (πρβλ. ΣτΕ Ε.Α. 759/1997). Εν όψει τούτων, και δεδομένου ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως δεν κρίνονται προδήλως βάσιμοι, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.


Δ17γ/07/19/2009

Αυτοδίκαιη έγκριση λογαριασμών δημοσίων έργων και μελετών.Εγκ.1/2009 .Επισυνάπτεται η αριθ. 1497/06 απόφαση του ΣτΕ.(πρβλ. ΑΕΔ 8/04, ΣτΕ 2226/2002,2227/2002)


ΣΤΕ/3322/2005

Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:...Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, ο αναιρεσείων, μόνιμος ιατρός του Ε.Σ.Υ. που υπηρετεί στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, άσκησε την από 30.12.1996 αγωγή, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθεί αυτό να του καταβάλει ποσό 2.653.800 δραχμών ως διαφορά μεταξύ της υπερωριακής αποζημιώσεως που του καταβλήθηκε για τις εφημερίες που πραγματοποίησε κατά το από 1.1.1994 έως 30.6.1995 χρονικό διάστημα και η οποία υπολογίσθηκε με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/100 του μηνιαίου βασικού μισθού του και εκείνης που προκύπτει με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/65 αυτού που ορίσθηκε για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους με την 2039921/3479/0022/14.6.1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., με την οποία επιδικάσθηκε στον αναιρεσείοντα, ύστερα από ορθό υπολογισμό, ποσό 2.651.610 δραχμών για την ανωτέρω αιτία. Κατά της εν λόγω αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, η οποία έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ούτε τηρήθηκε γι’ αυτήν η τυπική διαδικασία του ειδικού τρόπου δημοσιότητας του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 301/1976, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών, χωρίς όμως να γίνει και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, έκρινε η αναιρεσιβαλλομένη, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως λόγο που αφορά στο κύρος του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ότι η 2039921/3479/ 0022/14.6.1991 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, και επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος του αναιρεσείοντος, και με την αιτιολογία αυτή έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .... και απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος. Η κρίση αυτή είναι ορθή και νόμιμη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις (ΣτΕ 307/2003 7μ., 1485/2003), και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει τεθεί σε ισχύ de facto και εφαρμόζεται, παράγοντας όλες τις έννομες συνέπειές της, ανεξάρτητα από τη θεωρητική ταξινόμησή της στις ανυπόστατες πράξεις. Εξάλλου, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη βεβαιώνει ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε νομίμως, η κρίση αυτή δεν χρειαζόταν ειδικότερη αιτιολογία, ενόψει μάλιστα του ότι ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ότι είχε προβάλει ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κάποιον ειδικότερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος δεν απαντήθηκε από το Δικαστήριο, πρέπει δε να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως.Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση στο σύνολό της. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), τον αναιρεσείοντα από τη δικαστική δαπάνη.