ΣΤΕ/3322/2005
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:...Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, ο αναιρεσείων, μόνιμος ιατρός του Ε.Σ.Υ. που υπηρετεί στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, άσκησε την από 30.12.1996 αγωγή, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθεί αυτό να του καταβάλει ποσό 2.653.800 δραχμών ως διαφορά μεταξύ της υπερωριακής αποζημιώσεως που του καταβλήθηκε για τις εφημερίες που πραγματοποίησε κατά το από 1.1.1994 έως 30.6.1995 χρονικό διάστημα και η οποία υπολογίσθηκε με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/100 του μηνιαίου βασικού μισθού του και εκείνης που προκύπτει με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/65 αυτού που ορίσθηκε για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους με την 2039921/3479/0022/14.6.1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., με την οποία επιδικάσθηκε στον αναιρεσείοντα, ύστερα από ορθό υπολογισμό, ποσό 2.651.610 δραχμών για την ανωτέρω αιτία. Κατά της εν λόγω αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, η οποία έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ούτε τηρήθηκε γι’ αυτήν η τυπική διαδικασία του ειδικού τρόπου δημοσιότητας του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 301/1976, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών, χωρίς όμως να γίνει και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, έκρινε η αναιρεσιβαλλομένη, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως λόγο που αφορά στο κύρος του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ότι η 2039921/3479/ 0022/14.6.1991 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, και επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος του αναιρεσείοντος, και με την αιτιολογία αυτή έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .... και απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος. Η κρίση αυτή είναι ορθή και νόμιμη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις (ΣτΕ 307/2003 7μ., 1485/2003), και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει τεθεί σε ισχύ de facto και εφαρμόζεται, παράγοντας όλες τις έννομες συνέπειές της, ανεξάρτητα από τη θεωρητική ταξινόμησή της στις ανυπόστατες πράξεις. Εξάλλου, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη βεβαιώνει ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε νομίμως, η κρίση αυτή δεν χρειαζόταν ειδικότερη αιτιολογία, ενόψει μάλιστα του ότι ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ότι είχε προβάλει ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κάποιον ειδικότερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος δεν απαντήθηκε από το Δικαστήριο, πρέπει δε να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως.Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση στο σύνολό της. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), τον αναιρεσείοντα από τη δικαστική δαπάνη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/4109/1999
Δημοσίευση κανονιστικών διοικητικών πράξεων:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η ένδικη υπ' αριθμ. 2065240/6951/0022/19-10-1990 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εξ άλλου, η Διοίκηση βεβαιώνει μεν ότι η απόφαση αυτή ανακοινώθηκε σε όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες με την υπ' αριθμ. 2069864/6391/0022/6-11-1990 εγκύκλιο του Υπουργού Οικονομικών, δεν βεβαιώνει όμως ότι έγινε και τοιχοκόλληση της αποφάσεως αυτής και δη στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών (βλ. το υπ' αριθμ. 2079441/11649/0022/27-11-1996 έγγραφο του προέδρου της Επιτροπής Παρακολούθησης του Λογαριασμού "..." προς το Συμβούλιο της Επικρατείας). Υπό τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με τα προεκτεθέντα η κανονιστική αυτή υπουργική απόφαση δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση και επομένως δεν μπορούσε να αποτελέσει τη νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος των εκκαλουσών να τύχουν αποζημιώσεως εκ του λογαριασμού "...".10.Επειδή, μετά την επίλυση κατά τ' ανωτέρω του παραπεμφθέντος ζητήματος που προαναφέρθηκε και δεδομένου ότι η υπόθεση είναι εκκαθαρισμένη κατά τα λοιπά, πρέπει, διακρατουμένης της υποθέσεως, να απορριφθεί ως αβάσιμη η υπό κρίση έφεση, εφόσον ορθώς, έστω και με άλλη αιτιολογία, κρίθηκε από το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο νόμιμη η άρνηση της Διοικήσεως να ικανοποιήσει το πιο πάνω αίτημα των ήδη εκκαλουσών.11. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι οι εκκαλούσες πρέπει να απαλλαγούν από τη δικαστική δαπάνη.
ΣΤΕ/2527/2003
Ατομική διοικητική πράξη- δημοσίευση:...Με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έγινε δεκτό, κατ' απόρριψη της αιτήσεως, ότι η απαλλοτρίωση εγκύρως συντελέσθηκε με την δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 1.11.1999, ημέρα Δευτέρα, της ειδοποιήσεως για την γενομένη παρακατάθεση, εν όψει του ότι η τελευταία ημέρα του δεκαοκταμήνου από την δημοσίευση της δικαστικής αποφάσεως για τον προσδιορισμό της αποζημιώσεως, δηλαδή η 30.10.1999, ήταν Σάββατο. Τον ισχυρισμό δε του αναιρεσείοντος για την πραγματική κυκλοφορία του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως σε μεταγενέστερη ημερομηνία απέρριψε το δικαστήριο ως μη ουσιώδη, με την σκέψη ότι κρίσιμη, κατά την έννοια των διατάξεων του ν.δ/τος 797/1971 και του ν. 301/1976, είναι, εν προκειμένω, μόνον η ημερομηνία την οποία φέρει το φύλλο και κατά την οποία τεκμαίρεται αμαχήτως ότι αυτό εκυκλοφόρησε, και ότι η ημέρα της πραγματικής κυκλοφορίας του, όταν δεν συμπίπτει με την ημερομηνία που φέρει το φύλλο, λαμβάνεται υπ' όψιν μόνον ως αφετηρία της προθεσμίας για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά κανονιστικών πράξεων. Η κρίση όμως αυτή του δικαστηρίου που εξέδωσε την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν είναι, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, νόμιμη, δεδομένου ότι, στην ως άνω περίπτωση, κρίσιμη είναι η ημέρα πραγματικής κυκλοφορίας του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και όχι η ημερομηνία την οποία αυτό φέρει, όταν αυτές δεν συμπίπτουν, επομένως δε ο προβληθείς από τον αναιρεσείοντα σχετικός ισχυρισμός ήταν ουσιώδης. Για τον λόγο, συνεπώς, αυτόν, ο οποίος βασίμως προβάλλεται με την κρινομένη αίτηση, πρέπει αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθή η προσβαλλομένη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό μέρος, πρέπει να παραπεμφθή στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
ΣΤΕ/4108/1999
Διοικητική κανονιστική πράξη:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα υπ' αριθμ. 2008204/763/0022/7-2-1994 και 2025343/4017/0022/ /26-4-1996 έγγραφα του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Δ/νση 22η), η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών (Υπουργεία, Υπηρεσίες Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ.), δεν βεβαιώνεται όμως ότι έγινε και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα όμως αυτά και ενόψει της δοθείσης κατά τ' ανωτέρω λύσεως στο παραπεμφθέν ζήτημα του τρόπου κατά τον οποίο αποκτούν νόμιμη υπόσταση οι περί καθιερώσεως υπερωριακής επ' αμοιβή εργασίας διοικητικές πράξεις, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση και είναι ως εκ τούτου ακυρωτέα, εφόσον, παρά το ανυπόστατο αυτής, η κοινοποίησή της στους αποδέκτες της προς συμμόρφωση των ενδιαφερομένων επέχει θέση εφαρμογής της.Επειδή, συνεπώς πρέπει, διακρατουμένης της υποθέσεως, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση για τον πιο πάνω λόγο, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, παρελκούσης της έρευνας των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
ΣΤΕ/3195/2000
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:..Επειδή, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, τα επίδικα τέλη καθαριότητος και φωτισμού εις βάρος της αναιρεσειούσης, για το έτος 1987, ποσού 1.784.000 δρχ., επεβλήθησαν κατ' εφαρμογή της υπ' αριθμ. 26/1985 κανονιστικής αποφάσεως του κοινοτικού συμβουλίου της Κοινότητας ... (νυν Δήμου ...). Όπως προκύπτει, εξ άλλου, από τον πίνακα των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της κρισίμου συνεδριάσεως του κοινοτικού συμβουλίου, κατά την οποίαν ελήφθη η ήδη αναφερθείσα υπ' αριθμ. 26/1985 κανονιστική απόφαση, αυτή αναρτήθηκε εν περιλήψει στο κοινοτικό κατάστημα, τούτο δε επιβεβαιώνεται και από το υπ' αριθμ. 449/28.4.1998 έγγραφο της αναιρεσιβλήτου προς το Συμβούλιον της Επικρατείας. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά, η κρίσιμος κανονιστική απόφασις δεν έλαβε νόμιμον υπόστασιν και για τον λόγον αυτόν-ο οποίος, ως αναγόμενος στο συνταγματικό κύρος του εφαρμοσθέντος από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση κανόνος δικαίου, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και το πρώτον κατ' αναίρεση, όπως ήδη ελέχθη-η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση κατέστη αναιρετέα, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων αναιρέσεως, η δε υπόθεση μη χρήζουσα διευκρινίσεως κατά το πραγματικόν, κρατείται προς εκδίκαση από το Δικαστήριο, το οποίο δικάζον την έφεση της ήδη αναιρεσειούσης, δέχεται αυτήν εξαφανίζον την υπ' αριθμ. 337/1989 απόφαση του Διοικητ. Πρωτοδικείου .... Ακολούθως, το Δικαστήριο δικάζον την προσφυγή της αναιρεσειούσης κατά της πράξεως εγγραφής της στον βεβαιωτικό κατάλογο τελών καθαριότητος και φωτισμού έτους 1987, δέχεται αυτήν, εξαφανίζον την ως άνω εγγραφήν.
ΣΤΕ/517/2013
Δημοσίευση κανονιστικών αποφάσεων:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως βεβαιώνεται στο από 24-12-2003 αποδεικτικό του κλητήρα του Δήμου ..., το οποίο συνυπογράφουν δύο μάρτυρες, ο κλητήρας αυτός δημοσίευσε με τοιχοκόλληση κατά την πιο πάνω ημερομηνία στον πίνακα ανακοινώσεων του Δήμου τα θέματα του 20957/18-12-2003 πίνακα θεμάτων-αποφάσεων της 17ης συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου της 22-12-2003 και τις αποφάσεις που ελήφθησαν κατ’ αυτήν. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στις προηγούμενες σκέψεις, η προσβαλλόμενη απόφαση απέκτησε νόμιμη υπόσταση με την πιο πάνω δημοσίευσή της στις 24-12-2003, από την επομένη δε της δημοσίευσης αυτής, δηλαδή από 25-12-2003 άρχισε η προβλεπόμενη στο άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 εξηκονθήμερη προθεσμία για την προσβολή της με αίτηση ακυρώσεως. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 19-5-2004, δηλαδή μετά την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας, ασκήθηκε εκπροθέσμως και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη (βλ. ΣΕ 3273/2004 7μ., 3514/2006, 375/2007, 1869/2008 κ.α.).
ΣΤΕ/2322/2009
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ-ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΩΝ-ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ:Άλλωστε, κατά το σύντομο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την διενέργεια της επαναληπτικής ψηφοφορίας δεν διαταράσσεται η εύρυθμη λειτουργία της δημοτικής αρχής, διότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 παρ. 4 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και την αρχή της συνεχείας της Διοικήσεως ο δήμος εξακολουθεί, κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, να διοικείται από τους υποψήφιους που έχουν ανακηρυχθεί επιτυχόντες με την αρχικώς εκδοθείσα σχετική απόφαση του διοικητικού πρωτοδικείου. Συνεπώς, έσφαλε το Διοικητικό Πρωτοδικείο ..., το οποίο έκρινε ότι εν όψει της κατά τα ως άνω διαμορφώσεως του εκλογικού αποτελέσματος στον Δήμο ... ..., ύστερα από την εκδίκαση της ενστάσεως του αναιρεσείοντος και της αντενστάσεως του αναιρεσιβλήτου, έπρεπε να διενεργηθεί κλήρωση για την ανάδειξη του επιτυχόντος συνδυασμού στον εν λόγω Δήμο και όχι να διεξαχθεί επαναληπτική ψηφοφορία σύμφωνα με τα άρθρα 59 παρ. 1 και 69 παρ. 2 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ανάμεσα στον αναιρεσείοντα και τον αναιρεσίβλητο, ως υποψήφιους δημάρχους με τους συνδυασμούς «...» και «...» αντιστοίχως.(...)Εξ άλλου, το ως άνω διοικητικό δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια διοικητικής φύσεως για την διεξαγωγή της επαναληπτικής ψηφοφορίας ανάμεσα στον αναιρεσείοντα και στον αναιρεσίβλητο, διότι σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη η ψηφοφορία αυτή πρέπει να διεξαχθεί κατ’ εφαρμογή των άρθρων 59 παρ. 1 και 69 παρ. 2 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων επί τη βάσει προγράμματος που θα εκδώσει ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας της Βορείου Αιγαίου.(...)Δέχεται την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως. Αναιρεί εν μέρει την υπ’ αριθμ. 228/2008 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ... σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό και στο σύνολό της την υπ’ αριθμ. 249/2008 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου. Εντέλλεται, ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου να εκδώσει πρόγραμμα επαναληπτικής ψηφοφορίας στον Δήμο ... ..., ανάμεσα στον αναιρεσείοντα και στον αναιρεσίβλητο, ως υποψήφιους δημάρχους του εν λόγω Δήμου με τους συνδυασμούς «...» και «...» αντιστοίχως.
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ/Β1/625/2022
Κατά το άρθρο 580 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (για υπέρβαση δικαιοδοσίας και για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα) μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να την δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα προεκτεθέντα, η υπ' αριθ. 442/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πατρών απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της πρωτόδικης απόφασης, που του είχε επιδικάσει το επίδομα θέσης ευθύνης. Ήδη το αίτημα αυτό κρίθηκε μη νόμιμο. Εφόσον δε η υπόθεση δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση, πρέπει, μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης 442/2018 απόφασης, να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο, να γίνει δεκτή η έφεση του αναιρεσείοντος, να εξαφανισθεί η υπ' αριθ. 229/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών και να απορριφθεί η ένδικη αγωγή του αναιρεσιβλήτου, κατά το μέρος, που αφορά το επίδομα θέσης ευθύνης ως μη νόμιμη. Τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντα, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις, θα επιβληθούν στον αναιρεσίβλητο, λόγω της ήττας του [άρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ], αφού υποβάλλεται σχετικό αίτημα, όμως δεν θα επιβληθούν μειωμένα, καθότι η νομική υποστήριξη του αναιρεσείοντος Ν.Π.Δ.Δ. στο παρόν Δικαστήριο, δεν διεξήχθη από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους [άρθρ. 22 παρ. 1, 3 Ν. 3693/1957, ΑΠ 920/2019, 1382/2017].
ΣΤΕ/33/2009
Δημοσίευση κανονιστικής πράξης:..Επειδή, όσον αφορά τη νομιμότητα της δημοσίευσης της προσβαλλόμενης κανονιστικής πράξης, η αόριστη αναφορά στο δελτίο «...» σε συνοδική απόφαση με βάση την οποία «ανακαλείται» ο Εσωτερικός Κανονισμός της αιτούσας Ιεράς Μονής, χωρίς να αναφέρεται η χρονολογία της, δεν συνιστά νομότυπο τρόπο δημοσίευσής της και, επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, ενώ εξάλλου λόγω της πλημμελούς αυτής δημοσίευσης δεν κινήθηκε η προθεσμία άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως κατ’ αυτής, η οποία επί κανονιστικών πράξεων αρχίζει από τη δημοσίευσή τους (βλ. Σ.τ.Ε. 4/2000). Συνεπώς, η προσβαλλομένη κανονιστική απόφαση είναι ανυπόστατη και, κατ’ αρχήν, προσβάλλεται απαραδέκτως. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο Μητροπολίτης ... εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 183Β/30.5.2004 απόφασή του, με την οποία, μεταξύ άλλων, διόρισε προσωρινή διοίκηση της Ιεράς Μονής «μέχρι δημοσιεύσεως του Κανονισμού Λειτουργίας της Ιεράς Μονής» (παρ. 2 της αποφάσεως). Η ανωτέρω απόφαση του Μητροπολίτη ... ο οποίος την εξέδωσε θεωρώντας ότι δεν υφίσταται Εσωτερικός Κανονισμός της αιτούσας Ιεράς Μονής λόγω της «ανακλήσεως» του κατά τ’ ανωτέρω δημοσιευθέντος Εσωτερικού Κανονισμού, συνιστά εφαρμογή της προσβαλλόμενης ανυπόστατης κανονιστικής απόφασης. Για το λόγο αυτό, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη. Επιπλέον, η κατάργηση του Εσωτερικού Κανονισμού της αιτούσας Ιεράς Μονής με τον τύπο της «διόρθωσης ημαρτημένων» δεν είναι νόμιμη, δεδομένου ότι τούτο έγινε με αυθαίρετη ενέργεια της Διεύθυνσης του δελτίου «...», χωρίς να συντρέχει περίπτωση διόρθωσης σφάλματος που ενεφιλοχώρησε κατά τη δημοσίευση του εν λόγω Κανονισμού. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη καθίσταται ακυρωτέα και για το λόγο αυτό.
ΣΤΕ 2490/2006 ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Αίτηση αναιρέσεως-παραπομπή-αρμοδιότητα ΣΤ Τμ. ΣΤΕ-δικαιοδοσία διοικητικών οργάνων-δικαιοδοσία ΣΤΕ-πολιτικά, ποινικά και διοικητικά δικαστήρια-δικαιοδοσία ΕΣ-έλλειψη δικαιοδοσίας-διαφορά απορρέουσα από εκτέλεση δημοσίου έργου..ο αναιρεσίβλητος ανέλαβε, βάσει συμβάσεως, την εκτέλεση δημοτικού έργου, με αντικείμενο την τοποθέτηση νέων ασφαλτοταπήτων σε διάφορους δρόμους του αναιρεσείοντος Δήμου . Ο εν λόγω εργολάβος, κατ’ επίκληση εντολής πληρωμής... ζήτησε με την από 22.11.1999 αίτησή του προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και επέτυχε την έκδοση διαταγής πληρωμής, με την οποία υποχρεώθηκε ο αναιρεσείων Δήμος να του καταβάλει το ποσό των 47.475.737 δραχμών, νομιμοτόκως από την επομένη της εκδόσεως της εντολής πληρωμής μέχρι την εξόφλησή της, καθώς και τα δικαστικά έξοδα, αντίγραφο δε της ως άνω διαταγής πληρωμής με επιταγή προς εκτέλεση επιδόθηκε στον Δήμο ... Κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής και της επιταγής προς πληρωμή της ο Δήμος άσκησε ανακοπή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία απορρίφθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, ως απαράδεκτη, ελλείψει δικαιοδοσίας, με την ειδικότερη αιτιολογία ότι με την εκδοθείσα από τον δικαστή του πολιτικού δικαστηρίου, κατά την διαδικασία των άρθρων 624-634 του Κ.Πολ.Δ., διαταγή πληρωμής, η οποία προσομοιάζει με δικαστική απόφαση, δεν ασκείται αρμοδιότητα διοικητικής φύσεως..Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση.
ΕΣ/ΤΜ.1/19/2009
ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, η 190569/13.7.2006 απόφαση συγκρότησης της ως άνω Επιτροπής, εφόσον εκδόθηκε στις 13.7.2006, χρόνος κατά τον οποίο ίσχυε ο ν. 301/1976, δεν απαιτείτο να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ.1 εδαφ. ε΄ του νόμου αυτού. Αντίθετα, η ως άνω 190798/13.7.2007 τροποποιητική απόφαση έπρεπε να δημοσιευτεί στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αφού κατά το χρόνο έκδοσής της (13.7.2007), ίσχυε πλέον ο ν. 3469/2006, σύμφωνα με τις διατάξεις του οποίου (άρθρο 5 παρ.2 περ. ιβ΄) δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως οι αποφάσεις συγκρότησης των αμειβόμενων επιτροπών, καθώς και οι τροποποιητικές αυτών, και συνεπώς είναι ανυπόστατη μη παράγουσα έννομες συνέπειες. Κατ΄ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη, τα δε λοιπά προβαλλόμενα από τον Επίτροπο ότι συμμετείχε στις συνεδριάσεις της επιτροπής, κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2008 έως 8.10.2008, ως αναπληρώτρια της εισηγήτριας, άλλο πρόσωπο από εκείνο που οριζόταν στην απόφαση συγκρότησης, καθώς και ότι η σχετική 6264/4.5.2007 απόφαση ορισμού αναπληρώτριας της Προϊσταμένης του Τμήματος Ασφάλισης που μετείχε ως εισηγήτρια στην ως άνω επιτροπή δεν δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθίστανται πλέον ως άνευ αντικειμένου. Συνακόλουθα, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.