ΣΤΕ/33/2009
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Δημοσίευση κανονιστικής πράξης:..Επειδή, όσον αφορά τη νομιμότητα της δημοσίευσης της προσβαλλόμενης κανονιστικής πράξης, η αόριστη αναφορά στο δελτίο «...» σε συνοδική απόφαση με βάση την οποία «ανακαλείται» ο Εσωτερικός Κανονισμός της αιτούσας Ιεράς Μονής, χωρίς να αναφέρεται η χρονολογία της, δεν συνιστά νομότυπο τρόπο δημοσίευσής της και, επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, ενώ εξάλλου λόγω της πλημμελούς αυτής δημοσίευσης δεν κινήθηκε η προθεσμία άσκησης αιτήσεως ακυρώσεως κατ’ αυτής, η οποία επί κανονιστικών πράξεων αρχίζει από τη δημοσίευσή τους (βλ. Σ.τ.Ε. 4/2000). Συνεπώς, η προσβαλλομένη κανονιστική απόφαση είναι ανυπόστατη και, κατ’ αρχήν, προσβάλλεται απαραδέκτως. Όπως, όμως, προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο Μητροπολίτης ... εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 183Β/30.5.2004 απόφασή του, με την οποία, μεταξύ άλλων, διόρισε προσωρινή διοίκηση της Ιεράς Μονής «μέχρι δημοσιεύσεως του Κανονισμού Λειτουργίας της Ιεράς Μονής» (παρ. 2 της αποφάσεως). Η ανωτέρω απόφαση του Μητροπολίτη ... ο οποίος την εξέδωσε θεωρώντας ότι δεν υφίσταται Εσωτερικός Κανονισμός της αιτούσας Ιεράς Μονής λόγω της «ανακλήσεως» του κατά τ’ ανωτέρω δημοσιευθέντος Εσωτερικού Κανονισμού, συνιστά εφαρμογή της προσβαλλόμενης ανυπόστατης κανονιστικής απόφασης. Για το λόγο αυτό, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη. Επιπλέον, η κατάργηση του Εσωτερικού Κανονισμού της αιτούσας Ιεράς Μονής με τον τύπο της «διόρθωσης ημαρτημένων» δεν είναι νόμιμη, δεδομένου ότι τούτο έγινε με αυθαίρετη ενέργεια της Διεύθυνσης του δελτίου «...», χωρίς να συντρέχει περίπτωση διόρθωσης σφάλματος που ενεφιλοχώρησε κατά τη δημοσίευση του εν λόγω Κανονισμού. Κατά συνέπεια, η προσβαλλόμενη πράξη καθίσταται ακυρωτέα και για το λόγο αυτό.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Π.Δ. 35/2019
Ίδρυση Ανδρώας Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Αγίας Παρασκευής Διδυμοτείχου, της Ιεράς Μητροπόλεως Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου, που βρίσκεται στην περιοχή «Μάγγαλα», της Δημοτικής Κοινότητας Διδυμοτείχου, της Δημοτικής Ενότητας Διδυμοτείχου, του Δήμου Διδυμοτείχου, του Νομού Έβρου.
Π.Δ.46/2024
Μετατροπή της Γυναικείας Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Αγίου Γεωργίου Μαλεσίνας, της Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος, που βρίσκεται στη Δημοτική Ενότητα Μαλεσίνης, του Δήμου Λοκρών, της Περιφερειακής Ενότητας Φθιώτιδας, της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, σε Ανδρώα Ιερά Κοινοβιακή Μονή.
3323/2057/2023
Τροποποίηση και κωδικοποίηση του Κανονισμού περί διαχειρίσεως των εκκλησιαστικών ακινήτων, δαπανών και έργων της Ιεράς Μητροπόλεως Θήρας, Αμοργού και Νήσων
ΝΣΚ/33/2023
ΔΟΜΗΣΗ-ΟΡΟΙ ΔΟΜΗΣΕΩΣ-ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ: Ερωτάται εάν η Διεύθυνση Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας ήταν, ενόψει της διάταξης του άρθρου 25 του ν.4122/2013, αρμόδια για την έκδοση της υπ΄αριθμ. 2551/3.6.1998 οικοδομικής άδειας «ανεγέρσεως Εκκλησιαστικού Γηροκομείου μετά παρεκκλησίου Αγίου Παντελεήμονος στη Νάξο». (...) Η Διεύθυνση Ναοδομίας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας δεν ήταν, ενόψει της διάταξης του άρθρου 25 του ν.4122/2013, αρμόδια για την έκδοση της υπ’ αριθμ. 2551/3.6.1998 ενιαίας οικοδομικής άδειας «ανεγέρσεως Εκκλησιαστικού Γηροκομείου μετά παρεκκλησίου Αγίου Παντελεήμονος στη Νάξο», αλλά ήταν αρμόδια για την έκδοση οικοδομικής άδειας ανέγερσης μόνο αναφορικά με το παρεκκλήσιο του Αγίου Παντελεήμονος, ενώ η οικοδομική άδεια ανέγερσης του Εκκλησιαστικού Γηροκομείου ανήκε στην κατά τόπο αρμόδια ΥΔΟΜ του Δήμου Νάξου. Τούτο συνάγεται από την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 47 παρ. 2 ν. 590/1977, “Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδας”, στην οποία η μεταβατικού χαρακτήρα, εισάγουσα εξαιρετικό δίκαιο, και, ως εκ τούτου, στενά ερμηνευτέα διάταξη του άρθρου 25 ν. 4122/2013 παραπέμπει, σε συνδυασμό με την έννοια του «κτίσματος του Ιερού Ναού», όπως αυτή απαντάται στη θεωρία, τα νομοθετικά κείμενα και τη νομολογία (κατά πλειοψηφία).
ΝΣΚ/108/2021
Αν μπορεί να θεωρηθεί επαρκές για την τεκμηρίωση του δικαιώματος εκμετάλλευσης λατομείου σε ιδιωτική έκταση της εκμισθώτριας Ιεράς Μονής Α.Γ.Ε., η συμβολαιογραφική πράξη συναίνεσης που συντάχθηκε σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ.1 του ν. 3800/1957 και προσκομίσθηκε από την ενδιαφερόμενη εταιρεία «Α. Α.Ε.», προκειμένου η αρμόδια Υπηρεσία να προχωρήσει περαιτέρω στην αξιολόγηση και έγκριση της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης.(...)Η συμβολαιογραφική πράξη συναίνεσης που συντάχθηκε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 7 παρ.1 του ν. 3800/1957, και έχει νόμιμα μεταγραφεί στα οικεία βιβλία μεταγραφών του τοπικά αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου, συνιστά την απαιτούμενη κατά τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 44 του ν. 4512/2018 απαιτούμενη τεκμηρίωση για την ύπαρξη του δικαιώματος εκμετάλλευσης του εν λόγω λατομείου στο πρόσωπο της εκμισθώτριας του χώρου Ιεράς Μονής Α.Γ.Ε., προκειμένου η αρμόδια Υπηρεσία να προχωρήσει στην περαιτέρω αξιολόγηση και έγκριση της τεχνικής μελέτης εκμετάλλευσης, δεδομένου ότι ουσιαστικά στοιχεία του τίτλου αυτού κτήσης κυριότητος, όπως είναι το πρόσωπο που προέβη στην πράξη συναίνεσης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχου από την Υπηρεσία (κατά πλειοψηφία).
ΣΤΕ/3195/2000
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:..Επειδή, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, τα επίδικα τέλη καθαριότητος και φωτισμού εις βάρος της αναιρεσειούσης, για το έτος 1987, ποσού 1.784.000 δρχ., επεβλήθησαν κατ' εφαρμογή της υπ' αριθμ. 26/1985 κανονιστικής αποφάσεως του κοινοτικού συμβουλίου της Κοινότητας ... (νυν Δήμου ...). Όπως προκύπτει, εξ άλλου, από τον πίνακα των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της κρισίμου συνεδριάσεως του κοινοτικού συμβουλίου, κατά την οποίαν ελήφθη η ήδη αναφερθείσα υπ' αριθμ. 26/1985 κανονιστική απόφαση, αυτή αναρτήθηκε εν περιλήψει στο κοινοτικό κατάστημα, τούτο δε επιβεβαιώνεται και από το υπ' αριθμ. 449/28.4.1998 έγγραφο της αναιρεσιβλήτου προς το Συμβούλιον της Επικρατείας. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά, η κρίσιμος κανονιστική απόφασις δεν έλαβε νόμιμον υπόστασιν και για τον λόγον αυτόν-ο οποίος, ως αναγόμενος στο συνταγματικό κύρος του εφαρμοσθέντος από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση κανόνος δικαίου, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και το πρώτον κατ' αναίρεση, όπως ήδη ελέχθη-η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση κατέστη αναιρετέα, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων αναιρέσεως, η δε υπόθεση μη χρήζουσα διευκρινίσεως κατά το πραγματικόν, κρατείται προς εκδίκαση από το Δικαστήριο, το οποίο δικάζον την έφεση της ήδη αναιρεσειούσης, δέχεται αυτήν εξαφανίζον την υπ' αριθμ. 337/1989 απόφαση του Διοικητ. Πρωτοδικείου .... Ακολούθως, το Δικαστήριο δικάζον την προσφυγή της αναιρεσειούσης κατά της πράξεως εγγραφής της στον βεβαιωτικό κατάλογο τελών καθαριότητος και φωτισμού έτους 1987, δέχεται αυτήν, εξαφανίζον την ως άνω εγγραφήν.
ΣΤΕ/4108/1999
Διοικητική κανονιστική πράξη:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα υπ' αριθμ. 2008204/763/0022/7-2-1994 και 2025343/4017/0022/ /26-4-1996 έγγραφα του Υπουργείου Οικονομικών (Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Δ/νση 22η), η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών (Υπουργεία, Υπηρεσίες Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ.), δεν βεβαιώνεται όμως ότι έγινε και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα όμως αυτά και ενόψει της δοθείσης κατά τ' ανωτέρω λύσεως στο παραπεμφθέν ζήτημα του τρόπου κατά τον οποίο αποκτούν νόμιμη υπόσταση οι περί καθιερώσεως υπερωριακής επ' αμοιβή εργασίας διοικητικές πράξεις, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση και είναι ως εκ τούτου ακυρωτέα, εφόσον, παρά το ανυπόστατο αυτής, η κοινοποίησή της στους αποδέκτες της προς συμμόρφωση των ενδιαφερομένων επέχει θέση εφαρμογής της.Επειδή, συνεπώς πρέπει, διακρατουμένης της υποθέσεως, να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση για τον πιο πάνω λόγο, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, παρελκούσης της έρευνας των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
ΣΤΕ/3322/2005
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:...Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, ο αναιρεσείων, μόνιμος ιατρός του Ε.Σ.Υ. που υπηρετεί στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, άσκησε την από 30.12.1996 αγωγή, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθεί αυτό να του καταβάλει ποσό 2.653.800 δραχμών ως διαφορά μεταξύ της υπερωριακής αποζημιώσεως που του καταβλήθηκε για τις εφημερίες που πραγματοποίησε κατά το από 1.1.1994 έως 30.6.1995 χρονικό διάστημα και η οποία υπολογίσθηκε με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/100 του μηνιαίου βασικού μισθού του και εκείνης που προκύπτει με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/65 αυτού που ορίσθηκε για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους με την 2039921/3479/0022/14.6.1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., με την οποία επιδικάσθηκε στον αναιρεσείοντα, ύστερα από ορθό υπολογισμό, ποσό 2.651.610 δραχμών για την ανωτέρω αιτία. Κατά της εν λόγω αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, η οποία έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ούτε τηρήθηκε γι’ αυτήν η τυπική διαδικασία του ειδικού τρόπου δημοσιότητας του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 301/1976, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών, χωρίς όμως να γίνει και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, έκρινε η αναιρεσιβαλλομένη, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως λόγο που αφορά στο κύρος του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ότι η 2039921/3479/ 0022/14.6.1991 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, και επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος του αναιρεσείοντος, και με την αιτιολογία αυτή έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .... και απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος. Η κρίση αυτή είναι ορθή και νόμιμη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις (ΣτΕ 307/2003 7μ., 1485/2003), και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει τεθεί σε ισχύ de facto και εφαρμόζεται, παράγοντας όλες τις έννομες συνέπειές της, ανεξάρτητα από τη θεωρητική ταξινόμησή της στις ανυπόστατες πράξεις. Εξάλλου, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη βεβαιώνει ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε νομίμως, η κρίση αυτή δεν χρειαζόταν ειδικότερη αιτιολογία, ενόψει μάλιστα του ότι ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ότι είχε προβάλει ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κάποιον ειδικότερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος δεν απαντήθηκε από το Δικαστήριο, πρέπει δε να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως.Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση στο σύνολό της. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), τον αναιρεσείοντα από τη δικαστική δαπάνη.
ΕΣ/Τ6/8/2009
Εξάλλου, ως προς τους λόγους που προβάλλει η αιτούσα αφενός μεν ότι αναρμοδίως το Δημοτικό Συμβούλιο εξέδωσε την 6/2008 απόφασή του, ισχυριζόμενη ότι αρμόδια ήταν η Δημαρχιακή Επιτροπή, και αφετέρου ότι κατά τη λήψη της απόφασής του το Δημοτικό Συμβούλιο συνεδρίασε με μη νόμιμη σύνθεση, καθώς σ αυτή συμμετείχε και μέλος της Επιτροπής διαγωνισμού και ότι έτσι δεν πληρούσε τις εγγυήσεις αμεροληψίας, το Τμήμα κρίνει ότι αλυσιτελώς προβάλλονται οι λόγοι αυτού και πρέπει να απορριφθούν, καθόσον, όπως ορθά απεφάνθη και το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη πράξη του, οι ισχυρισμοί αυτοί της αιτούσας δεν μεταβάλλουν τη διαπιστωθείσα νομιμότητα του αποκλεισμού της από το διαγωνισμό, που συνιστά πράξη δεσμίας αρμοδιότητας, επερχομένη αυτομάτως με τον εντοπισμό νομικών πλημμελειών στα δικαιολογητικά συμμετοχής της.
ΣΤΕ/2817/2006
Δημοσίευση κανονιστικών διοικητικών πράξεων:..Επειδή, από τα άρθρα 42 παρ. 1 και 35 παρ. 1 του Συντάγματος προκύπτει η βασική αρχή, που ερείδεται και σε άλλες συνταγματικές διατάξεις, ότι για την τελείωση των τυπικών νόμων και των προεδρικών διαταγμάτων, αλλά και των λοιπών κανονιστικού χαρακτήρα διοικητικών πράξεων, απαιτείται, ως συστατικό στοιχείο του κύρους τους, η δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με τη δημοσίευση η κανονιστική ρύθμιση καθίσταται προσιτή στους πολίτες, δημιουργείται τεκμήριο γνώσης της και καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητας των κανονιστικών διοικητικών πράξεων από το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα λοιπά δικαστήρια. Ειδικά, όμως, για τις λοιπές, πέραν των προεδρικών διαταγμάτων, κανονιστικού περιεχομένου διοικητικές πράξεις, ο νομοθέτης μπορεί να καθορίσει γενικό ή ειδικούς, κατά περίπτωση, τρόπους δημοσιεύσεως με άλλο πρόσφορο μέσο, που προσιδιάζει στο αντικείμενο και το χαρακτήρα της επιχειρούμενης ρυθμίσεως (ΣτΕ 4108, 4109/1999 Ολ., 3322/2005)Επειδή, όπως συνάγεται από το αναφερόμενο στην προσβαλλόμενη απόφαση περιεχόμενό της (καθορισμός αποδοχών Γενικού Διευθυντή της …), η 20286/Ζ2/2361/21-9-1989 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 3 του άρθρου 20 ν. 1730/1987, έχει κανονιστικό χαρακτήρα και για να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις. Τέτοια δημοσίευση όμως δεν έγινε, όπως προκύπτει από το 3461/22-9-2006 έγγραφο του αναιρεσείοντος Ταμείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας σε συνδυασμό με το Γ162534/20-9-2006 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το εν λόγω Ταμείο, τα οποία περιήλθαν στο Δικαστήριο μετά την 1423/2006 αναβλητική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τα δεδομένα αυτά, μη νομίμως το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εφάρμοσε την πιο πάνω ανυπόστατη υπουργική απόφαση. Για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.