Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1384/2012

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Γενικό Λογιστήριο του Κράτους-Αγωγή καταβολής αποζημίωσης για διαφορές σύνταξης εξαιτίας μη καταταγής σε ανώτερα μισθολογικά κλιμάκια:Με την αίτηση επιδιώκεται η αναίρεση της 298/2008 αποφάσεως του ΙΙ Τμήματος.(....)Ήδη με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το ποσό της εισπραχθείσας από την αναιρεσείουσα συντάξεως κατά το έτος 1991, το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από αυτό που έπρεπε να είχε εισπράξει, προκειμένου να υπολογισθεί ορθά η ζημία της, ανέρχεται σε 1.448.744,50 δραχμές, είναι δηλαδή μικρότερο του ποσού του 1.552.251 δραχμών που υπολογίσθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, με αποτέλεσμα το ποσό της ζημίας της για την περίοδο αυτή να είναι κατά 103.506,50 δραχμές (1.552.251 – 1.448.744,50) ή 303,80 ευρώ μεγαλύτερο από εκείνο που της επιδικάσθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση.(....)Και ο λόγος όμως αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη. Και τούτο διότι ναι μεν, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας η διάταξη αυτή, κατά το μέρος που καθορίζει το νόμιμο και το της υπερημερίας επιτόκιο σε 6% ετησίως είναι ανίσχυρη, ως αντικείμενη στις αναφερόμενες στη σκέψη αυτή συνταγματικές και άλλες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, στην προκειμένη περίπτωση, όμως, καθ’ ερμηνεία του αιτήματος της αγωγής «… να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να … καταβάλει, νομιμοτόκως, το ποσό των 732.933 δραχμών», επιχειρούμενη υπό το φως της κατά την άσκηση της αγωγής (10.5.1995) κρατούσας νομολογίας για υπολογισμό επί χρηματικών οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου επιτοκίου 6% κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του άνω Κώδικα περί Δικών του Δημοσίου - αφού το ανίσχυρο του επίμαχου μέρους της διάταξης αυτής και η συνακόλουθη εφαρμογή του εκάστοτε ισχύοντος για τους ιδιώτες επιτοκίου, απαγγέλθηκε για πρώτη φορά μεταγενέστερα με την 513/2009 απόφαση της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου - αυτή (ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα) ζήτησε την επιδίκαση του ανωτέρω ποσού αποζημίωσης με επιτόκιο 6% ετησίως.Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/670/1995

Δημόσια έργα. Συμβάσεις. Επιτόκιο προκαταβολών. Προεδρεύων: Μ.Βεκρής, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Θ.Ρεντζεπέρης, Νομικός Σύμβουλος Το, δια της υπ αριθμ.248/3-7-95 ΠΥΣ, καθοριζόμενο επιτόκιο, με το οποίο επιβαρύνονται οι χορηγούμενες από το Δημόσιο προκαταβολές, στους εργολήπτες δημοσίων έργων, εφαρμόζεται και στις εργολαβίες που βρισκόντουσαν σε εξέλιξη, κατά τη δημοσίευση της ΠΥΣ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ανεξαρτήτως του χρόνου δημοπρατήσεως ή αναθέσεώς τους και καλύπτει, το, μη αποσβεσθέν, τμήμα της προκαταβολής. Το επιτόκιο, με το οποίο επιβαρύνονται, οι χορηγούμενες από το Δημόσιο προκαταβολές, σε εργολήπτες δημοσίων έργων, δεν είναι σταθερό, αλλά ακολουθεί τη διακύμανση του επιτοκίου των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου δωδεκάμηνης διάρκειας, ως προς όλες τις συνέπειες διότι, άλλως, θα έπρεπε να αναφέρεται στην ΠΥΣ, ότι ισχύει το ανωτέρω επιτόκιο, όπως είχε διαμορφωθεί, κατά την ημέρα δημοσιεύσεως της ΠΥΣ στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ή σε άλλη συγκεκριμένη ημερομηνία.


ΝΣΚ/60/2022

Ερωτάται εάν κατά την εκτέλεση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, η οποία εκδόθηκε επί καταψηφιστικής αγωγής για την καταβολή αποζημίωσης από απαλλοτρίωση που δεν συντελέστηκε, υποχρεούται η Υπηρεσία στην καταβολή των επιδικασθέντων τόκων με επιτόκιο 6% ετησίως, σύμφωνα με το διατακτικό της απόφασης, αντί 3%, σύμφωνα με το άρθρο 45 παρ. 1-3 του ν. 4607/2019 για το χρονικό διάστημα από την θέση σε ισχύ του νόμου αυτού την 1-5-2019 έως την ημερομηνία έκδοσης των σχετικών γραμματίων σύστασης χρηματικής παρακατάθεσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.(...)Η υπηρεσία ΥΠΑ έχει υποχρέωση να συμμορφωθεί με το περιεχόμενο της αμετάκλητης εφετειακής απόφασης και να εκτελέσει αυτήν σύμφωνα με το διατακτικό της και συγκεκριμένα να καταβάλει στους αντιδίκους τα καθορισθέντα με την απόφαση αυτήν ποσά με το νόμιμο τόκο υπερημερίας με επιτόκιο 6% από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση και όχι με το επιτόκιο που ορίζεται στο άρθρο 45 του ν. 4607/2019 (ομόφωνα).


ΣΤΕ 4149/2014

Εν προκειμένω, η αναιρεσείουσα Κοινοπραξία με το ασκηθέν, στις 30.12.2002, ένδικο βοήθημα, ζήτησε, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί ο αναιρεσίβλητος Δήμος να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 17.795.490 δραχμών, εκ των οποίων (α) ποσό 8.374.272 δραχμών αφορά τόκους οι οποίοι, κατά τους ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, έπρεπε να της καταβληθούν λόγω της μεταγενέστερης εξόφλησης της ιδίας συμμετοχής του Δήμου, συμπεριλαμβανομένου του εργολαβικού οφέλους ποσοστού 15% και του ΦΠΑ ποσοστού 18% και (β) ποσό 5.000.000 δραχμών για πρόσθετες εργασίες καθώς και ποσό 4.421.218 δραχμών για τόκους επί του ποσού των προσθέτων εργασιών. Ενόψει των ως άνω αξιώσεων της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, η ικανοποίηση των οποίων προϋποθέτουν την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών όρων της συμβάσεως, όφειλε αυτή να ασκήσει, μετά την τήρηση της προσήκουσας ενδικοφανούς διαδικασίας, προσφυγή διότι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, η δικαστική επίλυση όλων εν γένει των διαφορών από την εκτέλεση δημοσίων ή δημοτικών έργων, και αυτών ακόμη που έχουν ως αντικείμενο την ανόρθωση ζημίας που προκλήθηκε από ενέργειες ή παραλείψεις των δημοσίων ή δημοτικών αρχών κατά την εκτέλεση δημοσίου ή δημοτικού έργου, επιδιώκεται με άσκηση προσφυγής, μετά τήρηση της διαγραφομένης από το νόμο διοικητικής διαδικασίας. Με αυτά τα δεδομένα, ορθώς το δικάσαν εφετείο δέχθηκε ότι το ασκηθέν ένδικο βοήθημα είχε το χαρακτήρα προσφυγής, όπως άλλωστε επιγράφετο, δεδομένου ότι οι συγκεκριμένες απαιτήσεις της αναιρεσείουσας δεν ήταν βέβαιες και εκκαθαρισμένες αλλά, αντιθέτως, υπήρχε στάδιο ουσιαστικής κρίσεως τόσο ως προς την καταρχήν ύπαρξη των απαιτήσεων όσο και το ύψος αυτών, ο δε προαναφερθείς λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος...κατόπιν αυτών η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως είναι απορριπτέα στο σύνολό της.


ΣτΕ/1663/2009/ΟΛΟΜ

H διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου, με την οποία θεσπίζεται, για τις οφειλές του Δημοσίου, επιτόκιο νόμιμο και υπερημερίας σε ποσοστό 6%, που είναι μικρότερο από το ποσοστό του γενικώς ισχύοντος αντίστοιχου επιτοκίου, αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.


ΣΤΕ 311/2011

Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999. 


ΣΤΕ/1553/2017

Εκτέλεση δημοσίου έργου- τόκος υπερημερίας:..Επειδή, η κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι για τον υπολογισμό του οφειλόμενου στην αναιρεσίβλητη τόκου εφαρμόζεται το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας δεν είναι νόμιμη, διότι, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στις σκέψεις 8 και 10, εφαρμοστέο εν προκειμένω είναι το επιτόκιο που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003, με την επιφύλαξη, πάντως, της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του εν λόγω διατάγματος, δηλαδή με την επιφύλαξη ότι οι κοινές διατάξεις που αφορούν την εκτέλεση των συμβάσεων δημοσίων έργων δεν προβλέπουν ευνοϊκότερο για τον ανάδοχο επιτόκιο, οπότε εφαρμοστέες είναι οι διατάξεις αυτές. Συνεπώς, ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 4 του π.δ. 166/2003 η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη τόκο με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, είναι βάσιμος και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, κατά το μέρος που με αυτήν ορίσθηκε ότι ο καταβλητέος στην αναιρεσίβλητη τόκος για τα οφειλόμενα σε αυτήν ποσά πρέπει να υπολογισθεί με βάση το εκάστοτε γενικώς ισχύον επιτόκιο υπερημερίας, η υπόθεση δε, η οποία χρειάζεται διευκρίνιση ως προς το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί, κατά το αναιρούμενο μέρος στο εκδόν την εν λόγω απόφαση δικαστήριο, προκειμένου να κρίνει, ενόψει της ρυθμίσεως του άρθρου 8 του π.δ. 166/2003, ποιά διάταξη προβλέπει το ευνοϊκότερο για την αναιρεσίβλητη επιτόκιο.


ΣΤΕ/345/2014

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η αναίρεση της υπ’αριθ.1340/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. 6969/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή της ιδίας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. ... αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, με την οποία, μεταξύ άλλων, είχε διαταχθεί η επιστροφή στο Δημόσιο τμήματος της καταβληθείσας στην αναιρεσείουσα επιχορήγησης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και του ν.1682/1987 και τμήματος του ποσού που αντιστοιχούσε στην επιδότηση του επιτοκίου συναφθέντος τραπεζικού δανείου, συνολικού ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο δε ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που είχαν τεθεί από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ότι δεν αποδεικνυόταν από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που είχε προηγηθεί, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφερόταν ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συναγόταν ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.


KYA/1800,1801,1802,1803/2001

Αριθ. ΓΓΔ 1800 Στρογγυλοποίηση χρηματικών ποσών από Δραχμές σε Ευρώ, για το καθορισμό του ύψους των κυρώσεων σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος. Αριθ. ΓΔΔ 1801 Στρογγυλοποίηση χρηματικών ποσών από Δραχμές σε Ευρώ, για το καθορισμό του ύψους των προστίμων αυθαιρέτων κατασκευών και για την εφαρμογή σχετικών με τις αυθαίρετες κατασκευές διατάξεων. Αριθ. 1802 Στρογγυλοποίηση χρηματικών ποσών από δραχμές σε ευρώ για την χορήγηση αντιγράφων ρυμοτομικών και λοιπών διαγραμμάτων. Αριθ. ΓΔΔ 1803 Στρογγυλοποίηση χρηματικών ποσών από Δραχμές σε Ευρώ, για την έκδοση οικοδομικών αδειών.


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/193/2010

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τη …/12.2.2002 απόφαση των αρμόδιων Επιθεωρητριών της Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών του Υπουργείου Οικονομικών καταλογίστηκε η ήδη αναιρεσείουσα, Καθηγήτρια του … Πανεπιστημίου και μέλος της Επιτροπής Παραλαβής Υλικών και Υπηρεσιών αυτού,  με το ποσό των 133.054.833 δραχμών και ήδη 390.476,40 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι συνιστά έλλειμμα στην οικονομική διαχείριση του … Πανεπιστημίου κατά την περίοδο 1997-1998, καθώς και με τους αναλογούντες τόκους υπερημερίας, ύψους 88.691.496 δραχμών και ήδη 260.283,18 ευρώ, ήτοι συνολικά με το ποσό των 221.746.329 δραχμών και ήδη 650.759,58 ευρώ.Μετά από έφεση της αναιρεσείουσας κατά της ως άνω καταλογιστικής  απόφασης, εκδόθηκε η 1553/2004 προδικαστική απόφαση του IV Τμήματος, με την οποία διατάχθηκε η συμπλήρωση των αποδείξεων.Με την αναιρεσιβαλλόμενη 2213/2005 απόφαση του ΙV Τμήματος έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση της αναιρεσείουσας  κατά της προαναφερόμενης  καταλογιστικής  απόφασης  και κατά  μεταρρύθμιση  αυτής  περιορίστηκε  το  καταλογισθέν σε βάρος της  ποσό σε  275.705,52 ευρώ. Με την αίτηση που κρίνεται και για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτή ζητείται η αναίρεση της προαναφερόμενης απόφασης του ΙV Τμήματος.(....)Ως εκ τούτου ο σχετικός λόγος αναίρεσης, για παράβαση του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, ενώ παρέλκει, ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών αναιρετικών λόγων.Δέχεται την, από 10.2.2006, αίτηση της … του … για αναίρεση της 2213/2005 απόφασης του IV Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Διακρατεί και δικάζει την υπόθεση.Δέχεται την από 19.3.202  έφεση.Ακυρώνει τη …/12.2.2002 καταλογιστική απόφαση των Οικονομικών Επιθεωρητριών …, … και … της Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών  του Υπουργείου Οικονομικών.


ΣΤΕ 3485/2000

Φορολογία εισοδήματος:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, ο αναιρεσίβλητος συνταξιούχος υπάλληλος της .... Τράπεζας .., υπέβαλε δήλωση φορολογίας εισοδήματος με επιφύλαξη. Με αυτή δήλωσε, μεταξύ άλλων, εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, ύψους 6.770.000 δραχμών και από κινητές αξίες ύψους 705.198 δραχμών. Από τα ποσά αυτά, σύμφωνα με την πιο πάνω επιφύλαξη, ποσό 2.884.401 δραχμών αφορούσε αποζημίωση επιδικασθείσα σ΄ αυτόν με την υπ΄ αριθμ. 5575/1989 απόφαση του Εφετείου ..., λόγω παράνομης παραλείψεως προαγωγής του σε Υποδιευθυντή και Διευθυντή της εν λόγω Τράπεζας και ποσό 630.450 δραχμών αφορούσε τόκους υπερημερίας από 10.12.1987 έως 6.11.1989 επιδικασθέντες με την ίδια δικαστική απόφαση. Το δικοικητικό εφετείο, επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση, δέχθηκε αφενός μεν ότι το ανωτέρω ποσό των δραχμών 2.884.401 που καταβλήθηκε στον αναιρεσίβλητο μέσα στη χρήση του έτους 1989 δεν αποτελούσε μισθό αλλά απέβλεπε σε αποκατάσταση αποθετικής ζημίας αυτού λόγω παράνομης παραλείψεως προαγωγής του και συνεπώς δεν υπέκειτο σε φόρο εισοδήματος αφετέρου δε ότι το ανωτέρω ποσό των 630.458 δραχμών που καταβλήθηκε επίσης μέσα στη χρήση του 1989 και αφορά νόμιμο τόκο υπερημερίας έχει παρεπόμενο χαρακτήρα σε σχέση με το πρώτο ποσό και επομένως δεν υπέκειτο και αυτό σε φόρο εισοδήματος. Η κρίση όμως αυτή του διοικητικού εφετείου δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με την προεκτεθείσα έννοια των διατάξεων των άρθρων 40 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Ν.Δ. 3323/1955 και, συνεπώς, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί κατά το σχετικό μέρος, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό πρέπει να παραπεμφθεί ως προς το αναιρούμενο μέρος στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση. Επειδή το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι πρέπει ο αναιρεσίβλητος να απαλλαγεί μερικά από τη δικαστική δαπάνη, κατ΄ εφαρμογήν του άρθρου 39 παρ. 1 του Π.Δ/τος 18/1989.