ΣΤΕ/345/2014
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η αναίρεση της υπ’αριθ.1340/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. 6969/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή της ιδίας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. ... αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, με την οποία, μεταξύ άλλων, είχε διαταχθεί η επιστροφή στο Δημόσιο τμήματος της καταβληθείσας στην αναιρεσείουσα επιχορήγησης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και του ν.1682/1987 και τμήματος του ποσού που αντιστοιχούσε στην επιδότηση του επιτοκίου συναφθέντος τραπεζικού δανείου, συνολικού ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο δε ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που είχαν τεθεί από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ότι δεν αποδεικνυόταν από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που είχε προηγηθεί, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφερόταν ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συναγόταν ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΔΠρΑθ/6969/2005
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται να ακυρωθεί η με αρ. ... απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης. Με την απόφαση αυτή, μεταξύ άλλων, υποχρεώθηκε η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και ήδη μετά την άσκηση της ανακοπής «..» να επιστρέψει στο Ελληνικό Δημόσιο τμήμα της καταβληθείσας σ’ αυτήν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και ν.1682/1987, επιχορήγησης και της επιδότησης του επιτοκίου του συναφθέντος από αυτήν τραπεζικού δανείου ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο ισχυρισμός δε της ανακόπτουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που τέθηκαν από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση δεν αποδεικνύεται από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που προηγήθηκε, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφέρεται ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση (βλ. σχετ. σελ 5 έκθεσης) της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης. Απορρίπτει την ανακοπή.
ΑΕΔ 18/2005
Αίτηση για άρση αποφατικής σύγκρουσης δικαιοδοσίας, ασκούμενη στο ΑΕΔ - φύση διαταγής πληρωμής αναστολή προθεσμιών στις δικαστικές διακοπές.(...) Στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτίθεται στην πρώτη σκέψη, η διαφορά προκλήθηκε από την άσκηση ανακοπής και στη συνέχεια εφέσεως ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου κατά διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε από πολιτικό δικαστή, κατά τη διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 του Κώδικα Πολιτ. Δικονομίας. Δεδομένου ότι η έκδοση διαταγής πληρωμής εντάσσεται στην άσκηση δικαστικής και όχι διοικητικής αρμοδιότητας, ο έλεγχος της ορθότητας της αποφάσεως του δικαστικού λειτουργού της πολιτικής δικαιοδοσίας, που δέχθηκε την αίτηση εκδόσεως διαταγής πληρωμής για απαίτηση από σύμβαση δημοτικού έργου, ανήκει, κατά τα προεκτεθέντα, αποκλειστικά στα πολιτικά δικαστήρια. Συνεπώς, ορθώς, αν και με διάφορη αιτιολογία, απορρίφθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών η ανακοπή του Δήμου κατά της διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ενώ, αντιθέτως, εσφαλμένως το πολιτικό Εφετείο Αθηνών απέρριψε έφεση του Δήμου κατά της αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που είχε απορρίψει για έλλειψη δικαιοδοσίας ανακοπή του Δήμου κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής υπό τα συντρέχοντα πραγματικά και νομικά δεδομένα της υποθέσεως,..Δια ταύτα Αίρει υπέρ της δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων την αποφατική σύγκρουση, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.Εξαφανίζει την 8462/22-10-2002 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και παραπέμπει την υπόθεση στο δικαστήριο προς κρίση.
ΣΤΕ/1404/2005
Πράξη επιβολής ΦΠΑ....Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την προαναφερόμενη 39/1994 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ...., σε βάρος της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας είχε επιβληθεί ειδικό πρόστιμο 65.198.630 δραχμών, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 48 παρ.3 του ν. 1642/1986, με την αιτιολογία ότι αυτή είχε εκπέσει φόρο προστιθέμενης αξίας εισροών συνολικής αξίας 13.039.726 δραχμών, που αφορούσε τη διαχειριστική περίοδο από 17.11.1992 έως 31.12.1993 βάσει εικονικών τιμολογίων-δελτίων αποστολής των .... και .... Σχετικώς, όπως επίσης αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, είχε εκδοθεί η υπ’ αριθ. 17/25.5.1994 προσωρινή πράξη καταλογισμού φόρου προστιθέμενης αξίας. Το διοικητικό εφετείο, λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη 1488/1997 απόφασή του, κατ’ αποδοχή εφέσεως του Δημοσίου εξαφανίστηκε η 4661/1995 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου ... και απορρίφθηκε η προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της παραπάνω πράξης επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας και ενόψει του παρακολουθηματικού χαρακτήρα του ενδίκου προστίμου σε σχέση με τον κύριο φόρο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εξαφάνισε την προαναφερόμενη πρωτόδικη απόφαση (4662/1995 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά) και απέρριψε την προσφυγή της αναιρεσείουσας που εστρέφετο κατά της ένδικης πράξης επιβολής προστίμου.
ΣΤΕ/1211/2018
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 2589/2013 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία ένδικο βοήθημα της αναιρεσείουσας εταιρείας, χαρακτηριζόμενο στο δικόγραφο ως «προσφυγή» και στρεφόμενο κατά της υπ’ αριθ. Φ.81.2(2.1.3)/4312/34/34/24-2-2011 αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ήδη, Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας), ερμηνεύθηκε ως προσφυγή ουσίας και, αφού εκδικάσθηκε, απορρίφθηκε ως αβάσιμο. Με την ως άνω προσβληθείσα με την προσφυγή πράξη του Γενικού Γραμματέα είχε αποφασισθεί η απένταξη του έργου της εταιρείας με τίτλο «εξοικονόμηση Θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας» από το πλαίσιο δράσεως 2.1.3. «οικονομικά κίνητρα για την ενίσχυση μεμονωμένων ιδιωτικών επενδύσεων» του ΕΠΑΝ του ΚΠΣ ΙΙΙ 2000-2006, στο οποίο είχε ενταχθεί με την Φ90.1/11055/591/18-7-2002 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, και είχε ζητηθεί η επιστροφή ποσού επιχορηγήσεως ύψους 399.255,67 ευρώ.(....)Περαιτέρω δε και η απόφαση του ΔΕΕ, που επικαλείται η αιτούσα, δεν αφορά, όπως ισχυρίζεται, το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα του χρόνου ενάρξεως της πενταετίας σε περίπτωση παύσεως της παραγωγικής λειτουργίας της επενδύσεως, αλλά το διαφορετικό ζήτημα της εμβέλειας των κανόνων που διέπουν την επιλεξιμότητα σχεδίου για ευρωπαϊκή χρηματοδότηση στην περίπτωση, κατά την οποία επέρχονται τροποποιήσεις στο χρηματοδοτηθέν έργο, το οποίο, πάντως, χρησιμοποιείται.Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΣΤΕ/3419/2009
Σύνταξη γήρατος:.Με τα δεδομένα αυτά το δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι η απασχόληση της αναιρεσείουσας κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα ήταν ευκαιριακή, συνεκτιμωμένου του ότι στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 1998 δήλωσε και εισόδημα από εκμίσθωση αγροτεμαχίων στα ... ποσού 2.174.000 δρχ., και συνεπώς δεν εδικαιούτο συντάξεως γήρατος από τον …, διότι δεν είχε συμπληρώσει 25 απασχόληση από της ενηλικιώσεώς της.(..)Κατόπιν τούτων, το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι έσφαλε η πρωτόδικη απόφαση την οποία και εξαφάνισε και απέρριψε στη συνέχεια την προσφυγή της αναιρεσείουσας. Με τον τρόπο όμως αυτό το δικάσαν δικαστήριο, κρίναν δηλαδή ότι η αναιρεσείουσα από το 1972 εγκατέλειψε κατά τρόπο μόνιμο και οριστικό την άσκηση του αγροτικού επαγγέλματος και εγκατεστάθη μόνιμα στην …, εξέφερε, κρίση αντίθετη προς όσα περιέχονται στις βεβαιώσεις του ανταποκριτή του .. του Δήμου ... και του εκπροσώπου της συνεταιριστικής οργάνωσης σχετικά με τον τόπο κατοικίας της αναιρεσείουσας. Προκειμένου, δε, να αιτιολογήσει την κρίση του αυτή αρκέσθηκε σε συνολική παράθεση όλων των αποδεικτικών στοιχείων, τόσο εκείνων που τα αρμόδια όργανα του … και, σε περίπτωση αμφισβητήσεως, τα διοικητικά δικαστήρια οφείλουν να λαμβάνουν προεχόντως υπόψη, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα στην πέμπτη σκέψη, όσο και των λοιπών στοιχείων, απομακρύνθηκε δε από τα βεβαιωθέντα από τα αυξημένης βαρύτητας δικαιολογητικά και προσέδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στο περιεχόμενο των λοιπών αποδεικτικών στοιχείων, χωρίς όμως να διαλάβει την, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, απαιτούμενη ειδική αιτιολογία. (πρβλ. ΣτΕ 741/2006) Για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό της μέρος, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο, για νέα, νόμιμη κρίση.
ΕλΣυν/Τμ.7/223/2010
Με δεδομένα αυτά και αφού, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, για την απευθείας ανάθεση της σύμβασης αυτής, είχε προηγηθεί σχετική θετική γνωμοδότηση του αρμοδίου τεχνικού συμβουλίου, ενώ πριν την υπογραφή της σχετικής σύμβασης είχε προηγηθεί σχετική αναγγελία στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε., το Τμήμα κρίνει, μη προβαλλομένου άλλου λόγου μη νομιμότητας των εντελλομένων δαπανών, ότι οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι νόμιμες και πρέπει αυτά να θεωρηθούν.
ΣΤΕ/100/2011
Καταβολή αναδρομικών αποδοχών σε υπάλληλο του Δήμου:... Επειδή, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η Διοίκηση, συμμορφούμενη προς ακυρωτική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου υποχρεούται να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής καταστάσεως που προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από την πράξη που ακυρώθηκε, εκδίδοντας, κατά περίπτωση, άλλες πράξεις με αναδρομική ισχύ, ώστε να αποκαταστήσει τα πράγματα στη θέση στην οποία θα βρίσκονταν, αν από την αρχή δεν είχε εκδοθεί η ακυρωθείσα πράξη ή δεν είχε λάβει χώρα η ακυρωθείσα παράλειψη. Εν προκειμένω, με την 1718/2001 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών ακυρώθηκε η παράλειψη του Δήμου ... να περιλάβει την αναιρεσείουσα στον πίνακα διοριστέων στις επίδικες θέσεις, κρίθηκε δε ότι πρέπει να χωρήσει επανακατάταξη της στον οικείο πίνακα βάσει του τίτλου σπουδών και τυχόν εγγραφή της στον πίνακα διοριστέων . Επομένως, αφού η αναιρεσείουσα, σε συμμόρφωση προς την ανωτέρω απόφαση, περιελήφθη τελικώς στον πίνακα διοριστέων, ο αναιρεσίβλητος Δήμος όφειλε, ως αρμόδιος κατά το νόμο φορέας, να την διορίσει αναδρομικώς από του χρόνου του διορισμού της στην θέση από την οποία απολύθηκε, ώστε να αρθούν οι συνέπειες της ακυρωθείσας παραλείψεως του. Η υποχρέωση αυτή εξάλλου, απορρέει κατά το Σύνταγμα ευθέως από την ακυρωτική απόφαση, χωρίς να απαιτείται η ρητή μνεία της. Κατόπιν τούτου, η παράλειψη του Δήμου ... να προσδώσει αναδρομικότητα στην 235/2002 πράξη του Δημάρχου ώστε να ανατρέξει στο χρόνο της αρχικής προσλήψεως της αναιρεσείουσας, και περαιτέρω, η μη καταβολή των αποδοχών που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα της αναδρομής, αποτελεί παράνομη παράλειψη αυτού κατά την έννοια του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ (πρβλ. ΣτΕ 1631/2000). Εξάλλου, υποχρέωση καταβολής της αποζημιώσεως έχει ο αναιρεσίβλητος Δήμος, καθόσον πρόκειται για αποζημίωση αποδοχών υπαλλήλου του, ανεξαρτήτως αν στη διαδικασία επιλογής μετέσχε, κατά τις ισχύουσες διατάξεις, και το ... (πρβλ. ΣτΕ 2557/2006). Τα αντίθετα κρίνοντας το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, έσφαλε και για το λόγο αυτό που προβάλλεται βασίμως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Στη συνέχεια, το Συμβούλιο της Επικρατείας, εκδικάζει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 57 παρ. 2 του π.δ. 18/89 την από 24.2.2007 έφεση του Δήμου ... κατά της 11892/2006 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, και κρίνει ότι αυτή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, περαιτέρω δε, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι ο Δήμος ... πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 275 παρ. 1 ΚΔΔ - ν. 2717/99 Α΄ 97).
ΣΤΕ/2258/2011
ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ: (...)Επειδή, με την προσβαλλόμενη απόφαση της Διευθύντριας της Διευθύνσεως Εσωτερικών της Νομαρχίας Αθηνών (Τμήμα Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης), εκδοθείσα «με εντολή Νομάρχη», ανακλήθηκαν οι αποφάσεις εγγραφής του πρώτου και τέταρτου των αιτούντων στα μητρώα αρρένων του Δήμου Αθηναίων, καθώς και οι αποφάσεις εγγραφής της δεύτερης και τρίτης των αιτούντων στα δημοτολόγια του ίδιου δήμου, που είχαν εκδοθεί από την Τμηματάρχη (Προϊσταμένη) του Τμήματος Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης της Διευθύνσεως Εσωτερικών της ίδιας Νομαρχίας Αθηνών, υπογράφουσα επίσης «με εντολή Νομάρχη». Όμως, ούτε στο προοίμιο της ανακλητικής ούτε των ανακαλουμένων αποφάσεων γίνεται επίκληση αποφάσεως του Νομάρχη Αθηνών περί μεταβιβάσεως αρμοδιότητας ή εξουσίας υπογραφής στα όργανα που εξέδωσαν τις εν λόγω αποφάσεις, ούτε, άλλωστε, προκύπτει από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου η ύπαρξη υποστατής κανονιστικής αποφάσεως του Νομάρχη Αθηνών, με την οποία να μεταβιβάστηκε στα εν λόγω όργανα το δικαίωμα υπογραφής «με εντολή Νομάρχη». Με τα ανωτέρω δεδομένα, αναρμοδίως, σε κάθε περίπτωση, η προαναφερθείσα Τμηματάρχης είχε προβεί στην έκδοση των πράξεων που ανακλήθηκαν. Απορρίπτει την αίτηση.
ΣτΕ/3106/2013
Αποζημίωση βλαβών από ανωτέρα βία. (..) ζητείται η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 70/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή προσφυγή της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας, αναδόχου του έργου «Αρδευτικά έργα πεδιάδας ...», επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του έργου τούτου(..)Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση αμφισβητείται η νομιμότητα της ανωτέρω κρίσεως του δικάσαντος δικαστηρίου. Και τούτο διότι, κατά την αναιρεσείουσα, είχε προβληθεί από αυτήν ισχυρισμός ότι στον μεν όρο 38.4.1.3 της Ε.Σ.Υ. προβλέπεται ότι ο ανάδοχος εκχωρεί στην αρμόδια Υπηρεσία του Δημοσίου τις απαιτήσεις της από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, στη δε παρ. 5 του ιδίου όρου της Ε.Σ.Υ., προβλέπεται ότι το Δημόσιο είναι συνασφαλιζόμενος και, άρα, υποχρεούται να αποζημιώσει τον ανάδοχο κατά το νόμο σε περίπτωση βλάβης από ανωτέρα βία και, στη συνέχεια να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρείας είτε ως συνασφαλιζόμενος είτε ως εκδοχέας της σχετικής απαίτησης, ο ισχυρισμός δε αυτός κατελείφθη αναπάντητος. Ο λόγος προβάλλεται βασίμως και η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, κατά τούτο, αναιτιολόγητη, δεδομένου ότι το δικάσαν Εφετείο δεν εξέτασε, όπως όφειλε, εν όψει του ως άνω σχετικού ισχυρισμού της προσφυγής, αν κατά τους σχετικούς όρους της σύμβασης μεταξύ της αναδόχου και της ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία υποχρεούτο να καταβάλει την αποζημίωση αναγωγικώς στο Δημόσιο ή ευθέως στην εργολήπτρια εταιρεία.(..)Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 70/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Ιωαννίνων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση προς νέα κρίση σύμφωνα με το αιτιολογικό.
Ν.4398/1929
Περί κυρώσεως και τροποποιήσεως της από 18 Μαρτ. 1926 συντακτικής αποφάσεως περί οργανισμού της Ακαδημίας Αθηνών.