ΔΠρΑθ/6969/2005
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται να ακυρωθεί η με αρ. ... απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Ανάπτυξης. Με την απόφαση αυτή, μεταξύ άλλων, υποχρεώθηκε η ανακόπτουσα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και ήδη μετά την άσκηση της ανακοπής «..» να επιστρέψει στο Ελληνικό Δημόσιο τμήμα της καταβληθείσας σ’ αυτήν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και ν.1682/1987, επιχορήγησης και της επιδότησης του επιτοκίου του συναφθέντος από αυτήν τραπεζικού δανείου ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο ισχυρισμός δε της ανακόπτουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που τέθηκαν από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση δεν αποδεικνύεται από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που προηγήθηκε, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφέρεται ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση (βλ. σχετ. σελ 5 έκθεσης) της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συνάγεται ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης. Απορρίπτει την ανακοπή.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/345/2014
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Ζητείται η αναίρεση της υπ’αριθ.1340/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. 6969/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ανακοπή της ιδίας εταιρείας κατά της υπ’αριθ. ... αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, με την οποία, μεταξύ άλλων, είχε διαταχθεί η επιστροφή στο Δημόσιο τμήματος της καταβληθείσας στην αναιρεσείουσα επιχορήγησης κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν.1262/1982 και του ν.1682/1987 και τμήματος του ποσού που αντιστοιχούσε στην επιδότηση του επιτοκίου συναφθέντος τραπεζικού δανείου, συνολικού ύψους 103.421.000 δραχμών.(....)Ο δε ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι υπήρξε ολιγωρία των οργάνων να προβούν σε αυτοψία και έλεγχο για την τήρηση των όρων που είχαν τεθεί από την εγκριτική της επένδυσης απόφαση κρίθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ότι δεν αποδεικνυόταν από κάποιο στοιχείο, αντιθέτως, μάλιστα, στην από 18.12.1990 έκθεση του Κεντρικού Οργάνου Ελέγχου που είχε προηγηθεί, κατά τα προαναφερόμενα, της αίτησης της ανωτέρω για την οριστικοποίηση της επένδυσης, αναφερόταν ότι πριν τον έλεγχο αυτό είχε προηγηθεί και προγενέστερος όμοιος, με τον οποίο δεν είχε γίνει δεκτό ότι ο σχετικός μηχανολογικός εξοπλισμός της επίμαχης μονάδας ήταν καινούργιος, όπως απαιτείτο (αφού η επένδυση περιελάμβανε και καινούργιο μηχανολογικό εξοπλισμό), και κατά του οποίου είχε ασκηθεί σχετική ένσταση της ανωτέρω, γεγονός από το οποίο συναγόταν ότι υπήρξαν προβλήματα σχετικά με την πιστοποίηση τήρησης όλων των απαιτούμενων όρων που έπρεπε να διερευνηθούν, προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση περί ολοκλήρωσης της επένδυσης.Απορρίπτει την υπό κρίση αίτηση.
ΕΣ/ΤΜ.1/1871/2017
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της ... απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών κατά το μέρος αυτής που αντιστοιχεί στο ποσό των 117.698,35 ευρώ πλέον τόκων και με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της εκκαλούσας, ανώνυμης εταιρείας, δημοσιονομική διόρθωση, ποσού 133.352,80 ευρώ, πλέον τόκων, το οποίο φέρεται ότι καταβλήθηκε σε αυτήν αχρεωστήτως(...)Ήδη με την κρινόμενη αίτηση προσβάλλονται μόνον τα κεφάλαια του καταλογισμού που αφορούν στις θέσεις εργασίας (νέες και υφιστάμενες) (...)Δεδομένου ότι κρίσιμος χρόνος κατά τις οικείες διατάξεις και την απόφαση υπαγωγής, για τη δημιουργία του 50% των νέων θέσεων εργασίας (5 Ε.Μ.Ε.) είναι ο χρόνος ολοκλήρωσης της επένδυσης και της έναρξης της παραγωγικής της λειτουργίας, έπρεπε οι οικείες προσλήψεις να έχουν πραγματοποιηθεί έως τις 24.3.2009, ημερομηνία που ορίσθηκε ότι ολοκληρώθηκε η επένδυση με την ... απόφαση του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ανεξαρτήτως του πόσες ημέρες εργάσθηκαν οι προσληφθέντες εντός αυτού του έτους. Σε κάθε περίπτωση δε, καθ’ όλο το έτος 2008 και έως τις 24.3.2009 υπήρχε δυνατότητα και όχι υποχρέωση της εκκαλούσας να προσλάβει νέους εργαζόμενους. Ακολούθως η πρόσληψη εργαζομένων πλήρους απασχόλησης με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου (οποτεδήποτε και αν έγινε μέχρι την ολοκλήρωση της επένδυσης) καλύπτει την υποχρέωση αυτής για δημιουργία πέντε νέων θέσεων εργασίας, καθόσον κάθε ένας εξ αυτών αντιστοιχεί σε 1 Ε.Μ.Ε. Η διαπίστωση της Ε.Δ.ΕΛ. ότι ήδη από το έτος 2008 υπήρχαν 5 σπουδαστές που έκαναν την πρακτική τους και είχαν προσληφθεί 5 άτομα με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, εφόσον συνέχιζαν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους έως τον κρίσιμο χρόνο της ολοκλήρωσης της επένδυσης (24.3.2009) καλύφθηκε η υποχρέωση δημιουργίας πέντε νέων θέσεων εργασίας, ανεξαρτήτως του πόσες ημέρες απασχολήθηκαν εντός του έτους 2008.(...)Ακυρώνει την ... απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κατά το μέρος που επιβλήθηκε σε αυτήν δημοσιονομική διόρθωση ύψους 117.698,35 ευρώ, πλέον τόκων.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1081/2022
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ:Ζητείται, παραδεκτώς, η ακύρωση της ...πράξης ταμειακής βεβαίωσης της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. …, με την οποία βεβαιώθηκε ταμειακώς εις βάρος της ανακόπτουσας, το συνολικό ποσό των 12.557.177,45 ευρώ, που αντιστοιχεί στην χορηγηθείσα σε αυτήν ενίσχυση, στο πλαίσιο ένταξής της στο Μέτρο 2.5 του Επιχειρησιακού Προγράμματος (Ε.Π.) «ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ» του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (2000-2006) και συγχρηματοδοτήθηκε από κοινοτικούς - μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) - και εθνικούς πόρους και η οποία (ενίσχυση) καταλογίστηκε εις βάρος της, ως αχρεωστήτως καταβληθείσα(....)Εξάλλου, οι τόκοι που έχουν υπολογιστεί μέχρι 31.10.2014 με την απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ούτως ή άλλως αποτελούν κονδύλιο του νόμιμου τίτλου και ως εκ τούτου δεν ελέγχονται παρεμπιπτόντως (...). Για τον υπολογισμό των τόκων για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, δεν προκύπτει ότι η ανακόπτουσα δεν είχε πρόσβαση στις δημοσιευμένες τόσο στο διαδίκτυο όσο και στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ ανακοινώσεις της Επιτροπής σχετικά με τα επιτόκια ανάκτησης.Απορρίπτει την ανακοπή.
ΝΣΚ/211/2016
Υποχρέωση και τρόπος συμμόρφωσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής σε απόφαση του ΣτΕ, σχετικά με άρση επικινδυνότητας οικοδομής.Στο πλαίσιο συμμόρφωσής της προς την απόφαση του ΣτΕ, με βάση την οποία υποχρεούται να προβεί σε άρση επικινδυνότητας οικοδομής, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής οφείλει, είτε να ορίσει η ίδια τα ληπτέα μέτρα, οπότε δεν τίθεται ζήτημα έγκρισης αυτών, είτε να εγκρίνει μελέτη που θα συνταχθεί για το σκοπό αυτό και θα υποβληθεί προς αυτήν. Σε περίπτωση που για την άρση της επικινδυνότητας εφαρμόστηκε μελέτη που δεν είχε νόμιμα εγκριθεί, εάν κρίνει ότι η μελέτη και οι με βάση αυτήν εκτελεσθείσες εργασίες είναι σύμφωνες με τις ισχύουσες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας και ότι με τις εργασίες αυτές ή με κάποιες από αυτές επιτυγχάνεται η άρση επικινδυνότητας της επίμαχης οικοδομής, μπορεί να ορίσει εκ νέου με απόφασή της, ως ληπτέα μέτρα άρσης της επικινδυνότητας, τις ίδιες εργασίες ή ορισμένες από αυτές ή και νέες (ομοφ.). ΑΠΟΔΕΚΤΗ
ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011
Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).
ΣΤΕ/ΕΑ/379/2012
Εκτέλεση έργου....Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, εφ’ όσον, κατά τα εκτιθέμενα στην ως άνω απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, η εταιρεία «.... Α.Ε.» είχε μελετήσει στην τεχνική προσφορά της την κατάλληλη διαμόρφωση του εδάφους, ώστε τα προσφερόμενα από αυτήν αντλιοστάσια να παραμένουν πλήρως υπόγεια, η τεχνική λύση που προσέφερε διέφερε από αυτήν της αιτούσης και συνεπώς, δεν πιθανολογείται σοβαρά ότι συνέτρεχε περίπτωση παραβάσεως της αρχής του ενιαίου μέτρου κρίσεως, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την αιτούσα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, ενώ καθ’ ο μέρος πλήττουν την ανέλεγκτη ουσιαστικώς κρίση της Διοικήσεως είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα.Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, οι υπό κρίση συνεκδικαζόμενες αιτήσεις πρέπει να απορριφθούν και να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις των εταιρειών «....» και της κοινοπραξίας «....» στην πρώτη των υπό κρίση αιτήσεων και των εταιρειών «....» και της κοινοπραξίας «.....» στην δεύτερη των υπό κρίση αιτήσεων. Συνεκτιμώντας δε τις περιστάσεις η Επιτροπή Αναστολών κρίνει ότι πρέπει να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των εταιρειών «...».
ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/444/2016
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της 2949/0052/17.10.2014 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Κατ` ακολουθία αυτών που προηγουμένως έγιναν δεκτά, νομίμως επιβλήθηκε η ως άνω δημοσιονομική διόρθωση καθόσον η εκκαλούσα δεν τήρησε την απορρέουσα από την παράγραφο 5 του άρθρου 18 της 192249/ΕΥΣ4057/2002 κυα και από την απόφαση υπαγωγής της επένδυσης στο ανωτέρω καθεστώς ενισχύσεων, υποχρέωση περί μη μεταβίβασης των πάγιων περιουσιακών στοιχείων για μία πενταετία και επομένως η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί.
ΕλΣυν.Τμ.1/373/2015
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι όλοι οι προεκτεθέντες ισχυρισμοί της ανακόπτουσας τυγχάνουν απορριπτέοι. Συγκεκριμένα, σε βάρος της ανακόπτουσας δεν έχει βεβαιωθεί ταμειακώς το συνολικό ποσό των 91.075,10 ευρώ, όπως εσφαλμένως αναφέρει στην ένδικη ανακοπή, αλλά, αντιθέτως, τόσο από την οικεία ΕΜΠ 297/20.3.2013 καταλογιστική απόφαση, όσο και από τον 4/2013 χρηματικό κατάλογο καταλογιστέου ποσού στη Δ.Ο.Υ. Δ΄ …, προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι σε βάρος της έχει βεβαιωθεί ταμειακώς μόνο το ποσό για το οποίο αυτή ευθύνεται αλληλεγγύως με την Κ.Μ., ήτοι αυτό των 38.651,80 ευρώ (βλ. Γραμμές 1 και 3 του χρηματικού καταλόγου). Εξ άλλου, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη III και εφʼ όσον δεν έχει βεβαιωθεί σε βάρος της ανακόπτουσας το συνολικό ποσό των 91.075,10 ευρώ ούτε προβάλλεται από αυτήν κάποια συγκεκριμένη επελθούσα βλάβη των ουσιαστικών ή δικονομικών δικαιωμάτων της, οι ισχυρισμοί της ότι α) υφίσταται αναντιστοιχία των αναφερόμενων στην ΕΜΠ 297/20.3.2013 καταλογιστική απόφαση και στην 1882/15.4.2013 πράξη ταμειακής βεβαίωσης ποσών και β) στην 1576/19.4.2013 ατομική ειδοποίηση αναγράφεται το Α.Φ.Μ. της Κ.Μ. και όχι το δικό της, προβάλλονται αλυσιτελώς..(..)Τέλος, απαραδέκτως η ανακόπτουσα προβάλλει λόγους που ανάγονται σε νομικές και ουσιαστικές πλημμέλειες της προαναφερόμενης καταλογιστικής απόφασης, που αποτελεί το νόμιμο τίτλο της προσβαλλόμενης πράξης ταμειακής βεβαίωσης, δεδομένου ότι κατά της απόφασης αυτής προβλέπεται ένδικο βοήθημα (έφεση), που επιτρέπει τον έλεγχο της τόσο κατά το νόμο όσο και την ουσία, η οποία μάλιστα ασκήθηκε στις 5.4.2013 και απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη με την 940/2016 απόφαση του παρόντος Τμήματος..Κατʼ ακολουθίαν των ανωτέρω, η ένδικη ανακοπή πρέπει να απορριφθεί.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/499/2021
Ενίσχυση τουριστικών δραστηριοτήτων.Δημοσιονομική διόρθωση...Επίσης, προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη στερείται νόμιμου ερείσματος διότι, μη νομίμως εξέλαβε ότι η εκκαλούσα είχε την υποχρέωση να παράγει ικανά έσοδα από την επένδυση για διάστημα πέντε ετών από την πιστοποίηση της ολοκλήρωσής της, ενώ, αντιθέτως, αρκούσε, μετά το στάδιο υλοποίησης του επενδυτικού σχεδίου, μόνο η ετοιμότητα της επιχείρησης για προσφορά υπηρεσιών χωρίς να απαιτείται και κερδοφορία της επιχείρησης για το χρονικό αυτό διάστημα. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, αφού το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ο έλεγχος ήταν ότι η επιχείρηση της εκκαλούσας δεν λειτούργησε, ως όφειλε, κατά το χρονικό διάστημα της πενταετίας κατά το οποίο είχε αναλάβει μακροχρόνιες υποχρεώσεις, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις και την απόφαση έγκρισης του επενδυτικού σχεδίου. Το συμπέρασμα δε αυτό προέκυψε, μεταξύ άλλων, από την έλλειψη επισκεψιμότητας που αναίρεσε κατ΄ουσιάν τον σκοπό της επένδυσης (βλ. άρθρο 3 παρ.3.2. του οδηγού εφαρμογής), όπως καταδείχθηκε, με πρόσφορο τρόπο από την παντελή έλλειψη εσόδων και την μη έκδοση δελτίων παροχής υπηρεσιών, για το χρονικό διάστημα που τελικώς ελήφθη υπόψη για τον υπολογισμό του ποσού της ανάκτησης (48,5 μήνες από τους 60 μήνες), το οποίο (διάστημα) είναι κατ΄αρχήν αρκούντως επαρκές, προκειμένου να στηρίξει το συμπέρασμα αυτό, λαμβανομένου υπόψη ότι η ύπαρξη πελατών στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις είναι συνυφασμένη με τη λειτουργία τους (Ι Τμ. 263/2018). Εξάλλου, η υλοποίηση του φυσικού και οικονομικού αντικειμένου του χρηματοδοτούμενου έργου και η διατήρηση της λειτουργικής ετοιμότητας σηματοδοτεί μεν την έναρξη των μακροχρόνιων υποχρεώσεων αλλά δεν αποτελεί απόδειξη τήρησης αυτών, όπως δεν αποτελεί απόδειξη και η εκπλήρωση άλλων υποχρεώσεων του λήπτη της ενίσχυσης, που προβλέπονται από την φορολογική και τουριστική νομοθεσία (δήλωση έναρξης εργασιών, τήρηση βιβλίων και στοιχείων, λήψη σήματος ΕΟΤ κτλ). Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι το ανωτέρω συμπέρασμα του ελέγχου καταρρίπτεται από την παραδοχή ότι κατά το από 30.9.2011 έως 1.10.2012 χρονικό διάστημα η επιχείρηση βρισκόταν σε λειτουργία, αφού τούτο προϋποθέτει αφενός την ύπαρξη προπαρασκευαστικών ενεργειών (και συνεπώς λειτουργική ετοιμότητα) προ της πρώτης ημερομηνίας, αφετέρου τη συνέχιση της λειτουργίας της για ικανό διάστημα μετά τη δεύτερη ημερομηνία, δεν αρκεί προκειμένου να κλονίσει την αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξης. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη, προκειμένου να στηρίξει την κρίση της περί μη λειτουργίας της επένδυσης για χρονικό διάστημα 48,5 μηνών συνεκτίμησε, πέραν της παντελούς έλλειψης εσόδων, το γεγονός ότι η έναρξη λειτουργίας αυτής, κατά παράβαση της παρ. Γ του άρθρου 8 της απόφασης έγκρισης, έλαβε χώρα την 1.7.2010, δηλαδή μετά από 1,5 χρόνο περίπου από την έναρξη της πενταετίας των μακροχρόνιων υποχρεώσεών της και ότι εκτός της αναφοράς των δύο προαναφερομένων ΑΠΥ στο Ε3 της επιχείρησης, κανένα άλλο στοιχείο δεν προσκομίστηκε στον έλεγχο, που να αποδεικνύει οποιαδήποτε επιχειρηματική δραστηριότητα κατά το διάστημα αυτό είτε σε επίπεδο εκμίσθωσης δωματίων, είτε σε επίπεδο προπαρασκευαστικών ενεργειών, όπως λ.χ. το βιβλίο πόρτας ή πρόσληψη προσωπικού ή καταβολή εξόδων συντήρησης τουριστικής μονάδας.
ΕΑΔΗΣΥ/877/2023
Με την προδικαστική προσφυγή, η προσφεύγουσα αιτείται αφενός να γίνει δεκτή η προσφορά της για το Τμήμα 1 «ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ» και να κατακυρωθεί σε αυτήν το ανωτέρω τμήμα, αφετέρου να αποκλειστεί η παρεμβαίνουσα από το επίμαχο τμήμα και να μην γίνει η κατακύρωση σε αυτήν, ως επίσης και να ακυρωθεί η υπ’ αρ. …/2023 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της Αναθέτουσας Αρχής.