ΕλΣυν/Τμ.4/117/2002
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Εξώδικος συμβιβασμός (...) Εξ αυτού προκύπτει ότι οι δήμοι και οι κοινότητες μπορούν να καταρτίζουν, για όσα θέματα δεν εξέρχονται από τη δυνατότητά τους αυτή, εξώδικο ή δικαστικό συμβιβασμό που γίνεται κατά τον διαγραφόμενο από την υπόψη διάταξη τρόπο με τις εντεύθεν ουσιαστικές και δικονομικές συνέπειες. Ως εκ τούτου στο πλαίσιο του διενεργούμενο από το Ελεγκτικό Συνέδριο προληπτικού ελέγχου ερευνάται αν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος τόσο ως προς τα τυπικά, εξωτερικά στοιχεία της πράξεως του συμβιβασμού, που αφορούν στην γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας του δήμου και στην απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, όσο και ως προς τα ουσιαστικά, εσωτερικά στοιχεία της πράξης, υπό την έννοια ότι η σχετική δαπάνη μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβιβασμού, προβλέπεται από διάταξη νόμου και συνοδεύεται από τα αναγκαία δικαιολογητικά στοιχεία που αποδεικνύουν τη σχετική απαίτηση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ7/61/2008
Όταν εντέλλονται δαπάνες που ενσωματώνουν απαιτήσεις που έχουν γενεσιουργό λόγο έναν εξώδικό συμβιβασμό ερευνάται αν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος ως προς τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία της πράξης του συμβιβασμού, που αφορούν στη γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσία του δήμου και στην απόφαση του αρμοδίου οργάνου, όσο και στα εσωτερικά στοιχεία της πράξης, υπό την έννοια ότι η σχετική δαπάνη μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβιβασμού, προβλέπεται από διάταξη νόμου και συνοδεύεται από τα αναγκαία δικαιολογητικά στοιχεία που αποδεικνύουν τη σχετική απαίτηση (βλ. πράξ. VII Τμ.15/2008, IV Τμ.117/2002).
ΕλΣυν/ΚΠΕ.ΤΜ.7/340/2013
Εξώδικος συμβιβασμός.Κατά συνέπεια, η εντελλόμενη δαπάνη, η οποία έχει ως γενεσιουργό αιτία τον ως άνω εξώδικο συμβιβασμό δεν είναι νόμιμη, καθόσον δεν έχουν τηρηθεί τα, απαιτούμενα από το άρθρο 72 παρ. 1 περ. ιδ΄ του ν.3852/2010, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν.4071/2012, τυπικά, εξωτερικά στοιχεία αυτού. Εντούτοις, λαμβανομένου υπόψη, αφενός μεν ότι, ως προς τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία (γνωμοδότηση δικηγόρου, εισήγηση οικονομικής επιτροπής, απόφαση δημοτικού συμβουλίου) του ως άνω εξώδικου συμβιβασμού, τηρήθηκε η παγίως, πριν την επελθούσα με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν.4071/2012, νομοθετική μεταβολή, ισχύουσα ρύθμιση (αρχικό άρθρο 72 παρ. 1 περ. ιδ' του ν.3852/2010, άρθρο 103 παρ. 2 περ. η΄ του Κ.Δ.Κ.), σύμφωνα με την οποία αρμόδιο για τον εξώδικο συμβιβασμό διαφορών μέχρι 30.000,00 ευρώ ήταν το Δημοτικό Συμβούλιο, αφετέρου δε ότι η πιο πάνω κρίσιμη 81/18.4.2012 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου εκδόθηκε μόλις οκτώ (8) ημέρες μετά την ως άνω νομοθετική μεταβολή, η δε, νυν αρμόδια, Οικονομική Επιτροπή έχει εκφέρει ήδη θετική εισήγηση ως προς τον εξώδικο αυτόν συμβιβασμό, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, εν προκειμένω, τα αρμόδια όργανα του Δήμου πεπλανημένα πλην συγγνωστώς, χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης του νόμου και βλάβης των συμφερόντων αυτού, υπέλαβαν ότι αρμόδιο για να αποφασίσει για τον ως άνω δικαστικό συμβιβασμό ήταν το Δημοτικό του Συμβούλιο, η δε συγγνωστή αυτή πλάνη, στην υπό κρίση υπόθεση, συνεκτιμώντας και τη θεμελίωση, κατά τα προεκτεθέντα, της ευθύνης του Δήμου προς αποζημίωση του φερόμενου ως δικαιούχου του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, δικαιολογεί, στη συγκεκριμένη υπόθεση, τη θεώρηση του επίμαχου χρηματικού εντάλματος.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/154/2019
Εξωδικαστικός συμβιβασμός με Δήμο:..Με δεδομένα τα ανωτέρω, κρίνεται, καταρχάς, ότι οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ. περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, επί των οποίων ερείδονται οι εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Α.ii αγωγές του ......, που αποτέλεσαν τη βάση του ελεγχόμενου εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για την πραγματοποίηση δαπάνης εξωδικαστικού συμβιβασμού, κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στη σκέψη 2, η δε ικανοποίηση των σχετικών αξιώσεων του ...... μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου δύναται να επιδιωχθεί. Περαιτέρω, από τα εκτιθέμενα στη σκέψη 3 δικαιολογητικά που προσκομίσθηκαν από το Δήμο ... – ... προς θεμελίωση των αξιώσεων αδικαιολόγητου πλουτισμού του ...... προκύπτει, όπως άλλωστε και ο ίδιος ιστορεί στις αγωγές του, ότι α) σε κανένα έργο, κύριο ή συμπληρωματικό, και σε καμία μελέτη, δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία ανάθεσης, εκτέλεσης, παραλαβής αυτών κατά τις ισχύουσες τότε διατάξεις και β) οφειλέτης των αξιώσεων του είναι ο Δημοτικός Αθλητικός Οργανισμός ... και εν συνεχεία ο .... ... – ... (βλ. τη ... απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... – ..., Β΄ ...), όσον αφορά τις αξιώσεις του από τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Α.ii υπό στοιχείο 1 αγωγή και υπό στοιχείο 2 αγωγή κατά το μέρος που αυτή αφορά τα έργα της υπό στοιχείο 1 αγωγής (βλ. τα αναλυτικά εκτιθέμενα στις σκέψεις 3.Β και 3.Γ στοιχεία), ενώ οφειλέτης των αξιώσεων του από τις εκτιθέμενες στη σκέψη Α.ii υπό στοιχείο 3 αγωγή και υπό στοιχείο 2 αγωγή κατά το μέρος που αυτή αφορά το έργο της υπό στοιχείο 3 αγωγής είναι το Κ.Ε.Κ. .... Συνεπώς, μη νομίμως ενταλματοποιήθηκε η ελεγχόμενη δαπάνη, αφού αυτή ερείδεται σε άκυρο εξώδικο συμβιβασμό, ο οποίος δεν υποχρεώνει το Δήμο ... – ... σε παροχή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.7/22/2019
ΕΣ/ΤΜ.7/268/2011
Εξώδικος συμβιβασμος.(..)Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι εντελλόμενες δαπάνες, οι οποίες έχουν ως γενεσιουργό λόγο πρακτικά εξώδικου συμβιβασμού, είναι νόμιμες, καθόσον τηρήθηκαν τόσο τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία των εξώδικων συμβιβασμών (γνωμοδότηση δικηγόρου- εισήγηση οικονομικής επιτροπής), όσο και τα ουσιαστικά στοιχεία για τη σύναψή τους. Ειδικότερα, η καταβολή αποζημιώσεως, ένεκα της παράλειψης των οργάνων του δήμου να συντηρήσουν τις οδούς που εμπίπτουν στην τοπική τους αρμοδιότητα (άρθρο 75 παρ. Ι α περ. 7 του Δ.Κ.Κ.), προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, που θεσπίζουν την αντικειμενική ευθύνη των οργάνων των Ο.Τ.Α. προς αποζημίωση για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων τους και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβιβασμού. Επιπλέον, από τα συνημμένα στις αιτήσεις αποζημιώσεως στοιχεία, τα οποία ελήφθησαν υπόψιν και από το δημοτικό συμβούλιο που αποφάσισε τη σύναψη των εξώδικων συμβιβασμών, προκύπτει τόσο η έκταση της ζημίας όσο και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράλειψης των οργάνων του δήμου να συντηρήσουν το οδόστρωμα στα συγκεκριμένα σημεία των ατυχημάτων και των ζημιών που επήλθαν, καθόσον η ως άνω παράνομη παράλειψη είναι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τα ζημιoγόνα αποτελέσματα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι νόμιμες και επομένως αυτά πρέπει να θεωρηθούν.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/32/2019
ΕΞΩΔΙΚΟΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ:Με τα δεδομένα αυτά τηρήθηκαν τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία του εξώδικου συμβιβασμού και από το σύνολο των προσκομισθέντων από το Δήμο ...... δικαιολογητικών στοιχείων αφενός μεν προκύπτει η παροχή των επίμαχων ανατεθεισών από το Δήμο υπηρεσιών και ως εκ τούτου η ουσιαστική βασιμότητα των ένδικων αξιώσεων των ως άνω δικαιούχων και αφετέρου και η προσήκουσα δημοσιονομική ανάληψη των σχετικών υποχρεώσεων ερειδομένων επί εγκύρου εξώδικου συμβιβασμού, που αποτελεί την αιτία έκδοσης των επίμαχων χρηματικών ενταλμάτων. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν, αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνουν.
ΕλΣυν/Κλιμ.7/209/2015
Δικαστικός συμβιβασμός.(...) ο δικαστικός συμβιβασμός αποτελεί σύμβαση διφυούς χαρακτήρα, ήτοι αφενός σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, με την οποία τα μέρη διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις μία φιλονικία τους ή μία αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 871 του Α.Κ. και αφετέρου δικονομική σύμβαση, η οποία περιβαλλόμενη τον προβλεπόμενο στο άρθρο 293 του ΚΠολΔ τύπο - όπως η σχετική περί του συμβιβασμού δήλωση των διαδίκων ενώπιον του δικαστηρίου, που καταχωρίζεται στα οικεία πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστικού σχηματισμού και του Γραμματέα αυτού (βλ. άρθρα 256 και 258 του ΚΠολΔ) - επιφέρει την αυτοδίκαιη κατάργηση της δίκης (βλ. ΑΠ 138/2014, 540/2011). Συνεπώς, με το δικαστικό συμβιβασμό, ο οποίος επιλύει την μεταξύ των μερών διαφορά επιφέροντας την κατάργηση της μεταξύ τους ανοιγείσης δίκης και είναι εξοπλισμένος με εκτελεστότητα, παρέχοντας το δικαίωμα στον φορέα της σχετικής αξιώσεως να ενεργοποιήσει δυνάμει του τίτλου αυτού αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του οφειλέτη, τερματίζεται η επιδικία και παρέχεται κατ’ ουσίαν οριστική δικαστική προστασία, αφού μετά την κατάργηση της δίκης λόγω δικαστικού συμβιβασμού τυχόν άσκηση νέας αγωγής με το αυτό περιεχόμενο θα είναι απορριπτέα ως αβάσιμη (βλ. ΑΠ 138/2014, Ν. Νίκα: "Ο δικαστικός συμβιβασμός", 1984, σελ. 249). Περαιτέρω, ο δικαστικός συμβιβασμός δεσμεύει τους διαδίκους έως ότου διαγνωσθεί η ακυρότητά του, ακυρωθεί ή ανατραπεί, η διάγνωση δε του κύρους του δικαστικού συμβιβασμού προϋποθέτει αφενός αμφισβήτηση αυτού από ένα τουλάχιστον των μερών και αφετέρου την τήρηση της εκ του νόμου προβλεπόμενης δικαστικής διαδικασίας, που συνίσταται στην με πρωτοβουλία ενός των μερών κλήση προς περαιτέρω συζήτηση ενώπιον του οικείου δικαστηρίου, στο πλαίσιο της οποίας θα τεθεί υπό μορφήν ενστάσεως από τον εγείροντα την σχετική αμφισβήτηση διάδικο το ζήτημα του κύρους του συμβιβασμού. Επί του ζητήματος δε αυτού θα κρίνει ο οικείος δικαστικός σχηματισμός, μόνος αρμόδιος να διαπιστώσει εάν εχώρησε έγκυρη κατάργηση της δίκης ή όχι, ενώ ο διάδικος που αμφισβητεί το κύρος του δικαστικού συμβιβασμού μπορεί να προκαλέσει σχετική δικαστική κρίση και με την άσκηση αναγνωριστικής αγωγής (άρθρο 70 Κ.Πολ.Δ.), άλλως με την άσκηση ανακοπής κατά της εκτελέσεως (άρθρο 933 Κ.Πολ.Δ.), κατά περίπτωση (βλ. Ειρ.Πρέβεζας 17/1997, Εφ.Δωδ. 86/1990, Ν.Νίκα, ό.π. σελ. 300 επ.)
ΕΣ/ΤΜ.1/103/2012
ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι μη νόμιμα καταβάλλεται με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα η εντελλόμενη δαπάνη, δεδομένου ότι δεν συντρέχουν τα απαιτούμενα για τη νομιμότητα του εξώδικου συμβιβασμού τυπικά εξωτερικά στοιχεία, καθόσον δεν ελήφθη απόφαση επ’ αυτού από το αρμόδιο προς τούτο όργανο διοίκησης (διοικητικό συμβούλιο) του Ο.Π.Α.Σ. Την έλλειψη δε αυτή, δεν δύναται να θεραπεύσει η κατ’ άρθρο 86 του ΚΔΚ (ν. 3463/2006 και ήδη άρθρο 58 παρ. 2 του ν. 3852/2010) δυνατότητα του Δημάρχου να λάβει μέτρα όταν δημιουργείται άμεσος και προφανής κίνδυνος ή απειλείται ζημία των δημοτικών συμφερόντων, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση η δυνατότητα αυτή παρέχεται μόνο για αρμοδιότητες που ασκούνται από την Οικονομική Επιτροπή, ενώ σε κάθε περίπτωση, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει ο επαπειλούμενος κίνδυνος και η ζημία για τα συμφέροντα του Οργανισμούαπό την αναβολή λήψης της σχετικής απόφασης. Περαιτέρω, ανεξαρτήτως της αοριστίας της 547/2011 γνωμοδότησης του νομικού συμβούλου του Δήμου – η οποία αναφέρεται στις αριθ. πρωτ. 10035 και 10036/26.7.2011 αιτήσεις υπαλλήλων του Δήμου, χωρίς όμως σε αυτήν να αναφέρονται οποιαδήποτε άλλα προσδιοριστικά στοιχεία των αιτήσεων αυτών (ταυτότητα των αιτούντων και σχέση τους με το Δήμο, αίτημα και πραγματικά περιστατικά) – δεν προσκομίζονται οι αιτήσεις των φερόμενων ως δικαιούχων ούτε και οποιοδήποτε δικαιολογητικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει το περιεχόμενο και το εύρος των απαιτήσεων αυτών έναντι του Δήμου, ιδίως ενόψει του γεγονότος ότι η νομική βάση του εξώδικου συμβιβασμού (άρθρο 14 του ν. 3016/2002) έχει ήδη καταργηθεί με τα άρθρα 24 και 28 του ν. 3205/2003. Οι ανωτέρω ασάφειες έχουν ως αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η επαλήθευση των ουσιαστικών στοιχείων για τη σύναψη του εξώδικου συμβιβασμού. Επομένως, για το λόγο αυτό, που έγκειται στο σύννομο των εξωτερικών και εσωτερικών τυπικών στοιχείων του εξώδικου συμβιβασμού, ο οποίος δεν προβάλλεται από την Επίτροπο, πλην όμως, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το Τμήμα επειδή αφορά στη νομιμότητα της υπό κρίση δαπάνης και προκύπτει ευθέως από τα στοιχεία του φακέλου, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη (βλ. πράξεις Ι Τμήμ. Ε.Σ. 193/2011, 280/2010, 273/2009, 83 και 75/2007). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δεν πρέπει να θεωρηθούν.
ΕΣ/ΤΜ.7/264/2011
Εξώδικος συμβιβασμος.( αποκατάσταση ζημίας οχήματος) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη, η οποία έχει ως γενεσιουργό λόγο τον ως άνω εξώδικο συμβιβασμό είναι νόμιμη, καθόσον τηρήθηκαν τόσο τα τυπικά εξωτερικά στοιχεία του εξώδικου συμβιβασμού, δηλαδή η προβλεπόμενη στο άρθρο 103 παρ.2 περ. η΄ και παρ.3 του Δ.Κ.Κ. διαδικασία, όσο και τα ουσιαστικά στοιχεία για τη σύναψή του. Ειδικότερα, η εντελλόμενη δαπάνη, που αφορά στην καταβολή αποζημίωσης λόγω της παράλειψης των οργάνων του δήμου να συντηρήσουν τις οδούς που εμπίπτουν στην τοπική τους αρμοδιότητα, κατά παράβαση του άρθρου 75 παρ. Ια΄ περ. 7 του Δ.Κ.Κ., προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.ΝΑΚ, που θεσπίζουν την αντικειμενική ευθύνη των Ο.Τ.Α., για αποζημίωση λόγω παράνομων πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων τους και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συμβιβασμού. Επιπλέον, από τα συνημμένα στην αίτηση της … στοιχεία, τα οποία ελήφθησαν υπόψη και από το δημοτικό συμβούλιο, που αποφάσισε τη σύναψη του εξώδικου συμβιβασμού, προκύπτει τόσο η έκταση της ζημίας όσο και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράλειψης των οργάνων του δήμου να συντηρήσουν το οδόστρωμα και της επελθούσας ζημίας, καθόσον η ως άνω παράνομη παράλειψη είναι, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει το ζημιoγόνο αποτέλεσμα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη και επομένως αυτό πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/140/2009
Στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. β΄ του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (ΦΕΚ Α΄ 84/17.4.2001), ορίζεται ότι «1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως: α) ... β) Ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή όπως νόμος ορίζει ...». Από την προαναφερόμενη διάταξη συνάγεται ότι σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο υπάγονται, πλέον, όλες ανεξαιρέτως οι συμβάσεις μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενοι είναι το Δημόσιο ή άλλο Νομικό Πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως οι συμβάσεις αυτές ειδικότερα θα καθοριστούν από το νόμο (κατά κατηγορία - είδος συμβάσεων ή ύψος ποσού) και τέτοιες είναι οι συμβάσεις που συνάπτονται είτε μεταξύ διαφόρων φορέων της δημόσιας διοίκησης (ομοιογενείς συμβάσεις) είτε μεταξύ ενός φορέα της δημόσιας διοίκησης (ανεξαρτήτως της μορφής της νομικής του οργάνωσης) και ενός ιδιώτη (ετερογενείς συμβάσεις). Αντίθετη άποψη σύμφωνα με την οποία στον ανωτέρω έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου εμπίπτουν μόνο οι εξ’ επαχθούς αιτίας συμβάσεις, ήτοι οι συμβάσεις εκείνες κατά τις οποίες α) ο δημόσιος φορέας και ο αντισυμβαλλόμενός του συνομολογούν στην ανταλλαγή παροχών (αμφοτεροβαρείς συμβάσεις), β) προέχον κίνητρο για τον ως άνω αντισυμβαλλόμενο είναι το κέρδος και γ) ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας τον εκ των πράξεων και επιλογών του οικονομικό - επιχειρηματικό κίνδυνο δε βρίσκει έρεισμα στο γράμμα αλλά ούτε και στη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, σκοπός του οποίου είναι η εξασφάλιση της νομιμότητας και της διαφάνειας στην εν γένει συμβατική δραστηριότητα του Δημοσίου και των άλλων φορέων της δημόσιας διοίκησης, από την άσκηση της οποίας αναλαμβάνονται σημαντικές οικονομικές υποχρεώσεις σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ή των ειδικότερων προϋπολογισμών τους. Για την άσκηση, όμως, της ως άνω γενικής επί όλων των ανωτέρω συμβάσεων αρμοδιότητας ελέγχου που ανατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο με την ως άνω διάταξη του Συντάγματος δηλαδή της αρμοδιότητας πέραν αυτής που ανατέθηκε στο Συνέδριο για τον έλεγχο συμβάσεων προμηθειών αγαθών, εκτέλεσης έργου και παροχής υπηρεσιών με το άρθρο 8 παρ. 1 ν. 2741/1999, όπως αυτή ισχύει, απαιτείται, περαιτέρω, η έκδοση νόμου εκτελεστικού της διάταξης αυτής του Συντάγματος με τον οποίο θα επεκτείνεται ο υποχρεωτικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και σε άλλες κατηγορίες συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας υπό τον όρο ότι η ευχέρεια αυτή του κοινού νομοθέτη δεν μπορεί να επεκταθεί σε σημείο που να καταλυθεί η γενική ελεγκτική αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των δημοσίων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, η διατήρηση της οποίας τίθεται ως όριο στη σχετική νομοθετική ευχέρεια (Πράξη VI Τμ. 70/2003, Ζ΄ Κλιμ. 42, 159/2008).
ΕλΣυν/Ε Κλμ/45/2011
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων(3669/2008,3852/2010) συνάγονται τα ακόλουθα : α) Στον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται πριν από τη σύναψή τους, μεταξύ άλλων, και οι συμβάσεις των δήμων, των περιφερειών και των νομικών τους προσώπων, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους χωρίς ΦΠΑ είναι μεγαλύτερη από τα χρηματικά όρια που θέτουν οι προμνησθείσες διατάξεις. Συγκεκριμένα, το χρηματικό αυτό όριο, όταν το έργο χρηματοδοτείται από εθνικούς πόρους, ήταν μέχρι 31.12.2010 1.000.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) και μετά την 1.1.2011 100.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Στην τελευταία περίπτωση αρμοδιότητα διενέργειας του προσυμβατικού ελέγχου έχει ο Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τις συμβάσεις προϋπολογιζόμενης δαπάνης από 100.000 έως 500.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) και το Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου πάνω από 500.000 ευρώ. β) Στις περιπτώσεις συμβάσεων δημοσίων έργων των ως άνω νομικών προσώπων, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτές υπάγονται στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους, χωρίς Φ.Π.Α., υπερβαίνει το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ (Πρ. VI Τμ. 255/2007, Ε΄ Κλιμ. 430/2010). Τα ανωτέρω ισχύουν ανεξάρτητα του αν πρόκειται για αυτοτελές έργο ή για υποέργο, η εκτέλεση του οποίου εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εκτελέσεως περισσότερων υποέργων (βλ. Πρ. Ε΄ Κλιμ. 318/2010, 580, 581/2009, 424/2008, 277/2008, 136/2008, VI Τμ. 68/2008). Η διάταξη αυτή του άρθρου 30 παρ. 2 περ. β του ν. 3669/2008 ως αφορώσα τα συγχρηματοδοτούμενα έργα είναι ειδική και κατισχύει της προμνησθείσας διάταξης του άρθρου 278 του ν.3852/2010. Άλλωστε η τελευταία αυτή διάταξη, όπως προκύπτει και από την εισηγητική έκθεση επί αυτής (βλ. σελ. 154), τροποποίησε το ισχύον μέχρι τότε χρηματικό όριο (προϋπολογιζόμενη δαπάνη χωρίς ΦΠΑ) υπαγωγής των συμβάσεων των δήμων, περιφερειών και των νομικών τους προσώπων στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ήταν 1.000.000 ευρώ, και καθόρισε πλέον το όριο αυτό στις 100.000 ευρώ.