ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/154/2019
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Εξωδικαστικός συμβιβασμός με Δήμο:..Με δεδομένα τα ανωτέρω, κρίνεται, καταρχάς, ότι οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ. περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, επί των οποίων ερείδονται οι εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Α.ii αγωγές του ......, που αποτέλεσαν τη βάση του ελεγχόμενου εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για την πραγματοποίηση δαπάνης εξωδικαστικού συμβιβασμού, κατά τα αναλυτικά εκτιθέμενα στη σκέψη 2, η δε ικανοποίηση των σχετικών αξιώσεων του ...... μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου δύναται να επιδιωχθεί. Περαιτέρω, από τα εκτιθέμενα στη σκέψη 3 δικαιολογητικά που προσκομίσθηκαν από το Δήμο ... – ... προς θεμελίωση των αξιώσεων αδικαιολόγητου πλουτισμού του ...... προκύπτει, όπως άλλωστε και ο ίδιος ιστορεί στις αγωγές του, ότι α) σε κανένα έργο, κύριο ή συμπληρωματικό, και σε καμία μελέτη, δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία ανάθεσης, εκτέλεσης, παραλαβής αυτών κατά τις ισχύουσες τότε διατάξεις και β) οφειλέτης των αξιώσεων του είναι ο Δημοτικός Αθλητικός Οργανισμός ... και εν συνεχεία ο .... ... – ... (βλ. τη ... απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... – ..., Β΄ ...), όσον αφορά τις αξιώσεις του από τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Α.ii υπό στοιχείο 1 αγωγή και υπό στοιχείο 2 αγωγή κατά το μέρος που αυτή αφορά τα έργα της υπό στοιχείο 1 αγωγής (βλ. τα αναλυτικά εκτιθέμενα στις σκέψεις 3.Β και 3.Γ στοιχεία), ενώ οφειλέτης των αξιώσεων του από τις εκτιθέμενες στη σκέψη Α.ii υπό στοιχείο 3 αγωγή και υπό στοιχείο 2 αγωγή κατά το μέρος που αυτή αφορά το έργο της υπό στοιχείο 3 αγωγής είναι το Κ.Ε.Κ. .... Συνεπώς, μη νομίμως ενταλματοποιήθηκε η ελεγχόμενη δαπάνη, αφού αυτή ερείδεται σε άκυρο εξώδικο συμβιβασμό, ο οποίος δεν υποχρεώνει το Δήμο ... – ... σε παροχή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.7/22/2019
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/172/2019
Εξώδικος συμβιβασμός:Με τα δεδομένα αυτά κρίνεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 904 Α.Κ. περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, επί των οποίων ερείδεται η αγωγή του φερόμενου ως δικαιούχου για το ποσό που αποτέλεσε τη βάση του ελεγχόμενου εξωδικαστικού συμβιβασμού, δεν παρέχουν νόμιμο έρεισμα για την πραγματοποίηση δαπάνης εξωδικαστικού συμβιβασμού, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙ, η δε ικανοποίηση της σχετικής αξίωσης του ανωτέρω μόνο με άσκηση αγωγής ενώπιον του καθ’ ύλην αρμοδίου δικαστηρίου δύναται να επιδιωχθεί.
ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/87/2020
Συμβάσεις πώλησης ιατρικών – φαρμακευτικών προϊόντων..Με δεδομένο, όμως, ότι όλες οι επίδικες συμβάσεις καταρτίστηκαν εντός των ετών 2006 και 2007, η παραγραφή των αντίστοιχων αγωγικών αξιώσεων άρχιζε από 1.1.2007 και 1.1.2008 και συμπληρωνόταν την 31.12.2011 και την 31.12.2012 αντίστοιχα. Με την ασκηθείσα στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο από 16.6.2015 αγωγή της, η οποία επιδόθηκε στο εναγόμενο την 29.6.2015, η ενάγουσα ζήτησε, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, λόγω ακυρότητας των επίδικων συμβάσεων εξαιτίας της μη τήρησης του απαιτούμενου από το νόμο για τη σύναψή τους έγγραφου τύπου, το ποσό των 56.039,84 ευρώ ως ισόποση δαπάνη που το εναγόμενο ΝΠΔΔ εξοικονόμησε και στην οποία θα υποβαλλόταν, εάν προμηθευόταν το ιατροφαρμακευτικό υλικό με έγκυρες συμβάσεις από άλλο πρόσωπο. Από το χρόνο, όμως, που γεννήθηκε η επίδικη αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη μέχρι την άσκηση της ως άνω αγωγής (29.6.2015), παρήλθε χρόνος μεγαλύτερος των πέντε ετών, με αποτέλεσμα να έχει παραγραφεί η αξίωση αυτή της ενάγουσας έναντι του εναγομένου ΝΠΔΔ, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας (άρθρα 48 παρ. 1 και 49 ν.δ. 496/1974), κατά την βάσιμη σχετική ένσταση του τελευταίου, ζήτημα άλλωστε, που εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 52 εδ. γ΄ του ν.δ. 496/1974). Και ναι μεν η ενάγουσα επικαλείται διακοπή της παραγραφής με την επίδοση της προγενέστερης από 18.4.2011 (με αριθμό κατάθεσης …./2011) αγωγής της στο εναγόμενο πριν την πάροδο της πενταετίας, πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός είναι ουσιαστικά αβάσιμος. Ειδικότερα, με την ως άνω προγενέστερη αγωγή της η ενάγουσα ζήτησε να υποχρεωθεί το εναγόμενο να της καταβάλει, ως οφειλόμενο τίμημα από τις συμβάσεις πώλησης (σε συνδυασμό με τις συμβάσεις εκχώρησης), την αξία των πωληθέντων ιατροφαρμακευτικών υλικών εντόκως από την επομένη της παρέλευσης 60 ημερών από την επίδοση εκάστου τιμολογίου. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3437/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου ..., η οποία δέχθηκε εν μέρει αυτήν, ως βάσιμη κατ’ ουσία, ως προς τα αναφερόμενα τιμολόγια πώλησης που δεν υπερέβαιναν το ποσό των 2.500 ευρώ έκαστο και απέρριψε αυτήν, ως αόριστη, ως προς τα λοιπά τιμολόγια, που υπερέβαιναν το ποσό των 2.500 ευρώ έκαστο. Η αγωγή, όμως, αυτή είχε ιστορική και νομική αιτία διάφορη της μεταγενέστερης από 16.6.2015 αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου για τα ίδια αυτά τιμολόγια, δεδομένου ότι η ευθύνη του εναγομένου στην πρώτη αγωγή στηριζόταν αποκλειστικά στη σύμβαση πώλησης, ενώ στην μεταγενέστερη αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, δηλαδή σε εντελώς διαφορετική ιστορική και νομική βάση. Σύμφωνα, όμως, με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας για να επέλθει διακοπή της παραγραφής λόγω της ασκηθείσης πρώτης χρονικά αγωγής και της επανέγερσής της κατ’ άρθρο 263 ΑΚ (το οποίο έχει εφαρμογή και στην παραγραφή των κατά των ΝΠΔΔ χρηματικών απαιτήσεων, ενόψει του ότι δεν υπάρχει αντίθετη ρύθμιση με το ν.δ. 496/1974), πρέπει η μεταγενέστερη αγωγή να έχει την ίδια ιστορική και νομική βάση με την αρχική αγωγή, προϋπόθεση που δεν συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση ως προς τις αγωγές αυτές (ήτοι την αρχική που ασκήθηκε με βάση τη σύμβαση πώλησης και την μεταγενέστερη που ασκήθηκε με βάση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό), οι οποίες εισάγουν διαφορετικά αντικείμενα δίκης, δεδομένου ότι το πραγματικό των εφαρμοζομένων διατάξεων είναι διαφορετικό στις δύο αυτές περιπτώσεις, ενώ και οι έννομες συνέπειες (νομική θεμελίωση) είναι, επίσης, διαφορετικές κατά τα εκτιθέμενα στη νομική σκέψη της παρούσας. Επομένως, η εκκαλούμενη απόφαση, η οποία δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε ως παραγεγραμμένη την αξίωση της ενάγουσας και, συνακόλουθα, ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή, κατά παραδοχή του περί παραγραφής ισχυρισμού του εναγόμενου ΝΠΔΔ, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρθηκαν στη ίδια ως άνω νομική σκέψη της και, ως εκ τούτου, ο μοναδικός λόγος της υπό κρίση έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
ΕΣ/ΚΛ.Ε/502/2020
Αναπλάσεις οδών...Με δεδομένα αυτά και κατά τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη 2, το Κλιμάκιο κρίνει ότι : (i) αναφορικά με τις υπό στοιχείο (α) εργασίες (βλ. σκέψη 3), δεν προσκομίζονται στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των μονάδων διαχείρισης Α.Ε.Κ.Κ. της ευρύτερης περιοχής, έτσι ώστε να διαπιστωθεί εάν κατά τον χρόνο εκπόνησης και έγκρισης της οικείας μελέτης (ήτοι επτά και πλέον έτη μετά τη θέσπιση της σχετικής νομοθεσίας) θα έπρεπε να είχε προβλεφθεί η αναγκαιότητά τους και να συμπεριληφθούν στην αρχική σύμβαση, αν και η αναθέτουσα αρχή φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης και κλήθηκε να προσκομίσει συμπληρωματικά στοιχεία για την ελεγχόμενη σύμβαση με την 343/2020 Πράξη του Κλιμακίου τούτου, (ii) αναφορικά με τις υπό στοιχείο (β) εργασίες (βλ. σκέψη 3), που κατέστησαν αναγκαίες λόγω της υπογειοποίησης του δικτύου ηλεκτροφωτισμού από τον ΔΕΔΔΗΕ, το Κλιμάκιο διαπιστώνει ότι ήδη από το έτος 2017 σχεδιαζόταν η υπογειοποίηση του εν λόγω δικτύου, γεγονός που ήταν γνωστό στην Περιφέρεια και έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη κατά την εκπόνηση της μελέτης και, συνεπώς, δεν συντρέχει για τις εν λόγω εργασίες η αναγκαία προϋπόθεση του απροβλέπτου, (iii) οι υπό στοιχείο (δ) εργασίες (βλ. σκέψη 3) οφείλονται σε εσφαλμένο υπολογισμό της αρχικής μελέτης, για τον οποίο ουδεμία εξήγηση δόθηκε από την αναθέτουσα αρχή. (..)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης του έργου «Αναπλάσεις οδών από κόμβο …. (Κέντρο Υγείας ..) προς πλατεία … έως είσοδο βιομηχανικής ζώνης, Α΄ Φάση» μεταξύ της Περιφέρειας … και της εταιρείας «…», κατά το μέρος που αφορά στις υπό στοιχεία (α), (β) και (δ) εργασίες (βλ. σκέψη 3), συνολικού κόστους 157.975 ευρώ, ενώ δεν κωλύεται η υπογραφή της ίδιας σύμβασης, κατά το μέρος που αφορά στις υπό στοιχείο (γ) εργασίες (βλ. σκέψη 3), συνολικού κόστους 102.814 ευρώ.
ΕΣ/ΤΜ.7/22/2019
Εξωδικαστικός συμβιβασμός με Δήμο...ζητείται παραδεκτώς η ανάκληση της 154/2019 Πράξης του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο παρόν Τμήμα...Με δεδομένα τα ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ορθά το Κλιμάκιο έκρινε, με την προσβαλλόμενη πράξη του, ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω. Εντούτοις λαμβανομένων υπόψη: 1) Το ως άνω Υπηρεσιακό Σημείωμα της αρμόδιας Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου, με το οποίο αναγνωρίζεται η εκτέλεση των εργασιών που αναλυτικά αναφέρονται σε αυτό, υπολογίζεται το κόστος αυτών και εκτιμάται το υπόλοιπο της οφειλής στο ποσό των 57.228,55 ευρώ, σημείωμα, με το οποίο, τελικά, αναγνωρίζεται και η εκτέλεση και η οφειλή, παρά τη μη τήρηση της νόμιμης διαδικασία ανάθεσης, εκτέλεσης και παραλαβής αυτών, 2) το γεγονός ότι η οφειλή, που αναγνωρίζεται ανωτέρω, αφορά σε έργα που έχουν εκτελεστεί από ετών και συγκεκριμένα πριν από το 2006 και 3) το γεγονός ότι οι βασικοί πόροι του Δ.Ο.Π.Α.Π ... είναι η ετήσια επιχορήγηση καθώς και οι έκτακτες επιχορηγήσεις που λαμβάνει από τον Δήμο ... (βλ. σχετ. Ο.Ε.Υ, ΦΕΚ Β΄ 3535/31.12.2012) , από τις οποίες καλύπτονται και οι κατασκευές νέων έργων και υποδομών, αφού οι εισπράξεις από το αντίτιμο των υπηρεσιών που παρέχει το ν.π. ενόψει του χαμηλού ύψους αυτού, αποσκοπεί στην κάλυψη των λειτουργικών του δαπανών και επ’ ουδενί επαρκεί για τη χρηματοδότηση τέτοιων έργων, το Κλιμάκιο κρίνει ότι πρέπει, στην προκειμένη περίπτωση, να αναγνωριστεί, κατ’ αποδοχή του σχετικού αιτήματος που διατυπώνεται με την κρινόμενη αίτηση ανάκλησης, ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου προχώρησαν στον ανωτέρω εξώδικο συμβιβασμό χωρίς πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, αλλά με την πεποίθηση ότι είναι προς το συμφέρον του Δήμου, ο οποίος ούτως ή άλλως θα καλείτο να επιχορηγήσει το ως άνω ν.π.δ.δ. για την κάλυψη της σχετικής οφειλής, να προβεί στον σχετικό συμβιβασμό, ενόψει του ύψους των αιτουμένων με τις αγωγές ποσών, καθώς και αυτών που θα επιδικάζονταν ως τόκοι, δεδομένου και του μεγάλου, πέραν της δεκαετίας, χρονικού διαστήματος που είχε μεσολαβήσει, αλλά και της αναγνώρισης από μέρους της Τεχνικής Υπηρεσίας ότι τα έργα αυτά είχαν πράγματι εκτελεστεί και ως εκ τούτου το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα, με το οποίο εντέλλεται η καταβολή του ποσού του εξώδικου συμβιβασμού θα μπορούσε να θεωρηθεί αν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.,..Ανακαλεί την 154/2019 Πράξη του Κλιμακίου Προληπτικού Ελέγχου Δαπανών στο Τμήμα λόγω συγγνωστής πλάνης
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/238/2018
Συμμετοχή του Δήμου στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου:Με τα δεδομένα αυτά η ελεγχόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου υποκρύπτει ανεπίτρεπτη κατά νόμο επιχορήγηση της .....-... από το Δήμο ...... Και τούτο, διότι:Α) Η ελεγχόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου δεν αποτελεί επένδυση, καθόσον τα χρήματα δεν διατίθενται για την απόκτηση νέων ή τη βελτίωση των ήδη υπαρχόντων διαρκών και σταθερών μέσων (ακινήτων, μηχανολογικού ή άλλου εξοπλισμού κ.λπ.), που η .....-... χρησιμοποιεί για την παροχή των υπηρεσιών της, με σκοπό τη βελτίωση ή αύξηση των υπηρεσιών αυτών. Τούτο προκύπτει από τα εξής: i) Από το γεγονός ότι τα χρήματα αναμένεται να διατεθούν για την υλοποίηση των εκτιθέμενων στη σκέψη 3.Δ. έργων, τα οποία δεν διαφέρουν από τα έργα που μέχρι τώρα η .....-... έχει αναλάβει με τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Γ. συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας ή προγραμματικές συμβάσεις και τα οποία αποτελούν το μέσο για να καταστεί εφικτή η παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών από το Δήμο ..... προς τους δημότες και επισκέπτες του με σκοπό την ποιοτικότερη διαβίωση και κυκλοφορία τους μέσα στο Δήμο αυτό. Επίσης, στο συμπέρασμα της οικονομοτεχνικής μελέτης (σελ. 82) σημειώνεται ότι με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου εξασφαλίζεται η φερεγγυότητα της .....-... απέναντι στα τραπεζικά ιδρύματα για την έκδοση εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης και πιθανών προκαταβολών που είναι απαραίτητες και υποχρεωτικές για την υλοποίηση των αναπτυξιακών προγραμ-μάτων της και, επίσης, αν και στο ίδιο συμπέρασμα σημειώνεται αορίστως ότι με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου επιτυγχάνεται η υλοποίηση επενδυτικού προγράμματος με την αναβάθμιση του ηλεκτρονικού εξοπλισμού και του λογισμικού, ώστε να παρέχει υψηλά επίπεδα υπηρεσιών, η σημείωση αυτή δε συμφωνεί με την υπόλοιπη οικονομοτεχνική μελέτη στην οποία καταγράφονται οι δράσεις στις οποίες αναμένεται να διατεθούν τα χρήματα και, επιπλέον, με την αναφορά στη σελ. 52 αυτής σύμφωνα με την οποία για την υλοποίηση των ως άνω έργων, δεν απαιτείται διάθεση πόρων σε κτίρια, εγκαταστάσεις γραφείων, οικόπεδα, πλατείες ή λοιπές κατηγορίες ακινήτων, καθώς οι όποιες παρεμβάσεις απαιτηθούν, θα εφαρμοστούν στους αντίστοιχους χώρους του Δήμου όπου θα λαμβάνει χώρα η παρεχόμενη υπηρεσία, αλλά θα απαιτηθούν σημαντικές ανθρω-ποώρες εργασίας και σε περιπτώσεις ιδιαίτερα εξειδικευμένων αντικειμένων (πληροφορικής), για τις οποίες δεν θα επαρκεί το προσωπικό της εταιρείας, οι ανάγκες σε εξειδικευμένο προσωπικό θα καλυφθούν με συνεργασίες με τρίτους επαγγελματίες. Ωστόσο, η ανάπτυξη της συνήθους δραστηριότητας της .....-... δεν μπορεί να θεωρηθεί επένδυση κατά την ανωτέρω έννοια. ii) Ο κύκλος εργασιών της .....-... προκύπτει κατά τις χρήσεις 2020 έως και 2022 αποκλειστικά από τα εκτιθέμενα στην οικονομοτεχνική μελέτη έργα, τα οποία χρηματοδοτούνται με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, ενώ κατά τη χρήση 2019 από τα έργα σε εξέλιξη κατά το μεγαλύτερο μέρος του (6.050.00,00 ευρώ) και από τα νέα έργα (265.805,00 ευρώ). Η ικανότητα δε της εταιρείας να δημιουργεί κέρδη από τους διαθέσιμους πόρους της κυμαίνεται από το 1,5% κατά τη χρήση 2019 σε 1,64% κατά το τέλος της χρήσης 2021, δηλαδή μία αύξηση της τάξης του 9.3%. Δηλαδή, τα νέα έργα αποτελούν το αντικείμενο δράσης της επιχείρησης, δηλαδή την παροχή των υπηρεσιών από την οποία προκύπτει ο τζίρος της, ο οποίος κυμαίνεται περίπου στα ίδια επίπεδα μεταξύ έργων σε εξέλιξη και νέων έργων (6.050.000,00 ευρώ κατά τη χρήση 2019 έναντι 6.507.180,00 ευρώ κατά τη χρήση 2022, δηλαδή μία αύξηση της τάξης του 7,5%). Η έστω μικρή ως άνω αύξηση του κύκλου εργασιών και της αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας, δεν εμφανίζονται ως συνέπεια ή με οποιοδήποτε τρόπο συνδέονται με την απόκτηση ή βελτίωση της παραγωγικής υποδομής της εταιρείας, ούτε η προσθήκη καταστατικού σκοπού υπό στοιχείο ΚΘ) (βλ. σκέψη 3.Α.) συνδέεται με την απόκτηση συγκεκριμένων σταθερών μέσων για την υλοποίησή του. iii) Δεν προσδιορίζεται ορισμένη ωφέλεια (έστω και μη οικονομική) αλλά πάντως σαφώς προσδιορισμένη και μετρήσιμη για την επιχείρηση. Η αναφορά των εσόδων που θα εισέλθουν στα ταμεία του Δήμου ..... ή των ωφελειών που θα έχουν οι δημότες και επισκέπτες του δεν μπορεί να θεωρηθεί και ωφέλεια της .....-..., καθόσον αυτή αποτελεί διάφορο του Δήμου ..... νομικό πρόσωπο, η υλοποίηση των καταστατικών σκοπών του οποίου είναι το μέσο για την επίτευξη από το Δήμο ..... των αυτοδιοικητικών αρμοδιοτήτων του, μεταξύ των οποίων είναι η ρύθμιση της κυκλοφορίας και στάθμευσης των οχημάτων εντός των ορίων του και η χρήση κάθε τεχνολογίας κατά την παροχή των υπηρεσιών του προς τους δημότες του ή τους επισκέπτες του.Β) Μέρος των χρηματοδοτούμενων από την αύξηση κεφαλαίου έργων φαίνεται να καλύπτεται από τις ήδη συναφθείσες συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας ή προγραμματικές συμβάσεις μεταξύ του Δήμου ..... και της .....-... (βλ. σκέψη 3.Γ.), το δε ως άνω επιχείρημα που τέθηκε από την Επίτροπο δεν απαντήθηκε ειδικώς από το Δήμο ..... με διάκριση και συγκεκριμένη αναφορά του πεδίου το οποίο κάθε έργο καλύπτει επιπλέον του πεδίου που έχει ήδη αναληφθεί προς κάλυψη με τις ήδη συναφθείσες προγραμματικές συμβάσεις ούτε τέτοια διάκριση μπορεί να συναχθεί από το περιεχόμενο της οικονομοτεχνικής μελέτης. Αντιθέτως, το περιεχόμενο του υπό στοιχείο 1 έργου, όπως προκύπτει από την περιγραφή του στις σελ. 28 έως 31 της οικονομοτεχνικής μελέτης, φαίνεται να ομοιάζει με αυτό του ήδη σε εξέλιξη έργου για την αναβάθμιση, ψηφιακή σύγκλιση και συντήρηση του ολοκληρω-μένου συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης - σελ. 56 έως 64 και, επίσης, από την οικονομοτεχνική μελέτη δεν προκύπτει το υπό στοιχείο 2 έργο σε ποιους υπογείους σταθμούς αφορά, ώστε να προκύπτει ότι πρόκειται για υπόγειους σταθμούς πέραν των ήδη αναληφθεισών με τις εκτιθέμενες στη σκέψη 3.Γ. συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσίας ή προγραμματικές συμβάσεις, τις οποίες ήδη εκτελεί η .....-....
Δ.ΠΡΩΤ.ΑΘ/489/2020
Υπεβάλλουσα μείωση σε μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους..Εξάλλου, σε κάθε περίπτωση οι ως άνω διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011, 188 του ν. 4261/2014 και 14 του ν. 4350/2015 είναι από τη φύση της στενά ερμηνευτέες, καθώς εισάγουν απόκλιση από το πάγιο καθεστώς αμοιβής των υπαλλήλων (πρβλ. ΣτΕ 2515/2014). Περαιτέρω, η διαφοροποίηση των εναγόντων από τις ανωτέρω κατηγορίες υπαλλήλων με κριτήριο τον χρόνο διορισμού τους δεν συνιστά έκδηλη υπέρβαση των ορίων που διαγράφονται από τη συνταγματική αρχή της ισότητας, απορριπτόμενου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού τους ως αβάσιμου, καθώς ο χρόνος έκδοσης της οικείας πράξης διορισμού, από την οποία εξαρτάται η εφαρμογή ή όχι της ως άνω διάταξης (της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν. 4024/2011), αποτελεί κριτήριο αρκούντως αντικειμενικό και όχι τυχαίο και συμπτωματικό (πρβλ. ΣτΕ 719/2016, 600/2015, 4733/2014, 3/2012, 725/2009, 1284/1999), το οποίο δικαιολογεί τη διαφορετική μεταχείριση των διοριζόμενων μετά την έναρξη της ισχύος του εν λόγω νόμου υπαλλήλων. Επιπλέον, η διαφορετική αυτή μισθολογική μεταχείριση επιβλήθηκε προεχόντως για λόγους δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή λόγω της ανάγκης δημοσιονομικής προσαρμογής και εξορθολογισμού της μισθοδοτικής δαπάνης του Δημοσίου και προκειμένου αυτό να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις του «Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στήριξης», χωρίς να αποκλείεται η επαναξιολόγηση κατά την εκτίμηση του νομοθέτη των ανωτέρω επιταγών και η χορήγηση στο μέλλον της σχετικής προσωπικής διαφοράς, όπως άλλωστε προβλέφθηκε τελικά με τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 4569/2018, για ορισμένες κατηγορίες υπαλλήλων του εναγόμενου, μεταξύ των οποίων και οι ενάγοντες. Κατόπιν αυτών, δεν δύναται να τύχουν αναλογικής εφαρμογής στην κρινόμενη περίπτωση, κατ επίκληση των συνταγματικών αρχών της ισότητας και της αξιοκρατίας, οι διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011, ούτε των άρθρων 188 του ν. 4261/2014 και 14 του ν. 4350/2015. Επομένως, από τη μη καταβολή των αιτούμενων από τους ενάγοντες ποσών, που αντιστοιχούν στην υπερβάλλουσα μείωση του άρθρου 29 παρ. 2 του ν. 4024/2011, για το χρονικό διάστημα από την 1η.9.2016 έως την 1η.9.2018, δεν συντρέχει παρανομία των οργάνων του εναγόμενου και δεν στοιχειοθετείται ευθύνη αυτού προς αποζημίωση, κατ άρθρο 105 Εισ.ΝΑΚ, απορριπτόμενης ως αβάσιμης της κρινόμενης αγωγής ως προς την κύρια βάση αυτής. Ούτε, εξάλλου, θεμελιώνεται ευθύνη του εναγόμενου με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, εφόσον δεν συντρέχει η προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας για τη μη καταβολή των αιτούμενων ποσών, προϋπόθεση αναγκαία κατά το άρθρο 904 του Α.Κ., απορριπτόμενης ως αβάσιμης της υπό κρίση αγωγής και ως προς την επικουρική βάση αυτής (βλ. Σ.τ.Ε. 1891/2015, 933/2014). Εξάλλου, η αγωγή του αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι επιβοηθητικής, ουσιαστικά, φύσης και μπορεί να ασκηθεί μόνο όταν λείπουν οι προϋποθέσεις της αποζημιωτικής αγωγής, εκτός αν θεμελιώνεται σε πραγματικά περιστατικά διαφορετικά ή πρόσθετα από εκείνα, στα οποία στηρίζεται η αποζημιωτική αγωγή και υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση (επικουρικά) της απόρριψης της κύριας βάσης της αγωγής (πρβλ. ΣτΕ 651/2018, 4102/2015, 528/2014), προϋποθέσεις που δεν συντρέχουν εν προκειμένω.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/236/2014
Καταβολή αποζημίωσης σε υπαλλήλους Δήμου:..Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας το Κλιμάκιο τούτο κρίνει τα ακόλουθα: Δοθέντος ότι εν τοις πράγμασι, απορρίφθηκε το αίτημα της φερόμενης ως δικαιούχου που διαβιβάστηκε από το Δήμο ... περί καταβολής αποζημίωσης σ’ αυτήν από το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Πρόνοιας (βλ. και το 22615/27.5.2013 έγγραφο της Δ/νσης Κοινωνικής Προστασίας του Δήμου), πρέπει να γίνει δεκτό ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν αποτέλεσαν γενιουσιουργό λόγο έκδοσης του επίμαχου τίτλου πληρωμής, συνακόλουθα έρεισμα για την καταβολή της επίμαχης αποζημίωσης οι διατάξεις της ΚΥΑ Π2/οικ.2673/2001 «Τροποποίηση και συμπλήρωση Προγραμματικών Αποφάσεων περί παροχής Κοινωνικής Προστασίας» (Β΄ 1185). Το νόμιμο έρεισμα της δαπάνης ενός χρηματικού εντάλματος πληρωμής μπορεί όμως να εξετασθεί, αυτεπαγγέλτως, στο πλαίσιο διενέργειας του προληπτικού ελέγχου, ως εκ τούτου, αντικείμενο της παρούσας διαφωνίας συνιστά σε κάθε περίπτωση η έρευνα της νομιμότητας της αιτίας έκδοσης του υπό έλεγχο τίτλου πληρωμής, όπως αυτή προκύπτει από την αιτιολογία των σχετικών διοικητικών πράξεων. Στο πλαίσιο αυτό συνεκτιμάται ότι ο Δήμος αποδέχεται, μετά την πρώτη μάλιστα ενταλματοποίηση της δαπάνης, την υπαιτιότητα των οργάνων αυτού και συγκεκριμένα την ύπαρξη βλάβης του δικτύου αποχέτευσης ακαθάρτων, την οποία είχε υποστεί το δίκτυο πριν από δεκατέσσερα (14) έτη, αναλαμβάνει δε την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης για ζημίες που φέρεται ότι υπέστη η ιδιοκτησία της φερόμενης ως δικαιούχου του εντάλματος ένεκα της φερόμενης ως παράνομης παράλειψης των οργάνων αυτού.(...)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω η εντελλόμενη με το χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν ερείδεται επί νόμιμης αιτίας και, ως εκ τούτου, το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει, όπως βάσιμα αν και με διαφορετική αιτιολογία επικαλείται η διαφωνούσα Επίτροπος, να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Τμ.6/28/2012
Μία προγραμματική σύμβαση, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ νομικών προσώπων του εδαφίου υπό στοιχείο α της παραγράφου 1 του Ν. 3852/2010 και μίας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας του εδαφίου υπό στοιχείο β της ίδιας παραγράφου, δεν είναι νόμιμη όταν στην τελευταία έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικείμενου της συμβάσεως, διότι σε αυτήν την περίπτωση δεν συμμετέχει απλώς ως εκ τρίτου συμβαλλόμενη, αλλά ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του εδαφίου υπό στοιχείο α. (Ε.Σ. 2399/2009, Πράξεις VI Τμήματος 259/2007, 54/2008, 53/2008, 43/2008, 41/2008, 25/2008, 24/2008, 259/2007, 17/2006, 30/2005, Πράξεις VII Τμήματος 133/2008, 78/2008, 63/2008, 137/2007, 227/2006, 46/2005). Πρόδηλον καθίσταται ότι εάν ο αντισυμβαλλόμενος του Δήμου σύμφωνα με το εδάφιο υπό στοιχείο α της παραγράφου 1 του Ν. 3852/2010, δεν αναλαμβάνει ουσιαστικές υποχρεώσεις κατά την υλοποίηση του αντικειμένου της συμβάσεως, τότε περιορίζεται στο να δικαιολογήσει, κατά καταστρατήγηση των ως άνω διατάξεων, την παρουσία της συμμετέχουσας αναπτυξιακής εταιρείας, η οποία στην πραγματικότητα δρα ως κύριος και μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου (Πράξεις VII Τμήματος 133/2008, 63/2008).(…) Ο ειδικός προσδιορισμός του περιεχομένου της προγραμματικής συμβάσεως σκοπεί : α) στην εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων, υπηρεσιών και εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και τη διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, β) στη μη καταστρατήγηση της διατάξεως του άρθρου 265 παρ.3 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με την κατ’ ουσίαν επιχορήγηση από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, των αναπτυξιακών επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι.
ΑΠ/182/2014 Β2 Πολιτικό Τμήμα
Διετής παραγραφή αξιώσεων για μισθούς. Στην προκειμένη περίπτωση, το αναιρεσείον, με την ένδικη αίτηση αναιρέσεως, υπό την επίκληση του άρθρου 560 αρ.1 ΚΠολΔ, αποδίδει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε κατ' έφεση, την πλημμέλεια της παραβιάσεως ουσιαστικών διατάξεων και ειδικότερα αυτών των άρθρων 90 παρ.3 και 94 εδ. δ' του ν. 2362/1995 "περί Δημοσίου Λογιστικού", γιατί, αν και οι ένδικες απαιτήσεις των αναιρεσιβλήτων, οι οποίες επιδικάσθηκαν σ' αυτούς, αφορούσαν αποδοχές αδείας και επίδομα αδείας από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας για το έτος 2001 και κατά το χρόνο ασκήσεως της ένδικης αγωγής είχαν υποκύψει στη διετή παραγραφή του άρθρου 90 παρ.3 του ως άνω νόμου, πράγμα το οποίο λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο, εν τούτοις η αγωγή έγινε δεκτή, χωρίς το δικαστήριο της ουσίας να λάβει υπ' όψη, όπως είχε αυτεπάγγελτη υποχρέωση, την εν λόγω παραγραφή. Με το περιεχόμενο αυτό και σύμφωνα με τη γνώμη που επικράτησε στο δικαστήριο, η ένδικη αίτηση είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη, διότι δεν αναφέρεται σ' αυτήν ότι ο εν λόγω, περί παραγραφής, ισχυρισμός προβλήθηκε στο δικαστήριο, που δίκασε κατ' έφεση, άσχετα προς το αν λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπάγγελτα, καθόσον αυτός δεν αφορά στη δημόσια τάξη, με την ανωτέρω έννοια, αλλά (αφορά) στις (ιδιωτικού δικαίου) σχέσεις μεταξύ του Δημοσίου και μισθωτών αυτού (ΑΠ 1813/2011). Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της εφέσεως, που είχε ασκήσει το αναιρεσείον κατά της πρωτόδικης απόφασης, τέτοιος ισχυρισμός δεν είχε προβληθεί για τα κονδύλια των αποδοχών και του επιδόματος αδείας έτους 2001, αλλά μόνο γι' αυτά των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα του έτους 2001, ως προς τα οποία (σύμφωνα και με τις αναλυτικές παραδοχές που αναφέρονται στην επόμενη σκέψη) έγινε δεκτός. (...)ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 14-10-2011 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου περί αναιρέσεως της 6884/2010 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/1384/2012
Γενικό Λογιστήριο του Κράτους-Αγωγή καταβολής αποζημίωσης για διαφορές σύνταξης εξαιτίας μη καταταγής σε ανώτερα μισθολογικά κλιμάκια:Με την αίτηση επιδιώκεται η αναίρεση της 298/2008 αποφάσεως του ΙΙ Τμήματος.(....)Ήδη με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το ποσό της εισπραχθείσας από την αναιρεσείουσα συντάξεως κατά το έτος 1991, το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από αυτό που έπρεπε να είχε εισπράξει, προκειμένου να υπολογισθεί ορθά η ζημία της, ανέρχεται σε 1.448.744,50 δραχμές, είναι δηλαδή μικρότερο του ποσού του 1.552.251 δραχμών που υπολογίσθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, με αποτέλεσμα το ποσό της ζημίας της για την περίοδο αυτή να είναι κατά 103.506,50 δραχμές (1.552.251 – 1.448.744,50) ή 303,80 ευρώ μεγαλύτερο από εκείνο που της επιδικάσθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση.(....)Και ο λόγος όμως αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη. Και τούτο διότι ναι μεν, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας η διάταξη αυτή, κατά το μέρος που καθορίζει το νόμιμο και το της υπερημερίας επιτόκιο σε 6% ετησίως είναι ανίσχυρη, ως αντικείμενη στις αναφερόμενες στη σκέψη αυτή συνταγματικές και άλλες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, στην προκειμένη περίπτωση, όμως, καθ’ ερμηνεία του αιτήματος της αγωγής «… να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να … καταβάλει, νομιμοτόκως, το ποσό των 732.933 δραχμών», επιχειρούμενη υπό το φως της κατά την άσκηση της αγωγής (10.5.1995) κρατούσας νομολογίας για υπολογισμό επί χρηματικών οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου επιτοκίου 6% κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 του άνω Κώδικα περί Δικών του Δημοσίου - αφού το ανίσχυρο του επίμαχου μέρους της διάταξης αυτής και η συνακόλουθη εφαρμογή του εκάστοτε ισχύοντος για τους ιδιώτες επιτοκίου, απαγγέλθηκε για πρώτη φορά μεταγενέστερα με την 513/2009 απόφαση της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου - αυτή (ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα) ζήτησε την επιδίκαση του ανωτέρω ποσού αποζημίωσης με επιτόκιο 6% ετησίως.Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης.