ΕλΣυν/Τμ.6/28/2012
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Μία προγραμματική σύμβαση, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ νομικών προσώπων του εδαφίου υπό στοιχείο α της παραγράφου 1 του Ν. 3852/2010 και μίας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας του εδαφίου υπό στοιχείο β της ίδιας παραγράφου, δεν είναι νόμιμη όταν στην τελευταία έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικείμενου της συμβάσεως, διότι σε αυτήν την περίπτωση δεν συμμετέχει απλώς ως εκ τρίτου συμβαλλόμενη, αλλά ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του εδαφίου υπό στοιχείο α. (Ε.Σ. 2399/2009, Πράξεις VI Τμήματος 259/2007, 54/2008, 53/2008, 43/2008, 41/2008, 25/2008, 24/2008, 259/2007, 17/2006, 30/2005, Πράξεις VII Τμήματος 133/2008, 78/2008, 63/2008, 137/2007, 227/2006, 46/2005). Πρόδηλον καθίσταται ότι εάν ο αντισυμβαλλόμενος του Δήμου σύμφωνα με το εδάφιο υπό στοιχείο α της παραγράφου 1 του Ν. 3852/2010, δεν αναλαμβάνει ουσιαστικές υποχρεώσεις κατά την υλοποίηση του αντικειμένου της συμβάσεως, τότε περιορίζεται στο να δικαιολογήσει, κατά καταστρατήγηση των ως άνω διατάξεων, την παρουσία της συμμετέχουσας αναπτυξιακής εταιρείας, η οποία στην πραγματικότητα δρα ως κύριος και μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου (Πράξεις VII Τμήματος 133/2008, 63/2008).(…) Ο ειδικός προσδιορισμός του περιεχομένου της προγραμματικής συμβάσεως σκοπεί : α) στην εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων, υπηρεσιών και εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και τη διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, β) στη μη καταστρατήγηση της διατάξεως του άρθρου 265 παρ.3 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με την κατ’ ουσίαν επιχορήγηση από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, των αναπτυξιακών επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Ζ.Κλ/136/2010
Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν.1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Δ.Κ.Κ.. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλομένων), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ.4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου δηλ. νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξ ολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (β.λ. Πρακτικά Ολ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008 κ.ά.). Επιπροσθέτως, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται, κατά τη ρητή διατύπωση του νόμου, να καθορίζεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο και το ειδικότερο περιεχόμενο των υποχρεώσεων των μερών, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και υπηρεσιών κάθε είδους που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν οι συμβαλλόμενοι φορείς, καθώς και ο προϋπολογισμός τους (βλ. Πράξεις 3, 60/2007, 179, 180/2006 VII Τμ.). Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών α) να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτών, β) να προσδιορίζεται ο αναλυτικός προϋπολογισμός (κοστολόγηση) των επί μέρους (κατηγοριών) υπηρεσιών, έστω και κατά προσέγγιση, έτσι ώστε από το άθροισμα των επιμέρους προϋπολογισμών να προκύπτει και, επομένως, να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της προγραμματικής σύμβασης (δεν αρκεί δηλαδή απλή αναφορά του συνολικού προϋπολογισμού), καθώς και γ) να αναγράφεται το αναλυτικό χρονοδιάγραμμα αυτών - κυρίως δε στις περιπτώσεις τμηματικής καταβολής του οριζόμενου στη σύμβαση ποσού για την παροχή των προβλεπόμενων υπηρεσιών, όπου θα πρέπει να υπάρχει συσχέτιση των παρασχεθεισών εργασιών προς το τμηματικώς καταβαλλόμενο (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες) ποσό της σύμβασης, όπου δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει αντιστοιχία του χρονοδιαγράμματος εργασιών προς το χρονοδιάγραμμα τμηματικών καταβολών του ανωτέρω ποσού - το οποίο (χρονοδιάγραμμα) δεν μπορεί καταρχήν να ταυτίζεται με το χρόνο περαίωσης των ανατεθεισών εργασιών (διάρκεια της σύμβασης), καθόσον στην περίπτωση αυτή ο νόμος δεν θα απαιτούσε ρητώς στο περιεχόμενο της σύμβασης να ορίζονται ξεχωριστά (ως διαφορετικά μεγέθη) το χρονοδιάγραμμα και η διάρκεια αυτής. Και τούτο διότι μέσω του ανωτέρω ειδικότερου προσδιορισμού του περιεχομένου της προγραμματικής σύμβασης διασφαλίζεται α) η εξοικονόμηση πόρων με τη διάθεση των απολύτως αναγκαίων χρημάτων, προσώπων και υλικών για την εκτέλεση των μελετών, έργων και των εν γένει αναπτυξιακών προγραμμάτων και η διαφάνεια των χρηματοδοτήσεων, καθώς και β) η μη καταστρατήγηση της διάταξης του άρθρου 277 του ΔΚΚ με την κατ’ ουσία επιχορήγηση από Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού αναπτυξιακών τους επιχειρήσεων που μετέχουν στην προγραμματική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενοί τους (πρβλ. και πραξ. VI Τμ 30/2005, VI Τμ 46, 195/2006, VII Τμ 137/2007 κ.ά.).
ΕΣ/ΤΜ.6/1715/2012
Νομιμότητα δανειακής σύμβασης. επιδιώκει την ανάκληση της 108/2012 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή της δανειακής συμβάσεως μεταξύ της αιτούσας και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων. (..) Επιπλέον, δεδομένου ότι ο όρος της παραγράφου 8 του υποβληθέντος ενώπιον του Κλιμακίου σχεδίου δανειακής συμβάσεως, που ορθώς κρίθηκε από αυτό ως αόριστος και ως εκ τούτου μη νόμιμος (βλ. ανωτέρω αναφερόμενη στη σκέψη ΙV της παρούσας υπό στοιχείο ζ΄ πλημμέλεια), έχει επίσης τροποποιηθεί και πλέον ορίζει ρητά ότι τα προαναφερόμενα «ίδια χρήματα» συνίστανται στα τέλη σύνδεσης με το δίκτυο ακαθάρτων, το Τμήμα κρίνει ότι ο όρος αυτός, όπως έχει αναδιατυπωθεί στο προσκομισθέν ενώπιόν του σχέδιο δανειακής συμβάσεως, δεν είναι πλέον αόριστος. Όσον αφορά δε την ανωτέρω αναφερόμενη στη σκέψη ΙV της παρούσας υπό στοιχείο ε΄ αναδειχθείσα από το Κλιμάκιο πλημμέλεια, το Τμήμα κρίνει ότι η πλημμέλεια αυτή δεν συντρέχει, καθόσον ο όρος του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 της ελεγχόμενης δανειακής συμβάσεως, σύμφωνα με το οποίο η αιτούσα παρέχει τη συναίνεσή της για την εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου της δεκτικού κατασχέσεως, κατ' εφαρμογή των οριζομένων στο άρθρο 5 παρ. 1 περ. β΄ του π.δ.256/1984, είναι νόμιμος, αφού, όπως προεκτέθηκε και στη σκέψη ΙΙΙ της παρούσας, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης, ως επιχειρήσεις Ο.Τ.Α. ειδικού σκοπού με αντικείμενο την άσκηση αποκλειστικών δραστηριοτήτων των Δήμων, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 παρ. 1 περ. β΄, όπως βασίμως προβάλλει και η αιτούσα και όχι σε αυτό της παρ. 1 παρ. γ΄, όπως εσφαλμένα έκρινε το Κλιμάκιο. Τέλος, το Τμήμα κρίνει ότι ο όρος της παραγράφου 5 του σχεδίου της ελεγχόμενης δανειακής συμβάσεως (βλ. ανωτέρω αναφερόμενη στη σκέψη ΙV της παρούσας υπό στοιχείο στ΄ πλημμέλεια) περί της εκχωρήσεως στο Τ.Π.Δ. του δικαιώματος να διορίσει το ίδιο στην ως άνω επιχείρηση ύδρευσης και αποχέτευσης ταμία της επιλογής του συνιστά ανεπίτρεπτη ευθεία παρέμβαση στην οικονομική ελευθερία της ήδη αιτούσας, κατά τα ορθώς κριθέντα από το Κλιμάκιο με την προσβαλλόμενη πράξη του και για το λόγο αυτό πρέπει να απαλειφθεί από το σχέδιο της ελεγχόμενης δανειακής συμβάσεως. (..) Ανακαλεί την 108/2012 πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/Τ7/29/2006
Προγραμματική σύμβαση μεταξύ Δήμου, Βρεφονηπιακού Σταθμού (ΝΠΔΔ) και Κοινοτικής Επιχείρησης. Μη νόμιμη, διότι ανεπίτρεπτα η τελευταία καθίσταται μοναδικός αντισυμβαλλόμενος του Δήμου, αφού έχει ανατεθεί σ΄αυτήν εξ ολοκλήρου η υλοποίηση της ως άνω σύμβασης, κατά παράβαση του άρθρου 35 παρ. 1 του Δ.Κ.Κ. Εξάλλου, η χρηματοδότηση του Βρεφονηπιακού Σταθμού από το δήμο και η μεταφορά του ποσού στην Κοινοτική Επιχείρηση συνιστά ανεπίτρεπτη κατά νόμο (άρθρ. 277 παρ. 8 Δ.Κ.Κ.) επιχορήγηση αυτής.
ΠΟΛ 1236/2013
Τροποποίηση των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 5 και του β΄ εδαφίου της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1159/2011 (Φ.Ε.Κ. 1657 Β΄).
Φ. 80000/19380/1401/2014
Παροχή διευκρινίσεων σχετικά με την καταληκτική ημερομηνία 31.12.2013 που τίθεται από τη διάταξη του εδαφίου α΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 40 του ν. 3996/2011 για την αναγνώριση των πλασματικών χρόνων του άρθρου 40 του ν.2084/1992, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με την παρ. 18 του άρθρου 10 του ν.3863/2010, και του άρθρου 141 του ν.3655/2008. (ΑΔΑ:7Φ7ΑΛ-ΨΧΜ)
EΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)/189/2013
Βελτίωση του συστήματος αποκομιδής απορριμμάτων του Δήμου(…)Με τις ανωτέρω διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα προβλέπεται ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, οι οποίες αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ΄ ύλην αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Απόφ. VI Τμ. 26/2013, 1380, 289, 28/2012, Πρ. 195/2006, 310, 85/2010 VII Τμ. Ελ.Συν.). Τα νομικά εκείνα πρόσωπα που μπορούν να συνάπτουν προγραμματικές συμβάσεις με το Δημόσιο, μεταξύ τους και με φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 παρ. 6 του ν. 1256/1982, προσδιορίζονται ειδικά και περιοριστικά στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 225 του Κ.Δ.Κ. Ειδικότερα, την ικανότητα αυτή έχουν οι Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, οι Σύνδεσμοι Δήμων και Κοινοτήτων, οι Τ.Ε.Δ.Κ., η Ε.Ν.Α.Ε., η Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία συνιστούν ή στα οποία συμμετέχουν οι προαναφερόμενοι οργανισμοί και φορείς, οι δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης και αποχέτευσης και τα δημοτικά και κοινοτικά ιδρύματα. Περαιτέρω, με το δεύτερο εδάφιο της ιδίας ως άνω παραγράφου παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στις κατά τα ανωτέρω συναπτόμενες προγραμματικές συμβάσεις σε ευρύ κύκλο φορέων (ως εκ τρίτου συμβαλλόμενοι), οι οποίοι καθορίζονται μόνο κατ’ έννοια γένους, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και τις αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εταιρείες αυτές, ως προς τις οποίες επιτρέπεται κατ΄ εξαίρεση η συμμετοχή στις προγραμματικές συμβάσεις (βλ. σχετικά άρθρο 265 παρ. 4 του ιδίου ως άνω Κώδικα), δεν μπορούν να συμμετέχουν σε αυτές ως μοναδικοί αντισυμβαλλόμενοι, αλλά μόνο από κοινού με τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου, στα οποία και μόνο αναγνωρίζεται η ικανότητα να συνάπτουν προγραμματικές συμφωνίες. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα σήμαινε ότι και οι αναπτυξιακές ανώνυμες εταιρείες θα περιλαμβάνονταν στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, οπότε θα καθίστατο περιττή η προσθήκη του δεύτερου εδαφίου στην ερμηνευόμενη διάταξη, δεδομένου ότι θα αρκούσε απλώς η διεύρυνση των νομικών προσώπων του πρώτου εδαφίου. Την ιδιότητα δε του αντισυμβαλλόμενου προγραμματικής σύμβασης αποκτά καθένας από τους παραπάνω φορείς μόνο όταν αναλαμβάνει κατ’ ουσίαν την υλοποίηση του αντικειμένου της προγραμματικής σύμβασης και όχι όταν μετέχει μεν στη σύμβαση αυτή, χωρίς να αναλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις αναφορικά με την εκτέλεση έργων, μελετών και προγραμμάτων ανάπτυξης που αναφέρονται σε αυτή. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μία προγραμματική σύμβαση, που έχει συναφθεί μεταξύ Δήμου, δηλαδή νομικού προσώπου της πρώτης παραγράφου και μιας αναπτυξιακής ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νόμιμη, όταν στην εταιρεία αυτή έχει ανατεθεί εξολοκλήρου η υλοποίηση του αντικειμένου αυτής, καθόσον σε αυτή την περίπτωση η εν λόγω εταιρεία δεν «συμμετέχει» στη σύμβαση ως εκ τρίτου συμβαλλόμενος, αλλά μετέχει σε αυτήν, ανεπιτρέπτως κατά νόμο, ως συνάπτων φορέας και καθίσταται κατ’ ουσίαν μοναδικός αντισυμβαλλόμενος των λοιπών φορέων του πρώτου εδαφίου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. 22ης Γεν. Συν./22.9.2004, θέμα Α΄, Πράξεις VII Τμ. 69/2005, 239, 304/2006, 123, 137/2007, 63, 78, 133/2008, 207/2009, 85/2010). Περαιτέρω, στις προγραμματικές συμβάσεις απαιτείται κατά νόμο να καθορίζονται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μεταξύ άλλων, ο ειδικότερος σκοπός και το περιεχόμενο των υποχρεώσεων, δηλαδή των μελετών, έργων, προγραμμάτων ανάπτυξης και κάθε είδους υπηρεσιών, που αναλαμβάνουν οι συμβαλλόμενοι φορείς. Ειδικότερα, απαιτείται, μεταξύ άλλων, στις προγραμματικές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών να καθορίζονται ειδικά και με σαφήνεια τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, από τα οποία να προκύπτει η συμβολή κάθε μέρους στην υλοποίηση της σύμβασης, και το αντικείμενο αυτής, οι συγκεκριμένες δηλαδή υπηρεσίες, έστω και ανά κατηγορίες που θα παρασχεθούν, και το περιεχόμενο αυτό.(…) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι από το περιεχόμενο της από 23.9.2009 προγραμματικής σύμβασης προκύπτει ότι η αναπτυξιακή εταιρεία «......» θα εκτελέσει το σύνολο, σχεδόν, του συμβατικού αντικειμένου, ενώ οι φερόμενοι ως κυρίως συμβαλλόμενοι Δήμος ...... και Τ.Ε.Δ.Κ. Ν. ......, έχουν προσχηματική και υποτυπώδη συμμετοχή στην επίμαχη προγραμματική σύμβαση, αναλογικά με το συνολικό αντικείμενό της. Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του Δήμου, δοθέντος ότι κατά παράβαση των σαφών προβλέψεων των προπαρατεθεισών διατάξεων, ο ρόλος της ...... δεν περιορίζεται απλώς σ’ αυτόν του συμμετέχοντος φορέα στην οικεία σύμβαση, ως εκ τρίτου συμβαλλόμενης από κοινού με άλλον συνάπτοντα φορέα, αλλά αυτή καθίσταται ανεπιτρέπτως συνάπτων φορέας της σύμβασης, στον οποίο ανατίθεται η εκτέλεση του συνόλου του συμβατικού αντικειμένου, έναντι της καταβολής από το Δήμο προς αυτήν της προϋπολ
ΥΠΕΠΘ/152/1504/2001
Πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποφοίτων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που υπάγονται στις ειδικές κατηγορίες του εδαφίου α της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του Ν. 2525/1997, όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 2909/2001 (ΦΕΚ 90 Α΄).
ΠΟΛ. 1256/2015
Παράταση της προθεσμίας που ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 3 της υπ’αριθμ. ΠΟΛ.1124/2015 απόφασης της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων για τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 65Α του Ν. 4174/2013.
ΠΟΛ.1100/2016
Παράταση της προθεσμίας που ορίζεται στο προτελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 3 της υπ’ αριθμ. ΠΟΛ. 1124/2015 Απόφασης της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων για τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 65Α του Ν.4174/2013.
ΠΟΛ.1214/2015
Παράταση της προθεσμίας που ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 3 της υπ’ αριθ. ΠΟΛ.1124/2015 απόφασης της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων για τα νομικά πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 65Α του Ν. 4174/2013.