ΣΤΕ/87/2011
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/1609/2012
Δημοσίευση κανονιστικής διοικητικής πράξης:... Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 87/2011 Ολομ.), οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί, είναι μεν ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, πλην όμως ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Επειδή, όπως έγινε δεκτό με την προμνησθείσα, υπ΄ αριθ. 4142/2010 προδικαστική απόφαση του Τμήματος, η προσβαλλομένη πράξη δεν αποτελεί απλή εγκύκλιο αλλά, εν όψει του προεκτεθέντος περιεχομένου της, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, και ως εκ τούτου, για να λάβει, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ΄ όσον δεν προβλέπεται, από διάταξη νόμου, η κατ΄ άλλον τρόπο δημοσίευσή της.Επειδή, εν προκειμένω, με το υπ΄ αριθ. 62609/82/2.6.2011 έγγραφο του Προϊσταμένου της Διευθύνσεως Προσωπικού Δ.Ε. της Γενικής Διευθύνσεως Διοίκησης Π.Ε. και Δ.Ε. του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, το οποίο εστάλη στο Δικαστήριο σε εκτέλεση της ανωτέρω προδικαστικής αποφάσεως, βεβαιώνεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το ανωτέρω παρατεθέν κανονιστικό περιεχόμενο δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξ άλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για τον λόγο αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, ως αφορώντα την υπόσταση της προσβαλλομένης πράξεως, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, η δε εξέταση των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως να παραλειφθεί ως αλυσιτελής.
ΣΤΕ/1788/2004
Δημοσίευση κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έχει κανονιστικό χαρακτήρα, γιατί εκδόθηκε μετά από έλεγχο νομιμότητας, κατά το άρθρο 8 ν. 3200/1955 τον οποίο ο ως άνω Υφυπουργός άσκησε επί της υπ’ αριθμ. 149/15.10.1999 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 18 του Ν. 2218/1994, η οποία ήταν ομοίως κανονιστική καθ’ όσον προέβη στην ακύρωση της υπ’ αριθμ. 108/1999 κανονιστικής αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου … (ΣτΕ επταμ. 494-5/1995, 4268/2000). Ως κανονιστική, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έπρεπε να δημοσιευθεί όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλος τρόπος δημοσιότητάς της. Από τα στοιχεία όμως του φακέλου ουδόλως προκύπτει ότι η απόφαση αυτή δημοσιεύθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο η ως άνω ρητώς προσβαλλόμενη απόφαση είναι επίσης ακυρωτέα. Την ίδια εξ άλλου πλημμέλεια παρουσιάζει και η 149/15.10.1999 πράξη της, κατ’ άρθρ. 177 παρ. 2 Δ.Κ.Κ., Επιτροπής Νομού .., δοθέντος ότι δεν προκύπτει τοιχοκόλλησή της στο κατάστημα του Δήμου … σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 1 εδ. β’ Δ.Κ.Κ. ή δημοσίευσή της με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.Επειδή, μετά την ακύρωση των προσβαλλομένων πράξεων για τον προαναφερθέντα αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ακυρώσεως, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση.
ΣΤΕ/3055/2000
Κανονιστικές διοικητικές πράξεις- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (φ. 8) η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως αρχίζει για μεν τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις από την επομένη της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για δε τις ατομικές διοικητικές πράξεις, η προθεσμία αρχίζει, για μεν τους ενδιαφερομένους στους οποίους αφορά η πράξη από την επομένη της κοινοποιήσεως τους προς αυτούς ή της πλήρους γνώσεως από αυτούς. Ειδικότερα, ως προς τις ατομικές διοικ. πράξεις, τις δημοσιευτέες κατά νόμον, η προθεσμία αρχίζει για τους τρίτους από την επομένη της δημοσίευσεώς τους.Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.
ΣΤΕ/2200/2003
Δημοσίευση κανονιστικών πράξεων:..Επειδή στο άρθρο 37 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα ορίζονται τα εξής: "1. Το δημοτικό ή το κοινοτικό συμβούλιο μπορεί να εκδίδει τοπικές κανονιστικές αποφάσεις με τις οποίες : α. Καθορίζονται οι όροι για τη χρήση και τη λειτουργία των δημοτικών και κοινοτικών αγορών και των τόπων αγορών, των εμποροπανηγύρεων, των συστημάτων υδρεύσεως, αρδεύσεως και αποχετεύσεως, των αλσών και των κήπων, των κοιμητηρίων, των αθλητικών εγκαταστάσεων, των κέντρων νεότητας, των παιδικών χαρών, των παιδικών και βρεφικών σταθμών, των υγειονομικών σταθμών και των κέντρων παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, των πολιτιστικών και πνευματικών κέντρων, των δημοτικών ή κοινοτικών λαϊκών κατοικιών, θερέτρων και τουριστικών εγκαταστάσεων, των πεζοδρομίων, των πλατειών και των λοιπών κοινόχρηστων χώρων. β. Ρυθμίζονται θέματα κυκλοφορίας και στάθμευσης των οχημάτων, ειδικών όρων δόμησης, καθαριότητας, προστασίας των κατοίκων από την ηχορύπανση, προστασίας των θαλασσών από πηγές ξηράς, των υπόγειων και των επίγειων υδάτινων αποθεμάτων από τη ρύπανση και γ. Ορίζονται οι όροι λειτουργίας των ψυχαγωγικών παιδιών, των θεάτρων, των κινηματογράφων και παρεμφερών επιχειρήσεων, των νυκτερινών κέντρων, των μπαρ και των συναφών καταστημάτων . . . 2. . . . 3. Οι διατάξεις, που προβλέπει η παρ. 1, δημοσιεύονται με ανάρτηση στις πινακίδες του δήμου ή της κοινότητας για την οποία συντάσσεται αποδεικτικό. Οι διατάξεις αυτές παραμένουν συνεχώς εκτεθειμένες σε χώρο του δημοτικού ή κοινοτικού καταστήματος, που είναι προσιτός στο κοινό. 4. . . .". Η τελευταία αυτή διάταξη αφορά μόνο τις τοπικές κανονιστικές αποφάσεις των δημοτικών ή κοινοτικών συμβουλίων της ως άνω παραγράφου 1 του άρθρου 37 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα και όχι τις κανονιστικές αποφάσεις των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων για την επιβολή φόρων, τελών, δικαιωμάτων κ.λ.π., όπως είναι η προσβαλλόμενη απόφαση. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος και ο περαιτέρω προβαλλόμενος ισχυρισμός της αιτούσης, κατά τον οποίο οι προσβαλλόμενες αποφάσεις (τών οποίων απόσπασμα εστάλη ταχυδρομικώς στην αιτούσα) δεν αναρτήθηκαν με τους όρους του άρθρου 37 παρ. 3 εδ. β' του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ. 410/1995) σε εμφανές σημείο του Δήμου ούτε παρέμειναν αναρτημένες συνεχώς.Επειδή, σύμφωνα με τις προηγούμενες σκέψεις, οι προσβαλλόμενες αποφάσεις απέκτησαν νόμιμη υπόσταση με την δημοσίευσή τους στον οικείο πίνακα ανακοινώσεων του Δημοτικού Καταστήματος τού Δήμου ..., η οποία έλαβε χώρα στις 6.3.1998 και 19.5.1999 αντιστοίχως, η δε προβλεπόμενη στο άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 εξηκονθήμερη προθεσμία για την προσβολή τους με αίτηση ακυρώσεως άρχισε από την επομένη τών πιό πάνω δημοσιεύσεων. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση, η οποία κατατέθηκε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο ... στις 17.5.2000, δηλαδή μετά την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας, ασκήθηκε εκπροθέσμως και πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
ΣΤΕ 2207/2002
Επειδή, κατά την έννοια της παρατεθείσης εξουσιοδοτικής διατάξεως του ν. 2218/94 ο κανονιστικός νομοθέτης κατά την κατάρτιση των οργανισμών των οικείων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων προσδιορίζει ανάλογα με το αντικείμενο των συγκεκριμένων οργανικών μονάδων και την ειδικότητα του κλάδου από ποιές κατηγορίες και από ποιούς κλάδους κάθε κατηγορίας θα προέρχονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων κάθε υπηρεσίας, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να ορίσει ότι οι προϊστάμενοι θα προέρχονται από όλες τις κατηγορίες ή από όλους τους κλάδους κάθε κατηγορίας. Εν όψει δε της φύσεως των καθηκόντων του συγκεκριμένου Γραφείου, όπως αυτά καθορίζονται στο στοιχείο δ΄ της παρ. 3 άρθρου 10 του Οργανισμού, η ανωτέρω προσβαλλομένη διάταξη του εδ. δ΄ παρ. 29 άρθρου 130 αυτού, που αποκλείει τους αρχιτέκτονες - μηχανικούς από την δυνατότητα να καταλάβουν θέση προϊσταμένου του Γραφείου αυτού, βρίσκεται εντός των ορίων της εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 30 του ν. 2218/1994 και δεν προσβάλλει την συνταγματικώς κατοχυρωμένη ισότητα, δεδομένου ότι η ρύθμιση δεν παρίσταται αδικαιολόγητη (πρβλ. ΣτΕ 915/ 2000). Κατ’ ακολουθίαν, οι σχετικές προσφυγές, τις οποίες άσκησε το αιτούν σωματείο διαδοχικώς ενώπιον της επιτροπής του άρθρου 18 ν. 2218/94 και του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, συνεπαγόμενες έλεγχο μόνον της νομιμότητας της πληττομένης διατάξεως του Οργανισμού, νομίμως απορρίφθηκαν με τις συμπροσβαλλόμενες πράξεις των οργάνων αυτών. Κατά ταύτα, πρέπει να απορριφθούν ο λόγος περί παραβάσεως της αρχής της ισότητος ως αβάσιμος, καθώς και οι λόγοι περί αναιτιολογήτου και υπερβάσεως των άκρων ορίων της διακριτικής ευχερείας της Διοικήσεως, δεδομένου ότι οι κανονιστικές πράξεις, όπως είναι η πληττομένη διάταξη του Οργανισμού δεν χρήζουν αιτιολογίας, ελέγχονται δε μόνον από την άποψη της μη υπερβάσεως της εξουσιοδοτήσεως. Η κρινομένη αίτηση, επομένως, είναι απορριπτέα στο σύνολό της.
ΣΤΕ/2103/2006
Οικοδομική άδεια- δημοσίευση διοικητικής πράξεως:..Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, η προσβαλλόμενη ρύθμιση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη. Και τούτο διότι α) γίνεται αορίστως επίκληση κυκλοφοριακών προβλημάτων που θα προκύψουν από την έξοδο της καταργουμένης οδού προς την οδό ....., χωρίς να ερευνάται αν και πως είναι δυνατόν αυτά να αντιμετωπισθούν, αλλά ούτε και ποία είναι τα οφέλη από τη διάνοιξη της οδού, η οποία μάλιστα, όπως προαναφέρθηκε, καταλήγει σε εκκλησία, σε κτήριο, δηλαδή, βασικής κοινωνικής λειτουργίας και β) δεν ερευνώνται οι πολεοδομικές επιπτώσεις, από την κατάργηση της οδού, σε αυτό τούτο το ενιαίο και μεγάλο Ο.Τ. 26 - 27 και στη λειτουργία του στην ευρύτερη περιοχή, εν όψει μάλιστα της ήδη έχουσας επέλθη μειώσεως κοινοχρήστων χώρων με την κατάργηση της οδού ...... Για το λόγο επομένως αυτό, που βασίμως προβάλλεται, πρέπει να γίνη εν μέρει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθή η πρώτη προσβαλλόμενη νομαρχιακή απόφαση και να απορριφθούν οι παρεμβάσεις. Κατά τη γνώμη όμως της Συμβούλου Αικ. .... και του Παρέδρου Κ. Κουσούλη, η αιτιολογία της προσβαλλομένης νομαρχιακής αποφάσεως δεν είναι πλημμελής, διότι στηρίζεται σε νόμιμα πολεοδομικά κριτήρια, συνιστάμενα στην κυκλοφοριακή επιβάρυνση της ήδη βεβαρυμένης κυκλοφοριακώς και μικρού πλάτους, οδού ....., η οποία θα επέλθη από την διοχέτευση σε αυτήν της κυκλοφορίας που θα προκύψη από τη διάνοιξη της επίδικης οδού, ενώ εξ άλλου νομίμως ελήφθησαν υπόψιν συμπληρωματικώς και ιδιωτικά συμφέροντα, συνιστάμενα στη μη κατεδάφιση υφισταμένων οικιών.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/154/2018
ΑΠΟΔΟΧΕΣ:Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη παρίσταται, κατά την πλειοψηφήσασα γνώμη, μη νόμιμη και, ως εκ τούτου, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει, καταρχήν, να θεωρηθεί. Ωστόσο, ενόψει των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση υπόθεσης και συγκεκριμένα της εκδόσεως της 23151/11.7.2017 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και της Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με την οποία, κατ’ εκτίμηση των συμπερασμάτων της από 27.1.2010 πορισματικής έκθεσης του…, συντελέστηκε ο διορισμός του…., συγγνωστώς τα αρμόδια όργανα του Δήμου ........ υπέλαβαν ότι υποχρεούνται να προβούν στην τοποθέτηση του φερόμενου ως δικαιούχου στις υπηρεσίες του Δήμου και να καταβάλουν σε αυτόν τις ανάλογες για τη θέση και το βαθμό του αποδοχές. Ως εκ τούτου και δοθέντος ότι ο εν λόγω υπάλληλος απασχολήθηκε σε κενή οργανική θέση του Δήμου ........ λόγω πλάνης που δικαιολογημένα συνέτρεξε στο πρόσωπο των αρμοδίων οργάνων του Δήμου, πρέπει να καταβληθούν σ’ αυτόν οι αποδοχές που δικαιούται κατά το νόμο να λάβει για την εργασία που παρείχε από τις 18.8.2017, ημερομηνία ανάληψης υπηρεσίας, έως την κοινοποίηση της παρούσας πράξης στον οικείο φορέα. Κατά την μειοψηφήσασα δε γνώμη είναι νόμιμη η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, και πρέπει αυτό να θεωρηθεί. Η γνώμη, όμως, αυτή δεν εκράτησε.
ΣΤΕ/2845/2016
Επειδή, εν προκειμένω, το δικόγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 28 Απριλίου 2011 και ως εκ τούτου εμπίπτει, κατά χρόνον, στο πεδίο ισχύος της διατάξεως του άρθρου 69 περ. α΄ του Ν. 3900/2010, υπογράφεται μόνο από την αιτούσα, για τον λόγο δε αυτόν η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαραδέκτως ασκηθείσα. Εξ άλλου, εν προκειμένω, δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 27 παρ. 1-3 του Π.Δ. 18/1989, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους, εν τέλει, με τη διάταξη του άρθρου 32 παρ. 1 του Ν. 3772/2009 (Α΄ 112), δοθέντος ότι οι διατάξεις αυτές προβλέπουν τη δυνατότητα ειδοποιήσεως διαδίκου ή του πληρεξουσίου δικηγόρου του προς συμπλήρωση στοιχείων της νομιμοποιήσεως αυτού, και ως εκ τούτου δεν εφαρμόζονται σε περιπτώσεις ως η επίδικη, ήτοι σε περίπτωση απαραδέκτου ασκήσεως ακυρώσεως λόγω μη υπογραφής του δικογράφου της από δικηγόρο αλλά μόνο από τον αιτούντα. Κατά τη γνώμη, όμως, του Συμβούλου Γ. Ποταμιά η υπό κρίση αίτηση πρέπει να θεωρηθεί παραδεκτώς ασκηθείσα δοθέντος ότι η αιτούσα παρέστη κατά την επ' ακροατηρίω συζήτηση της υποθέσεως μετά δικηγόρου, την οποία νομιμοποίησε με δήλωσή της.
ΣΤΕ/843/2010
Επιλογή αναδόχου κατασκευής έργου.. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθούν η υπ’ αριθ. 451/29.10.2007 απόφαση της 6ης Νομαρχιακής Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως .., στην οποία ενσωματώθηκε η υπ’ αριθ. 665/ 11.12.2006 απόφαση της ίδιας Νομαρχιακής Επιτροπής, καθώς και η υπ’ αριθ. 91/ 16.4.2007 απόφαση της αρμόδιας για τους νομούς ... και ... της Περιφέρειας ... Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994. Η συνδρομή δε ενδεχομένως λόγων δημοσίου συμφέροντος για την εκτέλεση του επιδίκου έργου δεν ασκεί επιρροή κατά την εξέταση της νομιμότητας των ανωτέρω πράξεων στο πλαίσιο της ερεύνης της κατ’ αυτών στρεφομένης αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, ο προβαλλόμενος με το προαναφερθέν από 10.3.2009 υπόμνημα της καθ’ ης η κρινόμενη αίτηση Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως σχετικός ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι, όπως εκτέθηκε στην δεύτερη σκέψη, με την υπ’ αριθ. 143/14.5.2008 απόφαση της 6ης Νομαρχιακής Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ... (ακυρωθείσα ήδη με την υπ’ αριθ. 651/2010 απόφαση του Δικαστηρίου) ανακλήθηκε η διακήρυξη του επιδίκου διαγωνισμού, χωρίς ο διαγωνισμός αυτός να επαναπροκηρυχθεί. Περαιτέρω, με το ίδιο ως άνω υπόμνημα η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση προβάλλει ότι είναι απαράδεκτος ο λόγος ακυρώσεως ότι δήθεν δεν διασφαλίσθηκε με την κατάθεση της οικονομικής προσφοράς της παρεμβαίνουσας εταιρείας η μυστικότητα της διαδικασίας, εφόσον τέτοιος λόγος δεν προβλήθηκε με την προσφυγή της αιτούσης ενώπιον της αρμόδιας για τους νομούς ... και ... Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως, διότι από καμία διάταξη δεν απαιτείται με την αίτηση ακυρώσεως να προβάλλονται οι αυτοί ακριβώς λόγοι που είχαν προβληθεί με την ασκουμένη ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 προσφυγής νομιμότητας, η άσκηση της οποίας, άλλωστε, δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως.
ΣΤΕ/3322/2005
Δημοσίευση κανονιστικής απόφασης:...Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη, ο αναιρεσείων, μόνιμος ιατρός του Ε.Σ.Υ. που υπηρετεί στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, άσκησε την από 30.12.1996 αγωγή, με την οποία ζήτησε να υποχρεωθεί αυτό να του καταβάλει ποσό 2.653.800 δραχμών ως διαφορά μεταξύ της υπερωριακής αποζημιώσεως που του καταβλήθηκε για τις εφημερίες που πραγματοποίησε κατά το από 1.1.1994 έως 30.6.1995 χρονικό διάστημα και η οποία υπολογίσθηκε με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/100 του μηνιαίου βασικού μισθού του και εκείνης που προκύπτει με βάση ωρομίσθιο ίσο προς το 1/65 αυτού που ορίσθηκε για τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους με την 2039921/3479/0022/14.6.1991 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Η αγωγή αυτή έγινε εν μέρει δεκτή με την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου ..., με την οποία επιδικάσθηκε στον αναιρεσείοντα, ύστερα από ορθό υπολογισμό, ποσό 2.651.610 δραχμών για την ανωτέρω αιτία. Κατά της εν λόγω αποφάσεως άσκησε έφεση το αναιρεσίβλητο νοσοκομείο, η οποία έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ειδικότερα ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ούτε τηρήθηκε γι’ αυτήν η τυπική διαδικασία του ειδικού τρόπου δημοσιότητας του άρθρου 3 παρ. 3 του ν. 301/1976, δεδομένου ότι κοινοποιήθηκε μεν στο σύνολο των ενδιαφερομένων υπηρεσιών, χωρίς όμως να γίνει και τοιχοκόλλησή της σε εμφανές μέρος του κεντρικού καταστήματος των υπηρεσιών αυτών. Με τα δεδομένα αυτά, έκρινε η αναιρεσιβαλλομένη, εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως λόγο που αφορά στο κύρος του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου, ότι η 2039921/3479/ 0022/14.6.1991 κανονιστική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, και επομένως δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμη βάση για την ικανοποίηση του αιτήματος του αναιρεσείοντος, και με την αιτιολογία αυτή έκανε δεκτή την έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την 163/1997 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .... και απέρριψε την αγωγή του αναιρεσείοντος. Η κρίση αυτή είναι ορθή και νόμιμη σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις (ΣτΕ 307/2003 7μ., 1485/2003), και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος αναιρέσεως κατά τον οποίο η ως άνω κανονιστική απόφαση έχει τεθεί σε ισχύ de facto και εφαρμόζεται, παράγοντας όλες τις έννομες συνέπειές της, ανεξάρτητα από τη θεωρητική ταξινόμησή της στις ανυπόστατες πράξεις. Εξάλλου, εφόσον η αναιρεσιβαλλομένη βεβαιώνει ότι η ως άνω υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύθηκε νομίμως, η κρίση αυτή δεν χρειαζόταν ειδικότερη αιτιολογία, ενόψει μάλιστα του ότι ο αναιρεσείων δεν ισχυρίζεται ότι είχε προβάλει ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου κάποιον ειδικότερο ουσιώδη ισχυρισμό, ο οποίος δεν απαντήθηκε από το Δικαστήριο, πρέπει δε να απορριφθούν οι περί του αντιθέτου λόγοι αναιρέσεως.Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση στο σύνολό της. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει, σύμφωνα με το άρθρο 39 παρ. 1 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), τον αναιρεσείοντα από τη δικαστική δαπάνη.