Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣΤΕ/3055/2000

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2408/1996, 18/1989

Κανονιστικές διοικητικές πράξεις- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (φ. 8) η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως αρχίζει για μεν τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις από την επομένη της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για δε τις ατομικές διοικητικές πράξεις, η προθεσμία αρχίζει, για μεν τους ενδιαφερομένους στους οποίους αφορά η πράξη από την επομένη της κοινοποιήσεως τους προς αυτούς ή της πλήρους γνώσεως από αυτούς. Ειδικότερα, ως προς τις ατομικές διοικ. πράξεις, τις δημοσιευτέες κατά νόμον, η προθεσμία αρχίζει για τους τρίτους από την επομένη της δημοσίευσεώς τους.Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/3055/2000

Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:...Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.


ΣΤΕ/2647/2008

Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, η κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (Α’ 8) εξηκονθήμερη προθεσμία για την προσβολή με αίτηση ακυρώσεως της αποφάσεως του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας περί συγκροτήσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του ανωτέρω Ταμείου, η οποία, κατά τις προεκτεθείσες διατάξεις, ήταν δημοσιευτέα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, άρχιζε για τον αιτούντα, ως τρίτο, από τη δημοσίευση της υπουργικής αυτής αποφάσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2733/1994, 602/1987 κ.α.). Η προσβαλλόμενη υπουργική δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 14.2.2005 (ΦΕΚ 30, τ. Ν.Π.Δ.Δ.). Επομένως, η υπουργική αυτή απόφαση προσβάλλεται εκπροθέσμως, αφού η κρινόμενη αίτηση ασκήθηκε στις 20.6.2007, δηλαδή μετά την πάροδό της ως άνω εξηκονθήμερης προθεσμίας. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη.


ΣΤΕ/1909/1997

Εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, στο άρθρο 6 παρ. ΣΤ 9 του ν. 2083/1992 (ΦΕΚ 159) ορίζεται ότι : "Ο διορισμός και η μονιμοποίηση του μέλους ΔΕΠ γίνεται με πράξη του πρύτανη που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η σχετική πράξη με τα πρακτικά εκλογής ή μονιμοποίησης διαβιβάζονται χωρίς καθυστέρηση από το ΑΕΙ στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και κοινοποιούνται σε όλους τους υποψηφίους. Η δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η εκτέλεση της πράξης αυτής αναστέλλεται επί ένα μήνα από την περιέλευσή της στο Υπουργείο για έλεγχο νομιμότητας. Αν μέσα στην προθεσμία αυτή διαπιτωθεί έλλειψη νομιμότητας στην πράξη του πρύτανη, η υπόθεση αναπέμπεται στο ΑΕΙ". Κατά την έννοια της πιο πάνω διατάξεως επιβάλλεται μεν η κοινοποίηση της πράξεως διορισμού μέλους ΔΕΠ και των πρακτικών εκλογής σε όλους τους υποψηφίους, αλλά η κοινοποίηση αυτή δεν αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως. Η προθεσμία της αιτήσεως ακυρώσεως για τους τρίτους, μεταξύ των οποίων είναι και οι λοιποί υποψήφιοι για κατάληψη της θέσεως ΔΕΠ, κινείται και στην περίπτωση αυτή από τη δημοσίευση της πρυτανικής πράξεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεδομένου ότι δεν προβλέπεται από το νόμο κοινοποίησή της στους λοιπούς, πλην του διοριζομένου, υποψηφίους (βλ. Σ.τ.Ε. 311/1989).Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 22.7.1993, δηλαδή μετά την πάροδο εξήντα ημερών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της προσβαλλόμενης πρυτανικής πράξεως (27.4.1993), πρέπει να απορριφθεί ως εκπρόθεσμη.


ΣΤΕ/4803/1998

Τροποποίηση καταστατκού οικοδομικού συνεταιρισμού:..Επειδή, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 22 και 5 παρ. 5 του π.δ. 93/1987 (52 Α’), απαιτείται δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης με την οποία εγκρίνεται η τροποποίηση καταστατικού οικοδομικού συνεταιρισμού, για την προσαρμογή του καταστατικού αυτού στις διατάξεις του πιο πάνω π.δ/τος. Περαιτέρω, η οριζόμενη στο άρθρο 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκηση αίτησης ακυρώσεως κατά της παραπάνω απόφασης αρχίζει, προκειμένου για τρίτους, όπως ο αιτών, που προβάλλει ότι θίγεται από την απόφαση αυτή, από τη δημοσίευση της απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (φ. 136 Β’/1-3-1994). Συνεπώς, η κρινόμενη άιτηση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 7-6-1994, δηλαδή μετά την πάροδο της πιο πάνω προθεσμίας, πρέπει να απορριφθεί ως εκπρόθεσμη.


ΣΤΕ/2976/2006

Σύνθετη διοικητική ενέργεια- αίτηση ακυρώσεως:.Επειδή, όπως έγινε δεκτό ανωτέρω, η σύνθετη διοικητική ενέργεια του κατ’ αρθρ. 17 ν. 2190/1994 διαγωνισμού, ολοκληρώνεται με την πράξη του Α.Σ.Ε.Π. περί κυρώσεως των οριστικών πινάκων επιτυχίας και διοριστέων, η οποία και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Μετά την έκδοση της τελευταίας αυτής πράξεως όλες οι προηγούμενες πράξεις, όπως είναι οι αποφάσεις του ΑΣΕΠ επί υποβληθεισών ενστάσεων, ενσωματώνονται στην τελευταία και χάνουν τον εκτελεστό τους χαρακτήρα. Κατόπιν αυτών, η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της υπ’ αριθμ. 1723/8.8.2002 αποφάσεως του ΑΣΕΠ, διότι η πράξη αυτή έχει χάσει την εκτελεστότητα της ενσωματωθείσα στην 1812/28.8.2002 πράξη του Α.Σ.Ε.Π. περί κυρώσεως των οριστικών πινάκων διοριστέων. Περαιτέρω, καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά της ως άνω θεωρηθείσας ως συμπροσβαλλόμενης υπ’ αριθμ. 1812/28.8.2002 αποφάσεως του ΑΣΕΠ, η κρινόμενη αίτηση ασκείται εκπροθέσμως, διότι όπως συνάγεται από τις διατάξεις του αρθρ. 46 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α 8), η εξηκονθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως για τους τρίτους υποψηφίους σε διαγωνισμό για την πλήρωση θέσης, δηλαδή για όλους τους άλλους πλήν εκείνων στους οποίους αναφέρεται η βάσει διατάξεως νόμου δημοσιευόμενη πράξη κυρώσεως των πινάκων διοριστέων, αρχίζει από την επομένη της δημοσιεύσεως της εν λόγω πράξης, εφόσον δεν προβλέπεται από το νόμο κοινοποίηση της πράξης αυτής στους τρίτους υποψηφίους, (βλ. ΣτΕ 2484/2006, πρβλ, ΣτΕ 467/2003). Εν προκειμένω, η ανωτέρω υπ’ αριθμ. 1812/28.8.2002 απόφαση περί κυρώσεως των οριστικών πινάκων διοριστεών δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 4.9.2002 (ΦΕΚ 248/4.9.2002 ΠΡΤΜ), κατά τα οριζόμενα στο αρθρ. 17 παρ. 11 του ν. 2190/1994, ενώ η κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως ασκήθηκε στις 18.12.2002, δηλαδή μετά την πάροδο εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση της πιο πάνω αποφάσεως. Κατόπιν αυτών, η υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα. Κατά την γνώμη όμως της Παρέδρου Μ. Παπαδοπούλου, ενόψει της προεκτεθείσας πλοκής πρέπει να θεωρηθεί ότι η προθεσμία προσβολής της ως άνω 1812/28/8/2002 αποφάσεως περί κυρώσεως των οριστικών πινάκων διοριστέων άρχισε να τρέχει από το χρόνο ικανοποιήσεως στον αιτούντα η πλήρους γνώσεως απ’ αυτόν της προηγηθείσας υπ’ αριθ. 1723/8.8.2002 αποφάσεως του ΑΣΕΠ με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση του, αφού από το χρόνο αυτό έλαβε γνώση της αιτιολογίας της απορρίψεως της ενστάσεως του και μπορούσε να διατυπώσει σχετικούς λόγους ακυρώσεως. Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, η υπό κρίση αίτηση ασκείται εμπροθέσμως κατά της πιο πάνω 1812/28/8/2002 αποφάσεως, δεδομένου ότι δεν προκύπτει από στα στοιχεία του φακέλου κοινοποίηση η πλήρης γνώση της ανωτέρω (1723/8.8.2002) προηγηθείσας αποφάσεως σε χρόνο απέχοντα πλέον των 60 ημερών από την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως.


ΣΤΕ/87/2011

Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.


ΣΤΕ/4815/1997

Επειδή, με την υπ' αριθ. 4141.4/20/94/2.9.1994 απόφαση του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την κατάταξη στο Λιμενικό Σώμα 190 δοκίμων Λιμενοφυλάκων, στον οποίο έλαβε μέρος και ο ήδη εκκαλών. Με την υπ' αριθ. 4141.4/95/94/12.12.1994 απόφαση του Αρχηγού Λιμενικού Σώματος (φ. Γ 237/12.12.1994) κλήθηκαν για κατάταξη οι επιτυχόντες δόκιμοι Λιμενοφύλακες έτους 1994, στον πίνακα δε αυτό επιτυχίας δεν συμπεριελήφθη ο εκκαλών, διότι δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη βαθμολογία. Κατά του ως άνω πίνακος, που είχε δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 12.12.1994 (κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 παρ. 7 ν.δ. 530/1970 (Α 100) "περί λιμενοφυλάκων") ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς την από 13.12.1995 αίτηση ακυρώσεως. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά εφόσον η προθεσμία ασκήσεως αιτήσεως ακυρώσεως για τον εκκαλούντα, ως τρίτο, άρχιζε από την επομένη της δημοσιεύσεως του ως άνω πίνακος, η προθεσμία έληγε την 10.2.1995, ημέρα Παρασκευή και συνεπώς η ως άνω αίτηση ακυρώσεως ασκήθηκε εκπροθέσμως την εξηκοστή τρίτη μέρα από τη δημοσίευση της προσβαλλομένης πράξεως


ΣΤΕ ΕΑ/463/2012

Δημοσίευση πράξης κανονιστικού χαρακτήρα:..Επειδή, όπως προκύπτει και από το ανωτέρω έγγραφο της Λιμενάρχη ..., η προσβαλλόμενη πράξη, κανονιστικού χαρακτήρα, δεν δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 περ. θ΄ του ν. 3469/2006, και, ως εκ τούτου, δεν απέκτησε νόμιμη υπόσταση, είναι δε νομικά αδιάφορο, από την άποψη αυτή, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην έβδομη σκέψη, το γεγονός ότι, όπως βεβαιώνει και η Διοίκηση στο ανωτέρω έγγραφό της, η προσβαλλόμενη πράξη αναρτήθηκε στο διαδίκτυο στα πλαίσια του προγράμματος «Διαύγεια», δυνάμει της προπαρατεθείσας διάταξης του άρθρου 2 παρ. 4 περ. 4 του ν. 3861/2010. Συνεπώς, ως ανυπόστατη, η προσβαλλόμενη πράξη είναι, εφόσον προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως, ακυρωτέα, και, ως εκ τούτου, η αίτηση ακυρώσεως που άσκησαν οι αιτούντες κατά της πράξης αυτής είναι προδήλως βάσιμη. Για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλεται και ανεξαρτήτως του εάν η βλάβη που επικαλούνται είναι ή όχι δυσχερώς επανορθώσιμη, θα πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, κατά το μέρος που αφορά στα πλοία των αιτούντων .. και ... (βλ. σχετ. Ε.Α. 672/2002, 214/2005, 6/2006, πρβλ. Ε.Α. 394/2006).


ΕλΣυν/Τμ.1/191/1995

Με τις ανωτέρω διατάξεις προβλέπεται, εκτός των άλλων, ότι ο αριθμός των επιτρεπόμενων ημερών παραμονής εκτός έδρας καθορίζεται με απόφαση του Πρωθυπουργού (άρθρο 15 του ν.δ. 65/19731), αρμοδιότητα, η οποία μεταβιβάστηκε στη συνέχεια στους οικείους Υπουργούς (απόφαση Πρωθυπουργού ΔΔ7/ 2/4/ 2.1.1975, ΦΕΚ Β΄ 2, άρθρα 3 παρ.4 του ν.δ. 216/1974, 3 παρ. 1 του ν. 51/1975, 27 του ν.1199/1981 και 12 παρ. 1 του ν. 1256/1982, καθώς και Δ10Δ/ Φ.60/1/Α/4061/20.3.1984 κοινή υπουργική απόφαση ,ΦΕΚ Β΄ 155) στους οποίους (Υπουργούς)έχει μεταβιβασθεί και η αρμοδιότητα της κατ’ εξαίρεση εγκρίσεως μετακινήσεων πραγματοποιούμενων καθ’ υπέρβαση του κατά τα ανωτέρω επιτρεπόμενου αριθμού ημερών εκτός έδρας. Εξάλλου, κατά την αληθή έννοια της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 15 του ν.δ. 65/1973, που ορίζεται ότι ¨ο αριθμός των επιτρεπόμενων ημερών παραμονής εκτός έδρας νοείται για πλήρη ημερήσια αποζημίωση¨, δεν επιτρέπεται η πραγματοποίηση εκτός έδρας μετακινήσεων πέραν του εγκεκριμένου αυτού αριθμού, ανεξαρτήτως αν η καταβαλλόμενη γι’αυτές συνολικά ημερήσια αποζημίωση( π.χ. λόγω αυθημερόν επιστροφής) δεν υπερβαίνει την πλήρη αποζημίωση, που αναλογεί στον εγκεκριμένο αριθμό ημερών εκτός έδρας(βλ. σχετ. Πράξεις 388/1993, 172, 272, 273/1994 του Ι Τμήματος). Κατά συνέπεια, καταβολή δαπανών κινήσεως για μετακινήσεις, που πραγματοποιούνται καθ’ υπέρβαση του κατά περίπτωση εγκεκριμένου αριθμού ημερών εκτός έδρας, δεν είναι νόμιμη. Περαιτέρω, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, οι κανονιστικές διοικητικές πράξεις δεν έχουν αναδρομική ισχύ, εκτός αν τούτο επιτρέπεται ρητά από την εξουσιοδοτική διάταξη. Συνεπώς, η νεότερη κανονιστική διοικητική πράξη καταργεί ή τροποποιεί την προηγούμενη όμοια μόνο εφεξής και όχι εξαρχής. Κατ’ ακολουθία τούτου, τροποποίηση της κατά τα ανωτέρω εκδιδόμενης αποφάσεως του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού για τον καθορισμό του κατ’ έτος επιτρεπόμενου αριθμού ημερών μετακινήσεως εκτός έδρας με δικαίωμα αποζημιώσεως με μεταγενέστερη όμοια, ισχύει μόνο από το χρόνο δημοσιεύσεως της τελευταίας αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Τούτο δε, διότι πρόκειται για κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οι οποίες χρήζουν δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 301/1976 και οι οποίες αρχίζουν να ισχύουν από την ημερομηνία δημοσιεύσεως τους σ’αύτη (η δημοσίευση συστατικός τύπος).


ΣΤΕ/2527/2003

Ατομική διοικητική πράξη- δημοσίευση:...Με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έγινε δεκτό, κατ' απόρριψη της αιτήσεως, ότι η απαλλοτρίωση εγκύρως συντελέσθηκε με την δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως την 1.11.1999, ημέρα Δευτέρα, της ειδοποιήσεως για την γενομένη παρακατάθεση, εν όψει του ότι η τελευταία ημέρα του δεκαοκταμήνου από την δημοσίευση της δικαστικής αποφάσεως για τον προσδιορισμό της αποζημιώσεως, δηλαδή η 30.10.1999, ήταν Σάββατο. Τον ισχυρισμό δε του αναιρεσείοντος για την πραγματική κυκλοφορία του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως σε μεταγενέστερη ημερομηνία απέρριψε το δικαστήριο ως μη ουσιώδη, με την σκέψη ότι κρίσιμη, κατά την έννοια των διατάξεων του ν.δ/τος 797/1971 και του ν. 301/1976, είναι, εν προκειμένω, μόνον η ημερομηνία την οποία φέρει το φύλλο και κατά την οποία τεκμαίρεται αμαχήτως ότι αυτό εκυκλοφόρησε, και ότι η ημέρα της πραγματικής κυκλοφορίας του, όταν δεν συμπίπτει με την ημερομηνία που φέρει το φύλλο, λαμβάνεται υπ' όψιν μόνον ως αφετηρία της προθεσμίας για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά κανονιστικών πράξεων. Η κρίση όμως αυτή του δικαστηρίου που εξέδωσε την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δεν είναι, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, νόμιμη, δεδομένου ότι, στην ως άνω περίπτωση, κρίσιμη είναι η ημέρα πραγματικής κυκλοφορίας του φύλλου της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως και όχι η ημερομηνία την οποία αυτό φέρει, όταν αυτές δεν συμπίπτουν, επομένως δε ο προβληθείς από τον αναιρεσείοντα σχετικός ισχυρισμός ήταν ουσιώδης. Για τον λόγο, συνεπώς, αυτόν, ο οποίος βασίμως προβάλλεται με την κρινομένη αίτηση, πρέπει αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθή η προσβαλλομένη απόφαση, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό μέρος, πρέπει να παραπεμφθή στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.