Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΣτΕ/3819/2000

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η αναιρεσείουσα εταιρία προβάλλει ότι, ενώ με την προσφυγή της είχε ισχυρισθεί ότι όλες οι ως άνω ένδικες εργασίες εκτελέσθηκαν, εγκρίθηκαν και πληρώθηκαν, κατά τη νόμιμη διαδικασία (άρθρ. 38 παρ. 1 και 2 Π.Δ. 609/85), με τις 12η και 13η πιστοποιήσεις-λογαριασμούς και η περικοπή τους από την Υπηρεσία, κατά το στάδιο της ανακεφαλαιώσεως των εκτελεσθεισών εργασιών και των καταβληθέντων ποσών, έγινε δίχως αιτιολογία, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δεν απάντησε στους ισχυρισμούς αυτούς. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι βάσιμος, διότι, καίτοι ο προβληθείς, κατά τα ανωτέρω, με την προσφυγή, ισχυρισμός ήταν ουσιώδης, αφού, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, η πληρωμή στην αναιρεσείουσα εταιρία των ένδικων εργασιών, με τις ως άνω πιστοποιήσεις, προϋποθέτει καταμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, έλεγχο και έγκριση των υποβληθεισών επιμετρήσεων, ώστε να μη είναι, πλέον, επιτρεπτή, επ' ευκαιρία μεταγενέστερων επιμετρήσεων, ακόμη και τελικών, με τις οποίες απλώς ανακεφαλαιώνονται οι ποσότητες των τμηματικών επιμετρήσεων, αμφισβήτηση αυτών (πρβλ ΣΕ 1334/00), εν τούτοις το δικαστήριο της ουσίας δεν απάντησε σ' αυτόν ή απάντησε ελλιπώς, όπως, ειδικά για τις εργασίες των κολλάρων γειώσεως, ότι οι ποσότητες αυτών, όπως τις περιέκοψε η Υπηρεσία, ταυτίζονται απόλυτα με τις μετ' έλεγχο παραληφθείσες τελικά ποσότητες εργασιών από την Επιτροπή παραλαβής του έργου, οι οποίες περιλαμβάνονται στο από 3.4.95 πρωτόκολλο προσωρινής και οριστικής παραλαβής του έργου. Συνεπώς, για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων αναιρέσεως, η δε υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνηση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο Διοικητικό Εφετείο προς περαιτέρω κρίση.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣτΕ/1154/2006

Εφόσον, όμως, η πληρωμή του αναδόχου – η καθυστέρηση της οποίας πέραν του διμήνου επιφέρει υπέρ αυτού τις συνέπειες της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 – προϋποθέτει προηγούμενη καταμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, καθώς και έλεγχο και έγκριση των υποβληθεισών επιμετρήσεων, ο χρόνος της εγκρίσεως των εν λόγω επιμετρήσεων έχει ιδιαίτερη σημασία. Για το λόγο αυτό, και προς τον σκοπό να επιλύονται οριστικώς και επικαίρως διαφορές μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου που ενδεχομένως ανακύπτουν στα διάφορα στάδια εκτελέσεως του έργου, ώστε να γνωρίζουν και οι δύο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και να μην επικρατεί αβεβαιότης, – πράγμα που εξυπηρετεί και την ανάγκη ταχείας περατώσεως των δημοσίων έργων – η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως ή η διόρθωση των τμηματικών επιμετρήσεων δεν είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως πρέπει να ενεργείται εντός ευλόγου χρόνου, τέτοιος δε χρόνος, ελλείψει σχετικής προβλέψεως, θεωρείται το τρίμηνο από την υποβολή τους προς έγκριση. Συνεπώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους, οι τμηματικές επιμετρήσεις θεωρούνται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών τους, αυτοδικαίως εγκεκριμένες και η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τις διορθώσει ούτε κατά το στάδιο ελέγχου της τελικής επιμετρήσεως, με την οποία απλώς ανακεφαλαιώνονται οι ποσότητες των τμηματικών επιμετρήσεων, όπως ρητώς ορίζει η παρ. 4 του άρθρου 38 του π.δ. 609/1985 στο εδάφιο α΄, ούτε με το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής (πρβλ. Σ.τ.Ε. 619/2003, 3819/2000, 1674, 3305/1997, 1921/1993, 472/1992).


ΣΤΕ/1960/2009

Επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 4575/2002 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.Επειδή, περαιτέρω, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, καθόσον το Εφετείο δεν προέβη σε διαπίστωση για το πρόγραμμα που είχε υλοποιήσει η εταιρεία μέχρι την ημέρα του ελέγχου, ούτε ότι δεν συνέχισε την υλοποίηση του, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να μη της καταβληθεί μόνο η δαπάνη του μαθήματος που δεν εκτελέσθηκε λόγω της αναβολής του. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι όπως προκύπτει από τις διατάξεις που παρατέθηκαν στην τρίτη σκέψη, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων αυτών, κατά την εκτέλεση του προγράμματος επιμόρφωσης, προβλέπεται ως συνέπεια μόνο η διακοπή της χρηματοδότησης του συνολική (πρ. βλ. Σ.τ.Ε. 1028/2004). Ακόμη, η αναιρεσείουσα προβάλει ότι καθ΄ ερμηνεία των διατάξεων της ως άνω Υπουργικής απόφασης και των άρθρων 380, 382 και 386 του Αστικού Κώδικα, η διακοπή της χρηματοδότησης δεν ενεργεί αναδρομικώς αλλά μόνο για το μέλλον, διότι αποτελεί καταγγελία και όχι υπαναχώρηση από τη σύμβαση. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού στην προκείμενη περίπτωση δεν πρόκειται για συμβατική σχέση, αλλά για σχέση δημοσίου δικαίου της μονομερούς δηλαδή έγκρισης του προγράμματος επιμόρφωσης του προσωπικού της αναιρεσείουσας. Τέλος, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, διότι το Εφετείο παρανόμως δεν απάντησε στον επικουρικό λόγο της αγωγής της για απόδοση του αιτούμενου ποσού κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον ορθώς απερρίφθη σιγή από το Εφετείο ως μη ουσιώδης, αφού δεν νοείται αδικαιολόγητος πλουτισμός από νόμιμη αιτία, δηλαδή με βάση νόμιμη διοικητική πράξη, όπως κρίθηκε ανωτέρω.


ΣΤΕ/384/2020

Δημόσια έργα...:Επειδή, εξ άλλου, προβάλλεται ότι, εφ’ όσον δέχεται η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ότι οι χορηγηθείσες παρατάσεις με αναθεωρήσεις συμβατικών τιμών αποκλείουν το δικαίωμα αναζητήσεως οιασδήποτε άλλης αποζημιώσεως, πλημμελώς ερμήνευσε και εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 36 παρ. 11 περί οχλήσεως, 48 παρ. 8 περί παρατάσεως και 54 παρ. 15 του ν. 3669/2008 περί αναθεωρήσεως τιμών. Δια την θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αναιρέσεως η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου αντίκειται στην υπ’ αρ. 4434/2013 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και την υπ’ αριθμ. 1284/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, δοθέντος ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δεν διέλαβε κρίση με αυτό το περιεχόμενο.


ΣτΕ/769/2011

Κατά συνέπειαν, εν όψει των προεκτεθέντων, τα ανωτέρω από 1.6.1992 και 25.6.1992 έγγραφα, τα οποία επικαλείται η αναιρεσείουσα εταιρεία, πληρούν τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού τους ως «οχλήσεως», κατά την έννοια του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 1418/1984, από την επίδοση της οποίας στον κύριο του έργου θεμελιώνεται δικαίωμα αποζημιώσεως μόνον για την θετική ζημία, η οποία προκαλείται μετά από αυτήν (την επίδοση), λόγω υπερημερίας του κυρίου του έργου περί την εκπλήρωση των συμβατικών ή νομίμων υποχρεώσεών του (βλ. ΣτΕ 1009/2009). Επομένως, τα ως άνω έγγραφα ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, άρα μη νομίμως δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν και δεν εξετιμήθησαν από το δικάσαν Εφετείο, η απόφαση του οποίου παρίσταται, κατά τούτο, πλημμελώς ητιολογημένη, κατ’ αποδοχήν ως βασίμου του σχετικού μόνου λόγου αναιρέσεως (πρβλ. ΣτΕ 1375/2007). 

ΣΤΕ 2560/2015

Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι αναιρετέα, διότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας απέρριψε τον λόγο της προσφυγής ότι, κατά παράβαση των εν λόγω διατάξεων, η αναιρεσείουσα δεν είχε κληθεί εγγράφως να εκθέσει τις απόψεις της πριν από την έκδοση της προσβληθείσης με την προσφυγή πράξεως. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, προεχόντως διότι η αναιρεσείουσα δεν ανέφερε με το δικόγραφο της προσφυγής τους ισχυρισμούς, τους οποίους θα είχε προβάλει ενώπιον του αναιρεσιβλήτου Δήμου αν είχε κληθεί και οι οποίοι θα κλόνιζαν τις διαπιστώσεις του αναιρεσιβλήτου Δήμου ως προς την εκ μέρους της παράβαση των όρων της συμβάσεως και θα μπορούσαν, ενδεχομένως, εάν ετίθεντο υπόψη του Δήμου, να επηρεάσουν την απόφαση του αρμοδίου οργάνου του ως προς την λύση της επίδικης συμβάσεως (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4447/2012 Ολομ.). Συνεπώς, ορθώς απερρίφθη από το Διοικητικό Εφετείο, έστω και με διαφορετική αιτιολογία, ο σχετικός με την παράβαση του δικαιώματος ακροάσεως λόγος της προσφυγής ....εν όψει των ανωτέρω, καθώς και εν όψει του ότι όλοι οι λοιποί προβαλλόμενοι με την κρινόμενη αίτηση λόγοι έχουν ήδη απορριφθεί με την υπ’ αριθ. 2381/2009 απόφαση του ΣΤ΄ Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση, όπως προκύπτει από την εν λόγω απόφαση, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.


ΕΣ/ΚΛ.ΤΜ.7/82/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, ο ως άνω εργολήπτης είχε την ικανότητα για την εκτέλεση χωματουργικών εργασιών της κατηγορίας έργων οδοποιίας, όμως δεν είχε την ικανότητα για την εκτέλεση εργασιών τεχνικών έργων της ίδιας κατηγορίας ούτε για την εκτέλεση εργασιών σωληνώσεων-δικτύων της κατηγορίας υδραυλικών έργων, συνεπώς η ελεγχόμενη δαπάνη είναι νόμιμη κατά το μέρος που αντιστοιχεί στην αξία των εκτελεσθεισών χωματουργικών εργασιών, ποσού 6.605,91 ευρώ με ΓΕ & ΟΕ και ΦΠΑ καθώς και κατά το μέρος που αντιστοιχεί στην αξία των εκτελεσθεισών εργασιών οδοστρωσίας, το ποσοστό των οποίων επί της συνολικής αξίας εργασιών υπολείπεται του 10%, ποσού 1.313,95 ευρώ με ΓΕ & ΟΕ και ΦΠΑ, ενώ δεν είναι νόμιμη κατά το μέρος που αντιστοιχεί στην αξία των εκτελεσθεισών εργασιών τεχνικών έργων, ποσού 2.053,27 ευρώ με ΓΕ & ΟΕ και ΦΠΑ ούτε κατά το μέρος που αντιστοιχεί στην αξία των εκτελεσθεισών εργασιών σωληνώσεων-δικτύων, ποσού 2.048,48 ευρώ με ΓΕ & ΟΕ και ΦΠΑ. Εξάλλου, ενόψει του ότι δεν αποδεικνύεται ότι στο πρόσφατο παρελθόν έχουν θεωρηθεί από τον Επίτροπο χρηματικά εντάλματα του Δήμου, παρά το ότι στη διαδικασία ανάθεσης των οικείων έργων είχε εμφιλοχωρήσει η ίδια νομική πλημμέλεια, αβασίμως προβάλλεται ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου πλανήθηκαν συγγνωστώς αναφορικά με την έννοια των εφαρμοσθεισών εν προκειμένω διατάξεων.


ΣτΕ/776/2006

Η κρίση, όμως, της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι, τόκοι υπερημερίας οφείλονται μόνον από την υποβολή πιστοποιήσεως, δεν είναι νόμιμη, σύμφωνα με την εκτεθείσα στην προηγούμενη σκέψη γνώμη που επικράτησε στο Τμήμα, και, ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη απόφαση θα έπρεπε να αναιρεθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση, και η υπόθεση θα έπρεπε να παραπεμφθεί στο δικάσαν Διοικητικό Εφετείο, προκειμένου τούτο να εξετάσει αν και πότε η αναιρεσείουσα εταιρία όχλησε τον κύριο του έργου να προβεί σε σύνταξη και έγκριση του απαιτουμένου για την πληρωμή των προαναφερθεισών υπερσυμβατικών εργασιών συγκριτικού πίνακα. Κατά τη γνώμη, όμως, του Προέδρου του Τμήματος, του Συμβούλου Θ. Παπαευαγγέλου και των δύο Παρέδρων, η κρινόμενη αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμη.


ΣτΕ/1093/2005

Με την προσφυγή της η αναιρεσείουσα κοινοπραξία προέβαλε, μεταξύ άλλων, ότι, εφ’ όσον το έργο περατώθηκε την 30.1.92 και η Υπηρεσία δεν προέβη, αμέσως, στην έγκριση του πρωτοκόλλου παραλαβής, καθώς και στη σύνταξη του τελικού 12ου Σ.Π., με αποτέλεσμα να μη μπορεί να συντάξει και υποβάλει λογαριασμό για την πληρωμή της, θα έπρεπε η αναθεώρηση των τιμών να υπολογισθεί, σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών, όχι με τους συντελεστές του χρόνου εκτελέσεως των εργασιών, όπως έκανε η Υπηρεσία, προβλέποντας στον εν λόγω Σ.Π. ποσό 300.000.000 δραχμών, αλλά με τους συντελεστές του χρόνου πληρωμής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του Ν.Δ. 1266/72, ώστε να μη υποστεί ζημία, κυρίως, από τη σημαντική ανατίμηση της αξίας των υλικών και των ημερομισθίων. Το λόγο αυτό της προσφυγής απέρριψε το Διοικητικό Εφετείο Πατρών, με την προσβαλλόμενη απόφαση, με την αιτιολογία ότι, σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις του Ν. 889/79, κρίσιμος χρόνος υπολογισμού της αναθεωρήσεως είναι ο χρόνος εκτελέσεως των εργασιών. Η κρίση, όμως, αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη. Τούτο δε διότι, εν όψει των ως άνω λόγων της προσφυγής, θα έπρεπε το δικαστήριο της ουσίας να εξετάσει αν, πράγματι, το αίτημα της αναιρεσείουσας κοινοπραξίας προς πληρωμή των ένδικων εργασιών υπεβλήθη, υπαιτιότητι της Διοικήσεως, μετά την πάροδο του αναθεωρητικού τριμήνου του χρόνου εκτελέσεως αυτών και μάλιστα σε χρόνο που, λόγω της, εν τω μεταξύ, επελθούσης μεταβολής των τιμών, η οφειλόμενη από την αναιρεσείουσα κοινοπραξία παροχή κατέστη υπέρμετρα επαχθής, σε βαθμό, που να υπερβαίνει τον, κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, δυνάμενο να αναληφθεί από αυτήν κίνδυνο.


ΕΣ/Τ7/96/2009

Δημόσια έργα.Τροποποίηση μελέτης.Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι για την κατασκευή δημοσίων ή δημοτικών έργων απαιτείται προηγουμένως η εκπόνηση μελέτης, με την οποία εκτιμάται το είδος των απαιτούμενων για την εκτέλεση του έργου εργασιών και υλικών και οι ποσότητες αυτών, τα στοιχεία δε αυτά συνιστούν την τεχνική του περιγραφή, βάσει της οποίας εξάγεται τελικά η προϋπολογιζόμενη δαπάνη αυτού. Εξάλλου, ο προσδιορισμός του οικονομικού αντικειμένου του έργου και ιδίως ο προϋπολογισμός της μελέτης, αποτελεί πρόκριμμα, για την επιλογή του κατάλληλου για την άρτια κατασκευή του, αναδόχου, κυρίως δια του προσδιορισμού της τάξης του εργοληπτικού του πτυχίου ανά κατηγορία εργασιών, σε συνδυασμό με την αρχή του ελεύθερου ανταγωνισμού και της ισότιμης πρόσβασης στις σχετικές διαδικασίες. Από αυτά παρέπεται ότι η ουσιώδης μεταβολή των συνθηκών ή των δεδομένων εκτέλεσης δημοσίου ή δημοτικού έργου, αμέσως μετά τη δημοπράτησή του και την υπογραφή της οικείας σύμβασης, αποτελεί καταρχήν λόγο τροποποίησης της οικείας μελέτης, τηρούμενης της ειδικής διαδικασίας, εφόσον δε η μεταβολή αυτή μεταλλάσσει κατ’ ουσίαν το φυσικό αντικείμενο του έργου, διότι συνεπάγεται είτε την υπερβολική αύξηση της ποσότητας των εργασιών είτε την εκτέλεση εργασιών που δεν είχαν συμπεριληφθεί στην αρχική μελέτη, εφόσον με αυτή λήφθηκαν υπόψη διαφορετικά δεδομένα, απαιτείται η σύνταξη νέας μελέτης, δοθέντος ότι στην οριακή αυτή περίπτωση προκύπτει νέο έργο με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, και, συνεπώς, διαφορετικού οικονομικού αντικειμένου.


ΣΤΕ 3675/2015

Παροχή υπηρεσιών υγείας- αχρεώστητη είσπραξη χρημάτων από ασφαλιστικό φορέα: Κατ’ ακολουθία, νομίμως, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, υπολογίσθηκε το επίδικο πρόστιμο κατά μήνα παραβάσεως και πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμα, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.Ενόψει δε της, κατά τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις, αιτιολογημένης κρίσεως του Διοικητικού Εφετείου, τα περαιτέρω προβαλλόμενα περί μετατροπής της επιβληθείσης στην αναιρεσείουσα κυρώσεως σε αυστηρή σύσταση ή άλλως, περί μειώσεως του επιβληθέντος προστίμου πλήττουν την ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση περί πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (ΣτΕ 1819/2009). Τέλος, απαραδέκτως προβάλλεται το πρώτον με το υπόμνημα μετά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως ότι το επιβληθέν πρόστιμο είναι δυσανάλογο προς την οικονομική ζημία την οποία υπέστη ο Οργανισμός από τις αποδοθείσες στην αναιρεσείουσα παραβάσεις, κατ’ επίκληση του, ομοίως απαραδέκτως προσκομισθέντος με το ως άνω υπόμνημα, υπ’ αριθμ. 690/1.6.2010 εγγράφου του Διοικητή του αναιρεσιβλήτου Οργανισμού, με το οποίο προσδιορίσθηκε το συνολικό ποσό της οικονομικής ζημίας που υπέστη, κατά τα ανωτέρω, ο ... στο ποσό των 52.493,63 ευρώ. Επειδή, μη προβαλλομένου ετέρου λόγου αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση στο σύνολό της.