ΣτΕ/3615/2008
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, κατά την έννοια των μνημονευθεισών διατάξεων, οι οποίες εφαρμόζονται εν προκειμένω ως εκ του χρόνου υπογραφής της συμβάσεως και κατά ρητή πρόβλεψή της, σε περίπτωση υποβολής λογαριασμού εκ μέρους του αναδόχου του έργου, η Διευθύνουσα Υπηρεσία υποχρεούται εντός μηνός από την υποβολή του να προβεί στον έλεγχο αυτού και ή να εγκρίνει αυτόν όπως υποβλήθηκε ή να αρνηθεί παντελώς την έγκρισή του ή να προβεί σε διόρθωση και στη συνέχεια έγκρισή του ή, αν είναι δυσχερής η διόρθωση, να τον επιστρέψει στον ανάδοχο προς ανασύνταξη και επανυποβολή. Αν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτη, δηλαδή η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν προβεί σε καμία από τις ανωτέρω ενέργειες, ο υποβληθείς λογαριασμός θεωρείται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών του, αυτοδικαίως εγκεκριμένος, η δε Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν μπορεί πλέον να τροποποιήσει το λογαριασμό αυτό (ΣτΕ 1153/2006, πρβλ. ΑΕΔ 8/2004). Σύμφωνα, όμως, με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, σε περίπτωση αυτοδίκαιης εγκρίσεως λογαριασμού, δεν δύναται πλέον να εξετασθεί η νομιμότητα του περιεχομένου του ή της διαδικασίας υποβολής του. Τυχόν πλημμέλειες του υποβληθέντος λογαριασμού δεν αναιρούσαν την υποχρέωση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας να προβεί στον έλεγχο αυτού εντός μηνός από την υποβολή του και ή να τον εγκρίνει όπως υποβλήθηκε ή να αρνηθεί παντελώς την έγκρισή του ή να προβεί σε διόρθωση και στη συνέχεια έγκρισή του ή, αν έκρινε ότι είναι δυσχερής η διόρθωση, να τον επιστρέψει στην αναιρεσίβλητη προς ανασύνταξη και επανυποβολή (ΣτΕ 1153/2006).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΑΕΔ/8/2004
Η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται εντός μηνός από της υποβολής εκ μέρους του αναδόχου του έργου πιστοποιήσεως όπως προβεί στην έγκριση της πιστοποίησης αυτής, διότι, άλλως εάν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτος, η υποβληθείσα πιστοποίηση θεωρείται, με την πάροδο της προθεσμίας αυτής, εγκεκριμένη, τυχόν δε μεταγενεστέρως γενόμενη έγκρισή της είναι τυπική, επιβεβαιώνουσα απλώς τη με την πάροδο της προθεσμίας χωρήσασα έγκριση της υποβληθείσας πιστοποίησης. Η διευθύνουσα υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τροποποιήσει την ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του μήνα από την υποβολή της εγκριθείσα πιστοποίηση, διότι εκδιδόμενη αναρμοδίως κατά χρόνο είναι παράνομη και ως εκ τούτου ακυρωτέα.
ΝΣΚ/67/2010
Εφαρμογή ή μη του άρθρου 34 παρ. 7 του ΠΔ 609/1985, για την πληρωμή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου. Αδυναμία είσπραξης εγκεκριμένου λογαριασμού από τον ανάδοχο λόγω μη φορολογικής-ασφαλιστικής ενημερότητας.Η πληρωμή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου, σε εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 34 παρ. 7 του Π.Δ. 609/1985, είναι ανεξάρτητη από την έλλειψη φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας του αναδόχου, δικαιολογητικών απαραίτητων για την από τον ανάδοχο είσπραξη εγκεκριμένου λογαριασμού. Το ποσό όμως της εν λόγω καταβολής, το οποίο συνιστά ανταπαίτηση του εργοδότη κατά του αναδόχου, δεν μπορεί να συμψηφιστεί σε ήδη εγκριθέντα λογαριασμό, αφού αυτός πλέον μετά την έγκρισή του δεν μπορεί να τροποποιηθεί, αλλά θα αφαιρεθεί από τον επόμενο λογαριασμό μέσω της διαδικασίας εγκρίσεώς του από την Διευθύνουσα Υπηρεσία.
ΣτΕ/1208/2012
Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με τον γενικό κανόνα του άρθρου 63 παρ. 1, 2 και 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και ενόψει της παρατιθέμενης στη σκέψη 10 πάγιας συναφούς νομολογίας του Δικαστηρίου, αν η τασσόμενη στη Διευθύνουσα Υπηρεσία μηνιαία από την υποβολή του λογαριασμού προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο λογαριασμός δεν θεωρείται ότι έγινε αποδεκτός, δηλαδή ότι έχει αυτοδικαίως εγκριθεί, αλλά ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία έχει σιωπηρώς αρνηθεί την έγκρισή του. Και τούτο διότι στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 104 του π.δ. 696/1974 ορίζεται μεν προθεσμία ενός μηνός για τον έλεγχο και την έγκριση του λογαριασμού, δεν προβλέπεται όμως ότι, με την άπρακτη πάροδο αυτής, ο λογαριασμός θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος. Ούτε βεβαίως θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι, μολονότι δεν ορίζεται τούτο ρητώς, η βούληση του νομοθέτη ήταν μόνη η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας, οφειλόμενη σε αδράνεια, για οποιονδήποτε λόγο, των αρμόδιων υπαλλήλων, να έχει ως συνέπεια την αμετάκλητη αυτοδίκαιη έγκριση του λογαριασμού και ακολούθως την υποχρέωση του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ. να καταβάλλουν δημόσιο χρήμα, ανεξάρτητα από τις τυχόν πλημμέλειες που αυτός έχει, δηλαδή ανεξάρτητα από το εάν το ποσό του λογαριασμού διεκδικείται παρανόμως ή αχρεωστήτως. Και μάλιστα χωρίς να παρέχεται καμία δυνατότητα πλέον στη Διοίκηση να προβεί, μετά την άπρακτη πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας, στην έκδοση πράξης με την οποία ρητώς θα αρνείται την έγκριση του λογαριασμού ή θα τροποποιεί αυτόν για λόγους νομιμότητας, είτε διότι ο λογαριασμός είναι αντίθετος προς διατάξεις νόμου ή τη σύμβαση είτε διότι στηρίζεται σε στοιχεία ανύπαρκτα ή ανακριβή [πρβλ. και την Α.Π. 1127/2006, με την οποία ο Άρειος Πάγος, ερμηνεύοντας τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 8 (ήδη παρ. 10) του ν. 1418/1984 και του άρθρου 40 παρ. 7 του π.δ. 609/1985 (223Α’), έκρινε ότι η, λόγω της άπρακτης παρόδου της μηνιαίας προθεσμίας, σιωπηρή έγκριση του λογαριασμού ισχύει «μόνον επί λογαριασμών που, άσχετα από την ουσιαστική βασιμότητα των καθέκαστα στοιχείων τους, πληρούν τους όρους νομιμότητάς τους», ενώ δεν αφορά λογαριασμούς που δεν έχουν όλα τα απαιτούμενα για τη νομιμότητά τους στοιχεία]. Όπου άλλωστε ο νομοθέτης θέλησε η άπρακτη πάροδος της τασσόμενης με τη νομοθεσία για την εκπόνηση των μελετών στα διοικητικά όργανα προθεσμίας προς ενέργεια, να μην συνιστά σιωπηρή απόρριψη, αλλά να ισοδυναμεί με πράξη θετικού περιεχομένου για το μελετητή, δηλαδή με αποδοχή υποβαλλομένου αιτήματος, όρισε τούτο ρητώς. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το άρθρο 22 παρ. 1 και 2 του ν. 716/1977, όπου ρητώς ορίζεται ότι η παραλαβή της μελέτης, η οποία πραγματοποιείται με την έκδοση αφενός βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για συμμόρφωση του μελετητή προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις και αφετέρου της εγκριτικής της μελέτης απόφασης του εργοδότη, συντελείται εντός προθεσμίας (που καθορίστηκε στη συνέχεια με το άρθρο 19 παρ. 1 του εκτελεστικού του νόμου αυτού π.δ. 194/1979) (παρ. 1), και ότι, αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, «η παραλαβή της μελέτης θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα» μετά την πάροδο διμήνου από την υποβολή, μετά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας, ειδικής αίτησης του μελετητή για τη διενέργεια της παραλαβής (παρ. 2).(...) Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω γενομένων δεκτών στις σκέψεις 12 έως 14, θα έπρεπε να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μαγνησίας και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, καθό μέρος έκρινε ότι ο υποβληθείς λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί και ότι ανακύπτει υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει στην ανάδοχο το ποσό αυτού των 228.401,81 ευρώ. Λόγω όμως της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος, εάν δηλαδή, κατά την έννοια των εφαρμοστέων εν προκειμένω διατάξεων του άρθρου 104 παρ. 1 του π.δ. 696/1974 και του άρθρου 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή του λογαριασμού του μελετητή συνεπάγεται τη σιωπηρή έγκριση αυτού και η Διοίκηση υποχρεούται να καταβάλει τα αναφερόμενα στον λογαριασμό χρηματικά ποσά, χωρίς να έχει καμία δυνατότητα επανόδου, ως αναρμόδια πλέον κατά χρόνον, ανεξαρτήτως των νομικών πλημμελειών του λογαριασμού, δηλαδή έστω και αν τα ανωτέρω ποσά ζητούνται παρανόμως ή αχρεωστήτως ή εάν, αντιθέτως, σύμφωνα με τα ομοφώνως γενόμενα δεκτά στις σκέψεις 12 έως 14, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας συνεπάγεται την άρνηση έγκρισης του λογαριασμού και μάλιστα όταν ο λογαριασμός είναι μη νόμιμος, πρέπει το ζήτημα αυτό να παραπεμφθεί προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. α’ του π.δ. 18/1989.
ΝΣΚ/353/2008
Αυτοδίκαιη έγκριση τελικής επιμετρήσεως δημοσίου έργου. θεωρείται ως αυτοδικαίως εγκεκριμένη, στην περίπτωση κατά την οποία η Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου δεν προβεί στον έλεγχο, τυχόν διόρθωση και έγκριση αυτής, μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της, όπως έχει υποχρέωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 38 παρ.4 του Π.Δ/τος 609/1985.
ΣτΕ/244/2008
Δημόσια έργα. Αν ο ανάδοχος αντιμετωπίσει εμπόδια ή συνθήκες που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση, οφείλει να ειδοποιήσει εγγράφως τη διευθύνουσα υπηρεσία και υποχρεούται να αναμείνει έγγραφη διαταγή αυτής περί του πρακτέου. Σε περίπτωση που συντρέχει επείγουσα περίπτωση και η διαταγή δίδεται στον τόπο όπου εκτελείται το έργο, αυτή καταχωρείται στο ημερολόγιο. Αν τη διαταγή δίδει ο επιβλέπων το έργο, οφείλει να ενημερώσει εγγράφως τη διευθύνουσα υπηρεσία προς έκδοση κανονικής διαταγής. Αν ο ανάδοχος, χωρίς διαταγή, προβεί σε μεταβολές που συνεπάγονται αύξηση της προβλεπόμενης δαπάνης στον αρχικό προϋπολογισμό ή σε τροποποιήσεις αυτού, δεν δικαιούται αυτός αποζημίωση, έστω και αν το έργο καθίσταται στερεότερο ή βελτιώνεται η μορφή του.
ΝΣΚ/282/2009
Μητρώο Μελετητών ΠΕΧΩΔΕ. Δυνατότητα της Γνωμοδοτικής Επιτροπής Μητρώου άρνησης ανανέωσης ή προαγωγής πτυχίου μελετητή κατόπιν σχετικού ελέγχου και εκτίμησης περί εσφαλμένης εγγραφής του σε συγκεκριμένη κατηγορία μελετών του Ν 3316/2005.Κατά την ανανέωση ή προαγωγή του πτυχίου μελετητή, η διοίκηση, ασκώντας το νόμιμο δικαίωμά της για έλεγχο του πτυχίου, μπορεί να αρνηθεί την ανανέωση ή και την προαγωγή του πτυχίου, αν εκτιμά ότι η εκπόνηση της συγκεκριμένης κατηγορίας μελετών στην οποία ο αιτών είναι εγγεγραμμένος δεν υπάγεται στα θεσμοθετημένα επαγγελματικά του δικαιώματα, ή, εν απουσία σχετικών διατάξεων, αν δεν προσιδιάζει στον τίτλο σπουδών και στην επιστημονική του ειδικότητα.
ΝΣΚ/95/2014
Σύμβαση εκπόνησης μελέτης μεταξύ Δημοσίου και αναδόχου εταιρίας – Έγγραφη όχληση εργαζομένων στη μελέτη για καταβολή των αποδοχών τους – Πολλαπλή κατάσχεση απαίτησης εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου – Δικαιούχος λογαριασμού – Δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 988 ΚΠολΔ και του άρθρου 37 παρ.9 του ν.3669/2008. Δικαιούχος του εκκρεμούντος λογαριασμού της σύμβασης μελέτης είναι η ανάδοχος εταιρία, η οποία για να πληρωθεί πρέπει να προσκομίσει αποδεικτικό ενημερότητας για χρέη προς το Δημόσιο και βεβαίωση περί καταβολής των οφειλομένων απ’ αυτή ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ. Το άρθρο 988 ΚΠολΔ εφαρμόζεται και στη πολλαπλή κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, στην εξετασθείσα όμως περίπτωση, οι επιβληθείσες εις χείρας του Δημοσίου, αναγκαστικές κατασχέσεις επί της απαίτησης του ως άνω λογαριασμού, ανεξάρτητα από την τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 95 του ν.2362/1995 και της εφαρμογής του άρθρου 988 ΚΠολΔ., είναι άκυρες έναντι του Δημοσίου, διότι επιβλήθηκαν πριν από την παραλαβή της μελέτης, δίχως να επιτρέπεται, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ.7 του ν.3316/2005, ενώ και οι έγγραφες οχλήσεις προς τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των εργαζομένων της αναδόχου στη μελέτη για καταβολή αποδοχών τους δεν δεσμεύουν την Υπηρεσία, διότι δεν εφαρμόζεται στη σύμβαση μελέτης η διάταξη του άρθρου 37 παρ.9 του ν.3669/2008 περί δημοσίων έργων. (ομοφ.)
ΣτΕ/1153/2006
Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι ο επίμαχος 6ος λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/1984 μηνιαίας προθεσμίας, ως εκ τούτου δε αναγνώρισε το δικαίωμα της αναιρεσίβλητης να λάβει το ποσό των 7.845.184 δρχ. (ή 23.023 ευρώ), που περιείχετο μεν στον υποβληθέντα 6ο λογαριασμό, αλλά είχε περικοπεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία με την διόρθωση του εν λόγω λογαριασμό μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Περαιτέρω, όμως, το διοικητικό εφετείο απέρριψε το αίτημα της αναιρεσίβλητης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να της καταβάλει ποσό πέραν του ανωτέρω ως αντάλλαγμα για εργασίες που, κατ’ αυτήν, είχαν εκτελεσθεί και είχαν περιληφθεί σε επιμετρήσεις αυτοδικαίως εγκεκριμένες, με την αιτιολογία ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αναδόχου που αφορά το εργολαβικό αντάλλαγμα μπορεί να προβληθεί μόνον κατά του σχετικού λογαριασμού – πιστοποιήσεως, με την κρινόμενη δε προσφυγή προσβάλλεται μόνον ο συγκεκριμένος 6ος λογαριασμός, με τον οποίο η αναιρεσίβλητη είχε ζητήσει την πληρωμή μόνον του ανωτέρω ποσού των 14.297.355 δρχ..
ΣτΕ/1154/2006
Εφόσον, όμως, η πληρωμή του αναδόχου – η καθυστέρηση της οποίας πέραν του διμήνου επιφέρει υπέρ αυτού τις συνέπειες της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 – προϋποθέτει προηγούμενη καταμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, καθώς και έλεγχο και έγκριση των υποβληθεισών επιμετρήσεων, ο χρόνος της εγκρίσεως των εν λόγω επιμετρήσεων έχει ιδιαίτερη σημασία. Για το λόγο αυτό, και προς τον σκοπό να επιλύονται οριστικώς και επικαίρως διαφορές μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου που ενδεχομένως ανακύπτουν στα διάφορα στάδια εκτελέσεως του έργου, ώστε να γνωρίζουν και οι δύο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και να μην επικρατεί αβεβαιότης, – πράγμα που εξυπηρετεί και την ανάγκη ταχείας περατώσεως των δημοσίων έργων – η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως ή η διόρθωση των τμηματικών επιμετρήσεων δεν είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως πρέπει να ενεργείται εντός ευλόγου χρόνου, τέτοιος δε χρόνος, ελλείψει σχετικής προβλέψεως, θεωρείται το τρίμηνο από την υποβολή τους προς έγκριση. Συνεπώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους, οι τμηματικές επιμετρήσεις θεωρούνται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών τους, αυτοδικαίως εγκεκριμένες και η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τις διορθώσει ούτε κατά το στάδιο ελέγχου της τελικής επιμετρήσεως, με την οποία απλώς ανακεφαλαιώνονται οι ποσότητες των τμηματικών επιμετρήσεων, όπως ρητώς ορίζει η παρ. 4 του άρθρου 38 του π.δ. 609/1985 στο εδάφιο α΄, ούτε με το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής (πρβλ. Σ.τ.Ε. 619/2003, 3819/2000, 1674, 3305/1997, 1921/1993, 472/1992).
Π.Δ.449/1979
Περί οργανώσεως, λειτουργίας, ελέγχου κ.λπ. του Ειδικού Λογαριασμού παρά τω Επικουρικώ Ταμείω Ελληνικής Χωροφυλακής (Ε.Τ.Ε.Χ.) διά την εφ΄ άπαξ οικονομικήν ενίσχυσιν των οικογενειών των εν καιρώ ειρήνης, εν διατεταγμένη υπηρεσία ή μη φονευομένων, αποβιούντων ή εξαφανιζομένων μετόχων του Ε.Τ.Ε.Χ. (διόρθωση 196/Α΄).