ΑΕΔ/8/2004
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/1497/2006
Η κρίση αυτή του δικάσαντος δικαστηρίου, ως προς την αυτοδίκαιη έγκριση της 2ης εντολής – πιστοποίησης, με την πάροδο μηνός από την υποβολή της, είναι, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν στην προηγούμενη παράγραφο, νόμιμη και επαρκώς αιτιολογημένη, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου λόγου αναιρέσεως. Ειδικότερα, ο ισχυρισμός, ότι δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ότι επήλθε η αυτοδίκαιη έγκριση της 2ης εντολής - πιστοποίησης, διότι αυτή υπεβλήθη από τους αναιρεσιβλήτους σε αναρμόδια αρχή, δηλαδή το νοσοκομείο και, επομένως, δεν άρχισε να τρέχει η μηνιαία προθεσμία του νόμου προς έγκρισή της, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, διότι, εν όψει της γενικής αρχής του διοικητικού δικαίου, που αποτελεί ήδη ρύθμιση του Κώδικα Διοικητικής Δικαιοσύνης (άρθρο 4 παρ. 1 του Ν. 2690/99, Α΄ 45), θα έπρεπε το αναιρεσείον νοσοκομείο, κρίνοντας εαυτό αναρμόδιο, να παραπέμψει, μέσα σε 5 ημέρες, την εν λόγω πιστοποίηση στην αρμόδια Υπηρεσία (ΣΕ 203/06). Εξ άλλου, ναι μεν κατά το άρθρο 10.8 της ως άνω συμβάσεως, όπως το περιεχόμενό της μνημονεύεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, ορίζεται ότι όλοι οι πίνακες των αμοιβών και οι αντίστοιχες πιστοποιήσεις, πριν την πληρωμή τους, πρέπει να εγκρίνονται από το Δ.Σ. του αναιρεσείοντος νοσοκομείου, πάντως, η έγκριση αυτή πρέπει, εν όψει της σύντομης προθεσμίας που τάσσει η ανωτέρω διάταξη, να γίνεται αμέσως και να διαβιβάζεται, στη συνέχεια, η πιστοποίηση αμελητί στη Διευθύνουσα Υπηρεσία, ώστε να γίνεται ο έλεγχος και η θεώρησή της από την εν λόγω Υπηρεσία μέσα στη νόμιμη προθεσμία του ενός μηνός (πρβλ. ΣΕ 1266/04).
ΣτΕ/1153/2006
Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι ο επίμαχος 6ος λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/1984 μηνιαίας προθεσμίας, ως εκ τούτου δε αναγνώρισε το δικαίωμα της αναιρεσίβλητης να λάβει το ποσό των 7.845.184 δρχ. (ή 23.023 ευρώ), που περιείχετο μεν στον υποβληθέντα 6ο λογαριασμό, αλλά είχε περικοπεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία με την διόρθωση του εν λόγω λογαριασμό μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Περαιτέρω, όμως, το διοικητικό εφετείο απέρριψε το αίτημα της αναιρεσίβλητης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να της καταβάλει ποσό πέραν του ανωτέρω ως αντάλλαγμα για εργασίες που, κατ’ αυτήν, είχαν εκτελεσθεί και είχαν περιληφθεί σε επιμετρήσεις αυτοδικαίως εγκεκριμένες, με την αιτιολογία ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αναδόχου που αφορά το εργολαβικό αντάλλαγμα μπορεί να προβληθεί μόνον κατά του σχετικού λογαριασμού – πιστοποιήσεως, με την κρινόμενη δε προσφυγή προσβάλλεται μόνον ο συγκεκριμένος 6ος λογαριασμός, με τον οποίο η αναιρεσίβλητη είχε ζητήσει την πληρωμή μόνον του ανωτέρω ποσού των 14.297.355 δρχ..
ΝΣΚ/353/2008
Αυτοδίκαιη έγκριση τελικής επιμετρήσεως δημοσίου έργου. θεωρείται ως αυτοδικαίως εγκεκριμένη, στην περίπτωση κατά την οποία η Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου δεν προβεί στον έλεγχο, τυχόν διόρθωση και έγκριση αυτής, μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της, όπως έχει υποχρέωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 38 παρ.4 του Π.Δ/τος 609/1985.
ΣτΕ/619/2003
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο χρόνος εγκρίσεως από την προϊσταμένη αρχή του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, έχει, κατά το νόμο, ιδιαίτερη σημασία, διότι η άπρακτη πάροδος της προθεσμίας προς πληρωμή του αναδόχου που γίνεται βάσει της πιστοποιήσεως των εργασιών που εκτελέσθηκαν επιφέρει υπέρ του αναδόχου τις συνέπειες του άρθρου 5 παρ. 10 του Ν. 1418/84. Και είναι μεν αληθές ότι από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν τάσσεται στην προϊσταμένη αρχή προθεσμία προς έγκριση του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών και του οικείου συγκριτικού πίνακα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως, η έγκριση των πράξεων που προαναφέρθηκαν (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) πρέπει να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος θεωρείται το τρίμηνο από της υποβολής τους στην προϊσταμένη αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από της υποβολής τους, το ΠΚΤΜΝΕ και ο ΣΠ θεωρούνται αυτοδικαίως εγκεκριμένα, τυχόν δε μεταγενέστερη έγκρισή τους είναι τυπική και επιβεβαιώνει απλώς την έγκριση που έγινε με την πάροδο του τριμήνου, δεν μπορεί δε πλέον η προϊσταμένη αρχή να τροποποιήσει τα ήδη αυτοδικαίως με την πάροδο του τριμήνου εγκριθέντα εν λόγω στοιχεία (ΠΚΤΜΝΕ και ΣΠ) (πρβλ. ΣΕ 1674/97, 1921/93, 472/92).
ΕΣ/Τ6/73/2007
Μελέτες.Ελεγχος καταλληλότητας.Νόμιμη πιστοποίηση τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας, ανταποκρινόμενη στις σχετικές απαιτήσεις του νόμου και της οικείας διακήρυξης, συνεπεία δε τούτου, η προσκόμιση επιπλέον αποδεικτικών πιστοποίησης των λοιπών μελών της σύμπραξης δεν καθίσταται αναγκαία για την παραδεκτή συμμετοχή αυτής στην ελεγχόμενη διαδικασία.
ΣτΕ/1208/2012
Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με τον γενικό κανόνα του άρθρου 63 παρ. 1, 2 και 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και ενόψει της παρατιθέμενης στη σκέψη 10 πάγιας συναφούς νομολογίας του Δικαστηρίου, αν η τασσόμενη στη Διευθύνουσα Υπηρεσία μηνιαία από την υποβολή του λογαριασμού προθεσμία παρέλθει άπρακτη, ο λογαριασμός δεν θεωρείται ότι έγινε αποδεκτός, δηλαδή ότι έχει αυτοδικαίως εγκριθεί, αλλά ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία έχει σιωπηρώς αρνηθεί την έγκρισή του. Και τούτο διότι στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 104 του π.δ. 696/1974 ορίζεται μεν προθεσμία ενός μηνός για τον έλεγχο και την έγκριση του λογαριασμού, δεν προβλέπεται όμως ότι, με την άπρακτη πάροδο αυτής, ο λογαριασμός θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος. Ούτε βεβαίως θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι, μολονότι δεν ορίζεται τούτο ρητώς, η βούληση του νομοθέτη ήταν μόνη η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας, οφειλόμενη σε αδράνεια, για οποιονδήποτε λόγο, των αρμόδιων υπαλλήλων, να έχει ως συνέπεια την αμετάκλητη αυτοδίκαιη έγκριση του λογαριασμού και ακολούθως την υποχρέωση του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ. να καταβάλλουν δημόσιο χρήμα, ανεξάρτητα από τις τυχόν πλημμέλειες που αυτός έχει, δηλαδή ανεξάρτητα από το εάν το ποσό του λογαριασμού διεκδικείται παρανόμως ή αχρεωστήτως. Και μάλιστα χωρίς να παρέχεται καμία δυνατότητα πλέον στη Διοίκηση να προβεί, μετά την άπρακτη πάροδο της μηνιαίας προθεσμίας, στην έκδοση πράξης με την οποία ρητώς θα αρνείται την έγκριση του λογαριασμού ή θα τροποποιεί αυτόν για λόγους νομιμότητας, είτε διότι ο λογαριασμός είναι αντίθετος προς διατάξεις νόμου ή τη σύμβαση είτε διότι στηρίζεται σε στοιχεία ανύπαρκτα ή ανακριβή [πρβλ. και την Α.Π. 1127/2006, με την οποία ο Άρειος Πάγος, ερμηνεύοντας τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 8 (ήδη παρ. 10) του ν. 1418/1984 και του άρθρου 40 παρ. 7 του π.δ. 609/1985 (223Α’), έκρινε ότι η, λόγω της άπρακτης παρόδου της μηνιαίας προθεσμίας, σιωπηρή έγκριση του λογαριασμού ισχύει «μόνον επί λογαριασμών που, άσχετα από την ουσιαστική βασιμότητα των καθέκαστα στοιχείων τους, πληρούν τους όρους νομιμότητάς τους», ενώ δεν αφορά λογαριασμούς που δεν έχουν όλα τα απαιτούμενα για τη νομιμότητά τους στοιχεία]. Όπου άλλωστε ο νομοθέτης θέλησε η άπρακτη πάροδος της τασσόμενης με τη νομοθεσία για την εκπόνηση των μελετών στα διοικητικά όργανα προθεσμίας προς ενέργεια, να μην συνιστά σιωπηρή απόρριψη, αλλά να ισοδυναμεί με πράξη θετικού περιεχομένου για το μελετητή, δηλαδή με αποδοχή υποβαλλομένου αιτήματος, όρισε τούτο ρητώς. Συγκεκριμένα, πρόκειται για το άρθρο 22 παρ. 1 και 2 του ν. 716/1977, όπου ρητώς ορίζεται ότι η παραλαβή της μελέτης, η οποία πραγματοποιείται με την έκδοση αφενός βεβαίωσης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας για συμμόρφωση του μελετητή προς τις συμβατικές του υποχρεώσεις και αφετέρου της εγκριτικής της μελέτης απόφασης του εργοδότη, συντελείται εντός προθεσμίας (που καθορίστηκε στη συνέχεια με το άρθρο 19 παρ. 1 του εκτελεστικού του νόμου αυτού π.δ. 194/1979) (παρ. 1), και ότι, αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, «η παραλαβή της μελέτης θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα» μετά την πάροδο διμήνου από την υποβολή, μετά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας, ειδικής αίτησης του μελετητή για τη διενέργεια της παραλαβής (παρ. 2).(...) Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω γενομένων δεκτών στις σκέψεις 12 έως 14, θα έπρεπε να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Μαγνησίας και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, καθό μέρος έκρινε ότι ο υποβληθείς λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί και ότι ανακύπτει υποχρέωση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης να καταβάλει στην ανάδοχο το ποσό αυτού των 228.401,81 ευρώ. Λόγω όμως της μείζονος σπουδαιότητας του ανωτέρω ζητήματος, εάν δηλαδή, κατά την έννοια των εφαρμοστέων εν προκειμένω διατάξεων του άρθρου 104 παρ. 1 του π.δ. 696/1974 και του άρθρου 63 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας από την υποβολή του λογαριασμού του μελετητή συνεπάγεται τη σιωπηρή έγκριση αυτού και η Διοίκηση υποχρεούται να καταβάλει τα αναφερόμενα στον λογαριασμό χρηματικά ποσά, χωρίς να έχει καμία δυνατότητα επανόδου, ως αναρμόδια πλέον κατά χρόνον, ανεξαρτήτως των νομικών πλημμελειών του λογαριασμού, δηλαδή έστω και αν τα ανωτέρω ποσά ζητούνται παρανόμως ή αχρεωστήτως ή εάν, αντιθέτως, σύμφωνα με τα ομοφώνως γενόμενα δεκτά στις σκέψεις 12 έως 14, η άπρακτη πάροδος της μηνιαίας προθεσμίας συνεπάγεται την άρνηση έγκρισης του λογαριασμού και μάλιστα όταν ο λογαριασμός είναι μη νόμιμος, πρέπει το ζήτημα αυτό να παραπεμφθεί προς επίλυση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 περ. α’ του π.δ. 18/1989.
ΣτΕ/3615/2008
Επειδή, κατά την έννοια των μνημονευθεισών διατάξεων, οι οποίες εφαρμόζονται εν προκειμένω ως εκ του χρόνου υπογραφής της συμβάσεως και κατά ρητή πρόβλεψή της, σε περίπτωση υποβολής λογαριασμού εκ μέρους του αναδόχου του έργου, η Διευθύνουσα Υπηρεσία υποχρεούται εντός μηνός από την υποβολή του να προβεί στον έλεγχο αυτού και ή να εγκρίνει αυτόν όπως υποβλήθηκε ή να αρνηθεί παντελώς την έγκρισή του ή να προβεί σε διόρθωση και στη συνέχεια έγκρισή του ή, αν είναι δυσχερής η διόρθωση, να τον επιστρέψει στον ανάδοχο προς ανασύνταξη και επανυποβολή. Αν η ανωτέρω μηνιαία προθεσμία παρέλθει άπρακτη, δηλαδή η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν προβεί σε καμία από τις ανωτέρω ενέργειες, ο υποβληθείς λογαριασμός θεωρείται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών του, αυτοδικαίως εγκεκριμένος, η δε Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν μπορεί πλέον να τροποποιήσει το λογαριασμό αυτό (ΣτΕ 1153/2006, πρβλ. ΑΕΔ 8/2004). Σύμφωνα, όμως, με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, σε περίπτωση αυτοδίκαιης εγκρίσεως λογαριασμού, δεν δύναται πλέον να εξετασθεί η νομιμότητα του περιεχομένου του ή της διαδικασίας υποβολής του. Τυχόν πλημμέλειες του υποβληθέντος λογαριασμού δεν αναιρούσαν την υποχρέωση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας να προβεί στον έλεγχο αυτού εντός μηνός από την υποβολή του και ή να τον εγκρίνει όπως υποβλήθηκε ή να αρνηθεί παντελώς την έγκρισή του ή να προβεί σε διόρθωση και στη συνέχεια έγκρισή του ή, αν έκρινε ότι είναι δυσχερής η διόρθωση, να τον επιστρέψει στην αναιρεσίβλητη προς ανασύνταξη και επανυποβολή (ΣτΕ 1153/2006).
Τμ.Μειζ.Επταμ.Συνθ/3463/2012
ΜΕΛΕΤΕΣ-Συμπληρωματική σύμβαση:Με τα δεδομένα αυτά το Τμήμα κρίνει ότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις για τη νόμιμη σύναψη της ελεγχόμενης συμπληρωματικής σύμβασης. Τούτο δε, διότι ο 1ος Συγκριτικός Πίνακας, στον οποίο περιλαμβάνονται οι πρόσθετες εργασίες, εγκρίθηκε μετά την παρέλευση και της οριακής προθεσμίας περαίωσης του αντικειμένου της κύριας (αρχικής) σύμβασης. Ειδικότερα, η συνολική προθεσμία της τελευταίας, στην οποία, σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν, περιλαμβάνεται αφενός ο «καθαρός χρόνος», που αφορά στην ολοκλήρωση των προβλεπόμενων μελετών από τον ανάδοχο μελετητή και αφετέρου ο «επιπρόσθετος χρόνος», που αφορά σε διοικητικές, κυρίως ενέργειες, μεταξύ των οποίων και οι εγκρίσεις των μελετών, έληξε στις 30.6.2011, οπότε από 1.7.2011 άρχισε να τρέχει η οριακή προθεσμία της παρ. 3 του άρθρου 27 του ως άνω νόμου, η οποία ολοκληρώθηκε μετά την πάροδο χρόνου ίσου με το 1/3 της συνολικής προθεσμίας, περιλαμβανομένης και της παράτασης, ήτοι μετά την πάροδο 7 μηνών και 4 ημερών (διάρκεια σύμβασης: 21 μήνες και 13 ημέρες Χ 1/3) και συγκεκριμένα στις 4.2.2012. ..Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αίτηση αναθεώρησης του Ελληνικού Δημοσίου, Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθώς και η συνεξεταζόμενη με αυτήν παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν.
ΕΣ/ΤΜ.1/1336/2020
Κατασκευή έργων αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων...Ενόψει των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει να αναβάλει, προκειμένου να συμπληρωθούν τα στοιχεία του φακέλου, με επιμέλεια του Ελληνικού Δημοσίου (Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης «Υποδομές Μεταφορών, Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη» του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού ή της διαδόχου αυτής Δημόσιας Αρχής) ως προς τα ανωτέρω ελλείποντα υπό (α) στοιχεία και με επιμέλεια του Δήμου .... ως προς τα ανωτέρω ελλείποντα υπό (β) έως (δ) στοιχεία, μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης αντίστοιχα σε έκαστο των ως άνω φορέων. Μετά δε την προσκόμιση των στοιχείων τούτων ή την πάροδο άπρακτης της ως άνω προθεσμίας, με επιμέλεια της Γραμματέως του Τμήματος, να ορισθεί αρμοδίως νέα δικάσιμος για τη συζήτηση της έφεσης, να εγγραφεί η υπόθεση στο σχετικό πινάκιο και να γίνει νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση όλων των διαδίκων.
ΣτΕ/1154/2006
Εφόσον, όμως, η πληρωμή του αναδόχου – η καθυστέρηση της οποίας πέραν του διμήνου επιφέρει υπέρ αυτού τις συνέπειες της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984 – προϋποθέτει προηγούμενη καταμέτρηση των εκτελεσθεισών εργασιών, καθώς και έλεγχο και έγκριση των υποβληθεισών επιμετρήσεων, ο χρόνος της εγκρίσεως των εν λόγω επιμετρήσεων έχει ιδιαίτερη σημασία. Για το λόγο αυτό, και προς τον σκοπό να επιλύονται οριστικώς και επικαίρως διαφορές μεταξύ του αναδόχου και του κυρίου του έργου που ενδεχομένως ανακύπτουν στα διάφορα στάδια εκτελέσεως του έργου, ώστε να γνωρίζουν και οι δύο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και να μην επικρατεί αβεβαιότης, – πράγμα που εξυπηρετεί και την ανάγκη ταχείας περατώσεως των δημοσίων έργων – η έγκριση ή η άρνηση εγκρίσεως ή η διόρθωση των τμηματικών επιμετρήσεων δεν είναι απρόθεσμη, αλλά αντιθέτως πρέπει να ενεργείται εντός ευλόγου χρόνου, τέτοιος δε χρόνος, ελλείψει σχετικής προβλέψεως, θεωρείται το τρίμηνο από την υποβολή τους προς έγκριση. Συνεπώς, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους, οι τμηματικές επιμετρήσεις θεωρούνται, ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών τους, αυτοδικαίως εγκεκριμένες και η Διευθύνουσα Υπηρεσία δεν δύναται πλέον να τις διορθώσει ούτε κατά το στάδιο ελέγχου της τελικής επιμετρήσεως, με την οποία απλώς ανακεφαλαιώνονται οι ποσότητες των τμηματικών επιμετρήσεων, όπως ρητώς ορίζει η παρ. 4 του άρθρου 38 του π.δ. 609/1985 στο εδάφιο α΄, ούτε με το πρωτόκολλο προσωρινής παραλαβής (πρβλ. Σ.τ.Ε. 619/2003, 3819/2000, 1674, 3305/1997, 1921/1993, 472/1992).