ΝΣΚ/67/2010
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Εφαρμογή ή μη του άρθρου 34 παρ. 7 του ΠΔ 609/1985, για την πληρωμή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου. Αδυναμία είσπραξης εγκεκριμένου λογαριασμού από τον ανάδοχο λόγω μη φορολογικής-ασφαλιστικής ενημερότητας.Η πληρωμή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου, σε εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 34 παρ. 7 του Π.Δ. 609/1985, είναι ανεξάρτητη από την έλλειψη φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας του αναδόχου, δικαιολογητικών απαραίτητων για την από τον ανάδοχο είσπραξη εγκεκριμένου λογαριασμού. Το ποσό όμως της εν λόγω καταβολής, το οποίο συνιστά ανταπαίτηση του εργοδότη κατά του αναδόχου, δεν μπορεί να συμψηφιστεί σε ήδη εγκριθέντα λογαριασμό, αφού αυτός πλέον μετά την έγκρισή του δεν μπορεί να τροποποιηθεί, αλλά θα αφαιρεθεί από τον επόμενο λογαριασμό μέσω της διαδικασίας εγκρίσεώς του από την Διευθύνουσα Υπηρεσία.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ελσυν/Τμ 7/360/2009
Εξόφληση 1ου λογαριασμού δημοσίου έργου. Μη νομίμως ο ανάδοχος ανέλαβε την εκτέλεση απολογιστικών εργασιών, καθόσον δεν είχε προηγουμένως χορηγηθεί η εκ του νόμου απαιτούμενη ειδική προς τούτο εντολή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, κατά παράβαση του άρθρου 42 παρ. 10 του π.δ.609/1985, τα δε προσκομιζόμενα παραστατικά αυτών δεν αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά πληρωμής (προσκομίζεται απλή φωτοτυπία και όχι πρωτότυπο τιμολόγιο). Περαιτέρω, μη νομίμως ο ανάδοχος ανέλαβε την εκτέλεση του έργου, καθότι, ως εκ της τάξης εγγραφής του στο Μ.Ε.ΕΠ., στερείται του δικαιώματος εκτέλεσης του έργου
ΝΣΚ/353/2008
Αυτοδίκαιη έγκριση τελικής επιμετρήσεως δημοσίου έργου. θεωρείται ως αυτοδικαίως εγκεκριμένη, στην περίπτωση κατά την οποία η Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου δεν προβεί στον έλεγχο, τυχόν διόρθωση και έγκριση αυτής, μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της, όπως έχει υποχρέωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 38 παρ.4 του Π.Δ/τος 609/1985.
ΝΣΚ/111/2022
Ερωτάται εάν έχει υποπέσει σε παραγραφή η αξίωση αναδόχου δημοσίου έργου για καταβολή του ποσού εγκεκριμένου λογαριασμού.:Η αξίωση αναδόχου δημοσίου έργου για την εξόφληση εγκεκριμένου από την Διευθύνουσα Υπηρεσία του έργου λογαριασμού πληρωμής δεν έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή του Κώδικα Δημοσίου Λογιστικού, ούτε και έχει παραγραφεί λόγω απόσβεσης του δικαιώματος της αναδόχου κατά το άρθρο 75Α του Ν. 3669/2008, δεδομένου του χρόνου έγκρισης του λογαριασμού (11-11-2021), από την οποία υπάρχει γεννημένη και δικαστικά επιδιώξιμη αξίωση και του χρόνου έγκρισης του πρωτοκόλλου οριστικής παραλαβής (20-12-2018), ενώ και αν ακόμα ήθελε θεωρηθεί ως αφετηρία της παραγραφής η 31η-12-2016, ήτοι το τέλος του οικονομικού έτους εντός του οποίου υπήρξε, στις 24-2-2016, σιωπηρή απόρριψη της αίτησης θεραπείας που άσκησε ο ανάδοχος κατά της απόφασης της Προϊσταμένης Αρχής του έργου και πάλι δεν συμπληρώθηκε πενταετής παραγραφή μέχρι την ημερομηνία υποβολής του 61ου λογαριασμού, που συνιστά διακοπτικό της παραγραφής γεγονός. Τέλος δεν μπορεί να θεωρηθεί η τελευταία αυτή ημερομηνία (ήτοι η 24η-2-2016) ή άλλη ημερομηνία ως χρόνος έναρξης της τετράμηνης αποσβεστικής προθεσμίας του άρθρου 75Α του Ν. 3669/2008, ενόψει του σκοπού της διάταξης αυτής (κατά πλειοψηφία).
ΕλΣυν/Τμ.6/702/2010
Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι οι διακηρύξεις των δημοπρατούμενων έργων προσαρμόζονται κάθε φορά στο αντίστοιχο πρότυπο τεύχος διακηρύξεως. Πλην, όμως, κατά την άποψη που κράτησε στο Δικαστήριο τα πρότυπα τεύχη διακηρύξεως δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις διαγωνισμών που γίνονται με το σύστημα μελέτη-κατασκευή, όταν δηλαδή αξιολογείται πρώτα η ποιότητα της μελέτης και μετά εξετάζεται η οικονομική προσφορά. Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από την υποσημείωση 17 του πρότυπου τεύχους τύπου Α΄ της ανωτέρω Υπουργικής απόφασης (σελ. 23748) στην οποία σημειώνεται ότι: «Ιδιαιτέρως επισημαίνεται ότι η παρούσα διακήρυξη αφορά τα συστήματα δημοπράτησης του άρθρου 7 (κυρίως), αλλά και των άρθρων 9 και 11 (εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις) του π.δ. 609/1985.», αφορά, δηλαδή, τα συστήματα προσφοράς με επιμέρους ποσοστά έκπτωσης (άρθρο 7 του π.δ. 609/1985 και ήδη άρθρο 6 του κώδικα νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων), προσφοράς με ελεύθερη συμπλήρωση Τιμολογίου (άρθρο 9 του π.δ. 609/1985 και ήδη άρθρο 7 του κώδικα νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων) και μειοδοσίας στο ποσοστό οφέλους απολογιστικών εργασιών (άρθρο 11 του π.δ. 609/1985 και ήδη άρθρο 9 του κώδικα νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων) και όχι το σύστημα προσφοράς που περιλαμβάνει μελέτη και κατασκευή (άρθρο 10 του π.δ. 609/1985 και ήδη άρθρο 8 του κώδικα νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων) (πρβλ. πράξη VI Τμήματος 58/2006).
ΣΤΕ/1644/2022
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 8 και 9 του άρθρου 53 του, κυρωθέντος με τον ν.3669/2008 Κώδικα της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων που προπαρατέθηκαν (σκέψη 8), προκύπτει ότι η πληρωμή στον ανάδοχο του εργολαβικού ανταλλάγματος γίνεται τμηματικά, με βάση τις πιστοποιήσεις των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί, ότι η πραγματοποίηση τόσο των τμηματικών πληρωμών όσο και της οριστικής πληρωμής του εργολαβικού ανταλλάγματος, καθώς και η εκκαθάριση όλων των αμοιβαίων απαιτήσεων από την εργολαβική σύμβαση, γίνεται με βάση τους λογαριασμούς και τις πιστοποιήσεις, ότι μετά τη λήξη κάθε μήνα ή άλλης χρονικής περιόδου που τυχόν ορίζει η σύμβαση για τις τμηματικές πληρωμές, ο ανάδοχος συντάσσει λογαριασμό των οφειλόμενων σε αυτόν ποσών από εργασίες που εκτελέσθηκαν, ότι οι λογαριασμοί συντάσσονται από τον ανάδοχο και υποβάλλονται προς έγκριση στη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία τους ελέγχει και τους διορθώνει όταν απαιτείται, μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή τους, ότι οι εγκρινόμενοι (ρητώς ή σιωπηρώς) από τη διευθύνουσα υπηρεσία λογαριασμοί αποτελούν την πιστοποίηση για την πληρωμή των εργασιών που έχουν εκτελεσθεί και ότι αν η πληρωμή τους καθυστερήσει πέρα από ένα (1) μήνα από τη λήξη της προηγούμενης προθεσμίας, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου ή του μελετητή, οφείλεται, αν υποβληθεί έγγραφη όχληση και από τον χρόνο υποβολής της, τόκος υπερημερίας. Κατά συνέπεια, οι εγκεκριμένοι λογαριασμοί ενσωματώνουν αναγνωρισμένη και εκκαθαρισμένη απαίτηση του αναδόχου και, σύμφωνα με τα ήδη κριθέντα (βλ. ανωτ. ΣτΕ 251/2017, 1081-3/2020), ανακύπτει αντίστοιχη υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή τους, χωρίς να μπορεί να εξετασθεί η νομιμότητά τους, το πρώτον, βάσει των απόψεων της Διοικήσεως επί της σχετικής αγωγήςֹ ο δε ανάδοχος δικαιούται τόκων υπερημερίας εάν ο κύριος του έργου καθυστερήσει, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, να ενεργήσει την πληρωμή με βάση πιστοποίηση που υποβλήθηκε προς έγκριση. Περαιτέρω, όμως, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του ανωτέρω άρθρου 39 παρ. 7 του ν. 2065/1992, καθώς και του άρθρου 26 ν. 1882/1990, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 28 παρ. 2 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), που υπηρετούν σοβαρό σκοπό δημοσίου συμφέροντος, τη διασφάλιση της εκπλήρωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων προς το Δημόσιο (βλ. και ΣτΕ 1311/2017), για την πληρωμή όλων των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων των επιχειρήσεων κατά του Δημοσίου, ν.π.δ.δ., δήμων και κοινοτήτων, απαιτούνται βεβαιώσεις φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, επί υπάρξεως δε σχετικών οφειλών, προβλέπεται η διάθεση («παρακράτηση και απόδοση») προς τούτο των εκκαθαρισμένων απαιτήσεων. Κατά συνέπεια, ναι μεν σε περίπτωση έγκρισης των λογαριασμών για εκτελεσθείσες εργασίες δημοσίου έργου, οι οποίοι δεν αμφισβητούνται, ο ανάδοχος δικαιούται τα αναφερόμενα σ’ αυτούς ποσά και δημιουργείται, κατ’ αρχήν, υποχρέωση του κυρίου του έργου προς πληρωμή τους, η πληρωμή, όμως, αυτή τελεί υπό την αίρεση της προηγούμενης προσκόμισης βεβαιώσεων φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, ενώ δεν γεννάται υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων ποσών για όλο το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη του αναδόχου να υποβάλει τις κατά τα ανωτέρω βεβαιώσεις. (ανωτ. ΣτΕ 1505/2015).Επομένως, εν προκειμένω, εφόσον δεν είχαν συνυποβληθεί με τους επίμαχους λογαριασμούς βεβαιώσεις φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας που να βεβαιώνουν την ανυπαρξία κατά νόμον οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, το γεγονός αυτό δεν αναιρούσε μεν την κατ’ αρχήν υποχρέωση του αναιρεσείοντος Δήμου για την πληρωμή των εν λόγω λογαριασμών, εξαρτούσε, όμως, την εξόφλησή τους από την υποβολή των ανωτέρω βεβαιώσεων. Συνεπώς, έσφαλε το διοικητικό εφετείο που έκρινε, κατά τα προεκτεθέντα, ότι ήταν νομικά αδιάφορη η προσκόμιση των ως άνω δικαιολογητικών προκειμένου να εξοφληθούν οι ένδικοι λογαριασμοί, για τον λόγο δε αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει, κατά το μέρος τούτο, να αναιρεθεί.
ΣΤΕ/1505/2015
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, με την από 4.8.2005 σύμβαση, η οποία συνήφθη κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, η αναιρεσείουσα τεχνική εταιρεία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου «Οδοσήμανση Οδικού Επαρχιακού Δικτύου», σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1418/1984 και του π.δ/τος 609/1985. Στις 30.6.2006 υπεγράφη η 1η συμπληρωματική σύμβαση, λόγω υπερβάσεως του συμβατικού αντικειμένου του έργου. Στα πλαίσια των ανωτέρω συμβάσεων, στις 29.9.2006 υποβλήθηκε ο 4ος λογαριασμός του έργου, ποσού 204.049,91 ευρώ. Στις 6.10.2006 εγκρίθηκε από τη διευθύνουσα υπηρεσία το ένα μόνον αντίγραφο του εν λόγω λογαριασμού, προς διευκόλυνση της αναιρεσειούσης, ώστε να προβεί σε ενεχυρίαση – εκχώρηση της απαιτήσεώς της από τον ως άνω λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.». Για την εν λόγω εκχώρηση συνήφθη η από 19.10.2006 σύμβαση μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ως άνω Τραπέζης προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Κατά τον ίδιο τρόπο, στις 17.1.2007 υποβλήθηκε ο 5ος λογαριασμός του έργου, ποσού 142.704,92 ευρώ, εγκρίθηκε στις 19.1.2007 το ένα μόνον αντίγραφο αυτού από τη διευθύνουσα υπηρεσία και με την από 2.2.2007 σύμβαση εκχωρήσεως λόγω ενεχύρου, μεταξύ της αναιρεσειούσης και της ίδιας Τραπέζης, ενεχυριάσθηκε η ως άνω απαίτηση του 5ου λογαριασμού, προς εξασφάλιση πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό προς την αναιρεσείουσα. Με την αγωγή της η αναιρεσείουσα ζήτησε την αναγνώριση της καταβολής των ως άνω ποσών, προσαυξημένων με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας από της επιδόσεως της αγωγής, υποστηρίζοντας ότι η απαίτησή της για την εξόφληση των δύο ανωτέρω λογαριασμών, συνολικού ποσού 346.754,83 ευρώ, είναι, μετά τη θεώρηση – έγκριση αυτών από τη διευθύνουσα υπηρεσία, βεβαία και εκκαθαρισμένη και, επομένως, έπρεπε οι εν λόγω λογαριασμοί να εξοφληθούν εντός διμήνου από την υποβολή τους ή εντός μηνός από την έγκριση και θεώρησή τους, ήτοι από τις 7.11.2006 και 20.2.2007, αντιστοίχως. Με τα ως άνω δεδομένα, το Διοικητικό Εφετείο δέχθηκε τα ακόλουθα: «Επειδή σε περίπτωση ενεχυριάσεως απαιτήσεως (προς εξασφάλιση απαιτήσεως ανωνύμου εταιρίας με αιτία αλληλόχρεο λογαριασμό), μετά την αναγγελία της εκχωρήσεως της απαιτήσεως στον οφειλέτη αποκόπτεται κάθε δεσμός του τελευταίου με τον εκχωρητή, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην 5η σκέψη. Όταν όμως υφίστανται οφειλές του εκχωρητή προς το ΙΚΑ, εκχώρηση της απαιτήσεως που συναρτάται με τις οφειλές αυτές δεν ισχύει, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 39 του ν. 2065/1992. Εν προκειμένω, προκύπτει ότι η ενάγουσα ανώνυμη εταιρία, εκχώρησε τις απαιτήσεις της από τον 4ο και 5ο λογαριασμό προς την «Εγνατία Τράπεζα Α.Ε.», χωρίς να καταβάλει τις οφειλές της προς το ΙΚΑ, ή τουλάχιστον χωρίς να αποδεικνύει ότι δεν έχει σχετικές οφειλές, αφού δεν προσκομίζει αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας. Περαιτέρω, η καταβολή του ανωτέρω ποσού και πριν από την ενεχυρίαση της σχετικής απαιτήσεως και μετά, δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προσκόμιση πιστοποιητικού ασφαλιστικής ενημερότητας. Επομένως, εφόσον δεν καθίσταται γνωστό στο δικαστήριο, εάν εχώρησε νόμιμη ή όχι εκχώρηση των ανωτέρω απαιτήσεων για καταβολή των ανωτέρω ποσών των δύο λογαριασμών (4ου και 5ου) και μόνο υπό την εκδοχή ότι η ενάγουσα νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκηση αγωγής, πρέπει η κρινόμενη αγωγή να απορριφθεί και ως προς την κύρια απαίτησή της, για καταβολή των ποσών των δύο πιο πάνω λογαριασμών, αφού πληρωμή λογαριασμών δεν χωρεί, χωρίς την εξόφληση των αντιστοιχουσών εισφορών και επιβαρύνσεων προς το Ίδρυμα, η δε ενάγουσα δεν απέδειξε ότι δεν υφίστανται οι παραπάνω οφειλές αυτής προς το Ίδρυμα. Τέλος, εφόσον η τελευταία δεν προσκομίζει το σχετικό αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, δεν υφίσταται υπαιτιότητα του κυρίου του έργου –Νομαρχιακού Διαμερίσματος Ροδόπης– για τη μη πληρωμή του 4ου και 5ου λογαριασμού του παραπάνω έργου και κατά συνέπεια, δεν γεννάται υποχρέωση αυτού προς καταβολή τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών, καθ’ όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη της ενάγουσας αναδόχου να υποβάλλει την κατά τα ανωτέρω απόδειξη για καταβολή των υπέρ του ΙΚΑ ασφαλιστικών εισφορών». Επειδή, η αναιρεσείουσα προβάλλει, ειδικότερα, ότι η προπαρατεθείσα κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου είναι αναιρετέα, διότι, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, η μη υποβολή εξαρχής από την ανάδοχο της ασφαλιστικής και φορολογικής της ενημερότητας δεν δύναται να θεμελιώσει υπαιτιότητά της για τη μη πληρωμή, αφού δεν προκύπτει από τις εν λόγω διατάξεις ότι η ανάδοχος είναι υποχρεωμένη να συνυποβάλει τις ως άνω ενημερότητες με τις σχετικές πιστοποιήσεις προς πληρωμή, αλλά τουναντίον η ανάδοχος έχει την ευχέρεια να τις υποβάλει μεταγενεστέρως και μάλιστα μετά την οριστικοποίηση των πληρωτέων ποσών, οπότε και θα γνωρίζει το ύψος των σχετικών ποσών που πρέπει να αποδοθούν στους τρίτους. Σύμφωνα, όμως, με τα γενόμενα δεκτά στην όγδοη σκέψη, εφόσον, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, οι επίδικοι λογαριασμοί δεν συνοδεύονταν από τις, απαραίτητες κατά το νόμο για την πληρωμή τους, βεβαιώσεις ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας, δεν γεννήθηκε υποχρέωση της αναιρεσίβλητης προς πληρωμή τους. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθεί ο ως άνω λόγος ως αβάσιμος.
ΕλΣυν/Τμ.7/402/2010
ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑ:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, εφόσον η πληρωμή της αναδόχου καθυστέρησε πέραν του διμήνου από την υποβολή του ως άνω λογαριασμού προς έγκριση από τη διευθύνουσα υπηρεσία, χωρίς υπαιτιότητά της, οφείλεται τόκος υπερημερίας, αφού η ανάδοχος υπέβαλε έγγραφη όχληση και από το χρόνο υποβολής αυτής. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι νόμιμη και αυτό πρέπει να θεωρηθεί.
ΝΣΚ/58/2011
Εξέταση της δυνατότητας υπογραφής Συμπληρωματικής Συμβάσεως για πρόσθετες εργασίες σε έργο των Ενόπλων Δυνάμεων, σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 44 του ΠΔ 609/1985.α) Είναι νόμιμη η υπογραφή Συμπληρωματικής Σύμβασης με τον ανάδοχο του έργου «Αναβάθμιση Εγκαταστάσεων Καυσίμων εντός Βάσης στην 117 ΠΜ» (ΑΝΔ-188Ν) για τις επιπλέον εργασίες που ανατέθηκαν σ’ αυτόν, διότι για τις εργασίες αυτές συντρέχουν οι προκύπτουσες από την ερμηνεία του άρθρου 8 παρ.1 του Ν 1418/1984, σε συνδυασμό με τα άρθρα 43-44 του ΠΔ 609/1985 προϋποθέσεις, προκειμένου να χαρακτηρισθούν «πρόσθετες». β) Ο ανάδοχος θα πληρωθεί στα πλαίσια υλοποίησης της συμπληρωματικής συμβάσεως, αφού πρώτα ολοκληρωθούν οι προβλεπόμενες εκ του νόμου διαδικασίες (παραλαβή εργασιών κ.λπ.).
ΔΕφΠ/226/2005
Ακόμη από τις τελευταίες αυτές διατάξεις συνάγεται ότι αν και η σύνταξη και έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών προηγείται, κανονικά, από την εκτέλεση των νέων εργασιών (πρβλ. ΣτΕ 1859/99, 3484/96), όμως δεν αποκλείεται η εκ των υστέρων νομιμοποίηση, από την αρμόδια αρχή ή από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο στην περίπτωση άσκησης προσφυγής, των εργασιών αυτών, όταν αυτές θεωρηθούν αναγκαίες για το έργο (πρβλ ΣτΕ 3807/2001, 3306/97 7μ.). Από αυτά παρέπεται ότι δεν αποκλείεται, κατ` εξαίρεση σε επείγουσες περιπτώσεις, η αναγνώριση αξιώσεων του αναδόχου για εργασίες, που πραγματοποιήθηκαν προτού συνταχθεί ο οικείος συγκριτικός πίνακας (πρβλ. ΣτΕ 1938/1998). Ειδικότερα σε περίπτωση που ο ανάδοχος αδυνατεί να συντάξει και να υποβάλει λογαριασμό για την πληρωμή νέων εργασιών, τις οποίες έχει εκτελέσει προσηκόντως εξαιτίας του ότι η αρμόδια Υπηρεσία, παρόλο που έχει παράλάβει το σχετικό έργο, δεν προβαίνει στη σύνταξη συγκριτικού πίνακα και πρωτοκόλλου κανονισμού νέων τιμών μονάδος και ακολούθως στην έγκριση τους για οποιοδήποτε λόγο διαφωνίας, ο οποίος στη συνέχεια, ύστερα από δικαστική αμφισβήτηση, κρίνεται μη νόμιμος, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για μη υποβολή τέτοιου λογαριασμού, αφού αν, παρόλα αυτά, τον συνέτασσε και τον υπέβαλε για έγκριση, είναι απολύτως βέβαιο ότι η Διευθύνουσα Υπηρεσία θα τον επέστρεφε χωρίς να τον εγκρίνει. Η καθυστέρηση πληρωμής του αναδόχου για νέες εργασίες, που έχει εκτελέσει και νομιμοποιήθηκαν εκ των υστέρων και για λόγους που κρίθηκαν μη νόμιμοι, από το αρμόδιο διοικητικό εφετείο στην περίπτωση άσκησης προσφυγής, σχεδόν εξομοιώνεται, ως προς τις έννομες συνέπειες, με την καθυστέρηση πληρωμής εγκεκριμένων λογαριασμών και συγκεκριμένα η αναγνώριση του δικαιώματος του αναδόχου ανατρέχει στο χρόνο εκείνο, κατά τον οποίο η αρμόδια Υπηρεσία θα έπρεπε να προβεί στις οφειλόμενες, από το νόμο, ενέργειες αν δεν είχε μεσολαβήσει η διαφωνία της. Έτσι από το χρόνο εκείνο θεωρείται ότι συντάχτηκε, από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία, και υποβλήθηκε προς έγκριση ο οικείος συγκριτικός πίνακας και το πρωτόκολλο κανονισμού νέων τιμών μονάδος νέων εργασιών, με επακόλουθο μετά τη συμπλήρωση του, κατά τα πιο πάνω, τριμήνου από την υποβολή τους να θεωρείται αφενός μεν ότι εγκρίθηκαν και αφετέρου ότι υποβλήθηκαν, ταυτόχρονα, προς έγκριση οι σχετικοί λογαριασμοί-πιστοποιήσεις, οπότε μετά από την πάροδο διμήνου να γεννιέται η αξίωση του αναδόχου για καταβολή τόκων υπερημερίας, εφόσον βεβαίως αυτός έχει προβεί σε σχετική όχληση, προς την οποία ταυτίζεται η δικαστική επιδίωξη πληρωμής της απαίτησης του.
ΣτΕ/1059/2022
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΔΙΚΤΥΩΝ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΑΚΑΘΑΡΤΩΝ (...)Επειδή, περαιτέρω, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι οι βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας και περί καταβολής από τον ανάδοχο των προβλεπομένων φόρων, ασφαλιστικών κρατήσεων και λοιπών νομίμων επιβαρύνσεων πρέπει, κατ’ αρχήν, να συνυποβάλλονται με τον υποβαλλόμενο προς έγκριση στη διευθύνουσα υπηρεσία λογαριασμό. Σε αντίθετη περίπτωση, οι ως άνω βεβαιώσεις πρέπει να υποβληθούν εντός ενός μηνός από της λήξεως της μηνιαίας προθεσμίας εντός της οποίας η διευθύνουσα υπηρεσία υποχρεούται να εγκρίνει τον υποβληθέντα από τον ανάδοχο λογαριασμό. Στην περίπτωση δε που ο λογαριασμός εγκριθεί πριν από την πάροδο της ανωτέρω μηνιαίας προθεσμίας, οι προαναφερθείσες βεβαιώσεις πρέπει να υποβληθούν εντός μηνός από της ημερομηνίας εγκρίσεως του λογαριασμού. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, εφόσον δεν χωρήσει η πληρωμή του λογαριασμού εντός των κατά τα ανωτέρω προθεσμιών, ο κύριος του έργου καθίσταται υπερήμερος και ο ανάδοχος δικαιούται να προβεί σε διακοπή των εργασιών με την υποβολή της σχετικής ειδικής δηλώσεως. Τέλος, στην περίπτωση κατά την οποία οι ως άνω βεβαιώσεις υποβληθούν σε μεταγενέστερο των ανωτέρω χρονικό σημείο, η υπερημερία του κυρίου του έργου άρχεται με την πάροδο ενός μηνός από της ημερομηνίας υποβολής των εν λόγω βεβαιώσεων. Επειδή, η νομιμότητα της κρίσεως της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ήρτηται από την επίλυση του ανωτέρω ζητήματος, το οποίο αφορά την ερμηνεία των διατάξεων που ανεφέρθησαν στις σκέψεις 9 και 10. Λόγω, όμως, της σπουδαιότητας του ζητήματος αυτού, το Τμήμα, υπό την παρούσα πενταμελή σύνθεση, κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει, κατ’ άρθρο 14 παρ. 5 του π.δ. 18/1989, να παραπεμφθεί στην επταμελή σύνθεσή του