ΣτΕ/1762/2003
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, προβάλλεται με το μοναδικό λόγο αναιρέσεως ότι η προσβαλλομένη απόφαση εσφαλμένως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υφίστατο συμβατική υποχρέωση του Δημοσίου για προμήθεια των επιστημονικών οργάνων τα οποία θα ετοποθετούντο στους δοκιμαστικούς πασσάλους του έργου, ενώ κατά ρητή διατύπωση όρου της συμβάσεως τούτο αποτελούσε υποχρέωση της αναδόχου. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, ως απαράδεκτος διότι ανάγεται σε ερμηνεία συμβατικού όρου μη ελεγκτέου αναιρετικώς και συνεπώς και η αίτηση είναι απορριπτέα στο σύνολό της
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Yπόθεση C-486/2015
Υπόθεση C-486/15 P: Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2016 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, Orange, Ομοσπονδιακής Δημοκρατία της Γερμανίας (Αίτηση αναιρέσεως — Κρατικές ενισχύσεις — Οικονομικά μέτρα υπέρ της France Télécom — Πρόταση προκαταβολής μετόχου — Δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων του Γαλλικού Δημοσίου — Απόφαση με την οποία η ενίσχυση χαρακτηρίζεται ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά — Έννοια του όρου «ενίσχυση» — Έννοια του όρου «οικονομικό πλεονέκτημα» — Κριτήριο του συνετού ιδιώτη επενδυτή — Υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει το Γενικό Δικαστήριο — Όρια του δικαστικού ελέγχου — Παραμόρφωση του περιεχομένου της αποφάσεως της Επιτροπής)
ΣΤΕ/384/2020
Δημόσια έργα...:Επειδή, εξ άλλου, προβάλλεται ότι, εφ’ όσον δέχεται η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση ότι οι χορηγηθείσες παρατάσεις με αναθεωρήσεις συμβατικών τιμών αποκλείουν το δικαίωμα αναζητήσεως οιασδήποτε άλλης αποζημιώσεως, πλημμελώς ερμήνευσε και εφήρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 36 παρ. 11 περί οχλήσεως, 48 παρ. 8 περί παρατάσεως και 54 παρ. 15 του ν. 3669/2008 περί αναθεωρήσεως τιμών. Δια την θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αναιρέσεως η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι κρίση του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου αντίκειται στην υπ’ αρ. 4434/2013 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και την υπ’ αριθμ. 1284/2011 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, δοθέντος ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δεν διέλαβε κρίση με αυτό το περιεχόμενο.
ΣΤΕ/1667/2011
Εκπόνηση μελέτης.... Επειδή, όταν μία σύμβαση παραπέμπει ως προς ορισμένο θέμα σε κανονιστική ρύθμιση που περιέχεται σε τυπικό νόμο ή κανονιστική πράξη και η οποία ρυθμίζει περισσότερες περιπτώσεις με διαφορετικό τρόπο τάσσοντας συγκεκριμένες κατά περίπτωση προϋποθέσεις εφαρμογής, η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την έννοια της συμβατικής αυτής ρήτρας παραπομπής, δηλαδή ως προς ποια είναι η εφαρμοστέα, κατά τη βούληση των συμβαλλόμενων μερών, ρύθμιση στις μεταξύ τους συμβατικές σχέσεις, αποτελεί ουσιαστική εκτίμηση συμβατικού όρου, η ορθότητα της οποίας, ως εκτίμηση πραγμάτων, δεν ελέγχεται αναιρετικώς, ει μη μόνον από πλευράς αιτιολογίας της δικαστικής κρίσεως. Περαιτέρω, εάν μεν, κατά την ουσιαστική εκ μέρους του δικαστηρίου της ουσίας εκτίμηση της ρήτρας παραπομπής, βούληση των συμβαλλομένων μερών είναι η εφαρμογή των διατάξεων του νόμου ως έχουν, δηλαδή σύμφωνα με τις περιεχόμενες στις διατάξεις διακρίσεις και με τη συνδρομή των προβλεπομένων προϋποθέσεων εφαρμογής κατά περίπτωση, τότε η ορθότητα της δοθείσης από το δικαστήριο της ουσίας ερμηνείας των κατά παραπομπή εφαρμοστέων διατάξεων του νόμου ελέγχεται πλήρως κατά την ορθότητά της από τον αναιρετικό δικαστή, με κριτήριο την αληθή έννοια του νόμου. Εάν, όμως, κατά την ως άνω ανέλεγκτη αναιρετικώς ουσιαστική εκτίμηση του δικαστηρίου, ο σχετικός συμβατικός όρος έχει την έννοια ότι η ρύθμιση στην οποία γίνεται παραπομπή εφαρμόζεται κατά την βούληση των μερών εν πάση περιπτώσει, ανεξαρτήτως δηλαδή της συνδρομής των τασσομένων στις οικείες διατάξεις ειδικότερων προϋποθέσεων εφαρμογής, τότε η εν λόγω ρύθμιση αποσπώμενη από τις διατάξεις του νόμου αποτελεί πλέον συμβατικό όρο και προσλαμβάνει ως εκ τούτου την έννοια που της αποδίδουν οι συμβαλλόμενοι, ανεξαρτήτως εάν συντρέχουν οι κατά το νόμο προϋποθέσεις εφαρμογής της. Η δε κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ως προς την έννοια αυτή του συμβατικού όρου, ως κρίση πραγμάτων, δεν υπόκειται σε αναιρετικό έλεγχο, ει μη μόνον από πλευράς αιτιολογίας. Επειδή, κατόπιν επιλύσεως των ανωτέρω παραπεμφθέντων ζητημάτων, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί προς περαιτέρω εξέταση των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως στο ΣΤ΄ Τμήμα αυτού.
ΕλΣυν.Τμ.6/614/2014
Δημόσια έργα-Συμπληρωματικές συμβάσεις.Αίτηση ανάκλησης της 24/2013 Πράξεως της Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο Νομό...(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι η άνοδος της στάθμης των υδάτων του ποταμού Έβρου συνεπεία της υπερχειλίσεως των φραγμάτων του ποταμού …στη …. λόγω των έντονων καιρικών φαινομένων που έπληξαν την περιοχή κατά τη χρονική περίοδο από τον Ιανουάριο του έτους 2013 και εντεύθεν, συνιστά απρόβλεπτο γεγονός που δικαιολογεί τη σύναψη της επίμαχης συμπληρωματικής συμβάσεως. Ο αρχικός έλεγχος του επίμαχου αναχώματος, τον Δεκέμβριο του έτους 2012, κατά την επικαιροποίηση της μελέτης που εγκρίθηκε, όπως προεκτέθηκε τον Απρίλιο του έτους 2011, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εργασίες που περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση και η αποκατάσταση του αναχώματος όπως είχε αρχικώς σχεδιασθεί επαρκούσε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, ενώ κατά τη διάρκεια των πλημμυρικών φαινομένων που οδήγησαν στην κήρυξη της περιοχής σε κατάσταση έκτακτης πολιτικής προστασίας εμποδίστηκε τόσο η πρόσβαση στο ανάχωμα όσο και η διενέργεια αυτοψίας ώστε να δύνανται(…)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να γίνουν δεκτές η κρινόμενη αίτηση ανακλήσεως καθώς και η ασκηθείσα υπέρ αυτής παρέμβαση και μη υπάρχοντος άλλου λόγου που να κωλύει την υπογραφή της, να επιτραπεί η σύναψη της 1ης συμπληρωματικής σύμβασης του έργου «Κατασκευή αντιπλημμυρικών έργων στα αναχώματα να εντοπισθούν περαιτέρω ζημίες καθώς και η ακριβής θέση αυτών.
ΕλΣυν/Τμ.6/2091/2011
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι η κρίση του Κλιμακίου δεν είναι ορθή, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση, εφόσον, όπως εκτέθηκε στην σκέψη ΙΙΙ, ήταν δυνατόν κατά νόμον να προβλεφθεί στους όρους δημοπράτησης εκτέλεσης του ελεγχόμενου έργου και ειδικότερα στην ειδική συγγραφή υποχρεώσεων η εκ μέρους του ανάδοχου και με δικές του δαπάνες υποχρέωση παροχής ευκολιών στην Επιβλέπουσα Υπηρεσία, οι οποίες συνίσταντο στην παραχώρηση των αναγκαίων χώρων και μέσων για την απρόσκοπτη άσκηση των καθηκόντων της επίβλεψης και οι οποίες ήταν δικαιολογημένες, ενόψει της φύσεως και του αντικειμένου του έργου (αποκατάσταση ζημιών λόγω πλημμυρών σε τμήματα επαρχιακού οδικού δικτύου) και των απαιτούμενων εργασιών επίβλεψης. Εξάλλου, από τη συμμετοχή 5 εργοληπτικών επιχειρήσεων στον εν λόγω διαγωνισμό, χωρίς να προβληθούν ενστάσεις κατά της νομιμότητας του όρου αυτού της Ε.Σ.Υ., προκύπτει ότι, στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία, δεν παρακωλύθηκε από την πρόβλεψη του όρου αυτού η ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού, η δε ενσωμάτωση στο κόστος της οικονομικής προσφοράς της προσωρινής μειοδότριας των απαιτούμενων δαπανών για την παροχή των παραπάνω ευκολιών δεν την εμπόδισε να παρέχει μέση έκπτωση 12,01% (1.497.594 ευρώ με Φ.Π.Α.) επί της προϋπολογισθείσας δαπάνης
Τρ.Συμβ/Εφ.Πατρών/1/2012
ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ...Δημόσια έργα-Δεδικασμένο.ΕΠΕΙΔΗ κατά τη γνώμη που επικράτησε στο Συμβούλιο, από τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά σαφώς προκύπτει ότι το επίμαχο έργο , που , όπως αναφέρθηκε , φέρεται να έχει περαιωθεί από τις αρχές του έτους 1990, εκτελείτο υπό τη χρηματοδότηση του Υπουργείου Δημοσίων Έργων ( ακολούθως Υ . ΠΕ . Χ . Ω . Δ . Ε ) και είχε ως Διευθύνουσα το έργο υπηρεσία τη Δ . Τ . Υ . της τότε Νομαρχίας Ζακύνθου , που αποτελούσε υπηρεσία του Ελληνικού Δημοσίου . Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ζακύνθου , που συστάθηκε μεταγενεστέρως ( Ν . 2218/1994 όπως συμπληρώθηκε ), προφανώς υπεισήλθε μεν , μετά την περαίωση του έργου , στα καθήκοντα της Διευθύνουσας το έργο Υπηρεσίας , όμως δεν προκύπτει από κάποιο στοιχείο ότι ανέλαβε την υποχρέωση πληρωμής των τυχόν υπαρχουσών οφειλών από την εκτέλεση του . Συνεπώς ούτε κατά το έτος 1998, που ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας εξήτασε την τιτλοφορηθείσα ως «αίτηση θεραπείας» της αναδόχου, ούτε το έτος 2007, που εκδόθηκε η 239/2007 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η ως άνω Ν . Α . είχε την ιδιότητα της υπόχρεης για την πληρωμή της αναδόχου, ούτε προκύπτει ότι σε κάποιο στάδιο είχε αναδεχθεί την υποχρέωση αυτή με την επιχορήγηση της ή κατ ' άλλον τρόπο . Στη δίκη δε , επί της οποίας εκδόθηκε η αμέσως παραπάνω απόφαση του Δικαστηρίου τούτου , η εν λόγω Ν . Α . δεν υπήρξε διάδικος ούτε είχε κληθεί να παραστεί. Επομένως Η ακύρωση, με την ως άνω 239/2007 απόφαση της παράλειψης της Διεύθυνσης Τ . Υ . Ν . της Ν . Α . Ζακύνθου να συμμορφωθεί , «με την έκδοση των κατά νόμο αναγκαίων εκτελεστών πράξεων» , προς την 18958/17-12-1999 απόφαση του Γ . Γ . της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων , που εκδηλώθηκε με το 2460/16-62000 έγγραφο αυτής και η αναπομπή στη Διοίκηση «για τα νόμιμα» , δεν μπορεί, κατ ' αρχήν, να νοηθεί ως υποχρέωση της Ν . Α . όπως εκδώσει τις αναγκαίες εκτελεστές πράξεις και πληρώσει την προβληθείσα απαίτηση της αναδόχου, αλλά, όπως συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης ως υποχρέωση της όπως προωθήσει , ως Διευθύνουσα το έργο Υπηρεσία, την κατά νόμο διαδικασία ώστε να εκκαθαρισθεί να περαιωθεί η εργολαβία . Τούτο άλλωστε συνάγεται σαφώς και από αυτή τον ως άνω Γ . Γ της Περιφέρειας , με την οποία η εν λόγω Δ ,, Τ , Ύ . Ζακύνθου κλήθηκε «να ενεργήσει τα δέοντα για την άμεση - αποπληρωμή της εργολαβίας» χωρίς να προσδιορίζει το ύψος του δικαιούμενου από την ανάδοχο ποσού , αλλά , ( συνάγεται ) και από την 239/2007 απόφαση , με την οποία ακυρώθηκε η παράλειψη συμμόρφωσης προς την απόφαση του Γ . Γ . με την έκδοση των αναγκαίων εκτελεστών πράξεων και αναπέμφθηκε η υπόθεση στη Διοίκηση για τα νόμιμα , χωρίς όμως να προσδιορίζεται το είδος ή το περιεχόμενο των αναγκαίων πράξεων ή να γίνεται κάποια συγκεκριμένη αναφορά σε απαιτούμενες προς συμμόρφωση ενέργειες . Στα πλαίσια αυτά , η κατά τα λοιπά απορρέουσα , από την 239/2007 απόφαση , υποχρέωση της Διοίκησης προς συμμόρφωση προς την απόφαση του αναφερθέντος του Γ . Γ . Περιφέρειας , δεν σημαίνει υποχρέωση προς έκδοση συγκεκριμένου περιεχομένου εκτελεστών πράξεων προς περαίωση ( εκκαθάριση ) της εργολαβίας , χωρίς την τήρηση της προβλεπόμενης νόμιμης διαδικασίας και των διατάξεων της νομοθεσίας περί δημοσίων έργων που προβλέπουν αυτή ή την εξέταση εκάστου κατά την διαδικασία αυτή ανακύπτοντος ζητήματος .
ΕΣ/ΤΜ.6/2311/2014
Έργο-Ανάκληση σχεδίου σύμβασης:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι: Α) Ο όρος της διακηρύξεως περί του χρόνου λήξεως των εγγυητικών επιστολών ήταν πράγματι αντιφατικός διότι η επανάληψη της νομοθετικής ρυθμίσεως στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 15 παρ. 3 της διακηρύξεως οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι οι προσφορές θα απορρίπτονται ως απαράδεκτες εφόσον οι εγγυητικές επιστολές που τις συνοδεύουν φέρουν ημερομηνία λήξεως της ισχύος τους προγενέστερη της 10ης Οκτωβρίου 2014, ενώ στο δεύτερο εδάφιο η τοιαύτη συνέπεια της απορρίψεως επιφυλασσόταν και για τις προσφορές οι εγγυητικές επιστολές των οποίων έληγαν το χρονικό διάστημα από 10.10.2014 έως 17.10.2014 καθόσον ο ελάχιστος χρόνος ισχύος τους παρατεινόταν έως τις 18.10.2014. Εφόσον δε, η τοιαύτη πλημμέλεια ανάγεται στην έλλειψη σαφήνειας όρου της διακηρύξεως η αναθέτουσα αρχή όφειλε ή να ματαιώσει το διαγωνισμό ή να κάνει δεκτή τη συμμετοχή όλων όσων, παρερμηνεύοντας τον οικείο όρο, προσκόμισαν εγγυητική επιστολή με ημερομηνία λήξεως αυτή της 10.10.2014, χρονολογία που πληρούσε κατ’ ελάχιστον τις απαιτήσεις του Κώδικα Κατασκευής Δημοσίων Έργων, προκειμένου να μην αποβεί σε βάρος των διαγωνιζομένων η αντιφατικότητα των δύο εδαφίων του ως άνω όρου. Β) Η μη άσκηση προσφυγών ή ενδίκων βοηθημάτων κατά της διακηρύξεως καθώς και η έλλειψη αιτήματος περί παροχής διευκρινίσεων ουδόλως καταδεικνύει τη σαφήνεια του σχετικού όρου, διότι στον κρινόμενο διαγωνισμό απορρίφθησαν ένδεκα (11) από τους συνολικά δεκατέσσερις (14) υποψηφίους, οι οποίοι ερμήνευσαν τον σχετικό όρο σύμφωνα με τους ορισμούς του πρώτου εδαφίου, λαμβάνοντας ως ορθή ημερομηνία λήξεως των εγγυητικών τους επιστολών αυτή της 10.10.2014, χωρίς να θεωρούν ότι η τοιαύτη κατανόηση ή ερμηνεία άγει σε απόρριψη των προσφορών τους ως απαραδέκτων. Ακολούθως, η μη άσκηση προσφυγών ή ενδίκων μέσων κατά του Πρακτικού της Επιτροπής Διαγωνισμού ανάγεται στα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως κάθε υποψηφίου, εν πάση δε περιπτώσει αλυσιτελώς προβάλλεται, καθόσον το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τη διενέργεια του προσυμβατικού ελέγχου αποφαίνεται για τη νομιμότητα της διακηρύξεως και της διαγωνιστικής διαδικασίας, ανεξάρτητα από τις τυχόν υποβληθείσες προσφυγές, ενστάσεις ή λοιπά ένδικα βοηθήματα, με γνώμονα την προστασία των αρχών της διαφάνειας και του ανταγωνισμού, οι οποίες παραβιάσθηκαν εν προκειμένω με την απόρριψη ένδεκα (11) επί συνόλου δεκατεσσάρων (14) προσφορών, για τον ίδιο τυπικό λόγο του χρόνου λήξεως των εγγυητικών τους επιστολών και Γ) Οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επικαλείται η αναθέτουσα αρχή, πέραν του ότι προβάλλονται απαραδέκτως, το πρώτον με το υπόμνημά της, δεν οδηγούν αυτοτελώς στην παραδοχή της αιτήσεως διότι το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται πρωτίστως με την τήρηση των αρχών της νομιμότητας, της διαφάνειας και του ανταγωνισμού.Στην προκειμένη δε περίπτωση, το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται πλήρως, με την αποδοχή του συνόλου των υποψηφίων που κατέθεσαν εγγυητική επιστολή με ημερομηνία 10.10.2014 στον κρινόμενο διαγωνισμό (καθόσον η τοιαύτη αναγραφή οφείλεται στην αντιφατικότητα του οικείου όρου της διακηρύξεως) και την ανάθεση του έργου στον πρώτο κατά σειρά μειοδοσίας εργολήπτη.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η κρινόμενη αίτηση ανακλήσεως και η υπέρ αυτής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους και να μην ανακληθεί η 111/2014 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕλΣυν.Τμ.6/16/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει ότι μη νομίμως εν προκειμένω απορρίφθηκε η προσφορά της πρώτης κατά σειρά μειοδοσίας ατομικής εργοληπτικής επιχείρησης για το λόγο ότι δεν προσκόμισε ασφαλιστική ενημερότητα για το «εκτελούμενο» από αυτήν έργο "Ανακατασκευή αθλητικών εγκαταστάσεων", διότι σύμφωνα με την κατ΄ άρθρο 71 του Κ.Δ.Ε. σχετική βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας της αναθέτουσας αρχής, ήτοι του Δήμου …, οι εργασίες του έργου αυτού είχαν περατωθεί στις 15.1.2016, δηλαδή σε ημερομηνία προγενέστερη του χρόνου διενέργειας του ελεγχόμενου διαγωνισμού (31.5.2016), και ως εκ τούτου δεν υφίστατο εκ μέρους της νόμιμη υποχρέωση να προσκομίσει γι’ αυτό το οικείο πιστοποιητικό ασφαλιστικής ενημερότητας, όπως τούτο ορθώς κρίθηκε και με την προσβαλλόμενη πράξη.Η δε επικαλούμενη από την αιτούσα υποχρέωση (εκ του νόμου και εκ της σύμβασης) της ως άνω αποκλεισθείσας ατομικής επιχείρησης κατά το χρόνο της εγγύησης για 15μηνη συντήρηση του περατωθέντος από αυτήν έργου έως την οριστική παραλαβή του από τον ως άνω Δήμο αφενός μεν δεν συνεπάγεται ότι έχει και την υποχρέωση να έχει δεσμευμένο προσωπικό και να εξακολουθεί να το απασχολεί για όλο αυτό το χρονικό διάστημα - ούτε άλλωστε κάτι τέτοιο επικαλείται και αποδεικνύει εν προκειμένω η αιτούσα- αφετέρου δε η υποχρεωτική κατά το χρόνο της εγγύησης συντήρηση του έργου εκ μέρους της συνιστά μέρος των ευθυνών που αυτή υπέχει ως φορέας του κινδύνου του έργου, οι οποίες μπορεί να εκτείνονται και μετά την οριστική παραλαβή του έργου κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, δηλαδή αποτελεί φάση που διαφέρει τόσο χρονικά όσο και ποιοτικά από τη διαδικασία της εκτέλεσης του έργου, στην οποία ειδικά αποβλέπουν οι προπαρατεθείσες διατάξεις (σκέψη ΙΙ), τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Και τούτο διότι, κατά την φάση αυτή, ήτοι της εγγύησης και υποχρεωτικής συντήρησης (άρθρο 74 Κ.Δ.Ε.), το έργο έχει ήδη ολοκληρωθεί κατασκευαστικά και έχει υποστεί όλες τις προβλεπόμενες από τη σύμβαση δοκιμασίες ώστε να είναι λειτουργικό, είναι δε αβέβαιο εάν θα προκύψουν βλάβες, ποιος θα ευθύνεται γι΄αυτές (η αναθέτουσα αρχή ή ο ανάδοχος) και εάν εν τέλει η ανάδοχος επιχείρηση θα χρησιμοποιήσει το δικό της προσωπικό για να τις αποκαταστήσει, αφού από τις ρυθμίσεις της παρ. 2 του άρθρου 74 του Κ.Δ.Ε. ρητά προβλέπεται η δυνατότητα εκτέλεσης των απαραίτητων εργασιών αποκατάστασης βλαβών, κατά τη διάρκεια της περιόδου εγγύησης του έργου, από την υπηρεσία σε βάρος και για λογαριασμό του αναδόχου, χωρίς δηλαδή την εν τοις πράγμασιν ανάμειξη του τελευταίου.Δεν ανακαλεί την 366/2016 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕλΣυν/Τμ.6/2221/2011
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη προηγούμενη σκέψη (ΙΙ) ορθά το Κλιμάκιο έκρινε ότι παρανόμως απορρίφθηκαν οι προσφορές των πρώτης και δεύτερης μειοδοτριών εργοληπτικών επιχειρήσεων «… ΑΤΕ» και «…», αφού η από 21.9.2010 υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της υποδειχθείσας από την πρώτη μειοδότρια υπεργολάβου εταιρείας «… ΑΤΕ» ότι αποδέχεται τη σύναψη υπεργολαβίας για τμήμα του έργου ικανοποιούσε τις απαιτήσεις της διακήρυξης και η από 21.9.2010 υποβληθείσα υπεύθυνη δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της δεύτερης μειοδότριας ότι είναι ασφαλιστικά και φορολογικά ενήμερη κατά την ημέρα του διαγωνισμού και είναι σε θέση να αποδείξει την ενημερότητα αυτή εφόσον αναδειχθεί μειοδότης κάλυπτε και τις απορρέουσες από τη κοινοπρακτική της δραστηριότητα φορολογικές της υποχρεώσεις και, ως εκ τούτου, οι αντίθετοι ισχυρισμοί του αιτούντος Δήμου πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Περαιτέρω και ο ισχυρισμός του αιτούντος περί εξυπηρέτησης υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος δοθέντος ότι το δημόσιο συμφέρον εξυπηρετείται προεχόντως με τη τήρηση της αρχής της νομιμότητας και η επίκλησή του δεν μπορεί να αιτιολογήσει την παρά το νόμο διενέργεια της ανωτέρω διαγωνιστικής διαδικασίας ούτε την παραβίαση θεμελιωδών κανόνων που διέπουν τη λήψη αποφάσεων κατά τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων. Τέλος η συγγνωστή πλάνη, ως λόγος νομιμοποίησης των πράξεων, οι οποίες έχουν κριθεί μη νόμιμες της διαδικασίας που προηγείται της υπογραφής δημοσίας σύμβασης, δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου. Άλλωστε αποτελούσε αυτονόητη υποχρέωση του αιτούντος Δήμου η τήρηση των προαναφερθεισών σαφών διατάξεων, την εφαρμογή των οποίων όφειλε να διασφαλίσει κατά τη διαδικασία έγκρισης της ελεγχόμενης σύμβασης. Συνεπώς, σύμφωνα με όσα προηγουμένως έγιναν δεκτά πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση ανάκλησης.
ΕΣ/Τ.6/284/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ.Ζητείται η ανάκληση της 2/2016 Πράξης της Επιτρόπου της Υπηρεσίας Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στον Ε.Ο.Τ., με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ του αιτούντος και της εταιρείας «....» για την «προμήθεια υλικών και παροχή υπηρεσιών για τη λειτουργία των ανελκυστήρων του Ιδρύματος», Με τα δεδομένα αυτά και όσα έγιναν δεκτά στη ΙΙ σκέψη, το Τμήμα κρίνει ότι: Α) η μη αναγραφή στην περίληψη της διακήρυξης που απεστάλη στην Ε.Ε.Ε.Ε. ουσιωδών στοιχείων, όπως όλοι οι αριθμοί αναφοράς της ονοματολογίας (CPV) των επίμαχων υπηρεσιών, η συνολική ποσότητα της σύμβασης, η εκτιμώμενη αξία της εκτός ΦΠΑ και η διάρκεια αυτής, καθώς και η παράλειψη δημοσίευσης της ως άνω περίληψης στα οριζόμενα στο νόμο μέσα ενημέρωσης συνιστά πλημμελή τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας. Πλην όμως, κατά την κρίση του Τμήματος, η πλημμέλεια αυτή δεν ήταν εν προκειμένω ουσιώδης, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση, καθόσον δεν επηρέασε τη δυνατότητα ενημέρωσης των ενδιαφερομένων παρόχων για τους όρους της δημοπρασίας ούτε την ανάπτυξη ανταγωνισμού στον ελεγχόμενο διαγωνισμό, B) είναι μη νόμιμος ο προσδιορισμός της χρονικής διάρκειας της σύμβασης «μέχρι εξαντλήσεως του οικονομικού αντικειμένου», όπως ορθώς κρίθηκε με την προσβαλλόμενη και ως εκ τούτου πρέπει να προσδιορισθεί στο σχέδιο της σύμβασης η χρονική διάρκεια αυτής.Γ) εσφαλμένως κρίθηκε ότι δεν υπάρχει τίτλος για την ανάληψη υποχρέωσης της δαπάνης του αρμοδίου οργάνου, δεδομένου ότι το έργο χρηματοδοτείται από το Π.Δ.Ε. και προσκομίστηκε η 60145/7.6.2016 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας Ανάπτυξης και Τουρισμού περί ένταξής του στη ΣΑΕ-546 τροποποίηση 01 (ΣΑΕ2014ΣΕ54600018). (..)Ε) η επιτροπή ενστάσεων κατά τη συνεδρίαση της 18.3.2016 είχε νόμιμη απαρτία, καθόσον σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ/σίας παρίσταντο τέσσερα από τα πέντε μέλη της, όπως βασίμως προβάλλεται, πλην όμως η σύνθεσή της κατά την ως άνω συνεδρίαση ήταν μη νόμιμη, αφού δεν προέκυψε η νόμιμη πρόσκληση των απόντων τακτικών και αναπληρωματικών μελών της. Ωστόσο, η ως άνω πλημμέλεια κρίνεται εν προκειμένω μη ουσιώδης, αφού η αρμοδιότητα της ως επιτροπής ήταν γνωμοδοτική και η σχετική γνωμοδότησή της έγινε τελικά δεκτή με την 92/2016 πράξη του Πρύτανη του Ε.Μ.Π.,Ζ) εσφαλμένως κρίθηκε με την προσβαλλόμενη ότι η επιτροπή του διαγωνισμού ήταν υποχρεωμένη να επικοινωνήσει με τους εκδότες των εγγυητικών επιστολών συμμετοχής των διαγωνιζομένων για την επιβεβαίωση της γνησιότητάς τους, όπως βασίμως προβάλλεται, καθόσον τοιαύτη υποχρέωση προβλέπεται από το άρθρο 22 παρ.8 του ν. 3669/2008, το οποίο εφαρμόζεται στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία.Κατ’ ακολουθίαν, η κρινόμενη αίτηση ανάκλησης πρέπει να γίνει δεκτή, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη πράξη και, δεδομένου ότι δεν συντρέχει άλλος διακωλυτικός της υπογραφής λόγος