ΝΣΚ/71/2009
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Αμμοληψία. Αρμόδιο όργανο για τον καθορισμό τιμήματος των υλικών αμμοληψίας.Στις περιπτώσεις εκμετάλλευσης των χώρων αμμοληψίας από το Δημόσιο, η πράξη καθορισμού τιμήματος για την αμμοληψία, που συνδέεται με την παραχώρηση του σχετικού δικαιώματος και αποτελεί παρεπόμενο αυτής, εκδίδεται από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, ο οποίος έχει την εξουσία άσκησης των αρμοδιοτήτων, που προβλέπονται στις διατάξεις του ΑΝ 1219/1938 και της 42279/24.11.1938 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Συγκοινωνίας και Κρατικής Πρόνοιας και Αντιλήψεως, του Υπουργού Διοικητού Πρωτευούσης και του Υφυπουργού Τύπου και Τουρισμού.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΟΜΟ/1161/2023
Στην προκειμένη περίπτωση, πριν την ορισθείσα στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας ημερομηνία συζήτησης της υπό κρίση προσφυγής, το προσφεύγον νοσοκομείο, με την από 17.7.2023 έγγραφη δήλωση της Διοικητού του Ελένης Ροφαέλα, ως νόμιμης εκπροσώπου του, καθόσον διαθέτει εκ του νόμου την εξουσία εκπροσώπησης του συγκεκριμένου νομικού προσώπου, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της ένδικης προσφυγής. Η έγγραφη αυτή δήλωση φέρει την ηλεκτρονική υπογραφή της εν λόγω Διοικητού, καθώς και χρονοσφραγίδα με ημερομηνία (17/7/2023) και ώρα (14:15). Συνεπώς, είναι έγκυρη, γίνεται αποδεκτή από το Τμήμα και επιφέρει τις συνέπειες που προβλέπονται στο άρθρο 306 της Δικονομίας.
Κατόπιν τούτων και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 5 της παρούσας, η διαδικασία που ανοίχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου με την άσκηση της ένδικης προσφυγής πρέπει να καταργηθεί.
ΕλΣυν.Κλ.Τμ.7/95/2018
Καταβολή αμοιβής για φοροεκφόρτωση και μεταφορά αμμοχάλικου:Με αυτά τα δεδομένα, ο πρώτος λόγος διαφωνίας είναι αβάσιμος, καθόσον οι επίμαχες εργασίες, συνιστάμενες στην απλή επεξεργασία και μεταφορά υλικού που προϋπήρχε και είχε ήδη εξορυχθεί από την περιοχή για ικανοποίηση αναγκών του Δήμου, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του α.ν. 1219/1938, ο οποίος κατά τη σαφή του διατύπωση, ρυθμίζει τη διάφορη περίπτωση της εξόρυξης και λήψης των αναφερόμενων εκεί υλικών (αμμοληψία) και την περαιτέρω εκμετάλλευσή τους από τον δικαιούχο αμμοληψίας. Ομοίως αβάσιμος είναι και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας καθώς προσκομίστηκε η από 20.3.2018 βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας του Ανταποκριτή του Ε.Φ.Κ.Α. (Ο.Γ.Α.) του Δήμου .. περί εκπλήρωσης των ασφαλιστικών υποχρεώσεων του αναδόχου. Αβάσιμος είναι και ο τρίτος σχετικός λόγος, καθώς το από 30.11.2017 Πρωτόκολλο Παραλαβής Υπηρεσιών είχε εγκριθεί στις 26.1.2018 (αποφ. 21/26.1.2018 του Δημοτικού Συμβουλίου). Ομοίως αβάσιμος είναι και ο τέταρτος λόγος διαφωνίας, διότι σε κάθε περίπτωση η εναπόθεση του αμμοχάλικου σε κάθε Τοπική Κοινότητα πιστοποιείται με την από 30.11.2017 βεβαίωση του Αντιδημάρχου Τεχνικών Υπηρεσιών, επομένως η μη ύπαρξη των σχετικών πιστοποιήσεων από τους Προέδρους των Τοπικών Κοινοτήτων παρίσταται μη ουσιώδης. Τέλος, αβάσιμος παρίσταται και ο πέμπτος λόγος διαφωνίας, προεχόντως διότι με το άρθρο 216 παρ. 2 του ν. 4412/2016 παρέχεται ευχέρεια και όχι υποχρέωση της αρμόδιας υπηρεσίας να ορίζει υπάλληλο για την παρακολούθηση της σύμβασης, σε περιπτώσεις που κατά την κρίση της απαιτείται παρακολούθηση σε ημερήσια βάση. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση δαπάνη είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1161/2023
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ:κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου σύμβασης μεταξύ του προσφεύγοντος Γενικού Νοσοκομείου … και της εταιρείας «… ΕΠΕ» για την «ΠΑΡΟΧΗ ΓΕΥΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ …», συνολικής προϋπολογιζόμενης δαπάνης 637.360 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου δικαιώματος προαίρεσης και ΦΠΑ).(...)Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται, πλην άλλων, ότι ο προσφεύγων δύναται να παραιτηθεί από την ασκηθείσα προσφυγή του, υποβάλλοντας, πριν τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, έγγραφη δήλωση παραίτησης (πρβλ. ΕλΣ Ολ. 552/2017). Στην περίπτωση δε που ο προσφεύγων είναι νοσοκομείο, ο Διοικητής του ως όργανο διοίκησης (ΔΠρΑθ 7979/2020) και νόμιμος εκπρόσωπος αυτού, μπορεί πριν τη συζήτηση της προσφυγής ανάκλησης να υποβάλει δήλωση παραίτησης από το οικείο δικόγραφο, καταθέτοντας στη Γραμματεία έγγραφο που φέρει είτε την ιδιόχειρη υπογραφή του με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής από δημόσια αρχή είτε την, ισοδύναμη προς την ανωτέρω ιδιόχειρη, ηλεκτρονική υπογραφή του ιδίου με την ενσωματωμένη σε αυτήν εγκεκριμένη χρονοσφραγίδα, χωρίς να απαιτείται η αντίστοιχη επικύρωση. Τούτο διότι η υπογραφή αυτή συνδέεται μονοσήμαντα με τον υπογράφοντα και είναι ικανή να καθορίσει ειδικά και αποκλειστικά την ταυτότητά του. Ως εκ τούτου, η έγγραφη δήλωση παραίτησης του νομίμου εκπροσώπου που φέρει τις διατυπώσεις αυτές επιφέρει τις ίδιες έννομες συνέπειες με εκείνες που επάγεται η έγγραφη παραίτηση που φέρει ιδιόχειρη υπογραφή, δηλαδή έχει ως συνέπεια την κατάργηση της ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανοιγείσας διαδικασίας (πρβλ. ΕλΣυν Έβδομο Τμήμα 1059/2021, 729, 2117/2022, πρβλ. ΕλΣυν VI Τμ. 1244/2020, 1342/2018, 6057, 6058/2015).Στην προκειμένη περίπτωση, πριν την ορισθείσα στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας ημερομηνία συζήτησης της υπό κρίση προσφυγής, το προσφεύγον νοσοκομείο, με την από 17.7.2023 έγγραφη δήλωση της Διοικητού του …, ως νόμιμης εκπροσώπου του, καθόσον διαθέτει εκ του νόμου την εξουσία εκπροσώπησης του συγκεκριμένου νομικού προσώπου, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της ένδικης προσφυγής. Η έγγραφη αυτή δήλωση φέρει την ηλεκτρονική υπογραφή της εν λόγω Διοικητού, καθώς και χρονοσφραγίδα με ημερομηνία (17/7/2023) και ώρα (14:15). Συνεπώς, είναι έγκυρη, γίνεται αποδεκτή από το Τμήμα και επιφέρει τις συνέπειες που προβλέπονται στο άρθρο 306 της Δικονομίας.Κατόπιν τούτων και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 5 της παρούσας, η διαδικασία που ανοίχθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου με την άσκηση της ένδικης προσφυγής πρέπει να καταργηθεί.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/20/2018
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής: α) Αβασίμως προβάλλεται από τη διαφωνούσα Επίτροπο ότι η προσφορά της φερόμενης ως δικαιούχου ήταν εκπρόθεσμη, καθώς, όπως προκύπτει από την τεθείσα επί του φακέλου της προσφοράς της σφραγίδα του Νοσοκομείου, αυτή κατετέθη στην οικεία Υπηρεσία Πρωτοκόλλου στις 10.5.2017, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην οικεία διακήρυξη, και έλαβε αριθμό 7253/2226/10.5.2017..αφού σύμφωνα με την προδιαληφθείσα διάταξη του άρθρου 26 παρ. 3 εδ. β΄ του ν. 4412/2016, καθώς επίσης και τα οριζόμενα στην οικεία διακήρυξη, κρίσιμη για το χαρακτηρισμό μίας προσφοράς ως εκπρόθεσμης είναι η ημερομηνία παραλαβής της προσφοράς και όχι η ημερομηνία που αναγράφεται στο εντός του σφραγισμένου φακέλου έντυπο αυτής..(..)Αβασίμως, επίσης, προβάλλεται ότι η επίμαχη δαπάνη δεν είναι κανονική, αφού σύμφωνα με τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω, ήδη, πριν από την υπογραφή της διακηρύξεως του διαγωνισμού είχε εκδοθεί η 1399/10.4.2017 απόφαση του Διοικητού του Νοσοκομείου, με την οποία δεσμεύθηκε πίστωση ίση με το σύνολο της προϋπολογισθείσας δαπάνης εις βάρος του ΚΑΕ 0899 του προϋπολογισμού εξόδων οικονομικού έτους 2017 του Νοσοκομείου, που ήταν και ο ορθός ΚΑΕ,..ενώ η ανατροπή της εν λόγω αποφάσεως με αρνητική λογιστική εγγραφή (αντιλογισμό) και η ταυτόχρονη ανάληψη νέας υποχρεώσεως, ίσης με το σύνολο του συμβατικού τιμήματος πριν την υπογραφή της ως άνω συμβάσεως ουδόλως επιδρά στην κανονικότητα της επίμαχης δαπάνης. Εξάλλου, και με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 του π.δ/τος 80/2016 προβλέπεται, σε περίπτωση επιτεύξεως χαμηλότερου συμβατικού τιμήματος σε σχέση με την προϋπολογισθείσα δαπάνη, η ανατροπή, με σχετική ανακλητική απόφαση του οικείου διατάκτη, της γενομένης αναλήψεως ως προς το υπερβάλλον ποσό. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει παραβίαση των διατάξεων του ν. 4270/2014 και του κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθέντος π.δ/τος 80/2016 σχετικώς με την ανάληψη υποχρεώσεως από τα αρμόδια όργανα του Νοσοκομείου.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/554/2022
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ-ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΕ ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ:το ΣΤ΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την 37/2022 πράξη, ζητεί να αρθεί από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου “αμφισβήτηση” σχετικά με την έννοια της διάταξης του άρθρου 324 παρ. 1 του ν. 4700/2020, που έχει δημιουργηθεί μεταξύ της ως άνω πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου και της 650/2021 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου και, ειδικότερα, ως προς το εάν υπόκεινται βάσει της προαναφερόμενης διάταξης σε προσυμβατικό έλεγχο οι συμβάσεις που συνάπτει η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ.(....)Στο άρθρο 98 του Συντάγματος(....)καθιερώνεται η διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο των συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενο είναι, εκτός από το Δημόσιο, και οποιοδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο «από την άποψη αυτή» ως νόμος ορίζει. Κατά την έννοια της διατάξεως ως εξομοιούμενο με το Δημόσιο «από την άποψη αυτή» νομικό πρόσωπο νοείται κάθε νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα αν είναι δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, που δύναται κατά την ανάθεση σύμβασης από αυτό να ασκήσει εξουσία συγκρίσιμη προς αυτή του Δημοσίου. Τέτοια δε εξουσία είναι και αυτή που ασκείται από ένα νομικό πρόσωπο, όταν, υπαγόμενο στην άμεση εποπτεία και τον έλεγχο κρατικής αρχής, και απολαμβάνοντας προνόμια που προσήκουν στη δημόσια δύναμη, επεμβαίνει στην αγορά επιλέγοντας, με αδιαφανή ή μη νόμιμα κριτήρια, αντισυμβαλλόμενο επί μεγάλης οικονομικής αξίας σύμβασης που συνάπτει.(....)Σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου ως εξομοιούμενα με το Δημόσιο νομικά πρόσωπα νοούνται εκείνα τα οποία -ανεξαρτήτως της υπαγωγής τους στο δημόσιο τομέα, της προέλευσής τους, της ιδιαίτερης οργανωτικής τους δομής και του καθεστώτος δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου που τα διέπει- διαθέτουν νομική προσωπικότητα, συστήνονται για την εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού, ενώ, σύμφωνα με τις καταστατικές τους ή άλλες διατάξεις, τελούν σε σχέση άμεσης ή έμμεσης εξάρτησης ή ειδικού ελέγχου από το Δημόσιο ή άλλο δημόσιο φορέα.(....)Αίρει την αμφιβολία κρίνοντας ότι η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ συνιστά δημόσια επιχείρηση κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 324 του ν. 4700/2020. Και Αναπέμπει την υπόθεση στο ΣΤ΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΒΛΕΠΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΣ/ΚΛ.Ζ/383/2022.
ΕλΣυν/ΟΛΟΜ/8η/2013
(...) Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις για όλες τις πράξεις ανάληψης πολυετών υποχρεώσεων που εκδίδονται από τους διατάκτες και αφορούν σε δαπάνες των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης και των Ο.Τ.Α., οι οποίες υπερβαίνουν ετησίως ορισμένο ποσό, απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Οικονομικών ή ειδικά για τις δαπάνες των Ο.Τ.Α. του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Δοθέντος δε ότι ως έγκριση νοείται η διοικητική πράξη δια της οποίας προσδίδεται εκτελεστός χαρακτήρας (εκτελεστότητα) στην εγκρινόμενη πράξη ενός άλλου οργάνου, η οποία χωρίς την εγκριτική πράξη (έγκριση) δεν επάγεται έννομα αποτελέσματα, καθίσταται πρόδηλο ότι η εξάρτηση της διαθέσεως των σχετικών πιστώσεων των προϋπολογισμών των Ο.Τ.Α. από την προηγούμενη έγκριση οργάνου της Κεντρικής Διοίκησης (άρθρο 1 Β παρ. 4 ν.2362/1995), που αποτελεί και ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και η κατά τούτο ενιαία αντιμετώπιση των Ο.Τ.Α. με τους λοιπούς φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, που εντάσσονται στο κράτος εν στενή εννοία, θίγει τις θεσμικές εγγυήσεις, που τάσσονται υπέρ της τοπικής αυτοδιοίκησης με το άρθρο 102 του Συντάγματος. Και τούτο διότι με την ανωτέρω ρύθμιση η αποφασιστική αρμοδιότητα για τη διάθεση των πιστώσεων των προϋπολογισμών των Ο.Τ.Α. και συνακόλουθα η εξουσία διαχείρισης των προϋπολογισμών τους, που ανήκει στα θεσμικά τους όργανα (διατάκτες), ουσιαστικά εκχωρείται σε όργανο της Κεντρικής Διοικήσεως ήτοι σε όργανο του κράτους εν στενή εννοία, αφού χωρίς τη χορήγηση σχετικής εγκρίσεως δεν μπορεί να συντελεστεί η δημοσιονομική δέσμευση. Έτσι όμως πλήττεται η διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α., που κατοχυρώνεται στο άρθρο 102 παρ. 2 του Συντάγματος. Πέραν τούτου η ως άνω προηγούμενη έγκριση δεν μπορεί να νοηθεί ότι απαιτείται στο πλαίσιο της επιτρεπόμενης από το Σύνταγμα κρατικής εποπτείας, αφού εν προκειμένω δεν θεσπίζεται έλεγχος νομιμότητας το περιεχόμενο του οποίου προσδιορίζεται ως ανωτέρω αναφέρεται στη σκέψη Α2, αλλά συνταγματικά ανεπίτρεπτος έλεγχος σκοπιμότητας της γενεσιουργού της δαπάνης διοικητικής πράξης, δεδομένου ότι αντικείμενο ελέγχου για τη χορήγηση της εν λόγω έγκρισης αποτελούν ουσιαστικά οι αξιολογήσεις, επιλογές και προτεραιότητες που θέτει ο Ο.Τ.Α. για την εξυπηρέτηση των τοπικών του υποθέσεων, ως προς τις οποίες το Σύνταγμα επιφυλάσσει υπέρ αυτού το τεκμήριο αρμοδιότητας, αποκλείοντας την παρέμβαση της κεντρικής κρατικής εξουσίας.(…) Η Ολομέλεια, ύστερα από συζήτηση των μελών της, κατά πλειοψηφία, που αποτελέστηκε από δεκαεννέα (19) μέλη, ήτοι τους :…………., αποδέχθηκε την ανωτέρω εισήγηση της Συμβούλου Ασημίνας Σαντοριναίου.
ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/768/2021
Με την αίτηση αυτή επιδιώκεται η αναίρεση της 1452/2017 απόφασης του VΙI Τμήματος του Ελεγκτικού ΣυνεδρίουΜειοψήφησαν οι Αντιπρόεδροι Μαρία Βλαχάκη και Αγγελική Μαυρουδή και οι Σύμβουλοι Σταμάτιος Πουλής, Κωνσταντίνα Ζώη και Βιργινία Σκεύη, οι οποίοι διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας, η οποία αποτελεί έκφανση του κράτους δικαίου, οι εκτελεστές διοικητικές πράξεις, όπως είναι οι καταλογιστικές αποφάσεις, πρέπει να εκδίδονται από τα όργανα στα οποία ο νόμος δίνει την αρμοδιότητα αυτή. Καταλογιστική απόφαση που εκδίδεται από αναρμόδιο όργανο είναι νομικώς πλημμελής και για το λόγο αυτό, που εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, ακυρωτέα. Στην περίπτωση που η καταλογιστική απόφαση εκδίδεται κατά δεσμία εξουσία και δεν πάσχει κατά το ουσιαστικό της περιεχόμενο, δεν καθίσταται αλυσιτελής η εξέταση νομικής πλημμέλειας αναγόμενης στην αρμοδιότητα του οργάνου που την εξέδωσε με την αιτιολογία ότι και υπό την εκδοχή της ακυρώσεώς της δεν θα μεταβαλλόταν η έννομη θέση του καθ’ ου ο καταλογισμός αφού το αρμοδίως επιλαμβανόμενο όργανο θα επέβαλε τον ίδιο καταλογισμό, καθόσον δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι η νέα καταλογιστική απόφαση θα είχε ταυτόσημο περιεχομένο με την ακυρωθείσα. Και τούτο διότι το αρμόδιο όργανο που θα επιληφθεί εκ νέου της υπόθεσης δεν είναι βέβαιο ότι θα εκδώσει πράξη ταυτόσημου περιεχομένου καθώς δεν μπορεί εκ των προτέρων να αποκλεισθούν μεταβολές οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν την έννομη θέση του καταλογιζόμενου, αναγόμενες είτε στο νομοθετικό καθεστώς που διέπει την υπόθεση, είτε στο πραγματικό της υπόθεσης, ιδίως σε περιπτώσεις όπως η επίδικη που η καταλογιστική απόφαση συνιστά άμεση συνέπεια προηγούμενης διοικητικής πράξης αφορώσας την υπηρεσιακή κατάσταση του καθ’ ου (λ.χ. ακύρωση της διοικητικής πράξης που αποτελεί το έρεισμα του καταλογισμού). Έσφαλε, επομένως, το δικάσαν Τμήμα, το οποίο, αφού εξέτασε αυτεπαγγέλτως την αρμοδιότητα του καταλογίσαντος οργάνου και δέχθηκε ότι ο καταλογισμός έγινε από αναρμόδιο όργανο, στη συνέχεια έκρινε ότι παρίσταται αλυσιτελής η ακύρωση της καταλογιστικής απόφασης για το λόγο αυτό διότι η απόφαση αυτή δεν πάσχει, ως προς την εσωτερική ουσιαστική νομιμότητά της, με συνέπεια, ενόψει της δέσμιας αρμοδιότητας έκδοσής της, το αρμόδιο όργανο να υποχρεούται στην έκδοση απόφασης καταλογισμού του εκκαλούντος με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο. Επομένως, η αίτηση αναίρεσης θα πρέπει να γίνει δεκτή κατά παραδοχή του σχετικού λόγου, η εξέταση του οποίου λογικά πρέπει να προταχθεί παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξέτασης των λοιπών λόγων αναιρέσεως. Αναιρεί τη 1452/2017 απόφαση του VIΙ Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/191/2017
Παροχή υπηρεσιών σίτισης.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη II, η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών έχει παρεπόμενο χαρακτήρα (βλ. και Πράξεις ΚΠΕΔ στο IV Τμ. 41, 6/2015) σε σχέση με την προαναφερθείσα υπ’ αριθμ. 27/3/2013 από 01.10.2013 αρχική σύμβαση, την οποία τροποποιεί και τούτο διότι: α) η σύναψή της άγει, κατ’ αποτέλεσμα, σε τροποποίηση των υποχρεώσεων του αναδόχου, όπως αυτές προσδιορίζονταν στο Μέρος Β΄ της 27/2012 Διακήρυξης (15 θέσεις τραπεζοκόμων), η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αρχικής σύμβασης, κατά ρητή πρόβλεψη αυτής, β) συνάπτεται με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης, γ) η αμοιβή του αναδόχου υπολογίζεται βάσει των ίδιων τιμών επί των οποίων είχε υπολογισθεί το τίμημα της αρχικής σύμβασης για την κάλυψη των θέσεων τραπεζοκόμων (τιμή εργατοώρας καθημερινής προ Φ.Π.Α. 5,42 ευρώ και τιμή εργατοώρας αργίας προ Φ.Π.Α. 9,49 ευρώ), δ) αποβλέπει στο ίδιο αποτέλεσμα (υπηρεσίες σίτισης των ασθενών και του εφημερεύοντος προσωπικού του Νοσοκομείου), για την επίτευξη του οποίου είχε δεσμευθεί ο ανάδοχος με τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, η οποία, μάλιστα, μετά τη δεύτερη, κατά τα ανωτέρω, παράταση της ισχύος της, καταλαμβάνει το ίδιο χρονικό διάστημα με την κρινόμενη και ε) στο κείμενο της τροποποιητικής αυτής σύμβασης ρητώς αναφέρεται ότι ισχύουν οι όροι της Διακήρυξης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι αυτής.Συνεπώς, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο διαφωνίας, η υπό κρίση τροποποιητική σύμβαση είναι μη νόμιμη, δεδομένου ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά (βλ. σκ. υπό ΙΙ), η επερχόμενη με αυτήν τροποποίηση έχει ουσιώδη χαρακτήρα, διότι άγει αφενός σε σημαντική διαφοροποίηση του τρόπου εκτέλεσης της αρχικής σύμβασης με τη διάθεση μεγαλύτερου σε αριθμό προσωπικού και αφετέρου σε αύξηση του συνολικού συμβατικού τιμήματος. (συγγνωστή πλάνη)
ΕλΣυν/Τμ7/181/2010
Από το συνδυασμό των προαναφερόμενων διατάξεων συνάγεται ότι δημόσιο έργο που κατασκευάσθηκε παραλαμβάνεται από το φορέα του έργου προσωρινά και οριστικά, η παραλαβή δε και στις δύο περιπτώσεις διενεργείται, μετά τη βεβαίωση περάτωσης των εργασιών από τη διευθύνουσα υπηρεσία, από την επιτροπή παραλαβής που ορίζει η προϊσταμένη αρχή και συντελείται με την έγκριση από την προϊσταμένη αρχή του σχετικού πρωτοκόλλου που συντάσσει η ως άνω επιτροπή. Εάν η παραλαβή, από τη συντέλεση της οποίας επέρχονται οι κατά το νόμο συνέπειες αυτής, δεν συντελεστεί μέσα στις προθεσμίες που διαγράφονται από το νόμο, αυτή, κατά ρητή πρόβλεψη των ως άνω διατάξεων, συντελείται αυτοδικαίως μετά την παρέλευση των προθεσμιών που ορίζονται στις διατάξεις του άρθρου 73 του ν. 3669/2008 για την προσωρινή παραλαβή και στις διατάξεις του άρθρου 75 του ιδίου νόμου για την οριστική παραλαβή. Ειδικώς, η αυτοδίκαιη προσωρινή παραλαβή συντελείται μετά την άπρακτη παρέλευση της εξάμηνης προθεσμίας από τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου, εφόσον υποβληθεί από τον ανάδοχο η τελική επιμέτρηση του έργου μέσα σε δύο μήνες από την περάτωση και μετά την υποβολή σχετικής όχλησής του και την παρέλευση τριάντα ημερών (πρβλ. Αποφ. 2443/2006 και 956/2008 Σ.τ.Ε.). Συνεπώς, το χρηματικό ένταλμα που εκδίδεται στο όνομα εργολήπτη δημοσίων έργων μετά την αποπεράτωση εκτελούμενου έργου για την αποπληρωμή του εργολαβικού ανταλλάγματος πρέπει να συνοδεύεται, μεταξύ άλλων δικαιολογητικών, και από πρωτόκολλο προσωρινής ή οριστικής παραλαβής του έργου, καθόσον μόνο από το χρόνο της παραλαβής του έργου υφίσταται βεβαία και εκκαθαρισμένη απαίτηση και γεννάται αξίωση του εργολάβου για την αποπληρωμή του τιμήματος (βλ. Πράξεις 280/2006, 45, 237/2008 VII Τμ.)
ΕΣ/ΤΜ.(ΚΠΕ)7/22/2013
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με το λόγο διαφωνίας, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι φέρεται σε εκτέλεση σύμβασης άκυρης, δεδομένου ότι δε συνάφθηκε το οικείο συμβατικό κείμενο, όπως, άλλωστε, τούτο ομολογείται και με το 25556/9.11.2012 έγγραφο του Δήμου. Ο ισχυρισμός ότι εκ παραδρομής και λόγω διοικητικής παράλειψης, χωρίς δόλο, δεν συντάχθηκε σύμβαση, διότι οι αποφάσεις με τις οποίες ανατέθηκε η εκκαθάριση προσδιόριζαν επαρκώς τα απαιτούμενα στοιχεία για την εκτέλεση των υπηρεσιών, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά την ουσία, διότι οι διατάξεις που ορίζουν τον έγγραφο τύπο των συμβάσεων ως συστατικό, χωρίς να προβλέπουν περίπτωση υποκατάστασης του συμβατικού κειμένου από απόφαση ανάθεσης, είναι σαφείς. Τούτο δε ανεξάρτητα από το ότι αναποδείκτως διατείνεται ο Δήμος ότι τα στοιχεία της σύμβασης προσδιόριζαν επαρκώς οι αποφάσεις ανάθεσης, δεδομένης της διάστασης που προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ανάμεσα στις αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου με τις οποίες ορίζονται ως εκκαθαριστές τα προσδιοριζόμενα σε αυτές φυσικά πρόσωπα που έχουν την ιδιότητα του ορκωτού λογιστή και η αμοιβή καθενός στο ποσό των 5.000 ευρώ, για κάθε εκκαθαριζόμενη επιχείρηση από τη μία και των στοιχείων του χρηματικού εντάλματος για την εξόφληση του τιμήματος της εκκαθάρισης, το οποίο εκδίδεται στο όνομα της εταιρείας «...», η οποία σε κανένα σημείο των αποφάσεων ανάθεσης, ούτε και τούτων της παραλαβής και έγκρισης των εκθέσεων εκκαθάρισης μνημονεύεται ως αντισυμβαλλομένη του Δήμου, και της εντελλόμενης με το χρηματικό ένταλμα δαπάνης, ποσού 24.600 ευρώ, το οποίο από καμία απόφαση ορίζεται ως ενιαίο τίμημα των υπηρεσιών εκκαθάρισης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.