ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)280/2013
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/156/2019
Εκτέλεση εργασιών επισκευής και συντήρησης δικτύων αποχέτευσης.: Με δεδομένα αυτά, ελλείψει σχετικής ρύθμισης για την αρμοδιότητα σύνταξης και υπογραφής των χρηματικών ενταλμάτων στη Δ.Ε.Υ.Α. ....., εφαρμόζονται οι σχετικές για τους Δήμους διατάξεις (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. VII Τμ. 69/2016, Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 212/2016) που, πλέον, ορίζουν ότι τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής υπογράφονται από τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών (Π.Ο.Υ.) του Δήμου, ή το υφιστάμενό του όργανο που εξουσιοδοτείται από αυτόν, και τον συντάκτη τους, ήτοι τον υπάλληλο της λογιστικής υπηρεσίας, ως αρμοδίου για την εκκαθάριση οργάνου (πρβλ. Ελ.Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 228, 276/2018, 63/2019). Συνεπώς, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα αναρμοδίως υπογράφεται τόσο από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. της Δ.Ε.Υ.Α. όσο και από τον Αντιπρόεδρό της, στον οποίο παρανόμως έχουν ανατεθεί καθήκοντα έκδοσης χρηματικών ενταλμάτων διότι, κατά τα προαναφερθέντα, αυτά ανήκουν στους υπαλλήλους της λογιστικής υπηρεσίας.
ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)295/2013
Kαταβολή της συμφωνηθείσης αμοιβής για την παροχή υπηρεσιών στο πλαίσιο προγραμματικής σύμβασης μεταξύ του προαναφερθέντος ο.τ.α. και του ανωτέρω ν.π.δ.δ. και αντικείμενο τη μελέτη της ενεργειακής συμπεριφοράς των κτιρίων των υφιστάμενων δημόσιων σχολικών κτιρίων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η οι ως άνω ανατεθείσες στο Τ.Ε.Ι. ...... υπηρεσίες δεν εμπίπτουν στην έννοια του ερευνητικού προγράμματος, καθόσον δεν τις χαρακτηρίζει το στοιχείο της πρωτοτυπίας, αλλά πρόκειται για σύνολο μελετών (μελετών υφιστάμενης κατάστασης, αποτύπωσης των ενεργειακών δεδομένων, μελετών ενεργειακής απόδοσης και προμελετών ενεργειακής αναβάθμισης, τεχνικών μελετών), που εξυπηρετούν συγκεκριμένο και ειδικό αντικείμενο και εξαντλούνται στην εφαρμογή τους αυτή, για την ανάθεση των οποίων τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3316/2005. Ειδικότερα, και παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από το Δήμο ......, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται η πρωτοτυπία του παραχθέντος από το Τ.Ε.Ι. επιστημονικού έργου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι το παραδοτέο αντικείμενο της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης δεν αποκλίνει, ουσιωδώς, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας από το παραδοτέο αντικείμενο, στο πλαίσιο συνήθους σύμβασης ανάθεσης εκπόνησης μελετών, κατά τις διατάξεις του ν.3316/2005. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η προσφυγή στις εξαιρετικές διατάξεις του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 και συνακόλουθα η χρησιμοποίηση του οχήματος της προγραμματικής σύμβασης προϋποθέτει την αδυναμία ανάθεσης υπηρεσιών με άλλο τρόπο, αντιθέτως, εν προκειμένω, και παρά τη δυνατότητα ανάθεσης μελετητικών υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3316/2005, η επίμαχη προγραμματική σύμβαση συνιστά, κατ’ επίφαση σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010, υποκρύπτουσα ανάθεση συνήθων μελετών διεπόμενων από τις διατάξεις του ν.3316/2005, οι οποίες, μη νομίμως ανατίθενται απευθείας, διότι δεν συντρέχουν, εν προκειμένω, οι προβλεπόμενες στο άρθρο 10 του ν.3316/2005 προϋποθέσεις της απευθείας ανάθεσης μελέτης, χωρίς τη διενέργεια διαγωνιστικής διαδικασίας και χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης. Επιπροσθέτως το αντισυμβαλλόμενο ΤΕΙ, δεν διέθετε Μηχανικό ικανό για την εκπόνηση των συγκεκριμένων μελετών, εγγεγραμμένο στο μητρώο Επιθεωρητών, οπότε και υποχρεώθηκε να αναθέσει την εκπόνηση του συνόλου του αντικειμένου της υπό κρίση σύμβασης σε εξωτερικό συνεργάτη, ιδιώτη μηχανικό. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το κρίσιμο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, παρίσταται μη νόμιμη, συνεπώς αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί
ΕΣ/ΤΜ.7(ΚΠΕ)242/2013
Καταβολή ποσού 24.600 ευρώ στη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία με την επωνυμία «......», ως αμοιβή της για την εκτέλεση εργασιών προετοιμασίας φακέλου, προκειμένου να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το επιχειρησιακό πρόγραμμα ΕΠΠΕΡΑΑ το έργο «Ολοκλήρωση έργου πρώτου τμήματος α΄ φάση αποχέτευσης & ΒΙΟΚΑ ευρύτερης περιοχής ...... πρόσκληση 2.7».(...)Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν. 3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται, μεταξύ άλλων γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011, 120/2010 καθώς και Κλιμάκιο VII Τμημ. 159/2012), ενώ στην περίπτωση επίκλησης από την αναθέτουσα αρχή συνδρομής λόγων κατεπείγουσας ανάγκης ή επείγουσας περίστασης σύναψης σύμβασης παροχής υπηρεσιών, μέχρι ποσού 15.000 ευρώ, προσκαλούνται υποχρεωτικά για διαπραγμάτευση τρεις υποψήφιοι, δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις του ν. 3315/2005 (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων που διέπουν την απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών και όχι βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005, καθόσον, οι ανατεθείσες εργασίες, εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών.
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/158/2012
(...) α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν.3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος καθώς και αναγγελία των κρισίμων στοιχείων της σύμβασης στο Τ.Ε.Ε. προκειμένου να δημοσιευθούν στην ιστοσελίδα του δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από την υπογραφή της (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011). δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/320/2019
Εκτέλεση προγραμματικής σύμβασης..:..Με το άνω περιεχόμενο η επίμαχη σύμβαση συνιστά, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό της, εξ επαχθούς αιτίας σύμβαση ανάθεσης αρχιτεκτονικών μελετών και, ως εκ τούτου, μη νομίμως ανατέθηκε απευθείας στο ως άνω ΤΕΙ, αφού δεν συντρέχουν οι οριζόμενες στο άρθρο 10 του ν. 3316/2005 προϋποθέσεις. Εντούτοις, ενόψει του ότι η σύναψη της, από 21.7.2014, όμοιου αντικειμένου «προγραμματικής» σύμβασης είχε ρητά κριθεί νόμιμη, με την 10781/18.7.2014 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης ..., συντρέχει εν προκειμένω συγγνωστή πλάνη των αρμοδίων οργάνων του Δήμου …, λόγω της οποίας δικαιολογείται η θεώρηση του επίμαχου χρηματικού εντάλματος. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, πλην το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης.
ΕΣ/Τ7/171/2009
Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις προεκτεθείσες διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Ο αναπτυξιακός σκοπός της σύναψης των ανωτέρω συμβάσεων προκύπτει τόσο από τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του ν. 1416/1984, με τις διατάξεις του άρθρου 11 του οποίου προβλέφθηκε το πρώτον ο θεσμός των προγραμματικών συμβάσεων, στην οποία έκθεση αναφέρεται (σελίδα 4) ότι με τις συμβάσεις αυτές «εξασφαλίζεται η κοινωνική συναίνεση στην εφαρμογή συγκεκριμένων αναπτυξιακών προγραμμάτων, η οικονομική αποκέντρωση καθώς και η αξιοποίηση των τοπικών πόρων και του ανθρώπινου δυναμικού της περιοχής, όπου θα συγκεντρώνεται η αναπτυξιακή προσπάθεια» καθώς και από τα πρακτικά της ΝΣΤ συνεδρίασης της Βουλής της 9 Ιανουαρίου 1984, κατά την οποία συζητήθηκε το οικείο σχέδιο νόμου, στα οποία αναφέρεται (σελίδα 2807), ότι στόχος του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων είναι η ανάπτυξη μιας περιοχής. Αλλά και με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 2738/1999, με τις οποίες είχε αντικατασταθεί το άρθρο 35 του προϊσχύσαντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, στο οποίο είχαν κωδικοποιηθεί οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1416/1984 (το άρθρο 35 επαναλαμβάνεται στο άρθρο 225 του ισχύοντος Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα με τροποποιήσεις μόνο αναφορικά με τα πρόσωπα που δύνανται να συνάψουν ή να συμμετέχουν σε προγραμματική σύμβαση, τη δυνατότητα ανάθεσης σε τρίτο της διαχείρισης, εκμετάλλευσης και συντήρησης των έργων της προγραμματικής σύμβασης καθώς και την περίπτωση που τα προβλεπόμενα στην προγραμματική σύμβαση έργα είναι πολιτιστικού χαρακτήρα), γινόταν υπενθύμιση του αναπτυξιακού χαρακτήρα του θεσμού των προγραμματικών συμβάσεων, εφόσον στην εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού αναφερόταν ότι η εφαρμογή των συμβάσεων αυτών στο δημόσιο τομέα «συνέβαλε στην εκτέλεση πλείστων έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών που δεν θα μπορούσαν να προωθηθούν χωρίς την εφαρμογή του θεσμού αυτού». Συνεπώς, τόσο τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο σύναψης μιας προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ΄ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης Συν /9.5.2006 και Πράξη 304/2006 VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μη μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο εκτός της σύναψης της οικείας προγραμματικής σύμβασης (πρβλ. Πράξη 205/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.). Για το λόγο αυτό, δεν επιτρέπεται να εμπίπτουν οι ως άνω υπηρεσίες στα συνήθη καθήκοντα και αρμοδιότητες των υπηρεσιών του συμβαλλόμενου Δήμου, όπως αυτά περιγράφονται στο νόμο και στις οικείες οργανικές διατάξεις, καθόσον η εκτέλεση τέτοιων υπηρεσιών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης θα προκαλούσε αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της υπηρεσίας και θα ήταν δυνατόν, επίσης, να οδηγήσει σε χρηματοδότηση κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης κατά παράβαση του άρθρου 259 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (πρβλ. Πράξη 137/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.), ενώ επιτρέπεται, στο πλαίσιο εκτέλεσης μιας τέτοιας σύμβασης, με αντικείμενο σύμφωνο με το νόμο, δηλαδή αναπτυξιακού χαρακτήρα, να απασχολείται προσωπικό ενός από τους συμμετέχοντες φορείς σε άλλο φορέα καθώς και η παραχώρηση της χρήσης ακινήτων, εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και μέσων, εφόσον τούτο κρίνεται απαραίτητο για την εξυπηρέτηση των σκοπών της σύμβασης (πρβλ. Πράξεις 304/2006, πρβλ. 171/2007 VII Τμ. Ελ.Συν.).
ΕλΣυν/Τμ.7/387/2010
Προμήθειες ΟΤΑ.Η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 23 του Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α. δεν καταργήθηκε από το νεότερο ν.2286/1995, ενόψει του ότι στις ρυθμίσεις του τελευταίου δε γίνεται καμία αναφορά περί υποχρέωσης τήρησης διατυπώσεων δημοσιότητας της διακήρυξης στην περίπτωση συνοπτικού (πρόχειρου) διαγωνισμού. Και τούτο διότι η αρχή της κατάργησης του προγενέστερου νόμου με νεότερο δεν εφαρμόζεται όταν ο νεότερος νόμος είναι γενικός και ο παλαιότερος ειδικός, όπως συμβαίνει εν προκειμένω για τον Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α. Εξάλλου, από το περιεχόμενο του ν.2286/1995 δεν προκύπτει ρύθμιση του ίδιου θέματος κατά τρόπο αντίθετο και ασυμβίβαστο με αυτή του Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α., ούτε περαιτέρω προκύπτει ότι αυτός αποσκοπούσε στην κατάργηση και του παλαιότερου ειδικού νόμου, ο οποίος θέτει μια επιπλέον διατύπωση δημοσιότητας για τους Ο.Τ.Α. με στόχο την ευρεία συμμετοχή στην διαγωνιστική διαδικασία και την διασφάλιση συνθηκών ανταγωνισμού για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος (πρβλ. Α.Π. 284/2004, Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 134/2007, Εφ.Αθ. 7152/2006). Συνεπώς, η ως άνω υποχρέωση δημοσιότητας αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας δημοπράτησης των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και η μη τήρησή του καθιστά μη νόμιμη τη διαδικασία διενέργειας του πρόχειρου διαγωνισμού (πρβλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 41/2005, 409/2006, 165, 182/2007, 284/2008, 219, 408/2009). Εξάλλου, σε καμία περίπτωση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια της Αναθέτουσας Αρχής να συμμορφωθεί, εφόσον προβλέπεται ρητά στη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 5 του Ε.Κ.Π.Ο.Τ.Α., η οποία εξακολουθεί να ισχύει.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/248/2016
Προγραμματική σύμβαση.. Με τα δεδομένα αυτά και από το προπαρατεθέν περιεχόμενο της ελεγχόμενης σύμβασης προκύπτει ότι δεν πρόκειται περί προγραμματικής σύμβασης, καθώς οι συμβαλλόμενοι δεν εκκινούν από κοινή αφετηρία, συμπράττοντας ισόρροπα για την από κοινού εξυπηρέτηση ενός δημόσιου σκοπού, καθόσον αποσκοπούν ο μεν Δήμος - η κύρια συμβολή του οποίου περιορίζεται στη συνολική κάλυψη του συμβατικού κόστους – στην υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου, το δε Πανεπιστήμιο ... στη λήψη της αντιπαροχής για την εκ μέρους του υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου. Στην ερμηνευτική αυτή εκδοχή συνηγορεί αφενός μεν η επιβάρυνση του ποσού του προϋπολογισμού της σύμβασης με Φ.Π.Α., ο οποίος επιβάλλεται στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όχι όμως και στις προγραμματικές συμβάσεις, αφετέρου δε το γεγονός ότι η υλοποίηση του συμβατικού αντικειμένου δεν προϋποθέτει την περαιτέρω σύναψη εκτελεστικών συμβάσεων, αλλά εξαντλείται στην εκτέλεση αυτής (VII Τμ. Πρ. 29/2015, Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. Πρ. 12/2016, 350/2015). Εξάλλου, αντικείμενο της ελεγχόμενης σύμβασης δεν είναι η εκπόνηση ερευνητικού προγράμματος, όπως αβασίμως ισχυρίζεται ο Δήμος, αλλά η σύνταξη μελέτης για την κατάρτιση Σ.Ο.Α.Π. (πολεοδομικού σχεδίου με πρόγραμμα δράσης σε διάφορους τομείς), καθόσον πρόκειται περί συνδυασμού κεκτημένων γνώσεων (πολεοδομικών, ρυμοτομικών, κοινωνικών και οικονομικών) για την αντιμετώπιση ενός μεμονωμένου πρακτικού ζητήματος με συγκεκριμένο αντικείμενο (ανάπτυξη της πόλης της ...), που στερείται του αναγκαίου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1514/1985 στοιχείου της πρωτοτυπίας (Κ.Π.Ε.Δ. VII Τμ. πρ. 373, 295, 281, 280/2013, 55, 266, 324/2014, 305/2015). Συνεπώς η ελεγχόμενη σύμβαση, όπως βασίμως προβάλλεται από τον Επίτροπο, συνιστά στην πραγματικότητα κοινή εξ επαχθούς αιτία σύμβαση απευθείας ανάθεσης μελέτης, για τη σύναψη της οποίας δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ούτε άλλωστε ο Δήμος ισχυρίζεται ότι συντρέχει κάποια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο άρθρο 10 του ν. 3316/2005 περιπτώσεις, στις οποίες είναι επιτρεπτή η προσφυγή στην ως άνω εξαιρετική διαδικασία. Τέλος, ο ισχυρισμός του Δήμου ότι το ελεγχόμενο ένταλμα πρέπει να θεωρηθεί, διότι με την 1/2013 Πράξη του Επιτρόπου του Δήμου Αθηναίων κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή προγραμματικής σύμβασης ‘‘ομοίου αντικειμένου’’ μεταξύ του Δήμου Αθηναίων και του Πανεπιστημίου ... πρέπει να απορριφθεί το μεν ως αναπόδεικτος, το δε διότι η επικαλούμενη ως άνω Πράξη δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της επίμαχης δαπάνης, καθόσον αφορά σε διαφορετικά πραγματικά ζητήματα και ως εκ τούτου δεν δεσμεύει ούτε τον αρμόδιο για τον προληπτικό έλεγχο δαπανών του Δήμου ... Επίτροπο, ούτε το Κλιμάκιο.
ΕΣ/Τμ.4/96/2014
Συμβάσεις καθαριότητας.Ενόψει της σημαντικής μείωσης του εργατικού κόστους, που έχει επέλθει μετά την μεταβολή των κατώτατων αμοιβών των εργαζομένων με το άρθρο 1 της από 28.2.2012 ΠΥΣ, έχει παγίως κριθεί ότι η αναθέτουσα αρχή οφείλει να αποδεικνύει ότι η σύναψη σύμβασης παροχής υπηρεσιών καθαριότητας ακολουθεί τις μειώσεις αυτές και συνεπώς είναι πράγματι συμφέρουσα για το Δημόσιο, αφού οι μειώσεις επιβλήθηκαν λόγω της δημοσιονομικής κρίσης της χώρας και της ανάγκης μείωσης των ελλειμμάτων και όχι για την επαύξηση του εργοδοτικού κέρδους (βλ. Ελ.Συν. Τμ. Μείζονος – 7μ. 2158/2013, VI Τμ. 1209, 2551, 2641, 3015/2013, Κλιμ. Προλ. Ελέγχου Δαπανών στο IV Τμ. 57/2014).
ΕΣ/Τ6/48/2008
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 2 παρ. 2 αριθ. 16, 45 παρ. 1 εδ. α΄ και 46 παρ. 1 περ. ζ΄ του ν. 3316/2005 «ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 42), 1 παρ. 3 του ν. 3127/2003 «τροποποίηση και συμπλήρωση των νόμων 2308/1995 και 2664/1998 για την κτηματογράφηση και το εθνικό κτηματολόγιο και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 67) και 3 παρ. 4 του ν. 3481/2006 «τροποποιήσεις στη νομοθεσία για το εθνικό κτηματολόγιο, την ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων έργων και μελετών και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 162), με το οποίο προστέθηκε β΄ εδάφιο στο άρθρο 45 παρ. 1 του ν. 3316/2005, συνάγεται ότι η σύμβαση για την ανάθεση της εκπόνησης μελέτης κτηματογράφησης και παροχής συναφών υπηρεσιών (άρθρο 2 παρ. 2 αριθ. 16 του ν. 3316/2005) ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3316/2005, με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που επιβάλλει η φύση του αντικειμένου της (π.χ. στελέχωση με δικηγόρους των συμπραττόντων σχημάτων, στα οποία ανατίθεται η εκπόνηση μελετών κτηματογράφησης κλπ.). Ανάκαλείται η αριθμ..23/2008 πράξη του Ζ κλιμ. του Ελ.Συν.