Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Κλ.Τμ.1/286/2016

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Καταβολή αμοιβής δικηγόρου (...) Μετά δε την έναρξη ισχύος του νέου Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), με τον οποίο καθιερώθηκε, κατά τα ανωτέρω, σύστημα συμβατικής ελευθερίας, το ποσό της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου επιτρέπεται να ορίζεται τόσο ανώτερο, όσο και κατώτερο από τις αναφερόμενες στον Κώδικα αυτό αμοιβές (βλ. αιτιολογική έκθεση του Κώδικα και Ε.Σ. Πρ. Κλ. Πρ. Ελ. Δαπ. Ι Τμ.315/2014, πρβλ. Κλ. Ι Τμ. 65/2014). Σε περίπτωση δε που προηγηθεί έγγραφη συμφωνία περί της σχετικής αμοιβής προϋπόθεση εγκυρότητάς της συμφωνίας αυτής είναι η προηγούμενη τήρηση της διαγραφόμενης ανωτέρω διοικητικής διαδικασίας, ήτοι αιτιολογημένη απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου  για την ανάθεση της εντολής και αιτιολογημένη απόφαση του Δημοτικού συμβουλίου  για τον προσδιορισμό της αμοιβής, κατά παρέκκλιση, των νόμιμων αμοιβών που προβλέπονται από τον Κώδικα των Δικηγόρων.  Σημειώνεται δε ότι η  τήρηση της διαδικασίας των παραπάνω διατάξεων είναι υποχρεωτική και δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τη σύνταξη και υπογραφή αντίστοιχου ιδιωτικού συμφωνητικού. Τούτο διότι, η συμβατική δράση των Ο.Τ.Α. διέπεται από την αρχή της νομιμότητας και όχι από τον κανόνα της συμβατικής ελευθερίας του άρθρου 361 Α.Κ. (πρβλ. Ε.Σ. Πρ. Κλ. Πρ. Ελ. Δαπ. Ι Τμ. 65/2014, ΙV Τμ. 124/2007, 97/2009, Ι Τμ. 242/2009). Στο πλαίσιο δε της προμνησθείσας διοικητικής διαδικασίας ναι μεν η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δημοτικού Συμβουλίου, πλην όμως, η άσκηση αυτής ελέγχεται από το Δικαστήριο τούτο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου της δαπάνης, το οποίο κρίνεται αναλόγως των ειδικών περιστάσεων και επιβάλλει την επιλογή όχι απλώς των πρόσφορων αλλά των απολύτως αναγκαίων μέσων για την θεραπεία της λειτουργικής ανάγκης του οικείου φορέα (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 71/2012, 235, 167, 85/2010, 162, 147, 39/2009). (...)

Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν το Κλιμάκιο κρίνει ότι:Α.  Η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη κανονική, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας, διότι η σχετική δαπάνη δεν είχε αναληφθεί νομίμως εντός του έτους 2015, οπότε παρασχέθηκαν οι επίμαχες υπηρεσίες, καθόσον δεν είχε εκδοθεί από τον Δήμο η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 1 και 2 του ν.2362/1995, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 21 του ν.3871/2010, και του π.δ/τος 113/2010 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης, η οποία εκδόθηκε το πρώτον στις 27.1.2016 κατά τα ανωτέρω.  Β.  Περαιτέρω, ναι μεν μη νόμιμα προσδόθηκε αναδρομική ισχύς, ήτοι από 19.3.2014, στη σύμβαση καθορισμού της αμοιβής του φερόμενου ως δικαιούχου πληρεξούσιου δικηγόρου, η οποία συνήφθη μεταξύ των μερών στις 29.8.2014, ωστόσο ο σχετικό λόγος διαφωνίας είναι απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, δεδομένου ότι η επίμαχη σύμβαση ισχύει για το εντεύθεν της υπογραφής της χρονικό διάστημα, ενώ αυτή υπογράφηκε πριν από την εκτέλεση της παροχής των επίμαχων υπηρεσιών, για τις οποίες καταβάλλεται η αμοιβή με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα.  Γ. Περαιτέρω, και αναφορικά με το ύψος της συμφωνηθείσας αμοιβής στο ποσό των έξι χιλιάδων τριακοσίων εβδομήντα δύο ευρώ και ογδόντα έξι λεπτά (6.372,86 €), συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. 23%, και ενόψει του ότι το εύλογο η μη αυτής κρίνεται με βάση τον χρόνο κατάρτισης της σχετικής εργολαβίας δίκης και των οικονομικών συγκυριών, που ίσχυαν κατά τον χρόνο αυτό, το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου παρίσταται βάσιμος, διότι η δαπάνη αυτή δεν είναι νομίμως εκκαθαρισμένη (...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι κανονική ούτε νόμιμη, κατά μερική παραδοχή του πρώτου και του τρίτου λόγου διαφωνίας, και, επομένως, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί. 

Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν(Τμ.1(ΚΠΕ)/315/2014

Αμοιβή δικηγόρου Μετά δε την έναρξη ισχύος του νέου Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), με τον οποίο καθιερώθηκε, κατά τα ανωτέρω, σύστημα συμβατικής ελευθερίας, το ποσό της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου επιτρέπεται να ορίζεται τόσο ανώτερο, όσο και κατώτερο από τις αναφερόμενες στον Κώδικα αυτό αμοιβές (βλ. αιτιολογική έκθεση του Κώδικα, πρβλ. Κλ. Ι Τμ. 65/2014  επί των μεταβατικών διατάξεων του ν. 3919/2011). Περαιτέρω, ναι μεν ο προσδιορισμός της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του δημοτικού συμβουλίου, πλην όμως η άσκηση της ευχέρειας αυτής ελέγχεται ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του εύλογου, βάσει των ειδικών περιστάσεων, μέτρου της δαπάνης (βλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 132/2012, 163/2010). (….) Τέλος, προϋπόθεση για την καταβολή της δικηγορικής αμοιβής είναι η προηγούμενη εκτέλεση από τον δικηγόρο των σχετικών εργασιών, γεγονός που αποδεικνύεται με την προσκόμιση των δικαιολογητικών εκκαθάρισης της δαπάνης (βλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 132/2012). Η εκτέλεση δε αυτή μπορεί να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως δικαστικές αποφάσεις, πρακτικά δικαστηρίων, γραμμάτια προείσπραξης, κατατεθείσες προτάσεις κλπ. (πρβλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 179/2012, 144/2011).    


ΕΣ/Τ1/79/2009

Πρόσληψη νομικού συμβούλου.Προσληφθείς ως νομικός σύμβουλος σε ν.π.δ.δ. - σε αντίθεση με το δικηγόρο που έχει προσληφθεί νόμιμα με πάγια αντιμισθία - δεν δικαιούται το σύνολο των αποδοχών του κλιμακίου στο οποίο ανήκει, αλλά οι αποδοχές αυτού (κλιμακίου) μειώνονται κατά το 1/3 (Πρ. Ι Τμ. 6/2007). Σε κάθε περίπτωση, για τη λήψη του συνόλου των αποδοχών του οικείου μισθολογικού κλιμακίου απαιτείται η νόμιμη κατοχή υφιστάμενης οργανικής θέσης δικηγόρου, χωρίς να αρκεί η εν τοις πράγμασι απασχόληση με το χειρισμό δικαστικών υποθέσεων του εντολέα ν.π.δ.δ.(Πρ. Ι Τμ.216/2007)


ΕΣ/Τμ.1/48/2014

Αμοιβή δικηγόρου.Η απόφαση για την ανάθεση της εντολής απαιτείται να διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία με την οποία να καταδεικνύεται τόσο η αδυναμία του δικηγόρου που υπηρετεί στο δήμο με έμμισθη εντολή να χειριστεί την ανατιθέμενη υπόθεση, όσο και η ιδιαίτερη σοβαρότητα και δυσκολία της, το είδος των ειδικών γνώσεων που απαιτεί και επιβάλλουν τον χειρισμό της από δικηγόρο με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία την οποία δεν διαθέτει ο υπηρετών νομικός σύμβουλος, αλλά, αντίθετα διαθέτει ο εντολοδόχος δικηγόρος, επιπλέον δε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης που την καθιστούν ιδιαίτερα σημαντική για τα συμφέροντα του δήμου (Ζ΄ Κλιμ. 48/2014, (ΕΣ Ι Τμ. πρ. 236/2010, 196/2009, 185/2011, 98/2012). Εξάλλου, στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου δύναται να καθορίζεται κατά παρέκκλιση των νομίμων αμοιβών που ορίζονται από τον Κώδικα περί Δικηγόρων, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία πρέπει ομοίως να προηγείται της εντολής (Κ.Π.Ε.Δ. στο Ι Τμ. 250/2013). Όμως, ναι μεν η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου εναπόκειται εν προκειμένω στη διακριτική ευχέρεια του ανωτέρω οργάνου, πλην, η άσκηση αυτής ελέγχεται από το Δικαστήριο τούτο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου της δαπάνης, το οποίο κρίνεται αναλόγως των ειδικών περιστάσεων, και επιβάλλει την επιλογή όχι απλώς των πρόσφορων αλλά των απολύτως αναγκαίων μέσων για την θεραπεία της λειτουργικής ανάγκης του οικείου φορέα (πρβλ. Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 71/2012, 235, 167, 85/2010, 162, 147, 39/2009). Τούτο δε, ενόψει και των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως και της οικονομικότητος, που ήδη έχουν αποτυπωθεί νομοθετικά (άρθρο 1 του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, ν. 2362/1995, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 1 του ν. 3871/2010), ως μερικότερων εκδηλώσεων του δημοσίου συμφέροντος, που διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α., οι οποίες επιβάλλουν την εκπλήρωση των εκ του νόμου ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων με την κατά το δυνατόν ηπιότερη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους για την εξασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητος (πρβλ. Ελ. Συν, πρ. Ι Τμ. 45/2011, 206/1999, 56/1995, 638/1988, πρ. IV Τμ. 50/2005, 74/2004, 86, 94, 106, 209/2003, 19, 21, 70, 105, 124/2002 κ.α.).

ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/328/2019

Καταβολή αμοιβής σε δικηγόρο με πάγια αντιμισθία...Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αξίωση της φερόμενης ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος πληρωμής έχει ήδη υποπέσει στη διετή παραγραφή του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 90 παρ. 3 του ν. 2362/1995. Συγκεκριμένα, η παραγραφή εκκίνησε από τη γένεση της αξίωσης, στις 9.4.2013, ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 2963/31.11.2012 απόφασης του Δημάρχου ... περί διορισμού της ... [οπότε αυτή απέκτησε νόμιμη υπόσταση (βλ. ad hoc Πρ. Ι Τμ. 6/2015)], με την οποία εκδηλώθηκε η παράνομη παράλειψη του Δήμου ... να την προσλάβει αναδρομικώς, από αυτή δε την ίδια ημερομηνία (9.4.2013) η αξίωση κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη. Δοθέντος δε ότι έκτοτε και κατά τη διάρκεια των δύο ετών που ακολούθησαν δεν μεσολάβησε κανένα διακοπτικό της παραγραφής γεγονός, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 93 του ν. 2362/1995, η παραγραφή συμπληρώθηκε στις 9.4.2015. Εξάλλου, δεδομένου ότι η ενταλματοποίηση παραγεγραμμένης απαίτησης δεν επιτρέπεται, η εν λόγω πλημμέλεια, που καθιστά τη δαπάνη μη κανονική, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο (βλ. Πρ. Κλιμ. Ι Τμ. 39/2016, 46/2017). Ομοίως δε, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από αυτό τυχών λόγος διακοπής της παραγραφής, ο οποίος προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 67, 177/2016, Πρακτικά Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. Συν. 25η/30.10.2014 και 25ηα/3.11.2014, Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 114/2014).Τέτοιο δε λόγο συνιστά και η υποβολή αίτησης περί ικανοποίησης της σχετικής απαίτησης προς την αρμόδια υπηρεσία (βλ. άρθρο 93 περ. β του ν. 2362/1995). Στην υπό κρίση ωστόσο περίπτωση, η 32297/30.12.2016 αίτηση της φερόμενης δικαιούχου υπεβλήθη στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση της διετούς παραγραφής (9.4.2015) και ως εκ τούτου δεν ηδύνατο, κατά το χρόνο που υπεβλήθη, να επιφέρει πλέον κανένα διακοπτικό αποτέλεσμα..


ΕλΣυν/Κλ.1/334/2015

Ανάθεση σε εξωτερικό δικηγόρο(....) Η ανάθεση στη φερόμενη ως δικαιούχο, της νομικής υποστήριξης του Δήμου, στην ως άνω υπόθεση, δεν είναι νόμιμη, καθόσον αυτή ανάγεται στα συνήθη καθήκοντα του υπηρετούντος στο Δήμο δικηγόρου. Εξάλλου, από την …απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής δεν προκύπτει συγκεκριμένο κώλυμα του ήδη υπηρετούντος με πάγια αντιμισθία δικηγόρου να χειρισθεί την υπόθεση αυτή, ενώ δεν διαλαμβάνεται αιτιολογία για την κατ’ εξαίρεση ανάθεση σε εξωτερικό δικηγόρο του χειρισμού της εν λόγω υπόθεσης. Εξάλλου, από την 267/28-11-2014 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής δεν προκύπτει συγκεκριμένο κώλυμα του ήδη υπηρετούντος με πάγια αντιμισθία δικηγόρου να χειρισθεί την υπόθεση αυτή, ενώ δεν διαλαμβάνεται αιτιολογία για την κατ’ εξαίρεση ανάθεση σε εξωτερικό δικηγόρο του χειρισμού της εν λόγω υπόθεσης. (…)Περαιτέρω, αβασίμως ο Δήμος …υποστηρίζει ότι η έλλειψη αιτιολογίας της 267/28-11-2014 απόφασης ανάθεσης της Οικονομικής Επιτροπής καλύπτεται από όσα μνημονεύονται στην προεκτεθείσα 25/2012 αρχική απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής, αφού ούτε σε αυτήν την απόφαση διαλαμβάνεται αιτιολογία, όσον αφορά στην αδυναμία του υπηρετούντος δικηγόρου να επιτελέσει τα εν λόγω καθήκοντα. Τέλος, ο Δήμος προβάλλει ότι  ο καθορισμός της δικηγορικής αμοιβής, ορθώς γίνεται κατά παρέκκλιση των νόμιμων αμοιβών που ορίζονται στον Κώδικα Δικηγόρων και ιδίως στο Παράρτημα Ι αυτού, ενώ με τον καθορισμό της δικηγορικής αμοιβής στο προαναφερόμενο ύψος δεν παραβιάζεται η αρχή της οικονομικότητας. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον από την απόκλιση μεταξύ της ως άνω αμοιβής (10.000,00 ευρώ) και της προβλεπόμενης από των Κώδικα περί Δικηγόρων νόμιμης αμοιβής του δικηγόρου (331,00 ευρώ) προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση η εντελλόμενη με το χρηματικό ένταλμα δαπάνη υπερβαίνει κατά πολύ το προσήκον μέτρο.


ΕλΣυν/Τμ.1/146/2012

Το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την άσκηση του κατά το άρθρο 98 του Συντάγματος ελέγχου των δαπανών του Κράτους ή των ν.π.δ.δ., δεν περιορίζεται στη διαπίστωση μόνο της νομιμότητάς τους (ύπαρξη σχετικής πίστωσης), αλλά ερευνά και τη νομιμότητα της διαδικασίας πραγματοποιήσεώς τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η νομότυπη έκδοση του οικείου τίτλου πληρωμής (χρηματικού εντάλματος), βασικό στοιχείο της οποίας είναι η υπογραφή τούτου από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα (βλ. Πρ. Ι Τμ. 123/1999, 124/2005, Πρακτικά Ι Τμ. 14η Συν./11.4.2000), στα οποία περιλαμβάνεται, για τα χρηματικά εντάλματα που εκδίδουν οι Δήμοι, και ο προϊστάμενος της οικείας λογιστικής υπηρεσίας (βλ. Πρ. Ι Τμ. 27/2008), όπως αυτή διαμορφώνεται με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας κάθε Δήμου. Η υπογραφή αυτή πρέπει να είναι απαλλαγμένη από οιαδήποτε αίρεση ή όρο και δεν δύναται να συνοδεύεται από επιφύλαξη εκ μέρους του υπογράφοντος οργάνου, διότι, πέραν του ότι η δυνατότητα αυτή δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, δια της υπογραφής βεβαιώνεται από τα αρμόδια όργανα η νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης και αναλαμβάνεται σχετικά προσωπική και αλληλέγγυα δημοσιονομική ευθύνη.Ως εκ τούτου, ο προϊστάμενος της λογιστικής υπηρεσίας έχει τη δυνατότητα είτε να υπογράψει το χρηματικό ένταλμα, εφόσον διαπιστωθεί ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και κανονική, είτε, σε αντίθετη περίπτωση, να αρνηθεί την υπογραφή του, τυχόν δε υπογραφή του εντάλματος υπό επιφύλαξη υποδηλώνει ότι δεν έχει διακριβωθεί από τα αρμόδια όργανα του ο.τ.α. κατά τρόπο βέβαιο η νομιμότητα της δαπάνης που εντέλλεται να πληρωθεί, γεγονός που καθιστά την υπογραφή αυτή ανενεργή και συνακόλουθα, μη νόμιμο, τον οικείο τίτλο πληρωμής.


ΕλΣυν/Κλ.1/243/2015

Οδοιπορικά μηχανικών:Η ειδική και εξαιρετική αυτή μεταχείριση δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι μηχανικοί ασκούν, λόγω της ιδιότητάς τους, ιδιαίτερα υπηρεσιακά καθήκοντα (αυτοψίες, επιτόπιοι έλεγχοι, επίβλεψη εκτέλεσης τεχνικών έργων κ.λπ.), στο πλαίσιο εκτέλεσης των οποίων καθίσταται αναγκαία η συχνή εκτός έδρας μετακίνησή τους, γεγονός που συνεπάγεται αυξημένα έξοδα για αυτούς, τα οποία δεν καλύπτονται από τις γενικώς προβλεπόμενες στο ν. 2685/1999 δαπάνες μετακίνησης. Κατά συνέπεια, για την καταβολή αυξημένης δαπάνης ημερήσιας αποζημίωσης δεν αρκεί η απλή ιδιότητα του μετακινούμενου ως μηχανικού, ήτοι απόφοιτου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ή άλλης ισότιμης με αυτό πολυτεχνικής σχολής, αλλά απαιτείται να κατέχει οργανική θέση μηχανικού και αθροιστικώς να μετακινείται για την άσκηση υπηρεσιακών καθηκόντων, που συνδέονται αποκλειστικά με την ιδιότητά του αυτή (βλ. Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Πρ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 63, 91, 102, 144, 185, 203, 205/2015, 25, 196, 215/2014, 56, 155, 270/2013, Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 238/2010, 96/2009, 232/2008).


ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/270/2016

ΑΜΟΙΒΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ:. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις (II, III και IV), το Κλιμάκιο κρίνει, κατ’ αρχάς, ότι η από 2.7.2008 έγγραφη συμφωνία μεταξύ του Δήμου ..... και του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου για την παροχή των προαναφερόμενων νομικών υπηρεσιών αφορά μεν στο ίδιο νομικό ζήτημα, επαναλαμβανόμενο, ωστόσο, σε περισσότερες δικαστικές διενέξεις διαφόρων οικονομικών ετών που αφορούν σε διαφορετικές ανώνυμες εταιρείες, ήτοι πρόκειται για διαφορετικές υποθέσεις, για την διεκπεραίωση των οποίων απαιτείται κάθε φορά, κατ’ άρθρο 103 παρ. 2 περ. ι του ν. 3463/2006 (ήδη άρθρο 72 παρ. 1 περ. ιε του ν. 3852/2010), απόφαση ανάθεσης εντολής κατά συγκεκριμένη υπόθεση, όπως άλλωστε προβλέπεται τόσο στην 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου περί καθορισμού της αμοιβής και των όρων παροχής των εν λόγω νομικών υπηρεσιών, όσο και στο ιδιωτικό συμφωνητικό που συνήφθη σε εκτέλεση αυτής. Ως εκ τούτου, η αμοιβή του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου για τη διενέργεια των εξώδικων και δικαστικών ενεργειών κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης κρίνεται αυτοτελώς και δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα ή μη της εντελλόμενης δαπάνης η προηγούμενη θεώρηση χρηματικών ενταλμάτων καταβολής αμοιβής στον ίδιο δικηγόρο για το χειρισμό παρόμοιων υποθέσεων που στηρίζονται στην ως άνω έγγραφη συμφωνία γενικής παροχής εντολής δικηγορικών υπηρεσιών, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού του Δήμου ..... περί εφαρμογής του π.δ. 136/2011, λόγω του ότι έχουν ήδη θεωρηθεί χρηματικά εντάλματα σε εκτέλεση του ίδιου ιδιωτικού συμφωνητικού. Περαιτέρω, η ανάθεση γενικά στο φερόμενο ως δικαιούχο δικηγόρο της νομικής υποστήριξης του Δήμου στις ως άνω υποθέσεις, με την 437/2007 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής και την 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ....., είναι μη νόμιμη, καθόσον, όπως έχει κριθεί (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. πρ. 79/2010, 116/2007, 204/2005) στις περιπτώσεις επιτρεπτής ανάθεσης εντολής σε δικηγόρο της διεκπεραίωσης νομικών υποθέσεων, η σχετική εντολή παρέχεται μόνο κατά συγκεκριμένη υπόθεση και δεν είναι νόμιμη η παροχή εντολής για το χειρισμό όλων γενικά των νομικών υποθέσεων του νομικού προσώπου για αόριστο χρονικό διάστημα, έστω κι αν αφορούν στο ίδιο νομικό ζήτημα, καθόσον γενική πληρεξουσιότητα για το χειρισμό νομικών υποθέσεων του νομικού προσώπου, παρέχεται, μόνο, στους, με τη νόμιμη διαδικασία, προσλαμβανόμενους με έμμισθη εντολή δικηγόρους του. Εν προκειμένω, δεν έχει τηρηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στις οικείες διατάξεις (άρθρο 103 παρ. 2 του ν. 3463/2006, ήδη άρθρο 72 του ν. 3852/2010), οι οποίες διαγράφουν αυτοτελή και αποκλειστική ρύθμιση ως προς την αρμοδιότητα, τις προϋποθέσεις και τον τρόπο ανάθεσης των νομικών υπηρεσιών από Δήμο, καθόσον δεν έχει προηγηθεί αιτιολογημένη απόφαση της Δημαρχιακής (ήδη Οικονομικής) Επιτροπής του Δήμου ..... περί ανάθεσης εντολής διεκπεραίωσης των ως άνω νομικών υποθέσεων του Δήμου στο φερόμενο ως δικαιούχο δικηγόρο κάθε φορά με ξεχωριστές αποφάσεις ανά υπόθεση, όπως άλλωστε προβλεπόταν τόσο στην 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου όσο και στο οικείο συμφωνητικό που υπεγράφη μεταξύ του Δήμου ..... και του φερόμενου ως δικαιούχου των χρηματικών ενταλμάτων δικηγόρου, κατά τους βασίμως προβαλλόμενους πρώτο και τρίτο λόγους διαφωνίας της Επιτρόπου. Εξάλλου, ανεξαρτήτως των ως άνω λόγων μη νομιμότητας της ανάθεσης, ο καθορισμός της αμοιβής του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου, με την 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν είναι νόμιμος, ως αντικείμενος στις αρχές της δημοσιονομικής νομιμότητας, καθόσον δεν διαλαμβάνεται αιτιολογημένη κρίση σχετικά με το εύλογο της αμοιβής σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες κάθε υπόθεσης ξεχωριστά, μετά από συνεκτίμηση των ειδικών περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης (π.χ. οι  εξειδικευμένες νομικές γνώσεις ή η εμπειρία που τυχόν απαιτείται, τα πρωτότυπα νομικά ζητήματα που ενδεχομένως ανακύπτουν, η πολυπλοκότητα του πραγματικού της οικείας υπόθεσης και ο δυσεπίλυτος χαρακτήρας της - βλ. Ε.Σ. Πρακτικά Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 10η/10.6.2014). Αυτές οι παραδοχές έχουν προέχουσα σημασία, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, το επίμαχο νομικό θέμα ανακύπτει κατ’ εξακολούθηση στο πλαίσιο πανομοιότυπων εξώδικων και δικαστικών ενεργειών του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου, που ανάγονται σε περισσότερα οικονομικά έτη και έχουν ως πυρήνα το αυτό νομικό ζήτημα

Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.1/24/2017


ΝΣΚ/213/2018

Εκχώρηση σε δικηγόρο μέρους επιδικασθείσας, με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δίκαιης ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, έναντι δικηγορικής αμοιβής. 1) Η εκχωρηθείσα από δικαιούχο σε δικηγόρο απαίτηση μέρους επιδικασθείσας, με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δίκαιης ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, έναντι δικηγορικής αμοιβής, δύναται να αποτελέσει αντικείμενο κατάσχεσης και αυτεπάγγελτου συμψηφισμού με τις οφειλές του δικηγόρου προς το Δημόσιο (ομόφ.). 2) Η μη γνωστοποίηση του εκχωρητηρίου εγγράφου στην αρμόδια για τη φορολόγηση του δικηγόρου Δ.Ο.Υ., κωλύει την καταβολή της εκχωρηθείσας στο δικηγόρο απαίτησης (πλειοψ.)


ΕλΣυν/Τμ.1/73/2012

Συμμετοχή  στις συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου.(...) Ως εκ τούτου δεν είναι νόμιμη η καταβολή αποζημίωσης σε δημοτικούς υπαλλήλους για την παράστασή τους σε συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου αν δεν έχουν εκδοθεί, προηγουμένως, οι ως άνω υπουργικές αποφάσεις ( ΕΣ Ι Τμ. Πρ. 280, 6/2010).