ΕΣ/Τμ.1/48/2014
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν(Τμ.1(ΚΠΕ)/315/2014
Αμοιβή δικηγόρου Μετά δε την έναρξη ισχύος του νέου Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), με τον οποίο καθιερώθηκε, κατά τα ανωτέρω, σύστημα συμβατικής ελευθερίας, το ποσό της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου επιτρέπεται να ορίζεται τόσο ανώτερο, όσο και κατώτερο από τις αναφερόμενες στον Κώδικα αυτό αμοιβές (βλ. αιτιολογική έκθεση του Κώδικα, πρβλ. Κλ. Ι Τμ. 65/2014 επί των μεταβατικών διατάξεων του ν. 3919/2011). Περαιτέρω, ναι μεν ο προσδιορισμός της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του δημοτικού συμβουλίου, πλην όμως η άσκηση της ευχέρειας αυτής ελέγχεται ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του εύλογου, βάσει των ειδικών περιστάσεων, μέτρου της δαπάνης (βλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 132/2012, 163/2010). (….) Τέλος, προϋπόθεση για την καταβολή της δικηγορικής αμοιβής είναι η προηγούμενη εκτέλεση από τον δικηγόρο των σχετικών εργασιών, γεγονός που αποδεικνύεται με την προσκόμιση των δικαιολογητικών εκκαθάρισης της δαπάνης (βλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 132/2012). Η εκτέλεση δε αυτή μπορεί να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως δικαστικές αποφάσεις, πρακτικά δικαστηρίων, γραμμάτια προείσπραξης, κατατεθείσες προτάσεις κλπ. (πρβλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 179/2012, 144/2011).
2079662/1904/0026/1999
Αμοιβή Δικηγόρου με σχέση έμμισθης εντολής.
ΕΣ/Τ1/79/2009
Πρόσληψη νομικού συμβούλου.Προσληφθείς ως νομικός σύμβουλος σε ν.π.δ.δ. - σε αντίθεση με το δικηγόρο που έχει προσληφθεί νόμιμα με πάγια αντιμισθία - δεν δικαιούται το σύνολο των αποδοχών του κλιμακίου στο οποίο ανήκει, αλλά οι αποδοχές αυτού (κλιμακίου) μειώνονται κατά το 1/3 (Πρ. Ι Τμ. 6/2007). Σε κάθε περίπτωση, για τη λήψη του συνόλου των αποδοχών του οικείου μισθολογικού κλιμακίου απαιτείται η νόμιμη κατοχή υφιστάμενης οργανικής θέσης δικηγόρου, χωρίς να αρκεί η εν τοις πράγμασι απασχόληση με το χειρισμό δικαστικών υποθέσεων του εντολέα ν.π.δ.δ.(Πρ. Ι Τμ.216/2007)
ΕΣ/Κλ.Τμ.1/286/2016
Καταβολή αμοιβής δικηγόρου (...) Μετά δε την έναρξη ισχύος του νέου Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), με τον οποίο καθιερώθηκε, κατά τα ανωτέρω, σύστημα συμβατικής ελευθερίας, το ποσό της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου επιτρέπεται να ορίζεται τόσο ανώτερο, όσο και κατώτερο από τις αναφερόμενες στον Κώδικα αυτό αμοιβές (βλ. αιτιολογική έκθεση του Κώδικα και Ε.Σ. Πρ. Κλ. Πρ. Ελ. Δαπ. Ι Τμ.315/2014, πρβλ. Κλ. Ι Τμ. 65/2014). Σε περίπτωση δε που προηγηθεί έγγραφη συμφωνία περί της σχετικής αμοιβής προϋπόθεση εγκυρότητάς της συμφωνίας αυτής είναι η προηγούμενη τήρηση της διαγραφόμενης ανωτέρω διοικητικής διαδικασίας, ήτοι αιτιολογημένη απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου για την ανάθεση της εντολής και αιτιολογημένη απόφαση του Δημοτικού συμβουλίου για τον προσδιορισμό της αμοιβής, κατά παρέκκλιση, των νόμιμων αμοιβών που προβλέπονται από τον Κώδικα των Δικηγόρων. Σημειώνεται δε ότι η τήρηση της διαδικασίας των παραπάνω διατάξεων είναι υποχρεωτική και δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τη σύνταξη και υπογραφή αντίστοιχου ιδιωτικού συμφωνητικού. Τούτο διότι, η συμβατική δράση των Ο.Τ.Α. διέπεται από την αρχή της νομιμότητας και όχι από τον κανόνα της συμβατικής ελευθερίας του άρθρου 361 Α.Κ. (πρβλ. Ε.Σ. Πρ. Κλ. Πρ. Ελ. Δαπ. Ι Τμ. 65/2014, ΙV Τμ. 124/2007, 97/2009, Ι Τμ. 242/2009). Στο πλαίσιο δε της προμνησθείσας διοικητικής διαδικασίας ναι μεν η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Δημοτικού Συμβουλίου, πλην όμως, η άσκηση αυτής ελέγχεται από το Δικαστήριο τούτο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου της δαπάνης, το οποίο κρίνεται αναλόγως των ειδικών περιστάσεων και επιβάλλει την επιλογή όχι απλώς των πρόσφορων αλλά των απολύτως αναγκαίων μέσων για την θεραπεία της λειτουργικής ανάγκης του οικείου φορέα (πρβλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 71/2012, 235, 167, 85/2010, 162, 147, 39/2009). (...)
Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν το Κλιμάκιο κρίνει ότι:Α. Η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη είναι μη κανονική, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας, διότι η σχετική δαπάνη δεν είχε αναληφθεί νομίμως εντός του έτους 2015, οπότε παρασχέθηκαν οι επίμαχες υπηρεσίες, καθόσον δεν είχε εκδοθεί από τον Δήμο η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 1 και 2 του ν.2362/1995, όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 21 του ν.3871/2010, και του π.δ/τος 113/2010 απόφαση ανάληψης υποχρέωσης, η οποία εκδόθηκε το πρώτον στις 27.1.2016 κατά τα ανωτέρω. Β. Περαιτέρω, ναι μεν μη νόμιμα προσδόθηκε αναδρομική ισχύς, ήτοι από 19.3.2014, στη σύμβαση καθορισμού της αμοιβής του φερόμενου ως δικαιούχου πληρεξούσιου δικηγόρου, η οποία συνήφθη μεταξύ των μερών στις 29.8.2014, ωστόσο ο σχετικό λόγος διαφωνίας είναι απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, δεδομένου ότι η επίμαχη σύμβαση ισχύει για το εντεύθεν της υπογραφής της χρονικό διάστημα, ενώ αυτή υπογράφηκε πριν από την εκτέλεση της παροχής των επίμαχων υπηρεσιών, για τις οποίες καταβάλλεται η αμοιβή με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα. Γ. Περαιτέρω, και αναφορικά με το ύψος της συμφωνηθείσας αμοιβής στο ποσό των έξι χιλιάδων τριακοσίων εβδομήντα δύο ευρώ και ογδόντα έξι λεπτά (6.372,86 €), συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. 23%, και ενόψει του ότι το εύλογο η μη αυτής κρίνεται με βάση τον χρόνο κατάρτισης της σχετικής εργολαβίας δίκης και των οικονομικών συγκυριών, που ίσχυαν κατά τον χρόνο αυτό, το Κλιμάκιο άγεται στην κρίση ότι ο λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου παρίσταται βάσιμος, διότι η δαπάνη αυτή δεν είναι νομίμως εκκαθαρισμένη (...)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι κανονική ούτε νόμιμη, κατά μερική παραδοχή του πρώτου και του τρίτου λόγου διαφωνίας, και, επομένως, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/270/2016
ΑΜΟΙΒΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ:. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις (II, III και IV), το Κλιμάκιο κρίνει, κατ’ αρχάς, ότι η από 2.7.2008 έγγραφη συμφωνία μεταξύ του Δήμου ..... και του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου για την παροχή των προαναφερόμενων νομικών υπηρεσιών αφορά μεν στο ίδιο νομικό ζήτημα, επαναλαμβανόμενο, ωστόσο, σε περισσότερες δικαστικές διενέξεις διαφόρων οικονομικών ετών που αφορούν σε διαφορετικές ανώνυμες εταιρείες, ήτοι πρόκειται για διαφορετικές υποθέσεις, για την διεκπεραίωση των οποίων απαιτείται κάθε φορά, κατ’ άρθρο 103 παρ. 2 περ. ι του ν. 3463/2006 (ήδη άρθρο 72 παρ. 1 περ. ιε του ν. 3852/2010), απόφαση ανάθεσης εντολής κατά συγκεκριμένη υπόθεση, όπως άλλωστε προβλέπεται τόσο στην 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου περί καθορισμού της αμοιβής και των όρων παροχής των εν λόγω νομικών υπηρεσιών, όσο και στο ιδιωτικό συμφωνητικό που συνήφθη σε εκτέλεση αυτής. Ως εκ τούτου, η αμοιβή του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου για τη διενέργεια των εξώδικων και δικαστικών ενεργειών κάθε συγκεκριμένης υπόθεσης κρίνεται αυτοτελώς και δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα ή μη της εντελλόμενης δαπάνης η προηγούμενη θεώρηση χρηματικών ενταλμάτων καταβολής αμοιβής στον ίδιο δικηγόρο για το χειρισμό παρόμοιων υποθέσεων που στηρίζονται στην ως άνω έγγραφη συμφωνία γενικής παροχής εντολής δικηγορικών υπηρεσιών, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού ισχυρισμού του Δήμου ..... περί εφαρμογής του π.δ. 136/2011, λόγω του ότι έχουν ήδη θεωρηθεί χρηματικά εντάλματα σε εκτέλεση του ίδιου ιδιωτικού συμφωνητικού. Περαιτέρω, η ανάθεση γενικά στο φερόμενο ως δικαιούχο δικηγόρο της νομικής υποστήριξης του Δήμου στις ως άνω υποθέσεις, με την 437/2007 απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής και την 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ....., είναι μη νόμιμη, καθόσον, όπως έχει κριθεί (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. πρ. 79/2010, 116/2007, 204/2005) στις περιπτώσεις επιτρεπτής ανάθεσης εντολής σε δικηγόρο της διεκπεραίωσης νομικών υποθέσεων, η σχετική εντολή παρέχεται μόνο κατά συγκεκριμένη υπόθεση και δεν είναι νόμιμη η παροχή εντολής για το χειρισμό όλων γενικά των νομικών υποθέσεων του νομικού προσώπου για αόριστο χρονικό διάστημα, έστω κι αν αφορούν στο ίδιο νομικό ζήτημα, καθόσον γενική πληρεξουσιότητα για το χειρισμό νομικών υποθέσεων του νομικού προσώπου, παρέχεται, μόνο, στους, με τη νόμιμη διαδικασία, προσλαμβανόμενους με έμμισθη εντολή δικηγόρους του. Εν προκειμένω, δεν έχει τηρηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στις οικείες διατάξεις (άρθρο 103 παρ. 2 του ν. 3463/2006, ήδη άρθρο 72 του ν. 3852/2010), οι οποίες διαγράφουν αυτοτελή και αποκλειστική ρύθμιση ως προς την αρμοδιότητα, τις προϋποθέσεις και τον τρόπο ανάθεσης των νομικών υπηρεσιών από Δήμο, καθόσον δεν έχει προηγηθεί αιτιολογημένη απόφαση της Δημαρχιακής (ήδη Οικονομικής) Επιτροπής του Δήμου ..... περί ανάθεσης εντολής διεκπεραίωσης των ως άνω νομικών υποθέσεων του Δήμου στο φερόμενο ως δικαιούχο δικηγόρο κάθε φορά με ξεχωριστές αποφάσεις ανά υπόθεση, όπως άλλωστε προβλεπόταν τόσο στην 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου όσο και στο οικείο συμφωνητικό που υπεγράφη μεταξύ του Δήμου ..... και του φερόμενου ως δικαιούχου των χρηματικών ενταλμάτων δικηγόρου, κατά τους βασίμως προβαλλόμενους πρώτο και τρίτο λόγους διαφωνίας της Επιτρόπου. Εξάλλου, ανεξαρτήτως των ως άνω λόγων μη νομιμότητας της ανάθεσης, ο καθορισμός της αμοιβής του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου, με την 269/2008 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν είναι νόμιμος, ως αντικείμενος στις αρχές της δημοσιονομικής νομιμότητας, καθόσον δεν διαλαμβάνεται αιτιολογημένη κρίση σχετικά με το εύλογο της αμοιβής σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες κάθε υπόθεσης ξεχωριστά, μετά από συνεκτίμηση των ειδικών περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης (π.χ. οι εξειδικευμένες νομικές γνώσεις ή η εμπειρία που τυχόν απαιτείται, τα πρωτότυπα νομικά ζητήματα που ενδεχομένως ανακύπτουν, η πολυπλοκότητα του πραγματικού της οικείας υπόθεσης και ο δυσεπίλυτος χαρακτήρας της - βλ. Ε.Σ. Πρακτικά Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 10η/10.6.2014). Αυτές οι παραδοχές έχουν προέχουσα σημασία, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, το επίμαχο νομικό θέμα ανακύπτει κατ’ εξακολούθηση στο πλαίσιο πανομοιότυπων εξώδικων και δικαστικών ενεργειών του φερόμενου ως δικαιούχου δικηγόρου, που ανάγονται σε περισσότερα οικονομικά έτη και έχουν ως πυρήνα το αυτό νομικό ζήτημα
Μη ανακλητέα με την ΕλΣυν.Τμ.1/24/2017
ΕΣ/ΚΠΕ Τμ.1/65/2014
Μη νόμιμη η καταβολή αμοιβής από Δήμο σε δικηγόρο για την παράστασή του, ενώπιον του Πρωτοδικείου, στο πλαίσιο εκδίκασης αγωγής, καθόσον: α) δεν προηγήθηκε απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου, με την οποία να καθοριστεί ειδική αμοιβή υψηλότερη της νόμιμης για τον χειρισμό της υπόθεσης, ενώ το έγγραφο συμφωνητικό μεταξύ του Δημάρχου και του δικηγόρου, δεν παράγει έννομες συνέπειες, οπότε εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες από τον ν. 3919/2011 «νόμιμες αμοιβές» και β) δεν προκύπτει ότι ο ανωτέρω δικηγόρος κατέθεσε προτάσεις κατά τη συζήτηση της αγωγής.
ΕΣ/Τ1/12/2006
Αμοιβή δικηγόρου για την πραγματοποίηση δικαστικών ενεργειών για λογαριασμό του Δήμου. Δεν υπολογίστηκε σύμφωνα με την 1085081/1473/Α 0012/24-9-03/31-12-03 Κ.Υ.Α., που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του αρθρ. 7 του ν. 2753/99. Το ειδικό συμφωνητικό δεν ασκεί επιρροή εφόσον έχει συνταχθεί μετά την ανάθεση εντολής και την κατάθεση της αγωγής.
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/328/2019
Καταβολή αμοιβής σε δικηγόρο με πάγια αντιμισθία...Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αξίωση της φερόμενης ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος πληρωμής έχει ήδη υποπέσει στη διετή παραγραφή του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 90 παρ. 3 του ν. 2362/1995. Συγκεκριμένα, η παραγραφή εκκίνησε από τη γένεση της αξίωσης, στις 9.4.2013, ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 2963/31.11.2012 απόφασης του Δημάρχου ... περί διορισμού της ... [οπότε αυτή απέκτησε νόμιμη υπόσταση (βλ. ad hoc Πρ. Ι Τμ. 6/2015)], με την οποία εκδηλώθηκε η παράνομη παράλειψη του Δήμου ... να την προσλάβει αναδρομικώς, από αυτή δε την ίδια ημερομηνία (9.4.2013) η αξίωση κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη. Δοθέντος δε ότι έκτοτε και κατά τη διάρκεια των δύο ετών που ακολούθησαν δεν μεσολάβησε κανένα διακοπτικό της παραγραφής γεγονός, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 93 του ν. 2362/1995, η παραγραφή συμπληρώθηκε στις 9.4.2015. Εξάλλου, δεδομένου ότι η ενταλματοποίηση παραγεγραμμένης απαίτησης δεν επιτρέπεται, η εν λόγω πλημμέλεια, που καθιστά τη δαπάνη μη κανονική, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο (βλ. Πρ. Κλιμ. Ι Τμ. 39/2016, 46/2017). Ομοίως δε, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από αυτό τυχών λόγος διακοπής της παραγραφής, ο οποίος προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 67, 177/2016, Πρακτικά Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. Συν. 25η/30.10.2014 και 25ηα/3.11.2014, Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 114/2014).Τέτοιο δε λόγο συνιστά και η υποβολή αίτησης περί ικανοποίησης της σχετικής απαίτησης προς την αρμόδια υπηρεσία (βλ. άρθρο 93 περ. β του ν. 2362/1995). Στην υπό κρίση ωστόσο περίπτωση, η 32297/30.12.2016 αίτηση της φερόμενης δικαιούχου υπεβλήθη στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση της διετούς παραγραφής (9.4.2015) και ως εκ τούτου δεν ηδύνατο, κατά το χρόνο που υπεβλήθη, να επιφέρει πλέον κανένα διακοπτικό αποτέλεσμα..
ΕλΣυν/Τμ.1/182/2010
Δικηγόροι-Εμμισθη εντολή(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, εφόσον η φερόμενη ως δικαιούχος δικηγόρος συμμετείχε στις συνεδριάσεις της δημαρχιακής επιτροπής για την παροχή νομικών συμβουλών, το οποίο ανάγεται στα καθήκοντά της ως δικηγόρου με σχέση έμμισθης εντολής στο Δήμο ......, για την εν λόγω συμμετοχή της δεν δικαιούται πρόσθετη αμοιβή (αποζημίωση), και για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, η καταβολή σ' αυτήν της επίμαχης αποζημίωσης δεν είναι νόμιμη.
ΕΣ/Τ1/139/2006
Αμοιβή δικηγόρου ανά ώρα για χειρισμό εξωδικαστικών υποθέσεων. Νόμιμη, καθόσον η αμοιβή της έχει βασιστεί στη συμφωνία εντολέα και πληρεξουσίου και χρησιμοποιεί σαν βάση το ποσό της ωριαίας αμοιβής που αναφέρεται στην περίπτωση ΙΙ της 1085081/1473/Α0012/2003 ΚΥΑ (ΦΕΚ 1969 Β΄), εφόσον η αμοιβή της για τις περιπτώσεις που χειρίστηκε δεν προβλέπονται ούτε από τις διατάξεις της ως άνω ΚΥΑ, ούτε από τον Κώδικα Δικηγόρων. Επί πλέον η εκ των υστέρων έγκριση των ενεργειών της δικηγόρου δικαιολογείται, αφού δεν ήταν εκ των προτέρων γνωστές οι υποθέσεις καθώς και ο απαιτούμενος για τη διεκπεραίωσή τους χρόνος, ενώ δεν επιβάλλεται από διάταξη νόμου η θεώρηση από τις συνεργαζόμενες υπηρεσίες των ωρών απασχόλησης της δικηγόρου.