ΕΣ/Τ1/79/2009
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Πρόσληψη νομικού συμβούλου.Προσληφθείς ως νομικός σύμβουλος σε ν.π.δ.δ. - σε αντίθεση με το δικηγόρο που έχει προσληφθεί νόμιμα με πάγια αντιμισθία - δεν δικαιούται το σύνολο των αποδοχών του κλιμακίου στο οποίο ανήκει, αλλά οι αποδοχές αυτού (κλιμακίου) μειώνονται κατά το 1/3 (Πρ. Ι Τμ. 6/2007). Σε κάθε περίπτωση, για τη λήψη του συνόλου των αποδοχών του οικείου μισθολογικού κλιμακίου απαιτείται η νόμιμη κατοχή υφιστάμενης οργανικής θέσης δικηγόρου, χωρίς να αρκεί η εν τοις πράγμασι απασχόληση με το χειρισμό δικαστικών υποθέσεων του εντολέα ν.π.δ.δ.(Πρ. Ι Τμ.216/2007)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/Τ1/216/2007
Πρόσληψη νομικού συμβούλου. Μη νόμιμα εκκαθαρίζεται το σύνολο των αποδοχών του μισθολογικού κλιμακίου, στο οποίο ανήκει ο προσληφθείς ως νομικός σύμβουλος δικηγόρος, αφού αυτός, ως εκ της ιδιότητας με την οποία προσλήφθηκε και της θέσης την οποία νόμιμα κατέχει, δικαιούται τις ανωτέρω αποδοχές μειωμένες κατά το ένα τρίτο (1/3), σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 1093/1980, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 1816/1988.
ΕΣ/ΚΠΕ ΤΜ.1/222/2019
Εξοδα παράστασης.Με τα δεδομένα αυτά και ενόψει όσων έγινα δεκτά στην προηγούμενη νομική σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη παρίσταται μη νόμιμη, καθόσον η ως άνω Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του δημοτικού ν.π.δ.δ., η οποία μισθοδοτείται ως εκπαιδευτικός από τη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ....., δεν έχει επιλέξει, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου 25 του ν. 4354/2015, να λαμβάνει τις αποδοχές από τη θέση της ως Αντιπροέδρου του Δ.Σ. του ν.π.δ.δ. έναντι των αποδοχών από την οργανική της θέση στην προαναφερόμενη Διεύθυνση. Οι προβαλλόμενοι δε με το έγγραφο επανυποβολής ισχυρισμοί του ανωτέρω ν.π.δ.δ. ότι τα έξοδα παράστασης δεν εντάσσονται στην έννοια των αποδοχών και ότι η κατοχή της θέσης αντιπροέδρου διοικητικού συμβουλίου δημοτικού ν.π.δ.δ. δεν συνιστά δεύτερη απασχόληση, είναι απορριπτέοι, καθόσον τα έξοδα παράστασης που καταβάλλονται σταθερά σε μηνιαία βάση εμπίπτουν στην έννοια των αποδοχών (πρβλ. Ι Τμ. πράξη 31/2016) και, επιπλέον, η διάταξη της παραγράφου 11 του άρθρου 25 του ν. 4354/2015 εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση που δημόσιος υπάλληλος υπαγόμενος στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4354/2015 (άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 4354/2015 και εν προκειμένω -περ. η΄ -εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης) διορίζεται σε θέση αντιπροέδρου διοικητικού συμβουλίου νομικού προσώπου (πρβλ. Ε.Σ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 192/2018, 179/2017).
ΕΣ/Τμ.1/48/2014
Αμοιβή δικηγόρου.Η απόφαση για την ανάθεση της εντολής απαιτείται να διαλαμβάνει πλήρη και ειδική αιτιολογία με την οποία να καταδεικνύεται τόσο η αδυναμία του δικηγόρου που υπηρετεί στο δήμο με έμμισθη εντολή να χειριστεί την ανατιθέμενη υπόθεση, όσο και η ιδιαίτερη σοβαρότητα και δυσκολία της, το είδος των ειδικών γνώσεων που απαιτεί και επιβάλλουν τον χειρισμό της από δικηγόρο με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία την οποία δεν διαθέτει ο υπηρετών νομικός σύμβουλος, αλλά, αντίθετα διαθέτει ο εντολοδόχος δικηγόρος, επιπλέον δε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης που την καθιστούν ιδιαίτερα σημαντική για τα συμφέροντα του δήμου (Ζ΄ Κλιμ. 48/2014, (ΕΣ Ι Τμ. πρ. 236/2010, 196/2009, 185/2011, 98/2012). Εξάλλου, στην περίπτωση αυτή η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου δύναται να καθορίζεται κατά παρέκκλιση των νομίμων αμοιβών που ορίζονται από τον Κώδικα περί Δικηγόρων, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία πρέπει ομοίως να προηγείται της εντολής (Κ.Π.Ε.Δ. στο Ι Τμ. 250/2013). Όμως, ναι μεν η αμοιβή του εντολοδόχου δικηγόρου εναπόκειται εν προκειμένω στη διακριτική ευχέρεια του ανωτέρω οργάνου, πλην, η άσκηση αυτής ελέγχεται από το Δικαστήριο τούτο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου της δαπάνης, το οποίο κρίνεται αναλόγως των ειδικών περιστάσεων, και επιβάλλει την επιλογή όχι απλώς των πρόσφορων αλλά των απολύτως αναγκαίων μέσων για την θεραπεία της λειτουργικής ανάγκης του οικείου φορέα (πρβλ. Ι Τμ. 15/2012, IV Τμ. 71/2012, 235, 167, 85/2010, 162, 147, 39/2009). Τούτο δε, ενόψει και των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχειρίσεως και της οικονομικότητος, που ήδη έχουν αποτυπωθεί νομοθετικά (άρθρο 1 του Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού, ν. 2362/1995, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 1 του ν. 3871/2010), ως μερικότερων εκδηλώσεων του δημοσίου συμφέροντος, που διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α., οι οποίες επιβάλλουν την εκπλήρωση των εκ του νόμου ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων με την κατά το δυνατόν ηπιότερη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους για την εξασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητος (πρβλ. Ελ. Συν, πρ. Ι Τμ. 45/2011, 206/1999, 56/1995, 638/1988, πρ. IV Τμ. 50/2005, 74/2004, 86, 94, 106, 209/2003, 19, 21, 70, 105, 124/2002 κ.α.).
ΕλΣυν(Τμ.1(ΚΠΕ)/315/2014
Αμοιβή δικηγόρου Μετά δε την έναρξη ισχύος του νέου Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), με τον οποίο καθιερώθηκε, κατά τα ανωτέρω, σύστημα συμβατικής ελευθερίας, το ποσό της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου επιτρέπεται να ορίζεται τόσο ανώτερο, όσο και κατώτερο από τις αναφερόμενες στον Κώδικα αυτό αμοιβές (βλ. αιτιολογική έκθεση του Κώδικα, πρβλ. Κλ. Ι Τμ. 65/2014 επί των μεταβατικών διατάξεων του ν. 3919/2011). Περαιτέρω, ναι μεν ο προσδιορισμός της αμοιβής του πληρεξούσιου δικηγόρου ανήκει στη διακριτική ευχέρεια του δημοτικού συμβουλίου, πλην όμως η άσκηση της ευχέρειας αυτής ελέγχεται ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της, δηλαδή ως προς την υπέρβαση του εύλογου, βάσει των ειδικών περιστάσεων, μέτρου της δαπάνης (βλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 132/2012, 163/2010). (….) Τέλος, προϋπόθεση για την καταβολή της δικηγορικής αμοιβής είναι η προηγούμενη εκτέλεση από τον δικηγόρο των σχετικών εργασιών, γεγονός που αποδεικνύεται με την προσκόμιση των δικαιολογητικών εκκαθάρισης της δαπάνης (βλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 132/2012). Η εκτέλεση δε αυτή μπορεί να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο δικαιολογητικό, όπως δικαστικές αποφάσεις, πρακτικά δικαστηρίων, γραμμάτια προείσπραξης, κατατεθείσες προτάσεις κλπ. (πρβλ. πρ. Ι Τμ. Ε.Σ. 179/2012, 144/2011).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/328/2019
Καταβολή αμοιβής σε δικηγόρο με πάγια αντιμισθία...Με δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η αξίωση της φερόμενης ως δικαιούχου του χρηματικού εντάλματος πληρωμής έχει ήδη υποπέσει στη διετή παραγραφή του εφαρμοστέου εν προκειμένω άρθρου 90 παρ. 3 του ν. 2362/1995. Συγκεκριμένα, η παραγραφή εκκίνησε από τη γένεση της αξίωσης, στις 9.4.2013, ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 2963/31.11.2012 απόφασης του Δημάρχου ... περί διορισμού της ... [οπότε αυτή απέκτησε νόμιμη υπόσταση (βλ. ad hoc Πρ. Ι Τμ. 6/2015)], με την οποία εκδηλώθηκε η παράνομη παράλειψη του Δήμου ... να την προσλάβει αναδρομικώς, από αυτή δε την ίδια ημερομηνία (9.4.2013) η αξίωση κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη. Δοθέντος δε ότι έκτοτε και κατά τη διάρκεια των δύο ετών που ακολούθησαν δεν μεσολάβησε κανένα διακοπτικό της παραγραφής γεγονός, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 93 του ν. 2362/1995, η παραγραφή συμπληρώθηκε στις 9.4.2015. Εξάλλου, δεδομένου ότι η ενταλματοποίηση παραγεγραμμένης απαίτησης δεν επιτρέπεται, η εν λόγω πλημμέλεια, που καθιστά τη δαπάνη μη κανονική, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Κλιμάκιο (βλ. Πρ. Κλιμ. Ι Τμ. 39/2016, 46/2017). Ομοίως δε, λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από αυτό τυχών λόγος διακοπής της παραγραφής, ο οποίος προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου (Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 67, 177/2016, Πρακτικά Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. Συν. 25η/30.10.2014 και 25ηα/3.11.2014, Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 114/2014).Τέτοιο δε λόγο συνιστά και η υποβολή αίτησης περί ικανοποίησης της σχετικής απαίτησης προς την αρμόδια υπηρεσία (βλ. άρθρο 93 περ. β του ν. 2362/1995). Στην υπό κρίση ωστόσο περίπτωση, η 32297/30.12.2016 αίτηση της φερόμενης δικαιούχου υπεβλήθη στην υπηρεσία μετά τη συμπλήρωση της διετούς παραγραφής (9.4.2015) και ως εκ τούτου δεν ηδύνατο, κατά το χρόνο που υπεβλήθη, να επιφέρει πλέον κανένα διακοπτικό αποτέλεσμα..
ΕλΣυν/Τμ.7/50/2010
Οταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των υπηρεσιών του Δημοσίου, του ν.π.δ.δ. ή του Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδηλώσεως του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. και πράξεις IV Τμ. Ελ. Συν. 50/2005, 74/2004, 19, 21, 105, 124/ 2002, 86, 94, 106, 209/2003 κ.ά. και Ι Τμ. Ελ. Συν. 206/1999, 638/ 1988, 56/1995, 252/1985 κ.ά.). Κατ’ εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένως, δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πρ. VII Τμ. 112, 146, 147, 171/2007, 55, 56, 124, 208, 215, 251/2006 και IV Τμ. 94/2003, 19, 70/2002).
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/247/2019
ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ:Με δεδομένα τα ανωτέρω μη νομίμως εντέλλεται η επίμαχη δαπάνη, καθόσον ο ως άνω Πρόεδρος του Δ.Σ. της ΔΕΥΑ ......ς δεν έχει επιλέξει, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 11 του ν. 4354/2015, τις αποδοχές από την ανωτέρω θέση του ως Προέδρου έναντι των αποδοχών της οργανικής του θέσης στον Τ.Ο.Ε.Β. ….. Τα προβαλλόμενα με το έγγραφο επανυποβολής ότι η αποζημίωση των Προέδρων Κοινωφελών Επιχειρήσεων δεν εμπίπτει στην έννοια των αποδοχών και, συνεπώς, ο πρόεδρος του ΔΣ της ΔΕΥΑ δύναται να λαμβάνει αμφότερες τις απολαβές είναι απορριπτέα, καθόσον η επίμαχη αποζημίωση καταβάλλεται σταθερά σε μηνιαία βάση και εντάσσεται στην έννοια των αποδοχών, το άρθρο δε 25 παρ. 11 του ν. 4354/2015 εφαρμόζεται, βάσει του άρθρου 7 του ίδιου νόμου, σε κάθε περίπτωση που υπάλληλος και Τοπικού Οργανισμού Εγγείων Βελτιώσεων (Τ.Ο.Ε.Β.) διορίζεται σε θέση προέδρου Δ.Σ. ενός νομικού προσώπου Δήμου (βλ. Πρ. VII Τμ. 20/2019, Πρ. ΚΠΕΔ στοVII Τμ. 41/2019 και ΚΠΕΔ Ι Τμ. 179/2017). Ομοίως απορριπτέος είναι και ο ισχυρισμός ότι η ως άνω υποχρέωση επιλογής αφορά μόνο σε διορισμό ή ανάληψη θέσης με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση, καθόσον η παρ. 11 του άρθρου 25 του ν. 4354/2015 απαιτεί, για την καταβολή αποζημίωσης, θέση με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση μόνο για τα μέλη του Δ.Σ. των νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
ΔΕΝ ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.7/28/2019
ΕλΣυν/Κλ.1/243/2015
Οδοιπορικά μηχανικών:Η ειδική και εξαιρετική αυτή μεταχείριση δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι μηχανικοί ασκούν, λόγω της ιδιότητάς τους, ιδιαίτερα υπηρεσιακά καθήκοντα (αυτοψίες, επιτόπιοι έλεγχοι, επίβλεψη εκτέλεσης τεχνικών έργων κ.λπ.), στο πλαίσιο εκτέλεσης των οποίων καθίσταται αναγκαία η συχνή εκτός έδρας μετακίνησή τους, γεγονός που συνεπάγεται αυξημένα έξοδα για αυτούς, τα οποία δεν καλύπτονται από τις γενικώς προβλεπόμενες στο ν. 2685/1999 δαπάνες μετακίνησης. Κατά συνέπεια, για την καταβολή αυξημένης δαπάνης ημερήσιας αποζημίωσης δεν αρκεί η απλή ιδιότητα του μετακινούμενου ως μηχανικού, ήτοι απόφοιτου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου ή άλλης ισότιμης με αυτό πολυτεχνικής σχολής, αλλά απαιτείται να κατέχει οργανική θέση μηχανικού και αθροιστικώς να μετακινείται για την άσκηση υπηρεσιακών καθηκόντων, που συνδέονται αποκλειστικά με την ιδιότητά του αυτή (βλ. Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Πρ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 63, 91, 102, 144, 185, 203, 205/2015, 25, 196, 215/2014, 56, 155, 270/2013, Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 238/2010, 96/2009, 232/2008).
ΕλΣυν/Τμ.1/146/2012
Το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την άσκηση του κατά το άρθρο 98 του Συντάγματος ελέγχου των δαπανών του Κράτους ή των ν.π.δ.δ., δεν περιορίζεται στη διαπίστωση μόνο της νομιμότητάς τους (ύπαρξη σχετικής πίστωσης), αλλά ερευνά και τη νομιμότητα της διαδικασίας πραγματοποιήσεώς τους, στην οποία περιλαμβάνεται και η νομότυπη έκδοση του οικείου τίτλου πληρωμής (χρηματικού εντάλματος), βασικό στοιχείο της οποίας είναι η υπογραφή τούτου από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα (βλ. Πρ. Ι Τμ. 123/1999, 124/2005, Πρακτικά Ι Τμ. 14η Συν./11.4.2000), στα οποία περιλαμβάνεται, για τα χρηματικά εντάλματα που εκδίδουν οι Δήμοι, και ο προϊστάμενος της οικείας λογιστικής υπηρεσίας (βλ. Πρ. Ι Τμ. 27/2008), όπως αυτή διαμορφώνεται με τον οργανισμό εσωτερικής υπηρεσίας κάθε Δήμου. Η υπογραφή αυτή πρέπει να είναι απαλλαγμένη από οιαδήποτε αίρεση ή όρο και δεν δύναται να συνοδεύεται από επιφύλαξη εκ μέρους του υπογράφοντος οργάνου, διότι, πέραν του ότι η δυνατότητα αυτή δεν προβλέπεται από καμία διάταξη νόμου, δια της υπογραφής βεβαιώνεται από τα αρμόδια όργανα η νομιμότητα της εντελλόμενης δαπάνης και αναλαμβάνεται σχετικά προσωπική και αλληλέγγυα δημοσιονομική ευθύνη.Ως εκ τούτου, ο προϊστάμενος της λογιστικής υπηρεσίας έχει τη δυνατότητα είτε να υπογράψει το χρηματικό ένταλμα, εφόσον διαπιστωθεί ότι η εντελλόμενη δαπάνη είναι νόμιμη και κανονική, είτε, σε αντίθετη περίπτωση, να αρνηθεί την υπογραφή του, τυχόν δε υπογραφή του εντάλματος υπό επιφύλαξη υποδηλώνει ότι δεν έχει διακριβωθεί από τα αρμόδια όργανα του ο.τ.α. κατά τρόπο βέβαιο η νομιμότητα της δαπάνης που εντέλλεται να πληρωθεί, γεγονός που καθιστά την υπογραφή αυτή ανενεργή και συνακόλουθα, μη νόμιμο, τον οικείο τίτλο πληρωμής.
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/163/2016
Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, μη νομίμως η φερόμενη ως δικαιούχος του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος παρείχε τις υπηρεσίες της στο ν.π.δ.δ. κατά το χρονικό διάστημα από 28.4.2015 έως 31.8.2015, δεδομένου ότι κατά τον χρόνο αυτό, τόσο η αρχικώς εκδοθείσα 101/27.4.2015 απόφαση πρόσληψης του Προέδρου του ν.π.δ.δ., όσο και η μεταγενέστερη και ομοίου περιεχομένου με την πρώτη 137/28.5.2015, δεν είχαν αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, αφού δεν είχαν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Όσον αφορά δε, την 137/28.5.2015 απόφαση πρόσληψης, που δημοσιεύθηκε στις 26.9.2015, τα έννομα αποτελέσματα αυτής δεν δύνανται να ανατρέξουν σε χρόνο πρότερο της δημοσίευσής της, στο βαθμό που τέτοια δυνατότητα δεν προβλέπεται από τις σχετικές με την πρόσληψη διατάξεις ούτε και από την ειδική ρύθμιση του άρθρου 1 παρ. 9 του ν. 4038/2012. Εξάλλου, δεν χωρεί εφαρμογή του άρθρου 67 παρ. 7 του ν. 4316/2014, πρωτίστως διότι στην προκειμένη περίπτωση δεν ανανεώθηκαν συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου εντός του έτους 2014, αλλά αυτές καταρτίστηκαν για πρώτη φορά το έτος 2015 (Ε.Σ. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 29, 154/2015). Ομοίως, μη εφαρμοστέο είναι και το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 1 του ν. 4038/2012, καθώς, κατά το μέρος που αφορά πράξεις νέας πρόσληψης, η διάταξη αυτή (που άρχισε να ισχύει στις 26.8.2015) δεν ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης των επίμαχων αποφάσεων (27.4.2015 και 28.5.2015), η δε αναδρομική ισχύς της εν λόγω διάταξης αναγνωρίστηκε μόνον όσον αφορά τις πράξεις ανανέωσης (Ε.Σ. Πρ. Ι Τμ. 1/2016).