ΕλΣυν/Τμ.6/1470/2009
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Εξ άλλου, ο προβαλλόμενος από την παρεμβαίνουσα εταιρεία «….» ισχυρισμός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν έχει δικαιοδοσία να ελέγξει τη νομιμότητα της ως άνω βεβαίωσης, καθ’ όσον αυτή δεν προσεβλήθη στα αρμόδια δικαστήρια και συνεπώς καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας των διοικητικών πράξεων, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι ο προβλεπόμενος από το άρθρο 98 παρ.1 εδ. β΄ του Συντάγματος έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκτείνεται επί του συνόλου των πράξεων που συνθέτουν τις επί μέρους φάσεις της διαδικασίας, η οποία προηγείται της σύναψης της σχετικής σύμβασης, χωρίς να εξαρτάται από το αν υπήρξαν ή όχι αμφισβητήσεις κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού ή να περιορίζεται αποκλειστικά στα ζητήματα εκείνα που τίθενται από την πλευρά του φορέα του ελεγχόμενου έργου, ενώ, περαιτέρω, ως έλεγχος καθολικός, εκτεινόμενος και στα αμέσως συναπτόμενα με την εν λόγω διαδικασία παρεμπιπτόντως αναφυόμενα ζητήματα, υπό την προϋπόθεση ότι τα τελευταία δεν έχουν κριθεί τελεσίδικα με απόφαση του αρμόδιου Δικαστηρίου (βλ. άρθρο 17 παρ. 3 του π.δ. 774/1980), δεν εμποδίζεται ούτε από το γενικώς ισχύον για τις ατομικές διοικητικές πράξεις τεκμήριο νομιμότητας, άλλως θα καθίστατο αλυσιτελής, εάν η ελεγχόμενη σύμβαση μπορούσε να συναφθεί και συνεπώς το δημόσιο χρήμα να εκταμιευθεί ελεύθερα με βάση παράνομες ατομικές διοικητικές πράξεις (πρβλ. Πρακτικά 14ης Γ.Σ./20.05.1992 της Ολομ. του Ελ. Συν., Πράξεις IV Τμ. 48/2001, 72/1997, VI Τμήμα 245, 177/2007 και 232, 236/2006).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΥΠΠΟΑ/ΑΤΝΕΚΕ/126621/460/2020
Μεταβίβαση αρμοδιότητας τελικής υπογραφής στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και σε έγγραφα που δεν συνιστούν εκτελεστές ατομικές διοικητικές πράξεις.
525432/2022
Τροποποίηση της υπό στοιχεία ΥΠΠΟΑ/ΑΤΝΕΚΕ/126621/460/10-3-2020 υπουργικής απόφασης «Μεταβίβαση αρμοδιότητας τελικής υπογραφής στους Προϊσταμένους των Γενικών Διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και σε έγγραφα που δεν συνιστούν εκτελεστές ατομικές διοικητικές πράξεις» (Β’ 793).
ΣΤΕ/3055/2000
Κανονιστικές διοικητικές πράξεις- εκπρόθεσμο αίτησης ακυρώσεως:..Επειδή, κατά το άρθρο 46 παρ. 1 του Π.Δ. 18/1989 (φ. 8) η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως αρχίζει για μεν τις κανονιστικές διοικητικές πράξεις από την επομένη της δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Για δε τις ατομικές διοικητικές πράξεις, η προθεσμία αρχίζει, για μεν τους ενδιαφερομένους στους οποίους αφορά η πράξη από την επομένη της κοινοποιήσεως τους προς αυτούς ή της πλήρους γνώσεως από αυτούς. Ειδικότερα, ως προς τις ατομικές διοικ. πράξεις, τις δημοσιευτέες κατά νόμον, η προθεσμία αρχίζει για τους τρίτους από την επομένη της δημοσίευσεώς τους.Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που καθορίζει πολεοδομικούς όρους, κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου διατάξεως, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, ενώ κατά το μέρος που επέχει θέση οικοδομικής αδείας έχει ατομικό χαρακτήρα. Είναι όμως, κατά τα ανωτέρω, δημοσιευτέα εκ του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Συνεπώς, η 60νθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, για το σύνολο της προσβαλλομένης πράξεως, άρχισε για τους αιτούντες, τρίτους, την επομένη της 12/11/98, όταν η προσβαλλομένη πράξη δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, είχε δε λήξει πριν ασκηθή η κρινομένη αίτηση την 26/2/1999. Συνεπώς, η αίτηση πρέπει να απορριφθή ως εκπρόθεσμη και εκ τούτου απαράδεκτη.
ΝΣΚ/377/2012
Οι εκδιδόμενες κατά το N.2685/1999 εντολές μετακίνησης των προσώπων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του δεν περιλαμβάνονται στις αναρτητέες κατά το Ν . 3861/2010 στα «Πρόγραμμα Διαύγεια» διοικητικές πράξεις
Ελ.Συν/Τμ.7/209/2010
Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία αποτελεί ειδικότερη έκφανση της αρχής της νομιμότητας, οι συστατικές ατομικές διοικητικές πράξεις δεν αναπτύσσουν αναδρομική ισχύ, δηλαδή τα έννομα αποτελέσματά τους δεν μπορούν να ανατρέχουν σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσής τους (ή της κοινοποίησής τους, όπου αυτή απαιτείται) και τούτο προεχόντως διότι η διοικητική ενέργεια προκαλείται και προσδιορίζεται με βάση την επικαιρότητα, τόσο από πλευράς τυπικής νομιμότητας (αρμοδιότητα οργάνου, τύπος, διαδικασία), όσο και από πλευράς ουσιαστικής νομιμότητας, με την έννοια ότι η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής του νόμου πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο της ενέργειας της διοίκησης. Κατ’ εξαίρεση της αρχής αυτής (του επίκαιρου της διοικητικής δράσης), η αναδρομική ισχύς των διοικητικών πράξεων αναγνωρίζεται μόνον στις περιπτώσεις που: α) τούτο ρητώς επιτρέπεται από τις σχετικές διατάξεις ή σαφώς προκύπτει από αυτές, β) οι διοικητικές πράξεις εκδίδονται σε συμμόρφωση με αποφάσεις δικαστηρίων και γ) ανακαλείται με αυτές παράνομη πράξη (βλ. Πράξεις IV Τμ. 184/2003, 40/2006, 99/2007, 171/2008). Εκ του συνδυασμού των ανωτέρω, συνάγεται ότι η έκδοση της πράξης ανάληψης δαπάνης Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που αφορά σε εκτέλεση εργασιών, πρέπει να προηγείται της υπογραφής της οικείας σύμβασης και της εκτέλεσης των σχετικών εργασιών, ήτοι της πραγματοποίησης της δαπάνης, ενώ τυχόν έκδοσή της μετά την εκτέλεση των εργασιών δεν δύναται να «νομιμοποιήσει» τη δαπάνη, καθότι στερείται, κατ’ αρχήν, αναδρομικότητας (βλ. Πράξεις IV Τμ. 99/2007, VII Τμ. 90/2010, 256/2009).
ΣτΕ/1581,1582/2010/ΟΛΟΜ
Ατομικές διοικητικές πράξεις.Ενόψει της αδιάστικτης διατύπωσης του άρθρου 21 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, κάθε ατομική διοικητική πράξη, είτε αρμοδίως είτε αναρμοδίως εκδοθείσα, μπορεί να ανακαλείται, για οποιονδήποτε λόγο εξωτερικής ή εσωτερικής νομιμότητας, είτε από το όργανο που την εξέδωσε είτε από το όργανο, το οποίο είναι, κατά τον χρόνο της ανάκλησης, αρμόδιο για την έκδοσή της.
ΕλΣυν/Τμ.7/100/2011
Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία αποτελεί ειδικότερη έκφανση της αρχής της νομιμότητας, οι συστατικές ατομικές διοικητικές πράξεις δεν αναπτύσσουν αναδρομική ισχύ, δηλαδή τα έννομα αποτελέσματά τους δεν δύνανται να ανατρέχουν σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσής τους (ή της κοινοποίησης τους, όπου αυτή απαιτείται) και τούτο προεχόντως διότι η διοικητική ενέργεια προκαλείται και προσδιορίζεται με βάση την επικαιρότητα, τόσο από πλευράς τυπικής νομιμότητας (αρμοδιότητα οργάνου, τύπος, διαδικασία), όσο και από πλευράς ουσιαστικής νομιμότητας, με την έννοια ότι η συνδρομή των προϋποθέσεων εφαρμογής του νόμου πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο της ενέργειας. Κατ’ εξαίρεση της αρχής αυτής, η αναδρομική ισχύς τους αναγνωρίζεται μόνον στις περιπτώσεις που α) ρητώς επιτρέπεται από τις σχετικές διατάξεις ή σαφώς προκύπτει από αυτές, β) πρόκειται για πράξεις που εκδίδονται σε συμμόρφωση με αποφάσεις δικαστηρίων και γ) ανακαλείται παράνομη πράξη. Κατά τα παγίως δε γενόμενα δεκτά από το Δικαστήριο τούτο, η συμβατική δράση της Δημόσιας Διοίκησης αλλά και των Ν.Π.Δ.Δ, στα οποία συγκαταλέγονται και οι Ο.Τ.Α., διέπεται από την αρχή της νομιμότητας και όχι από τον κανόνα της συμβατικής ελευθερίας που θεσπίζει το άρθρο 361 Α.Κ. και επομένως στην ίδια, κατ’ αρχήν, προμνησθείσα απαγόρευση αναδρομικής ισχύος υπόκεινται και οι συμβάσεις που συνάπτουν οι Ο.Τ.Α., ιδίως στην περίπτωση που μέσω αυτών επιχειρείται η επικύρωση και η εκ των υστέρων νομιμοποίηση υποχρεώσεων, οι οποίες έχουν αναληφθεί παράνομα (βλ. Πράξεις VII Τμήματος 434, 394, 271/2010).
ΔΟΑ/οικ.8638/2013
ΘΕΜΑ: Μείωση των υπογραφών στις διοικητικές πράξεις και στα διοικητικά έγγραφα
ΔΟΑ/26601/2007
Μείωση των υπογραφών στις διοικητικές πράξεις και στα διοικητικά έγγραφα.
ΕλΣυν/Ζ.Κλ/55/2013
Προσυμβατικός-έλεγχος (...) Με τα δεδομένα αυτά η ελεγχόμενη σύμβαση δεν φέρει το αναγκαίο από το νόμο περιεχόμενο αφού δεν προσδιορίζεται σαφώς σ’ αυτήν το ακριβές χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής της, αλλά επαφίεται στο φορέα εκτέλεσής της να το καθορίσει μετά την υπογραφή της. Όμοια δεν συσχετίζεται η καταβολή των τμηματικών αμοιβών με το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσής της, ώστε να προκύπτει η αντιστοιχία μεταξύ παραδοτέων υπηρεσιών και τμηματικών πληρωμών και να δικαιολογείται ο συνολικός προϋπολογισμός της. Διευκρινίζεται ότι η έλλειψη παράθεσης στο σχέδιο