Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Κλ7/103/2015

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005

Παροχή υπηρεσιών συμβούλου για την τεχνική υποστήριξη και τη διαχείριση των συγχρηματοδοτούμενων έργων.Στο πλαίσιο ελέγχου της νομιμότητας της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης, το Ελεγκτικό Συνέδριο (δια του Κλιμακίου ή του αρμοδίου Επιτρόπου) υποχρεούται να προβεί σε παρεμπίπτοντα έλεγχο της νομιμότητας κάθε διοικητικής πράξης της σύνθετης διοικητικής ενέργειας του διαγωνισμού, χωρίς να δεσμεύεται από το τεκμήριο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, παρά μόνον από την ύπαρξη αποφάσεων των αρμοδίων Δικαστηρίων που δημιουργούν δεδικαμένο επί των κριθέντων ζητημάτων. Τούτο δε καθόσον, η διάταξη είναι γενική καλύπτουσα το σύνολο του ελέγχου που πραγματοποιεί το Δικαστήριο και οι ατομικές διοικητικές πράξεις που συνθέτουν τη διαδικασία ανάθεσης διαγωνισμού, αποτελούν τη γενεσιουργό αιτία της δαπάνης, ενώ περαιτέρω, αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα ματαίωνε κατ’ ουσίαν τον έλεγχο και δεν θα επέτρεπε την εκταμίευση δημοσίου χρήματος για την πληρωμή μη νομίμων δαπανών (πρβλ. απόφαση Ολομ. Ελ. Συν. 3035/2012, Πράξη VII Τμήματος 964/2009). Τέλος, σύμφωνα με τα κρατούντα στο χώρο του διοικητικού και δημοσιονομικού δικαίου, διοικητική πράξη είναι αυτή που, κατά το λειτουργικό κριτήριο, εκδίδεται από διοικητικό όργανο (αποτυπώνοντας τη βούλησή του), η οποία  θεσπίζει μονομερώς μία νομική ρύθμιση, μεταβάλλοντας την υφιστάμενη νομική ή πραγματική κατάσταση. (...)Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι ως μελέτη, υπαγόμενη στο ρυθμιστικό πεδίο του Ν. 3316/2005, ορίζεται το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών, κατά τρόπον ώστε να μην εξαντλείται στην καταγραφή των δεδομένων, αλλά μέσω της επεξεργασίας και της επιστημονικής ανάλυσης, να προχωρά στη διατύπωση συμπερασμάτων ή την υποβολή προτάσεων. Η αναλυτική επιστημονική και τεχνική εργασία και έρευνα δύναται να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην παραγωγή τεχνικού έργου ή να αφορά σε γνωστικό αντικείμενο που συνδέεται με τεχνικό έργο ή με την επέμβαση σε τεχνικό έργο ή με το σχεδιασμό ή την απεικόνιση αυτού (Πράξεις VII Τμήματος 211/2010, 199/2010, 185/2009, 102/2009, Πράξεις Κλιμ. Προλ. Ελέγχου  VII Τμήματος 34/2013, 27/2013, Πράξεις IV Τμήματος 216/2009, 179/2008, 178/2008). Στις μελέτες οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας  καθ’ εαυτής ιδιαίτερα με την προσφορά γνώσεων και ικανοτήτων από συγκεκριμένο επιστημονικό προσωπικό για ορισμένο χρόνο (Πράξεις VII Τμήματος 211/2010, 157/2010, 185/2009, 102/2009, Πράξη Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 34/2013). Στη σύμβαση παροχής υπηρεσιών, η οποία, ομοίως, ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν. 3316/2005, η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην αποτύπωση των δεδομένων συγκεκριμένης πραγματικής κατάστασης με τη διάθεση των γνώσεων και ικανοτήτων και άλλων μέσων, τα οποία αυτός διαθέτει ως επιστήμονας συγκεκριμένης ειδικότητας (Πράξεις Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 177/2014, 159/2012). Ως συμβάσεις παροχής υπηρεσιών νοούνται, ιδίως, οι συμβάσεις που αφορούν : α) στη σύνταξη των τευχών δημοπράτησης δημόσιου διαγωνισμού ανάθεσης μελέτης ή υπηρεσίας, β) στον έλεγχο και την επίβλεψη έργου ή μελέτης, όπου εντάσσεται, μεταξύ άλλων, η διαρκής παρακολούθηση και ο έλεγχος του αντικειμένου μίας σύμβασης έργου, η τήρηση φακέλου για την πορεία και την εξέλιξή της, η τήρηση εκθέσεων προόδου και η επικαιροποίηση του φακέλου του έργου, και γ) στην υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας. Οι περιπτώσεις των ως άνω υπηρεσιών διαφέρουν εννοιολογικά από τις υπηρεσίες του άρθρου 209 παρ.2 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα, κατά το ότι οι τελευταίες αποτελούν το αποτέλεσμα της δραστηριότητας του αναδόχου και των μέσων που αυτός διαθέτει χωρίς να είναι αναγκαία για την επίτευξη του αποτελέσματος στο οποίο κατατείνουν τα συμβαλλόμενα μέρη, η προσφορά εξειδικευμένων επιστημονικών γνώσεων και ικανοτήτων (Πράξη Κλιμ. Προλ. Ελέγχου VII Τμήματος 177/2014, Πράξεις ΙV Τμήματος 187/2011, 16/2010). Ο νομικός χαρακτηρισμός μιας συμβάσεως κρίνεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και συναρτάται με την υπαγωγή των διαπιστωθέντων πραγματικών καταστάσεων (ιδία του αντικειμένου της συμβάσεως, του σκοπού, τον οποίο επιδιώκουν τα συμβαλλόμενα μέρη και του καθεαυτού έργου ή της εργασίας που παρείχε ο ανάδοχος) στις ως άνω έννοιες της μελέτης και της παροχής απλών ή εξειδικευμένων υπηρεσιών, το τυχόν δε σφάλμα κατά την υπαγωγή συνιστά παράβαση νόμου.  Περαιτέρω, η ανάθεση παροχής υπηρεσιών για τις οποίες απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις, από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α΄ βαθμού, διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3316/2005, με τις οποίες θεσπίζεται, ως κύρια διαδικασία ανάθεσης αυτή της διενέργειας ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων τους, με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας προσφοράς. (...) Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη διότι ανατέθηκαν εξειδικευμένες υπηρεσίες του άρθρου 1 παρ.2 περ.β) του Ν. 3316/2005 με πρόχειρο διαγωνισμό, (κατ’ επίκληση των διατάξεων του Π.Δ/τος 28/1980, που εφαρμόζεται επί απλών υπηρεσιών), χωρίς τούτο να προβλέπεται από το εφαρμοστέο νομοθετικό πλαίσιο ΑΝΑΚΛΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗ ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/42/2015


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

EΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε.)/34/2013

Yπηρεσίες μέτρησης - προσημειώσεις κλιματολογικών συνθηκών(…) Εξάλλου, ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως σύμβασης υπηρεσιών ή μελέτης και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών (πράξη VII Τμήματος 102/2009). Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, ως μελέτη ορίζεται η αναλυτική επιστημονική και τεχνική εργασία και έρευνα σε συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο που αποβλέπει ή συνδέεται με τεχνικό έργο ή με την επέμβαση σε τεχνικό έργο ή αφορά στο σχεδιασμό ή στην απεικόνιση τεχνικού έργου. Στις περιπτώσεις των μελετών οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή εργασίας καθ' εαυτή ιδιαίτερα με την προσφορά γνώσεων και ικανοτήτων από συγκεκριμένο επιστημονικό προσωπικό για ορισμένο χρόνο που προσδιορίζεται είτε ημερολογιακά είτε σε συνάρτηση με ορισμένο γεγονός ή αποτέλεσμα της συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας (βλ πράξεις VII Τμήματος 211/2010, 157/2010, 102, 185/2009). Η ανάθεση εκπόνησης μελετών από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α) α΄ βαθμού, οι οποίες αποτελούν ειδική κατηγορία της μίσθωσης (ανάθεσης) ανεξαρτήτων υπηρεσιών, γίνεται σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 3316/2005. Με τις διατάξεις αυτές καθιερώνεται -όπως αντίστοιχα για τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών γενικά με τις διατάξεις που τις διέπουν (π.δ. 28/80 και π.δ. 60/2007)- ως κύρια διαδικασία ανάθεσης η διενέργεια ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού, ώστε να καθίσταται δυνατή η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι' αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ' εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. και πράξεις VII Τμ. 157/2010, 102/2009). Ειδικότερα, όσον αφορά τις μελέτες, επιτρέπεται, με απόφαση της Δημαρχιακής, ήδη Οικονομικής, Επιτροπής, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας περί εκπόνησης μελετών, ήτοι των διατάξεων του ν. 3316/2005, η απ' ευθείας ανάθεση της εκπόνησης μελέτης σε μελετητή ή μελετητικό γραφείο με πτυχίο Α΄ ή Β΄ τάξης, εφόσον η προεκτιμώμενη αμοιβή όλων των σταδίων της μελέτης δεν υπερβαίνει σε ποσοστό το 30% του ανώτατου ορίου αμοιβής πτυχίου Α΄ τάξης. Επίσης, επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση, με απόφαση Δημάρχου, κατ' άρθρο 209 παρ. 9 του Δημοτικού Κώδικα, υπηρεσιών οι οποίες, όμως, δεν υπάγονται στο ν. 3316/2005 περί μελετών. Η δε απευθείας ανάθεση μελετών και συμβάσεων συναφών υπηρεσιών μηχανικού του ν. 3316/2005, επιτρέπεται χωρίς δημοσίευση προκήρυξης μετά από διαπραγμάτευση με τρεις τουλάχιστον υποψηφίους που συγκεντρώνουν τα νόμιμα προσόντα, και στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται ειδικώς στο νόμο αυτό, μεταξύ των οποίων οι παρατιθέμενες ανωτέρω, περιπτώσεις στις οποίες κρίνεται απολύτως απαραίτητο και υφίσταται κατεπείγουσα ανάγκη, που οφείλεται σε γεγονότα απρόβλεπτα για την αναθέτουσα αρχή και δεν επιτρέπει την τήρηση των προθεσμιών δημοσίευσης της προκήρυξης του άρθρου 12 ή σε περιπτώσεις μελετών η προεκτιμώμενη αμοιβή των οποίων δεν υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ και συντρέχει επείγουσα περίπτωση για την ανάθεση μελέτης, οπότε για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή της επείγουσας περίπτωσης και σχετική αναγγελία στο Τ.Ε.Ε. με τα κρίσιμα στοιχεία της σύμβασης. Κατά συνέπεια, η απευθείας ανάθεση, χωρίς τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων και χωρίς επαρκή αιτιολόγηση από τον αναθέτοντα φορέα περί της ανάγκης προσφυγής στη διαδικασία αυτή, δεν είναι νόμιμη, ως εκ τούτου, δεν είναι νόμιμη ούτε η δαπάνη που προκαλείται από την εκπόνηση των μελετών αυτών ή την παροχή των οικείων υπηρεσιών (πρβλ. Πρ. VII Τμ. Ελ.Συν. 199/2010, 268/2009).(….)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη σκέψη ΙΙ, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από τον οικείο νόμο (3316/2005) ανοικτή ή κλειστή διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση μελέτης. Και ναι μεν ισχυρίζεται ο διατάκτης της δαπάνης ότι με τη σύμβαση δεν ανατέθηκε η εκπόνηση μελέτης, αλλά εργασία, που μπορεί να εκτελεστεί από οποιονδήποτε διαθέτει τον κατάλληλο εξοπλισμό και όργανα μέτρησης, τα ενδεδειγμένα λογισμικά προγράμματα, στα οποία έχει εκπαιδευτεί, ώστε να αποκτήσει τις κατάλληλες δεξιότητες και γνώσεις της χρήσης τους, συνεπώς μπορούσε να ανατεθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ.. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και τα παραδοτέα της σύμβασης που υπάρχουν σε αυτόν, αντικείμενό της ήταν σειρά απαιτητικών επιστημονικών μελετών (αρχιτεκτονική, βιοκλιματική, φυτοτεχνική, φωτοτεχνική, η/μ εγκαταστάσεων) και άλλες τεχνικές εργασίες και έρευνες (μετρήσεις, υπολ


ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)280/2013

Καταβολή του πρώτου τμήματος της αμοιβής του για την παροχή υπηρεσιών στο πλαίσιο του έργου «Ανάπλαση περιοχών Δ.Ε. ...... του Δήμου ...... στις γειτονιές 10-11-12 πράξεως εφαρμογής 33, στις γειτονιές 14-15 πράξεως εφαρμογής 37 και στις γειτονιές 9-13 πράξεως εφαρμογής 45 για τη δημιουργία θεματικών πυρήνων πρασίνου και αναψυχής» σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην από 16.3.2012, προγραμματική σύμβαση μεταξύ του ως άνω Δήμου και του ανωτέρω ν.π.δ.δ..(...)Κατά τις ανωτέρω διατάξεις, οι προγραμματικές συμβάσεις αποτελούν συμφωνίες που θέτουν το γενικό πλαίσιο για την οργάνωση και διαχείριση δημόσιων υπηρεσιών και την άσκηση κρατικών δραστηριοτήτων διαμέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης ή της καθ’  ύλη αποκεντρωμένης διοίκησης, με τη μελέτη και εκτέλεση έργων και προγραμμάτων ανάπτυξης μιας περιοχής και την παροχή υπηρεσιών κάθε είδους (πρβλ. Πράξη 195/2006 VII Τμ. Ελ.Συν., βλ. Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.). Σκοπός της σύναψης των προγραμματικών συμβάσεων μεταξύ των Δήμων και των λοιπών φορέων που αναφέρονται στις ανωτέρω διατάξεις είναι η ανάπτυξη της περιοχής, στην οποία εκτελούνται τα έργα ή προγράμματα ή παρέχονται οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της οικείας προγραμματικής σύμβασης. Τα έργα και τα προγράμματα που εκτελούνται στο πλαίσιο της προγραμματικής σύμβασης, όσο και οι υπηρεσίες που παρέχονται κατ’ εφαρμογή της πρέπει να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα (πρβλ. Πρακτικά 14ης  Συν/9.5.2006 και Πράξεις 304/2006, 171/2009 VII Τμ. Ελ.Συν., βλ. Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.) και να μην μπορούν –όσον αφορά ειδικότερα τις υπηρεσίες- να παρασχεθούν με άλλο τρόπο (βλ. Πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 68, 69/2012, 310/2010, 171/2009, 270/2008 κ.ά., Πράξη 219/2012 Κλ. Προλ. Ελ. Δαπανών στο VII Τμ. Ελ.Συν.).(...)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η οι ως άνω ανατεθείσες στο ...... υπηρεσίες δεν εμπίπτουν στην έννοια του ερευνητικού προγράμματος, καθόσον δεν τις χαρακτηρίζει το στοιχείο της πρωτοτυπίας, αλλά όπως προκύπτει άλλωστε από το άρθρο 5 της υπό κρίση σύμβασης πρόκειται, κατ΄ουσία, για σύνολο συνήθων μελετών (όπως χωροταξικών, αρχιτεκτονικών, στατικών, ηλεκτρομηχανολογικών και μελέτης φύτευσης), που εξυπηρετούν συγκεκριμένο και ειδικό αντικείμενο και εξαντλούνται στην εφαρμογή τους αυτή, για την ανάθεση των οποίων τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3316/2005. Ειδικότερα, και παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από το Δήμο ......, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν αποδεικνύεται η πρωτοτυπία του παραχθέντος από το ...... επιστημονικού έργου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη ότι το παραδοτέο αντικείμενο της επίμαχης προγραμματικής σύμβασης δεν αποκλίνει ουσιωδώς κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας από το παραδοτέο αντικείμενο στο πλαίσιο συνήθους σύμβασης ανάθεσης μελέτης, κατά τις διατάξεις του ν.3316/2005. Εξάλλου, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η ανάθεση των υπηρεσιών αυτών στα πλαίσια προγραμματικής σύμβασης προϋποθέτει την αδυναμία ανάθεσης τους με άλλο τρόπο. Εν προκειμένω και ενώ υπήρχε η δυνατότητα ανάθεσης μελετητικών υπηρεσιών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3316/2005, καταρτίστηκε η επίμαχη προγραμματική σύμβαση, η οποία συνιστά κατά την κρίση του Κλιμακίου κατ’επίφαση σύμβαση του άρθρου 100 του ν.3852/2010, υποκρύπτουσα ανάθεση συνήθων μελετών, διεπόμενων από τις διατάξεις του ν.3316/2005. Συνεπώς, η απευθείας ανάθεση της εκπόνησης των ως άνω μελετών στο ...... δεν είναι νόμιμη, διότι δεν συντρέχουν εν προκειμένω οι προβλεπόμενες στο άρθρο 10 του ν.3316/2005 προϋποθέσεις της απευθείας ανάθεσης μελέτης χωρίς τη διενέργεια διαγωνιστικής διαδικασίας και χωρίς δημοσίευση σχετικής προκήρυξης. Κατ’ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το κρίσιμο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, παρίσταται μη νόμιμη, συνεπώς αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί.

ΕλΣυν/7οΤμ.(ΚΠΕ)/204/2012

(...)Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι οι αστικές εταιρίες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, στις οποίες μετέχουν ως εταίροι περισσότεροι δήμοι ή και άλλοι φορείς αποτελούν δημοτικές επιχειρήσεις, οι οποίες συνεχίζουν να λειτουργούν και μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3852/20, μέχρι τη λήξη του χρόνου που προβλέπεται στη συστατική τους πράξη, παρατείνεται δε η διάρκεια τους μέχρι τη λήξη των ευρωπαϊκών προγραμμάτων που τυχόν διαχειρίζονται. Για την ομαλή δε λειτουργία των εταιρειών αυτών καταβάλλεται, χωρίς άλλες προϋποθέσεις, εκ μέρους των εταίρων η προβλεπόμενη από το καταστατικό τους ετήσια εισφορά, η οποία δεν συνιστά επιχορήγηση (βλ. απόφαση Τμήματος Μείζονος Συνθέσεως 682/2012 πράξεις VII Τμήματος 161, 74/2009, 205/2008 κ.ά.).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/300/2019

Καταβολή αποζημίωσης λόγω ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης: Με δεδομένα αυτά, η υποχρέωση του Δήμου να αποζημιώσει τις ιδιοκτήτριες από την επιβληθείσα ρυμοτομική απαλλοτρίωση εξαντλήθηκε με την ανταλλαγή των οικοπέδων ώστε οι διατάξεις περί απαλλοτρίωσης να μην μπορούν να αποτε-λέσουν νόμιμο έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης. Εξάλλου, υπό την εκδοχή ότι η επίμαχη δαπάνη ερείδεται στις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.ΝΑΚ περί αποζημιωτικής ευθύνης του δήμου έναντι τρίτων για τις ζημίες που τους προκάλεσαν τα όργανά του κατά την εκτέλεση ή από την παράλειψη εκτέλεσης των ανατεθειμένων σ’ αυτά καθηκόντων, δεν υπάρχει τελεσίδικη δικαστική απόφαση    ή πρακτικά δικαστικού (Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο Ι Τμ. 271/2013)        ή εξώδικου (Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 340/2013, 236/2014, 7/2016) συμβιβασμού που να καταφάσκουν αυτήν την ευθύνη. Περαιτέρω, δεν προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η ζημία των ιδιοκτητριών του απαλλοτριω-θέντος οικοπέδου από την έκδοση οικοδομικής άδειας που κατέστη αδύνατον να υλοποιηθεί, συνδέεται αιτιωδώς με πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του Δήμου. Ειδικότερα, δεν αξιολογούνται τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά, ιδίως    η ενδεχόμενη συνυπαιτιότητα των ιδιοκτητριών που γνώριζαν ότι η οικοδομική άδεια αφορούσε ακάλυπτο οικόπεδο ούτε γίνεται εμπεριστατωμένη υπαγωγή αυτών των πραγματικών περιστατικών σε ειδικό κανόνα δικαίου που να περιγράφει κατά τρόπο σαφή τις αρμοδιότητες των δημοτικών οργάνων αναφορικά με τις αποδιδόμενες  σ’ αυτά πράξεις ή παραλείψεις (πρβλ. Ελ. Συν. Πρ. Κλιμ. Προλ. Ελ. Δαπ. στο VII Τμ. 7/2016).


Ελσυν/Τμ 7/84/2009

Εξόφληση 8ου λογαριασμού έργου. Μη νόμιμη η χρήση του κονδυλίου των απρόβλεπτων δαπανών για την εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών με το 2ο Α.Π.Ε., αφού αυτές οι επιπλέον εργασίες μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί κατά την εκπόνηση της αρχικής μελέτης, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ.2 εδ.β΄του άρθρου 43 του π.δ. 609/1985. Όμοια η 113/2009 πράξη του ιδίου Τμήματος, δεν ανακαλεί τη 291/2008, (συγγνωστή πλάνη). Όμοιες οι 163,321/2009 πράξεις του ιδίου Τμήματος Όμοια η 334/2009 πράξη του ιδίου Τμήματος, (συγγνωστή πλάνη


ΕλΣυν/Τμ.4/200/2011

Από το σύνολο των ως άνω διατάξεων, καθώς και την εισηγητική έκθεση του Ν. 3316/2005, σύμφωνα με την οποία η έκδοσή του είχε ως σκοπό τη συγκέντρωση «ολόκληρου του θεσμικού πλαισίου ανάθεσης των μελετών και συναφών υπηρεσιών σε ένα νομοθέτημα, το οποίο δεν χρειάζεται οτιδήποτε άλλο για την εφαρμογή του, αφού είναι αυτάρκες …», συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι οι διατάξεις περί διαδικασιών αναθέσεως των δημοσίων συμβάσεων μελετών, δηλαδή συμβάσεων που συνιστούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο (Πράξεις IV Τμήματος 178/2008, 179/2008, 216/2009), το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών σε κατηγορίες που, μεταξύ άλλων, αφορούν σε συγκοινωνιακά έργα, μελέτες εναέριων μεταφορικών μέσων καθώς και κυκλοφοριακές μελέτες, εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση επιλογής αναδόχου εφόσον η αναθέτουσα αρχή είναι το Δημόσιο. Σύμφωνα δε με το νέο αυτό θεσμικό πλαίσιο, το οποίο διέπει την ανάθεση όλων των μελετών που υπάγονται σε αυτό, η επιλογή αναδόχου διενεργείται, κατά κανόνα, με τη διαδικασία του ανοικτού ή κλειστού διαγωνισμού και μόνον εφόσον συντρέχουν ορισμένες αυστηρές προϋποθέσεις με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), ενώ δεν προβλέπεται καθόλου η διαδικασία του πρόχειρου μειοδοτικού διαγωνισμού. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, που σε συνδυασμό με την Υπουργική Απόφαση 2/45564/0026/2001 (Β΄1066), επιτρέπουν την ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών μετά από πρόχειρο διαγωνισμό, εφόσον η αξία αυτών δεν υπερβαίνει το ποσό των 45.000 ευρώ, δεν δύνανται να τύχουν εφαρμογής σε διαδικασίες ανάθεσης μελετών, οι οποίες ρυθμίζονται εξαντλητικά από τις προαναφερόμενες διατάξεις (πρ. βλ. Πράξεις IV Τμήματος 19, 58 και 180/2010).


ΕΣ/ΤΜ.7(Κ.Π.Ε)106/2013

«Σχέδιο Χωρικής Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης (ΣΧΟΟΑΠ)/Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) Δήμου ......»(…) Ειδικότερα, για τη νόμιμη σύναψη συμπληρωματικής σύμβασης μελέτης με τον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης πρέπει να υπάρχουν επιπρόσθετες εργασίες που κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση της σύμβασης και είτε δεν ήταν δυνατόν να διαχωριστούν από τεχνική και οικονομική άποψη από την κύρια σύμβαση είτε ήταν αναγκαίες για την ολοκλήρωση και την τελειοποίησή της, ενώ περαιτέρω οι εργασίες αυτές πρέπει να οφείλονται σε περιστάσεις, που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν κατά την σύναψη της αρχικής σύμβασης. Κατά την πάγια νομολογία δε του Δικαστηρίου τούτου (βλ. αποφάσεις Τμ. Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης 3210, 2489/2011, πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 412, 296/2010, 279, 277/2008) ως απρόβλεπτες περιστάσεις θεωρούνται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης και αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού του αρχικού συμβατικού αντικειμένου ή η διαφορά στην αμοιβή της αναδόχου που προκαλείται συνεπεία αυτού, δεν αφορά σε μελέτες πρόσθετες ή νέες που δύνανται να περιληφθούν σε συμπληρωματική σύμβαση.  Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται απλώς η αύξηση του προϋπολογισμού του αρχικού αντικειμένου ώστε να καλυφθούν οι διαφορές στην κοστολόγηση, οι οποίες προέκυψαν κατά την εκτέλεσή του και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ενταχθούν σε συμπληρωματική σύμβαση (απόφαση VI Τμήματος 2503/2009). Εξάλλου, η συνολική αμοιβή των συμπληρωματικών εργασιών δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% της αρχικής συμβατικής αμοιβής, σε κάθε περίπτωση δε οι συμπληρωματικές αυτές εργασίες εκτελούνται μόνο μετά την σύνταξη συγκριτικού πίνακα που τις περιλαμβάνει, ο οποίος εγκρίνεται πριν εξαντληθεί η συνολική προθεσμία για την περαίωση του μελετητικού έργου (βλ. πράξεις VII Τμήματος 182/2009, 279/2008).(..) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, το Κλιμάκιο κρίνει ότι μη νομίμως συνήφθη η 1η Συμπληρωματική Σύμβαση της κρίσιμης μελέτης, διότι η μεν αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της αμοιβής των γεωλογικών μελετών δεν μπορεί να περιληφθεί, ως αυτοτελές κονδύλιο σε συμπληρωματική σύμβαση, καθόσον δεν αφορά σε πρόσθετες ή νέες μελέτες που χρειάζεται να εκπονηθούν εξαιτίας της συνδρομής απρόβλεπτων περιστάσεων, οι δε ρυθμίσεις της Υ.Α. οικ.37691/12.9.2007, με τις οποίες μεταβλήθηκαν οι προδιαγραφές και η διαδικασία εκπόνησης των γεωλογικών μελετών Γ.Π.Σ./Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π., αφενός δεν συνιστούν περίσταση που δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, καθώς είχαν ήδη τεθεί σε ισχύ σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της υπογραφής αυτής (στις 14.9.2007, ενώ η αρχική σύμβαση υπεγράφη στις 16.1.2008), αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 9 της από 10.7.2006 διακήρυξης του διαγωνισμού, έπρεπε να αποτελούν το θεσμικό πλαίσιο εκπόνησης των μελετών της αρχικής σύμβασης, ενώ για την πρόσθετη αμοιβή των μελετητών από το ενδεχόμενο της τροποποίησης του ισχύοντος κατά το χρόνο δημοσίευσης της προκήρυξης θεσμικού πλαισίου (της Υ.Α. ΥΠΕΧΩΔΕ 9572/1845/2000), που αφορούσε το σκέλος της γεωλογικής διερεύνησης της μελέτης, είχε προβλεφθεί μέρος του ποσού των 30.000,00 ευρώ, το οποίο είχε προστεθεί στην προεκτιμώμενη αμοιβή της αρχικής σύμβασης. Επιπλέον, μη νομίμως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 περ. β΄ της Υ.Α. 37691/12.9.2007, η ανάδοχος εταιρεία δεν διέθετε πτυχίο στην κατηγορία 20 του Μητρώου μελετητών Δημοσίων Έργων, έλλειψη η οποία δεν καλύπτεται από το πτυχίο του ειδικού συνεργάτη της μελετητή, καθώς οι επικαλούμενες μεταβατικές διατάξεις της ως άνω Υ.Α. δεν εφαρμόζονται εν προκειμένω, εφόσον ρυθμίζουν περιπτώσεις μελετών που κατά το χρόνο ισχύος των κρίσιμων διατάξεων (στις 14.9.2007) ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη και όχι μεταγενεστέρως ανατεθεισών μελετών(…)

ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/194/2013

«Μελέτης τοπογραφίας για την ανάπλαση της περιοχής αθλητισμού και αναψυχής(…)Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 37 παρ. 2 εδ. α΄ του  ν. 3801/2009 (ΦΕΚ Α΄ 163), οι Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, όπως αυτές ενδεικτικώς περιγράφονται στο άρθρο 75 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και οριοθετούνται με το άρθρο 102 του Συντάγματος, δύνανται νομίμως να προβαίνουν στη διάθεση πιστώσεων και την συνακόλουθη καταβολή δαπανών, που δεν προβλέπονται μεν από διάταξη νόμου, όμως: α) είναι λειτουργικές για τον οικείο Ο.Τ.Α., συνάδουν δηλαδή προδήλως με την αποστολή και τις αρμοδιότητές του και συμβάλλουν στην εκπλήρωση των σκοπών του ή στην αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών του, υπό την έννοια ότι η μη πραγματοποίησή τους θα προκαλούσε πρόβλημα στην παροχή υπηρεσίας ή θα εμπόδιζε την επιδίωξη των νόμιμων σκοπών του,  β) σχετίζονται με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων εκ μέρους του Ο.Τ.Α., οι οποίες προάγουν τα κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά και οικονομικά συμφέροντα των δημοτών του ή συμβάλλουν στην ενεργό συμμετοχή τους για την προαγωγή των τοπικών υποθέσεων και δραστηριοτήτων του Ο.Τ.Α και γ) ανταποκρίνονται στο ανάλογο ή προσήκον μέτρο, χωρίς να υπερβαίνουν τα εύλογα όρια που διαγράφονται με την τήρηση της αρχής της οικονομικότητας, ενόψει των συνθηκών πραγματοποίησής τους. Επίσης, γίνεται  δεκτό από την νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι όταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση των σκοπών των Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδήλωσης του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. και επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους, με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους. Κατ’ εξαίρεση, είναι επιτρεπτή, στο βαθμό που αυτό επιβάλλεται από τις αρχές αναγκαιότητας και αποδοτικότητας, η ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, μόνον όταν είτε αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, που το συμφέρον του νομικού προσώπου επιβάλλει να ανατεθούν σε τρίτους με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένα, δεν διαθέτει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πράξεις VII Τμ. Ελ.Συν. 16/2012, 309, 176, 114, 85/2011, Κλ. Προλ. Ελ. VII Τμ. 55, 106/2012), είτε αποδεικνύεται ότι, αν και προβλέπεται από τις οικείες οργανικές διατάξεις η σύσταση και λειτουργία αρμόδιας για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών υπηρεσίας, αυτή δεν έχει στελεχωθεί με το προβλεπόμενο προσωπικό άνευ υπαιτιότητας του ενδιαφερόμενου Ν.Π.Δ.Δ. (βλ. Ελ.Συν. Κλιμ. VII Τμ. πράξεις 15, 63, 71/2013, 26, 70, 75/2012).(...) . Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η ως άνω μελέτη αφορά μεν σε αντικείμενο που εμπίπτει στα καθήκοντα και στις αρμοδιότητες του υπηρετούντος στο Δήμο προσωπικού, καθόσον δεν είναι ειδικής φύσεως, πλην όμως από τα στοιχεία του φακέλου, και ειδικότερα από το 15784/17.4.2013 έγγραφο του Διευθυντή Τεχνικών Υπηρεσιών προκύπτει αδυναμία της αρμόδιας υπηρεσίας (Τμήμα Κτιριακών και Υπαίθριων Έργων της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών) να προβεί στην έγκαιρη εκπόνησή της, λόγω ανεπαρκούς στελέχωσής της και έλλειψης κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού. Ως εκ τούτου, νομίμως ο Δήμος ανέθεσε την εκπόνηση της εν λόγω μελέτης σε ιδιώτη

ΕλΣυν/Τμ.6/895/2012

Εννοια δημοσίου έργου.Δημόσιο έργο είναι το έργο που εκτελείται για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος καθόσον καλύπτει βασικές ανάγκες της κοινωνίας, συμβάλλει στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνατοτήτων και γενικά αποσκοπεί στη βελτίωση της ζωής των πολιτών. Από τεχνικής απόψεως δημόσιο έργο αποτελεί ένα σύνολο πράξεων και εργασιών που διενεργούνται από δημόσιους φορείς, στους οποίους περιλαμβάνονται οι Περιφέρειες, το οποίο κατατείνει στην κατασκευή, επισκευή, επέκταση, ανακαίνιση ή συντήρηση έργου, και απαιτεί, λόγω της πολυπολοκότητάς του, εξειδικευμένη τεχνική γνώση και επέμβαση, δηλαδή χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και αντιστοίχων μέσων και προορίζεται να επιτελεί καθ’ εαυτό μία οικονομική και τεχνική λειτουργία επιφέροντας ένα άρτιο λειτουργικό αποτέλεσμα (Απόφαση VI Τμήματος 3371/2011, Πράξη ΙV Τμήματος 31/2010, Εφ.Λάρισας 45/2004). Το δημόσιο έργο πρέπει να συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί συστατικό αυτού κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ. και να μην μπορεί να αποχωρισθεί από αυτό χωρίς βλάβη ή αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού του (Πράξεις VII Τμήματος 24/2009, 3/2009, ΙV Τμήματος 31/2010, 196/2008, ΣτΕ 329/2007, 808/1997, 1426/1997). Αντιθέτως, όταν για την επίτευξη ενός αποτελέσματος απαιτούνται απλές εργασίες, χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις και μεθόδους, χωρίς τη χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού ή ιδιαίτερων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων, καθώς και όταν το αποτέλεσμα των ενεργειών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, τότε πρόκειται για εκτέλεση εργασιών ή παροχή υπηρεσιών (Απόφαση VI Τμήματος 3371/2011, Πράξεις VII Τμήματος 203/2011, 202/2011, 94/2011, 403/2010, 308/2009, 3/2009, 285/2008). Ακολούθως, όταν πρόκειται για δημόσιο έργο, κατά την ως άνω έννοια, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 57 παρ.3 και 17 παρ.7 του Κώδικα δημοσίων έργων, οι οποίες προβλέπουν την επιβάρυνση της απαιτούμενης δαπάνης με γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος καθώς και με το κονδύλιο των απροβλέπτων δαπανών, υπολογιζόμενα σε ποσοστό επί της αξίας των εκτελεσθησομένων εργασιών κατασκευής του έργου. Τέλος, όταν μία σύμβαση έχει μεικτό χαρακτήρα διότι σε αυτήν περιλαμβάνονται τόσο η εκτέλεση έργου όσο και η παροχή υπηρεσιών, η σύμβαση χαρακτηρίζεται από το κύριο αντικείμενο αυτής, υπολογιζόμενο από την αξία αυτού καθώς και τον παρεπόμενο χαρακτήρα των λοιπών αντικειμένων σε σχέση με το πρωτεύον τοιούτο (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 19.4.1994 στη C-331/92, Cestiόn Hotelera Internacional, σκ. 20-29, απόφαση ΔΕΚ της 18.11.1999 στη C-107/98, Teckal, σκ. 38).(...)V. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι το αντικείμενο του κρινόμενου διαγωνισμού αφορά στην εκτέλεση έργου και όχι στην παροχή υπηρεσιών καθόσον πρόκειται για συντήρηση του υφιστάμενου δικτύου άρδευσης και στράγγισης της πεδιάδας της Άρτας. Ειδικότερα, για την πραγματοποίηση του καθαρισμού των τάφρων και των διωρύγων απαιτείται όχι μόνον η αποψίλωση της βλάστησης από τα πρανή και την κοίτη και η αποκομιδή των φερτών υλικών, αλλά, κατά κύριο λόγο, η αποκατάσταση της διατομής των τάφρων και των διωρύγων ώστε να επαναφερθούν τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους (πλάτος, βάθος και κατά μήκος κλίση) στις πρότερες διαστάσεις καθώς και η διαμόρφωση, με εκσκαφές ακριβείας, ο πυθμένας και τα πρανή για να είναι επιτρεπτή η απρόσκοπτη διέλευση του νερού. Προς τούτο απαιτείται η χρήση ιδιαίτερων τεχνικών μέσων (ειδικοί εκσκαφείς συγκεκριμένης ισχύος κ.λπ.), που περιγράφονται στην τεχνική έκθεση και κυρίως, η πραγματοποίηση των εργασιών υπό την επίβλεψη, την καθοδήγηση και τις οδηγίες των ειδικών μηχανικών ή μηχανολόγων μηχανικών του αναδόχου και της Υπηρεσίας, ενώ περαιτέρω η άμεση σύνδεση των εργασιών κατά τρόπο σταθερό και διαρκή με το έδαφος είναι αυτονόητη.


ΕΣ/Τ7/107/2009

Μόνο δε σε περίπτωση λύσης της σύμβασης κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ο εργοδότης Δήμος έχει τη δυνατότητα να αναθέσει τυχόν τμήμα της μελέτης που δεν εκπονήθηκε σε άλλο μελετητή ακολουθώντας τη νόμιμη διαδικασία, διαφορετικά, δηλαδή εφόσον η σύμβαση δεν έχει καθ΄ οιονδήποτε τρόπο λυθεί, εξακολουθεί και δεσμεύει τα συμβαλλόμενα μέρη ως προς το σύνολο των δικαιωμάτων υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν.Σε περίπτωση δε καταβολής αμοιβής για την εκπόνηση μελέτης κατά τις διατάξεις του ν. 3316/2005, απαραίτητα κατά νόμο δικαιολογητικά εκκαθάρισης και εξόφλησης της σχετικής δαπάνης αποτελούν, μεταξύ άλλων, η έκδοση βεβαίωσης από τη διευθύνουσα υπηρεσία για την περαίωση των εργασιών της σύμβασης, μετά από σχετική εισήγηση του επιβλέποντα καθώς και η εγκριτική της μελέτης απόφαση του αρμόδιου κατά νόμο οργάνου που είναι το οικείο Δημοτικό Συμβούλιο (βλ. άρθρο 93 παρ. 4 ν. 3463/2006 και απόφαση 40700/2006 των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., ΦΕΚ Β΄ 1196), ώστε να αποδεικνύεται η εκπλήρωση της παροχής από τον ανάδοχο και μάλιστα η εκπλήρωση σύμφωνα με τους όρους της επισυναπτόμενης στο οικείο χρηματικό ένταλμα σύμβασης (βλ. Πράξεις VII Τμ. 7/2005, 165/2007). Συνεπώς, η μη έκδοση ή μη νόμιμη έκδοση των ως άνω δικαιολογητικών καθιστά την εντελλόμενη δαπάνη μη κανονική (πρβλ. Πράξεις VII Τμ.165/2007, 93, 261/2006 και IV Τμ.172/2006).