Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΑΠ/2126/2007

Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 2084/1992

ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ:..Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, σχετικά με τον ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, περί συμφωνίας αυτής με τον αναιρεσίβλητο, όπως συμψηφίζονται οι προσαυξήσεις για την εργασία του τις Κυριακές και τη νύχτα στις καταβαλλόμενες σ' αυτόν υπέρτερες αποδοχές, τα εξής : Δεν αποδείχθηκε ότι μεταξύ των διαδίκων, κατά την πρόσληψη του ενάγοντος, συμφωνήθηκε ότι οι τυχόν καταβαλλόμενες σ' αυτόν μεγαλύτερες αποδοχές των όσων δικαιούταν με βάση τις οικείες συλλογικές συμβάσεις θα κάλυπταν τις αμοιβές του για τα επιδόματα και τις προσαυξήσεις που δικαιούταν αυτός. Από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει κατάρτιση τέτοιας συμφωνίας, ενόψει και του ότι το μεγαλύτερο συνολικό ποσό που κατέβαλε η εναγομένη στον ενάγοντα στην αρχή της εργασιακής τους σχέσης, δηλαδή το ποσό των 1.326,44 €, ήταν ασήμαντο και δεν μπορούσε να καλύψει τα υπέρμετρα μεγαλύτερο ποσό (13.432,63 Ευρώ), που δικαιούνταν αυτός με βάση το χρόνο και το είδος της εργασίας του που προσέφερε στην εναγομένη κατά το επίδικο χρονικό διάστημα. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο απέρριψε τον ανωτέρω ισχυρισμό της αναιρεσείουσας ως κατ' ουσίαν αβάσιμο. Με τον τέταρτο λόγο της αναιρέσεως αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθμ. 19 ΚΠολΔ, διότι δεν έχει καθόλου αιτιολογίες και περιέχει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες ως προς το ανωτέρω ζήτημα, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον η προσβαλλομένη απόφαση περιέχει πλήρεις αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την απορριπτική κρίση του ανωτέρω ισχυρισμού της αναιρεσείουσας, ως και του ισχυρισμού της περί εξοφλήσεως της αμοιβής του αναιρεσιβλήτου για την εργασία του τις ημέρες του Σαββάτου, των Κυριακών και τη νυχτερινή του εργασία, με βάση την ανωτέρω συμφωνία του συμψηφισμού. Μετά από αυτά πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το προαναφερόμενο μέρος της και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο με άλλη σύνθεση (άρθρ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΣΤΕ/1960/2009

Επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 4575/2002 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.Επειδή, περαιτέρω, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, καθόσον το Εφετείο δεν προέβη σε διαπίστωση για το πρόγραμμα που είχε υλοποιήσει η εταιρεία μέχρι την ημέρα του ελέγχου, ούτε ότι δεν συνέχισε την υλοποίηση του, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας, σύμφωνα με την οποία έπρεπε να μη της καταβληθεί μόνο η δαπάνη του μαθήματος που δεν εκτελέσθηκε λόγω της αναβολής του. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι όπως προκύπτει από τις διατάξεις που παρατέθηκαν στην τρίτη σκέψη, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων αυτών, κατά την εκτέλεση του προγράμματος επιμόρφωσης, προβλέπεται ως συνέπεια μόνο η διακοπή της χρηματοδότησης του συνολική (πρ. βλ. Σ.τ.Ε. 1028/2004). Ακόμη, η αναιρεσείουσα προβάλει ότι καθ΄ ερμηνεία των διατάξεων της ως άνω Υπουργικής απόφασης και των άρθρων 380, 382 και 386 του Αστικού Κώδικα, η διακοπή της χρηματοδότησης δεν ενεργεί αναδρομικώς αλλά μόνο για το μέλλον, διότι αποτελεί καταγγελία και όχι υπαναχώρηση από τη σύμβαση. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού στην προκείμενη περίπτωση δεν πρόκειται για συμβατική σχέση, αλλά για σχέση δημοσίου δικαίου της μονομερούς δηλαδή έγκρισης του προγράμματος επιμόρφωσης του προσωπικού της αναιρεσείουσας. Τέλος, η αναιρεσείουσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, διότι το Εφετείο παρανόμως δεν απάντησε στον επικουρικό λόγο της αγωγής της για απόδοση του αιτούμενου ποσού κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον ορθώς απερρίφθη σιγή από το Εφετείο ως μη ουσιώδης, αφού δεν νοείται αδικαιολόγητος πλουτισμός από νόμιμη αιτία, δηλαδή με βάση νόμιμη διοικητική πράξη, όπως κρίθηκε ανωτέρω.


ΣΤΕ/2817/2006

Δημοσίευση κανονιστικών διοικητικών πράξεων:..Επειδή, από τα άρθρα 42 παρ. 1 και 35 παρ. 1 του Συντάγματος προκύπτει η βασική αρχή, που ερείδεται και σε άλλες συνταγματικές διατάξεις, ότι για την τελείωση των τυπικών νόμων και των προεδρικών διαταγμάτων, αλλά και των λοιπών κανονιστικού χαρακτήρα διοικητικών πράξεων, απαιτείται, ως συστατικό στοιχείο του κύρους τους, η δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με τη δημοσίευση η κανονιστική ρύθμιση καθίσταται προσιτή στους πολίτες, δημιουργείται τεκμήριο γνώσης της και καθίσταται εφικτός ο έλεγχος της νομιμότητας των κανονιστικών διοικητικών πράξεων από το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα λοιπά δικαστήρια. Ειδικά, όμως, για τις λοιπές, πέραν των προεδρικών διαταγμάτων, κανονιστικού περιεχομένου διοικητικές πράξεις, ο νομοθέτης μπορεί να καθορίσει γενικό ή ειδικούς, κατά περίπτωση, τρόπους δημοσιεύσεως με άλλο πρόσφορο μέσο, που προσιδιάζει στο αντικείμενο και το χαρακτήρα της επιχειρούμενης ρυθμίσεως (ΣτΕ 4108, 4109/1999 Ολ., 3322/2005)Επειδή, όπως συνάγεται από το αναφερόμενο στην προσβαλλόμενη απόφαση περιεχόμενό της (καθορισμός αποδοχών Γενικού Διευθυντή της …), η 20286/Ζ2/2361/21-9-1989 απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως, η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 3 του άρθρου 20 ν. 1730/1987, έχει κανονιστικό χαρακτήρα και για να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση έπρεπε να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις. Τέτοια δημοσίευση όμως δεν έγινε, όπως προκύπτει από το 3461/22-9-2006 έγγραφο του αναιρεσείοντος Ταμείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας σε συνδυασμό με το Γ162534/20-9-2006 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το εν λόγω Ταμείο, τα οποία περιήλθαν στο Δικαστήριο μετά την 1423/2006 αναβλητική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τα δεδομένα αυτά, μη νομίμως το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών εφάρμοσε την πιο πάνω ανυπόστατη υπουργική απόφαση. Για το λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.


ΑΠ 457/2007

Κατά το άρθρο 17 του ν. 2145/1993 τα πολιτικά και διοικητικά δικαστήρια, όταν δικάζουν αγωγές που στρέφονται κατά ΝΠΔΔ και έχουν, από οποιονδήποτε γενεσιουργό λόγο, αξιώσεις που συνδέονται με δαπάνες τους οι οποίες υπόκεινται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεν εκδίδουν οριστική απόφαση αν δεν προσάγεται για μεν την περίπτωση που έχει αποφανθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο η οικεία πράξη του αρμόδιου τμήματός του, για δε την περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί η εκκρεμεί στο τμήμα τέτοια υπόθεση, σχετική βεβαίωση του γραμματέα αυτού.Εν προκειμένω, το αναιρεσείον ΝΠΔΔ, υπό την επίκληση του άρθρου 560 αριθμ.1 ΚΠολΔ, αποδίδει στο Εφετείο την αιτίαση ότι κατά παραβίαση της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 17 του ν. 2145/1993 δεν απέσχε της εκδικάσεως της υπόψη υποθέσεως, καίτοι επ' αυτής είχε επιληφθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο και μάλιστα είχε εκδώσει την με αριθμό 154/2000 πράξη του πρώτου τμήματος. Ο λόγος αυτός της αναιρέσεως είναι αβάσιμος..


ΠΔ.142/2013

Εφαρμογή της τηλεοπτικής συνεδρίασης σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΠολΔ.


ΣΤΕ/3562/2010

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ: (...) Η αναιρεσείουσα κοινοπραξία, με την νέα σύνθεσή της, δεν είχε νόμιμη αξίωση για την κατακύρωση σ αυτήν του αποτελέσματος του διαγωνισμού και, επομένως, ανεξαρτήτως των αιτιολογιών με τις οποίες η Διοίκηση διέκοψε τις διαπραγματεύσεις με αυτήν, περίπτωση ματαιώσεως της αυξήσεως της περιουσίας της, καθώς και της δεύτερης αναιρεσείουσας, όπως ισχυρίσθηκαν με την αγωγή τους, εξ αιτίας της διακοπής των διαπραγματεύσεων δεν υφίστατο. Συνεπώς, καθ όσον αφορά τις συγκεκριμένες αξιώσεις διαφυγόντος κέρδους, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., και, ειδικότερα, η προϋπόθεση της προκλήσεως συγκεκριμένης ζημίας στην κοινοπραξία, όπως νομίμως έκρινε το διοικητικό εφετείο και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι αβάσιμα και απορριπτέα. Ειδικότερα, αβασίμως, κατά τα προεκτεθέντα, προβάλλεται ότι η μεταβολή της συνθέσεως της κοινοπραξίας μετά την υποβολή των προσφορών ήταν, κατά τον νόμο, επιτρεπτή.


ΝΣΚ/6/2018

Ασφάλιση υπαλλήλου σε Ασφαλιστικό Οργανισμό των Η.Π.Α. πριν την 1η/1/1993 – Δυνατότητα να ληφθεί υπόψη ο χρόνος αυτής ως χρόνος ασφάλισης στο Δημόσιο, προκειμένου να χαρακτηριστεί ο υπάλληλος ως «παλαιός ασφαλισμένος», κατά την έννοια της διάταξης της παρ.5 του άρθρου 5 του ν. 2320/1995. Υπάλληλος ασφαλισμένη σε οργανισμό κύριας ασφάλισης (ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) στις 23/12/1991, ήτοι πριν από την 1η/1/1993, χαρακτηρίζεται εξ αυτού και μόνον ως «παλαιά ασφαλισμένη», κατά την έννοια της παρ.5 του άρθρου 5 του ν. 2320/1995, με τις συνέπειες που ο χαρακτηρισμός αυτός συνεπάγεται, και ασχέτως του συνυπολογισμού ή μη του προγενέστερου χρόνου ασφάλισής της σε Ασφαλιστικό Οργανισμό των Η.Π.Α. (ομόφ.)


ΣΤΕ/4262/2011

Καταβολή ασφαλιτσικών εισφορών:Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι το δικάσαν διοικητικό εφετείο στήριξε την κρίση του στη μαρτυρική κατάθεση του ... ενώπιον της ΤΔΕ, η οποία δεν ενισχύεται από άλλο αποδεικτικό στοιχείο, ούτε καν από τις επίμαχες συμβάσεις. Ο λόγος αυτός, κατά το μέρος που με αυτόν αμφισβητείται η εκτίμηση των αποδείξεων από το δικαστήριο της ουσίας, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Κατά το μέρος δε που με το λόγο αυτό προβάλλεται ότι τα αναφερόμενα στην ανωτέρω μαρτυρική κατάθεση (ως προς την παροχή των υπηρεσιών των ανωτέρω εργαζομένων σύμφωνα με τις οδηγίες των αρμοδίων προϊσταμένων τους, οι οποίοι καθόριζαν τα καθήκοντά τους) δεν ενισχύονται ούτε από τις επίμαχες συμβάσεις, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι, όπως εξετέθη ανωτέρω, στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση βεβαιώνεται ότι από τις σχετικές συμβάσεις μισθώσεως έργου προκύπτει ότι οι ανωτέρω εργαζόμενες ανέλαβαν τις εργασίες που αναφέρονται στις συμβάσεις αυτές, συμμορφούμενες προς τις οδηγίες και εντολές των αρμοδίων οργάνων των οικείων υπηρεσιών. Εξάλλου, το πρώτον κατ’ αναίρεση προβάλλει το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο ότι η απασχόληση των ανωτέρω εργαζομένων, για την οποία κατέθεσε ο ως άνω πρόεδρος της Νομαρχιακής Επιτροπής, αφορούσε εργασία τους στις υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως …, η οποία αποτελεί διακριτό σε σχέση με το Δημόσιο νομικό πρόσωπο.


ΕΣ/ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ/877/2016

Δημόσιοι υπόλογοι-Προσαυξήσεις(…) Οι προσαυξήσεις υπολογίζονται από τότε που ο υπόλογος όφειλε να ενεργήσει την είσπραξη, επί καθυστερημένης εισαγωγής των εισπράξεων από τότε που αυτός όφειλε να εισαγάγει τα εισπραχθέντα στο Δημόσιο Ταμείο και επί ελλείμματος από την ημέρα κατά την οποία εξακριβώθηκε ότι έλαβε χώρα το έλλειμμα και, αν η εξακρίβωση είναι αδύνατη, από τότε που το έλλειμμα ανακαλύφθηκε κατά την επιθεώρηση ή την παράδοση. Εάν η εξακρίβωση του ελλείμματος γίνεται μετά τη λήξη του οικονομικού έτους στη διαχείριση του οποίου αναφέρεται το έλλειμμα και είναι αδύνατος ο προσδιορισμός της ημέρας ή του μήνα κατά την οποία έλαβε χώρα τούτο, οι προσαυξήσεις υπολογίζονται από τη λήξη του οικονομικού έτους ή της διαχείρισης. Η επιβολή των προσαυξήσεων κατ’ ενάσκηση δέσμιας αρμοδιότητας συνιστά μέτρο αποκατάστασης του ελλείμματος του Δημοσίου στο πραγματικό ονομαστικό μέγεθος αναγόμενο στο χρόνο διαπίστωσής του, λόγω της αυθαίρετης παρακράτησης των σχετικών ποσών εκ μέρους του υπολόγου για σειρά ετών και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας, καθώς ελλείπει ο κυρωτικός χαρακτήρας του μέτρου αυτού.


ΣΤΕ/1404/2005

Πράξη επιβολής ΦΠΑ....Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την προαναφερόμενη 39/1994 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ...., σε βάρος της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας είχε επιβληθεί ειδικό πρόστιμο 65.198.630 δραχμών, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 48 παρ.3 του ν. 1642/1986, με την αιτιολογία ότι αυτή είχε εκπέσει φόρο προστιθέμενης αξίας εισροών συνολικής αξίας 13.039.726 δραχμών, που αφορούσε τη διαχειριστική περίοδο από 17.11.1992 έως 31.12.1993 βάσει εικονικών τιμολογίων-δελτίων αποστολής των .... και .... Σχετικώς, όπως επίσης αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, είχε εκδοθεί η υπ’ αριθ. 17/25.5.1994 προσωρινή πράξη καταλογισμού φόρου προστιθέμενης αξίας. Το διοικητικό εφετείο, λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη 1488/1997 απόφασή του, κατ’ αποδοχή εφέσεως του Δημοσίου εξαφανίστηκε η 4661/1995 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου ... και απορρίφθηκε η προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της παραπάνω πράξης επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας και ενόψει του παρακολουθηματικού χαρακτήρα του ενδίκου προστίμου σε σχέση με τον κύριο φόρο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εξαφάνισε την προαναφερόμενη πρωτόδικη απόφαση (4662/1995 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά) και απέρριψε την προσφυγή της αναιρεσείουσας που εστρέφετο κατά της ένδικης πράξης επιβολής προστίμου.


ΕλΣυν.Ολομ/877/2016

Δημόσιος υπόλογος:Κατά συνέπεια, η επιβολή των προσαυξήσεων συνιστά μέτρο αποκατάστασης της περιουσιακής ζημίας του Δημοσίου, κατ’ ενάσκηση δέσμιας αρμοδιότητας, λόγω της αυθαίρετης παρακράτησης των σχετικών ποσών εκ μέρους του για σειρά ετών και, ως εκ τούτου, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας, καθώς ελλείπει ο κυρωτικός χαρακτήρας του μέτρου αυτού. Εξάλλου, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι αυτός προέβαλε ότι οι επιβληθείσες προσαυξήσεις είναι υπέρμετρες, με την έννοια ότι δεν αντανακλούν την πραγματική ζημία του Δημοσίου, όφειλε να προσδιορίσει, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, γιατί και σε ποιο βαθμό οι προσαυξήσεις αυτές δεν συνδέονται με περιουσιακή ζημία και τους λόγους για τους οποίους, αν αυτό συμβαίνει, συνιστούν υπέρμετρη κύρωση σε βάρος του. Τέλος, η επικαλούμενη οικονομική και κοινωνική κατάσταση του εκκαλούντος, που σε κάθε περίπτωση βαρύνεται, με βάση τα προαναφερθέντα, με βαρεία αμέλεια όσον αφορά την πρόκληση του ελλείμματος, δεν αποτελεί νόμιμο λόγο απαλλαγής από την ευθύνη και απέρριψε στο σύνολό του τους σχετικούς λόγους έφεσης...