Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

Α2/1145/2012

Τύπος: Αποφάσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:
ΦΕΚ: 3313/Β/12.12.2012

Νέα Αγορανομική Διάταξη σχετικά με τη λιανική πώληση καυσόξυλων και το δικαίωμα του καταναλωτή να μην καταβάλει αντίτιμο αν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο της συναλλαγής του. (ΑΔ.4)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)/109/2014

Αμοιβή για τη διοργάνωση της διεθνούς κωπηλατικής ρεγκάταςΜε βάση τα ανωτέρω και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγηθείσα νομική σκέψη, η ως άνω ανάδοχος, η οποία είναι σωματείο, έπρεπε για την είσπραξη του τιμήματος από την εκτέλεση των ως άνω υπηρεσιών, να εκδώσει τιμολόγιο, που είναι το προβλεπόμενο από το νόμο φορολογικό στοιχείο, και όχι γραμμάτιο είσπραξης. Ως εκ τούτου, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι κανονική. Ωστόσο, το Κλιμάκιο, αποδεχόμενο τον προβαλλόμενο ισχυρισμό του Δήμου, ότι τα προηγούμενα χρόνια οι αθλητικές ομοσπονδίες προσκόμιζαν ως παραστατικό για την είσπραξη του συμβατικού τους ανταλλάγματος γραμμάτιο είσπραξης, χωρίς να έχει τεθεί ζήτημα άρνησης θεώρησης των σχετικών ενταλμάτων, κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα του Δήμου δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων, αλλά συγγνωστώς, υπέλαβαν, ότι το γραμμάτιο είσπραξης αποτελεί νόμιμο παραστατικό στοιχείο. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα πληρωμής πρέπει να θεωρηθεί.


ΕΣ/ΚΛ.Ζ/119/2014

Πώληση ακινήτων δημοσίου...Τέλος, συντάχθηκαν τα ελεγχόμενα σχέδια συμβάσεων μεταξύ του Ταμείου και των ως άνω πλειοδοτών, που περιλαμβάνουν τους προαναφερόμενους υπό στοιχείο γ) όρους της επιστολής διαδικασίας περί ολοκλήρωσης της πωλήσεων, εκ των οποίων οι πλειοδότες έχουν ήδη εκπληρώσει τον όρο περί κατάθεσης «προκαταβολής συναλλαγής» (από 7.3.2014 αποδεικτικό κατάθεσης του ποσού των 75.220,00 ευρώ σε τραπεζικό λογαριασμό του .... από την εταιρία «....» και τραπεζική επιταγή πληρωμής του ποσού των 800.000,00 ευρώ στο .... από την ένωση εταιριών «...»). Σύμφωνα δε με το 14002/1.4.2014 έγγραφο του Προέδρου του ΔΣ του ...., κατά της ως άνω διαδικασίας δεν εκκρεμούν ενστάσεις ούτε ένδικα βοηθήματα.Με δεδομένα αυτά, δεν συντρέχει λόγος που να κωλύει την υπογραφή των υποβληθέντων σχεδίων συμβάσεων


ΣΤΕ 311/2011

Συνταξιοδοτικές παροχές:Επειδή, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, σε συνδυασμό προς τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Με την 4864/18.03.1980 πράξη κανονισμού στρατιωτικής σύνταξης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους απονεμήθηκε στην αναιρεσείουσα, με την ιδιότητα της διαζευγμένης θυγατέρας, σύνταξη λόγω θανάτου του πατέρα της, λοχαγού εν αποστρατεία. Η αναιρεσείουσα με την από 13.05.1987 αίτησή της προς το αναιρεσίβλητο Ταμείο, ζήτησε να της απονεμηθεί το προβλεπόμενο μέρισμα που λάμβανε ο πατέρας της ως μέτοχος του Ταμείου. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 2430/Σ.13/8.7.1987 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας για απονομή μερίσματος, το οποίο είχε γεννηθεί στις 30.12.1980, ημερομηνία δημοσίευσης του ν. 1105/1980, είχε αποσβεστεί, διότι δεν ασκήθηκε, κατά το άρθρο 1 παρ. 14 του ν.δ. 4198/1961, εντός πενταετίας από τη γέννησή του, δηλαδή μέχρι 30.12.1985. Ακολούθως, η αναιρεσείουσα υπέβαλε την 22213/30.11.1995 αίτηση με το ίδιο αίτημα, η οποία απορρίφθηκε με την 744/Σ.6/1996 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Η αναιρεσείουσα άσκησε στις 8.4.1999 την επίδικη αγωγή (α.π. 1370/8.4.1999), με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 30.12.1980 έως 30.3.1999. Το Διοικητικό Πρωτοδικείο .. εξέδωσε την 12640/1999 προδικαστική απόφαση και, ακολούθως, με την 1583/2001 απόφαση δέχτηκε εν μέρει την αγωγή, κρίνοντας ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα ήταν απαράγραπτο βάσει του άρθρου 31 του ν. 1027/1980 και ότι μπορούσε, συνεπώς, να ασκηθεί οποτεδήποτε, αναγνώρισε δε την υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ταμείου να της καταβάλει ποσό 3.216.931 δραχμών, που αντιστοιχούσε στα μερίσματα που θα ελάμβανε από 13.05.1987, ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησής της, έως 30.3.1999. Κατά της απόφασης αυτής το Ταμείο άσκησε έφεση. Επ’ αυτής εκδόθηκε αρχικά η 1607/2004 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου ..και, ακολούθως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η έφεση, μεταρρυθμίστηκε η εκκληθείσα απόφαση και κρίθηκε ότι το δικαίωμα της αναιρεσείουσας να λάβει μέρισμα δεν υπέκειτο σε χρονικούς περιορισμούς, η απορρέουσα όμως από το δικαίωμα αυτό αξίωση υπέκειτο στη διετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ. 496/1974. Με τις σκέψεις αυτές το εφετείο μεταρρύθμισε την πρωτόδικη απόφαση και περιόρισε το μέρισμα που εδικαιούτο να λάβει η αναιρεσείουσα από το Ταμείο σε 2.720 ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο χρονικό διάστημα από 1.1.1996 ως 30.3.1999. 


ΣτΕ/1153/2006

Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι ο επίμαχος 6ος λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/1984 μηνιαίας προθεσμίας, ως εκ τούτου δε αναγνώρισε το δικαίωμα της αναιρεσίβλητης να λάβει το ποσό των 7.845.184 δρχ. (ή 23.023 ευρώ), που περιείχετο μεν στον υποβληθέντα 6ο λογαριασμό, αλλά είχε περικοπεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία με την διόρθωση του εν λόγω λογαριασμό μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Περαιτέρω, όμως, το διοικητικό εφετείο απέρριψε το αίτημα της αναιρεσίβλητης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να της καταβάλει ποσό πέραν του ανωτέρω ως αντάλλαγμα για εργασίες που, κατ’ αυτήν, είχαν εκτελεσθεί και είχαν περιληφθεί σε επιμετρήσεις αυτοδικαίως εγκεκριμένες, με την αιτιολογία ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αναδόχου που αφορά το εργολαβικό αντάλλαγμα μπορεί να προβληθεί μόνον κατά του σχετικού λογαριασμού – πιστοποιήσεως, με την κρινόμενη δε προσφυγή προσβάλλεται μόνον ο συγκεκριμένος 6ος λογαριασμός, με τον οποίο η αναιρεσίβλητη είχε ζητήσει την πληρωμή μόνον του ανωτέρω ποσού των 14.297.355 δρχ..


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1164/2021

Δαπάνες ασφάλισης και φύλαξης δημοτικών κτιρίων...Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στη σκέψη 6, το Δικαστήριο κρίνει ότι ορθώς έγινε δεκτό με την προσβαλλόμενη πράξη ότι η 36/2020 απόφαση έγκρισης πολυετούς ανάληψης υποχρέωσης είναι μη νόμιμη, εφόσον σε αυτή δεν είχε συμπεριληφθεί και το προβλεφθέν δικαίωμα προαίρεσης, ώστε να εξασφαλιστεί η συνολική προϋπολογισθείσα δαπάνη των 491.040,00 ευρώ με Φ.Π.Α, όπως επιβάλλεται από τις προπαρατεθείσες και μη προβλέπουσες εξαίρεση ως προς το δικαίωμα προαίρεσης, διατάξεις του άρθρου 53 παρ. 2ζ του ν. 4412/2016 και του άρθρου 67 του ν. 4270/2014. Ωστόσο, εκτιμώντας ότι προσκομίστηκε από τον προσφεύγοντα Δ.Κ η 36/20 διορθωμένη απόφαση έγκρισης πολυετούς υποχρέωσης για τα έτη 2021 και 2022, ποσού 207.181,76 ευρώ και 283.858,24 ευρώ, αντίστοιχα, ήτοι συνολικού ποσού 491.040,00 ευρώ με Φ.Π.Α., καθώς και νέο σχέδιο σύμβασης, στα «Έχοντας λάβει υπόψη» του οποίου προστέθηκε συναφώς το στοιχείο 25 και συμπληρώθηκαν σχετικώς τα στοιχεία 34 και 55 αυτού με αναφορά της 36/20 διορθωμένης απόφασης έγκρισης πολυετούς υποχρέωσης, το Δικαστήριο κρίνει, χάριν οικονομίας της διαδικασίας, ότι αφού συμπληρώθηκαν οι ελλείπουσες κατά τον χρόνο διενέργειας του διαγωνισμού προϋποθέσεις της νομιμότητάς της η διαπιστωθείσα κατά τα ανωτέρω πλημμέλεια καθίσταται μη ουσιώδης. Συνεπώς, και εφόσον δεν διαπιστώθηκε άλλη ουσιώδης πλημμέλεια που να κωλύει την υπογραφή της σύμβασης, οι συνεκδικαζόμενες προσφυγές πρέπει να γίνουν δεκτές, να ανακληθεί η προσβαλλόμενη 10/2021 Πράξη του Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην Υπηρεσία Επιτρόπου OTA ΙV στον Δήμο ... και να υπογραφεί το διορθωμένο κατά τα ανωτέρω σχέδιο σύμβασης.


ΜΟΝ.ΕΦ.ΠΕΙΡ/20/2019

Καταβολή αποδοχών - νόμιμος τόκος υπερημερίας...:Όπως προκύπτει από το κείμενο της εκκαλούμενης απόφασης, τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της, αναγνωρίζεται ότι το εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει στους ενάγοντες, των οποίων έγινε δεκτή η  αγωγή, τα αναφερόμενα ποσά, με το νόμιμο τόκο από την επίδοσή της. Ωστόσο, κατά την ως άνω διάταξη του ν. 496/1974, που είναι ανάλογη  προς το άρθρο 21 του δευτέρου κεφαλαίου του κώδικα νόμων περί  δικών του Δημοσίου (β.δ. της 26-6/10.7.1944), ορίζεται ότι ο νόμιμος και ο τόκος υπερημερίας κάθε οφειλής του νομικού προσώπου ανέρχεται σε 6% ετησίως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά με σύμβαση ή ειδικό νόμο και αρχίζει από την επίδοση της αγωγής. Τούτο επιβάλλεται από λόγους γενικότερου συμφέροντος, όπως στην περίπτωση των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, στην περιουσία και την οικονομική κατάσταση των οποίων  συμβάλλει το σύνολο των πολιτών, με την καταβολή φόρων, συμφέρον το οποίο, πρωτίστως, εξυπηρετεί και η διάταξη του άρθρου 7 §2 του ν.δ. 496/1974 “περί λογιστικού των ΝΠΔΔ”. Η ρύθμιση αυτή, με την οποία, επί υπερημερίας, αναγνωρίζεται στα ΝΠΔΔ το δικαίωμα να καταβάλλουν, με την ιδιότητα του οφειλέτη, ποσοστό τόκου 6% ετησίως, ήτοι μικρότερο εκείνου που έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν οι ιδιώτες ως οφειλέτες, εισάγει επιτρεπτή εξαίρεση υπέρ των ΝΠΔΔ, που δε βρίσκεται σε αντίθεση ούτε  προς τις διατάξεις των άρθρων 20 §1 του Συντάγματος και 6 §1 της    Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης της 4.11.1950 (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με  το ν.δ. 53/1974 και έχει την αυξημένη τυπική ισχύ του άρθρου 28 §1  του Συντάγματος, ούτε προς αυτές του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που προστατεύει την περιουσία παντός προσώπου (Α.Π. 992/2017 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκρινε ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί η πιο πάνω ουσιαστική διάταξη και επιδίκασε τα χρηματικά ποσά, που δέχθηκε ως οφειλόμενα, με το νόμιμο τόκο, αορίστως, ήτοι με το συνήθη τόκο υπερημερίας και όχι προς 6%, εσφαλμένα εφάρμοσε το νόμο και πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσιαστικά βάσιμος ο λόγος αυτός της έφεσης. Κατόπιν τούτων, πρέπει να αναγνωρισθεί ότι το εκκαλούν – εναγόμενο υποχρεούται να καταβάλει σε καθένα από τους εφεσίβλητους – ενάγοντες τα χρηματικά ποσά, που τους επιδικάστηκαν με  την εκκαλουμένη, με τόκο 6% από την επίδοση της αγωγής.


ΕφΑθ. 644/2017

Παροχή εξαρτημένης εργασίας..:Με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις η ενάγουσα, καθ όλο το χρονικό διάστημα από 1.10.2005 έως 30.9.2010, εργαζόταν στο Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης του εναγόμενου με την ιδιότητα του ειδικού εφαρμογών πληροφορικής, απασχολούμενη συγκεκριμένα με τον σχεδιασμό και την συντήρηση ιστοσελίδων για το πρόγραμμα διδασκαλίας εξ αποστάσεως. .. Η ενάγουσα, δηλαδή, έθετε την εργασία της στη διάθεση του εναγόμενου και δεν είχε αναλάβει την επίτευξη οποιουδήποτε συγκεκριμένου αποτελέσματος. Εξάλλου, το εναγόμενο κατέβαλλε την αμοιβή της ενάγουσας κάθε μήνα, και συγκεκριμένα κατέβαλλε σ αυτή το ποσό που προέκυπτε από το μερισμό της συνολικής αμοιβής με τον αριθμό των μηνών της κάθε σύμβασης, ενώ της κατέβαλλε επίσης επιδόματα εορτών και αδείας και της χορηγούσε έγγραφες βεβαιώσεις των μηνιαίων αποδοχών της ήταν δε ασφαλισμένη στο Ι.Κ.Α., με εργοδότη της το εναγόμενο. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ενάγουσα παρείχε στο εναγόμενο εξαρτημένη εργασία καλύπτοντας πάγιες και διαρκείς ανάγκες αυτού, οι δε πιο πάνω καταρτισθείσες μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις έργου ήταν ψευδεπίγραφες και προσχηματικές. ..η ενάγουσα συνδεόταν με το εναγόμενο, κατά το παραπάνω χρονικό διάστημα της εργασίας της σ αυτό, με απλή σχέση εργασίας, την οποία το εναγόμενο είχε δικαίωμα να καταγγείλει οποτεδήποτε, όχι όμως πριν περάσει έτος από τον τοκετό της εργαζόμενης. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα στις 19.6.2010 απέκτησε τέκνο, γεγονός το οποίο γνώριζε το εναγόμενο, καθόσον είχε χορηγήσει σ αυτή τη σχετική άδεια και επομένως δεν είχε δικαίωμα να καταγγείλει την εργασιακή σχέση της ενάγουσας πριν την συμπλήρωση έτους από τον τοκετό, ήτοι πριν από την 19.6.2011. .. Κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως κατ ουσίαν αβάσιμη η αγωγή ως προς την ανωτέρω πρώτη επικουρική της βάση και να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την δεύτερη επικουρική αυτής βάση και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 5.838,08 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επί μέρους ποσό έπρεπε να καταβληθεί, ήτοι από το τέλος εκάστου μηνός που αυτό αφορά.


ΕΣ/ΤΜ.6/2155/2011 (Β΄ ΔΙΑΚΟΠΩΝ)

ΔΑΝΕΙΑ:Αίτηση ανάκληση της 123/2011 πράξης του Ζ΄ Κλιμακίου(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη VΙ, το Τμήμα κρίνει ως εσφαλμένη την υπό στοιχείο δ κρίση του Κλιμακίου, ότι ο όρος 4 του σχεδίου της σύμβασης είναι καταχρηστικός, κι επομένως μη νόμιμος, κατά το μέρος που θεσπίζει δικαίωμα του Τ.Π.Δ. να ζητήσει από το Δήμο τόκους επί τόκων, χωρίς την πρόβλεψη οι τόκοι να προστίθενται στο ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο κάθε εξάμηνο, κατ’ ελάχιστο όριο, καθώς, όπως βασίμως με την αίτηση προβάλλεται, στο τέλος του επίμαχου όρου αναφέρεται ότι το σχετικό δικαίωμα του ΤΠΔ «στηρίζεται στο άρθρο 12 παρ.1 του ν. 2601/1998», διάταξη που είναι αναγκαστικού δικαίου και σύμφωνα με την οποία ναι μεν οι οφειλόμενοι στα πιστωτικά ιδρύματα (σε καθυστέρηση) τόκοι ανατοκίζονται από την πρώτη ημέρα της καθυστέρησης, εφόσον τούτο συμφωνηθεί, όμως η συμφωνία περί ανατοκισμού ισχύει υπό το χρονικό περιορισμό οι τόκοι να προστί­θενται στο ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο κάθε εξάμηνο, κατ’ ελάχιστο όριο, οπότε ο επίμαχος όρος ούτε τη συγκεκριμένη αναγκαστικού δικαίου διάταξη παραβιάζει ούτε καταλείπει αμφιβολίες σε σχέση με το χρονικό διάστημα επέλευσης του ανατοκισμού. (..)Το Τμήμα κρίνει ως ορθή και την υπό στοιχείο γ κρίση του Κλιμακίου ότι ο όρος 4 του σχεδίου της σύμβασης είναι καταχρηστικός, κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2251/1994, κι επομένως μη νόμιμος, κατά το μέρος που προβλέπει ρήτρα έκπτωσης, ήτοι τη δυνατότητα του Τ.Π.Δ. να καταγγείλει τη σύμβαση και να επιδιώξει την είσπραξη του συνόλου της οφειλής σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε ετήσιας δόσης, και μάλιστα με τόκους υπερημερίας μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του, και απορρίπτει ως αβάσιμους τους προβαλλόμενους με την αίτηση ισχυρισμούς ότι η επίμαχη ρήτρα έκπτωσης αποτελεί συνήθη όρο και παγιωμένη πρακτική να επαναλαμβάνεται σε κάθε δανειακή σύμβαση και ότι δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί δυσβάστακτος και καταπλεονεκτικός ο όρος σε βάρος του Δήμου, ο οποίος αποτελεί φορέα του Δημοσίου καθώς και το Τ.Π.Δ. ταυτίζεται ουσιαστικά με το Ελληνικό Δημόσιο. Τούτο δε, διότι το δικαίωμα που επιφυλάσσει η επίμαχη ρήτρα στο Τ.Π.Δ. να καταγγείλει μονομερώς τη σύμβαση και να ζητεί το υπόλοιπο ανεξόφλητο ποσό του δανείου, και μάλιστα με τόκους υπερημερίας μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του, σε περίπτωση καθυστέρησης μίας και μόνο ετήσιας δόσης του δανείου ή κάθε είδους τόκων και εξόδων, σαφώς επιβάλλει στο Δήμο σημαντική, χωρίς εύλογο λόγο και κατά τρόπο αντικείμενο στην καλή πίστη, υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση, λαμβανομένης υπόψη και της μακροχρόνιας διάρκειας του δανείου (15 έτη) αλλά και των συνθηκών της παρούσας εθνικής και παγκόσμιας οικονομικής συγκυρίας. (…)Τέλος, τo Τμήμα κρίνει επίσης ως ορθή, σύμφωνα και με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις IV και V, την υπό στοιχείο ε κρίση του Κλιμακίου ότι ο όρος 7 του σχεδίου της σύμβασης είναι αόριστος, κι επομένως μη νόμιμος, και απορρίπτει ως αβάσιμο τον προβαλλόμενο με την αίτηση ισχυρισμό ότι ο επίμαχος όρος, που προβλέπει την υποχρέωση του Δήμου να καταβάλει «εξ ιδίων χρημάτων» στο Τ.Π.Δ. τις οφειλόμενες δόσεις του δανείου, στην περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο, κατά τη διάρκεια αποπληρωμής του, τα εκχωρηθέντα με τον όρο 5 της σύμβασης έσοδά του δεν επαρκούν για την εξυπηρέτησή του, δεν αφορά τον συμβαλλόμενο Δήμο, αλλά πρωτίστως το ΤΠΔ, το οποίο θα έπρεπε να επιδιώκει τη συγκεκριμενοποίηση του όρου, καθώς η αοριστία και ασάφεια του κρίσιμου όρου δεν διασφαλίζει το Δήμο από το ενδεχόμενο να θεμελιωθεί σε βάρος του μελλοντική ενδοσυμβατική ευθύνη για απαιτήσεις του ΤΠΔ, χωρίς τους νομοθετικούς περιορισμούς ως προς τα δυνάμενα να εξυπηρετούν το δάνειο έσοδα του Δήμου.  Απορρίπτει την αίτηση


ΝΣΚ/156/2021

α) Χρόνος επανόδου στην υπηρεσία προφυλακισθέντος και ευρισκόμενου σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας υπαλλήλου του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), κατά του οποίου εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση σε ποινή φυλάκισης με αναστολή και β) Υποχρέωση ή μη της Υπηρεσίας προς καταβολή στον ανωτέρω υπάλληλο του μέρους των αποδοχών του, που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα που αυτός τελούσε σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας.(...)1.α) Η αποφυλάκιση του προφυλακισθέντος υπαλλήλου, εξαιτίας του ότι η εκδοθείσα εις βάρος του οριστική ποινική απόφαση όρισε ότι τυχόν ασκηθησόμενη κατ’ αυτής έφεση θα έχει ανασταλτικό χαρακτήρα, δεν συνεπάγεται ότι εξέλιπε ο λόγος για τον οποίο αυτός τέθηκε σε αυτοδίκαιη αργία. Η εκδοθείσα από τον Διοικητή του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ) διαπιστωτική πράξη περί αυτοδίκαιης επανόδου του υπαλλήλου στην υπηρεσία δεν έχει νόμιμο έρεισμα και συντρέχει λόγος ανάκλησής της, η οποία ανάκληση θα έχει αναδρομική ισχύ. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος μετά την ημερομηνία έκδοσης του αποφυλακιστηρίου του υπαλλήλου αποτελεί χρόνο κατά τον οποίο συνεχίζει να βρίσκεται σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας (κατά πλειοψηφία). β) Εάν δεν ανακληθεί η διαπιστωτική πράξη του Διοικητή του e-ΕΦΚΑ περί επανόδου του προφυλακισθέντος υπαλλήλου στην υπηρεσία μετά την αποφυλάκισή του, ως ημερομηνία επανόδου του υπαλλήλου στα καθήκοντά του λογίζεται η επομένη της αποφυλάκισής του (ομόφωνα). 2.α) Εάν λάβει χώρα ανάκληση της διαπιστωτικής πράξης του Διοικητή του e-ΕΦΚΑ περί επανόδου του προφυλακισθέντος υπαλλήλου στην υπηρεσία, αυτός θα περιέλθει αναδρομικά σε καθεστώς αυτοδίκαιης αργίας. Στην περίπτωση αυτή, η Υπηρεσία δεν οφείλει να του καταβάλει τις αποδοχές που παρακρατήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα μετά την αποφυλάκιση (ομόφωνα). β) Εάν δε λάβει χώρα η ανωτέρω ανάκληση, γίνεται δεκτό ότι με την έκδοση και την κοινοποίηση στον εν λόγω υπάλληλο της ως άνω διαπιστωτικής πράξης, καθώς και της απόφασης του e-ΕΦΚΑ περί εκτέλεσης της επιβληθείσας σε αυτόν πειθαρχικής ποινής από το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, λογίζεται ότι τούτος είχε επανέλθει στην υπηρεσία και στα καθήκοντά του από την αποφυλάκισή του μέχρι και την έναρξη εκτέλεσης της επιβληθείσας σε αυτόν πειθαρχικής ποινής, χρονικό διάστημα για το οποίο η Υπηρεσία θα πρέπει αυτεπαγγέλτως και χωρίς να απαιτείται σχετική αίτηση του υπαλλήλου να επιστρέψει σε εκείνον το ήμισυ των αποδοχών του, το οποίο είχε παρακρατηθεί (ομόφωνα).


ΕλΣυνΤμ.6/6070/2015

Εκτέλεση έργου:..ζητείται η ανάκληση της 141/2015 Πράξεως του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.. Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη (II) νομική σκέψη, το Τμήμα δέχτηκε ότι η κρίση του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι ορθή και ότι νομίμως ο ως άνω ομόρρυθμος εταίρος υπογράφοντας υπό την εταιρική επωνυμία, υπέγραψε την προσφορά και εκπροσώπησε την εταιρεία στον ως άνω διαγωνισμό, παράγοντας πλήρη δέσμευση της επιχείρησης έναντι τρίτων. Και τούτο διότι, αφενός μεν η προσκόμιση με το φάκελο της προσφοράς του όλων εκείνων των εγγράφων, από τα οποία προκύπτει η εξουσία εκπροσώπησης του ομόρρυθμου εταίρου …, αποτελεί το μείζον εν σχέσει με το έλλασον, δηλαδή την υποβολή απλής υπεύθυνης δήλωσης ότι ο υπογράφων την προσφορά αποτελεί νόμιμο εκπρόσωπο της επιχείρησης και έχει το εκ του καταστατικού δικαίωμα εκπροσώπησης της επιχείρησης στο διαγωνισμό, αφετέρου δε η προσκόμιση της ως άνω υπεύθυνης δήλωσης έχει τεθεί προκειμένου να καθίσταται ευκολότερη η απρόσκοπτη συμμετοχή στο διαγωνισμό των εργοληπτικών επιχειρήσεων και δε δύναται η προσκόμιση αντί αυτής όλων εκείνων των εγγράφων στοιχείων, από τα οποία προκύπτει αναμφισβήτητα το δικαίωμα εκπροσώπησης της επιχείρησης στον εν λόγω διαγωνισμό από τον υπογράφοντα την προσφορά, να οδηγεί στον αποκλεισμό της. Εξάλλου, η ως άνω εταιρεία δεν αμφισβήτησε την εκπροσώπησή της, ενώ σε περίπτωση που η Προϊσταμένη Αρχή διατηρούσε αμφιβολίες ως προς την νομιμοποίηση για την υποβολή της προσφοράς της όφειλε, ενόψει της αρχής της χρηστής διοίκησης, να κατακυρώσει το διαγωνισμό σε αυτή και να ζητήσει κατά τον επανέλεγχο των δικαιολογητικών πριν την υπογραφή της σύμβασης οποιοδήποτε στοιχείο έκρινε αναγκαίο προκειμένου να διαπιστώσει τη νομιμοποίηση του εκπροσώπου της. (..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η ένδικη αίτηση ανάκλησης και η υπέρ αυτής ασκηθείσα παρέμβαση πρέπει να απορριφθούν, να μην ανακληθεί η προσβαλλομένη 141/2015 πράξη του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατατεθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου

ΕλΣυνΤμ.Μειζ-Επταμ.Συνθ/6635/2015.Αφού, συνεπώς, η παραδοχή της ένδικης αίτησης δεν άγει ευθέως και αμέσως σε ευμενή μεταβολή της θιγόμενης, από την προσβαλλομένη, νομικής κατάστασης της αιτούσας, αυτή στερείται πλέον, εννόμου συμφέροντος να ζητήσει αναθεώρηση της 6070/2015 απόφασης του VI Τμήματος. Για τον λόγο αυτό, που ερευνάται αυτεπαγγέλτως, ηαίτηση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη