12032 οικ./2022
Τύπος: Αποφάσεις
Διαδικασία και τεχνικές λεπτομέρειες για τη συλλογή, ταξινόμηση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων που αφορούν αδικήματα του Π.Κ. όταν αυτά στρέφονται κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή συνδέονται με την προσβολή αυτών των συμφερόντων.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
12033 οικ./2022
Διαδικασία και τεχνικές λεπτομέρειες για τη συλλογή, ταξινόμηση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων που αφορούν δικονομικές εγγυήσεις για τα παιδιά που είναι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι στο πλαίσιο της αρχής των ποινικών διαδικασιών.
12031 οικ./2022
Διαδικασία και τεχνικές λεπτομέρειες για τη συλλογή, ταξινόμηση και επεξεργασία στατιστικών στοιχείων που αφορούν σε δικαστική αρωγή για ύποπτους και κατηγορούμενους στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών και για καταζητούμενους σε διαδικασίες εκτέλεσης του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.
ΕΣ/ΜΕΙΖΟΝΑ ΟΛΟΜ/551/2023
2ης «συμπληρωματική» σύμβαση εργασιών Συλλογή, μεταφορά, επεξεργασία και διάθεση ακαθάρτων.(...)Από την επιβαλλόμενη στενή γραμματική ερμηνεία των εξαιρετικού χαρακτήρα διατάξεων του άρθρου 156 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 4412/2016 αλλά και από τη συστηματική και τελολογική προσέγγισή τους, συνάγεται ότι μία σύμβαση έργου μπορεί να τροποποιείται, χωρίς νέα διαδικασία σύναψης, μεταξύ άλλων, και στην περίπτωση ανάθεσης στον ανάδοχο αυτής συμπληρωματικών εργασιών, οι οποίες όμως προέκυψαν κατά την εκτέλεσή της, συνδέονται αρρήκτως και παρίστανται αναγκαίες για την άρτια, από τεχνικής ή λειτουργικής απόψεως, ολοκλήρωση του αντικειμένου της, όπως αυτό περιγράφεται στα οικεία συμβατικά τεύχη. Επομένως, δεν καλύπτεται από το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 156 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 4412/2016, τροποποίηση της αρχικής σύμβασης, με ανάθεση στον ανάδοχο αυτής συμπληρωματικών εργασιών που, χωρίς να αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση για την έντεχνη ολοκλήρωση του εκτελούμενου έργου, επεκτείνουν το τεχνικό αντικείμενό της, καθώς αφορούν σε τεχνικό αντικείμενο νέο μη αδιαχώριστα συνδεδεμένο με το αντικείμενο της αρχικής σύμβασης, ή κατατείνουν στην ποιοτική αναβάθμιση του αρχικού έργου, με υλικά ή μεθόδους μη προδιαγεγραμμένες στα οικεία συμβατικά τεύχη. (....)Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων και καθόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναθεώρησης, οι υπό κρίση προσφυγές πρέπει να απορριφθούν και να μην αναθεωρηθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.Για τους λόγους αυτούς.Απορρίπτει τις ανωτέρω προσφυγές αναθεώρησης της 2059/2022 απόφασης του Εβδόμου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.4/65/2019
Εκτέλεση έργου:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι οι ανατεθείσες υπηρεσίες εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων της Διευθύνσεως Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Περιφερειακής Ενότητας ..., στις αρμοδιότητες της οποίας περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και η προώθηση πάσης φύσεως καλλιεργειών και ορθών γεωργικών πρακτικών, η υποβολή προτάσεων και η σύνταξη μελετών για την εφαρμογή προγραμμάτων αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών και την παρακολούθηση της εκτελέσεώς τους σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας, καθώς και η μέριμνα για την εφαρμογή των προγραμμάτων βελτίωσης της ποιότητας προϊόντων φυτικής και ζωικής παραγωγής. Επίσης, στις αρμοδιότητες της εν λόγω Διευθύνσεως και ειδικότερα του Γραφείου Αγροτικής Οικονομίας αυτής περιλαμβάνονται η συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων επί θεμάτων γεωργίας, η διενέργεια επιτοπίων ελέγχων σε διάφορες καλλιέργειες, η έκδοση βεβαιώσεων σε παραγωγούς για τις εκτάσεις που καλλιεργούν, η έκδοση βεβαιώσεων καταλληλότητας χωραφιών και η υλοποίηση του Προγράμματος ΔΙΓΕΛΠ. Το Πρόγραμμα δε αυτό (Δίκτυο Γεωργικής Λογιστικής Πληροφόρησης - ΔΙΓΕΛΠ), σύμφωνα με τον Κανονισμό 1217/2009 του Συμβουλίου της 30ης Νοεμβρίου 2009 «σχετικά με τη δημιουργία δικτύου για τη συλλογή λογιστικών στοιχείων όσον αφορά τα εισοδήματα και την οικονομική λειτουργία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση», αποτελεί ολοκληρωμένο σύστημα συλλογής λογιστικών στοιχείων που είναι απαραίτητα για την ανάλυση της οικονομικής λειτουργίας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και την ετήσια διαπίστωση των εισοδημάτων τους. Από τα ανωτέρω, συνεπώς, προκύπτει ότι οι Υπηρεσίες της ΠΕ ... διαθέτουν στα αρχεία τους δεδομένα και στοιχεία για τα περισσότερα από τα επιμέρους κεφάλαια της ανατεθείσας μελέτης, όπως στοιχεία για τις υφιστάμενες καλλιέργειες, την καταλληλότητα του εδάφους, την διανομή των προϊόντων σε υπαίθριες αγορές, οικονομικά στοιχεία κ.α., η δε συλλογή και επεξεργασία των στοιχείων αυτών εμπίπτουν ρητώς στις αρμοδιότητες των εν λόγω Υπηρεσιών. Επιπροσθέτως, η εκπόνηση μελετών σχετικώς με την προώθηση και αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, η οποία περιλαμβάνει τη συλλογή και επεξεργασία των ανωτέρω στοιχείων, τον εμπλουτισμό τους με δεδομένα προερχόμενα από άλλους φορείς, την ανάλυσή τους και την υποβολή προτάσεων, εμπίπτει και αυτή σαφώς στις αρμοδιότητες των Υπηρεσιών της εν λόγω Π.Ε., με συνέπεια να μην δικαιολογείται η ανάθεση του αντικειμένου της επίμαχης συμβάσεως σε τρίτους. Εξάλλου, η προβαλλόμενη από την Περιφέρεια ανάγκη ψηφιοποιήσεως και χαρτογραφήσεως των δεδομένων αυτών, αφενός μεν δεν αποτελεί από μόνη της επαρκή λόγο για την ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών σε τρίτους, αφετέρου δε, στην προκειμένη περίπτωση δεν αποδεικνύεται ότι δεν μπορούσε να υλοποιηθεί από τον υπάλληλο της ΠΕ με ειδικότητα ΤΕ Τοπογράφων. Περαιτέρω, δοθέντος ότι η εν λόγω Διεύθυνση είναι στελεχωμένη με περισσότερους από 10 γεωπόνους, αφού μόνο το Τμήμα Φυτικής και Ζωικής Παραγωγής διαθέτει 7 γεωπόνους ΠΕ και 3 τεχνολόγους γεωπονίας, ενώ το Τμήμα Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού ελέγχου είναι στελεχωμένο με άλλους 5 γεωπόνους, ενώ από την άλλη πλευρά η ανάδοχος «....» διαθέτει μόνον δύο (2) γεωπόνους, δεν προκύπτει έλλειψη προσωπικού τέτοια έκταση, που να καθιστά αναγκαία την ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών σε τρίτους. Κατόπιν τούτων είναι βάσιμος ο προβαλλόμενος λόγος διαφωνίας και ως εκ τούτου, παρέλκει η εξέταση του επικουρικώς προβαλλόμενου λόγου, με τον οποίο προβάλλεται η μη νομιμότητα όρου της οικείας προσκλήσεως για υποβολή προσφορών. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον κύριο λόγο διαφωνίας και το επίμαχο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕλΣυν/Τμ.6/3057/2014
Αιτήση ανάκλησης της 136/2014 πράξης του ΣΤ΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι κωλύεται, για τους ειδικότερα αναφερόμενους σε αυτή λόγους, η υπογραφή δεκαπέντε (15) υποβληθέντων για έλεγχο σχεδίων σύμβασης (....) Ενόψει όλων αυτών, όταν δια των τεχνικών προδιαγραφών διακήρυξης διαγωνισμού προμήθειας ιατροτεχνολογικών ειδών ζητείται τα προς προμήθεια είδη να διαθέτουν τεχνικές εγκρίσεις και να ανταποκρίνονται σε τεχνικά συστήματα αναφοράς (πρότυπα), εκπονούμενα από οργανισμούς τυποποίησης, δια των οποίων τίθενται τα ελάχιστα αναγκαία χαρακτηριστικά των υπό προμήθεια ειδών, η περαιτέρω απαίτηση της διακήρυξης να κατατεθεί επί ποινή αποκλεισμού για το προσφερόμενο είδος κατάλογος πελατολογίου, αποτελεί όρο, ο οποίος θέτει αδικαιολόγητα εμπόδια στον ανταγωνισμό, εφόσον οδηγεί σε αποκλεισμό ειδών σύγχρονης τεχνολογίας, τα οποία, παρότι πληρούν όλες τις τεχνικές προδιαγραφές και διαθέτουν τις απαιτούμενες πιστοποιήσεις των αρμοδίων οργανισμών, δεν διαθέτουν ακόμη πελατολόγιο (πρβλ. Επ.Αν. ΣτΕ 144, 739/2008, 491, 573, 703/2009 και Δ.Ε.Κ. απόφαση 19ης Ιουνίου 2003, C-315/01). Τέλος, η αρχή της ίσης μεταχείρισης, που αποτυπώνεται στη διάταξη του άρθρου 3 του π.δ/τος 60/2007, δεν απαγορεύει μόνο τις εμφανείς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας, αλλά και κάθε μορφή συγκεκαλυμμένης διάκρισης, η οποία, μέσω της εφαρμογής άλλων κριτηρίων διάκρισης, καταλήγει στην πράξη στο ίδιο αποτέλεσμα (βλ. αποφάσεις Δ.Ε.Κ. της 29ης Οκτωβρίου 1980, 22/80, Boussac Saint-Frères, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙΙ, σελ. 375, σκ. 9, της 5ης Δεκεμβρίου 1989, C-3/88, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 1989, σελ. I-4035, σκ. 8 και της 27.10.2005, C-234/03, Contse SA κ.λπ κατά Instituto Nacional de Gestión Sanitaria (Ingesa), πρώην Instituto Nacional de la Salud (Insalud), σκ. 36 και αποφ. Ελ.Συν. VI Τμ. 3145/2010, 475/2011). (...) Κατά την ειδικότερη γνώμη της Συμβούλου Μαρίας Βλαχάκη, η διαγωνιστική διαδικασία πάσχει και εκ του - μη ρητώς προβληθέντος από το Κλιμάκιο, αλλά συναφούς προς τον προδιαληφθέντα - λόγου ότι κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 44 παρ. 1 και 2, 48 παρ. 1, 2 και 6 και 53 παρ. 1 εδ. α΄ και 2 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ «περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» (βλ. και ομοίου περιεχομένου διατάξεις των άρθρων 42 παρ. 1 και 2, 46 παρ. 1, 2 και 6 και 53 παρ. 1 εδ. α΄ και 2 του π.δ. 60/2007) τέθηκαν ως κριτήρια ανάθεσης της συμβάσεως και ως κριτήρια βαθμολόγησης των υποβληθεισών προσφορών κριτήρια που δεν σκοπούν στον εντοπισμό της πλέον συμφέρουσας προσφοράς, αλλά συνδέονται με την εκτίμηση της καταλληλότητας των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση. Ειδικότερα, κριτήρια, όπως η εμπειρία των υποψηφίων από ανάλογες προμήθειες ή από τη χρήση όμοιων προς τα υπό προμήθεια προϊόντων ή το πελατολόγιο αφορούν την καταλληλότητα των διαγωνιζομένων να εκτελέσουν τη σύμβαση, επομένως δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης (βλ. ΔΕΚ απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2008, Λιανάκης ΑΕ κ.λπ., C-532/06, ΔΕΚ απόφαση της 19ης Ιουνίου 2003, G.Α.Τ. C-315/01, και Αποφ. Τμήματος Μείζονος – Επταμελούς Σύνθεσης 610/2012, 992/2011, κ.ά.). Πλην όμως, κατά τη γνώμη που εκράτησε στο Τμήμα, η ως άνω πλημμέλεια δεν μπορεί να εξετασθεί το πρώτον ενώπιον του παρόντος Τμήματος, χωρίς να έχει τεθεί ρητώς ως πλημμέλεια της ελεγχθείσας ενώπιον του Κλιμακίου διαγωνιστικής διαδικασίας.
ΣΤΕ/2497/2013
Συνεπώς, από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι το αιτούν νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου δεν ελέγχεται από την Κεντρική Διοίκηση, κατά την έννοια των σχετικών ορισμών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών και του άρθρου 1Β του ν. 2362/1995 και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει το ένα από τα δύο σωρευτικώς τιθέμενα στις οικείες διατάξεις κριτήρια για την κατάταξή του στον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης. Το συμπέρασμα αυτό δεν κλονίζεται από τα αναφερόμενα στο από 6.12.2012 έγγραφο της Μονάδας Δ-3 της Γενικής Διευθύνσεως Δ΄ Δημοσιονομικών Στατιστικών της Eurostat, δεδομένου ότι με το έγγραφο αυτό η ανωτέρω υπηρεσία της Eurostat δεν προβαίνει σε ιδία κρίση σχετικά με την ταξινόμηση του Ο.Μ.Μ.Α. στον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης, αλλά αποδέχεται την σχετική ανάλυση της αρμόδιας εθνικής αρχής, η οποία, κατά την εφαρμογή του κριτηρίου του ελέγχου από την Κεντρική Διοίκηση, περιορίζεται στην αναφορά της προβλέψεως της ιδρυτικής συμβάσεως περί διορισμού (εκδόσεως, δηλαδή, της πράξεως περί διορισμού) των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου από τον Υπουργό Πολιτισμού, χωρίς να εκτιμά ειδικώς το γεγονός ότι τα πέντε από τα δέκα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου υποδεικνύονται υποχρεωτικώς από τον Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής». Εξ άλλου, η κατά τα γενόμενα δεκτά ανωτέρω επίλυση των ζητημάτων που ανακύπτουν στην παρούσα υπόθεση και συνδέονται με την ερμηνεία των όρων του ΕΣΛ 1995, το οποίο ενσωματώθηκε στον Κανονισμό 2223/1996, είναι σύμφωνη με τους ορισμούς που δίδονται στο ίδιο το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών και παρίσταται πρόδηλη, ενώ η εφαρμογή των σχετικών όρων του ΕΣΛ 1995 σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ανήκει στην αρμοδιότητα της εθνικής στατιστικής αρχής και, τελικώς, του Συμβουλίου της Επικρατείας [πρβλ. Δ.Ε.Ε., Διάταξη (Ordonnance) της 20.6.2008, C-448/07, Ayuntamiento de Madrid, Madrid Calle 30 SA]. Υπό τα δεδομένα αυτά, η αποστολή προδικαστικού ερωτήματος προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) για την ερμηνεία των διατάξεων του Κανονισμού 2223/1996 δεν είναι υποχρεωτική, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. Δ.Ε.Κ. απόφαση της 6.10.1982, C-283/81, CILFIT), κατά την κρίση δε του Δικαστηρίου δεν είναι ούτε σκόπιμη, διότι θα επιφέρει παρέλκυση της δίκης χωρίς αποχρώντα λόγο (πρβλ. ΣτΕ 1706/2013). Κατά τη γνώμη, όμως, της Παρέδρου Ουρ. Νικολαράκου – Μαυρομιχάλη, εν όψει του ότι η έννοια των ανωτέρω παρατεθέντων όρων του Κανονισμού 2223/1996 (ΕΣΛ 1995) δεν έχει μέχρι τώρα αποσαφηνισθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συντρέχει περίπτωση διατυπώσεως σχετικού προδικαστικού ερωτήματος προς το Δ.Ε.Ε.
ΕΣ/ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜΕΛΟΥΣ/1793/2013
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:ζητείται η αναθεώρηση της 746/2013 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκαν ως απαράδεκτες, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος για την κοινοπραξία «Κ/Ξ … - … Α.Τ.Ε.» και λόγω παρέλευσης της τασσόμενης στο νόμο αποκλειστικής δεκαπενθήμερης προθεσμίας για τις κοινοπραξίες «… Α.Τ.Ε. – … Α.Ε.» και «ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ … Α.Ε. – … Α.Ε. – … S.A.», οι αιτήσεις των και νυν αιτουσών για ανάκληση της 580/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με την οποία κρίθηκε ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος σχεδίου σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας Αττικής και της κοινοπραξίας «… Α.Ε. – … Α.Ε. – … Α.Ε.», για την εκτέλεση του έργου «Συλλογή, μεταφορά, επεξεργασία και διάθεση ακαθάρτων περιοχών … - …», προϋπολογιζόμενης δαπάνης 112.900.193,61 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.(...) νομίμως απορρίφθηκαν ως εκπρόθεσμες οι αιτήσεις ανάκλησης της δεύτερης και τρίτης αιτούσας κοινοπραξίας, καθώς και των μελών της τελευταίας ανωνύμων εταιρειών, λόγω παρέλευσης της προβλεπόμενης στις οικείες διατάξεις αποκλειστικής δεκαπενθήμερης προθεσμίας για την άσκησή τους, καθόσον εκ των στοιχείων του φακέλου προκύπτει σαφώς η ημερομηνία κοινοποίησης, δια τηλεομοιοτυπίας (fax), της 580/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου στην Περιφέρεια Αττικής, ως αναθέτουσας αρχής, καθώς και παραλαβής της εν λόγω πράξης από την τελευταία και αποστολής της προς τις αιτούσες κοινοπραξίες, μεσολαβούντος σε κάθε περίπτωση επαρκούς χρόνου έως τη λήξη της σχετικής προθεσμίας. Περαιτέρω, νομίμως απερρίφθη ως απαράδεκτη η αίτηση ανάκλησης της πρώτης εκ των αιτουσών την αναθεώρηση κοινοπραξίας, ελλείψει σπουδαίου εννόμου συμφέροντος, αφού τυχόν ανάκληση της προσβληθείσας πράξης του Κλιμακίου, κατά παραδοχή των λόγων ανάκλησης, θα είχε ως αποκλειστική συνέπεια τη ματαίωση της ανάθεσης και, ενδεχομένως, την επανάληψη της διαδικασίας. Το γεγονός όμως ότι η μόνη ωφέλεια που θα μπορούσε να αποκομίσει η αιτούσα από την ευδοκίμηση της αίτησής της θα συνίστατο στο ενδεχόμενο, υπό την προϋπόθεση της επαναπροκήρυξης του διαγωνισμού και συμμετοχής της στη σχετική διαδικασία, να ανακηρυχθεί ανάδοχος, καθιστά το έννομο συμφέρον της μελλοντικό και αβέβαιο και στερεί από αυτό τον χαρακτήρα του αμέσου και ενεστώτος, δοθέντος, μάλιστα, ότι για τη θεμελίωση «σπουδαίου εννόμου συμφέροντος» για την άσκηση αίτησης ανάκλησης δεν αρκεί το γενικό ενδιαφέρον για την τήρηση της νομιμότητας και την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος, αφού τέτοιο ενδιαφέρον θα μπορούσε να επικαλεσθεί οποιοσδήποτε διοικούμενος, με συνέπεια η αίτηση ανάκλησης να μετατραπεί από βοήθημα, που παρέχεται στους προσωπικώς θιγόμενους από το αποτέλεσμα του πρωτοβάθμιου προσυμβατικού ελέγχου..., σε «λαϊκή αγωγή» για την προστασία γενικών και απρόσωπων συμφερόντων. Απορρίπτει τις αιτήσεις αναθεώρησης
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/23/2014
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ: (...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η διακήρυξη με το προεκτεθέν περιεχόμενο παρίσταται εντελώς αόριστη διότι δεν περιγράφει και προσδιορίζει επακριβώς, με σαφήνεια και πληρότητα το προς ανάθεση τεχνικό αντικείμενο και τις επιμέρους συνιστώσες του τρόπου εκτέλεσης των υπηρεσιών και δεν περιλαμβάνει ουσιώδη στοιχεία, τα οποία κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις των π.δ. 59/2007 και 28/1980 πρέπει να περιλαμβάνονται στο ελάχιστο περιεχόμενό της. Περαιτέρω δεν καθορίζει κάποιες ειδικές ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές ως προς τη μεθοδολογία εκτέλεσης των ελεγχόμενων υπηρεσιών από τις οποίες να διασαφηνίζεται το αντικείμενο, με αποτέλεσμα να καθίσταται όλως δυσχερής τόσο η κατανόηση του εύρους των υπηρεσιών από τους υποψηφίους όσο και η εκ μέρους τους προσήκουσα διαμόρφωση προσφοράς αλλά και η ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής να ελέγξει με ισότιμο τρόπο τις προσφορές και να αναθέσει στον κατάλληλο υποψήφιο, εκείνον δηλαδή που ανάμεσα στους υποψηφίους που πληρούν τις προϋποθέσεις για την άρτια εκτέλεση του τεχνικού αντικειμένου της σύμβασης πρόσφερε τη χαμηλότερη τιμή. Ειδικότερα, η διακήρυξη α) αναφέρει όλως ασαφώς ότι το αντικείμενο αφορά «στην απομάκρυνση της παραγόμενης ιλύος από την ΕΕΛ …….. με ή χωρίς επεξεργασία και η ασφαλής διάθεση ή αξιοποίηση της, η οποία θα αποδεικνύεται με την προσκόμιση των απαραίτητων πιστοποιητικών νόμιμης διάθεσης», χωρίς όμως να διευκρινίζει – περιγράφει τεχνικά την έννοια της «επεξεργασίας» της ιλύος, αν υπάρχουν και ποιες είναι οι εναλλακτικές τεχνικές μέθοδοι «επεξεργασίας» σύμφωνα με τα συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά της λάσπης στη συγκεκριμένη εγκατάσταση λυμάτων, τις οποίες δυνητικά μπορεί να επιλέξει ο ανάδοχος και υπό ποιες συνθήκες οι εναλλακτικές λύσεις της επεξεργασίας ή μη της λάσπης είναι ικανές να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική και ιδίως την ασφαλή παροχή των οικείων υπηρεσιών, ποιες δηλαδή είναι οι ειδικότερες υποχρεώσεις του αναδόχου στην περίπτωση που επιλέξει τη μία ή την άλλη λύση, β) αναφέρει ότι στις υποχρεώσεις του αναδόχου εμπίπτει και η ασφαλής διάθεση ή αξιοποίηση της λάσπης, χωρίς όμως να διευκρινίζει σε τι διαφέρει εννοιολογικά - τεχνικά η διάθεση από την αξιοποίηση και σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να εφαρμοσθεί η μία ή η άλλη μέθοδος, γ) παρόλο που δίνει στον ανάδοχο τη δυνατότητα να επιλέξει κατά το στάδιο της εκτέλεσης εάν θα «επεξεργαστεί» ή όχι την ιλύ και κάνει διαχωρισμό μεταξύ «διάθεσης» και «αξιοποίησης» αυτής, δεν διευκρινίζει ποιο είναι το είδος των κατάλληλων εγκαταστάσεων που μπορούν να είναι οι τελικοί αποδέκτες της ιλύος γενικά αλλά και ειδικά σε κάθε μία από τις ως άνω περιπτώσεις, ποιοι δηλαδή μπορούν να είναι οι αποδέκτες σε περίπτωση που ανάδοχος επιλέξει τη λύση της επεξεργασίας ή της μη επεξεργασίας καθώς και αν διαφέρουν οι αποδέκτες στην περίπτωση της απλής διάθεσης της λάσπης από αυτούς σε περίπτωση αξιοποίησή της, δ) δεν απαιτεί από τους υποψηφίους να δηλώσουν τις εγκαταστάσεις στις οποίες προτίθενται να διαθέσουν την ιλύ ούτε απαιτεί από τον ανάδοχο να προσκομίσει, έστω και κατά το στάδιο της εκτέλεσης, συμβάσεις συνεργασίας με τις εγκαταστάσεις στις οποίες θα διαθέσει την ιλύ για χρονικό διάστημα ίσο με τη διάρκεια της σύμβασης, ε) δεν αναφέρει, όπως απαιτεί το στοιχείο 15 του Παραρτήματος XIII του π.δ. 59/2007 τους ελάχιστους όρους οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα που πρέπει να πληροί ο ανάδοχος, στ) δεν αναφέρει ιδίως ποιες είναι οι έστω και κατ’ ελάχιστον τεχνικές απαιτήσεις που αφορούν στην απομάκρυνση – μεταφορά της ιλύος λ.χ. εάν απαιτείται ο ανάδοχος να διαθέτει δικό του μηχανολογικό εξοπλισμό (μηχανήματα – οχήματα) και ποια είναι τα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτού ή να διαθέτει υπαλληλικό προσωπικό και ποιας ειδικότητας πρέπει να είναι αυτό, ζ) δεν παραθέτει έστω και τις ελάχιστες απαιτήσεις τις σχετικές με τη συχνότητα με την οποία ο ανάδοχος υποχρεούται να απομακρύνει τη λάσπη, η) ενώ αναφέρει αορίστως ότι «ο ανάδοχος θα αναλάβει να εκδώσει και κάθε απαραίτητη άδεια (π.χ. περιβαλλοντική, άδεια λειτουργίας, μεταφοράς κ.λπ.) για τη διαχείριση της ιλύος» και ότι στις υποχρεώσεις του συμπεριλαμβάνεται και «οι τυχόν τροποποιήσεις των περιβαλλοντικών όρων για την τελική διάθεση της λάσπης», δεν αναφέρει τις νομοθετικές διατάξεις που διέπουν τη διαχείριση (συλλογή, φόρτωση, μεταφορά και τελική διάθεση) των αποβλήτων που προσιδιάζουν με τη ιλύ της συγκεκριμένης εγκατάστασης λυμάτων και καθορίζουν ποιες είναι οι άδειες τις οποίες πρέπει να εκδώσει ο ανάδοχος κατά τα στάδιο της εκτέλεσης ανάλογα με τον τρόπο διαχείρισης της ιλύος που θα επιλέξει ή σε ποιες περιπτώσεις απαιτείται έγκριση περιβαλλοντικών όρων, ούτε εξάλλου αναφέρει ποιες είναι αυτές οι ειδικές άδειες ανάλογα με τον τρόπο διαχείρισης που θα επιλέξει ο ανάδοχος καθώς και ποια είναι «τα απαραίτητα πιστοποιητικά νόμιμης διάθεσης» της ιλύος, η προσκόμιση των οποίων, ομοίως, απαιτείται από τον ανάδοχο κατά το στάδιο της εκτέλεσης (βλ. και στοιχείο 6γ του Παραρτήματος XIII του π.δ. 59/2007), θ) δεν αναφέρει τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές του αορίστως αναφερόμενου «συστήματος ζύγισης της ιλύος» το οποίο πρέπει να προμηθεύσει ο ανάδοχος και να εγκρίνει η Διευθύνουσα Υπηρεσία κατά το στάδιο της εκτέλεσης, ι) παραθέτει πίνακα με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραγόμενης λάσπης προς διάθεση, ο οποίος όμως είναι ασαφής δεδομένου ότι, παρόλο που ο ίδιος ο πίνακας αυτός ορίζει στον τίτλο του ότι πρέπει «να προσδιοριστούν οι μονάδες μέτρησης περιεκτικότητας σε βαρέα μέταλλα και άλλες παραμέτρους για κάθε περίπτωση, π.χ. mg/kg», εντούτοις στα στοιχεία του πίνακα αυτού δεν γίνεται τέτοιος προσδιορισμός. Επίσης, η διακήρυξη, κατά παράβαση του στοιχείου 6 β΄ του XIII Παραρτήματος του π.δ. 59/2007, καθιστά ασαφές και δεν προσδιορίζει εν τέλει κατά πόσο η εκτέλεση των ελεγχόμενων υπηρεσιών επιφυλάσσεται σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία. Τούτο διότι το άρθρο 10 αυτής, ναι μεν απαιτεί από τους υποψηφίους να καταθέσουν πιστοποιητικό του οικείου Επιμελητηρίου, με το οποίο να πιστοποιείται η εγγραφή τους σε αυτό και το ειδικό επάγγελμά τους ή βεβαίωση άσκησης επαγγέλματος από αρμόδια δημόσια αρχή, πλην όμως δεν διευκρινίζει ποια κατηγορία επαγγελματιών, με ποιο δηλαδή ειδικό επάγγελμα, και με βάση ποιες διατάξεις, μπορεί να εκτελέσει το - σε κάθε περίπτωση, όπως ήδη έγινε δεκτό, αόριστο - αντικείμενο της σύμβασης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να λάβουν μέρος στο διαγωνισμό φυσικά και νομικά πρόσωπα διαφόρων ειδικοτήτων (λ.χ. αντικείμενο της δραστηριότητας της ……. με βάση το προσκομισθέν από αυτή 8422/2012 πιστοποιητικό του Επιμελητηρίου …….. είναι η παραγωγή ζωϊκών ή φυτικών λιπασμάτων, ενώ το επάγγελμα του εν τέλει ανακηρυχθέντος ως αναδόχου ……, με βάση το προσκομισθέν από αυτόν 1293/53285/24.8.2012 πιστοποιητικό του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας είναι ηλεκτρολόγος μηχανικός), χωρίς να προκύπτει εν τέλει εάν οι επαγγελματίες με τις ειδικότητες αυτές είναι εκείνοι που πράγματι μπορούν να εκτελέσουν το αντικείμενο της σύμβασης.
ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/158/2012
(...) α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν.3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος καθώς και αναγγελία των κρισίμων στοιχείων της σύμβασης στο Τ.Ε.Ε. προκειμένου να δημοσιευθούν στην ιστοσελίδα του δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από την υπογραφή της (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011). δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010).
ΕΣ/ΤΜ.7(ΚΠΕ)242/2013
Καταβολή ποσού 24.600 ευρώ στη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία με την επωνυμία «......», ως αμοιβή της για την εκτέλεση εργασιών προετοιμασίας φακέλου, προκειμένου να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το επιχειρησιακό πρόγραμμα ΕΠΠΕΡΑΑ το έργο «Ολοκλήρωση έργου πρώτου τμήματος α΄ φάση αποχέτευσης & ΒΙΟΚΑ ευρύτερης περιοχής ...... πρόσκληση 2.7».(...)Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν. 3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται, μεταξύ άλλων γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011, 120/2010 καθώς και Κλιμάκιο VII Τμημ. 159/2012), ενώ στην περίπτωση επίκλησης από την αναθέτουσα αρχή συνδρομής λόγων κατεπείγουσας ανάγκης ή επείγουσας περίστασης σύναψης σύμβασης παροχής υπηρεσιών, μέχρι ποσού 15.000 ευρώ, προσκαλούνται υποχρεωτικά για διαπραγμάτευση τρεις υποψήφιοι, δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις του ν. 3315/2005 (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων που διέπουν την απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών και όχι βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005, καθόσον, οι ανατεθείσες εργασίες, εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών.