ΣΤΕ/378/2008
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Δημοσίευση απόφασης δημοτικού συμβουλίου:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, στον αποσταλέντα στο Δικαστήριο φάκελο δεν υπάρχουν στοιχεία δημοσιεύσεως της 86/22-3-1999 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 18 ν. 2218/1994 της Νομαρχίας ..., αλλά ούτε και των ως άνω 126/1997 και 29/1999 αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου ... Με το από 27-9-2005 έγγραφο του Δικαστηρίου προς τον Δήμο ...ζητήθηκε η αποστολή, μεταξύ άλλων, και των στοιχείων δημοσιεύσεως των εν λόγω αποφάσεων, ο Δήμος όμως απήντησε με το από 29-9/5-10-2005 έγγραφό του ότι τα στοιχεία αυτά δεν υπάρχουν στο αρχείο του. Με τα δεδομένα αυτά, όλες οι ως άνω αποφάσεις ουδέποτε απέκτησαν νόμιμη υπόσταση, η δε επίμαχη μετονομασία της οδού ... σε Μ. …… ουδέποτε έλαβε χώρα στο νομικό κόσμο. Περαιτέρω, η ως άνω 86/22-3-1999 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 18 ν. 2218/1994 της Νομαρχίας ..., ως ανυπόστατη, δεν υπέκειτο στην κατ’ άρθρο 177 παρ. 4 του Δ.Κ.Κ. σε συνδυασμό με το άρθρο 8 του ν. 3200/1955 προσφυγή, και, επομένως, νομίμως ο Υφυπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, με την 26189/2-8-1999 απόφασή του απέρριψε, αν και με διαφορετική αιτιολογία, την κατά της αποφάσεως αυτής προσφυγή του αιτούντος (ΣΕ 5745/1996).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/1788/2004
Δημοσίευση κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έχει κανονιστικό χαρακτήρα, γιατί εκδόθηκε μετά από έλεγχο νομιμότητας, κατά το άρθρο 8 ν. 3200/1955 τον οποίο ο ως άνω Υφυπουργός άσκησε επί της υπ’ αριθμ. 149/15.10.1999 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 18 του Ν. 2218/1994, η οποία ήταν ομοίως κανονιστική καθ’ όσον προέβη στην ακύρωση της υπ’ αριθμ. 108/1999 κανονιστικής αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου … (ΣτΕ επταμ. 494-5/1995, 4268/2000). Ως κανονιστική, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έπρεπε να δημοσιευθεί όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλος τρόπος δημοσιότητάς της. Από τα στοιχεία όμως του φακέλου ουδόλως προκύπτει ότι η απόφαση αυτή δημοσιεύθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο η ως άνω ρητώς προσβαλλόμενη απόφαση είναι επίσης ακυρωτέα. Την ίδια εξ άλλου πλημμέλεια παρουσιάζει και η 149/15.10.1999 πράξη της, κατ’ άρθρ. 177 παρ. 2 Δ.Κ.Κ., Επιτροπής Νομού .., δοθέντος ότι δεν προκύπτει τοιχοκόλλησή της στο κατάστημα του Δήμου … σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 1 εδ. β’ Δ.Κ.Κ. ή δημοσίευσή της με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.Επειδή, μετά την ακύρωση των προσβαλλομένων πράξεων για τον προαναφερθέντα αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ακυρώσεως, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση.
ΣΤΕ/187/198
Δημοσίευση κανονιστικού περιεχομένου αποφάσεων κοινοτικού συμβουλίου:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως και, ειδικότερα, από το συνοδεύον την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 61/1996 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου …, αποδεικτικό δημοσιεύσεως του πίνακος των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της συνεδριάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου … κατά την οποία και ελήφθη η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση με ημερομηνία 28.4.1996, δεν προκύπτει ότι δημοσιεύθηκε πλήρες το περιεχόμενο της ανωτέρω κανονιστικού χαρακτήρος αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ... Συνεπώς, για το λόγο αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, ως αναγόμενο στη νόμιμη υπόσταση της επί ακυρώσει προσβαλλομένης κανονιστικής διοικητικής πράξεως, η πράξη αυτή πρέπει να ακυρωθεί
ΣΤΕ/503/2006
Δημοσίευση τυπικών νόμων και κανονιστικών πράξεων:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα από 18.9.2002 και 20.1.2003 αποδεικτικά δημοσιεύσεως που επισυνάπτονται στις ως άνω προσβαλλόμενες αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου ..., στο δημοτικό κατάστημα τοιχοκολλήθηκαν πίνακες με περίληψη των αποφάσεων που ελήφθησαν, αντιστοίχως, κατά τις συνεδριάσεις της 13.9.2002 και της 16.1.2003. Ειδικότερα, ο πίνακας με την περίληψη των αποφάσεων της 13.9.2002 αναφέρει τα εξής : «Απόφαση 146: Αποφασίστηκε να λειτουργήσει το νέο Κοιμητήριο Δ.Δ. ... από 1.10.2002». Εξ άλλου, ο πίνακας με την περίληψη των αποφάσεων της 16.1.2003 αναφέρει, μεταξύ των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως, το θέμα «Περί λειτουργίας κοιμητηρίου ...», περαιτέρω δε αναφέρει τον αριθμό της σχετικής αποφάσεως (23/2003) και, ως περίληψη της αποφάσεως, τη μνεία «Εγκρίθηκε». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι δεν δημοσιεύθηκε το πλήρες περιεχόμενο των προσβαλλομένων αποφάσεων. Συνεπώς, δεν τηρήθηκαν οι μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις των άρθρων 96 παρ. 6 και 119 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα ως προς τη δημοσίευση των προσβαλλομένων κανονιστικών αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου ... Για το λόγο αυτό, ο οποίος εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, ως αναγόμενος στη νόμιμη υπόσταση των προσβαλλομένων αποφάσεων, πρέπει να ακυρωθούν οι αποφάσεις αυτές, αφού, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, έχουν ήδη εφαρμοσθεί.Επειδή, μετά την ακύρωση των προσβαλλομένων πράξεων για τον προαναφερθέντα, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, λόγο ακυρώσεως, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση.
ΣΤΕ/4/2000
Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:..Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα προαναφερθέντα εφ΄ όσον η προσβαλλομένη απόφασις δεν εδημοσιεύθη αυτουσία δεν δύναται να θεωρηθεί ότι έλαβε νόμιμον υπόστασιν και ότι ετελειώθη, νομίμως, η διαδικασία κηρύξεως της επιδίκου απαλλοτριώσεως. Συνεπώς, δια τον λόγον αυτόν, ο οποίος εξετάζεται, κατά παγίαν νομολογίαν (βλ. ΣτΕ: 859/97 κ.ά.) αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριον πρέπει να γίνει δεκτή, η υπό κρίσιν αίτησις, η οποία, λόγω της μη κατά τα ήδη εκτεθέντα, αυτουσίου, δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης απαλλοτριωτικής αποφάσεως και της μη νομίμου τελειώσεως της διαδικασίας κηρύξεως της επιδίκου απαλλοτριώσεως, ασκείται εμπροθέσμως, να ακυρωθεί η προσβαλλομένη υπ΄ αρ. 30/1995 απόφασις του Κοινοτικού Συμβουλίου της προαναφερθείσης Κοινότητος και δια λόγους ασφαλείας δικαίου (βλ.ΣτΕ 3941/98 κ.ά.) και οι επίσης προσβαλλόμενες υπ΄ αρ.πρ. 7/24.11.95 απόφασις της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 και υπ΄αρ.πρ. 4931/6.3.96 του Υπ. Εσωτερικών, καθ΄ ό μέρος οι πράξεις αυτές αφορούν εις την κήρυξιν αναγκαστικής απαλλοτριώσεως του ακινήτου του οποίου φέρεται ιδιοκτήτης ο ήδη αιτών και να παραλειφθεί η εξέτασις των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως ως αλυσιτελής.
ΣΤΕ/843/2010
Επιλογή αναδόχου κατασκευής έργου.. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθούν η υπ’ αριθ. 451/29.10.2007 απόφαση της 6ης Νομαρχιακής Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως .., στην οποία ενσωματώθηκε η υπ’ αριθ. 665/ 11.12.2006 απόφαση της ίδιας Νομαρχιακής Επιτροπής, καθώς και η υπ’ αριθ. 91/ 16.4.2007 απόφαση της αρμόδιας για τους νομούς ... και ... της Περιφέρειας ... Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994. Η συνδρομή δε ενδεχομένως λόγων δημοσίου συμφέροντος για την εκτέλεση του επιδίκου έργου δεν ασκεί επιρροή κατά την εξέταση της νομιμότητας των ανωτέρω πράξεων στο πλαίσιο της ερεύνης της κατ’ αυτών στρεφομένης αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, ο προβαλλόμενος με το προαναφερθέν από 10.3.2009 υπόμνημα της καθ’ ης η κρινόμενη αίτηση Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως σχετικός ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι, όπως εκτέθηκε στην δεύτερη σκέψη, με την υπ’ αριθ. 143/14.5.2008 απόφαση της 6ης Νομαρχιακής Επιτροπής της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως ... (ακυρωθείσα ήδη με την υπ’ αριθ. 651/2010 απόφαση του Δικαστηρίου) ανακλήθηκε η διακήρυξη του επιδίκου διαγωνισμού, χωρίς ο διαγωνισμός αυτός να επαναπροκηρυχθεί. Περαιτέρω, με το ίδιο ως άνω υπόμνημα η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση προβάλλει ότι είναι απαράδεκτος ο λόγος ακυρώσεως ότι δήθεν δεν διασφαλίσθηκε με την κατάθεση της οικονομικής προσφοράς της παρεμβαίνουσας εταιρείας η μυστικότητα της διαδικασίας, εφόσον τέτοιος λόγος δεν προβλήθηκε με την προσφυγή της αιτούσης ενώπιον της αρμόδιας για τους νομούς ... και ... Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως, διότι από καμία διάταξη δεν απαιτείται με την αίτηση ακυρώσεως να προβάλλονται οι αυτοί ακριβώς λόγοι που είχαν προβληθεί με την ασκουμένη ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 προσφυγής νομιμότητας, η άσκηση της οποίας, άλλωστε, δεν αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως.
ΣΤΕ/1328/2008
Εκτέλεση έργου...Υπό τα δεδομένα αυτά, συντρέχει λόγος να αναβληθεί η εκδίκαση της υποθέσεως για τη δικάσιμο της 23.9.2008, προκειμένου να αποστείλει η Διοίκηση στο Δικαστήριο, εντός μηνός από της κοινοποιήσεως της παρούσης προδικαστικής αποφάσεως, αφενός τις απόψεις της για τους προβαλλομένους λόγους ακυρώσεως και αφετέρου στοιχεία (επικυρωμένα αντίγραφα σχετικών σελίδων του Βιβλίου Εισερχομένων Εγγράφων) από τα οποία προκύπτει η ημερομηνία περιελεύσεως στην Επιτροπή του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 της Περιφέρειας …, του σχετικού παραπεμπτικού εγγράφου της Περιφέρειας και των στοιχείων που το συνόδευαν, καθώς επίσης και του υπ’ αριθμ. 458/14.2.2005 εγγράφου του Δήμου … με το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς του, απεστάλησαν στην Επιτροπή, στη συνέχεια της παραπομπής, οι επίμαχες πράξεις 131 και 132/26.11.2004 της Δημαρχιακής Επιτροπής με τα προβλεπόμενα για την έκδοσή τους δικαιολογητικά
ΣΤΕ 2207/2002
Επειδή, κατά την έννοια της παρατεθείσης εξουσιοδοτικής διατάξεως του ν. 2218/94 ο κανονιστικός νομοθέτης κατά την κατάρτιση των οργανισμών των οικείων Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων προσδιορίζει ανάλογα με το αντικείμενο των συγκεκριμένων οργανικών μονάδων και την ειδικότητα του κλάδου από ποιές κατηγορίες και από ποιούς κλάδους κάθε κατηγορίας θα προέρχονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων κάθε υπηρεσίας, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να ορίσει ότι οι προϊστάμενοι θα προέρχονται από όλες τις κατηγορίες ή από όλους τους κλάδους κάθε κατηγορίας. Εν όψει δε της φύσεως των καθηκόντων του συγκεκριμένου Γραφείου, όπως αυτά καθορίζονται στο στοιχείο δ΄ της παρ. 3 άρθρου 10 του Οργανισμού, η ανωτέρω προσβαλλομένη διάταξη του εδ. δ΄ παρ. 29 άρθρου 130 αυτού, που αποκλείει τους αρχιτέκτονες - μηχανικούς από την δυνατότητα να καταλάβουν θέση προϊσταμένου του Γραφείου αυτού, βρίσκεται εντός των ορίων της εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 30 του ν. 2218/1994 και δεν προσβάλλει την συνταγματικώς κατοχυρωμένη ισότητα, δεδομένου ότι η ρύθμιση δεν παρίσταται αδικαιολόγητη (πρβλ. ΣτΕ 915/ 2000). Κατ’ ακολουθίαν, οι σχετικές προσφυγές, τις οποίες άσκησε το αιτούν σωματείο διαδοχικώς ενώπιον της επιτροπής του άρθρου 18 ν. 2218/94 και του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, συνεπαγόμενες έλεγχο μόνον της νομιμότητας της πληττομένης διατάξεως του Οργανισμού, νομίμως απορρίφθηκαν με τις συμπροσβαλλόμενες πράξεις των οργάνων αυτών. Κατά ταύτα, πρέπει να απορριφθούν ο λόγος περί παραβάσεως της αρχής της ισότητος ως αβάσιμος, καθώς και οι λόγοι περί αναιτιολογήτου και υπερβάσεως των άκρων ορίων της διακριτικής ευχερείας της Διοικήσεως, δεδομένου ότι οι κανονιστικές πράξεις, όπως είναι η πληττομένη διάταξη του Οργανισμού δεν χρήζουν αιτιολογίας, ελέγχονται δε μόνον από την άποψη της μη υπερβάσεως της εξουσιοδοτήσεως. Η κρινομένη αίτηση, επομένως, είναι απορριπτέα στο σύνολό της.
Εφ.Αθ/4416/2011
Μίσθωση ΝΠΔΔ: ..Οπως προαναφέρθηκε στις μισθώσεις για στέγαση υπηρεσιών ΝΠΔΔ, δεν επιτρέπεται σιωπηρή αναμίσθωση ή σιωπηρή παράταση της μίσθωσης, αλλά η μίσθωση λήγει με την παρέλευση του συμβατικού χρόνου, οπότε το ΝΠΔΔ υποχρεούται να αποδώσει το μίσθιο στον εκμισθωτή (άρθ. 37 π.δ. 715/1979 ΕΑ 3236/1993 ο.π.). Επιπροσθέτως, στο από 1.4.2002 συμφωνητικό μίσθωσης που υπεγράφη μεταξύ των διαδίκων, συμφωνήθηκε ρητά να λήγει η μίσθωση στις 31.3.2007, αποκλειόμενης της σιωπηρής αναμίσθωσης ή της σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης αυτής. Επομένως η εν λόγω μίσθωση, έληξε την 31.3.2007 και ο ισχυρισμός του εκκαλούντος-εναγομένου περί σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης για αόριστο χρόνο, κρίνεται απορριπτέος ως κατ` ουσίαν αβάσιμος. Εξάλλου ο εναγόμενος Δήμος ισχυρίσθηκε κατά τη συζήτηση ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι η κρινόμενη αγωγή ασκείται κατά κατάχρηση δικαιώματος, διότι ο Δήμος … παραμένει στη χρήση του μισθίου στο οποίο στεγάζονται οι υπηρεσίες του Ληξιαρχείου … καταβάλλοντος ως αποζημίωση χρήσης μηνιαίως το ποσό των 12.874,52 ευρώ, ενώ η ενάγουσα ουδέποτε μέχρι την άσκηση της αγωγής τον όχλησε για απόδοση του μισθίου. Τα ως άνω όμως πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν καθιστούν την άσκηση της αγωγής αντίθετη στη διάταξη του άρθ. 281 ΑΚ. Και ο σχετικός ισχυρισμός του εναγομένου είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό ως μη νόμιμο ορθά το νόμο εφήρμοσε και δεν έσφαλε.
ΣτΕ/1197/2012
ΜΕΤΑΤΑΞΕΙΣ(..) με την κρινόμενη έφεση ζητείται η εξαφάνιση της υπ’ αριθμ. … αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου ....., με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως των εκκαλούντων, πρώην μονίμων υπαλλήλων του Υπουργείου Ανάπτυξης …. κατά της υπ’ αριθμ. 28046/29.6.2001 αποφάσεως του Νομάρχη ..... η οποία τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ 44203/31.10.2001 όμοια απόφαση (ΦΕΚ, τ. ΝΠΔΔ, 280/14.11.2001). Με την τελευταία αυτή απόφαση διαπιστώθηκε η αυτοδίκαιη μετάταξη των εκκαλούντων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 77 του Ν. 2910/2001 (Α, 91), από το Υπουργείο Ανάπτυξης στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση(..)Τέλος, με την επίμαχη, εν προκειμένω, διάταξη του άρθρου 77 του ν. 2910/2001 ορίστηκε, αφ’ ενός μεν, ότι καταργούνται οι ως άνω προσωποπαγείς θέσεις του «αυτοδικαίως αποσπασμένου» προσωπικού στις Ν.Α. και, αφ’ ετέρου, ότι οι υπάλληλοι που κατέχουν τις θέσεις αυτές μετατάσσονται αυτοδικαίως με τη δημοσίευση του νόμου στις υπηρεσίες της Ν.Α. που θεωρήθηκαν αρχικώς αποσπασμένοι, σε κενή οργανική θέση και στον αντίστοιχο κλάδο και αν δεν υπάρχει κενή οργανική θέση ή αντίστοιχος κλάδος, σε προσωποπαγή θέση ή και σε προσωρινό κλάδο, που συνιστάται αυτοδίκαια, με την έναρξη ισχύος του νόμου. (..)Επειδή, όπως έχει ήδη κριθεί (βλ. ΣΕ 4237/2005 7.μ., 2934/1993, 1722/1983 Oλομ.) δεν κωλύεται ο κοινός νομοθέτης να καταργεί οργανικές θέσεις ή να τροποποιεί τις αρμοδιότητές τους, καθώς επίσης να επεκτείνει ή να συμπτύσσει τη βαθμολογική κλίμακα, εφόσον με τις ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζεται ο κανόνας της οργανώσεως και στελεχώσεως της Διοικήσεως με μονίμους υπαλλήλους. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 103 παρ. 4 του Συντάγματος, σε περίπτωση καταργήσεως της κατεχομένης από τον υπάλληλο θέσεως είτε μεμονωμένως είτε δια της καταργήσεως ολοκλήρου της δημοσίας υπηρεσίας στην οποία ανήκει η θέση, μπορεί ο υπάλληλος να απολυθεί ή να τοποθετηθεί σε άλλη υπηρεσία (βλ. ΣΕ 1033/1977 Oλομ., 466/1984). Επί απολύσεως δε δημοσίου υπαλλήλου συνεπεία καταργήσεως όλων των ομοιοβάθμων θέσεων μιας υπηρεσίας δεν απαιτείται προηγούμενη απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου. (..)Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη .....
ΣΤΕ/87/2011
Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.