ΣΤΕ/2759/2003
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Δημοσίευση κανονιστικής πράξης:..Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει κανονιστικό περιεχόμενο, δεν δημοσιεύθηκε, όπως απαιτείται από τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 83 παρ. 6 και 106 του Δ.Κ.Κ. (βλ. ιδίως 49157/10.12.2002 και 49289/11.12.2002 έγγραφα του καθ’ ου δήμου προς το Δικαστήριο). Ενόψει αυτού, και δεδομένου ότι η επίδικη ρύθμιση εφαρμόζεται από τον καθ’ ου δήμο, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί, χωρίς, λόγω του ανυποστάτου της, να τίθεται θέμα προθεσμίας ασκήσεως της κρινόμενης αιτήσεως, όπως αβασίμως προβάλλει ο καθ’ ου δήμος (βλ. ΣτΕ 1152/1999), ενώ παρέλκει η εξέταση των λόγων ακυρώσεως. Για τον ίδιο λόγο, εξάλλου, δεν εξετάζεται κατά πόσον με την πράξη αυτή εισάγεται πράγματι πολεοδομική και όχι κυκλοφοριακή ρύθμιση και συνεπώς κατά πόσον αρμόδιο προς εκδίκαση της υποθέσεως είναι όχι το παρόν, αλλά το Ε Τμήμα του Δικαστηρίου (πρβλ. ΣτΕ 3408/2001, Ολ.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣΤΕ/4/2000
Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου:..Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και συμφώνως προς τα προαναφερθέντα εφ΄ όσον η προσβαλλομένη απόφασις δεν εδημοσιεύθη αυτουσία δεν δύναται να θεωρηθεί ότι έλαβε νόμιμον υπόστασιν και ότι ετελειώθη, νομίμως, η διαδικασία κηρύξεως της επιδίκου απαλλοτριώσεως. Συνεπώς, δια τον λόγον αυτόν, ο οποίος εξετάζεται, κατά παγίαν νομολογίαν (βλ. ΣτΕ: 859/97 κ.ά.) αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριον πρέπει να γίνει δεκτή, η υπό κρίσιν αίτησις, η οποία, λόγω της μη κατά τα ήδη εκτεθέντα, αυτουσίου, δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης απαλλοτριωτικής αποφάσεως και της μη νομίμου τελειώσεως της διαδικασίας κηρύξεως της επιδίκου απαλλοτριώσεως, ασκείται εμπροθέσμως, να ακυρωθεί η προσβαλλομένη υπ΄ αρ. 30/1995 απόφασις του Κοινοτικού Συμβουλίου της προαναφερθείσης Κοινότητος και δια λόγους ασφαλείας δικαίου (βλ.ΣτΕ 3941/98 κ.ά.) και οι επίσης προσβαλλόμενες υπ΄ αρ.πρ. 7/24.11.95 απόφασις της Επιτροπής του άρθρου 18 του ν. 2218/1994 και υπ΄αρ.πρ. 4931/6.3.96 του Υπ. Εσωτερικών, καθ΄ ό μέρος οι πράξεις αυτές αφορούν εις την κήρυξιν αναγκαστικής απαλλοτριώσεως του ακινήτου του οποίου φέρεται ιδιοκτήτης ο ήδη αιτών και να παραλειφθεί η εξέτασις των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως ως αλυσιτελής.
ΣΤΕ/1788/2004
Δημοσίευση κανονιστικών πράξεων:...Επειδή, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έχει κανονιστικό χαρακτήρα, γιατί εκδόθηκε μετά από έλεγχο νομιμότητας, κατά το άρθρο 8 ν. 3200/1955 τον οποίο ο ως άνω Υφυπουργός άσκησε επί της υπ’ αριθμ. 149/15.10.1999 αποφάσεως της Επιτροπής του άρθρου 18 του Ν. 2218/1994, η οποία ήταν ομοίως κανονιστική καθ’ όσον προέβη στην ακύρωση της υπ’ αριθμ. 108/1999 κανονιστικής αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου … (ΣτΕ επταμ. 494-5/1995, 4268/2000). Ως κανονιστική, η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 38807/1999-38416/1999/10.1.2000 απόφαση του Υφυπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης έπρεπε να δημοσιευθεί όπως επιβάλλεται από το Σύνταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλος τρόπος δημοσιότητάς της. Από τα στοιχεία όμως του φακέλου ουδόλως προκύπτει ότι η απόφαση αυτή δημοσιεύθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για το λόγο αυτό, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο η ως άνω ρητώς προσβαλλόμενη απόφαση είναι επίσης ακυρωτέα. Την ίδια εξ άλλου πλημμέλεια παρουσιάζει και η 149/15.10.1999 πράξη της, κατ’ άρθρ. 177 παρ. 2 Δ.Κ.Κ., Επιτροπής Νομού .., δοθέντος ότι δεν προκύπτει τοιχοκόλλησή της στο κατάστημα του Δήμου … σύμφωνα με το άρθρο 179 παρ. 1 εδ. β’ Δ.Κ.Κ. ή δημοσίευσή της με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.Επειδή, μετά την ακύρωση των προσβαλλομένων πράξεων για τον προαναφερθέντα αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ακυρώσεως, παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λόγων ακυρώσεως που προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση.
ΣΤΕ/87/2011
Δημοσίευση κανονιστικής πράξης-ανυπόστατο:..Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως).Επειδή, ναι μεν οι κανονιστικές πράξεις που δεν έχουν δημοσιευθεί είναι ανυπόστατες και, επομένως, δεν παράγουν έννομες συνέπειες, όμως, ως εκ της φύσεώς τους και του περιεχομένου τους, αλλά και για λόγους ασφαλείας του δικαίου είναι εν πάση περιπτώσει ακυρωτέες προς αποφυγή του ενδεχομένου της εφαρμογής τους στο μέλλον. Κατά τη γνώμη, όμως, των Συμβούλων Α.-Γ. Βώρου, Γ. Ποταμιά, Σπ. Χρυσικοπούλου και Β. Καλαντζή οι μη δημοσιευθείσες κανονιστικές πράξεις, ως ανυπόστατες, προσβάλλονται απαραδέκτως. Δεν είναι δε αναγκαία, κατά τη γνώμη αυτή, η ακύρωσή τους με απόφαση του Δικαστηρίου προκειμένου να επιτευχθεί η έναντι πάντων διαπίστωση του ανισχύρου τους, γιατί η διαπίστωση στο σκεπτικό της απόφασης του ανυποστάτου της πράξεως λόγω μη δημοσιεύσεώς της και η απόρριψη για το λόγο αυτό, της αιτήσεως ακυρώσεως που στρέφεται κατ΄ αυτής, επιφέρουν πλήρη νομική ασφάλεια. Αντιθέτως, η ακύρωση της πράξης στερεί χωρίς νόμιμο λόγο τη Διοίκηση από τη δυνατότητα να προβεί στη δημοσίευσή της, αν δεν εμποδίζεται προς τούτο από άλλη αιτία (με αποτέλεσμα η κανονιστική αυτή πράξη να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, όπως είναι αυτονόητο, από της εν λόγω δημοσιεύσεως)...10. Επειδή, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη, η οποία έχει το παρατεθέν σε προηγούμενη σκέψη κανονιστικό περιεχόμενο, όπως βεβαιώνεται στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. 3017/17-2-2009 έγγραφο της Περιφέρειας ..., καθώς και στο υπ΄ αριθμ. πρωτ. Γ25258/17-2-2009 έγγραφο του Εθνικού Τυπογραφείου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ, εξάλλου, δεν προβλέπεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, η δημοσίευσή της με άλλο νόμιμο τρόπο. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό ακυρώσεως που λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως, πρέπει, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.
ΣΤΕ 2597/2011
Μετάταξη υπαλλήλων:Επειδή, στο άρθρο 102 παρ. 1 περίοδος δ΄ του Συντάγματος ορίζεται ότι «Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους», στο δε άρθρο 77 παρ. 1 περίοδος ε του Ν. 2910/2001 ότι, «Για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ανωτέρω εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με βάση την τελευταία αυτή διάταξη εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη …, με την οποία διαπιστώθηκε η μετάταξη των εκκαλούντων από το Υπουργείο Ανάπτυξης του οποίου ήταν υπάλληλοι στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση …, κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό, από 2.5.2001, η απόφαση δε αυτή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. τ. Ν.Π.Δ.Δ. 280/14.11.2001). Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη … (βλ. ΣτΕ 4237/2005 7μ.). Ως εκ τούτου, όσα αντίθετα ισχυρίζονται με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
ΣΤΕ 2562/2011
Μετάταξη υπαλλήλων:Επειδή, στο άρθρο 102 παρ. 1 περίοδος δ΄ του Συντάγματος ορίζεται ότι «Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους», στο δε άρθρο 77 παρ. 1 περίοδος ε του Ν. 2910/2001 ότι, «Για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ανωτέρω εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Νομάρχη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Με βάση την τελευταία αυτή διάταξη εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη …, με την οποία διαπιστώθηκε η μετάταξη των εκκαλούντων από το Υπουργείο Ανάπτυξης του οποίου ήταν υπάλληλοι στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση …, κατά κατηγορία, κλάδο, ειδικότητα και βαθμό, από 2.5.2001, η απόφαση δε αυτή δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. τ. Ν.Π.Δ.Δ. 309/11.12.2001). Με τα δεδομένα αυτά, επιτρεπτώς ανατέθηκε στον οικείο Νομάρχη η αρμοδιότητα εκδόσεως της διαπιστωτικής πράξεως για την αυτοδίκαιη μετάταξη των ως άνω υπαλλήλων και συνεπώς αρμοδίως εν προκειμένω εκδόθηκε η διαπιστωτική πράξη περί αυτοδικαίας μετατάξεως των εκκαλούντων από τον Νομάρχη ... (βλ. ΣτΕ 4237/2005 7μ.). Ως εκ τούτου, όσα αντίθετα ισχυρίζονται με την κρινόμενη έφεση οι εκκαλούντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
ΣΤΕ/1996/2000
Δημοσίευση απόφασης δημοτικού συμβουλίου:.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ... (υπ' αριθμ. 111/28-9-1992) εκηρύχθη αναγκαστική απαλλοτρίωση τριών τμημάτων ισαρίθμων ιδιοκτησιών του αιτούντος κειμένων εντός του οικισμού της ... προς τον σκοπό της διανοίξεως δημοτικής οδού. Στην απόφαση όμως αυτή δεν γίνεται μνεία κτηματολογικού διαγράμματος και κτηματολογικού πίνακα καθώς και σχετικής μελέτης, τα οποία να έχουν συνταχθεί προ της λήψεως της προσβαλλομένης αποφάσεως. Και ναι μεν μεταξύ των στοιχείων του φακέλου, τον οποίο απέστειλε ο καθ' ου η αίτηση Δήμος, υπάρχουν ο από 3-11-1992 κτηματολογικός πίνακας και το άνευ ημερομηνίας τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ..., πλην όμως τα στοιχεία αυτά, πέραν του ότι δεν μνημονεύονται, όπως απαιτεί ο νόμος, στο σώμα της προσβαλλομένης αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου, το μεν πρώτο είναι μεταγενέστερο της προσβαλλομένης αποφάσεως, το δε δεύτερο δεν φέρει καν ημερομηνία εκδόσεως. Εξ άλλου, ούτε στην προσβαλλομένη απόφαση μνημονεύεται ούτε στα στοιχεία του φακέλου υπάρχει μελέτη του έργου που πρόκειται να εκτελεσθεί, ενώ ο ισχυρισμός του καθ' ου η υπό κρίση αίτηση Δήμου ότι δεν απητείτο η σύνταξη μελέτης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Λόγω των παραλείψεων αυτών, οι οποίες συνιστούν παραβάσεις ουσιωδών τύπων της διαδικασίας, η προσβαλλομένη απόφαση είναι πλημμελής, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση αίτηση.Επειδή, κατ' ακολουθίαν, η προσβαλλομένη υπ' αριθμ. 111/28-9-1992 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου ..., λόγω των περιγραφομένων στις προηγούμενες σκέψεις παραβάσεων ουσιωδών τύπων της διαδικασίας εκδόσεώς της, πρέπει να ακυρωθεί, κατ' αποδοχήν της υπό κρίση αιτήσεως, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως, ενώ, μετά την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως του δημοτικού συμβουλίου ..., αποβαίνουν ακυρωτέες και οι συμπροσβαλλόμενες υπ' αριθμ. 17383/23-12-1992 απόφαση του Νομάρχη ... και υπ' αριθμ. 8966/31-3-1993 απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, με τις οποίες απερρίφθησαν σιωπηρώς οι συναφείς ισχυρισμοί που είχε προβάλει ο αιτών με τις προσφυγές του.
ΣΤΕ/859/1997
Δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξεως:..Επειδή, περαιτέρω, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ' οιονδήποτε τρόπο για τον αιτούντα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως. Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ακυρώσεως πρέπει να θεωρηθεί για το λόγο αυτό ότι ασκείται εμπροθέσμως, τόσο κατά της ρηθείσης υπ' αριθ. 16/15-3-1991 αποφάσεως του Κοινοτικού Συμβουλίου όσο και κατά των 12002/30-4-1991 και 93111/1517/25-7-1991 αποφάσεων του Νομάρχη ... και του Υπουργού Εσωτερικών, αντιστοίχως.Επειδή, για τον προαναφερθέντα λόγο, ο οποίος είναι αυτεπαγγέλτως εξεταστέος, και εν όψει του ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η προσβαλλόμενη απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου έχει τύχει εφαρμογής (βλ. 21/24-5-1993 απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ... περί εγκρίσεως του πρωτοκόλλου παραλαβής του έργου), πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου καθώς και οι προαναφερόμενες αποφάσεις του Νομάρχη ..., με τις οποίες απερρίφθησαν αντίστοιχες προσφυγές του αιτούντος, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς, της εξετάσεως των προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
ΣΤΕ/187/198
Δημοσίευση κανονιστικού περιεχομένου αποφάσεων κοινοτικού συμβουλίου:..Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως και, ειδικότερα, από το συνοδεύον την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 61/1996 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου …, αποδεικτικό δημοσιεύσεως του πίνακος των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της συνεδριάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου … κατά την οποία και ελήφθη η ως άνω προσβαλλόμενη απόφαση με ημερομηνία 28.4.1996, δεν προκύπτει ότι δημοσιεύθηκε πλήρες το περιεχόμενο της ανωτέρω κανονιστικού χαρακτήρος αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου ... Συνεπώς, για το λόγο αυτόν, αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο, ως αναγόμενο στη νόμιμη υπόσταση της επί ακυρώσει προσβαλλομένης κανονιστικής διοικητικής πράξεως, η πράξη αυτή πρέπει να ακυρωθεί
ΣΤΕ/1219/2011
Νόμιμη υπόσταση διοικητικής πράξεως:...Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, εφ’ όσον η προσβαλλόμενη άδεια εκποιήσεως δεν φέρει την αναγκαία για την τελείωσή της υπογραφή οργάνου της Διοικήσεως, είναι ανυπόστατη (πρβλ. ΣτΕ 571/1945, 22/1956, 2253/2002, 20/2009). Ως εκ τούτου, εφ’ όσον η πράξη αυτή δεν έλαβε νόμιμη υπόσταση, δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κινήθηκε καθ’ οιονδήποτε τρόπο για την αιτούσα η προθεσμία για την άσκηση αιτήσεως ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής (πρβλ. ΣτΕ 1627/2010, 2103/2006, 2759/2003 κ.ά.) και, επομένως, εμπροθέσμως προσβάλλεται η επίδικη 237/231/ΑΣ 440/12.6.1996 άδεια εκποιήσεως του Υπουργείου Εξωτερικών. Περαιτέρω, για τον αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενο λόγο ότι δεν φέρει την γνήσια υπογραφή διοικητικού οργάνου, που αποτελεί στοιχείο απαραίτητο για την νόμιμη τελείωσή της, η πράξη αυτή πρέπει, για λόγους ασφαλείας δικαίου και προστασίας των συναλλαγών, να ακυρωθεί ώστε να αποφευχθεί η τυχόν εφαρμογή της με την κατάρτιση συμβάσεων που αφορούν σε ακίνητη περιουσία. Κατόπιν δε τούτων, αλυσιτελώς ζητείται η ακύρωση της σιωπηρής αρνήσεως της Διοικήσεως να ανακαλέσει την προσβαλλόμενη άδεια στη συνέχεια της από 12.1.2007 σχετικής αιτήσεως της και ήδη αιτούσης.
ΣΤΕ/3378/1995
Δημοσίευση ατομικής διοικητικής πράξης:..Επειδή, η προσβαλλόμενη με την υπό κρίση αίτηση απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., με την οποία αποφασίσθηκε η απομάκρυνση των μνημείων και η εκταφή των νεκρών από το Νεκροταφείο της ..., είναι ατομική διοικητική πράξη γενικού περιεχομένου και συνεπώς, προκειμένου η απόφαση αυτή να αποκτήσει νόμιμη υπόσταση, έπρεπε να δημοσιευθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 83 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα που προαναφέρθηκε. Απητείτο δηλαδή η δημοσίευση στο δημοτικό κατάστημα πίνακα περιέχοντος, μεταξύ των άλλων, και περίληψη του περιεχομένου της αποφάσεως αυτής. Μεταξύ των στοιχείων του φακέλου όμως που απεστάλησαν στο Δικαστήριο από την Διοίκηση περιλαμβάνεται μεν το από 25.2.1992 αποδεικτικό τοιχοκολλήσεως πίνακα, το οποίο αναφέρει μόνο το θέμα που συζητήθηκε στην από 24.2.1992 συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου ... δηλ. την "απομάκρυνση των μνημείων από το Παλαιό Νεκροταφείο της ...", δεν περιλαμβάνεται όμως ο προβλεπόμενος από την προαναφερθείσα διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 83 του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα πίνακας, με την περίληψη της υπ' αριθ.42/1992 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου ..., για τη δημοσίευση της οποίας συνετάγη το ως άνω από 25.2.192 αποδεικτικό. Το στοιχείο αυτό είναι ουσιώδες για την κρίση του Δικαστηρίου για το αν η ως άνω απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ..., η οποία προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως, δημοσιεύθηκε ή όχι με νόμιμο τρόπο και κατά συνέπεια αν απέκτησε ή όχι νόμιμη υπόσταση. Συντρέχει επομένως νόμιμος λόγος εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως που να υποχρεώνει το Δήμο ... να αποστείλει στο Δικαστήριο τον προαναφερθέντα πίνακα εντός 20 ημερών από της κοινοποιήσεως σε αυτόν της παρούσας αποφάσεως, οριζομένης ως νέας δικασίμου για την εκδίκαση της κρινομένης αιτήσεως της 13.11.1995, διατάσσεται δε η κοινοποίηση της αποφάσεως αυτής και στους αιτούντες.