ΣΤΕ/2684/2018
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 2639/1998, η απόφαση του Επιθεωρητή Εργασίας, με την οποία επιβάλλεται πρόστιμο σε εργοδότη για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, πρέπει να είναι αιτιολογημένη λόγω της φύσεώς της, επαγόμενη δυσμενείς συνέπειες για τον εργοδότη, η αιτιολογία, όμως, αυτή δεν απαιτείται να περιέχεται στο σώμα της διοικητικής πράξεως που επιβάλει το πρόστιμο, αλλά νομίμως συμπληρώνεται από τα στοιχεία που ευρίσκονται στον φάκελο της υπόθεσης και τα οποία ελήφθησαν υπόψη κατά την επιβολή του προστίμου (πρβλ. ΣτΕ 4979/2014, 4166/2012, 208/2012, 473/2010, 2532/2009, 2092/2006, 4585/2005, 3864/2004 κ.ά.), όπως η κλήση του εργοδότη για παροχή εξηγήσεων επί της αποδιδόμενης παράβασης. Ενόψει τούτου, η αιτιολογία της ....2002 πράξεως επιβολής προστίμου, η οποία, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, μνημονεύει τις εφαρμοστέες διατάξεις και τα στοιχεία τέλεσης της παράβασης (αριθμός εργαζομένων, ημέρες και ώρες απασχόλησής τους στην αναιρεσίβλητη επιχείρηση, επωνυμία της άλλης επιχείρησης στην οποία απασχολούνταν με πλήρες ωράριο), νομίμως, δε συμπληρώνεται από το 581/20.3.2002 έγγραφο περί παροχής εξηγήσεων, ως προς τον συγκεκριμένο προσδιορισμό των εργαζομένων και του χρονικού διαστήματος, εντός του οποίου παρασχέθηκε η επιπλέον απασχόληση, είναι νόμιμη. Συνεπώς, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 2639/1998, έκρινε ότι η πράξη επιβολής προστίμου εκδόθηκε κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας. Για τον λόγο αυτό, ο οποίος βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση, πρέπει η αίτηση αυτή να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, παρέλκει δε ως αλυσιτελής η εξέταση των υπολοίπων λόγων αναίρεσης. Περαιτέρω, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΥΑ/2063/Δ1632/2011
Κατηγοριοποίηση παραβάσεων και καθορισμός ύψους προστίμων που επιβάλλονται από τους επιθεωρητές εργασίας του σώματος επιθεώρησης εργασίας (ΣΕΠΕ) Βλέπε Ν. 3996/2011 ΦΕΚ Α 170/5.8.2011, παρ. 9 του άρθρου 24 «Η υπ’ αριθμ. 2063/Δ1/632/2011 απόφαση της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 266), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 16 του ν. 2639/ 1998, η υπ’ αριθμ. 25624/975/2010 Κοινή Απόφαση των Υφυπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 2252), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 3 του άρθρου 86 του ν. 3386/2005 (Α΄ 212), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 3846/2010 (Α΄ 66) και του άρθρου 16 του ν. 2639/1998, η υπ’ αριθμ. 15527/639/2010 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (Β΄ 1359), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 25 του ν. 2956/2001 (Α΄ 258), όπως αντικαταστάθηκε από την περίπτωση δ΄ του άρθρου 3 του ν. 3846/2010 και του άρθρου 16 του ν. 2639/1998, καθώς και οι διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, όπως του ν. 3850/2010, περί επιβολής κυρώσεων από τους Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι εκδόσεως των υπουργικών αποφάσεων που ρυθμίζουν κατά τρόπο διάφορο την κατηγοριοποίηση, τη διαδικασία, τα κριτήρια και το ύψος των επιβαλλόμενων προστίμων σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Μετά την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων του παρόντος άρθρου καταργείται κάθε αντίθετη διάταξη που ρυθμίζει κατά τρόπο διαφορετικό την κατηγοριοποίηση των προστίμων, τα κριτήρια, το ύψος και τη διαδικασία επιβολής αυτών.» Καταργήθηκε με την υπ'αριθμ. 29164/755/2019 - ΦΕΚ: 2686/Β/2.7.2019.
ΝΣΚ/27/2017
Πράξης επιβολής προστίμου (ΠΕΠ) του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) σε εργοδότη – Προθεσμία έναρξης ισχύος των 15 ημερών για την έκπτωση 30% επί της καταβολής του επιβαλλομένου προστίμου για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας. (..)Πράξης επιβολής προστίμου (ΠΕΠ) του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) σε εργοδότη – Προθεσμία έναρξης ισχύος των 15 ημερών για την έκπτωση 30% επί της καταβολής του επιβαλλομένου προστίμου για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας. (...)Σε περίπτωση ττου ασκηθεί αίτηση θεραπείας κατά πράξης επιβολής προστίμου (ΠΕΠ) του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) σε εργοδότη για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας, τότε η, εντός δεκαπέντε ημερών, προθεσμία καταβολής του προστίμου, η οποία προβλέπεται στη διάταξη του στοιχείου β' της περίπτωσης Α' της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ν. 3996/2011, για τη χορήγηση έκπτωσης 30% επί του αρχικού ποσού του επιβληθέντος προστίμου, αρχίζει από την επομένη της ημερομηνίας κοινοττοίησης της απόφασης επιβολής του προστίμου και όχι από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης που θα εκδοθεί για την αίτηση θεραπείας.
ΣΤΕ/1404/2005
Πράξη επιβολής ΦΠΑ....Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την προαναφερόμενη 39/1994 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. ...., σε βάρος της ήδη αναιρεσείουσας εταιρείας είχε επιβληθεί ειδικό πρόστιμο 65.198.630 δραχμών, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 48 παρ.3 του ν. 1642/1986, με την αιτιολογία ότι αυτή είχε εκπέσει φόρο προστιθέμενης αξίας εισροών συνολικής αξίας 13.039.726 δραχμών, που αφορούσε τη διαχειριστική περίοδο από 17.11.1992 έως 31.12.1993 βάσει εικονικών τιμολογίων-δελτίων αποστολής των .... και .... Σχετικώς, όπως επίσης αναφέρεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, είχε εκδοθεί η υπ’ αριθ. 17/25.5.1994 προσωρινή πράξη καταλογισμού φόρου προστιθέμενης αξίας. Το διοικητικό εφετείο, λαμβάνοντας υπόψη ότι με τη 1488/1997 απόφασή του, κατ’ αποδοχή εφέσεως του Δημοσίου εξαφανίστηκε η 4661/1995 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου ... και απορρίφθηκε η προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της παραπάνω πράξης επιβολής φόρου προστιθέμενης αξίας και ενόψει του παρακολουθηματικού χαρακτήρα του ενδίκου προστίμου σε σχέση με τον κύριο φόρο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εξαφάνισε την προαναφερόμενη πρωτόδικη απόφαση (4662/1995 του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά) και απέρριψε την προσφυγή της αναιρεσείουσας που εστρέφετο κατά της ένδικης πράξης επιβολής προστίμου.
ΣΤΕ/2475/2019
Απονομή σύνταξης...Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στις 26.10.2017 και, επομένως, κατά τα προεκτεθέντα, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3900/2010. Περαιτέρω, η κρινόμενη διαφορά ανέκυψε από αμφισβήτηση σχετικά με τον χρόνο έναρξης καταβολής στην αναιρεσείουσα σύνταξης λόγω θανάτου του συζύγου της και, επομένως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην 4η σκέψη, έχει προσδιορίσιμο χρηματικό αντικείμενο το οποίο συνίσταται στο ποσό των συντάξεων της αναιρεσείουσας, που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.12.1994 έως 8.10.1995, και ανέρχεται σε 4.437,15 ευρώ (βλ. το .....2019 έγγραφο του ... προς το Δικαστήριο με αριθμ. πρωτ. ΣτΕ ΕΠ .....2019), είναι δηλαδή κατώτερο του κατά την ανωτέρω διάταξη ποσού των 40.000 ευρώ και, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση ασκείται απαραδέκτως κατά την παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989. Είναι δε απορριπτέα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση. Υπό τα δεδομένα δε αυτά προβάλλονται αλυσιτελώς και είναι απορριπτέοι οι περαιτέρω ισχυρισμοί της αναιρεσείουσας περί παράβασης της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και περί αντίθεσης των κρίσεων της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς νομολογία Ανωτάτων Δικαστηρίων, ήτοι του Συμβουλίου της Επικρατείας
ΝΣΚ/84/2020
Ποιες είναι οι συνέπειες που μπορεί να επιφέρει στη νομιμότητα του διοικητικού μέτρου της παρακράτησης των στοιχείων κυκλοφορίας του οχήματος, το οποίο προβλέπεται προς εξασφάλιση της καταβολής του διοικητικού προστίμου της παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 3446/2006 (η οποία έχει ήδη αναριθμηθεί σε 7, με την παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 4663/2020), : α) η εν στενή εννοία βεβαίωση στην αρμόδια ΔΟΥ του διοικητικού προστίμου ή η μη δυνατότητα για αυτή, λόγω παρέλευσης τυχόν αποσβεστικής προθεσμίας και β) η παραγραφή της ταμειακώς βεβαιωμένης αξίωσης από το εν λόγω διοικητικό πρόστιμο.(...)Η πάροδος της αποσβεστικής προθεσμίας για την εν στενή εννοία (ταμειακή) βεβαίωση στην αρμόδια ΔΟΥ του διοικητικού προστίμου της παρ. 8 του άρθρου 1 του ν. 3446/2006 ή η παραγραφή της αξίωσης της Περιφέρειας προς είσπραξη του ταμειακώς βεβαιωμένου προστίμου, έχει ως συνέπεια την απώλεια του νόμιμου ερείσματος του, εξασφαλιστικού της είσπραξής του, μέτρου της παρακράτησης των στοιχείων κυκλοφορίας του οχήματος, έτσι ώστε αυτή να καθίσταται μη νόμιμη (ομόφωνα).
ΕΑΔΗΣΥ/676/2023
Με την υπό κρίση προδικαστική προσφυγή της, η προσφεύγουσα αιτείται: Πρώτον, την ακύρωση ή άλλως την αναγνώριση της ακυρότητας της προσβαλλόμενης, υπ’ αριθμό 21.23, ΠΡΟΣΚΛΗΣΗΣ της αναθέτουσας, δια της οποίας προσκλήθηκε η εταιρεία ... «όπως υποβάλλει γραπτή σφραγισμένη προσφορά για την παροχή υπηρεσιών καθαριότητας των χώρων εντός του Νοσοκομείου και των δομών αυτού προϋπολογισθείσας δαπάνης 214.000,00 ευρώ χωρίς ΦΠΑ, 265.360,00 ευρώ με ΦΠΑ για την κάλυψη των αναγκών για ένα μήνα ή έως την κάλυψη του εν λόγω ποσού, με έναρξη την 03.03.2023 (Ημερομηνία λήξης της με αρ. 166.22 Σύμβασης είναι η 02.03.2023)». Δεύτερον, να επιβληθεί, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρ. 371 του Ν. 4412/2016, πρόστιμο στην αναθέτουσα Αρχή, ίσο με το 10% της αξίας της επίδικης σύμβασης, άλλως, να επιβληθεί πρόστιμο, το ύψος του οποίου θα προσδιορισθεί από την Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., λαμβάνοντας υπ’ όψη την σοβαρότητα της παράβασης, την συμπεριφορά της αναθέτουσας και την διάρκεια της σύμβασης. Τρίτον, να εκδοθεί η προβλεπόμενη στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρ. 371 του Ν. 4412/2016 ειδική απόφαση της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., δια της οποίας θα αποφασίζεται να περιέλθει το επιβληθησόμενο πρόστιμο στην προσφεύγουσα.
ΣτΕ/2470/2007
Σε περίπτωση διενέργειας φορολογικού ελέγχου και διαπιστώσεως παραβάσεως των διατάξεων του Κ.Β.Σ., πριν από την έκδοση πράξεως επιβολής προστίμου, η φορολογική αρχή έχει από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος την υποχρέωση να διασφαλίζει στο φερόμενο ως παραβάτη την ευχέρεια να εκθέτει σχετικά τις απόψεις του.
ΣΤΕ/2072/2019
Τυχερά παίγνια και επιβολή προστίμου κατ` εφαρμογή του άρθρου 15 παρ. 5 του ν. 2753/1999. Για τη νόμιμη επιβολή του ένδικου προστίμου απαιτείται επαρκής 12 θεμελίωση της αποδιδόμενης παράβασης επί τη βάσει των διαπιστώσεων και πορισμάτων των ελεγκτικών οργάνων και χωρίς να έχει να αποφανθεί η αρμόδια Επιτροπή για τον χαρακτήρα των παιγνίων, ένεκα διαπιστώσεως της επελθούσης ρήξης των παιγνιομηχανημάτων και, εντεύθεν, αδυναμίας χαρακτηρισμού των παιγνίων. Αιτιολογημένα ακυρώθηκε η καταλογιστική πράξη λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης του χαρακτήρα των επίμαχων παιγνίων ως τυχερών, κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου των εκθέσεων ελέγχου των υπαλλήλων του Σ.Δ.Ο.Ε. Απορρίπτεται η αναίρεση (επικυρώνει την αριθ. 3593/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών).
ΣΤΕ/4270/2012
Επειδή, από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της προσβαλλομένης πράξεως, με την οποία ακυρώθηκε, κατόπιν διοικητικής προσφυγής, η επαγγελματική άδεια πωλητή Λαϊκών Αγορών, που είχε χορηγηθεί στον αιτούντα, γεννάται ήδη, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 4 περ. η΄ του ν. 1406/1983 (51 παρ. 1 ν. 3659/2008), 1 παρ. 1 περ. ιβ΄ εδαφ. τελευταίο του ν. 702/1977 (47 παρ. 1 ν. 3900/2010) και 50 του ν. 3900/2010, διοικητική διαφορά ουσίας αρμοδιότητος του διοικητικού πρωτοδικείου. Πρέπει, συνεπώς, σύμφωνα και με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα να αναπεμφθεί στο κατά τόπο αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο … (άρθρο 7 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ν. 2717/1999, Α΄ 97, σε συνδυασμό με το άρθρο μόνο, Α΄ 11 του π.δ/τος 404/1978, Α΄ 83) για να εκδικασθεί ως προσφυγή ουσίας.
ΣτΕ/1311/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:ζητείται η αναίρεση της 2915/2014 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία: α) απορρίφθηκε η αγωγή της δεύτερης αναιρεσίβλητης («... ΑΕ»), αναδόχου εκτέλεσης του δημοσίου έργου Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι, από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 26 παρ. 1 και 2 του ν. 1882/1990, των διατάξεων του άρθρου 1 και 2 της, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσας, 2048300/6844-11/0016/9.8.1990 υπουργικής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, του ν.δ/τος 17.7.-13.8.1923 και του Αστικού Κώδικα περί εκχώρησης απαίτησης, προκύπτει ότι, σε περίπτωση εκχωρηθείσας απαίτησης κατά νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, κρίσιμος χρόνος, κατά τον οποίο θα πρέπει να υφίσταται η φορολογική ενημερότητα του εκχωρητή, αποδεικνυόμενη από το πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας, είναι ο χρόνος κατάρτισης της σύμβασης της εκχώρησης ή έστω της γέννησης της εκχωρούμενης έννομης σχέσης ή έστω ο χρόνος που κατέστη ληξιπρόθεσμος η εκχωρηθείσα απαίτηση, αδυναμία δε προσκόμισης του αποδεικτικού ενημερότητας μετά τα ως άνω χρονικά διαστήματα δεν αντιτάσσεται στον εκδοχέα, η δε απαίτηση μετά την εκχώρηση περιέρχεται στον εκδοχέα, κατά του οποίου δεν είναι δυνατόν να αντιταχθούν απαγορεύσεις ή περιορισμοί που αφορούν τον εκχωρητή. Ως προς το παραδεκτό του λόγου αυτού, προβάλλεται ότι δεν υπάρχει επί του ζητήματος αυτού σχετική νομολογία του Δικαστηρίου. Ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι η ερμηνεία των διατάξεων που επικαλείται η αναιρεσείουσα δεν είναι κρίσιμη για την επίλυση της κρινόμενης διαφοράς, ως προς το ως άνω τιθέμενο νομικό ζήτημα. Ειδικότερα, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ερμηνεύτηκε και εφαρμόστηκε η παρ. 9 του άρθρου 26 του ν. 1882/1990, η οποία προστέθηκε με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 3943/2011, στην οποία ορίζεται ρητά ότι, για την καταβολή των εκχωρημένων χρηματικών απαιτήσεων, κατά νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, το αποδεικτικό ενημερότητας προσκομίζεται τόσο από τον εκχωρητή, όσο και από τον εκδοχέα, και όχι οι διατάξεις που επικαλείται η αναιρεσείουσα, δηλαδή η διάταξη του άρθρου 26 του ν. 1882/1990, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 2048300/6844-11/0016/1990 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία, άλλωστε, είχε ήδη καταργηθεί με την 1109793/ 6134-11/0016/24.11.1999 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος λόγος αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.Απορρίπτει την αίτηση.