ΣΤΕ/1792/2007
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Αποζημίωση για αποδοχές υπαλλήλου νοσοκομειακού κλάδου:..Ενόψει των ανωτέρω, η αναιρεσίβλητη με αγωγή της ζήτησε να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να της καταβάλει ως αποζημίωση, κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ. 12.433.800 δρχ. ποσό το οποίο αντιστοιχεί στις αποδοχές που στερήθηκε από 1.1.97 έως 28.8.00 πλέον δώρων Χριστουγέννων, Πάσχα και επιδομάτων αδείας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά μερική αποδοχή του αγωγικού αιτήματος, υποχρέωσε το Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη 10.095.560 δρχ. ποσό το οποίο αντιστοιχεί στις αποδοχές του από 15.4.97 έως 28.8.00 χρονικού διαστήματος, δηλαδή από την επομένη της λήξεως, στις 14.4.97 της προθεσμίας υποβολής των δικαιολογητικών, ενόψει της δημοσιεύσεως του διορισμού των υπολοίπων συνυποψηφίων στις 14.3.97 στο υπ’ αριθμ. 15 Φ.Ε.Κ. τ. Πρ. ΑΣΕΠ. Κατά της αποφάσεως αυτής, το αναιρεσείον άσκησε έφεση και προέβαλε μεταξύ άλλων ότι η επιδικασθείσα αποζημίωση, ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό της ως τέτοιας, αποτελεί στην πραγματικότητα εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες που επιδικάσθηκε σε μισθωτό, το οποίο όμως υπόκειται στις νόμιμες κρατήσεις, μεταξύ των οποίων και σε φόρο εισοδήματος, όπως έχει άλλωστε κριθεί και με την 33/99 απόφαση του Α.Ε.Δ., κι ως εκ τούτου, η απόρριψη του πρωτοδίκως προβληθέντος ισχυρισμού του περί υπαγωγής της αποζημιώσεως σε φόρο εισοδήματος και κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη, με την αιτιολογία ότι η ζημία πηγάζει από παράνομη πράξη και όχι από υπαλληλική σχέση είναι μη νόμιμη. Το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο απέρριψε τον λόγο αυτό ως αβάσιμο με την αιτιολογία ότι η αναιρεσίβλητη σε εκτέλεση των προαναφερθεισών αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, διατέθηκε προς διορισμό από τις 16.5.00, κατ’ εφαρμογή της οποίας ανέλαβε υπηρεσία στις 28.8.00, οπότε μέχρι το χρόνο αναλήψεως υπηρεσίας, ελλείψει δημοσιοϋπαλληλικής σχέσεως, δεν είναι δυνατός κατά νόμο ο χαρακτηρισμός της επιδικασθείσης αποζημιώσεως ως «αποδοχές» κι η υπαγωγή της σε φόρο εισοδήματος και λοιπές κρατήσεις, όπως γίνεται δεκτό με την αναφερόμενη απόφαση του Α.Ε.Δ. Η αιτιολογία αυτή του Διοικητικού Εφετείου δεν είναι νόμιμη διότι ανεξαρτήτως του ζητήματος εάν η σχέση της αναιρεσίβλητης με το αναιρεσείον ήταν δημοσιοϋπαλληλική ή όχι, πάντως οι αποδοχές αυτές υπέκειντο στις νόμιμες κρατήσεις ... Επομένως, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση καθίσταται αναιρετέα, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από το αναιρεσείον.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕΣ/ΤΜ.6/489/2017
ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ.Απαραδέκτως ζητείται «ο περιορισμός του καταλογισθέντος ποσού κατά 2.500.000 δρχ. που φέρεται ότι αποτελούν τις νόμιμες κρατήσεις και το φόρο που αναλογεί στο ποσό των 4.419.000 δρχ., καθόσον η αναζήτηση εκ μέρους του εκκαλούντος-ανακόπτοντος των φερομένων ως αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων και κρατήσεων αφενός υπάγεται στην αρμοδιότητα των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αφετέρου δεν μπορεί να στραφεί κατά του εφεσίβλητου - καθ’ού Οργανισμού». Η ως άνω κρίση έχει ήδη καταστεί αμετάκλητη, καθόσον όπως προκύπτει από το δικόγραφο της αίτησης αναίρεσης κατά της ανωτέρω απόφασης, το κεφάλαιο αυτό δεν επλήγη από τον εκκαλούντα και συνεπώς δεν ανετράπη από την 2497/2015 απόφαση της Ολομέλειας. Συνεπώς, δεν μπορεί να επανεξετασθεί από το δικαστήριο τούτο και ο προβαλλόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
ΣΤΕ/4364/2014
Εκτέλεση έργου:..Επειδή, η ανωτέρω κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη, διότι ο ισχυρισμός που προέβαλε το αναιρεσείον με το από 19.6.2006 υπόμνημά του ενώπιον του δικάσαντος Διοικητικού Εφετείου, κατά τον οποίο ο υποβληθείς από την αναιρεσίβλητη 6ος λογαριασμός του έργου δεν συνοδευόταν από τις απαραίτητες, κατά το νόμο, για την πληρωμή του βεβαιώσεις περί ασφαλιστικής και φορολογικής ενημερότητας αυτής, δεν ήταν αλυσιτελής, όπως βασίμως προβάλλεται. Τούτο δε διότι σε περίπτωση που η αναιρεσίβλητη δεν είχε υποβάλει μαζί με τον 6ο λογαριασμό και τις ανωτέρω βεβαιώσεις, δεν θα υφίστατο υπαιτιότητα του Δημοσίου ως κυρίου του έργου για τη μη πληρωμή του και συνεπώς, δεν θα ήταν νόμιμη η από 21.6.2004 δήλωση της αναιρεσίβλητης περί διακοπής των εργασιών του έργου, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 4.Επειδή, συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση.
ΣΤΕ 2885/2013
Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση,κατόπιν διενεργηθείσας στις 10.11.1997 δημοπρασίας, υπεγράφη σύμβαση μεταξύ των διαδίκων για την εκτέλεση του προαναφερθέντος έργου και εν συνεχεία, στις 8.10.2003, η 1η συμπληρωματική σύμβαση, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων Δήμος ανέθεσε στην αναιρεσίβλητη την εκτέλεση πρόσθετων εργασιών έναντι πρόσθετης αμοιβής, πλέον Φ.Π.Α. Κ... Εξάλλου, στις 8.9.2005 εγκρίθηκε από τον Προϊστάμενο της προαναφερθείσας Υπηρεσίας ο τελικός λογαριασμός της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Τέλος, στις 15.12.2004 η αναιρεσίβλητη υπέβαλε τον 1ο λογαριασμό – πιστοποίηση της συμπληρωματικής σύμβασης που εγκρίθηκε από τον ανωτέρω Προϊστάμενο στις 19.5.2006. Οι λογαριασμοί, όμως αυτοί δεν εξοφλήθηκαν, Τελικώς, το έργο περαιώθηκε εμπροθέσμως στις 31.12.2003 και οι μεν εργασίες της αρχικής συμβάσεως παρελήφθησαν οριστικά από τον αναιρεσείοντα Δήμο στις 19.9.2005, οι δε εργασίες της συμπληρωματικής στις 23.2.2006, χωρίς όμως να εξοφληθούν τα οφειλόμενα ποσά στην αναιρεσείουσα παρά το γεγονός ότι ο αναιρεσείων Δήμος παρέλαβε ανεπιφύλακτα το έργο. Κατόπιν τούτου η αναιρεσίβλητη άσκησε αγωγή με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί ο αναιρεσείων να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 286.136,46 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Το δικάσαν δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει την αγωγή της αναιρεσίβλητης και υποχρέωσε τον αναιρεσείοντα Δήμο να καταβάλει σε αυτήν, νομιμοτόκως, το ποσό των 286.136,46 ευρώ, το οποίο αντιστοιχούσε στους ανωτέρω μη εξοφληθέντες λογαριασμούς. Ειδικότερα, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμο ισχυρισμό του αναιρεσείοντος Δήμου ότι η αναιρεσίβλητη δεν είχε προσκομίσει τιμολόγιο, ώστε να καταστεί δυνατή η έκδοση χρηματικού εντάλματος, με την αιτιολογία ότι, πέραν του ότι για τον πρώτο λογαριασμό που παρέμεινε ανεξόφλητος, είχε εκδοθεί από την αναιρεσίβλητη σχετικό τιμολόγιο, η προηγούμενη έκδοση τιμολογίου δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εξόφληση των εγκριθέντων λογαριασμών μετά την πάροδο μηνός από την έγκριση αυτών. Εξάλλου, όπως έγινε δεκτό, δεν προέκυψε, ούτε ο Δήμος προέβαλε σχετικό ισχυρισμό ότι η αναιρεσίβλητη αρνήθηκε να εκδώσει τιμολόγια ενόψει της καταβολής των εγκριθέντων λογαριασμών. Περαιτέρω, απερρίφθη ως αόριστος ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος Δήμου σχετικά με την παραγραφή των απαιτήσεων που αφορούσαν στον 6ο και 7ο λογαριασμό, για τον λόγο ότι δεν αναφερόταν ο χρόνος αυτής και το αφετήριο σημείο της.. Απορρίπτει την αίτηση
ΣτΕ/1153/2006
Κατόπιν τούτου το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι ο επίμαχος 6ος λογαριασμός είχε αυτοδικαίως εγκριθεί με την πάροδο άπρακτης της κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/1984 μηνιαίας προθεσμίας, ως εκ τούτου δε αναγνώρισε το δικαίωμα της αναιρεσίβλητης να λάβει το ποσό των 7.845.184 δρχ. (ή 23.023 ευρώ), που περιείχετο μεν στον υποβληθέντα 6ο λογαριασμό, αλλά είχε περικοπεί από την Διευθύνουσα Υπηρεσία με την διόρθωση του εν λόγω λογαριασμό μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας. Περαιτέρω, όμως, το διοικητικό εφετείο απέρριψε το αίτημα της αναιρεσίβλητης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Δημοσίου να της καταβάλει ποσό πέραν του ανωτέρω ως αντάλλαγμα για εργασίες που, κατ’ αυτήν, είχαν εκτελεσθεί και είχαν περιληφθεί σε επιμετρήσεις αυτοδικαίως εγκεκριμένες, με την αιτιολογία ότι οποιαδήποτε αμφισβήτηση του αναδόχου που αφορά το εργολαβικό αντάλλαγμα μπορεί να προβληθεί μόνον κατά του σχετικού λογαριασμού – πιστοποιήσεως, με την κρινόμενη δε προσφυγή προσβάλλεται μόνον ο συγκεκριμένος 6ος λογαριασμός, με τον οποίο η αναιρεσίβλητη είχε ζητήσει την πληρωμή μόνον του ανωτέρω ποσού των 14.297.355 δρχ..
451890/1983
Κρατήσεις υπέρ ΜΤΑ από τις αποδοχές και λοιπές παροχές του στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού της Π.Α.
Ελ.Συν.Ολομ/114/2017
Οικογενειακή παροχή λόγω γάμου:Στην υπό κρίση υπόθεση, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του ΙΙ Τμήματος έγινε εν μέρει δεκτή η από 30.12.2002 ..αγωγή της ήδη αναιρεσίβλητης, πολιτικής συνταξιούχου του Δημοσίου, που παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Ελεγκτικό Συνέδριο λόγω δικαιοδοσίας με την 4463/2006 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου .., με την οποία ζήτησε να της καταβληθεί νομιμοτόκως το ποσό των 2.825,64 ευρώ, ως οικογενειακή παροχή συζύγου για το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 30.6.2002. Ειδικότερα, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υποχρεώθηκε το αναιρεσείον Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής κατά το άρθρο 21 του κ.δ/τος της 26.6./10.7.1944 «Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου», το ποσό των 1.761,00 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μη καταβληθείσα σε αυτή οικογενειακή παροχή λόγω γάμου κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 28.2.2001, καθόσον κρίθηκε ότι η επίδικη αξίωση για το εν λόγω χρονικό διάστημα, ενόψει του χρόνου κατάθεσης της αγωγής (31.12.2002) στο Διοικητικό Πρωτοδικείο …, δεν είχε υποπέσει στην πενταετή παραγραφή της εφαρμοσθείσας διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995, ενώ για το μεταγενέστερο της 28.2.2001 χρονικό διάστημα είχε ήδη ικανοποιηθεί.(..)Δεδομένου δε του χρόνου κατάθεσης της αγωγής στο Διοικητικό Πρωτοδικείο … (31.12.2002), η αξίωση της ήδη αναιρεσίβλητης για καταβολή της οικογενειακής παροχής λόγω γάμου για το χρονικό διάστημα από 1.1.1997 έως 31.12.1999 έχει υποπέσει στη διετή παραγραφή της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 90 του ν. 2362/1995 και, συνεπώς, αυτή δικαιούται την εν λόγω παροχή μόνο για το από 1.1.2000 έως 28.2.2001 χρονικό διάστημα. Κατόπιν τούτων, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η ένδικη αγωγή και να υποχρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στην αναιρεσίβλητη ως οικογενειακή παροχή λόγω γάμου για το από 1.1.2000 έως 28.2.2001 χρονικό διάστημα το ποσό των 493,03 ευρώ (14 μήνες Χ 12.000 δρχ.), νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, με βάση το επιτόκιο (6%) που προβλέπεται στο άρθρο 21 του κ.δ/τος 26.6./10.7.1944 «Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου».
ΣΤΕ 2284/2002
Καταλογισμός και παρακράτηση αποδοχών:Επειδή, όπως προκύπτει από τα εκτεθέντα στοιχεία του φακέλου, η θέση που κατείχε ο εφεσίβλητος στο Κρατικό Ωδείο … ήταν χρονικά πρώτη, ενώ η θέση που κατέλαβε στις 30.3.1993 ως υπάλληλος του Ε.Δ.Τ.Π. του .. Πανεπιστημίου ήταν δεύτερη, πράγμα που και το εκκαλούν συνομολογεί με την έφεσή του. Επομένως, σύμφωνα με την εκτεθείσα έννοια των διατάξεων των άρθρων 1 και 5 του Ν. 1256/1982, μπορούσαν να καταλογισθούν στον εφεσίβλητο, ως καταβληθείσες αχρεωστήτως, μόνον οι αποδοχές που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα 30.3.1993-31.12.1993 από τη δεύτερη θέση του στο εκκαλούν Πανεπιστήμιο, εφόσον κατά το διάστημα αυτό ελάμβανε και τις αμοιβές από τη θέση του στο Κρατικό Ωδείο. Από την προηγηθείσα όμως αλληλογραφία του εν λόγω Ωδείου με το Πανεπιστήμιο σαφώς προκύπτει ότι το πρώτο ζήτησε από το δεύτερο να παρακρατήσει από τις αποδοχές του εφεσιβλήτου το ποσό των αμοιβών, ύψους δρχ. 1.264.667 που του κατέβαλε βάσει της μεταξύ τους συμβάσεως έργου, και να του τις αποδόσει. Προς το σκοπό δε αυτό εκδόθηκε η επίδικη καταλογιστική απόφαση 727/30.10.1996 του Πρυτανικού Συμβουλίου του εκκαλούντος και διατάχθηκε η παρακράτηση του ανωτέρω ποσού από τις αποδοχές του εφεσιβλήτου, η οποία συνεχίστηκε, όπως προκύπτει από το υπ' αριθμ. Δ.Υ. 2.11.2000 έγγραφο της Δ/νσης Οικονομικής Διαχείρισης του ιδίου Πανεπιστημίου προς το δικαστήριο, μέχρι την 1.8.1998, οπότε διεκόπη λόγω αναστολής εκτελέσεως της πράξεως που χορήγησε το δικάσαν Εφετείο. Ορθώς, κατά συνέπεια, το τελευταίο ακύρωσε με την εκκαλούμενη απόφαση την προσβληθείσα 727/30.10.1996 καταλογιστική απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου του εκκαλούντος, αφού αυτό ενήργησε ως "εισπράκτωρ" του Κρατικού Ωδείου .., χωρίς να υπάρχει διάταξη που να του δίδει τέτοια αρμοδιότητα. Ο προβαλλόμενος δε με την έφεση του εκκαλούντος, όπως αναπτύσσεται με το από 27.11.2000 υπόμνημα, ισχυρισμός ότι το ανωτέρω καταλογισθέν ποσόν των δρχ. 1.264.667 αντιστοιχούσε στις αποδοχές του εφεσιβλήτου από τη δεύτερη θέση του, δηλαδή εκείνη του Ε.Δ.Τ.Π., συνιστά ανεπίτρεπτη υποκατάσταση της αιτιολογίας της αποφάσεως του Πρυτανικού Συμβουλίου, που εδέχθη την υπ' αριθμ. Γ.2747/23.10.1996 πρόταση της Δ/ντριας της Οικονομικής Υπηρεσίας του Πανεπιστημίου αυτού, να παρακρατηθεί το ανωτέρω ποσό για λογαριασμό του Κρατικού Ωδείου .., διότι το τελευταίο δεν είχε τη δυνατότητα τέτοιας παρακράτησης.
ΑΠ/723/2011
Επιδίκαση από το δικαστήριο αποδοχών κ.λπ. μισθωτών και κρατήσεις υπέρ τρίτων -. Ο εργοδότης υποχρεούται να παρακρατεί ορισμένα ποσά από το μισθό των εργαζομένων που απασχολεί με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, ήτοι εισφορές προς το ΙΚΑ κ.λπ. ασφαλιστικούς Οργανισμούς, Ο.Α.Ε.Δ., εργατική εστία, καθώς και ΦΜΑ, χαρτόσημο εξόφλησης μισθού κ.λπ., τα οποία στη συνέχεια αποδίδει στους δικαιούχους υπέρ των οποίων γίνεται η παρακράτηση. Τα ποσά αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο της δίκης για τις αποδοχές και δεν αφαιρούνται από το δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές ή μισθούς υπερημερίας, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της αποφάσεως και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους.
ΣΤΕ/1009/2005
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:..η αναιρεσίβλητη εταιρία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου «Αποπεράτωση Χημικού και Φαρμακευτικού Τμήματος της Φυσικομαθηματικής Σχολής στην ..». ... υπέβαλε προς έγκριση τον 73ο λογαριασμό, πλην, η Διευθύνουσα Υπηρεσία περιέκοψε, μεταξύ άλλων, ποσό 36.752.980 δραχμών, το οποίο είχε ζητήσει η αναιρεσίβλητη να της καταβληθεί λόγω καθυστερημένης εξοφλήσεως των, προηγουμένων του ενδίκου, 70ου και 71ου λογαριασμών.Μετά την τήρηση από την αναιρεσίβλητη της ενδικοφανούς διαδικασίας ... το Διοικητικό Εφετείο .., με την προσβαλλόμενη απόφαση, έκανε εν μέρει δεκτή την προσφυγή της αναιρεσίβλητης εταιρίας, δεχθέν, κατ αρχήν, ότι αυτή δεν ήταν υπαίτια για την καθυστέρηση πληρωμής της από τον κύριο του έργου. Ειδικότερα, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό του Πανεπιστημίου ότι η καθυστέρηση εξοφλήσεως των 70ου και 71ου λογαριασμών οφειλόταν στη μη έγκαιρη προσκόμιση από την αναιρεσίβλητη εταιρία των απαιτουμένων για την πληρωμή δικαιολογητικών, ως αβάσιμο, διότι από κανένα στοιχείο δεν αποδεικνυόταν ότι αυτή ειδοποιήθηκε να προσκομίσει συγκεκριμένα δικαιολογητικά και, παρ όλα αυτά, παρέλειψε να συμμορφωθεί με τη σχετική ειδοποίηση της αρμόδιας υπηρεσίας. Η αιτιολογία αυτή είναι νόμιμη και επαρκής..
Φ.951/5/76990/Σ.18406/2018
Συμπλήρωση της 451890/27 Οκτ - 16 Νοε 1983 απόφασης Υφυπουργών Εθνικής Άμυνας και Οικονομικών «Κρατήσεις υπέρ ΜΤΑ από τις αποδοχές και λοιπές παροχές του στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού της Π.Α.» (Β΄ 654).