ΕΣ/Ζ Κλ/174/2009
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Οι συμβάσεις του άρθρου 25 του ν. 3649/2008 έχουν ένα ειδικό αντικείμενο, που συνίσταται στην υλοποίηση των υποχρεώσεων του Υπουργείου Εσωτερικών από την ανάληψη της Προεδρίας του 3ου Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη (Global Forum on Migration and Development - GFMD). Η ως άνω κατηγορία συμβάσεων υπάγεται, κατ’ αρχάς, σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο, δεδομένου ότι από τη διάταξη του άρθρου 98 παρ. 1 εδ. β΄ του ισχύοντος Συντάγματος θεσπίζεται, πλέον, γενική αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για όλες τις συμβάσεις που συνάπτουν, μεταξύ άλλων, οι Ο.Τ.Α., ανεξάρτητα από το ιδιαίτερο αντικείμενό τους και την ειδικότερη κατηγορία στην οποία εντάσσονται. Πλην όμως, ο έλεγχος αυτός δεν δύναται να ενεργοποιηθεί πριν από την έκδοση του εκτελεστικού της διάταξης αυτής του Συντάγματος τυπικού νόμου, με τον οποίο ρητά θα υπάγεται για έλεγχο στο Ελεγκτικό Συνέδριο η συγκεκριμένη κατηγορία συμβάσεων (πρβλ. Πράξη Ζ΄ Κλιμακίου 140/2009). Εξάλλου, οι υπό κρίση συμβάσεις δεν υπάγονται σε όσα ρυθμίζονται στο άρθρο 2 του ν. 3060/2002 (ΦΕΚ 242 Α΄/11.10.2002), όπως αυτό ισχύει, το οποίο έχει μεν εκδοθεί μετά την αναθεώρηση του Συντάγματος και την ισχύ του αναθεωρημένου άρθρου 98 παρ. 1 εδ. β΄ αυτού (17-4-2001), συνιστά δε ρύθμιση, με την οποία τροποποιείται υφιστάμενο και πριν από την αναθεώρηση του Συντάγματος νομοθετικό πλαίσιο, με το οποίο ανατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο ο έλεγχος νομιμότητας συγκεκριμένων τριών κατηγοριών συμβάσεων και ορισμένου καθ’ ύψος οικονομικού αντικειμένου. Συνεπώς, το Κλιμάκιο πρέπει να απέχει από τον έλεγχο νομιμότητας των ως άνω σχεδίων συμβάσεων.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/140/2009
Στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. β΄ του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (ΦΕΚ Α΄ 84/17.4.2001), ορίζεται ότι «1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως: α) ... β) Ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή όπως νόμος ορίζει ...». Από την προαναφερόμενη διάταξη συνάγεται ότι σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο υπάγονται, πλέον, όλες ανεξαιρέτως οι συμβάσεις μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενοι είναι το Δημόσιο ή άλλο Νομικό Πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως οι συμβάσεις αυτές ειδικότερα θα καθοριστούν από το νόμο (κατά κατηγορία - είδος συμβάσεων ή ύψος ποσού) και τέτοιες είναι οι συμβάσεις που συνάπτονται είτε μεταξύ διαφόρων φορέων της δημόσιας διοίκησης (ομοιογενείς συμβάσεις) είτε μεταξύ ενός φορέα της δημόσιας διοίκησης (ανεξαρτήτως της μορφής της νομικής του οργάνωσης) και ενός ιδιώτη (ετερογενείς συμβάσεις). Αντίθετη άποψη σύμφωνα με την οποία στον ανωτέρω έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου εμπίπτουν μόνο οι εξ’ επαχθούς αιτίας συμβάσεις, ήτοι οι συμβάσεις εκείνες κατά τις οποίες α) ο δημόσιος φορέας και ο αντισυμβαλλόμενός του συνομολογούν στην ανταλλαγή παροχών (αμφοτεροβαρείς συμβάσεις), β) προέχον κίνητρο για τον ως άνω αντισυμβαλλόμενο είναι το κέρδος και γ) ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας τον εκ των πράξεων και επιλογών του οικονομικό - επιχειρηματικό κίνδυνο δε βρίσκει έρεισμα στο γράμμα αλλά ούτε και στη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, σκοπός του οποίου είναι η εξασφάλιση της νομιμότητας και της διαφάνειας στην εν γένει συμβατική δραστηριότητα του Δημοσίου και των άλλων φορέων της δημόσιας διοίκησης, από την άσκηση της οποίας αναλαμβάνονται σημαντικές οικονομικές υποχρεώσεις σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ή των ειδικότερων προϋπολογισμών τους. Για την άσκηση, όμως, της ως άνω γενικής επί όλων των ανωτέρω συμβάσεων αρμοδιότητας ελέγχου που ανατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο με την ως άνω διάταξη του Συντάγματος δηλαδή της αρμοδιότητας πέραν αυτής που ανατέθηκε στο Συνέδριο για τον έλεγχο συμβάσεων προμηθειών αγαθών, εκτέλεσης έργου και παροχής υπηρεσιών με το άρθρο 8 παρ. 1 ν. 2741/1999, όπως αυτή ισχύει, απαιτείται, περαιτέρω, η έκδοση νόμου εκτελεστικού της διάταξης αυτής του Συντάγματος με τον οποίο θα επεκτείνεται ο υποχρεωτικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και σε άλλες κατηγορίες συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας υπό τον όρο ότι η ευχέρεια αυτή του κοινού νομοθέτη δεν μπορεί να επεκταθεί σε σημείο που να καταλυθεί η γενική ελεγκτική αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των δημοσίων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, η διατήρηση της οποίας τίθεται ως όριο στη σχετική νομοθετική ευχέρεια (Πράξη VI Τμ. 70/2003, Ζ΄ Κλιμ. 42, 159/2008).
ΕΣ/ΚΛ.Ζ/356/2012 (Γ΄ Διακοπών)
ΑΓΟΡΑ ΑΚΙΝΗΤΟΥ:Με τα δεδομένα αυτά, οι υποβληθείσες προς έλεγχο συμβάσεις αφορούν σε αγορά ακινήτων και για το λόγο αυτό, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (βλ. σκ. III), δεν υπόκεινται σε έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο, αφού δεν εμπίπτουν στην έννοια των συμβάσεων προμήθειας αγαθών, παροχής υπηρεσιών και εκτέλεσης έργων, που καταλαμβάνονται από τις ρυθμίσεις των προαναφερόμενων διατάξεων. Επομένως, απαραδέκτως υποβάλλονται προς έλεγχο νομιμότητας τα εν λόγω σχέδια σύμβασης.
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/12/2011
Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο έλεγχος νομιμότητας των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000 ευρώ, στοχεύει στη διαπίστωση τυχόν νομικών πλημμελειών σε πράξεις της διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισης της σύμβασης. Στον κατά τα προεκτεθέντα προβλεπόμενο έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται, πλην των αρχικών (κύριων) συμβάσεων δημοσίων υπηρεσιών, οι οποίες έχουν υποβληθεί λόγω ποσού στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και οι συμπληρωματικές αυτών συμβάσεις, ανεξαρτήτως ποσού, διότι αποτελούν παρακολούθημα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, ως εκ τούτου, δεν έχουν το χαρακτήρα αυτοτελών συμβάσεων με ιδιαίτερο οικονομικό αντικείμενο, για τις οποίες, προκειμένου να θεμελιωθεί η αρμοδιότητα ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, απαιτείται η προϋπολογισθείσα δαπάνη τους να υπερβαίνει το ποσό που θεσπίζεται από το νόμο για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα αναιρούσε τη σκοπιμότητα των σχετικών ρυθμίσεων και θα απέκλειε από τον έλεγχο μεγάλη κατηγορία συμβάσεων (βλ. απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 707/2010).
ΕΣ/Τ6/36/2008
Περαιτέρω, από το συνδυασμό της διάταξης αυτής και των αναφερόμενων στην προηγούμενη σκέψη συνάγεται ότι ο ασκούμενος από το Ελεγκτικό Συνέδριο προληπτικός έλεγχος νομιμότητας επεκτείνεται και στην περίπτωση συμβάσεων, οι οποίες, ανεξάρτητα από το οικονομικό αντικείμενό τους, τροποποιούν τους όρους κύριων ή συμπληρωματικών συμβάσεων που έχουν υποβληθεί στον ανωτέρω έλεγχο, καθόσον σκοπός των διατάξεων που προεκτέθηκαν είναι η θεσμοθέτηση μιας ολοκληρωμένης και αποτελεσματικής διαδικασίας ελέγχου της νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων, ο έλεγχος δε αυτός θα ανατρεπόταν ή θα καθίστατο αλυσιτελής στην περίπτωση που θα παρεχόταν στη Διοίκηση η ευχέρεια να συνάπτει ανέλεγκτα συμβάσεις που τροποποιούν τους όρους εκτέλεσης του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης και συνεπάγονται επαύξηση της δαπάνης της (βλ. Πράξ. Ζ΄ Κλιμ. 1/2005 και 41/2005). Στην περίπτωση όμως που η κύρια ή συμπληρωματική σύμβαση έχει συναφθεί σε προγενέστερο χρονικό σημείο από το χρόνο έναρξης ισχύος του άρθρου 8 του ν. 2741/1999 και της δι’ αυτού θέσπισης του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, η τροποποιητική αυτών σύμβαση δεν μπορεί να υπαχθεί στον ανωτέρω έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Και τούτο διότι η τροποποίηση μιας δημόσιας σύμβασης όταν αυτή δεν αναφέρεται γενικώς και αορίστως στην τροποποιούμενη αλλά τροποποιεί συγκεκριμένους όρους επιφέρει άμεση λειτουργική συσχέτιση της τροποποιούμενης σύμβασης με την τροποποιητική, με συνέπεια η τελευταία να μην έχει το χαρακτήρα αυτοτελούς συμβάσεως και από ουσιαστική άποψη να καθίσταται αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης που τροποποιείται, ο δε τυχόν έλεγχος της τροποποιητικής θα είχε ως αποτέλεσμα να ελέγχονται ευθέως ή παρεμπιπτόντως οι τροποποιούμενες συμβάσεις μετά τη σύναψή τους και όχι προληπτικά και ενδεχομένως αφού έχει ολοκληρωθεί και η εκτέλεσή τους, γεγονός που υπερακοντίζει τη βούληση του κοινού νομοθέτη, ο οποίος δεν θέλησε να επεκτείνει το θεσπιζόμενο από τη διάταξη του άρθρου 8 παρ.1 του ν. 2741/1999 έλεγχο νομιμότητας και στις συμβάσεις που καταρτίστηκαν πριν από την ισχύ της, ούτε να αλλοιώσει τον προβλεπόμενο από την ίδια τη διάταξη χαρακτήρα του ελέγχου αυτού, ο οποίος είναι αμιγώς προληπτικός. Κατά συνέπεια, κατά την έννοια του άρθρου 19 παρ. 7 του π.δ. 774/1980, όπως ισχύει, δεν υπάγεται στον προληπτικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου τροποποιητική σύμβαση, διαλαμβάνουσα όρους που τελούν σε άμεση συνάρτηση με συγκεκριμένους όρους της τροποποιούμενης και για το λόγο αυτό στερούμενη αυτοτέλειας, αφού ο έλεγχος της θα κατέτεινε, έστω και έμμεσα, στον έλεγχο της αρχικής σύμβασης, η οποία ως συναφθείσα πριν από την έναρξη ισχύος της θεσπίσασας τον προληπτικό έλεγχο διάταξης του άρθρου 8 παρ. 1 του ν. 2741/1999, δεν υπήχθη ούτε μπορεί πλέον να υπαχθεί σε προληπτικό έλεγχο από το κατά χρόνον αναρμόδιο Ελεγκτικό Συνέδριο.
ΕΣ/ΤΜ.6/78/2007
Εκτύπωση και βιβλιοδεσία διδακτικών βιβλίων...Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι το θέμα της υποχρέωσης ονομαστικοποίησης καθώς και της περαιτέρω ονομαστικοποίησης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 3 του ν.3310/2005, των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ελληνικών Ανώνυμων Εταιρειών για την παραδεκτή συμμετοχή τους στις διαγωνιστικές διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων πρέπει να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 21 παρ. 1 εδ. γ΄ του π.δ.774/1980, λόγω της μείζονος σπουδαιότητάς του, καθόσον αυτό αφορά ευρύτατη κατηγορία υποθέσεων ελέγχου νομιμότητας συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας από το Ελεγκτικό Συνέδριο, υπάρχει προηγούμενη αντίθετη (με τα προεκτεθέντα στη σκέψη ΧΙ) νομολογία του παρόντος Τμήματος (βλ. Πράξεις 42, 221/2006), δημιουργεί δε ερμηνευτικά ζητήματα κοινοτικού ενδιαφέροντος. Τέλος, το Τμήμα ορίζει εισηγητή για την ανάπτυξη του ως άνω θέματος ενώπιον της Ολομελείας του Δικαστηρίου τη Σύμβουλο Ευφροσύνη Κραμποβίτη.
ΕλΣυν/Ζ.Κλ/280/2008
Από τις ανωτέρω διατάξεις , κατά την ομόφωνη κρίση του Κλιμακίου, προκύπτει, ότι ο έλεγχος νομιμότητας που διενεργείται από το Ελεγκτικό Συνέδριο επεκτείνεται και στην περίπτωση συμβάσεων, που συνάπτονται ύστερα από επαναληπτικό διαγωνισμό ή απευθείας ανάθεση ανεξαρτήτως ποσού, όταν ο αρχικός διαγωνισμός, ο οποίος υπαγόταν λόγω ποσού του προϋπολογισμού του στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, περιελάμβανε και το αντικείμενο του επαναληπτικού (διαγωνισμού) ή της απευθείας ανάθεσης . Τούτο διότι, σκοπός των προαναφερόμενων διατάξεων είναι η θεσμοθέτηση μίας αποτελεσματικής διαδικασίας για τον έλεγχο της νομιμότητας των συμβάσεων , ο οποίος θα ανατρεπόταν ή θα καθίστατο αλυσιτελής, ιδίως στην περίπτωση που βάσει ειδικών διατάξεων παρέχεται στη Διοίκηση η ευχέρεια να συνάπτει συμβάσεις με απευθείας ανάθεση σε περίπτωση κηρύξεως αγόνου μέρους μόνο του αντικειμένου του διαγωνισμού (αρχικού ή επαναληπτικού).
ΕΣ/Τ7/125/2007
Το Ελεγκτικό Συνέδριο, διενεργώντας παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες αποτελούν έρεισμα της ελεγχόμενης δαπάνης, ακόμα και στην περίπτωση που αυτές δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί και, επομένως, καλύπτονται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν προβαίνει στην ακύρωση των πράξεων αυτών, αλλά στην αποδυνάμωσή τους από τις δημοσιονομικές συνέπειες που μπορούν να επιφέρουν (πράξη VII Τμ. 61/2007). Η επίμαχη συμπληρωματική σύμβαση έπρεπε να υποβληθεί στον ως άνω έλεγχο ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος, από το οποίο διεπόταν η ολοκλήρωση της διαδικασίας σύναψής της, δεδομένου ότι η προϋπολογισθείσα δαπάνη της (520.000 ευρώ), αθροιζόμενη με την προϋπολογισθείσα δαπάνη της μη υποβληθείσας στον ως άνω έλεγχο αρχικής σύμβασης (2.450.000 ευρώ), ανέρχεται στο ποσό των 2.970.000 ευρώ, υπερβαίνει δηλαδή τόσο το τιθέμενο από το νόμο 3310/2005 όριο του 1.000.000 ευρώ, όσο και το τιθέμενο από το προγενέστερο του ως άνω νόμου νομικό καθεστώς όριο των 2.900.000 ευρώ.
ΕλΣυν/κλ.Ζ/159/2008
Για την άσκηση, όμως, της γενικής επί όλων των ανωτέρω συμβάσεων αρμοδιότητας ελέγχου που ανατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο με την ως άνω διάταξη του Συντάγματος δηλαδή της αρμοδιότητας πέραν αυτής που ανατέθηκε στο Συνέδριο για τον έλεγχο συμβάσεων προμηθειών αγαθών, εκτέλεσης έργου και παροχής υπηρεσιών με το άρθρο 8 παρ. 1 ν. 2741/1999 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3060/2002 απαιτείται, περαιτέρω, η έκδοση νόμου εκτελεστικού της διάταξης αυτής του Συντάγματος με τον οποίο θα επεκτείνεται ο υποχρεωτικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και σε άλλες κατηγορίες συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας υπό τον όρο ότι η ευχέρεια αυτή του κοινού νομοθέτη δεν μπορεί να επεκταθεί σε σημείο που να καταλυθεί η γενική ελεγκτική αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των δημοσίων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, η διατήρηση της οποίας τίθεται ως όριο στη σχετική νομοθετική ευχέρεια ( Πράξη VI Τμ. 70/2003).
ΕλΣυν/6 Τμ/3041/2010
Συμπληρωματικές συμβάσεις. Εκτελεσμένες συμβάσεις Ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο επεκτείνεται και στην περίπτωση των συμπληρωματικών συμβάσεων ανεξαρτήτως ποσού, εφόσον η αρχική αυτών σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο νομιμότητας. Εξάλλου, ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ειδικός προληπτικός έλεγχος, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων και ασκείται κατά το στάδιο προ της υπογραφής και, κατά μείζονα λόγο, προ της ενάρξεως της εκτέλεσης των οικείων συμβάσεων. Αποσκοπεί, αφενός μεν στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας στην ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραλείψεων ή παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και, άρα, στην αποφυγή κατάρτισης μη νόμιμων συμβάσεων. Υπό την έννοια αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει σύμβαση « υπό εκτέλεση», σύμβαση, δηλαδή της οποίας οι υπηρεσίες πρόκειται να παρασχεθούν, με βάση την ελεγχθείσα, και κριθείσα ως νόμιμη, σχετική διαδικασία, που απολήγει στην υπογραφή της οι¬κείας σύμβασης και όχι σύμβαση η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, καθώς στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα ήταν κατασταλτικός. Μη τήρηση της διαδικασίας του εν λόγω ελέγχου από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Έλεγκτικού Συνεδρίου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της σύμβασης. Ο εκ των υστέρων έλεγχος δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Έλεγκτικό Συνέδριο, είναι δυνατός μόνο μετά από ειδική νομοθετική ρύθμιση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους υπερέχοντος δημόσιου συμφέροντος, που αφορά σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων. Δοθέντος ότι η σύναψη των δημόσιων συμβάσεων δεν έχει αφεθεί στην ελεύθερη δικαιοπρακτική δράση των διοικητικών οργάνων, αλλά έχει υπαχθεί σε σειρά δημοσιονομικών και άλλων περιορισμών και ότι οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ.1 του ν.2741/1999, ως ειδικότερες και νεότερες, κατισχύουν αυτών του Αστικού Κώδικα, δεν απολείπεται, αναφορικά με τις υπαγό¬μενες στον έλεγχο του Έλεγκτικού Συνεδρίου συμβάσεις, περιθώριο αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 183 ΑΚ, ούτως ώστε να είναι δυνατή η επικύρωση άκυρης σύμβασης, σε περίπτωση που αυτή υποβληθεί προς έλεγχο στο Έλεγκτικό Συνέδριο μετά τη σύναψή της και ο έλεγχος αποβεί αρνητικός. Σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση, μη εμπίπτουσα στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, η οποία έχει υπογραφεί και έχει ήδη αρχίσει να εκτελείται, το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο νομιμότητάς της και οφείλει να απόσχει από αυτόν.
ΕΣ/ΤΜ.6/20/2015
Ομαδική ασφάλιση προσωπικού...Η εταιρία …. διενήργησε ανοικτό διαγωνισμό για την ανάδειξη αναδόχου που θα αναλάβει την ομαδική ασφάλιση του εν γένει προσωπικού της. Στον υπόψη διαγωνισμό μειοδότησε η εταιρία «….», στην οποία κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διαγωνισμού. Το σχετικό σχέδιο σύμβασης υποβλήθηκε από την εταιρία … στο ελεγκτικό Συνέδριο για έλεγχο νομιμότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 7 του π.δ/τος 774/1980. Περαιτέρω, προκύπτει ότι με το ν. 43/1975 προβλέφθηκε η, κατόπιν συμβάσεως μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της …, σύσταση ανωνύμου εταιρίας με την επωνυμία «…», οι μετοχές της οποίας κατανεμήθηκαν μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της …, με δυνατότητα μεταβίβασής τους, υπό τον όρο ότι το δημόσιο θα κατέχει πάντα το 51% αυτών. Με το ν. 696/1977, η ως άνω εταιρία «...» εταιρία μετονομάστηκε σε «...». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 43/1975 και το καταστατικό της εταιρίας, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, σκοπός της, είναι «η ίδρυση και λειτουργία στην Ελλάδα εκσυγχρονισμένης βιομηχανίας αεροπορικού υλικού για την κάλυψη των αναγκών των ενόπλων δυνάμεων και λοιπών Δημοσίων Υπηρεσιών, ως και για την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους στον τομέα της συντήρησης, επισκευής και κατασκευής αεροσκαφών και γενικά αεροδιαστημικού υλικού…..». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει, ότι η εταιρία ...., έχει βιομηχανικό και εμπορικό χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν εντάσσεται σ’ εκείνους τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου, των οποίων οι συμβάσεις ελέγχονται, πριν από τη σύναψή τους, από το Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 19 παρ. 7 του π.δ. 774/1980, όπως αυτή ίσχυε κατά την υποβολή του σχεδίου σύμβασης για έλεγχο νομιμότητας....πρέπει να ανακληθεί η 2/2005 Πράξη του Ζ΄ Κλιμακίου