ΕλΣυν/6 Τμ/3041/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Συμπληρωματικές συμβάσεις. Εκτελεσμένες συμβάσεις Ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο επεκτείνεται και στην περίπτωση των συμπληρωματικών συμβάσεων ανεξαρτήτως ποσού, εφόσον η αρχική αυτών σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο νομιμότητας. Εξάλλου, ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ειδικός προληπτικός έλεγχος, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων και ασκείται κατά το στάδιο προ της υπογραφής και, κατά μείζονα λόγο, προ της ενάρξεως της εκτέλεσης των οικείων συμβάσεων. Αποσκοπεί, αφενός μεν στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας στην ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραλείψεων ή παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και, άρα, στην αποφυγή κατάρτισης μη νόμιμων συμβάσεων. Υπό την έννοια αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει σύμβαση « υπό εκτέλεση», σύμβαση, δηλαδή της οποίας οι υπηρεσίες πρόκειται να παρασχεθούν, με βάση την ελεγχθείσα, και κριθείσα ως νόμιμη, σχετική διαδικασία, που απολήγει στην υπογραφή της οι¬κείας σύμβασης και όχι σύμβαση η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, καθώς στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα ήταν κατασταλτικός. Μη τήρηση της διαδικασίας του εν λόγω ελέγχου από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Έλεγκτικού Συνεδρίου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της σύμβασης. Ο εκ των υστέρων έλεγχος δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Έλεγκτικό Συνέδριο, είναι δυνατός μόνο μετά από ειδική νομοθετική ρύθμιση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους υπερέχοντος δημόσιου συμφέροντος, που αφορά σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων. Δοθέντος ότι η σύναψη των δημόσιων συμβάσεων δεν έχει αφεθεί στην ελεύθερη δικαιοπρακτική δράση των διοικητικών οργάνων, αλλά έχει υπαχθεί σε σειρά δημοσιονομικών και άλλων περιορισμών και ότι οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ.1 του ν.2741/1999, ως ειδικότερες και νεότερες, κατισχύουν αυτών του Αστικού Κώδικα, δεν απολείπεται, αναφορικά με τις υπαγό¬μενες στον έλεγχο του Έλεγκτικού Συνεδρίου συμβάσεις, περιθώριο αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 183 ΑΚ, ούτως ώστε να είναι δυνατή η επικύρωση άκυρης σύμβασης, σε περίπτωση που αυτή υποβληθεί προς έλεγχο στο Έλεγκτικό Συνέδριο μετά τη σύναψή της και ο έλεγχος αποβεί αρνητικός. Σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση, μη εμπίπτουσα στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, η οποία έχει υπογραφεί και έχει ήδη αρχίσει να εκτελείται, το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο νομιμότητάς της και οφείλει να απόσχει από αυτόν.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν/Τμ.6/172/2007
Ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει υπηρεσίες που θα παρασχεθούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης, και όχι υπηρεσίες οι οποίες έχουν ήδη παρασχεθεί, εφόσον στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα είναι κατασταλτικός, πράγμα το οποίο αντίκειται στις προπαρατεθείσες διατάξεις. Εξάλλου, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι η μη προηγούμενη διενέργεια του ελέγχου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της σχετικής σύμβασης, η οποία (ακυρότητα), μάλιστα, δεν θεραπεύεται με την εκ των υστέρων, μετά, δηλαδή, την έναρξη εκτέλεσης της σύμβασης, υποβολή αυτής προς έλεγχο, καθόσον διαφορετικά ο σκοπός θέσπισης του ουσιώδους αυτού τύπου δεν θα ικανοποιείτο, αφού ούτε η κατάρτιση συμβάσεων ερειδόμενων σε νομικώς πλημμελείς διαδικασίες επιλογής του αναδόχου θα αποτρεπόταν, ούτε τα ενδεχομένως βελτιωτικά αποτελέσματα του ελέγχου θα μπορούσαν να ενσωματωθούν και να αποτελέσουν περιεχόμενο της συμβατικής σχέσης των μερών. Όπως έχει γίνει δε δεκτό, ο εκ των υστέρων έλεγχος δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, είναι δυνατός μόνο μετά από ειδική νομοθετική ρύθμιση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους υπερέχοντος δημοσίου συμφέροντος που αφορά σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 71, 38/2007, 233, 227, 225, 177, 158, 11/2006, 15/2005). Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση, η οποία έχει υπογραφεί και έχει ήδη αρχίσει να εκτελείται, υφίσταται παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο και οφείλει να απόσχει αυτού (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 71, 38/2007, 233, 227, 225, 177, 158, 46/2006, 35/2005) .
ΕλΣυν/6 Τμ/36/2008
Το Τμήμα αίρει την αμφιβολία και αποφαίνεται ότι τροποποιητική, προγενέστερης συμπλη-ρωματικής, σύμβαση, η οποία ως συναφθείσα πριν από την έναρξη ισχύος του άρθρου 8 παρ.1 του ν.2741/1999 δεν ελέγχεται, καθόσον ο έλεγχος της τροποποιητικής αυτής σύμβασης θα οδηγούσε ανεπίτρεπτα στον παρεμπίπτοντα έλεγχο της ήδη συναφθείσας τροποποιούμενης σύμβασης, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 19 παρ.7 του π.δ.774/1980. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι σε περίπτωση που η αρχική (κύρια) σύμβαση δεν υποβλήθηκε σε έλεγχο νομιμότητας ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου λόγω ποσού, ελέγχεται όταν συναθροιζόμενο το ποσό της με το ποσό της συμπληρωματικής σύμβασής της, υπερβαίνουν το όριο του ενός εκατομμυρίου(1.000.000) ευρώ χωρίς Φ.Π.Α., ώστε να μη δίδεται η ευχέρεια στη Διοίκηση να συνάπτει ανέλεγκτα συμβάσεις με τη μέθοδο της κατάτμησης των πιστώσεων. Ομως, ο ως άνω δικαιολογητικός λόγος δεν συντρέχει όταν η κύρια σύμβαση δε υπήχθη στον έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επειδή κατά το χρόνο κατάρτισής της δεν είχε ακόμα θεσπιστεί νομοθετικά ο έλεγχος αυτός, οπότε δεν τίθεται ζήτημα κατάτμησης των πιστώσεων και αποφυγής του ελέγχου. Στην περίπτωση αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη το ποσό της αρχικής σύμβασης, αλλά αυτοτελώς το οικονομικό αντικείμενο της συμπληρωματικής.
ΕλΣυν/Τμ.6/265/2011
Οι ανωτέρω διατάξεις (άρθρο 30 3669/2008) έχουν την έννοια ότι το Κλιμάκιο ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων, που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ανάδειξη αναδόχου δημοσίου έργου (χρηματοδοτούμενου από εθνικούς πόρους) καθώς και του σχεδίου της οικείας σύμβασης, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό των 1.000.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Ο ως άνω έλεγχος νομιμότητας, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημόσιων συμβάσεων, ασκείται κατά το στάδιο προ της υπογραφής και, κατά μείζονα λόγο, προ της έναρξης της εκτέλεσης των οικείων συμβάσεων, αποσκοπώντας αφενός μεν στη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαδικασία ανάθεσης των συμβάσεων δημοσίων έργων και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας, με στόχο την αποφυγή κατάρτισης και εκτέλεσης άκυρων συμβάσεων. Ο νομοθέτης, επομένως, θέλησε προληπτικό και όχι κατασταλτικό έλεγχο νομιμότητας, που προϋποθέτει έργο του οποίου οι εργασίες πρόκειται να εκτελεστούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία, που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης. Συνεπώς, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση εκτέλεσης έργου, η οποία έχει υπογραφεί και έχει αρχίσει να εκτελείται, αυτό στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο της νομιμότητάς της (π.ρ.β.λ. Ε.Σ. 2497, 2498, 2499/2010, 1468/2009 κ.α.). Περαιτέρω, ο έλεγχος νομιμότητας διενεργείται και στις συμπληρωματικές συμβάσεις, ακόμη και όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη αυτών υπολείπεται των 1.000.000 ευρώ και η αρχική τους σύμβαση έχει υποβληθεί σε έλεγχο νομιμότητας από το Κλιμάκιο. Και τούτο διότι εάν, αντιθέτως, ετίθετο ως αφετηρία ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων το ποσό που θεσπίζεται για τον έλεγχο των αρχικών, μεγάλος αριθμός των συμπληρωματικών συμβάσεων θα καθίστατο ανέλεγκτος, γεγονός που θα υπερακόντιζε το σκοπό του νομοθέτη για υπαγωγή στον έλεγχο νομιμότητας που διενεργεί το Ελεγκτικό Συνέδριο και των τελευταίων, οι οποίες, άλλωστε, αποτελούν παρακολούθημα των αρχικών και η κατάρτισή τους με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και εφαρμόζεται μόνο υπό τις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο προϋποθέσεις, η πλήρωση των οποίων επιβάλλεται, οπωσδήποτε, να ελέγχεται.
ΕΣ/Τ6/36/2008
Περαιτέρω, από το συνδυασμό της διάταξης αυτής και των αναφερόμενων στην προηγούμενη σκέψη συνάγεται ότι ο ασκούμενος από το Ελεγκτικό Συνέδριο προληπτικός έλεγχος νομιμότητας επεκτείνεται και στην περίπτωση συμβάσεων, οι οποίες, ανεξάρτητα από το οικονομικό αντικείμενό τους, τροποποιούν τους όρους κύριων ή συμπληρωματικών συμβάσεων που έχουν υποβληθεί στον ανωτέρω έλεγχο, καθόσον σκοπός των διατάξεων που προεκτέθηκαν είναι η θεσμοθέτηση μιας ολοκληρωμένης και αποτελεσματικής διαδικασίας ελέγχου της νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων, ο έλεγχος δε αυτός θα ανατρεπόταν ή θα καθίστατο αλυσιτελής στην περίπτωση που θα παρεχόταν στη Διοίκηση η ευχέρεια να συνάπτει ανέλεγκτα συμβάσεις που τροποποιούν τους όρους εκτέλεσης του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης και συνεπάγονται επαύξηση της δαπάνης της (βλ. Πράξ. Ζ΄ Κλιμ. 1/2005 και 41/2005). Στην περίπτωση όμως που η κύρια ή συμπληρωματική σύμβαση έχει συναφθεί σε προγενέστερο χρονικό σημείο από το χρόνο έναρξης ισχύος του άρθρου 8 του ν. 2741/1999 και της δι’ αυτού θέσπισης του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας των δημοσίων συμβάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο, η τροποποιητική αυτών σύμβαση δεν μπορεί να υπαχθεί στον ανωτέρω έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Και τούτο διότι η τροποποίηση μιας δημόσιας σύμβασης όταν αυτή δεν αναφέρεται γενικώς και αορίστως στην τροποποιούμενη αλλά τροποποιεί συγκεκριμένους όρους επιφέρει άμεση λειτουργική συσχέτιση της τροποποιούμενης σύμβασης με την τροποποιητική, με συνέπεια η τελευταία να μην έχει το χαρακτήρα αυτοτελούς συμβάσεως και από ουσιαστική άποψη να καθίσταται αναπόσπαστο μέρος της σύμβασης που τροποποιείται, ο δε τυχόν έλεγχος της τροποποιητικής θα είχε ως αποτέλεσμα να ελέγχονται ευθέως ή παρεμπιπτόντως οι τροποποιούμενες συμβάσεις μετά τη σύναψή τους και όχι προληπτικά και ενδεχομένως αφού έχει ολοκληρωθεί και η εκτέλεσή τους, γεγονός που υπερακοντίζει τη βούληση του κοινού νομοθέτη, ο οποίος δεν θέλησε να επεκτείνει το θεσπιζόμενο από τη διάταξη του άρθρου 8 παρ.1 του ν. 2741/1999 έλεγχο νομιμότητας και στις συμβάσεις που καταρτίστηκαν πριν από την ισχύ της, ούτε να αλλοιώσει τον προβλεπόμενο από την ίδια τη διάταξη χαρακτήρα του ελέγχου αυτού, ο οποίος είναι αμιγώς προληπτικός. Κατά συνέπεια, κατά την έννοια του άρθρου 19 παρ. 7 του π.δ. 774/1980, όπως ισχύει, δεν υπάγεται στον προληπτικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου τροποποιητική σύμβαση, διαλαμβάνουσα όρους που τελούν σε άμεση συνάρτηση με συγκεκριμένους όρους της τροποποιούμενης και για το λόγο αυτό στερούμενη αυτοτέλειας, αφού ο έλεγχος της θα κατέτεινε, έστω και έμμεσα, στον έλεγχο της αρχικής σύμβασης, η οποία ως συναφθείσα πριν από την έναρξη ισχύος της θεσπίσασας τον προληπτικό έλεγχο διάταξης του άρθρου 8 παρ. 1 του ν. 2741/1999, δεν υπήχθη ούτε μπορεί πλέον να υπαχθεί σε προληπτικό έλεγχο από το κατά χρόνον αναρμόδιο Ελεγκτικό Συνέδριο.
ΕλΣυν/Τμ.6/276/2011
Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει υποχρεωτικά τη νομιμότητα των συμβάσεων έργου, που συνάπτει το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. και οι δημόσιες επιχειρήσεις ή οργανισμοί, πριν από τη σύναψή τους, εφόσον η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000,00) ευρώ. Μάλιστα, ο ως άνω έλεγχος νομιμότητας επεκτείνεται, όπως έχει κριθεί, και στις συμπληρωματικές της κύριας (αρχικής) συμβάσεις ανεξαρτήτως ποσού (απόφαση VI Τμήμ. Ελ. Συν. 707/2010). Περαιτέρω, ο ως άνω ειδικός προληπτικός έλεγχος νομιμότητας, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημόσιων συμβάσεων, ασκείται κατά το στάδιο πριν από την υπογραφή τους και, κατά μείζονα λόγο, πριν από την εκτέλεση τους, αποσκοπεί δε, αφενός μεν στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας στην ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου, αφετέρου δε στην πρόληψη τυχόν παραλείψεων ή παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και, συνεπώς, στην αποφυγή κατάρτισης μη νόμιμων συμβάσεων. Υπό την έννοια αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει έργο «υπό εκτέλεση», έργο δηλαδή του οποίου οι εργασίες πρόκειται να εκτελεσθούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης και όχι σύμβαση η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, καθώς στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα ήταν κατασταλτικός και ως εκ τούτου αντίθετος στις θεσπίζουσες ως προσυμβατικό και προληπτικό τον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου προπαρατεθείσες διατάξεις, που σε καμμία περίπτωση δεν αποσκοπούν στην εκ των υστέρων «νομιμοποίηση» έργου που έχει ήδη εκτελεσθεί (Ε.Σ. 3726/2009). Υπό την αντίθετη, άλλωστε, εκδοχή θα στερούντο παντελώς ουσίας οι, κατά καιρούς, εισαχθείσες ειδικές ρυθμίσεις που έχουν επιτρέψει, όλως εξαιρετικώς και για λόγους υπερέχοντος δημοσίου συμφέροντος, την εκ των υστέρων διενέργεια του ελέγχου νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συγκεκριμένων, πάντοτε, κατηγοριών δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέσθηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί στον εν λόγω έλεγχο (βλ. άρθρο 39 παρ. 1 του ν. 2778/1999, ΦΕΚ 295 Α΄, άρθρο 3 του ν. 3060/2002, ΦΕΚ 242 Α΄, άρθρο 9 του ν. 3279/2004, ΦΕΚ 205 Α΄, άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 3335/2005, ΦΕΚ 95 Α΄). Κατ’ ακολουθίαν τούτων, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση έργου, μη εμπίπτουσα στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, υφίσταται παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο και οφείλει να απόσχει αυτού (πρβλ. 3726/2009 κ.α.).
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/57/2010
Κρίσιμο μέγεθος για την υπαγωγή στον ειδικό προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι αυστηρά και μόνο η προϋπολογισθείσα δαπάνη, όπως αυτή αναγράφεται στην οικεία διακήρυξη του διαγωνισμού, από το ύψος της οποίας άλλωστε εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η συμμετοχή στο διαγωνισμό και η, δια της αναπτύξεως ανταγωνισμού, επίτευξη καλύτερου αποτελέσματος για το φορέα. Επομένως, προμήθειες, η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των οποίων, χωρίς Φ.Π.Α., είναι κατώτερη του 1.000.000 ευρώ, (με την επιφύλαξη του άρθρου 25 του ν.3614/2007 ειδικά για τις συγχρηματοδοτούμενες συμβάσεις) απαραδέκτως υποβάλλονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο για την άσκηση προσυμβατικού ελέγχου νομιμότητας, το δε Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου υποχρεούται να απέχει του ελέγχου αυτών. Επιπρόσθετα απαραδέκτως υποβάλλονται για έλεγχο σχέδια συμβάσεων προμήθειας δοθέντος ότι είχαν υπογραφεί πριν την υποβολή τους για έλεγχο ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ήδη εκτελούνται.
ΕλΣυν/ΣΤ Κλιμ/100/2010
Το Κλιμάκιο στερείται κατά χρόνον αρμοδιότητας να επιληφθεί του ελέγχου καθόσον τα υποβληθέντα και φερόμενα ως σχέδια συμβάσεων για έλεγχο νομιμότητας, συνιστούν κατ' ουσίαν συμβάσεις, αφού έχουν υπογραφεί σε χρόνο προ της υποβολής τους για έλεγχο, έχουν τεθεί σε ισχύ και εκτελούνται. Ως εκ τούτου το Κλιμάκιο απέχει του ελέγχου νομιμότητας των υποβληθέντων σχεδίων συμβάσεων.
ΕλΣυν/Ζ Κλιμ/32/2007
Απαραδέκτως υποβάλλεται για έλεγχο νομιμότητας ενώπιον του Κλιμακίου του Έλεγκτικού Συνεδρίου, αυτοτελώς σχέδιο σύμβασης, που συνήφθη κατ' ενάσκηση δικαιώματος προαίρεσης καθόσον θα έπρεπε να είχε ελεγχθεί στο πλαίσιο αρχικής σύμβασης, στην οποία είχε προβλεφθεί η δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής για την άσκηση του σχετικού δικαιώματος προαίρεσης. Και τούτο διότι σε περίπτωση σύναψης σύμβασης στην οποία επιφυλάσσεται δικαίωμα προαίρεσης υπέρ της αναθέτουσας αρχής, στον έλεγχο νομιμότητας του Έλεγκτικού Συνεδρίου υπόκειται, κατ' άρθρο 19 παρ.7 του π.δ/τος 774/1980, η σύμβαση στο σύνολό της, συμπερι¬λαμβανομένου και του δικαιώματος προαίρεσης. Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή, μη συνυπολογίζοντας την οικονομική αξία του δικαιώματος προαίρεσης, δεν υποβάλλει το αρχικό σχέδιο σύμβασης για έλεγχο νομιμότητας, απαραδέκτως υποβάλλει αυτοτελώς στη συνέχεια και δη μετά την άσκηση του δικαιώματος προαίρεσης το σχετικό σχέδιο σύμβασης για έλεγχο νομιμότητας.
ΕλΣυν/ΣτΚλ/23/2015
Δικαιώματα προαίρεσης.Κατά τα παγίως κριθέντα από το Δικαστήριο (VI Τμ. 1534/2014, 2440/2012, Ζ΄ Κλιμ. 278, 127/2013, 405, 108, 37/2011, 194, 140, 123/2010, 302/2008, ΣΤ΄ Κλιμ. 243/2014), η ενεργοποίηση δικαιώματος προαίρεσης, που έχει περιληφθεί σε ήδη ελεγχθείσα προσυμβατικά από το Ελεγκτικό Συνέδριο σύμβαση, δεν υπάγεται αυτοτελώς σε έλεγχο νομιμότητας, καθώς η ενεργοποίηση αυτή συντελείται με μονομερή δήλωση της αναθέτουσας αρχής και ανάγεται στην εκτέλεση της αρχικής σύμβασης.
ΕλΣυν/Κλ.Ζ/140/2009
Στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. β΄ του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (ΦΕΚ Α΄ 84/17.4.2001), ορίζεται ότι «1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως: α) ... β) Ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή όπως νόμος ορίζει ...». Από την προαναφερόμενη διάταξη συνάγεται ότι σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο υπάγονται, πλέον, όλες ανεξαιρέτως οι συμβάσεις μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενοι είναι το Δημόσιο ή άλλο Νομικό Πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως οι συμβάσεις αυτές ειδικότερα θα καθοριστούν από το νόμο (κατά κατηγορία - είδος συμβάσεων ή ύψος ποσού) και τέτοιες είναι οι συμβάσεις που συνάπτονται είτε μεταξύ διαφόρων φορέων της δημόσιας διοίκησης (ομοιογενείς συμβάσεις) είτε μεταξύ ενός φορέα της δημόσιας διοίκησης (ανεξαρτήτως της μορφής της νομικής του οργάνωσης) και ενός ιδιώτη (ετερογενείς συμβάσεις). Αντίθετη άποψη σύμφωνα με την οποία στον ανωτέρω έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου εμπίπτουν μόνο οι εξ’ επαχθούς αιτίας συμβάσεις, ήτοι οι συμβάσεις εκείνες κατά τις οποίες α) ο δημόσιος φορέας και ο αντισυμβαλλόμενός του συνομολογούν στην ανταλλαγή παροχών (αμφοτεροβαρείς συμβάσεις), β) προέχον κίνητρο για τον ως άνω αντισυμβαλλόμενο είναι το κέρδος και γ) ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας τον εκ των πράξεων και επιλογών του οικονομικό - επιχειρηματικό κίνδυνο δε βρίσκει έρεισμα στο γράμμα αλλά ούτε και στη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, σκοπός του οποίου είναι η εξασφάλιση της νομιμότητας και της διαφάνειας στην εν γένει συμβατική δραστηριότητα του Δημοσίου και των άλλων φορέων της δημόσιας διοίκησης, από την άσκηση της οποίας αναλαμβάνονται σημαντικές οικονομικές υποχρεώσεις σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ή των ειδικότερων προϋπολογισμών τους. Για την άσκηση, όμως, της ως άνω γενικής επί όλων των ανωτέρω συμβάσεων αρμοδιότητας ελέγχου που ανατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο με την ως άνω διάταξη του Συντάγματος δηλαδή της αρμοδιότητας πέραν αυτής που ανατέθηκε στο Συνέδριο για τον έλεγχο συμβάσεων προμηθειών αγαθών, εκτέλεσης έργου και παροχής υπηρεσιών με το άρθρο 8 παρ. 1 ν. 2741/1999, όπως αυτή ισχύει, απαιτείται, περαιτέρω, η έκδοση νόμου εκτελεστικού της διάταξης αυτής του Συντάγματος με τον οποίο θα επεκτείνεται ο υποχρεωτικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και σε άλλες κατηγορίες συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας υπό τον όρο ότι η ευχέρεια αυτή του κοινού νομοθέτη δεν μπορεί να επεκταθεί σε σημείο που να καταλυθεί η γενική ελεγκτική αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των δημοσίων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, η διατήρηση της οποίας τίθεται ως όριο στη σχετική νομοθετική ευχέρεια (Πράξη VI Τμ. 70/2003, Ζ΄ Κλιμ. 42, 159/2008).