Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυν/Τμ.6/172/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 118/2007, 3669/2008

Ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει υπηρεσίες που θα παρασχεθούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης, και όχι υπηρεσίες οι οποίες έχουν ήδη παρασχεθεί, εφόσον στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα είναι κατασταλτικός, πράγμα το οποίο αντίκειται στις προπαρατεθείσες διατάξεις. Εξάλλου, από τις ίδιες ως άνω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι η μη προηγούμενη διενέργεια του ελέγχου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της σχετικής σύμβασης, η οποία (ακυρότητα), μάλιστα, δεν θεραπεύεται με την εκ των υστέρων, μετά, δηλαδή, την έναρξη εκτέλεσης της σύμβασης, υποβολή αυτής προς έλεγχο, καθόσον διαφορετικά ο σκοπός θέσπισης του ουσιώδους αυτού τύπου δεν θα ικανοποιείτο, αφού ούτε η κατάρτιση συμβάσεων ερειδόμενων σε νομικώς πλημμελείς διαδικασίες επιλογής του αναδόχου θα αποτρεπόταν, ούτε τα ενδεχομένως βελτιωτικά αποτελέσματα του ελέγχου θα μπορούσαν να ενσωματωθούν και να αποτελέσουν περιεχόμενο της συμβατικής σχέσης των μερών. Όπως έχει γίνει δε δεκτό, ο εκ των υστέρων έλεγχος δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, είναι δυνατός μόνο μετά από ειδική νομοθετική ρύθμιση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους υπερέχοντος δημοσίου συμφέροντος που αφορά σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 71, 38/2007, 233, 227, 225, 177, 158, 11/2006, 15/2005). Ενόψει των ανωτέρω, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση, η οποία έχει υπογραφεί και έχει ήδη αρχίσει να εκτελείται, υφίσταται παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο και οφείλει να απόσχει αυτού (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 71, 38/2007, 233, 227, 225, 177, 158, 46/2006, 35/2005) .


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν/Τμ.6/30/2009

Με τις διατάξεις αυτές, οι οποίες έχουν πλέον αποκτήσει και συνταγματικό έρεισμα (βλ. άρθρο 98 παρ. 1 περ β΄ του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, ΦΕΚ 84 Α΄), καθιερώνεται, όπως έχει κριθεί (βλ. πρακτικά 7ης/7.3.2001 γενικής συνέλευσης Ολομ. Ελ.Συν.), «προληπτικός έλεγχος της νομιμότητας» των ανωτέρω συμβάσεων. Συνεπώς, ο ως άνω έλεγχος ασκείται, σε κάθε περίπτωση, κατά το στάδιο προ της έναρξης εκτέλεσης των συμβάσεων, αποσκοπεί δε στην πρόληψη τυχόν παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και άρα στην αποφυγή σύναψης άκυρων συμβάσεων. Προϋποθέτει, δηλαδή, υπηρεσίες που θα παρασχεθούν με βάση την ελεγχείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία ανάθεσης της οικείας σύμβασης κι όχι υπηρεσίες, οι οποίες έχουν ήδη παρασχεθεί, καθόσον στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα είναι κατασταλτικός, πράγμα το οποίο αντίκειται στις προπαρατεθείσες διατάξεις. Υπό την αντίθετη, άλλωστε, εκδοχή θα στερούντο παντελώς ουσίας οι, κατά καιρούς, εισαχθείσες ειδικές ρυθμίσεις που έχουν επιτρέψει, όλως εξαιρετικώς και για λόγους υπερέχοντος δημοσίου συμφέροντος, την εκ των υστέρων διενέργεια του έλεγχου νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συγκεκριμένων, πάντοτε, κατηγοριών δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί στον εν λόγω έλεγχο (βλ. άρθρο 39 παρ. 1 του ν. 2778/1999, ΦΕΚ 295 Α΄, άρθρο 3 του ν. 3060/2002, ΦΕΚ 242 Α΄, άρθρο 9 του ν. 3279/2004, ΦΕΚ 205 Α΄, άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 3335/2005, ΦΕΚ 95 Α΄). Κατ’ ακολουθίαν τούτων, σε περίπτωση που σύμβαση παροχής υπηρεσιών προς το Δημόσιο, της οποίας η συνολική προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας μετά την, έστω και μερική, εκτέλεσή της, το Κλιμάκιο δεν μπορεί πλέον να επιληφθεί του ελέγχου της, λόγω ελλείψεως ελεγκτικής αρμοδιότητας και οφείλει να απόσχει του ελέγχου αυτού (βλ. 172, 71/2007, 233, 227, 225, 184, 177, 158/2006, 80, 35, 15/2005 Πράξεις VI Τμήματος Ελ.Συν.).


ΕλΣυν/6 Τμ/3041/2010

Συμπληρωματικές συμβάσεις. Εκτελεσμένες συμβάσεις Ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο επεκτείνεται και στην περίπτωση των συμπληρωματικών συμβάσεων ανεξαρτήτως ποσού, εφόσον η αρχική αυτών σύμβαση υπήχθη στον έλεγχο νομιμότητας. Εξάλλου, ο έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ειδικός προληπτικός έλεγχος, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων και ασκείται κατά το στάδιο προ της υπογραφής και, κατά μείζονα λόγο, προ της ενάρξεως της εκτέλεσης των οικείων συμβάσεων. Αποσκοπεί, αφενός μεν στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας στην ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραλείψεων ή παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και, άρα, στην αποφυγή κατάρτισης μη νόμιμων συμβάσεων. Υπό την έννοια αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει σύμβαση « υπό εκτέλεση», σύμβαση, δηλαδή της οποίας οι υπηρεσίες πρόκειται να παρασχεθούν, με βάση την ελεγχθείσα, και κριθείσα ως νόμιμη, σχετική διαδικασία, που απολήγει στην υπογραφή της οι¬κείας σύμβασης και όχι σύμβαση η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, καθώς στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα ήταν κατασταλτικός. Μη τήρηση της διαδικασίας του εν λόγω ελέγχου από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Έλεγκτικού Συνεδρίου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη ακυρότητα της σύμβασης. Ο εκ των υστέρων έλεγχος δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέστηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Έλεγκτικό Συνέδριο, είναι δυνατός μόνο μετά από ειδική νομοθετική ρύθμιση, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και για λόγους υπερέχοντος δημόσιου συμφέροντος, που αφορά σε συγκεκριμένες κατηγορίες δημοσίων συμβάσεων. Δοθέντος ότι η σύναψη των δημόσιων συμβάσεων δεν έχει αφεθεί στην ελεύθερη δικαιοπρακτική δράση των διοικητικών οργάνων, αλλά έχει υπαχθεί σε σειρά δημοσιονομικών και άλλων περιορισμών και ότι οι διατάξεις του άρθρου 8 παρ.1 του ν.2741/1999, ως ειδικότερες και νεότερες, κατισχύουν αυτών του Αστικού Κώδικα, δεν απολείπεται, αναφορικά με τις υπαγό¬μενες στον έλεγχο του Έλεγκτικού Συνεδρίου συμβάσεις, περιθώριο αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 183 ΑΚ, ούτως ώστε να είναι δυνατή η επικύρωση άκυρης σύμβασης, σε περίπτωση που αυτή υποβληθεί προς έλεγχο στο Έλεγκτικό Συνέδριο μετά τη σύναψή της και ο έλεγχος αποβεί αρνητικός. Σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση, μη εμπίπτουσα στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, η οποία έχει υπογραφεί και έχει ήδη αρχίσει να εκτελείται, το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο νομιμότητάς της και οφείλει να απόσχει από αυτόν.


ΝΣΚ/326/2016

Έλεγχος νομιμότητας των αποφάσεων της οικονομικής επιτροπής των δήμων στις περιπτώσεις ιβ΄, ιγ΄, ιδ΄, ιε΄ της παρ.1 του άρθρ.72 του ν. 3852/2010.(...)Με βάση τις διατάξεις των άρθρων 72 και 225 του ν. 3852/2010, οι αποφάσεις της οικονομικής επιτροπής των δήμων σύμφωνα με τις περιπτώσεις ιδ' (δηλ. επί αντικειμένου μέχρι 30.000 ευρώ) και ιε' παρ. 1 άρθρου 72 του ίδιου νόμου, υπόκεινται στον υποχρεωτικό έλεγχο νομιμότητας του άρθρου 225 και στον έλεγχο των άρθρων 226 (αυτεπαγγέλτως) και 227 (κατόπιν ειδικής διοικητικής προσφυγής) του ίδιου νόμου, ενώ οι αποφάσεις των περιπτώσεων ιβ' και ιγ' του ίδιου άρθρου υπόκεινται στον έλεγχο νομιμότητας των άρθρων 226 και 227 του ίδιου νόμου


Δ.Εφ.Θεσ/271/2011

Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων ( Ν.2690/1999 )προκύπτει ότι η κανονιστική πράξη, όπως η διακήρυξη του δημόσιου διαγωνισμού, αποκτά νόμιμη υπόσταση από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συνεπώς η έλλειψη χρονολογίας έκδοσης δεν επιφέρει ακυρότητά της, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει με την ατομική διοικητική πράξη η οποία αποκτά νόμιμη υπόσταση με τη χρονολογία και υπογραφή της, οπότε έλλειψη των στοιχείων αυτών επιφέρει ακυρότητα της πράξης.Από τις διατάξεις του άρθρου 90 του π.δ. 63/2005 συνάγεται ότι προκειμένου να αποφευχθεί η έκδοσή κανονιστικής πράξεως που συνεπάγεται δαπάνη, αν δεν έχει εγγραφεί σχετική πίστωση στον προϋπολογισμό, ο νομοθέτης απαίτησε την αναφορά σ' αυτήν των στοιχείων που αναγράφονται ειδικότερα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού. Ανήγαγε μάλιστα με την παράγραφο 4, τη σχετική αναφορά σε ουσιώδη τύπο για την έκδοση της κανονιστικής πράξης, η παράλειψη του οποίου οδηγεί στη ακυρότητα της πράξης. Από αυτά συνάγεται ότι, κατά το ρητό γράμμα της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 90 π.δ. 63/2005, κάθε κανονιστική πράξη πρέπει πάντοτε να περιέχει μνεία των στοιχείων που απαιτούνται, κατά περίπτωση, στις παραγράφους 2 και 3, σε περίπτωση δε που τα στοιχεία αυτά έχουν παραληφθεί, η τυχόν δημοσιευθείσα χωρίς την παράθεσή τους κανονιστική πράξη είναι ανίσχυρη και ακυρωτέα. Υπό την αντίθετη εκδοχή ότι, δηλαδή, μόνη κύρωση της μη αναγραφής των επίμαχων στοιχείων είναι η μη δημοσίευση της συγκεκριμένης κανονιστικής πράξεως στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οπότε αν η εν λόγω πράξη ήθελε, παρά ταύτα, σκοπίμως ή εκ λάθους, δημοσιευθεί, τούτο να μην έχει καμία συνέπεια στο κύρος της, είναι πρόδηλο ότι θα ήταν δυνατή η περιγραφή του προαναφερθέντος σκοπού του κοινού και, σε τελική ανάλυση, του συντακτικού νομοθέτη ( Ολ. Σ.τ.Ε. 3217-8/2003 ).

ΕλΣυν/Κλ.Ζ/140/2009

Στο άρθρο 98 παρ. 1 εδ. β΄ του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής (ΦΕΚ Α΄ 84/17.4.2001), ορίζεται ότι «1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως: α) ... β) Ο έλεγχος συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι το Δημόσιο ή άλλο νομικό πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή όπως νόμος ορίζει ...». Από την προαναφερόμενη διάταξη συνάγεται ότι σε προληπτικό έλεγχο νομιμότητας από το Ελεγκτικό Συνέδριο υπάγονται, πλέον, όλες ανεξαιρέτως οι συμβάσεις μεγάλης οικονομικής αξίας στις οποίες αντισυμβαλλόμενοι είναι το Δημόσιο ή άλλο Νομικό Πρόσωπο που εξομοιώνεται με το Δημόσιο από την άποψη αυτή, όπως οι συμβάσεις αυτές ειδικότερα θα καθοριστούν από το νόμο (κατά κατηγορία - είδος συμβάσεων ή ύψος ποσού) και τέτοιες είναι οι συμβάσεις που συνάπτονται είτε μεταξύ διαφόρων φορέων της δημόσιας διοίκησης (ομοιογενείς συμβάσεις) είτε μεταξύ ενός φορέα της δημόσιας διοίκησης (ανεξαρτήτως της μορφής της νομικής του οργάνωσης) και ενός ιδιώτη (ετερογενείς συμβάσεις). Αντίθετη άποψη σύμφωνα με την οποία στον ανωτέρω έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου εμπίπτουν μόνο οι εξ’ επαχθούς αιτίας συμβάσεις, ήτοι οι συμβάσεις εκείνες κατά τις οποίες α) ο δημόσιος φορέας και ο αντισυμβαλλόμενός του συνομολογούν στην ανταλλαγή παροχών (αμφοτεροβαρείς συμβάσεις), β) προέχον κίνητρο για τον ως άνω αντισυμβαλλόμενο είναι το κέρδος και γ) ο εν λόγω αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει στο πλαίσιο της επιχειρηματικής του δραστηριότητας τον εκ των πράξεων και επιλογών του οικονομικό - επιχειρηματικό κίνδυνο δε βρίσκει έρεισμα στο γράμμα αλλά ούτε και στη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, σκοπός του οποίου είναι η εξασφάλιση της νομιμότητας και της διαφάνειας στην εν γένει συμβατική δραστηριότητα του Δημοσίου και των άλλων φορέων της δημόσιας διοίκησης, από την άσκηση της οποίας αναλαμβάνονται σημαντικές οικονομικές υποχρεώσεις σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ή των ειδικότερων προϋπολογισμών τους. Για την άσκηση, όμως, της ως άνω γενικής επί όλων των ανωτέρω συμβάσεων αρμοδιότητας ελέγχου που ανατέθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο με την ως άνω διάταξη του Συντάγματος δηλαδή της αρμοδιότητας πέραν αυτής που ανατέθηκε στο Συνέδριο για τον έλεγχο συμβάσεων προμηθειών αγαθών, εκτέλεσης έργου και παροχής υπηρεσιών με το άρθρο 8 παρ. 1 ν. 2741/1999, όπως αυτή ισχύει, απαιτείται, περαιτέρω, η έκδοση νόμου εκτελεστικού της διάταξης αυτής του Συντάγματος με τον οποίο θα επεκτείνεται ο υποχρεωτικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και σε άλλες κατηγορίες συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας υπό τον όρο ότι η ευχέρεια αυτή του κοινού νομοθέτη δεν μπορεί να επεκταθεί σε σημείο που να καταλυθεί η γενική ελεγκτική αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των δημοσίων συμβάσεων μεγάλης οικονομικής αξίας, η διατήρηση της οποίας τίθεται ως όριο στη σχετική νομοθετική ευχέρεια (Πράξη VI Τμ. 70/2003, Ζ΄ Κλιμ. 42, 159/2008).


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/12/2011

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ο έλεγχος νομιμότητας των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό του 1.000.000 ευρώ, στοχεύει στη διαπίστωση τυχόν νομικών πλημμελειών σε πράξεις της διαδικασίας που προηγείται της κατάρτισης της σύμβασης. Στον κατά τα προεκτεθέντα προβλεπόμενο έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται, πλην των αρχικών (κύριων) συμβάσεων δημοσίων υπηρεσιών, οι οποίες έχουν υποβληθεί λόγω ποσού στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και οι συμπληρωματικές αυτών συμβάσεις, ανεξαρτήτως ποσού, διότι αποτελούν παρακολούθημα του αντικειμένου της αρχικής σύμβασης, ως εκ τούτου, δεν έχουν το χαρακτήρα αυτοτελών συμβάσεων με ιδιαίτερο οικονομικό αντικείμενο, για τις οποίες, προκειμένου να θεμελιωθεί η αρμοδιότητα ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, απαιτείται η προϋπολογισθείσα δαπάνη τους να υπερβαίνει το ποσό που θεσπίζεται από το νόμο για τον προληπτικό έλεγχο των αρχικών συμβάσεων. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα αναιρούσε τη σκοπιμότητα των σχετικών ρυθμίσεων και θα απέκλειε από τον έλεγχο μεγάλη κατηγορία συμβάσεων (βλ. απόφ. VI Τμ. Ελ. Συν. 707/2010).


ΕλΣυν/Τμ.6/276/2011

Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει υποχρεωτικά τη νομιμότητα των συμβάσεων έργου, που συνάπτει το Δημόσιο, τα ν.π.δ.δ. και οι δημόσιες επιχειρήσεις ή οργανισμοί, πριν από τη σύναψή τους, εφόσον η προϋπολογιζόμενη δαπάνη τους, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. υπερβαίνει το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000,00) ευρώ. Μάλιστα, ο ως άνω έλεγχος νομιμότητας επεκτείνεται, όπως έχει κριθεί, και στις συμπληρωματικές της κύριας (αρχικής) συμβάσεις ανεξαρτήτως ποσού (απόφαση VI Τμήμ. Ελ. Συν. 707/2010). Περαιτέρω, ο ως άνω ειδικός προληπτικός έλεγχος νομιμότητας, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημόσιων συμβάσεων, ασκείται κατά το στάδιο πριν από την υπογραφή τους και, κατά μείζονα λόγο, πριν από την εκτέλεση τους, αποσκοπεί δε, αφενός μεν στην εξασφάλιση της διαφάνειας και της αντικειμενικότητας στην ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων σημαντικού οικονομικού αντικειμένου, αφετέρου δε στην πρόληψη τυχόν παραλείψεων ή παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας και, συνεπώς, στην αποφυγή κατάρτισης μη νόμιμων συμβάσεων. Υπό την έννοια αυτή, ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου προϋποθέτει έργο «υπό εκτέλεση», έργο δηλαδή του οποίου οι εργασίες πρόκειται να εκτελεσθούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης και όχι σύμβαση η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, καθώς στην περίπτωση αυτή ο έλεγχος θα ήταν κατασταλτικός και ως εκ τούτου αντίθετος στις θεσπίζουσες ως προσυμβατικό και προληπτικό τον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου προπαρατεθείσες διατάξεις, που σε καμμία περίπτωση δεν αποσκοπούν στην εκ των υστέρων «νομιμοποίηση» έργου που έχει ήδη εκτελεσθεί (Ε.Σ. 3726/2009). Υπό την αντίθετη, άλλωστε, εκδοχή θα στερούντο παντελώς ουσίας οι, κατά καιρούς, εισαχθείσες ειδικές ρυθμίσεις που έχουν επιτρέψει, όλως εξαιρετικώς και για λόγους υπερέχοντος δημοσίου συμφέροντος, την εκ των υστέρων διενέργεια του ελέγχου νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συγκεκριμένων, πάντοτε, κατηγοριών δημοσίων συμβάσεων, οι οποίες συνήφθησαν και εκτελέσθηκαν χωρίς να έχουν υποβληθεί στον εν λόγω έλεγχο (βλ. άρθρο 39 παρ. 1 του ν. 2778/1999, ΦΕΚ 295 Α΄, άρθρο 3 του ν. 3060/2002, ΦΕΚ 242 Α΄, άρθρο 9 του ν. 3279/2004, ΦΕΚ 205 Α΄, άρθρο 14 παρ. 2 του ν. 3335/2005, ΦΕΚ 95 Α΄). Κατ’ ακολουθίαν τούτων, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση έργου, μη εμπίπτουσα στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, η οποία έχει ήδη εκτελεσθεί, έστω και μερικώς, υφίσταται παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας και το Κλιμάκιο στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο και οφείλει να απόσχει αυτού (πρβλ. 3726/2009 κ.α.).


ΕλΣυν/Τμ.6/2724/2010

Ο προσυμβατικός έλεγχος νομιμότητας των συμβάσεων προμηθειών, παροχής υπηρεσιών και δημοσίων έργων καθώς και της υποκείμενης διαγωνιστικής διαδικασίας διενεργείται από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο αποφασίζει οριστικώς με πράξη του για το αποτέλεσμα του διενεργηθέντος ελέγχου, σε περίπτωση δε που αυτός αποβεί αρνητικός η σύμβαση δεν υπογράφεται. Στο πλαίσιο αυτής της ελεγκτικής αρμοδιότητάς του, το Κλιμάκιο διενεργεί πρωτογενή και καθολικό έλεγχο των στοιχείων του φακέλου, που είναι απαραίτητα για να σχηματίσει ασφαλή κρίση επί του ελέγχου. Με τη δε εκφορά της οριστικής του κρίσης για τη νομιμότητα της ελεγχόμενης διαγωνιστικής διαδικασίας και της οικείας συμβάσεως και την έκδοση της οριστικής του πράξης, απεκδύεται της ελεγκτικής αρμοδιότητάς του (βλ απόφ. VI Tμ. 16/2010). Επομένως, σε περίπτωση έκδοσης επόμενης πράξης του σε σχέση με τον ίδιο διαγωνισμό, δεσμεύεται από τα οριστικώς κριθέντα ζητήματα, επί των οποίων θεμελίωσε το αποτέλεσμα του ελέγχου του, με την προηγηθείσα οριστική πράξη του, η οποία μπορεί να προσβληθεί μόνο με αίτηση ανάκλησης ενώπιον του VI Τμήματος, εντός της προβλεπόμενης 15νθήμερης προθεσμίας, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας, αυτή καθίσταται απρόσβλητη. Υπό τις περιστάσεις αυτές, δεν επιτρέπεται, σε περίπτωση άσκησης αίτησης για την ανάκληση της επόμενης πράξης που εξέδωσε το Κλιμάκιο αναφορικά με τον ίδιο διαγωνισμό, η επανεξέταση των οριστικώς και αμετακλήτως κριθέντων με την προηγούμενη πράξη ζητημάτων, επί των οποίων θεμελίωσε το αποτέλεσμα του ελέγχου του και ο επηρεασμός της διαδικασίας και του αποτελέσματος του διαγωνισμού κατά τρόπο διάφορο από την κρίση που εξέφερε το Κλιμάκιο με την καταστείσα απρόσβλητη προγενέστερη πράξη του.


ΕλΣυν/ΠΡΟΣΥΜΒΑΤΙΚΟΣ

Πρακτικός οδηγός για τον έλεγχο από το ΕλΣυν Των Δημοσίων Συμβάσεων


ΕλΣυν/Τμ.6/265/2011

Οι ανωτέρω διατάξεις (άρθρο 30 3669/2008) έχουν την έννοια ότι το Κλιμάκιο ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων, που εκδίδονται στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ανάδειξη αναδόχου δημοσίου έργου (χρηματοδοτούμενου από εθνικούς πόρους) καθώς και του σχεδίου της οικείας σύμβασης, όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ποσό των 1.000.000 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Ο ως άνω έλεγχος νομιμότητας, ο οποίος αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας σύναψης δημόσιων συμβάσεων, ασκείται κατά το στάδιο προ της υπογραφής και, κατά μείζονα λόγο, προ της έναρξης της εκτέλεσης των οικείων συμβάσεων, αποσκοπώντας αφενός μεν στη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαδικασία ανάθεσης των συμβάσεων δημοσίων έργων και αφετέρου στην πρόληψη τυχόν παραβάσεων της κείμενης νομοθεσίας, με στόχο την αποφυγή κατάρτισης και εκτέλεσης άκυρων συμβάσεων. Ο νομοθέτης, επομένως, θέλησε προληπτικό και όχι κατασταλτικό έλεγχο νομιμότητας, που προϋποθέτει έργο του οποίου οι εργασίες πρόκειται να εκτελεστούν με βάση την ελεγχθείσα και κριθείσα ως νόμιμη σχετική διαδικασία, που απολήγει στην υπογραφή της οικείας σύμβασης. Συνεπώς, σε περίπτωση που υποβληθεί στο Κλιμάκιο σύμβαση εκτέλεσης έργου, η οποία έχει υπογραφεί και έχει αρχίσει να εκτελείται, αυτό στερείται πλέον της χρονικής αρμοδιότητας να προβεί στον έλεγχο της νομιμότητάς της (π.ρ.β.λ. Ε.Σ. 2497, 2498, 2499/2010, 1468/2009 κ.α.). Περαιτέρω, ο έλεγχος νομιμότητας διενεργείται και στις συμπληρωματικές συμβάσεις, ακόμη και όταν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη αυτών υπολείπεται των 1.000.000 ευρώ και η αρχική τους σύμβαση έχει υποβληθεί σε έλεγχο νομιμότητας από το Κλιμάκιο. Και τούτο διότι εάν, αντιθέτως, ετίθετο ως αφετηρία ελέγχου των συμπληρωματικών συμβάσεων το ποσό που θεσπίζεται για τον έλεγχο των αρχικών, μεγάλος αριθμός των συμπληρωματικών συμβάσεων θα καθίστατο ανέλεγκτος, γεγονός που θα υπερακόντιζε το σκοπό του νομοθέτη για υπαγωγή στον έλεγχο νομιμότητας που διενεργεί το Ελεγκτικό Συνέδριο και των τελευταίων, οι οποίες, άλλωστε, αποτελούν παρακολούθημα των αρχικών και η κατάρτισή τους με τον ανάδοχο ήδη εκτελούμενου έργου αποτελεί εξαιρετική διαδικασία ανάθεσης και εφαρμόζεται μόνο υπό τις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο προϋποθέσεις, η πλήρωση των οποίων επιβάλλεται, οπωσδήποτε, να ελέγχεται.