Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.6/1276/2016

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και τις νομικές παραδοχές της αρχικής, επί της  υπό  κρίση  έφεσης, 230/2009 απόφασης του Τμήματος, οι οποίες δεν ανατράπηκαν με την πιο πάνω 1806/2014 απόφαση της Ολομέλειας, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, η οποία είχε οριστεί αναπληρώτρια ελεγκτής εξόδων Ο.Τ.Α., εγκρίνοντας την εξόφληση του 21/1994 χρηματικού εντάλματος (το οποίο, σύμφωνα με τη γραφολογική εξέταση που διενεργήθηκε, έφερε την υπογραφή της), διενήργησε πράξη διαχείρισης επί των χρημάτων της Κοινότητας, το πραγματικό δε αυτό γεγονός της προσέδωσε την ιδιότητα της υπολόγου και την, εντεύθεν, δημοσιονομική πλέον ευθύνη της προς αποκατάσταση του ελλείμματος, που προκλήθηκε από την εν λόγω διαχειριστική δράση της. Εξάλλου, η εκκαλούσα, κατά τη διενέργεια της εν λόγω διαχειριστικής πράξης (έγκριση εξόφλησης του 21/1994 Χ.Ε.), δεν επέδειξε την απαιτούμενη εκ της ιδιότητάς της επιμέλεια, αφού δεν προέβη, ως όφειλε, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας των δικαιολογητικών του επίμαχου χρηματικού εντάλματος και, συνεπώς, ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί έλλειψης οποιασδήποτε υπαιτιότητας στο πρόσωπό της ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα  είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός της, προς υποστήριξη της επικαλούμενης παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας στο  πρόσωπό της, ότι συμμορφώθηκε με τις οδηγίες της τότε προϊσταμένης της  και,  αληθής  υποτιθέμενος,  δεν  αναιρεί  την  ευθύνη  της  εκκαλούσας για την ανωτέρω πλημμελή διαχειριστική ενέργεια που της αποδίδεται. Τα δε υποστηριζόμενα από την ίδια περί απειρίας της και έλλειψης ειδικών γνώσεων, λόγω της ιδιότητάς της ως μαθητευόμενης - δόκιμης υπάλληλου, προβάλλονται αλυσιτελώς, καθόσον, όπως εκτέθηκε ανωτέρω (σκ. II), η υπαιτιότητα δεν κρίνεται με βάση τις ατομικές ιδιότητες του υπολόγου, αλλά με βάση τη συμπεριφορά  που  θα  επιδείκνυε,  στη  συγκεκριμένη  κάθε  φορά περίπτωση, ο  μέσος  συνετός  άνθρωπος,  που  ανήκει  στον ίδιο κύκλο επαγγελματικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Περαιτέρω, η αποδιδόμενη, με τον ένδικο καταλογισμό, πλημμελής άσκηση από την εκκαλούσα των καθηκόντων της αναπληρώτριας ελεγκτή εξόδων Ο.Τ.Α., κατά την πληρωμή της εντελλόμενης με το ως άνω χρηματικό ένταλμα δαπάνης, ήτοι η έγκριση πληρωμής αυτής χωρίς να έχει προηγηθεί πλήρης έλεγχος των δικαιολογητικών αυτού, παρουσιάζει μεν απόκλιση από την επιμέλεια του μέσου συνετού ανθρώπου, που κινείται εντός του οικείου κύκλου επαγγελματικής δραστηριότητας, πλην όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η απόκλιση αυτή εξικνείται πέραν του βαθμού  της ελαφράς αμέλειας, καθόσον η διαχειριστική αυτή συμπεριφορά της δεν αποκλίνει σημαντικά από το ως άνω μέτρο της επιμέλειας, ώστε να μπορεί  να  χαρακτηρισθεί  ως  βαρεία.  Συνεπώς,  η  εκκαλούσα  ευθύνεται   ως υπόλογος σε βαθμό ελαφράς αμέλειας για τη δημιουργία του επίδικου ελλείμματος στη διαχείριση της Κοινότητας Γραμματικού. Εξάλλου, η επίμαχη δαπάνη δεν μπορεί να νομιμοποιηθεί, κατ’ εφαρμογή των αναφερομένων στη σκέψη IV της παρούσας διατάξεων, καθόσον δεν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις τέσσερις προϋποθέσεις που θέτουν οι εν λόγω διατάξεις, αφού δεν αποδεικνύεται  από  τα  στοιχεία του φακέλου ότι έχει επιτελεσθεί ο σκοπός για τον οποίο διενεργήθηκε (πρβλ. αποφ. VII Τμ. Ε.Σ. 1679/2012, 587/2014). Περαιτέρω, συγγνωστή πλάνη της εκκαλούσας ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, καθόσον όφειλε και μπορούσε να γνωρίζει  τις  νόμιμες  υποχρεώσεις  της, που συνδέονταν με την ιδιότητά της ως αναπληρώτριας ελεγκτή εξόδων και, συνεπώς, δεν νοείται απαλλαγή της από το συνολικό ποσό του καταλογισμού, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 37 παρ. 1 του ν.3801/2009. Ωστόσο, το Δικαστήριο, συνεκτιμώντας την έλλειψη δόλου ή βαρείας αμέλειας της εκκαλούσας, τη (μικρή) βαρύτητα της δημοσιονομικής παράβασης που διέπραξε και τις συνθήκες τέλεσης αυτής, άγεται στην κρίση ότι πρέπει αυτή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 37 παρ. 1 του ν.3801/2009,  να καταλογιστεί με μέρος μόνο του διαπιστωθέντος ελλείμματος, το οποίο πρέπει να προσδιορισθεί στο ποσό των 1.500 ευρώ.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕλΣυν.Τμ.7/1276/2016

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΔΗΜΟΥ:Υπό τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και τις νομικές παραδοχές της αρχικής, επί της υπό κρίση έφεσης, 230/2009 απόφασης του Τμήματος, οι οποίες δεν ανατράπηκαν με την πιο πάνω 1806/2014 απόφαση της Ολομέλειας, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, η οποία είχε οριστεί αναπληρώτρια ελεγκτής εξόδων Ο.Τ.Α., εγκρίνοντας την εξόφληση του 21/1994 χρηματικού εντάλματος (το οποίο, σύμφωνα με τη γραφολογική εξέταση που διενεργήθηκε, έφερε την υπογραφή της), διενήργησε πράξη διαχείρισης επί των χρημάτων της Κοινότητας, το πραγματικό δε αυτό γεγονός της προσέδωσε την ιδιότητα της υπολόγου και την, εντεύθεν, δημοσιονομική πλέον ευθύνη της προς αποκατάσταση του ελλείμματος, που προκλήθηκε από την εν λόγω διαχειριστική δράση της. Εξάλλου, η εκκαλούσα, κατά τη διενέργεια της εν λόγω διαχειριστικής πράξης (έγκριση εξόφλησης του 21/1994 Χ.Ε.), δεν επέδειξε την απαιτούμενη εκ της ιδιότητάς της επιμέλεια, αφού δεν προέβη, ως όφειλε, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, σε έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας των δικαιολογητικών του επίμαχου χρηματικού εντάλματος και, συνεπώς, ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης περί έλλειψης οποιασδήποτε υπαιτιότητας στο πρόσωπό της ως προς το δημιουργηθέν έλλειμμα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός της, προς υποστήριξη της επικαλούμενης παντελούς έλλειψης υπαιτιότητας στο πρόσωπό της, ότι συμμορφώθηκε με τις οδηγίες της τότε προϊσταμένης της και, αληθής υποτιθέμενος, δεν αναιρεί την ευθύνη της εκκαλούσας για την ανωτέρω πλημμελή διαχειριστική ενέργεια που της αποδίδεται.(..). Μετά από όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να περιοριστεί το καταλογισθέν ποσό σε βάρος της εκκαλούσας σε 1.500.ευρώ, περαιτέρω δε, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ.4 του ν.4123/2013, το παράβολο που κατατέθηκε για την άσκησή της, να αποδοθεί στην εκκαλούσα.


ΕλΣυν.Τμ.7/9/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η προσβαλλόμενη πράξη, όσον αφορά στον καταλογισμό του εκκαλούντος, δεν διαλαμβάνει επαρκή και πλήρη αιτιολογία. Ειδικότερα, δεν διαλαμβάνει αφενός μεν τη νομική αιτία για την οποία καθίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ανωτέρω υπόλογος και, συνακόλουθα, υποκείμενο καταλογισμού, αφετέρου δε την ιστορική αιτία, ήτοι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του που να τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με το διαπιστωθέν στην επίμαχη διαχείριση έλλειμμα. Η γενικόλογη αναφορά, που περιέχεται στην προσβαλλόμενη, η οποία έχει συμπερασματικό και μόνο χαρακτήρα ως προς την ευθύνη του εκκαλούντος Δημάρχου, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω παράθεση των συνδεόμενων αιτιωδώς με την πληρωμή δαπανών πράξεων ή παραλείψεών του, που φέρονται ως γενεσιουργές του ελλείμματος, δεν συνιστά νόμιμη αιτιολογία και δεν καταδεικνύει την οποιαδήποτε συμβολή του στη δημιουργία του εν λόγω ελλείμματος. Συγκεκριμένα στην προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ότι ο εκκαλών, με  τη μη άσκηση της δέουσας εποπτείας και επίβλεψης, δεν επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων του, αν και το έλλειμμα προήλθε εξολοκλήρου από τη διαχειριστική τακτική που εφάρμοσαν οι άμεσα εμπλεκόμενοι στην κύρια εξωταμειακή διαχειριστική διαδικασία και ιδίως ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών … με τις ανωτέρω ήδη αναφερθείσες 2041/17.12.1998 και 2021/4.12.1998 προδήλως παράνομες ειδικές εντολές πληρωμής. Άλλωστε και την εποπτεία στην όλη διαχειριστική διαδικασία την είχε εξολοκλήρου ο εν λόγω Αντιδήμαρχος Οικονομικών .., σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη 186/ 1998 απόφαση περί μεταβιβάσεως των σχετικών οικονομικών αρμοδιοτήτων του τέως Δημάρχου ..(παραιτηθέντος στις 28.5.1998) .. προς αυτόν. Η απλή αναφορά, όμως, στην δια παραλείψεως (με τη μη άσκηση εποπτείας) ανάμειξη του εκκαλούντος στη διαχειριστική διαδικασία, όταν μάλιστα η άσκηση αυτής έχει ήδη μεταβιβαστεί στον Αντιδήμαρχο, δεν αρκεί για τη θεμελίωση της ευθύνης του στη δημιουργία του ελλείμματος, δεδομένου ότι δεν προσδιορίζεται και η, με συγκεκριμένο ενεργό τρόπο, ανάμειξή του στην εν λόγω διαχείριση. Ειδικότερα δεν προσδιορίζεται ο αναγκαίος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των αποδιδόμενων, με την προσβαλλόμενη πράξη, στον εκκαλούντα παραλείψεων και του διαπιστωθέντος ελλείμματος, που προήλθε από την εκταμίευση των ως άνω ποσών από τον ταμία του Δήμου, καθόσον μόνη, έστω η παράλειψη εποπτείας, χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό ιδιαίτερης διαχειριστικής δράσης, δεν καλύπτει το πραγματικό του απαιτούμενου αιτιώδους συνδέσμου στη διαδικασία δημιουργίας του ελλείμματος...Επομένως, αφού, πέραν της μη νόμιμης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης δεν καταδείχθηκε σ’ αυτή και η αναγκαία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των παραλείψεων του εκκαλούντος τέως Δημάρχου και των ελλειμμάτων στη διαχειριστική διαδικασία, η πράξη αυτή, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση έφεση, είναι ακυρωτέα ως προς τον εκκαλούντα.


ΕλΣυν/Τμ.1/256/2012

Με τα ως άνω δεδομένα, η εκκαλούσα ευθύνεται μεν ως υπόλογος και η ιδιότητά της αυτή έχει ως αναγκαία  συνέπεια την υποχρέωσή της για  αποκατάσταση τυχόν ανακύπτοντος ελλείμματος στα δημοτικά γυμναστήρια της ευθύνης της, αφού  επελήφθη της διαχειρίσεως των ως άνω εισπράξεων και της αποδόσεως αυτών στο Ταμείο του Δήμου, από το έτος δε 2000 ήταν πλέον αποκλειστικώς υπεύθυνη και για την τήρηση του βιβλίου χρεωπίστωσης των οικείων μπλοκ αποδείξεων. Πλην  όμως, ο ένδικος καταλογισμός  δεν εχώρησε νομίμως, αφού δεν  κατέστη δυνατό να  προσδιοριστεί με ακρίβεια το ύψος του  ελλείμματος σε βάρος του Δήμου,  όπως βασίμως προβάλλεται από την εκκαλούσα, με σχετικό λόγο έφεσης. Και τούτο διότι, εξαιτίας της διαχειριστικής αταξίας που επικρατούσε τόσο στα δημοτικά γυμναστήρια [καταχώρηση αποδείξεων στο βιβλίο αθλουμένων χωρίς ποσό] όσο και στο Τμήμα Αθλητισμού του Δήμου [μπλοκ μη χρεωμένα επισήμως ως προς τη διακίνησή τους σε υπάλληλο του Δήμου, τήρηση άτυπου βιβλίου χρεώσεων – αποχρεώσεων και των μπλοκ αποδείξεων σε χώρο προσβάσιμο στον καθένα, φύλαξη συμπληρωμένων μπλοκ σε αποθήκη προσιτή σε πολλούς υπαλλήλους διαφόρων διευθύνσεων] και της έλλειψης του προσήκοντος αποδεικτικού υλικού για τον εντοπισμό και τον προσδιορισμό του ύψους του επίμαχου ελλείμματος [απώλεια βιβλίου χρεώσεων –αποχρεώσεων 2000, μπλοκ αποδείξεων και των στελεχών τους], ο καταλογισμός ενεργήθηκε για έλλειμμα που, τουλάχιστον ως προς την έκτασή του, εικάζεται απλώς και ουδόλως αποδεικνύεται ότι υφίσταται, αφού ο υπολογισμός του συναρτήθηκε με μαθηματικό μέγεθος (το μέσο όρο των εισπράξεων που πραγματοποιήθηκαν επί τη βάσει των μη απωλεσθέντων μπλοκ αποδείξεων των ετών 1999, 2000 και 2001 για κάθε γυμναστήριο), το οποίο, όπως ισχυρίζονται οι διενεργήσαντες τον σχετικό έλεγχο Ελεγκτές, «…συμπερασματικά και με κάθε επιφύλαξη για την απόλυτη ορθότητα των υπολογισμών…» υπολογίστηκε, δεν είναι, ωστόσο, καθόλου βέβαιο ότι ανταποκρίνεται στο συγκεκριμένο ποσό που φέρεται ότι δεν αποδόθηκε.


ΕλΣυν.Τμ.7/309/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΡΙΣΗΣ ΣΕ ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΔΗΜΟΥ:Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η εκκαλούσα, ως υπόλογος ταμίας του .., ήταν υπεύθυνη για την τήρηση και τον έλεγχο της διαδικασίας των εισπράξεων που πραγματοποιούνταν από τις υπαλλήλους του Ωδείου. Ειδικότερα, η εκκαλούσα όφειλε, ως εκ της θέσεώς της και με βάση τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία των δημοτικών ταμείων, αφενός να εισαγάγει τις εισπράξεις του νομικού προσώπου στη διαχείρισή του, αφετέρου, μετά από κάθε είσπραξη να ελέγξει και να επαληθεύσει ότι τα ποσά που εισπράττονταν πράγματι αντιστοιχούσαν στα δελτία που είχαν δοθεί στους πελάτες για τα δίδακτρα που αυτοί κατέβαλαν. Η διασταύρωση αυτή έπρεπε  να γίνεται από την εκκαλούσα ταμία κατά την παραλαβή των εισπράξεων με φυλλομέτρηση των δελτίων, προκειμένου από τη συνεχή αρίθμησή τους να προκύπτουν με σαφήνεια τα ποσά που είχαν εισπραχθεί και όφειλαν να αποδοθούν. Άλλωστε, η εκκαλούσα όφειλε σε κάθε περίπτωση να εκδίδει γραμμάτια είσπραξης, καθώς και να διενεργεί τις σχετικές καταχωρίσεις στα προβλεπόμενα βιβλία του ταμείου, πλην, όπως προεκτέθηκε, δεν εκπλήρωνε τις ανωτέρω υποχρεώσεις της, η τήρηση των οποίων θα διασφάλιζε την εύκολη επαλήθευση της ροής των εισπράξεων και την αποκάλυψη τυχόν σφαλμάτων στην απόδοση αυτών. Οι ανωτέρω περιγραφόμενες παραλείψεις της εκκαλούσας κατά την άσκηση των καθηκόντων της συνιστούν αμέλεια εκ μέρους της ως προς την διαχείριση του αντικειμένου ευθύνης της, δηλαδή απόκλιση από την συμπεριφορά του μέσου υπολόγου ταμία. Εξάλλου, οι υπαίτιες αυτές παραλείψεις της τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με το δημιουργηθέν έλλειμμα,  με το ποσό του οποίου νομίμως καταλογίστηκε και το ύψος του οποίου δεν αμφισβητεί, δεδομένου ότι εάν η εκκαλούσα ήλεγχε τη συνεχόμενη αρίθμηση των διπλοτύπων είσπραξης των εκάστοτε ποσών που απέδιδε η συγκαταλο-γισθείσα εισπράκτορας, ευχερώς θα διαπίστωνε την έλλειψη ΔΠΥ και, συνακόλουθα, την επί έλαττον διαφορά μεταξύ των πράγματι εισπραχθέντων ποσών διδάκτρων και των αντιστοίχων ποσών που αποδίδονταν σε αυτή για εισαγωγή στη διαχείριση του .. και θα ήταν σε θέση να αντιληφθεί εγκαίρως την παράνομη δράση της υπαλλήλου .. και να αποτρέψει την πρόκληση του καταλογισθέντος ελλείμματος στην ως άνω διαχείριση.


ΕλΣΥν.Τμ.1/24/2015

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ:Συνεπώς, με τη συμπεριφορά της η εκκαλούσα α) συνετέλεσε από βαρεία της, τουλάχιστον, αμέλεια στη δημιουργία του επίμαχου ελλείμματος, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε χωρίς τη δική της συμμετοχή δεν θα ήταν δυνατή η συγκεκριμένη εκταμίευση και β) κατέστησε τη διαχείριση της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. … ελλειμματική, κατά το ποσό που αντιστοιχεί στη μη νόμιμη εκταμίευση Φ.Π.Α. Εάν, όμως, η εκκαλούσα είχε καταβάλει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της τη στοιχειώδη επιμέλεια του μέσου συνετού ανθρώπου και ασκούντος χρέη υπαλλήλου-ελεγκτή του Τμήματος Φ.Π.Α., θα μπορούσε να διαπιστώσει τις ανωτέρω ελλείψεις και να αρνηθεί τις επίμαχες επιστροφές. Από τον ουσιαστικό έλεγχο, δε, αυτό θα είχε διαπιστωθεί η εικονικότητα των επίμαχων συναλλαγών (ανύπαρκτος εξοπλισμός) και, συνακόλουθα, θα είχε αποτραπεί η παράνομη επιστροφή Φ.Π.Α.. Ενόψει αυτών, και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις, η εκκαλούσα φέρει την ευθύνη του «αλληλεγγύως μετά του υπολόγου συνευθυνομένου» για την αναπλήρωση του ως άνω προκληθέντος στη διαχείριση της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε…. ελλείμματος, όσα δε αντίθετα προβάλλονται με την υπό κρίση έφεση είναι αβάσιμα και απορριπτέα.Τέλος, προβάλλεται εσφαλμένος υπολογισμός των προσαυξήσεων σε ποσοστό 200%, καθόσον το ισχύον ανώτατο όριο προσαυξήσεων είναι ποσοστό 120%. Και ο λόγος αυτός κρίνεται αβάσιμος, καθόσον με τη διάταξη του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 3193/2003 (Α’, 266) τέθηκε ως ανώτατο όριο προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής ποσοστό 200%.Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν και μη προβαλλόμενου άλλου λόγου έφεσης, η προσβαλλόμενη απόφαση παρίσταται νόμιμη.


ΕλΣυν.Τμ.7/306/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Σύμφωνα με την προσβαλλομένη, ο καταλογισμός σε βάρος της οφείλεται στην ιδιότητά της ως υπολόγου που έχει υπογράψει τα ως άνω πέντε ΧΕ και στην ευθύνη της να μεριμνά για την έγκαιρη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία και να παρακολουθεί την απόδοση των φόρων και των κρατήσεων υπέρ τρίτων στους δικαιούχους. Σύμφωνα όμως με όσα εκτίθενται ανωτέρω στη σκέψη αυτήν, το έλλειμμα δημιουργήθηκε εξαιτίας της μη απόδοσης στους δικαιούχους των μετρητών που ο …λάμβανε παράνομα από το ταμείο του Δήμου καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους 2007-δηλαδή, ακόμα και σε χρονικά διαστήματα κατά τα οποία η εκκαλούσα δεν είχε καν αναλάβει τα καθήκοντα της Προϊσταμένης του Τμήματος Εξόδων-ενώ δεν της αποδίδεται με την προσβαλλομένη ανάμιξη στην παράνομη παράδοση μετρητών στον .. ούτε αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου σχετική ευθύνη της, συνεπώς η υπογραφή και μόνο από αυτήν των εν λόγω ΧΕ δε συνδέεται αιτιωδώς με τη δημιουργία του ελλείμματος. (..)Με τα δεδομένα αυτά, ο καταλογισμός σε βάρος της δεν είναι νόμιμος, διότι ούτε από την προσβαλλομένη ούτε από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου αποδεικνύεται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της διαχειριστικής δράσης της και της δημιουργίας του ελλείμματος, όπως βάσιμα προβάλλεται με τον σχετικό λόγο έφεσης, ενώ η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων λόγων έφεσης παρέλκει ως αλυσιτελής.


ΕΣ/ΤΜ.ΔΕΥΤΕΡΟ/1184/2023

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΣ:Ειδικότερα: Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης ότι το ποσό των 2.212,92 € αφορά σε κρατήσεις υπέρ τρίτων και για το λόγο αυτό δεν εγγράφεται στο βιβλίο εσόδων, είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθόσον, σε κάθε περίπτωση το ανωτέρω ποσό έπρεπε να εμφανίζεται στους λογαριασμούς της Σχολικής Επιτροπής. Ομοίως αβάσιμος είναι και ο προβαλλόμενος λόγος ότι τα ποσά 3.808,29 € και 98,37 € αφορούν υπαρκτά και κατατεθειμένα στους τραπεζικούς λογαριασμούς ποσά, καθόσον σε αυτή την περίπτωση τα ανωτέρω ποσά έπρεπε να εμφανίζονται ως πλεόνασμα στους λογαριασμούς της Σχολικής Επιτροπής.Ο λόγος έφεσης, αναφορικά με την καταβολή των εξόδων παράστασης, ότι η αρχικώς εκκαλούσα δεν ευθύνεται ούτε με ελαφρά αμέλεια για την πρόκληση του ελλείμματος, καθόσον διέθετε τα χρήματα που λάμβανε ως Πρόεδρος της Σχολικής Επιτροπής σε κοινωφελείς σκοπούς και δεν κατέστη πλουσιότερη, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθόσον και αληθής υποτιθέμενος δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της προσβαλλόμενης, καθόσον η διάθεση των εν λόγω χρημάτων για κοινωφελείς σκοπούς δεν αίρει τη μη νομιμότητα της καταβολής τους στην εκκαλούσα.Περαιτέρω, το άρθρο 34 του ν. 3801/2009 δεν δύναται να τύχει εφαρμογής στην κρινόμενη υπόθεση, καθόσον δεν προκύπτει η συνδρομή της αναφερόμενη στη σκέψη 8.Α. υπό στοιχείο α) προϋπόθεσης για τις δαπάνες που αναφέρονται στη σκέψη 10.Γ. υπό στοιχεία α-γ και ι, αφού δεν αφορούν σε έργα, εργασίες, προμήθειες, παροχή υπηρεσιών, μισθώματα ή χρηματοδοτήσεις, ούτε της υπό στοιχείο γ) προϋπόθεσης για τις λοιπές δαπάνες, καθότι δεν βεβαιώνεται αρμοδίως η εκτέλεση του αντικειμένου για το οποίο έλαβε χώρα η καταβολή τους.15. Το Δικαστήριο, όμως, συνεκτιμώντας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 150 παρ. 1 του ν. 4820/2021 α) τη βαρύτητα των δημοσιονομικών παραβάσεων της αρχικώς εκκαλούσας και την άτακτη διενέργεια από μέρους της της διαχείρισης και της τήρησης των βιβλίων, β) το επελθόν δημοσιονομικό αποτέλεσμα και το ύψος του ελλείμματος που κρίνεται σημαντικό για τη διαχείριση μιας Σχολικής Επιτροπής, γ) το γεγονός ότι το έλλειμμα δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρεία αμέλεια της, όπως ρητά έγινε δεκτό με την προσβαλλόμενη, και δ) το ότι το καταλογισθέν ποσό βαρύνει τελικά τους κληρονόμους της, οι οποίοι ουδεμία υπαιτιότητα έχουν για τη δημιουργία του ελλείμματος, κρίνει ότι το ποσό του καταλογισμού πρέπει να μειωθεί περαιτέρω κατά 20% ήτοι σε 21.550,68 € (26.938,34 Χ 20%= 5.387,66 και 26.938,34- 5.387,66 = 21.550,68). Κατ’ ακολουθία, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η έφεση, να μεταρρυθμιστεί η προσβαλλόμενη πράξη και να περιοριστεί το καταλογισθέν ποσό σε βάρος της αρχικώς εκκαλούσας σε 21.550,68 € και να διαταχθεί η απόδοση του κατατεθέντος παραβόλου στους συνεχίζοντες τη δίκη κληρονόμους αυτής (άρθρο 310 παρ. 1  ν. 4700/2020).


ΕΣ/ΟΛΟΜ.1272/2019

Έλλειμμα διαχείρισης ταμείου...Σύμφωνα δε με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά και όπως προκύπτει από τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, ο μεταποβιώσας εκκαλών, με την παρατύπως ασκηθείσα διαχείρισή του, δεν παραβίασε συγκεκριμένες και ρητώς προβλεπόμενες, από το νόμο ή τους κανονισμούς, υποχρεώσεις του, ούτε διέθεσε τα ακαταχώρητα χρηματικά διαθέσιμα για σκοπό διαφορετικό από τον κατά νόμο προβλεπόμενο, με αποτέλεσμα η διαχειριστική του συμπεριφορά να μην συνιστά ιδιαιτέρως σοβαρή εκτροπή από το νόμο και τους κανόνες των συναλλαγών και να μην στοιχειοθετείται, ως εκ τούτου, η συνδρομή βαριάς αμέλειας στο πρόσωπό του κατά την άσκηση των διαχειριστικών καθηκόντων του, που συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για την νόμιμη επιβολή σε βάρος του των επίδικων προσαυξήσεων. Κατά συνέπεια η από 8.12.2014 έφεση του μεταποβιώσαντος εκκαλούντος κατά της ....2014 καταλογιστικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΠΔΥ, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή, να απαλλαγεί αυτός από το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό των 131.142,85 ευρώ που αντιστοιχεί σε προσαυξήσεις, να μεταρρυθμιστεί η ....2014 καταλογιστική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΤΠΔΥ και να περιοριστεί το καταλογισθέν σε βάρος του ποσό σε 30.044,80 ευρώ.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/388/2021

Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων..Δημοσιονομική διόρθωση ...Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 2946/0052/17.10.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών. ...H προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη, αφού στο σώμα αυτής δεν εξειδικεύεται η ακριβής αιτία του καταλογισμού, ήτοι σε τι έγκειται η παρανομία της ανάλωσης των απροβλέπτων, η δε παραπομπή στην έκθεση ελέγχου δεν αρκεί για την υποκατάσταση της ελλείπουσας αιτιολογίας, ενώ, περαιτέρω, δεν αναφέρεται ο επιμερισμός των πληρωμών κατά πηγή προέλευσης των εθνικών και κοινοτικών πόρων. Ομοίως, ο ως άνω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Τούτο διότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη, εφόσον σε αυτήν αναφέρεται ρητά ότι η δημοσιονομική διόρθωση ποσού 283.508,99 ευρώ, πλέον τόκων υπολογιζόμενων σύμφωνα με την Κανονισμό 794/2004 και την ΥΑ 448/0052/4.5.2011, επιβάλλεται λόγω μη ορθής ανάλωσης των απροβλέπτων, σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν.3669/2008, ενώ, όσον αφορά στον προσδιορισμό της παρανομίας της ανάλωσης του κονδυλίου απροβλέπτων, η προσβαλλόμενη ρητώς παραπέμπει στο σημείο Δ.2. της από 22-26/4/2013 οριστικής έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου, η οποία είχε ήδη κοινοποιηθεί στην εκκαλούσα με το 1508/0051/15.11.20013 έγγραφο της 51ης Διεύθυνσης της ΕΔΕΛ, και λήφθηκε υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης, από την οποία προκύπτει και εξειδικεύεται η ιστορική και νομική αιτία της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 2770/2009 πρβλ. 127/2019), ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία στην εκκαλούσα σχετικά με το λόγο που δικαιολογεί την έκδοση της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης. Τούτο άλλωστε αποδεικνύεται και από το περιεχόμενο του κρινόμενου δικογράφου, από το οποίο προκύπτει ότι η τελευταία έχει αντιληφθεί με σαφήνεια την αιτία του καταλογισμού, χωρίς η αοριστία την οποία επικαλείται να επηρεάσει τα δικαιώματα άμυνάς της (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 242/2019, 1859/2017). Εξάλλου, ο επιμερισμός του προς ανάκτηση ποσού αποσκοπεί προεχόντως στη λογιστική τακτοποίηση των ανακτώμενων ποσών, αντίστοιχα προς τα ποσοστά συμμετοχής των φορέων χρηματοδότησης στην επιχορήγηση, και δεν επιδρά στα έννομα συμφέροντα της εκκαλούσας, η οποία οφείλει να επιστρέψει το σύνολο της αχρεωστήτως καταβληθείσας επιχορήγησης, ανεξαρτήτως του τρόπου επιμερισμού της. Ως εκ τούτου, αλυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η έλλειψη επιμερισμού του επιστρεπτέου από την εκκαλούσα ποσού καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση πλημμελή και ακυρωτέα (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 1450/2018, 1813/2016, 6654/2015)..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη και  να διαταχθεί η κατάπτωση του κατά νόμο οφειλόμενου, για την άσκηση αυτής, παραβόλου (βλ. άρθρο 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο), το οποίο, όμως περιλαμβάνει και το κατατεθέν ως υπερβάλλον αυτού, ύψους 1.335,00  ευρώ, το οποίο για τον λόγο αυτό πρέπει να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και να  μην αποδοθεί στην εκκαλούσα ως αχρεωστήτως καταβληθέν. 


Ελ.Συν.Ολομ/124/2017

ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟΙ-ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΥΠΟΛΟΓΟΙ:Με βάση τα προεκτεθέντα, το Τμήμα, κρίνοντας ότι δεν μπορεί να αποστεί από την αθωωτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου ως προς το ότι η ήδη αναιρεσίβλητη δεν τέλεσε τις αποδιδόμενες σε αυτήν ποινικά κολάσιμες πράξεις, που έχουν την ίδια αντικειμενική υπόσταση με τις αποδοθείσες σ’ αυτήν με την καταλογιστική απόφαση παράνομες πράξεις, οι οποίες αποτέλεσαν την γενεσιουργό αιτία πρόκλησης του ελλείμματος στη διαχείριση του ..., δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων.(..)Σε κάθε περίπτωση, το αντικείμενο της υπό κρίση διαφοράς, το οποίο συνίσταται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στην επιβολή των νόμιμων προσαυξήσεων, οι οποίες επιβλήθηκαν στην ανωτέρω, λόγω της επιγενόμενης αναπλήρωσης του δημιουργηθέντος στην διαχείρισή της ελλείμματος, δεν θίγει την αθωωτική κρίση του ποινικού δικαστηρίου, αλλά συμπορεύεται μ’ αυτήν, δοθέντος ότι, το ως άνω έλλειμμα, κατά ρητή παραδοχή του ποινικού Δικαστηρίου, επεστράφη από αυτήν και κατατέθηκε σε λογαριασμό του ..., λόγω της ιδιότητάς της ως υπολόγου. Όμως η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.Κατόπιν των ανωτέρω, μη υπάρχοντος άλλου αναιρετικού λόγου, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί.