ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/388/2021
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων..Δημοσιονομική διόρθωση ...Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 2946/0052/17.10.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών. ...H προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη, αφού στο σώμα αυτής δεν εξειδικεύεται η ακριβής αιτία του καταλογισμού, ήτοι σε τι έγκειται η παρανομία της ανάλωσης των απροβλέπτων, η δε παραπομπή στην έκθεση ελέγχου δεν αρκεί για την υποκατάσταση της ελλείπουσας αιτιολογίας, ενώ, περαιτέρω, δεν αναφέρεται ο επιμερισμός των πληρωμών κατά πηγή προέλευσης των εθνικών και κοινοτικών πόρων. Ομοίως, ο ως άνω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Τούτο διότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη, εφόσον σε αυτήν αναφέρεται ρητά ότι η δημοσιονομική διόρθωση ποσού 283.508,99 ευρώ, πλέον τόκων υπολογιζόμενων σύμφωνα με την Κανονισμό 794/2004 και την ΥΑ 448/0052/4.5.2011, επιβάλλεται λόγω μη ορθής ανάλωσης των απροβλέπτων, σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν.3669/2008, ενώ, όσον αφορά στον προσδιορισμό της παρανομίας της ανάλωσης του κονδυλίου απροβλέπτων, η προσβαλλόμενη ρητώς παραπέμπει στο σημείο Δ.2. της από 22-26/4/2013 οριστικής έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου, η οποία είχε ήδη κοινοποιηθεί στην εκκαλούσα με το 1508/0051/15.11.20013 έγγραφο της 51ης Διεύθυνσης της ΕΔΕΛ, και λήφθηκε υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης, από την οποία προκύπτει και εξειδικεύεται η ιστορική και νομική αιτία της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 2770/2009 πρβλ. 127/2019), ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία στην εκκαλούσα σχετικά με το λόγο που δικαιολογεί την έκδοση της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης. Τούτο άλλωστε αποδεικνύεται και από το περιεχόμενο του κρινόμενου δικογράφου, από το οποίο προκύπτει ότι η τελευταία έχει αντιληφθεί με σαφήνεια την αιτία του καταλογισμού, χωρίς η αοριστία την οποία επικαλείται να επηρεάσει τα δικαιώματα άμυνάς της (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 242/2019, 1859/2017). Εξάλλου, ο επιμερισμός του προς ανάκτηση ποσού αποσκοπεί προεχόντως στη λογιστική τακτοποίηση των ανακτώμενων ποσών, αντίστοιχα προς τα ποσοστά συμμετοχής των φορέων χρηματοδότησης στην επιχορήγηση, και δεν επιδρά στα έννομα συμφέροντα της εκκαλούσας, η οποία οφείλει να επιστρέψει το σύνολο της αχρεωστήτως καταβληθείσας επιχορήγησης, ανεξαρτήτως του τρόπου επιμερισμού της. Ως εκ τούτου, αλυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η έλλειψη επιμερισμού του επιστρεπτέου από την εκκαλούσα ποσού καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση πλημμελή και ακυρωτέα (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 1450/2018, 1813/2016, 6654/2015)..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη και να διαταχθεί η κατάπτωση του κατά νόμο οφειλόμενου, για την άσκηση αυτής, παραβόλου (βλ. άρθρο 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο), το οποίο, όμως περιλαμβάνει και το κατατεθέν ως υπερβάλλον αυτού, ύψους 1.335,00 ευρώ, το οποίο για τον λόγο αυτό πρέπει να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και να μην αποδοθεί στην εκκαλούσα ως αχρεωστήτως καταβληθέν.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυνΤμ.1/1244/2016
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.Αίτηση ακύρωσης της 27240 Α.Πλ.3460/20.6.2011 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την οποία αποφασίστηκε η ανάκτηση από την εκκαλούσα του ποσού των 110.769,27 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι της καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως χρηματοδότηση στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου 2 της Πράξηςμε κωδ. MIS 76820, που έχει ενταχθεί στο Μέτρο 1.6. του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος (ΠΕΠ) Κεντρικής Μακεδονίας, και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και από εθνικούς πόρους. «….», Ακολούθως, η εκκαλούσα προβάλλει ότι, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης εκδόθηκε μονομερώς από τα εθνικά όργανα, χωρίς να προηγηθεί «διαβούλευση» με τα όργανα της Επιτροπής, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου και του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 448/2001 της Επιτροπής της 2ας Μαρτίου 2001 που αναφέρει ότι σε περίπτωση που πρέπει να ανακτηθούν ποσά ως συνέπεια κατάργησης, η αρμόδια υπηρεσία ή φορέας κινούν διαδικασίες ανάκτησης, ενημερώνοντας σχετικά τις αρχές πληρωμών και διαχείρισης. Πλην όμως, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε (σκέψη ΙΙΙΔ), στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη φέρουν κατ’ αρχήν την ευθύνη για τον δημοσιονομικό έλεγχο των παρεμβάσεων, τη δίωξη των παρατυπιών και την πραγματοποίηση των αναγκαίων δημοσιονομικών διορθώσεων, ενώ η εταιρική σχέση ουδόλως υποχρεώνει τα τελευταία (κράτη – μέλη) να διαβουλεύονται με την Επιτροπή προτού αποφασίσουν την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Εξάλλου, δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας αναφορικά με την ανάκτηση δαπάνης για το ως άνω υποέργο, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι, στην προκειμένη υπόθεση, με την επίμαχη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης η οποία γενικώς κρίνεται ως το αναγκαίο και συνάμα κατάλληλο μέσο επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού, που είναι η άρση της παραβίασης διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου κατά την εκτέλεση συγχρηματοδοτούμενων από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους δημοσίων έργων, δεν αναζητείται το σύνολο της χρηματοδοτικής συνδρομής, οπότε και θα ετίθετο ζήτημα παραβίασης αυτής της αρχής αλλά μόνον τα ποσά εκείνα που αντιστοιχούν σε μη νόμιμες δαπάνες. Επίσης, είναι αβάσιμος ο λόγος έφεσης ότι η Διοίκηση προέβη σε κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειάς της κατά παράβαση του άρθρου 39 του Κανονισμού 1260/1999 (το οποίο αναφέρεται στην πραγματοποίηση εκ μέρους των κρατών μελών δημοσιονομικής διόρθωσης, σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών κατά την εκτέλεση μιας παρέμβασης). Και τούτο διότι, με βάση το προεκτεθέν νομικό πλαίσιο και τα πραγματικά γεγονότα, όπως εκτίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση, η αναζήτηση των ποσών που καταβλήθηκαν κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 1418/1984, π.δ. 609/1985 και των όρων της απόφασης ένταξης της πράξης ήταν υποχρεωτική και επιβεβλημένη και δεν εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει ότι παραβιάσθηκε ουσιώδης τύπος της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, διότι μετά το πέρας του ελέγχου η ελεγκτική ομάδα δεν παρέδωσε τη σχετική έκθεση στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Ελέγχων, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 17 του ν. 2860/2000. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο έλεγχος δεν διενεργήθηκε από την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου (Ε.Δ.ΕΛ.), ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 2860/2000, αλλά από τη διαχειριστική αρχή του επιχειρησιακού προγράμματος. Τέλος, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν τίθεται ζήτημα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) αναφορικά με την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 8, 38 και 39 του Καν (ΕΚ) 1260/1999. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/389/2021
Κατασκευή επαρχιακής οδού...Δημοσιονομικη διόρθωση....Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 387/0052/5.2.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.. Επί του ως άνω λόγου, το Δικαστήριο, κατ΄αρχήν, παρατηρεί τα ακόλουθα : Oι επίμαχες τροποποιήσεις του κρινόμενου υποέργου, έχουσες ως αντικείμενο α) την μείωση των λωρίδων ευθείας κίνησης προς ... και προς ... στο κρινόμενο σημείο της οδού (ισόπεδος κόμβος ...) από δύο (2) σε μία (1), ήτοι η προσαρμογή κατά την υλοποίηση του υποέργου στην υφιστάμενη κατάσταση και β) την επέκταση της τάφρου ΤΔ4 στο σημείο Χ.Θ. 21+00 και την προαπαιτούμενη αυτής μετατόπιση του παράλληλου δρόμου προς την κεντρική αρτηρία, ώστε να χωρέσει η τάφρος μέσα στο υπάρχον εύρος απαλλοτρίωσης, δεν αποτελούν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, «μικρομεταβολές», για τις οποίες, κατά τα αβασίμως προβαλλόμενα από την εκκαλούσα, δεν απαιτείται η τήρηση των διατάξεων του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο άρθρου 45 του ν. 3669/2008. Εξάλλου, ο νόμος δεν διακρίνει την υποχρέωση τήρησης της ως άνω διαδικασίας ανάλογα με το μέγεθος της τροποποίησης αλλά προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση επιτρεπτής τροποποίησης της μελέτης, ήτοι για τη διόρθωση σφαλμάτων της ή την συμπλήρωση ελλείψεών της απαιτείται η προεκτεθείσα διαδικασία. Συναφώς, η έκθεση ελέγχου δεν αμφισβήτησε την αναγκαιότητα των εν λόγω προσαρμογών αλλά εντόπισε την πλημμέλεια στην μη τήρηση της κατά νόμο επιβαλλόμενης διαδικασίας, διαπιστώνοντας, κατ΄αρχήν, ορθώς, ότι υφίσταται εξ αυτού του λόγου παρατυπία. Ωστόσο, το Δικαστήριο, δεδομένου του όλως τυπικού χαρακτήρα των παρατυπιών, όπως άλλωστε η ίδια η Ε.Δ.ΕΛ. χαρακτηρίζει συνολικά και τις τρεις διαπιστώσεις του ελέγχου, που περιγράφονται στο σημείο Δ3 της οικείας έκθεσης, διαπιστώνει ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας ότι τα επίδικα και χαρακτηριζόμενα, ως τυπικά ευρήματα, επέφεραν ουσιώδη μεταβολή του φυσικού αντικειμένου του υποέργου ούτε ότι είχαν οποιαδήποτε επίπτωση επί του οικονομικού αντικειμένου αυτού, γεγονός που δεν αμφισβητείται από το αντίδικο Ελληνικό Δημόσιο. Ειδικότερα, ούτε στην οικεία έκθεση ελέγχου, ούτε στην προσβαλλόμενη απόφαση, διαλαμβάνεται ειδική αιτιολογία σχετικά με την εύλογη σχέση αναλογίας μεταξύ της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης και των διαπιστωθεισών διοικητικών παρατυπιών μετά από συνεκτίμηση του είδους και της σοβαρότητας αυτών και του επελθόντος εξαιτίας αυτών αποτελέσματος, δεδομένης μάλιστα και της ευχέρειας της ελεγκτικής αρχής σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών τυπικού απλώς χαρακτήρα, χωρίς ενδεχόμενη οικονομική επίπτωση να μην επιβάλλουν δημοσιονομική διόρθωση (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 2293/2017, σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής COCOF 07/0037/03/29.11.2007). Κατά συνέπεια, ο επίμαχος καταλογισμός δεν έχει επανορθωτικό – αποκαταστατικό χαρακτήρα αλλά καταλήγει να προσλαμβάνει κυρωτικό όμοιο, καθόσον η Διοίκηση, κατά την επιβολή του, δε συνεκτίμησε, υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας, τις συντρέχουσες περιστάσεις, όπως αυτές προκύπτουν από το πραγματικό της ένδικης υπόθεσης (σκέψη IV της παρούσας), τη βαρύτητα των διαπιστωθεισών παραβάσεων και την αιτιώδη σχέση αυτών με την άρτια υλοποίηση και λειτουργικότητα του επίμαχου υποέργου, η οποία, σημειωτέον (άρτια υλοποίηση και λειτουργικότητα), δεν αμφισβητείται από το αντίδικο, ούτε αιτιολόγησε ειδικά την ύπαρξη εύλογης σχέσης αναλογίας μεταξύ της κατ΄αποκοπήν επιβληθείσας διόρθωσης και των επίμαχων παρατυπιών, αξιολογώντας αυτές ειδικά με βάση τα ανωτέρω κριτήρια (ΕΣ Ολ. 3403/2014, Ι Τμ. 127/2019, 2293, 2299/2017).Τούτων δοθέντων, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλομένη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και, ακολούθως, εκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/394/2021
Δημοσιονομική Διόρθωση..Με την έφεση αυτή επιδιώκεται η ακύρωση της 40043ΕΞ2019/17.4.2019 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών....Με δεδομένα αυτά, πρέπει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, για την ασφαλή διάγνωση της υπόθεσης να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης και να προσκομισθούν με επιμέλεια αμφότερων των διαδίκων, ήτοι του Ελληνικού Δημοσίου (Ενδιάμεση Διαχειριστική Αρχή του ΕΠ .... 2014-2020 ή άλλης εξομοιούμενης με αυτή ή διαδόχων αυτής Αρχής Διαχείρισης – Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου) και της εκκαλούσας: στοιχεία διευκρινιστικά της ταυτότητας του πράγματι εκτελούντος το επίμαχο έργο, όπως τιμολόγια προμήθειας υλικών, μηχανημάτων και εξοπλισμού για την εκτέλεση του έργου, στοιχεία για δαπάνες λειτουργίας, συντήρησης ή μίσθωσης αυτών, στοιχεία απασχόλησης, αμοιβής, ασφάλισης απασχολούμενου προσωπικού και έργου, καταβολής κρατήσεων, τυχόν φορολογικά στοιχεία καθώς και έγγραφες εξηγήσεις της εκκαλούσας περί της μεταβολής του προσώπου του αναδόχου, δια της επικαλούμενης υπεργολαβίας, ενόψει της υπαγωγής του επίμαχου έργου λόγω προϋπολογισμού στις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, της πρόβλεψης σχετικώς ανώτατου νόμιμου ορίου (30%) καθώς και του περιεχομένου της οικείας Διακήρυξης. Προς διερεύνηση δε της βασιμότητας του περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας ισχυρισμού, να προσκομισθούν από την εκκαλούσα αναλυτικά στοιχεία περί προσωρινής και οριστικής παραλαβής του έργου καθώς και έγγραφες εξηγήσεις περί της προόδου / περάτωσης του φυσικού αντικειμένου, ενόψει της ανάλωσης του οικονομικού αντικειμένου και, τέλος, τυχόν λοιπές, πλην των περιεχομένων στο φάκελο, σχετικώς εκδοθείσες διοικητικές πράξεις. Τα ανωτέρω δε, να προσκομισθούν εντός προθεσμίας 2 μηνών από την κοινοποίηση σε έκαστο των διαδίκων αντιγράφου της παρούσας. Ακολούθως, να οριστεί νέα δικάσιμος, διατασσομένης της εγγραφής της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο και της διενέργειας, με επιμέλεια της Γραμματείας, των επιβαλλόμενων από το νόμο κοινοποιήσεων.
ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/645/2018
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της 2949/0052/17.10.2014 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (...)Με το δεύτερο λόγο έφεσης κατά ορθή εκτίμησή του, η εκκαλούσα προβάλλει παράβαση ουσιώδους διάταξης νόμου κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της. Ειδικότερα προβάλλει ότι οι κρίσιμες αντηρίδες δεν αποτελούν υλικά που εντοπίστηκαν κατά τον έλεγχο εισκομισμένα προκειμένου να εκτελεστούν προγραμματισμένες εργασίες, αντίθετα, είχαν ενσωματωθεί, ως εκ τούτου νομίμως η εκτέλεση της οικείας εργασίας τιμολογήθηκε ενιαία με προσαύξηση κατά ποσοστό 18% για γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, εσφαλμένως δε και κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 53 της κωδικοποίησης της νομοθεσίας για την κατασκευή των δημοσίων έργων (ν. 3669/2008) επιβλήθηκε η προσβαλλόμενη δημοσιονομική διόρθωση - ανάκτηση. Ο λόγος αυτός, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη 4 της παρούσας, πρέπει να γίνει δεκτός ως νόμω και ουσία βάσιμοςΑκυρώνει την 2949/0052/17.10.2014 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.
ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/624/2021
Δημοσιονομική διόρθωση δααπανών...Τέλος, η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, καθόσον οι δήθεν παρατυπίες που διαπιστώθηκαν δεν συνιστούν συστημικής φύσεως παρατυπίες αλλά μεμονωμένες παραβάσεις λαμβανομένου υπόψη ότι η εκκαλούσα υλοποίησε επιτυχώς την Πράξη, εφόσον ούτε ματαιώθηκε η εκτέλεσή της ούτε κατέστη μη λειτουργική, ενώ περαιτέρω ουδεμία ζημία προκλήθηκε από τις επισημανθείσες παρατυπίες. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δοθέντος ότι η παραβίαση των υποχρεώσεων της δικαιούχου, αναφορικά με τους όρους ένταξης της πράξης, συνεπάγεται, ενόψει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, την διόρθωση των λογαριασμών, ενώ απλώς και μόνο το γεγονός ότι η πράξη έχει υλοποιηθεί δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την καταβολή της ενίσχυσης, εφόσον η δικαιούχος όφειλε να παραδώσει στο σύνολο και τα επιμέρους παραδοτέα, όπως είχε δεσμευτεί να πράξει με την υπογραφή της οικείας σύμβασης. Εξάλλου, το ύψος της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης δεν υπερβαίνει, και δη προδήλως ένα εύλογο όριο, εφόσον ευρίσκεται σε συνάφεια με τις επιμέρους διαπιστωθείσες πλημμέλειες και αντιστοιχεί είτε στην αξία των συγκεκριμένων δαπανών είτε σε μέρος μόνο της χρηματοδότησης που καταβλήθηκε στην εκκαλούσα για τα συγκεκριμένα παραδοτέα βάσει κατ’ αποκοπή συντελεστή 5%, ο οποίος είναι εκ των χαμηλοτέρων συντελεστών που δύνανται να επιβληθούν, βάσει των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. Ι Τμ. 269/2020). Συνεπώς, απορριπτέος τυγχάνει ο προβαλλόμενος λόγος περί παραβάσεως της αρχής της αναλογικότητας (πρβλ. Δ.Ε.Ε. διάταξη της 10.10.2012 «Ελλάδα κατά Επιτροπής», C- 497/11 σκ. 63-68, απόφαση της 15.9. 2005, «Ιρλανδία κατά Επιτροπής», C-199/03, σκ. 56-60, T-371/06, T-14/07, T 15/07 και T-332/07, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σκ. 77, Ε.Σ. Ολ. 1818/2014, Ι Τμ. 90/2012).Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον δεν προβάλλεται άλλος λόγος, η έφεση πρέπει να γίνει μερικώς δεκτή κατά τα αναφερόμενα στην σκέψη 8, και να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη πράξη και να περιορισθεί το ποσό της δημοσιονομικής διόρθωσης σε 3.762,16 ευρώ.
ΕλΣυν.Τμ.1/1724/2016
Με δεδομένα τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν η προσβαλλόμενη καταλογιστική πράξη παρίσταται νόμιμη διότι η εκκαλούσα υπέπεσε στην ουσιώδη παρατυπία της μη υποβολής φακέλου για τη χορήγηση της 2ης δόσης της ενίσχυσης, συνακόλουθα της μη εκπλήρωσης των συμβατικών υποχρεώσεων που είχε αναλάβει. Αβασίμως δε η εκκαλούσα βάλλει κατά της πληρότητας της αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, καθόσον αναφέρεται συνοπτικά στο σώμα αυτής το νομικό πλαίσιο στο οποίο ερείδεται καθώς και η αιτία του καταλογισμού.(...)Συνεκτιμώντας τα ανωτέρω κρίνεται ότι η ως άνω επελθούσα ένεκα της αντισυμβατικής συμπεριφοράς της συνέπεια της αναζήτησης του ποσού της ενίσχυσης το οποίο έλαβε, συνιστά πρόσφορο και αναγκαίο μέτρο, το οποίο είναι σύμφωνο προς τον επιδιωκόμενο σκοπό των κοινοτικών ενισχύσεων στον τομέα της γεωργίας και ως εκ τούτου τα όσα προβάλλει η εκκαλούσα περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέα..(..)Κατ’ ακολουθία αυτών που προηγουμένως κρίθηκαν, η ένδικη έφεση πρέπει να απορριφθεί..
ΕΣ/ΤΜ.6/2121/2015
ΕΡΓΑ.(συμπληρωματικές συμβάσεις). ζητείται η ανάκληση της 462/2014 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το μέρος αυτής με το οποίο κρίθηκε ότι κωλύεται η υπογραφή του υποβληθέντος για έλεγχο σχεδίου της 2ης Συμπληρωματικής Σύμβασης του έργου...(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη (ΙΙ.Β), το Τμήμα κρίνει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά την άσκηση του συνταγματικά προβλεπόμενου προσυμβατικού ελέγχου, δεν δεσμεύεται από τη γνώμη της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. και ως εκ τούτου, στην περίπτωση που προηγήθηκε νομίμως η γνωμοδοτική αρμοδιότητα αυτής (της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.), τούτο δεν κωλύεται να εξετάσει και να κρίνει εξ υπαρχής τη συνδρομή των προϋποθέσεων για τη νόμιμη προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης και τη σύναψη, περαιτέρω, της 2ης Σ.Σ.Ε.. Κατά συνέπεια, ορθώς εγκρίθηκε η σύναψή της και ακολούθως νομίμως υποβλήθηκε το σχέδιο της ελεγχόμενης σύμβασης στο αρμόδιο Ε΄ Κλιμάκιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, γενομένου δεκτού, του σχετικού ισχυρισμού της αιτούσας...(..). Περαιτέρω, ως προς το μέρος των περιλαμβανομένων στην επίμαχη σύμβαση εργασιών που έχουν ήδη εκτελεστεί ως επείγουσες πρόσθετες εργασίες το Τμήμα κρίνει ότι μη νομίμως περιλαμβάνονται στο αντικείμενο αυτής. Τούτο δε, προεχόντως, διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και ομολογείται ρητώς στην κρινόμενη αίτηση, αυτές έχουν ήδη εξοφληθεί, με συνέπεια να μην είναι δυνατό να καταστούν πλέον αντικείμενο συμπληρωματικής σύμβασης..Ειδικότερα, προκειμένου η πληρωμή των εργασιών αυτών να καταστεί δυνατή μέσω συμπληρωματικής σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή οφείλει αμέσως μετά την εκτέλεσή τους να συντάξει Α.Π.Ε., στον οποίο περιλαμβάνονται όλες οι εργασίες αυτές. Λόγω, δε, της σαφούς νομοθετικής διάκρισης μεταξύ των προϋποθέσεων ανάλωσης του κονδυλίου των απρόβλεπτων δαπανών και της σύναψης συμπληρωματικής σύμβασης, δεν επιτρέπεται εργασίες που μπορούν να συμπεριληφθούν σε Σ.Σ.Ε. να πληρώνονται μέσω του κονδυλίου των απροβλέπτων. Ούτε, άλλωστε, είναι δυνατό σε περίπτωση ανάλωσης του ανωτέρω κονδυλίου για την πληρωμή υπερσυμβατικών επειγουσών πρόσθετων εργασιών, να συναφθεί μεταγενέστερα η Σ.Σ.Ε., ώστε το συμβατικό αντάλλαγμα αυτής να χρησιμοποιηθεί για τη λογιστική τακτοποίηση του κονδυλίου των απροβλέπτων..(..)Τέλος, ως προς τις λοιπές μη εκτελεσθείσες εργασίες, που αφορούν την αποκατάσταση του δεξιού αντερείσματος, το Τμήμα κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση...έλαβαν χώρα νέα πραγματικά περιστατικά στην περιοχή εκτέλεσης του έργου. Ειδικότερα, κατά τη χειμερινή περίοδο 2010 – 2011 σημειώθηκε νέα θραύση του πρανούς στο δεξιό αντέρεισμα του φράγματος στην περιοχή κατολίσθησης...Σημειώνεται δε, ότι κατά την ίδια περίοδο τα επίπεδα των βροχοπτώσεων εξακολούθησαν να είναι ασυνήθιστα υψηλά για την περιοχή με βάση τα διαχρονικά μετεωρολογικά δεδομένα, γεγονός που επέτεινε τα κατολισθητικά φαινόμενα,....Κατά συνέπεια, οι επίμαχες εργασίες, που οφείλονται σε απρόβλεπτες περιστάσεις καθώς και η εκτέλεσή τους που είναι απολύτως αναγκαία για την ολοκλήρωση του έργου, νομίμως περιλαμβάνονται στην επίμαχη 2η Σ.Σ.Ε.. (..) Ανακαλεί εν μέρει την 462/2014 Πράξη του Ε΄ Κλιμακίου κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό....Αποφαίνεται ότι δεν κωλύεται η υπογραφή του σχεδίου της 2ης Σ.Σ.Ε. μεταξύ του αιτούντος και της παρεμβαίνουσας κατά το μέρος που αφορά στις εργασίες για την αποκατάσταση της κατολίσθησης του δεξιού αντερείσματος του έργου
Μη αναθεωρητέα με την ΕΣ/ΤΜ.ΜΕΙΖ/ΕΠΤΑΜ/6024/2015
ΕλΣυν/Τμ.4/1079/2016
Δημοσιονομικές διορθώσεις (...) Μετά την άσκηση της υπό κρίση έφεσης και πριν από τη συζήτησή της στο ακροατήριο, κοινοποιήθηκε στο Δικαστήριο το 614/2.3.2015 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Γραφείου Απασχόλησης του … του ... (..), με το οποίο αποστέλλονται συνημμμένα τα στοιχεία, που ελήφθησαν υπόψη για την έκδοσης της ως άνω προσβαλλόμενης 2990/22.10.2013 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης καθώς και τα αποδεικτικά επίδοσης στην εκκαλούσα. Με το ίδιο έγγραφο καθίσταται επιπλέον γνωστό στο Δικαστήριο ότι η ως άνω Υπηρεσία έχει προβεί σε ανάκληση της παραπάνω 2990/22.10.2013 απόφασης στις 27.1.2014 και ότι εκδόθηκε στις 6.2.2014 νέα απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης (..), η οποία και επισυνάπτεται. Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη με την έφεση απόφαση έχει ανακληθεί από το εκδόν αυτήν όργανο, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η δίκη αυτή, .., έχει καταργηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.1/2215/2008
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ: Ζητείται η ακύρωση της 279915/2228/9.5.2006 πράξης καταλογισμού του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Με βάση τα προπαρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη στερείται νόμιμης αιτιολογίας, καθόσον κατά την έκδοσή της, δεν εξετάστηκε το παραπάνω 7424/30.7.2004 έγγραφό της Διεύθυνσης Γεωργίας με το οποίο έγινε δεκτό, ύστερα από άσκηση αντιρρήσεων από την εκκαλούσα, ότι αυτή τηρεί τις δεσμεύσεις που ανέλαβε προκειμένου να υπαχθεί στο Πρόγραμμα των Νέων Αγροτών. Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη είναι νομικά πλημμελής αφού δεν καθίσταται βέβαιη η παραβίαση υποχρεώσεων από μέρους της εκκαλούσας, ώστε να επιβάλλεται η επιστροφή της χρηματοδότησης που είχε εισπραχθεί. Εν όψει τούτων, η προσβαλλόμενη πράξη, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της εκκαλούσας το ως άνω ποσό ως αχρεστήτως καταβληθέν δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη και για το λόγο αυτό, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, να αρθεί ο καταλογισμός και να διαταχθεί η επιστροφή του κατατεθέντος παραβόλου στην εκκαλούσα, κατ’ άρθρο 61 παρ.5 του π.δ. 1225/1981. Τέλος, το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις της υπόθεσης κρίνει ότι πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει και της παρ. 1 εδάφ. 2 τελευταίο του άρθρου 275 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999, Α΄97).(....)Ακυρώνει την 279915/2228/9.5.2006 πράξη καταλογισμού του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΕΣ/ΤΜ.1/1897/2018
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 72827/16.12.2014 Η προσβαλλομένη είναι νομικώς πλημμελής και ακυρωτέα, διότι είναι αόριστη, γενικόλογη και αντιφατική, δεν περιγράφονται, έστω και συνοπτικά, στο σώμα αυτής λεπτομερώς τα πραγματικά στοιχεία, ούτε οι νομικές διατάξεις οι οποίες παραβιάστηκαν εν προκειμένω. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον στην απόφαση αυτή αναφέρεται, κατά τα προεκτεθέντα ρητά, τόσο το νομικό πλαίσιο στο οποίο ερείδεται, όπως και η αιτία επιβολής της δημοσιονομικής διόρθωσης – ανάκτησης, που συνίσταται, κατά τα αναφερόμενα στο σώμα της (παρ. 1β), στο ότι δεν τηρήθηκαν οι μακροχρόνιες υποχρεώσεις από τον δικαιούχο και συγκεκριμένα «η διατήρηση των συνολικών θέσεων απασχόλησης κατά την διετία μετά την ημερομηνία της Βεβαίωσης Ολοκλήρωσης της Πράξης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 της υπ’ αριθμ. πρωτ. 40844/ΕΥΣ 6681/21.08.2009 Προκήρυξης». Αντίστοιχη μνεία γίνεται και στο σημείο 1δ της ίδιας απόφασης, όπου αναφέρεται η μη τήρηση των συνολικών θέσεων απασχόλησης και η παραβίαση του κρίσιμου εν προκειμένω άρθρου 17.8.γ. «της Κ.Υ.Α. 40844/ΕΥΣ 6681/21.08.2009», ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία στην εκκαλούσα σχετικά με το λόγο που δικαιολογεί τη λήψη του μέτρου της έκδοσης της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης (Ι Τμ. Ε.Σ 1859/2017).Απορρίπτει την έφεση.