Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕλΣυνΤμ.1/1244/2016

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3669/2008, 4412/2016/Α.154

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ.Αίτηση ακύρωσης της 27240 Α.Πλ.3460/20.6.2011 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Οικονομίας Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, με την οποία αποφασίστηκε η ανάκτηση από την εκκαλούσα του ποσού των 110.769,27 ευρώ, το οποίο φέρεται ότι της καταβλήθηκε αχρεωστήτως ως χρηματοδότηση στο πλαίσιο υλοποίησης του Υποέργου 2 της Πράξηςμε κωδ. MIS 76820, που έχει ενταχθεί στο Μέτρο 1.6. του Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος (ΠΕΠ) Κεντρικής Μακεδονίας, και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και από εθνικούς πόρους. «….», Ακολούθως, η εκκαλούσα προβάλλει ότι, κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, η απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης εκδόθηκε μονομερώς από τα εθνικά όργανα, χωρίς να προηγηθεί «διαβούλευση» με τα όργανα της Επιτροπής,  σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου και του άρθρου 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 448/2001 της Επιτροπής της 2ας Μαρτίου 2001 που αναφέρει ότι σε περίπτωση που πρέπει να ανακτηθούν ποσά ως συνέπεια κατάργησης, η αρμόδια υπηρεσία ή φορέας κινούν διαδικασίες ανάκτησης, ενημερώνοντας σχετικά τις αρχές πληρωμών και διαχείρισης.  Πλην όμως, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος, καθόσον, όπως προαναφέρθηκε (σκέψη ΙΙΙΔ), στο πλαίσιο της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη φέρουν κατ’ αρχήν την ευθύνη για τον δημοσιονομικό έλεγχο των παρεμβάσεων, τη δίωξη των παρατυπιών και την πραγματοποίηση των αναγκαίων δημοσιονομικών διορθώσεων, ενώ η εταιρική σχέση ουδόλως υποχρεώνει τα τελευταία (κράτη – μέλη) να διαβουλεύονται με την Επιτροπή προτού αποφασίσουν την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Εξάλλου, δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας αναφορικά με την ανάκτηση δαπάνης για το ως άνω υποέργο, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εκκαλούσα. Και τούτο διότι, στην προκειμένη υπόθεση, με την επίμαχη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης η οποία γενικώς κρίνεται ως το αναγκαίο και συνάμα κατάλληλο μέσο επίτευξης του επιδιωκόμενου σκοπού, που είναι η άρση της παραβίασης διατάξεων του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου κατά την εκτέλεση συγχρηματοδοτούμενων από κοινοτικούς και εθνικούς πόρους δημοσίων έργων, δεν αναζητείται το σύνολο της χρηματοδοτικής συνδρομής, οπότε και θα ετίθετο ζήτημα παραβίασης αυτής της αρχής αλλά μόνον τα ποσά εκείνα που αντιστοιχούν σε μη νόμιμες δαπάνες. Επίσης, είναι αβάσιμος  ο λόγος έφεσης  ότι η Διοίκηση προέβη σε κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειάς της κατά παράβαση του άρθρου 39 του Κανονισμού 1260/1999 (το οποίο αναφέρεται στην πραγματοποίηση εκ μέρους των κρατών μελών δημοσιονομικής διόρθωσης, σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών κατά την εκτέλεση μιας παρέμβασης). Και τούτο διότι, με βάση το προεκτεθέν νομικό πλαίσιο και τα πραγματικά γεγονότα, όπως εκτίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση, η αναζήτηση των ποσών που καταβλήθηκαν κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 1418/1984, π.δ. 609/1985 και των όρων της απόφασης ένταξης της πράξης ήταν υποχρεωτική και επιβεβλημένη και δεν εναπόκειτο στη διακριτική ευχέρεια της διοικήσεως η επιβολή της δημοσιονομικής διόρθωσης (πρβλ. Ε.Σ. Ολ. 1818/2014). Τέλος, η εκκαλούσα προβάλλει ότι παραβιάσθηκε ουσιώδης τύπος της διαδικασίας έκδοσης της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης, διότι μετά το πέρας του ελέγχου η ελεγκτική ομάδα δεν παρέδωσε τη σχετική έκθεση στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Ελέγχων, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 17 του ν. 2860/2000. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι, στην προκειμένη περίπτωση, ο έλεγχος δεν διενεργήθηκε από την Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου (Ε.Δ.ΕΛ.), ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 2860/2000, αλλά από τη διαχειριστική αρχή του επιχειρησιακού προγράμματος. Τέλος, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν τίθεται ζήτημα υποβολής προδικαστικού ερωτήματος ενώπιον του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) αναφορικά με την ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 8, 38 και 39 του Καν (ΕΚ) 1260/1999. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/388/2021

Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων..Δημοσιονομική διόρθωση ...Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 2946/0052/17.10.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών. ...H προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλημμελώς αιτιολογημένη, αφού στο σώμα αυτής δεν εξειδικεύεται η ακριβής αιτία του καταλογισμού, ήτοι σε τι έγκειται η παρανομία της ανάλωσης των απροβλέπτων, η δε παραπομπή στην έκθεση ελέγχου δεν αρκεί για την υποκατάσταση της ελλείπουσας αιτιολογίας, ενώ, περαιτέρω, δεν αναφέρεται ο επιμερισμός των πληρωμών κατά πηγή προέλευσης των εθνικών και κοινοτικών πόρων. Ομοίως, ο ως άνω λόγος έφεσης είναι απορριπτέος, ως αβάσιμος. Τούτο διότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πλήρως αιτιολογημένη, εφόσον σε αυτήν αναφέρεται ρητά ότι η δημοσιονομική διόρθωση ποσού 283.508,99 ευρώ, πλέον τόκων υπολογιζόμενων σύμφωνα με την Κανονισμό 794/2004 και την ΥΑ 448/0052/4.5.2011, επιβάλλεται λόγω μη ορθής ανάλωσης των απροβλέπτων, σύμφωνα με το άρθρο 57 του ν.3669/2008, ενώ, όσον αφορά στον προσδιορισμό της παρανομίας της ανάλωσης του κονδυλίου απροβλέπτων, η προσβαλλόμενη ρητώς παραπέμπει στο σημείο Δ.2. της από 22-26/4/2013 οριστικής έκθεσης αποτελεσμάτων ελέγχου, η οποία είχε ήδη κοινοποιηθεί στην εκκαλούσα με το 1508/0051/15.11.20013 έγγραφο της 51ης Διεύθυνσης της ΕΔΕΛ, και λήφθηκε υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης, από την οποία προκύπτει και εξειδικεύεται η ιστορική και νομική αιτία της επίδικης δημοσιονομικής διόρθωσης (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 2770/2009 πρβλ. 127/2019), ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία στην εκκαλούσα σχετικά με το λόγο που δικαιολογεί την έκδοση της απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης. Τούτο άλλωστε αποδεικνύεται και από το περιεχόμενο του κρινόμενου δικογράφου, από το οποίο προκύπτει ότι η τελευταία έχει αντιληφθεί με σαφήνεια την αιτία του καταλογισμού, χωρίς η αοριστία την οποία επικαλείται να επηρεάσει τα δικαιώματα άμυνάς της (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 242/2019, 1859/2017). Εξάλλου, ο επιμερισμός του προς ανάκτηση ποσού αποσκοπεί προεχόντως στη λογιστική τακτοποίηση των ανακτώμενων ποσών, αντίστοιχα προς τα ποσοστά συμμετοχής των φορέων χρηματοδότησης στην επιχορήγηση, και δεν επιδρά στα έννομα συμφέροντα της εκκαλούσας, η οποία οφείλει να επιστρέψει το σύνολο της αχρεωστήτως καταβληθείσας επιχορήγησης, ανεξαρτήτως του τρόπου επιμερισμού της. Ως εκ τούτου, αλυσιτελώς προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η έλλειψη επιμερισμού του επιστρεπτέου από την εκκαλούσα ποσού καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση πλημμελή και ακυρωτέα (βλ. Ε.Σ.  Ι Τμ. 1450/2018, 1813/2016, 6654/2015)..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη και  να διαταχθεί η κατάπτωση του κατά νόμο οφειλόμενου, για την άσκηση αυτής, παραβόλου (βλ. άρθρο 73 του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο), το οποίο, όμως περιλαμβάνει και το κατατεθέν ως υπερβάλλον αυτού, ύψους 1.335,00  ευρώ, το οποίο για τον λόγο αυτό πρέπει να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και να  μην αποδοθεί στην εκκαλούσα ως αχρεωστήτως καταβληθέν. 


ΕΣ/ΑΠΟΦΑΣΗ/ΤΜ.1/645/2018

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Αίτηση ακύρωσης της  2949/0052/17.10.2014 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών (...)Με το δεύτερο λόγο έφεσης κατά ορθή εκτίμησή του, η εκκαλούσα προβάλλει παράβαση ουσιώδους διάταξης νόμου κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της. Ειδικότερα προβάλλει ότι οι κρίσιμες αντηρίδες δεν αποτελούν υλικά που εντοπίστηκαν κατά τον έλεγχο εισκομισμένα προκειμένου να εκτελεστούν προγραμματισμένες εργασίες, αντίθετα, είχαν ενσωματωθεί, ως εκ τούτου νομίμως η εκτέλεση της οικείας εργασίας τιμολογήθηκε ενιαία με προσαύξηση κατά ποσοστό 18% για γενικά έξοδα και εργολαβικό όφελος, εσφαλμένως δε και κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 53 της κωδικοποίησης της νομοθεσίας για την κατασκευή των δημοσίων έργων (ν. 3669/2008) επιβλήθηκε η προσβαλλόμενη δημοσιονομική διόρθωση - ανάκτηση. Ο λόγος αυτός, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη 4 της παρούσας, πρέπει να γίνει δεκτός ως νόμω και ουσία βάσιμοςΑκυρώνει την 2949/0052/17.10.2014 απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης - ανάκτησης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.


ΕΣ/ΤΜ.1/461/2016

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της 1401 Α.Πλ.7912/13.1.2012 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης (...)Τέλος, με τον καταλογισμό σε βάρος της εκκαλούσας του προαναφερόμενου ποσού, δεν τίθεται θέμα παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας. Ειδικότερα, η ανάκτηση μέρους καταβληθείσας προς ΜΜΕ ενίσχυσης, που επιβάλλεται σε περίπτωση μη τήρησης των προϋποθέσεων χορήγησης αυτής εκ μέρους του ενταχθέντος στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα φορέα, συνιστά ειδικό διοικητικό μέτρο που αποβλέπει στη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των πόρων της Ένωσης που καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της υλοποίησης του εγκεκριμένου από την Επιτροπή Επιχειρησιακού Προγράμματος. Εν προκειμένω, η εκκαλούσα έλαβε, στο πλαίσιο του ως άνω Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος Βορείου Αιγαίου 2000- 2006, οικονομική ενίσχυση, προκειμένου να την χρησιμοποιήσει αφενός για τον εκσυγχρονισμό της και αφετέρου για την δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης,  η οποία (δημιουργία θέσεων απασχόλησης) αποτελούσε κριτήριο αξιολόγησης για την υπαγωγή της επενδυτικής πρότασης στο πρόγραμμα ενισχύσεων (με συντελεστή στάθμισης για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας, όπως η εκκαλούσα, 30). Συνακόλουθα, η ανάκτηση μέρους της καταβληθείσας ενίσχυσης, η οποία επιβάλλεται, κατόπιν διενέργειας των προβλεπόμενων ελέγχων, επειδή η εκκαλούσα δεν διατήρησε τις προβλεπόμενες στην απόφαση υπαγωγής Ε.Μ.Ε. για χρονικό διάστημα τριών ετών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης ολοκλήρωσης της επένδυσής της, για τον υπολογισμό της οποίας έχει εφαρμοστεί ο συντελεστής στάθμισης του κριτηρίου «Συμβολή στην αύξηση της απασχόλησης», που είχε ληφθεί υπόψη για τη βαθμολόγηση της επενδυτικής πρότασης της εκκαλούσας και την υπαγωγή της στο πρόγραμμα, είναι μέτρο αναγκαίο και πρόσφορο και τελεί σε αναλογία με τη διαπιστωθείσα παράβαση.Απορρίπτει την έφεση.


10957/2013

Διαδικασία δημοσιονομικής διόρθωσης για την ανάκτηση αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών από εθνικούς πόρους για την υλοποίηση έργων στο πλαίσιο του προγράμματος EUROSTARS της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας ΕΥΡΗΚΑ.

ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/1/2022

Δημοσιονομική Διόρθωση:Με την αίτηση αυτή ζητείται να ανασταλεί η εκτέλεση της 67639/16.6.2021 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, (προφανώς εκ παραδρομής δε στην αίτηση αναγράφεται Τροφίμων αντί Επενδύσεων), με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της αιτούσας δημοσιονομική διόρθωση ποσού 47.298,72 ευρώ με ανάκτηση συνολικού ποσού 69.000,66 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων ποσού 21.701,94 ευρώ(....)Με τα δεδομένα αυτά και συνεκτιμώντας το ύψος του καταλογισθέντος ποσού, το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης δύναται να επιφέρει στην αιτούσα οικονομική βλάβη, η αποκατάσταση της οποίας σε περίπτωση ευδοκίμησης της έφεσης θα είναι ιδιαίτερα δυσχερής. Δέχεται την αίτηση.


ΕΣ/ΤΜ.1/1804/2011

Δημοσιονομική διόρθωση ποσού...Με βάση τα παρατιθέμενα πραγματικά περιστατικά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει καταρχήν ότι νόμιμα η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης στηρίχθηκε στις διατάξεις της 907/052/2.7.2003 κοινή υπουργικής απόφασης, η οποία, όπως αναφέρθηκε, εφαρμόζεται και στην περίπτωση χρηματοδοτήσεων που έχουν ήδη καταβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της αλλά και στην περίπτωση που διαπιστωθεί αχρεώστητη ή παράνομη καταβολή χρηματοδότησης κατά τη διενέργεια ελέγχου από την Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης ενός Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2860/2000, όπως πράγματι συνέβη στην υπό κρίση υπόθεση. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή δε διαφέρει ουσιαστικά από την περιγραφόμενη στην 15954/(ππο)559/11.8.2006 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1266), που εκδόθηκε μεταγενέστερα και αφορά στην ανάκτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών για την υλοποίηση προγραμμάτων συγχρηματοδοτούμενων στο πλαίσιο του Ε.Τ.Π.Α. του Γ΄ Κ.Π.Σ., μεταξύ άλλων, και του Ε.Π. «Ανταγωνιστικότητα». Εξάλλου, ούτε η εκκαλούσα επικαλείται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει η επέλευση οποιασδήποτε βλάβης στα δικαιώματα της, που να οφείλεται ειδικά στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Κατά συνέπεια, ο προβαλλόμενος από την εκκαλούσα λόγος, σύμφωνα με τον οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης πρέπει να ακυρωθεί ως ερειδόμενη σε ανίσχυρη κοινή υπουργική απόφαση είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, η εκκαλούσα, παρά το ότι στη συναφθείσα ως άνω από 25.11.2002 σύμβαση αλλά και στην από 23.8.2006 έκθεση ελέγχου φέρεται ως τελικός αποδέκτης, εντούτοις αποτελεί τον τελικό δικαιούχο της συγχρηματοδοτούμενης επένδυσης, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 9 (περίπτ. ιβ) του Κανονισμού (ΕΚ)1260/1999 και 1 (περίπτ. στ) του ν. 2860/2000, καθόσον αποτελεί το φορέα που είχε την ευθύνη υλοποίησης – με δική της οργάνωση και μέσα – της επένδυσης. Κατά συνέπεια, φέρει την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου, ευθυνόμενη για κάθε πταίσμα αναφορικά με τις παρατυπίες που διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση της επένδυσης αυτής. (...)Ενόψει αυτών, κατά παραδοχή του αντίστοιχου λόγου με τον οποίο προβάλλεται έλλειψη υπαιτιότητας ως προς τη διαπιστωθείσα παρατυπία, πρέπει η ένδικη έφεση να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη με αυτήν απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών προβαλλόμενων με την έφεση λόγων. Ακολούθως, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην εκκαλούσα του κατατεθέντος παραβόλου της έφεσης (άρθρα 56 παρ. 2 του π.δ/τος 774/1980 και 61 παρ. 5 του π.δ/τος 1225/1981), ενώ πρέπει να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από την δικαστική δαπάνη της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Διοικ.Δικ., σε συνδυασμό προς το άρθρο 123 του π.δ/τος 1225/1981, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3472/2006).


ΕλΣυν/Τμ.4/1079/2016

Δημοσιονομικές διορθώσεις (...) Μετά την άσκηση της υπό κρίση έφεσης και πριν από τη συζήτησή της στο ακροατήριο, κοινοποιήθηκε στο Δικαστήριο το 614/2.3.2015 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Γραφείου Απασχόλησης του … του ... (..), με το οποίο αποστέλλονται συνημμμένα τα στοιχεία, που ελήφθησαν υπόψη για την έκδοσης της ως άνω προσβαλλόμενης 2990/22.10.2013 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης καθώς και τα αποδεικτικά επίδοσης στην εκκαλούσα. Με το ίδιο έγγραφο καθίσταται επιπλέον γνωστό στο Δικαστήριο ότι η ως άνω Υπηρεσία έχει προβεί σε ανάκληση της παραπάνω 2990/22.10.2013 απόφασης στις 27.1.2014 και ότι εκδόθηκε στις 6.2.2014 νέα απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης (..), η οποία και επισυνάπτεται. Κατά συνέπεια και δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη με την έφεση απόφαση έχει ανακληθεί από το εκδόν αυτήν όργανο, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η δίκη αυτή, .., έχει καταργηθεί.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/18/2021

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Ζητείται η αναστολή εκτέλεσης (α) της .../23.11.2020 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου ...επιβλήθηκε σε βάρος του αιτούντος δημοσιονομική διόρθωση με ανάκτηση ποσού 12.250,00 ευρώ που φέρεται ότι καταβλήθηκε σε αυτόν αχρεωστήτως, ως οικονομική ενίσχυση, στο πλαίσιο του Μέτρου 112 «Εγκατάσταση Νέων Γεωργών» του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2007-2013.(....)Με τα δεδομένα αυτά και συνεκτιμώντας το ύψος του καταλογισθέντος ποσού (12.250,00 ευρώ), το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης δύναται να προξενήσει στον αιτούντα οικονομική βλάβη, η αποκατάσταση της οποίας σε περίπτωση ευδοκίμησης της έφεσης θα είναι ιδιαίτερα δυσχερής.Αναστέλλει την εκτέλεση της …/23.11.2020 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, μέχρις ότου περατωθεί ή καταργηθεί η επί της με Α.Β.Δ. 84/2021 έφεσης του αιτούντος δίκη.

ΔΙΟΡΘΩΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/2/2022.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/0001/2022

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ:Με την αίτηση αυτή ζητείται να ανασταλεί η εκτέλεση: α) της …./16.6.2021 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων, (προφανώς εκ παραδρομής δε στην αίτηση αναγράφεται Τροφίμων αντί Επενδύσεων), με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος της αιτούσας δημοσιονομική διόρθωση ποσού 47.298,72 ευρώ με ανάκτηση συνολικού ποσού 69.000,66 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων τόκων ποσού 21.701,94 ευρώ και β) κάθε συναφούς πράξης της Διοίκησης, προγενέστερης ή μεταγενέστερης.(....)Με τα δεδομένα αυτά και συνεκτιμώντας το ύψος του καταλογισθέντος ποσού, το Δικαστήριο πιθανολογεί ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης και ανάκτησης δύναται να επιφέρει στην αιτούσα οικονομική βλάβη, η αποκατάσταση της οποίας σε περίπτωση ευδοκίμησης της έφεσης θα είναι ιδιαίτερα δυσχερής. Δέχεται την αίτηση.


ΕΣ/ΤΜ.ΕΒΔΟΜΟ/389/2021

Κατασκευή επαρχιακής οδού...Δημοσιονομικη διόρθωση....Με την έφεση αυτή, η εκκαλούσα επιδιώκει την ακύρωση της 387/0052/5.2.2014 απόφασης δημοσιονομικής διόρθωσης του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών.. Επί του ως άνω λόγου, το Δικαστήριο, κατ΄αρχήν, παρατηρεί τα ακόλουθα :  Oι επίμαχες  τροποποιήσεις του κρινόμενου υποέργου, έχουσες ως αντικείμενο α) την μείωση των λωρίδων ευθείας κίνησης προς ... και προς ... στο κρινόμενο σημείο της οδού (ισόπεδος κόμβος ...) από δύο (2) σε μία (1), ήτοι η προσαρμογή κατά την υλοποίηση του υποέργου στην υφιστάμενη κατάσταση και β) την επέκταση της τάφρου ΤΔ4 στο σημείο Χ.Θ. 21+00 και την προαπαιτούμενη αυτής μετατόπιση του παράλληλου δρόμου προς την κεντρική αρτηρία, ώστε να χωρέσει η τάφρος μέσα στο υπάρχον εύρος απαλλοτρίωσης, δεν αποτελούν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, «μικρομεταβολές», για τις οποίες, κατά τα αβασίμως προβαλλόμενα από  την εκκαλούσα, δεν απαιτείται η τήρηση των διατάξεων του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο άρθρου 45 του ν. 3669/2008. Εξάλλου, ο νόμος δεν διακρίνει την υποχρέωση τήρησης της ως άνω διαδικασίας ανάλογα με το μέγεθος της τροποποίησης αλλά προβλέπει ότι σε κάθε περίπτωση επιτρεπτής τροποποίησης της  μελέτης, ήτοι για τη διόρθωση σφαλμάτων της ή την συμπλήρωση ελλείψεών της απαιτείται η προεκτεθείσα διαδικασία. Συναφώς, η έκθεση ελέγχου δεν αμφισβήτησε την αναγκαιότητα των εν λόγω προσαρμογών αλλά εντόπισε την πλημμέλεια στην μη τήρηση της κατά νόμο επιβαλλόμενης διαδικασίας, διαπιστώνοντας, κατ΄αρχήν,  ορθώς, ότι υφίσταται εξ αυτού του λόγου παρατυπία. Ωστόσο, το Δικαστήριο, δεδομένου του όλως τυπικού χαρακτήρα των παρατυπιών,  όπως άλλωστε η ίδια η Ε.Δ.ΕΛ. χαρακτηρίζει συνολικά και τις τρεις διαπιστώσεις του ελέγχου, που περιγράφονται στο σημείο Δ3 της οικείας έκθεσης,  διαπιστώνει  ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας  ότι τα επίδικα και χαρακτηριζόμενα, ως τυπικά ευρήματα, επέφεραν ουσιώδη μεταβολή του φυσικού αντικειμένου του υποέργου ούτε ότι είχαν  οποιαδήποτε επίπτωση  επί του οικονομικού αντικειμένου  αυτού, γεγονός που δεν αμφισβητείται από το αντίδικο Ελληνικό Δημόσιο. Ειδικότερα, ούτε στην οικεία έκθεση ελέγχου, ούτε στην προσβαλλόμενη απόφαση,  διαλαμβάνεται ειδική αιτιολογία σχετικά με την εύλογη σχέση αναλογίας μεταξύ της επιβληθείσας δημοσιονομικής διόρθωσης και των διαπιστωθεισών διοικητικών παρατυπιών μετά από συνεκτίμηση του είδους και της σοβαρότητας αυτών και του επελθόντος εξαιτίας αυτών αποτελέσματος, δεδομένης μάλιστα και της ευχέρειας της ελεγκτικής αρχής σε περίπτωση διαπίστωσης παρατυπιών τυπικού απλώς χαρακτήρα, χωρίς ενδεχόμενη οικονομική επίπτωση να μην επιβάλλουν δημοσιονομική διόρθωση (βλ. Ε.Σ. Ι Τμ. 2293/2017, σχετικές κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής  COCOF 07/0037/03/29.11.2007). Κατά συνέπεια,  ο επίμαχος καταλογισμός δεν έχει επανορθωτικό – αποκαταστατικό χαρακτήρα αλλά καταλήγει να προσλαμβάνει κυρωτικό όμοιο, καθόσον η Διοίκηση, κατά την επιβολή του, δε συνεκτίμησε, υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας, τις συντρέχουσες περιστάσεις, όπως αυτές προκύπτουν από το πραγματικό της ένδικης υπόθεσης (σκέψη IV της παρούσας), τη βαρύτητα των διαπιστωθεισών παραβάσεων και την αιτιώδη σχέση αυτών με την άρτια υλοποίηση και λειτουργικότητα του επίμαχου υποέργου, η οποία, σημειωτέον (άρτια υλοποίηση και λειτουργικότητα), δεν αμφισβητείται από το αντίδικο, ούτε αιτιολόγησε ειδικά την ύπαρξη εύλογης σχέσης αναλογίας μεταξύ της κατ΄αποκοπήν επιβληθείσας διόρθωσης και των  επίμαχων παρατυπιών, αξιολογώντας αυτές  ειδικά  με βάση τα ανωτέρω κριτήρια (ΕΣ Ολ. 3403/2014, Ι Τμ. 127/2019, 2293, 2299/2017).Τούτων δοθέντων, το Τμήμα κρίνει ότι πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλομένη απόφαση δημοσιονομικής διόρθωσης και, ακολούθως, εκτιμωμένων των περιστάσεων, να απαλλαγεί το Ελληνικό Δημόσιο από τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας (άρθρο 275 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας).