Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/ΤΜ.4/168/2006

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 456/1984

Αξίωση περί αδικαιολογήτου πλουτισμού.(..)Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Τμήμα άγεται στην κρίση ότι ο προβαλλόμενος από την Επίτροπο λόγος διαφωνίας παρίσταται βάσιμος. Πράγματι, το προαναφερόμενο Πρακτικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση του προληπτικού ελέγχου των δημοσίων δαπανών, οι δε γενικές περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, επί τη βάσει των οποίων αναγνωρίστηκε η επίμαχη αξίωση της φερομένης ως δικαιούχου, ακριβώς επειδή για την εφαρμογή τους προϋποθέτουν την έλλειψη έγκυρης συμβατικής (μισθωτικής) σχέσης, δεν μπορούν, στο πλαίσιο του ελέγχου αυτού, να αποτελέσουν νόμιμο έρεισμα της εντελλόμενης δαπάνης.Τούτων δοθέντων και ενόψει, περαιτέρω, του ότι η 302/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, της οποίας ωσαύτως γίνεται επίκληση από την Υπηρεσία, δεν παράγει δεδικασμένο εκτεινόμενο στην παρούσα υπόθεση, αφού εκδόθηκε σε δίκη με διαφορετικό αντικείμενο και διαδίκους, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ7/151/2008

Μελέτες.O συναφθείς εξώδικος συμβιβασμός είναι άκυρος διότι δεν συντρέχουν τα απαιτούμενα για τη νομιμότητά του ουσιαστικά, εσωτερικά στοιχεία αυτού, υπό την έννοια της ύπαρξης δικαιώματος ουσιαστικού δικαίου, ήτοι έγκυρης αιτίας (όπως επιβάλλεται λόγω του αιτιώδους χαρακτήρα του αλλά και λόγω της αρχής της νομιμότητας που οφείλει να διέπει τη δράση της δημόσιας διοίκησης), δεδομένου ότι την αιτία αυτού αποτελεί σύμβαση, η οποία είναι άκυρη. Εξάλλου τα υποστηριζόμενα περί αδικαιολογήτου πλουτισμού του Δήμου σε βάρος των φερομένων ως δικαιούχων δεν ασκούν επιρροή, δοθέντος ότι, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ελέγχου, οι εξωδίκως αναγνωρισθείσες αξιώσεις αδικαιολογήτου πλουτισμού δεν λαμβάνονται υπόψη, αφού η νομιμότητα ή μη των εντελλόμενων δαπανών κρίνεται πάντοτε με βάση το πλέγμα των ειδικών εκάστοτε διατάξεων που διέπουν την έννομη σχέση μεταξύ του οικείου Ο.Τ.Α. και του παρασχόντος τις υπηρεσίες προσώπου.


ΕλΣυν/Τμ.5/891/2016

Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον η Φ.861/240/671127/Σ.2444/2.4.2009 καταλογιστική πράξη κρίθηκε τελεσίδικα νόμιμη με την 2041/2011 απόφαση του Τμήματος τούτου, με συνέπεια ως προς το ζήτημα αυτό να έχει παραχθεί δεδικασμένο που αποκλείει οποιαδήποτε νέα διαφορετική κρίση, δεν γεννάται βάσει αυτής αστική ευθύνη του κράτους κατά το άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ και δεν θεμελιώνεται αντίστοιχη αποζημιωτική αξίωση του ενάγοντος.(..)Ως εκ τούτου δεν θεμελιώνεται αξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού του ενάγοντος κατά του Δημοσίου. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή είναι αβάσιμη στο σύνολο της και πρέπει να απορριφθεί.


ΕΣ/Τ4/136/2007

Αναγνώριση αξίωσης του φερομένου ως δικαιούχου για επιστροφή ως αχρεωστήτως καταβληθέντων των ποσών που κατέβαλε ο ανωτέρω για την έκδοση αδειών υλοτομίας κατά τα έτη 1997 και 1998 δεν στηρίζεται σε διατάξεις δημοσίου δικαίου, αλλά σε αυτές του ιδιωτικού δικαίου και συγκεκριμένα του αδικαιολογήτου πλουτισμού (904 Α.Κ.).Μη νόμιμη.


ΣτΕ/1170/2003

Αν ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, χωρίς έγγραφη εντολή της υπηρεσίας ή, σε επείγουσες περιπτώσεις, χωρίς να έχει δοθεί στον τόπο εκτέλεσης του έργου και να έχει καταχωρηθεί στο ημερολόγιο προφορική εντολή της Υπηρεσίας, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές ούτε αποδόσεως της ωφέλειας κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού.


ΣτΕ/578/2004

Δημόσια έργα. Αν ο ανάδοχος εκτελέσει εργασίες μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση, κατά ποσότητα ή είδος, η δαπάνη των οποίων υπερβαίνει το 50% του συνολικού συμβατικού ποσού, χωρίς έγγραφη εντολή της υπηρεσίας ή σε επείγουσες περιπτώσεις προφορική εντολή, δεν δικαιούται αμοιβής ή αποζημιώσεως για τις εργασίες αυτές ούτε αποδόσεως της ωφελείας του λήπτη βάσει των διατάξεων του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Δεκτή η αναίρεση για παραβίαση ουσιαστικού δικαίου .


Α.Π.1359/2015

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η αποζημίωση του άρθρου 19 του ν. 993/1979 δεν είναι μέρος των αποδοχών των υπαλλήλων ούτε "απολαβή", υπό την έννοια της παροχής που δίδεται ως αντάλλαγμα για την προσφερόμενη εργασία, ούτε αποτελεί αποζημίωση λόγω αδικαιολογήτου πλουτισμού, αλλά έχει χαρακτήρα έκτακτης κατά την αποχώρηση ή απόλυση του υπαλλήλου οικονομικής ενίσχυσης του. Επομένως, η αξίωση καταβολής της ως άνω αποζημιώσεως δεν υπόκειται στη διετή παραγραφή που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν.Δ. 496/1974 αλλά στην πενταετή παραγραφή που προβλέπεται από την παρ. 1 του ίδιου άρθρου (Ολ ΑΠ 4/2001, ΑΠ 1726/05, 556/11, 1065/2002). Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο έκρινε ότι η αξίωση της ενάγουσας - αναιρεσίβλητης για την καταβολή της ως άνω αποζημίωσης, την οποία εδικαιούτο να λάβει κατά την αποχώρησή της από το εναγόμενο - αναιρεσείον ΝΠΔΔ, στο οποίο υπηρετούσε με σύμβαση εργασίας, ιδιωτικού δικαίου, αορίστου χρόνου, υπάγεται στην πενταετή και όχι στη διετή παραγραφή και συνεπώς, δεν παραγράφηκε η αξίωσή της. Και τούτο γιατί δέχθηκε ότι από την ημερομηνία αποχώρησής της από την υπηρεσία (30-4-2010) έως την άσκηση της αγωγής της (41-2013) δεν παρήλθε πενταετία.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/32/2014

Μη νόμιμη δαπάνη που αφορά στην καταβολή πρώτης μισθοδοσίας .. των φερομένων ως δικαιούχων, κατόπιν της ανανεώσεως των αρχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (..) Υπό τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο, κρίνει ότι μη νομίμως οι φερόμενοι ως δικαιούχοι του υπό κρίση χρηματικού εντάλματος παρείχαν τις υπηρεσίες τους στον ΔΟΠΠΑΩ κατά το κρίσιμο διάστημα του Σεπτεμβρίου του έτους 2013, δεδομένου ότι κατά το χρόνο αυτό η απόφαση του Προέδρου του νομικού προσώπου, διά της οποίας ανανεώθηκαν οι συμβάσεις εργασίας τους για ακόμη ένα έτος, δεν είχε αποκτήσει ακόμη νόμιμη υπόσταση, αφού δεν είχε δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ τα έννομα αποτελέσματα της εν συνεχεία δημοσιευθείσης αυτής αποφάσεως (ΦΕΚ Γ΄ 97/28.1.2014) δεν δύνανται ν’ ανατρέξουν σε χρόνο πρότερο της δημοσιεύσεώς της, στον βαθμό που τέτοια δυνατότητα δεν προβλέπεται από τις σχετικές με την ανανέωση των συμβάσεων διατάξεις καθώς και από την ειδική ρύθμιση του άρθρου 1 παρ. 9 του ν. 4038/2012. Συνεπώς, μη νομίμως εντέλλεται η καταβολή αμοιβής για το ως άνω διάστημα, κατά το οποίο, άλλωστε, δεν είχαν καν υπογραφεί συμβάσεις με τους φερομένους ως δικαιούχους, καθόσον δεν ήταν νόμιμη η απασχόληση αυτών αφού δεν είχε τηρηθεί ο προβλεπόμενος στο άρθρο 1 παρ. 9 του ν. 4038/2012 τύπος περί δημοσιεύσεώς τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και, ως εκ τούτου, οι εργαζόμενοι αυτοί δεν έχουν αξίωση καταβολής των αποδοχών εκ της συμβάσεως αλλά ενδεχομένως εξ αδικαιολογήτου πλουτισμού δυναμένη να επιδιωχθεί μόνον δικαστικώς


ΕΣ/Τμ.1/59/2014

Μη νόμιμη η καταβολή μηνιαίας μισθοδοσίας σε εργαζόμενο Δασαρχείου με σχέση εργασίας ι.δ.ο.χ., καθόσον η από 1.10.2013 σύμβαση εργασίας, η οποία συνήφθη κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 2190/1994, δεν δύναται να αποτελέσει νόμιμο έρεισμα για την καταβολή αποδοχών στον παρανόμως προσληφθέντα εργαζόμενο, η δε αξίωσή του για λήψη των δεδουλευμένων αποδοχών, συνίσταται σε αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού και δεν μπορεί να παράσχει νόμιμο έρεισμα για τη διενέργεια δαπάνης. 

ΝΣΚ/506/2008

Ακύρωση της σύμβασης εκπόνησης μελέτης, λόγω απόκλισης του αντικειμένου της μελέτης που αναφέρεται στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Απολύτως άκυρο είναι το μέρος της συμβάσεως με το οποίο ανατέθηκε επιπλέον μελετητικό αντικείμενο εκείνου που είχε δημοσιοποιηθεί με την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και είχε εγκριθεί με πράξη του αρμοδίου οργάνου. (ομοφ.) Τυχόν αξιώσεις εκκαθαρίζονται με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού. Θεωρητικό θεμέλιο, στην προεκτεθείσα άποψη περί απολύτου ακυρότητος της διοικητικής συμβάσεως, αποτελεί η παραδοχή ότι οι διοικητικές συμβάσεις δεν παράγουν τεκμήριο νομιμότητος και συνεπώς το ζήτημα περί του εγκύρου αυτών και επέκεινα της ελλείψεως συμβατικής δεσμεύσεως των συμβληθέντων μερών, μπορεί να ανακύπτει οποτεδήποτε μετά την κατάρτιση και κατά το στάδιο εκτελέσεως της συμβάσεως, ακόμη και στο τελικό στάδιο ολοκληρώσεως της (Βλ. Δαλτόγλου ο.πρ.παρ.781).

ΔΕφΑθ/4066/2022

Αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη εξαιτίας του τραυματισμού της, που έλαβε χώρα στις 16.10.2007, κατά τη διάρκεια της εργασίας της στο εκκαλούν Νοσοκομείο.(....)Επειδή, και ο λόγος αυτός της έφεσης περί συντρέχοντος πταίσματος της εφεσίβλητης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι η καλή λειτουργία και συντήρηση του ανωτέρω μηχανήματος (πρέσας σιδερώματος) αποτελεί υποχρέωση του εκκαλούντος Νοσοκομείου, ... συνεπώς, το Νοσοκομείο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την κατάσταση λειτουργίας του μηχανήματος, πράγμα το οποίο όμως δεν αποδείχθηκε προσηκόντως, κατά τα προεκτεθέντα στην ένατη σκέψη της παρούσας.Επειδή, ενόψει όλων των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι το ένδικο ατύχημα -που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της εργασίας της εφεσίβλητης εργαζόμενης- οφείλεται αποκλειστικά στην πλημμελή συντήρηση και κακή λειτουργία της ένδικου μηχανήματος, για την οποία ευθύνεται το Νοσοκομείο, τα όργανα του οποίου δεν μερίμνησαν, ως είχαν νόμιμη (και συμβατική) υποχρέωση, και δεν έλαβαν τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας της. Συνεπώς, στοιχειοθετείται αδικοπρακτική ευθύνη του Νοσοκομείου(...)Απορρίπτει την έφεση.