Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ4/112/2007

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3316/2005, 2286/1995

Υπηρεσίες τεχνικού συμβούλου με τις οποίες δεν παρέχεται ευθέως υποστήριξη, τόσο στον κύριο του έργου όσο και στο έργο που πρόκειται να δημοπρατηθεί, δεν εμπίπτουν αυτές(οι υπηρεσίες) στις διατάξεις του ν.3316/2005 και στην θέσπιση των πρόσθετων προϋποθέσεων που αυτός θέτει για την ανάθεσή τους ( γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου και διενέργεια κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΕΜΠ, ΤΕΕ ).


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/54/2002

Κρατήσεις επί των αμοιβών μελετών δημοσίων έργων.α) Κατά τις διατάξεις της συμβάσεως παραχώρησης για σύνταξη μελετών στο πλαίσιο των παράλληλων έργων οι επιβαλλόμενες κρατήσεις θα είναι αυτές που επιβάλλονται στο πλαίσιο κατασκευής δημοσίου έργου, ενώ γι αυτές που εκπονούνται στο πλαίσιο των επιπρόσθετων εργασιών επιβάλλονται οι κρατήσεις που προβλέπονται επί των αμοιβών μελετών δημοσίων έργων. β) Το Δημόσιο δεν υποχρεούται στην καταβολή ΦΠΑ, καταβάλλει όμως τις λοιπές (υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ, ΕΜΠ) κρατήσεις που αναλογούν στο 40% της συμβολής του στην αμοιβή του ανεξάρτητου μηχανικού. γ) Το Δημόσιο δεν υποχρεούται στην καταβολή στον οικείο Οργανισμό Κοινής Ωφέλειας της δαπάνης μετατόπισης του δικτύου που κρίνεται αναγκαία για την καλή εκτέλεση του έργου.

ΣτΕ/1081/2020

Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 7ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση 



ΣτΕ/1082/2020

Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 19ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση 


ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)375/2015

ΕΡΓΑΣΙΕΣ - ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.Υπηρεσίες – εργασίες διάφορες:Μη νόμιμη η καταβολή ποσού από Δήμο σε ανώνυμη εταιρεία για την εκτέλεση της σύμβασης «Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου για την αντιμετώπιση του πλημμυρικού φαινομένου στο …..», καθόσον: α) μη νομίμως οι ανωτέρω υπηρεσίες ανατέθηκαν απευθείας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 209 παρ.2 του ν. 3463/2006, διότι πρόκειται για συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005,  καθόσον προσιδιάζουν σε υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης, και ως εκ τούτου, για την ανάθεσή τους έπρεπε να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ Α΄ 42/2005), β) οι εργασίες παραλήφθηκαν εκπρόθεσμα, στις 23.6.2014, ενώ η συμβατική προθεσμία περαίωσης έληγε στις 19.3.2014 και επιπλέον δεν είχαν επισυναφθεί τα παραδοτέα στοιχεία  της μελέτης και γ) κατά παράβαση του άρθρο 4 του π.δ/τος 113/2010, για το έτος 2013, δεν υπάρχει πρόταση ανάληψης υποχρέωσης της δαπάνης που να προηγείται της έγκρισης και της ψήφισης της σχετικής πίστωσης από την Οικονομική Επιτροπή.


ΕΣ/Τ7/387/2009

Μελέτες.Απευθείας ανάθεσημη νόμιμη , καθόσον δεν πληρούνται όλες ανεξαιρέτως οι σωρευτικά προβλεπόμενες προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 10 του ν. 3316/2005, καθόσον, αν και α) προκύπτει το επείγον της απευθείας ανάθεσης των ως άνω μελετών, β) υπάρχει προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμόδιου Τεχνικού Συμβουλίου προς τούτο, γ) το ύψος της δαπάνης των εν λόγω μελετών δεν ξεπερνά σε ποσοστό 10% το σύνολο των προβλεπομένων στον οικείο προϋπολογισμό πιστώσεων για μελέτες και υπηρεσίες και δ) προκύπτει ότι κλήθηκαν τρεις (3) τουλάχιστον υποψήφιοι μελετητές για να υποβάλουν προσφορά και εξετάστηκαν οι προσφορές τους προ της ανάδειξης του ως άνω τελικού αναδόχου μελετητή, εντούτοις, αν και προκύπτει δημοσίευση της αναγγελίας εκπόνησης της εν λόγω μελέτης στο «Ενημερωτικό Δελτίο» του Τ.Ε.Ε., αυτή δεν αποδεικνύεται ότι απεστάλη προς δημοσίευση 10 τουλάχιστον ημέρες πριν την υπογραφή της οικείας σύμβασης. Συγνωστή πλάνη


ΣτΕ/1083/2020

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: Εργασίες επιθεώρησης για τη συντήρηση και παρακολούθηση της δομοστατικής υγείας των στεγάστρων του ... και του ... στο ... Αθλητικό Κέντρο Αθηνών (...) Επειδή, σύμφωνα με τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία, ακόμη και μετά τη ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και στη συνέχεια, να αρνηθεί, ρητά ή σιωπηρά, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντα, ποσά λογαριασμού, αν, μετά από επανέλεγχο αυτού, διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο στον ανάδοχο. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 13ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση 



ΕΣ/Τμ.7(ΚΠΕ)243/2014

ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ : Μη νόμιμη καταβολή χρηματικού εντάλματος σε εταιρεία ως αμοιβή της για την εκτέλεση των εργασιών με τίτλο «Υποστηρικτικές εργασίες ενεργειακής μελέτης του έργου «…».. Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εκτέλεση των ανατεθεισών εργασιών, όπως αυτές περιγράφονται στην οικεία τεχνική έκθεση, σκοπό είχε την υποστήριξη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου για την υποβολή πλήρους ενεργειακής μελέτης του έργου «…….», στο πλαίσιο των εργασιών σύνταξης πλήρους φακέλου, προκειμένου το έργο να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα “Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη 2007 - 2013”.Με την δε από 9.5.2012 σύμβαση, οι συμβαλλόμενοι απέβλεψαν στην παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών από πρόσωπο με εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες δεν διέθετε το προσωπικό της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου. Με βάση τα παραπάνω, οι ανωτέρω υπηρεσίες εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών. Ως εκ τούτου, για την ανάθεση των ανωτέρω υπηρεσιών έπρεπε να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του ν. 3316/2005, οι οποίες, ως ειδικές, κατισχύουν, κατά ρητή πρόβλεψη του νόμου αυτού (άρθρο 46 παρ. 2 περ. ε΄ του ν.3316/2005) των γενικών διατάξεων του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, ενώ θέτουν, όπως ήδη εκτέθηκε, αυστηρές προϋποθέσεις και όρους για την απευθείας ανάθεση υπηρεσιών (άρθρο 10 του ν. 3316/2005), οι οποίες δεν προκύπτει ότι συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση. Σύμφωνα, επομένως, με όσα έγιναν δεκτά στη σκ. III, της παρούσας πράξης μη νομίμως, ο Δήμος … προέβη στην ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), το γεγονός δε ότι η αξία τους ήταν κατώτερη των 15.000,00 ευρώ δεν νομιμοποιεί την απευθείας ανάθεσή τους, δεδομένου ότι, ακόμα και στην περίπτωση αυτή, απαιτείται η συνδρομή λόγων κατεπείγοντος για την προσφυγή στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης, που εν προκειμένω ούτε επικαλέστηκε ο Δήμος ούτε προκύπτει ότι συνέτρεχαν, αλλά και η τήρηση των λοιπών όρων που θέτουν οι διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 2 περ. στ΄, 4 και 5 του ν. 3316/2005 (υποβολή προσφορών εκ μέρους τριών τουλάχιστον υποψηφίων αναδόχων, προηγούμενη γνωμοδότηση του αρμοδίου Τεχνικού Συμβουλίου, αναγγελία στην ιστοσελίδα του Τ.Ε.Ε.). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, δεν είναι νόμιμη


ΕλΣυν/Τμ.7(ΚΠΕ)/158/2012

(...) α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν.3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν.3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος καθώς και αναγγελία των κρισίμων στοιχείων της σύμβασης στο Τ.Ε.Ε. προκειμένου να δημοσιευθούν στην ιστοσελίδα του δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από την υπογραφή της (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011). δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000,00 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010).


ΕΣ/ΤΜ.7(ΚΠΕ)242/2013

Καταβολή ποσού 24.600 ευρώ στη φερόμενη ως δικαιούχο εταιρεία με την επωνυμία «......», ως αμοιβή της για την εκτέλεση εργασιών προετοιμασίας φακέλου, προκειμένου να ενταχθεί και να χρηματοδοτηθεί από το επιχειρησιακό πρόγραμμα ΕΠΠΕΡΑΑ το έργο «Ολοκλήρωση έργου πρώτου τμήματος α΄ φάση αποχέτευσης & ΒΙΟΚΑ ευρύτερης περιοχής ...... πρόσκληση 2.7».(...)Από τις προπαρατιθέμενες διατάξεις συνάγονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: α) Ο νομικός χαρακτηρισμός της εκάστοτε υφιστάμενης έννομης σχέσης ως μελέτης ή παροχής υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίου εφαρμογής του ν. 3316/2005 ή ως παροχής υπηρεσιών που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 και για τις οποίες τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 209 παρ. 9 του Δ.Κ.Κ. και, συνακόλουθα, ο καθορισμός, συνεπεία του ως άνω γενόμενου χαρακτηρισμού, της διαδικασίας που πρέπει να ακολουθηθεί για την επιλογή του αντισυμβαλλόμενου αναδόχου είναι ζήτημα πραγματικό και γίνεται κατόπιν, το μεν, εκτίμησης των εκτελούμενων υπηρεσιών, το δε, ερμηνείας της βούλησης των μερών. β) Στο πεδίο εφαρμογής του ν. 3316/2005 υπάγονται τόσο οι μελέτες που συγκροτούν το αποτέλεσμα συστηματικής και αναλυτικής επιστημονικής και τεχνικής εργασίας και έρευνας σε συγκεκριμένο απλό ή σύνθετο γνωστικό αντικείμενο, το οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ανάλυση αποτελεσμάτων μετρήσεων και στην επεξεργασία αυτών (πρβλ Ελ.Συν. IV Τμ. 216/2009, 178/2008, 179/2008) όσο και οι συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στις οποίες η παροχή του αναδόχου συνίσταται στην προσφορά των γνώσεων και ικανοτήτων που διαθέτει, οι οποίες σε συνδυασμό με εξειδικευμένο προσωπικό ή άλλα μέσα τείνουν στην επίτευξη ενός έργου εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου. Στην τελευταία αυτή κατηγορία υπάγονται μεταξύ άλλων οι συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την υποστήριξη της υπηρεσίας στη διεξαγωγή ανάθεσης σύμβασης μελέτης, έργου ή υπηρεσίας, στην επίβλεψη ή έλεγχο μελέτης που η ίδια πρόκειται να συντάξει καθώς και την εκπόνηση των σχεδίων και των τευχών δημοπρατήσεως έργου που στηρίζονται σε αυτές, οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (πρβλ. απόφαση ΔΕΚ της 4.3.1999 στην υπόθεση C-258/97, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1999, σελ. Ι-01405, Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 24/2012, 187/2011). Με τις διατάξεις δε του ν. 3316/2005 καθιερώνεται ο κανόνας της σύναψης των σχετικών συμβάσεων ύστερα από δημόσιο, ανοικτό ή κλειστό, διαγωνισμό, ώστε να καθίσταται δυνατή, με την προσέλευση μεγάλου ή έστω ικανού αριθμού μειοδοτών, η ανάπτυξη επαρκούς ανταγωνισμού και η διασφάλιση των οικονομικών συμφερόντων των Ο.Τ.Α., με την επιλογή της πλέον συμφέρουσας γι’ αυτούς προσφοράς. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η προσφυγή στη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι οποίες καθορίζονται ρητά και περιοριστικά από τις ανωτέρω διατάξεις (βλ. Ελ.Συν. VII Τμ. πραξ. 102/2009, 120, 199/2010, Ι Τμ. 170/2010). γ) Λόγω του ειδικού χαρακτήρα αυτών των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, αντικείμενο των οποίων αποτελεί, κατά κύριο λόγο, η προσφορά τεχνογνωσίας, εμπειρίας και ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο οι συμβάσεις αυτής της κατηγορίας, οι οποίες συνάπτονται από το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, πρέπει να συνοδεύονται από ειδική αιτιολόγηση της αδυναμίας των οικείων υπηρεσιών να προβούν οι ίδιες, με τους υπαλλήλους που διαθέτουν, στην επίτευξη του αποτελέσματος που αποτελεί αντικείμενο της σύμβασης. Ειδική αιτιολόγηση για την αδυναμία εκπλήρωσης των καθηκόντων που ανατίθενται με τη σύμβαση παροχής υπηρεσιών απαιτείται και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιτρέπεται η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεσης), χωρίς δημοσίευση προκήρυξης. Η διαδικασία αυτή συγχωρείται, μεταξύ άλλων, όταν η προϋπολογισθείσα δαπάνη της σύμβασης παροχής υπηρεσιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 15.000,00 ευρώ και υφίστανται γεγονότα που συνιστούν επείγουσα ανάγκη για την ανάθεσή της. Για την υπογραφή της σύμβασης απαιτείται, μεταξύ άλλων γνωμοδότηση του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου σχετικά με τη συνδρομή του επείγοντος (βλ. Ελ.Συν. IV Τμ. 16/2010, 187/2011, 120/2010 καθώς και Κλιμάκιο VII Τμημ. 159/2012), ενώ στην περίπτωση επίκλησης από την αναθέτουσα αρχή συνδρομής λόγων κατεπείγουσας ανάγκης ή επείγουσας περίστασης σύναψης σύμβασης παροχής υπηρεσιών, μέχρι ποσού 15.000 ευρώ, προσκαλούνται υποχρεωτικά για διαπραγμάτευση τρεις υποψήφιοι, δ) Η διάταξη του άρθρου 83 του ν. 2362/1995, η οποία ρυθμίζει την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, μεταξύ άλλων, και της παροχής υπηρεσιών, όταν η δαπάνη της σύμβασης χωρίς ΦΠΑ δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000 ευρώ, δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις των συμβάσεων μελετών ή συναφών υπηρεσιών, αφού αυτές διέπονται από τις προμνησθείσες ειδικές διατάξεις του ν. 3315/2005 (Ελ.Συν. IV Τμ. πραξ. 172/2009, VII Τμ. πραξ. 199/2010). Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι διενεργήθηκε βάσει των διατάξεων που διέπουν την απευθείας ανάθεση παροχής υπηρεσιών και όχι βάσει των διατάξεων του ν. 3316/2005, καθόσον, οι ανατεθείσες εργασίες, εντάσσονται εννοιολογικά στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών του άρθρου 1 παρ. 2β΄ του ν. 3316/2005 και όχι στις λοιπές υπηρεσίες που διενεργούνται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων περί προμηθειών.


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/141/2010

Από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, κατ’ εξαίρεση, να συνάπτουν συμβάσεις εκπονήσεως μελετών ή παροχής υπηρεσιών με τη διαδικασία της διαπραγματεύσεως χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκηρύξεως στις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις του άρθρου 10, οι οποίες, ως εισάγουσες εξαίρεση από τον κανόνα του ανοικτού διαγωνισμού, ερμηνεύονται στενά (βλ. ενδεικτικά απόφαση ΔΕΚ στην υπόθεση C-385/2002, Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας). Μεταξύ των περιπτώσεων που απαριθμούνται στο ως άνω άρθρο συγκαταλέγεται και η κατάρτιση συμπληρωματικής συμβάσεως με τον ανάδοχο της αρχικής τοιαύτης υπό την προϋπόθεση ότι συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) οι συμπληρωματικές μελέτες ή υπηρεσίες παρουσιάζουν αναγκαία συνάφεια με τις αρχικές, αλλά δεν περιελήφθησαν στην αρχική σύμβαση, β) κατέστησαν αναγκαίες κατά την εκτέλεση του αρχικού συμβατικού αντικειμένου εξαιτίας απρόβλεπτων περιστάσεων και γ) είτε δεν μπορούν τεχνικά ή οικονομικά να διαχωριστούν από την αρχική σύμβαση χωρίς να δημιουργήσουν μείζονα προβλήματα για την αναθέτουσα αρχή είτε, παρά τη δυνατότητα διαχωρισμού τους, είναι απόλυτα αναγκαίες για την τελειοποίησή της, δ) η συνολική δαπάνη των συμπληρωματικών συμβάσεων να μην υπερβαίνει αθροιστικά το πενήντα τοις εκατό (50%) του ύψους της αρχικής συμβατικής αμοιβής και ε) να έχει προηγηθεί γνώμη του αρμόδιου τεχνικού συμβουλίου. Ως απρόβλεπτες δε περιστάσεις θεωρούνται πραγματικά γεγονότα τα οποία δεν ανάγονται στο χρόνο καταρτίσεως της αρχικής σύμβασης και τα οποία, παρότι ο αρχικός σχεδιασμός με βάση τον οποίο προσδιορίσθηκε το αντικείμενο των μελετών ή των υπηρεσιών, υπήρξε κατά το δυνατόν πλήρης και ακριβής, αντικειμενικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, σύμφωνα με τους κανόνες επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου του οικείου κλάδου. Εξάλλου, ως εκ της φύσεως της σχετικής απόφασης για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης, επιβάλλεται να προκύπτει κάθε φορά πλήρης και σαφής αιτιολογία περί της συνδρομής των προϋποθέσεων για την εφαρμογή της (βλ. σχετ. πράξεις VI ΤμΕλΣυν. 95, 99/2004, 27/2005, IV ΤμΕλΣυν. 33/2000, 112/2002, 189/2003, 102/2002). Περαιτέρω, για την εκτέλεση της συμπληρωματικής σύμβασης συντάσσεται και εγκρίνεται Συγκριτικός Πίνακας, ο οποίος επιδίδεται στον ανάδοχο της αρχικής συμβάσεως. Η επίδοση αυτή επέχει θέση προσκλήσεως προς υπογραφή του συμβατικού κειμένου (βλ. σχετ. VI Τμ. Ελ.Συν. 113/2008).