ΣτΕ/1082/2020
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 19ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/1081/2020
Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 7ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΣτΕ/1083/2020
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: Εργασίες επιθεώρησης για τη συντήρηση και παρακολούθηση της δομοστατικής υγείας των στεγάστρων του ... και του ... στο ... Αθλητικό Κέντρο Αθηνών (...) Επειδή, σύμφωνα με τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία, ακόμη και μετά τη ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και στη συνέχεια, να αρνηθεί, ρητά ή σιωπηρά, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντα, ποσά λογαριασμού, αν, μετά από επανέλεγχο αυτού, διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο στον ανάδοχο. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 13ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΣτΕ/2213/2020
ΜΕΛΕΤΕΣ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: Μελέτη και κατασκευή κτιριακού συγκροτήματος Περιφερειακού Υποκαταστήματος και Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας Ι.Κ.Α.(...)Ειδικότερα, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Διοικητικό Εφετείο εσφαλμένως υπέλαβε ότι οι εγκεκριμένοι λογαριασμοί τόκων δεν ενσωματώνουν αναγνωρισμένη και εκκαθαρισμένη απαίτηση και ότι, ως εκ τούτου, θα έπρεπε αυτή να παραθέσει στην ένδικη αγωγή της και άλλα πρόσθετα στοιχεία (χρόνο υποβολής των 27ου και 28ου λογαριασμών, χρόνο της τυχόν έγκρισή τους, χρόνο μερικής ή ολικής εξόφλησής τους, έλλειψη υπαιτιότητας αναδόχου για την καθυστερημένη εξόφληση), ώστε να είναι η αγωγική της αξίωση ορισμένη. Προς θεμελίωση του παραδεκτού της κρινόμενης αίτησης, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για το νομικό ζήτημα που τίθεται με τον ως άνω λόγο, αν, δηλαδή, η έγκριση από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμών, όταν δεν αφορά εργολαβικό αντάλλαγμα για εκτελεσθείσες εργασίες, δεσμεύει το διοικητικό εφετείο που δικάζει αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η υλοποίηση των εγκεκριμένων αυτών λογαριασμών. Ο ισχυρισμός αυτός είναι βάσιμος και, συνεπώς, ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως προβάλλεται παραδεκτώς, περαιτέρω δεν είναι και βάσιμος εν όψει των εκτεθέντων ανωτέρω στην σκέψη 7. Πράγματι, αίτημα της αγωγής της αναιρεσείουσας, κατά το μέρος που απορρίφθηκε από το δικάσαν δικαστήριο με την προπαρατεθείσα αιτιολογία, δεν ήταν η νομιμότητα ή πληρωμή των 26ου, 27ου και 28ου λογαριασμών, οπότε το εν λόγω δικαστήριο θα μπορούσε, επί ευδοκιμήσεως της αγωγής, εκφέροντας πρωτογενώς κρίση περί του εντόκου ή μη καθυστερημένης εξόφλησης των λογαριασμών αυτών, να επιδικάσει, κατόπιν αιτήματος της ενάγουσας, εκτός από τα ποσά των λογαριασμών, και τόκους υπερημερίας (βλ. το πρώτο μέρος της προσβαλλομένης), αλλά η εξόφληση των πέντε εγκεκριμένων από την Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμών τόκων υπερημερίας (λόγω καθυστερημένης εξόφλησης των ανωτέρω 26ου, 27ου και 28ου λογαριασμών του έργου), οι οποίοι εγκεκριμένοι λογαριασμοί τόκων ενσωματώνουν αναγνωρισμένη και εκκαθαρισμένη απαίτηση προς πληρωμή. Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων/ λογαριασμών ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους. Δια ταύτα Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.... Αναιρεί εν μέρει, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό, την 182/2017 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση για νέα νόμιμη κρίση.
Δ.ΕΦ.Π/Α395/2024
ΜΕΛΕΤΕΣ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: οι ενάγοντες επιδιώκουν να υποχρεωθεί ο εναγόμενος Δήμος να καταβάλλει στον πρώτο από αυτούς το ποσό των 6.011,60 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 1.382,67 ευρώ (19%), ήτοι συνολικά 7.394,27 ευρώ και στον δεύτερο το ποσό των 6.610,50 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 1.520,41 ευρώ (23%), ήτοι συνολικά 8.130,91 ευρώ, ως συμβατική αμοιβή για την εκτέλεση της πρώτης και της δεύτερης ενότητας, αντιστοίχως, της από 7.12.2010 σύμβασης που καταρτίσθηκε με τον Δήμο Ζακυνθίων και είχε ως αντικείμενο την εκπόνηση της μελέτης «Προμελέτη Χωροθέτησης Τουριστικού Αγκυροβολίου Τ.Δ. Βασιλικού»(...)Τα ανωτέρω ποσά οι ενάγοντες ζητούν να τους καταβληθούν με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας του άρθρου 4 του π.δ/τος 166/2003, από την επομένη της ημέρας αυτά κατέστησαν απαιτητά κατά τις διατάξεις του νομοθετήματος αυτού, άλλως από την επομένη της επίδοσης στο εναγόμενη της με αριθ. 7/2016 Διαταγής Πληρωμής της Ειρηνοδίκη Ζακύνθου, άλλως από την επίδοση της παρούσας αγωγής τους και έως την εξόφληση.(...)Εξάλλου, ο ισχυρισμός του εναγομένου, ότι δεν υποχρεούται στην καταβολή των ένδικων αμοιβών, διότι η επίμαχη μελέτη είχε ενταχθεί και ήταν επιδοτούμενη από το αναπτυξιακό πρόγραμμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης ‘'ΘΗΣΕΑΣ’', πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι ο Δήμος Ζακύνθου, ως καθολικός διάδοχος του ήδη καταργηθέντος Δήμου Ζακυνθίων, με τον οποίο υπογράφηκε η ένδικη σύμβαση και για λογαριασμό του οποίου εκπονήθηκε η οικεία μελέτη, είναι υπόχρεος για την ικανοποίηση των σχετικών αξιώσεων των εναγόντων κατ΄ άρθρο 72 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.Επειδή, περαιτέρω, ως προς την τοκοφορία των ένδικων απαιτήσεων, κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο, από τον συνδυασμό των διατάξεων που εκτέθηκαν στις 5η και 6η σκέψεις της παρούσας, συνάγεται ότι δεν γεννάται υποχρέωση του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης για λογαριασμό του οποίου εκπονήθηκε η ένδικη μελέτη προς καταβολή τόκων υπερημερίας, όταν ο λογαριασμός δεν συνοδεύεται από όλα τα κατά τις κείμενες διατάξεις προβλεπόμενα έγγραφα και στοιχεία, όπως σχετικό τιμολόγιο, βεβαίωση φορολογικής ενημερότητας του αναδόχου, βεβαίωση περί καταβολής των οφειλόμενων από τον ανάδοχο ασφαλιστικών εισφορών κλπ, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται υπαιτιότητα του κυρίου του έργου από τη μη πληρωμή του εν λόγω λογαριασμού για όλο το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο διαρκεί η παράλειψη του αναδόχου να υποβάλει τα κατά τα ανωτέρω δικαιολογητικά. Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες, παρότι φέρουν το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν απέδειξαν ότι προσκόμισαν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά (αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας, αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, τιμολόγιο κλπ) που συνιστούν νόμιμη υποχρέωση για την εκκαθάριση και την πληρωμή της απαίτησής του. Ενόψει τούτου, το Δικαστήριο, κατά πλειοψηφία, κρίνει ότι δεν αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος Δήμος κατέστη υπερήμερος από υπαιτιότητά του, με αποτέλεσμα να μην οφείλει τόκους υπερημερίας επί της ένδικης οφειλής καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που διαρκεί η παράλειψη των εναγόντων να υποβάλουν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την πληρωμή της. Κατόπιν τούτου, το αίτημα των εναγόντων για καταβολή των ανωτέρω ποσών νομιμοτόκως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο. ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ Δέχεται εν μέρει την αγωγή.
ΝΣΚ/42/2018
Διευθέτηση από το Τ.Π.& Δανείων τόκων υπερημερίας στις περιπτώσεις δανειοληπτών των οποίων περιορίστηκαν, δυνάμει του άρθρου 39 του ν. 3259/2004, οι ληξιπρόθεσμες, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού, οφειλές, αλλά δεν τηρήθηκε η ρύθμιση εξόφλησης. Για τις περιπτώσεις των ήδη, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 39 του ν. 3259/2004, ληξιπρόθεσμων οφειλών, τα πιστωτικά ιδρύματα όφειλαν να προχωρήσουν σε αναπροσαρμογή του ύψους των απαιτήσεών τους, με την έναρξη ισχύος του νόμου (4-8-2004) και, επομένως, μία φορά επαναπροσδιορίστηκαν οι οφειλές αυτές και δεν μπορούν να προσδιοριστούν εκ νέου, εάν δε ο οφειλέτης δεν τήρησε τη ρύθμιση εξόφλησης, νομίμως βαρύνονται οι οφειλές με τόκους υπερημερίας. Ειδικώς δε για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, παρέχεται η δυνατότητα στο Διοικητικό Συμβούλιο αυτού, δυνάμει της διατάξεως της παρ. 6 του άρθρου 25 του ν. 3867/2010, με απόφασή του, μετά από αίτηση του υποχρέου, να διευθετήσει τους τόκους υπερημερίας των περιπτώσεων αυτών (ομόφ.).
ΣτΕ/2369/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: «Αποπεράτωση νέας Κεντρικής Λαχαναγοράς Πατρών» (...)Η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε το ανωτέρω αίτημα ως αβάσιμο, με την αιτιολογία ότι εν προκειμένω ο καθορισμός των δικαιουμένων από την αναιρεσείουσα τόκων υπερημερίας κρίθηκε αμετακλήτως με την υπ’ αριθ. 416/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, κατόπιν τηρήσεως εκ μέρους της αναιρεσείουσας της ενδικοφανούς διαδικασίας, ήτοι ασκήσεως ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας, κατά την οποία, όπως και με την από 31.3.1995 προσφυγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση αυτή, αξίωσε, όπως συνομολογεί και η ίδια με την ένδικη προσφυγή της (βλ. σελίδα 26), την καταβολή σ’ αυτήν τόκων υπερημερίας επί του κεφαλαίου της πιστοποιήσεως βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν. 1947/1991·η δε υπ’ αριθ. 417/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, την οποία επικαλείται η αναιρεσείουσα, δεν αναφέρεται στον προσδιορισμό τόκων υπερημερίας, αλλά στην έγκριση του από 17.12.1993 πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής των εργασιών, ενώ, κατά τα άρθρα 14 του ν.δ/τος 1266/1972 και 53 και 55 του π.δ/τος 475/1976, η Επιτροπή Παραλαβής ελέγχει ποσοτικώς και ποιοτικώς τους εκτελεσθείσες εργασίες και δεν αναγνωρίζει δικαιούμενους τόκους υπερημερίας. Η ανωτέρω κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, ο δε λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα της εκτιμήσεως από το δικάσαν δικαστήριο του περιεχομένου της υπ’ αριθ. 417/1998 προγενέστερης αποφάσεώς του, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
ΝΣΚ/241/2012
Δυνατότητα του Τ.Π. & Δανείων να ανατοκίζει οφειλές που δεν προέρχονται από δάνεια και μέχρι ποίου ύψους. Δυνατότητα ανατοκισμού των οφειλομένων προς το Τ.Π. & Δανείων τόκων από χρέη που δεν προέρχονται από δάνεια, υφίσταται μόνο με τις προϋποθέσεις του άρθρου 296 Α.Κ., ενώ δεν είναι δυνατή η καθ’ οιονδήποτε τρόπο καθιέρωση περιορισμού του ύψους των τόκων οι οποίοι επιβαρύνουν το κεφάλαιο αναφορικά με τα χρέη αυτά. Δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής από την Υπηρεσία αυτεπαγγέλτως και με δική της πρωτοβουλία των ήδη βεβαιωθέντων ποσών, κατά το μέρος που αφορούν εκτοκισμό οφειλόμενων τόκων υπερημερίας. (ομοφ.) Κατάσταση : Αποδεκτή
ΣτΕ/3474/2006
Υποχρέωση του αναδόχου για τακτοποίηση των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών «..ο ανάδοχος του έργου δικαιούται τόκων υπερημερίας μόνον εάν ο κύριος του έργου καθυστερήση, άνευ υπαιτιότητος του αναδόχου, να ενεργήση την πληρωμήν επί τη βάσει πιστοποιήσεως υποβληθείσης προς έγκρισιν, θεωρείται δε ότι συντρέχει καθυστέρησις διενεργείας πληρωμών, με συνέπειαν την οφειλήν τόκων υπερημείας, μόνον εάν παρέλθει δίμηνον από της υποβολής της πιστοποιήσεως προς έγκρισιν (ΣΕ 136/2004, 461/2004, 1009/2005 κ.ά.) ……….. δεν υφίσταται υπαιτιότης του κυρίου του έργου οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως η νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου εκ της μη πληρωμής υποβληθέντος λογαριασμού, όταν ο λογαριασμός ούτος δεν συνοδεύεται υπό βεβαιώσεως περί καταβολής των υπό του αναδόχου οφειλομένων ασφαλιστικών εισφορών (πρβλ. ΣΕ 9079/1999) και, κατά συνέπειαν, δεν γεννάται υποχρέωσις αυτού προς καταβολήν τόκων υπερημερίας επί των καθυστερουμένων ποσών καθ` όλον το χρονικόν διάστημα κατά το οποίον διαρκεί η παράλειψις του αναδόχου να υποβάλη την κατά τα ανωτέρω απόδειξιν περί καταβολής των υπέρ του Ι.Κ.Α. ασφαλιστικών εισφορών»).
Δ.Εφ.Αθ/260/2010
Τόκους υπερημερίας δικαιούται ο ανάδοχος του έργου μόνο αν ο κύριος του έργου, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, καθυστέρησε να ενεργήσει πληρωμές με βάση εγκριθείσα πιστοποίηση και μόνον από την υποβολή έγγραφης όχλησης προς τη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία (όχληση) αποτελεί πρόσθετη ουσιαστική προϋπόθεση της καταβολής τόκων υπερημερίας επί της εργολαβικής αμοιβής. Αντίκεινται στις συνταγματικές διατάξεις και στο ΠΠΠΕΣΔΑ, οι διατάξεις περί προσδιορισμού του επιτοκίου υπερημερίας του δήμου, σημαντικά υπολειπομένου του αντίστοιχου ποσοστού του γενικώς ισχύοντος επιτοκίου, στην περίπτωση πληρωμής αναδόχου δημοσίου έργου για τις εργασίες που έχουν εκτελεσθεί από αυτόν. Οι συμβάσεις εκτέλεσης δημοσίων έργων δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ.166/2003 (αντίθετη ως προς την εφαρμογή του π.δ.166/2003 στις συμβάσεις εκτέλεσης δημοσίων έργων η προηγούμενη απόφαση 66/2010 του ΔΕφΑθηνών).
ΕλΣυν/Τμ.7/2/2011
Ως προς την επιβολή τόκων υπερημερίας σε βάρος δημοσίων αρχών λόγω των εκ μέρους τους καθυστερήσεων πληρωμών σε εμπορικές συναλλαγές μεταξύ αυτών και των επιχειρήσεων-δανειστών τους, οι διατάξεις του ως άνω π.δ/τος είναι αποκλειστικώς εφαρμοστέες έναντι της διάταξης της παρ. 10 του άρθρου 5 του ν. 1418/1984, που ρυθμίζει το ζήτημα της επιβολής των οφειλόμενων τόκων υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οφειλόμενων ποσών εκ λογαριασμών και πιστοποιήσεων προς πληρωμή εκτελεσθεισών εργασιών δημόσιων και περαιτέρω και δημοτικών έργων. Τούτο δε διότι στο πεδίο εφαρμογής του ως άνω π.δ/τος υπάγονται και οι πληρωμές εκ συμβάσεων εκτελέσεως δημοσίων και δημοτικών έργων, αφού και οι εν λόγω εργολαβικές συμβάσεις αποτελούν εμπορικές συναλλαγές κατά τον ορισμό της παρ. 1 του άρθρου 3 του διατάγματος αυτού, δοθέντος ότι εν ευρεία εννοία συνεπάγονται παροχή εκ μέρους του εργολήπτη υπηρεσιών έναντι αμοιβής προς την αναθέτουσα (δημόσια) αρχή, για τον προσδιορισμό της οποίας, όπως προκύπτει από το άρθρο 2 παρ. 1 της οδηγίας (και παρά τη ρητή εξαίρεση με την περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ/τος 166/2003), λαμβάνονται υπόψη οι ορισμοί που εμπεριέχονται στις οδηγίες περί δημοσίων συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και η οδηγία 93/37/ΕΟΚ (11), που αφορά στα δημόσια έργα. Συνακόλουθα, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στη σχετική σύμβαση, το ύψος του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από την αναθέτουσα αρχή λογαριασμού εκ της εκτέλεσης δημοτικού έργου υπολογίζεται με βάση το επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην πιο πρόσφατη κύρια πράξη αναχρηματοδότησης, η οποία πραγματοποιείται πριν από την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του οικείου εξαμήνου, προσαυξημένο κατά επτά εκατοστιαίες μονάδες. Η ως άνω δοθείσα ερμηνεία ενισχύεται και από την ήδη ισχύουσα (από της 18.6.2008) διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 53 του ν. 3669/2008 (ΦΕΚ Α΄, 116/18.6.2008 - βλ. και άρθρο δεύτερο αυτού), με την οποία πλέον ρητά προβλέπεται ο υπολογισμός του τόκου υπερημερίας προκειμένου περί καθυστέρησης πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου σύμφωνα με το άρθρο 4 του π.δ/τος 166/2003.