ΣτΕ/1083/2020
Τύπος: Δικαστικές Αποφάσεις
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: Εργασίες επιθεώρησης για τη συντήρηση και παρακολούθηση της δομοστατικής υγείας των στεγάστρων του ... και του ... στο ... Αθλητικό Κέντρο Αθηνών (...) Επειδή, σύμφωνα με τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία, ακόμη και μετά τη ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και στη συνέχεια, να αρνηθεί, ρητά ή σιωπηρά, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως καταβληθέντα, ποσά λογαριασμού, αν, μετά από επανέλεγχο αυτού, διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο στον ανάδοχο. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 13ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΡΕΧΟΝΤΟΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ : 1Η ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΣτΕ/1082/2020
Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 19ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΣτΕ/1081/2020
Παροχή υπηρεσιών τεχνικού συμβούλου-Τόκοι υπερημερίας (...)Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας εντός μηνός από την υποβολή τους και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους (σχετικά με την υπαιτιότητα της αναδόχου, ως προς τη μη προσκόμιση τιμολογίων και αποδεικτικών εξόφλησης κρατήσεων υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΕΕ και ΕΜΠ και την κατά νόμο υπαγωγή ή μη σε Φ.Π.Α. των τόκων υπερημερίας). Στην παρούσα περίπτωση, το Δημόσιο, με την έκθεση απόψεών του και μόνο, επ' ευκαιρία της ασκηθείσας από την αναιρεσιβλητη εταιρεία αγωγής, προέβαλε τους ισχυρισμούς ότι δεν όφειλε τόκους υπερημερίας, λόγω υπαιτιότητας της αναδόχου, καθώς και ότι, κατά νόμο, δεν οφειλόταν Φ.Π.Α. για τους τόκους υπερημερίας της 7ης πιστοποίησης. Η δια του τρόπου αυτού, όμως, εκδηλωθείσα εκ μέρους του Δημοσίου άρνηση καταβολής των ποσών των ρητά εγκριθέντων επίδικων λογαριασμών, χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε έλεγχός τους, δεν ισοδυναμεί με ανάκληση της ρητής εγκρίσεως αυτών και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν οι, κατά τα κριθέντα με την ΣτΕ 251/2017 απόφαση, προϋποθέσεις δυνατότητας άρνησης εξόφλησής τους. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου περί υποχρεώσεως του κυρίου του έργου προς πληρωμή των ποσών των επιδίκων πιστοποιήσεων, αν και στηρίχθηκε σε διαφορετική αιτιολογία, είναι, κατ' αποτέλεσμα, ορθή και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Δια ταύτα Απορρίπτει την αίτηση
ΣτΕ/2213/2020
ΜΕΛΕΤΕΣ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: Μελέτη και κατασκευή κτιριακού συγκροτήματος Περιφερειακού Υποκαταστήματος και Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας Ι.Κ.Α.(...)Ειδικότερα, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Διοικητικό Εφετείο εσφαλμένως υπέλαβε ότι οι εγκεκριμένοι λογαριασμοί τόκων δεν ενσωματώνουν αναγνωρισμένη και εκκαθαρισμένη απαίτηση και ότι, ως εκ τούτου, θα έπρεπε αυτή να παραθέσει στην ένδικη αγωγή της και άλλα πρόσθετα στοιχεία (χρόνο υποβολής των 27ου και 28ου λογαριασμών, χρόνο της τυχόν έγκρισή τους, χρόνο μερικής ή ολικής εξόφλησής τους, έλλειψη υπαιτιότητας αναδόχου για την καθυστερημένη εξόφληση), ώστε να είναι η αγωγική της αξίωση ορισμένη. Προς θεμελίωση του παραδεκτού της κρινόμενης αίτησης, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για το νομικό ζήτημα που τίθεται με τον ως άνω λόγο, αν, δηλαδή, η έγκριση από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμών, όταν δεν αφορά εργολαβικό αντάλλαγμα για εκτελεσθείσες εργασίες, δεσμεύει το διοικητικό εφετείο που δικάζει αγωγή, με την οποία επιδιώκεται η υλοποίηση των εγκεκριμένων αυτών λογαριασμών. Ο ισχυρισμός αυτός είναι βάσιμος και, συνεπώς, ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως προβάλλεται παραδεκτώς, περαιτέρω δεν είναι και βάσιμος εν όψει των εκτεθέντων ανωτέρω στην σκέψη 7. Πράγματι, αίτημα της αγωγής της αναιρεσείουσας, κατά το μέρος που απορρίφθηκε από το δικάσαν δικαστήριο με την προπαρατεθείσα αιτιολογία, δεν ήταν η νομιμότητα ή πληρωμή των 26ου, 27ου και 28ου λογαριασμών, οπότε το εν λόγω δικαστήριο θα μπορούσε, επί ευδοκιμήσεως της αγωγής, εκφέροντας πρωτογενώς κρίση περί του εντόκου ή μη καθυστερημένης εξόφλησης των λογαριασμών αυτών, να επιδικάσει, κατόπιν αιτήματος της ενάγουσας, εκτός από τα ποσά των λογαριασμών, και τόκους υπερημερίας (βλ. το πρώτο μέρος της προσβαλλομένης), αλλά η εξόφληση των πέντε εγκεκριμένων από την Διευθύνουσα Υπηρεσία λογαριασμών τόκων υπερημερίας (λόγω καθυστερημένης εξόφλησης των ανωτέρω 26ου, 27ου και 28ου λογαριασμών του έργου), οι οποίοι εγκεκριμένοι λογαριασμοί τόκων ενσωματώνουν αναγνωρισμένη και εκκαθαρισμένη απαίτηση προς πληρωμή. Εξ άλλου, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Διοίκηση, μετά τη ρητή έγκριση των επίδικων πιστοποιήσεων τόκων υπερημερίας και την ταυτόχρονη έκδοση των αντίστοιχων εντολών πληρωμής, δεν προέβη σε κανένα έλεγχο των ως άνω πιστοποιήσεων/ λογαριασμών ούτε αμφισβήτησε, με οποιονδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους. Δια ταύτα Δέχεται την κρινόμενη αίτηση.... Αναιρεί εν μέρει, κατά τα εκτιθέμενα στο αιτιολογικό, την 182/2017 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση για νέα νόμιμη κρίση.
ΝΣΚ/42/2018
Διευθέτηση από το Τ.Π.& Δανείων τόκων υπερημερίας στις περιπτώσεις δανειοληπτών των οποίων περιορίστηκαν, δυνάμει του άρθρου 39 του ν. 3259/2004, οι ληξιπρόθεσμες, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου αυτού, οφειλές, αλλά δεν τηρήθηκε η ρύθμιση εξόφλησης. Για τις περιπτώσεις των ήδη, κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 39 του ν. 3259/2004, ληξιπρόθεσμων οφειλών, τα πιστωτικά ιδρύματα όφειλαν να προχωρήσουν σε αναπροσαρμογή του ύψους των απαιτήσεών τους, με την έναρξη ισχύος του νόμου (4-8-2004) και, επομένως, μία φορά επαναπροσδιορίστηκαν οι οφειλές αυτές και δεν μπορούν να προσδιοριστούν εκ νέου, εάν δε ο οφειλέτης δεν τήρησε τη ρύθμιση εξόφλησης, νομίμως βαρύνονται οι οφειλές με τόκους υπερημερίας. Ειδικώς δε για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, παρέχεται η δυνατότητα στο Διοικητικό Συμβούλιο αυτού, δυνάμει της διατάξεως της παρ. 6 του άρθρου 25 του ν. 3867/2010, με απόφασή του, μετά από αίτηση του υποχρέου, να διευθετήσει τους τόκους υπερημερίας των περιπτώσεων αυτών (ομόφ.).
ΣτΕ/251/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:ζητείται η αναίρεση της 2421/2013 Eπειδή, με τα δεδομένα που έχουν εκτεθεί, η παραπάνω κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου δεν παρίσταται ορθή, διότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω (σκέψη 7), η Διοίκηση διατηρεί την εξουσία ακόμη και μετά την ρητή έγκριση λογαριασμού, να προβεί σε νέο έλεγχο αυτού και εν συνεχεία να αρνηθεί, ρητώς ή σιωπηρώς, να καταβάλει πιστοποιηθέντα ποσά ή να αναζητήσει ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως, ήδη καταβληθέντα ποσά του λογαριασμού, αν μετά από επανέλεγχο αυτού διαπιστωθεί ότι τα ποσά αυτά δεν οφείλονται για οποιονδήποτε λόγο, στον ανάδοχο (πρβλ. και ΣτΕ 582/2010, 450/2012). Νομίμως δε η Διοίκηση αφαιρεί από επόμενο λογαριασμό ποσά, τα οποία είχαν ήδη καταβληθεί αχρεωστήτως ή μη νομίμως βάσει προηγουμένων λογαριασμών, εφόσον, βεβαίως, όσον αφορά την αφαίρεση αυτή, δεν έχει συμπληρωθεί ο προβλεπόμενος από τις κείμενες διατάξεις χρόνος παραγραφής της αξίωσης του κυρίου του έργου προς αναζήτηση τέτοιων ποσών, ως μη νομίμως ή αχρεωστήτως ήδη καταβληθέντων (βλ. και τη νεότερη διάταξη του άρθρου 134 παρ. 3 του ν. 4070/2012 -Α΄ 82-, με την οποία ρητώς πλέον προβλέπεται η αφαίρεση από νεότερο λογαριασμό ποσών που δεν αντιστοιχούν σε εγκεκριμένες επιμετρήσεις ή αφορούν σε λάθη εγκεκριμένων λογαριασμών). Κατόπιν αυτών, νομίμως προέβη, εν προκειμένω, η Διοίκηση στα πλαίσια ελέγχου του επιδίκου έργου δια της Διαχειριστικής Αρχής ΠΕΠ Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας ,σε επανέλεγχο των λογαριασμών, και περαιτέρω, αφού διαπίστωσε, με βάση την από 5.5.2008 έκθεση Διαχειριστικού ελέγχου ότι είχαν καταβληθεί αχρεωστήτως ποσά που αφορούσαν ποσότητες και δαπάνη εργασιών που είχαν πιστοποιηθεί με τους εγκριθέντες 4ο, 5ο και 6ο λογαριασμούς, νομίμως κατ' αρχήν, αποφάσισε, για λόγους άλλωστε και οικονομίας ενεργειών, την αφαίρεση των εν λόγω ποσών από τους επίδικους ρητώς μεν εγκριθέντες, αλλά μη εισέτι, εξοφληθέντες 7ο και 8ο λογαριασμούς έστω και αν δεν απέδωσε εκ των υστέρων ειδικώς πλημμέλειες σ' αυτούς. Σύμφωνα όμως με τη γνώμη που υποστήριξε η Σύμβουλος Β. Πλαπούτα, όπως προκύπτει από τις διατάξεις του αρθρ. 5 παρ. 8 (ήδη 10) του ν. 1418/84 και 40 του π.δ. 609/1985, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, κάθε πιστοποίηση-λογαριασμός είναι αυτοτελής ως προς τα ποσά που περιλαμβάνει και συνεπώς αν δεν αμφισβητηθεί με τα προβλεπόμενα από το νόμο διοικητικά μέσα και ακολούθως με προσφυγή ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, καθίσταται οριστική και οι εξ αυτής απορρέουσες αξιώσεις δεν μπορούν να προβληθούν εξ αφορμής μεταγενέστερης πιστοποίησης, (βλ. ΣτΕ 101/2014, 1455/2013, 615/2013, 4179/2011, 3232/1998 πρβλ. ΣτΕ 15/2012, 74/1992 επταμ.). Εξάλλου, οι λογαριασμοί συντάσσονται ανακεφαλαιωτικά, τούτο δε αποσκοπεί στη λογιστική απεικόνιση των οφειλομένων και καταβαλλομένων έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος ποσών και δεν αίρει την αυτοτέλεια τους. Ειδικότερα, από κάθε νεότερο λογαριασμό αφαιρούνται τα ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί στον ανάδοχο (ΣτΕ 615/2013, 3232/1998), ενώ τα ποσά που αντιστοιχούν σε απαιτήσεις του κυρίου του έργου, αφαιρούνται μόνον εφόσον οι απαιτήσεις αυτές είναι εκκαθαρισμένες (ΣτΕ 615/2013). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των παρ. 8 και 9 του εν λόγω π.δ.609/1985 συνάγεται ότι όλες οι πληρωμές προς τον ανάδοχο κατά τη διάρκεια κατασκευής του έργου αποτελούν καταβολές έναντι του εργολαβικού ανταλλάγματος, του οποίου η εκκαθάριση, όπως και όλων των αμοιβαίων απαιτήσεων από την εκτέλεση της σύμβασης, διενεργείται μετά την οριστική παραλαβή του έργου, με τον τελικό λογαριασμό αυτού (ΑΠ 1026/2015). Συνεπώς κατά τη γνώμη αυτή, ορθά έκρινε το δικάσαν δικαστήριο, έστω και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία, ότι η Υπηρεσία δεν μπορούσε να αρνηθεί την εξόφληση των επίδικων (με αριθμ. 7 και 8) πιστοποιήσεων επικαλούμενη πλημμέλειες όχι αυτών των ίδιων αλλά προγενεστέρων πιστοποιήσεων του έργου, ως προς τις οποίες μέχρι τότε δεν είχε εγερθεί αμφισβήτηση ενώπιον της Διοικήσεως ή αρμοδίου δικαστηρίου, και ως εκ τούτου πρέπει να απορριφθεί ο περί του αντιθέτου λόγος αναιρέσεως.
ΝΣΚ/124/2020
Εάν η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ (ΕΑΤ) στο πλαίσιο της λειτουργίας της, τόσο ως ΕΤΕΑΝ ΑΕ, όσο και με τη σημερινή νομική μορφή της, δύναται να διαγράψει την πρόβλεψη δυνητικής επιβάρυνσης του ποσού των 31.000.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε τόκους υπερημερίας (ήτοι καθυστερημένη καταβολή της εγγυοδοτικής υποχρέωσης αυτής στα πιστωτικά ιδρύματα), στο πλαίσιο της επί τούτου ρυθμίσεως δυνάμει του άρθρου 7 του ν. 4613/2019.(...)Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) δεν είναι αρμόδιο για την έκδοση γνωμοδότησης επί ερωτήματος, που αφορά το ζήτημα της διαγραφής ή μη από τα βιβλία της ΕΑΤ ΑΕ οφειλής, ύψους 31.000.000 ευρώ, από τόκους υπερημερίας λόγω καθυστέρησης καταβολής της εγγυοδοτικής της υποχρέωσης προς τα πιστωτικά ιδρύματα, καθόσον το ΝΣΚ δεν έχει γνωμοδοτική αρμοδιότητα επί ερωτημάτων που προέρχονται από αυτοτελή νομικά πρόσωπα και δη ιδιωτικού δικαίου, των οποίων η νομική υπηρεσία δεν διεξάγεται από αυτό, ανεξάρτητα αν η λειτουργία τους αποβλέπει στην εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού. Εξάλλου, το ως άνω τιθέμενο ζήτημα αποτελεί αποκλειστικά εσωτερικό θέμα της ως άνω εταιρείας, ενώ από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ενδεχόμενη πρόθεση της ερωτώσης Διοίκησης να αξιοποιήσει τη γνωμοδότηση για ανάληψη ιδίας πρωτοβουλίας στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της (ομόφωνα).
ΔΕΑΦ Β 1112686/2017
Χρόνος έκπτωσης των δαπανών ανώνυμης εταιρείας που προκύπτουν από την αναδρομική αναπροσαρμογή της τιμής προμήθειας φυσικού αερίου και τόκους υπερημερίας, μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013)
ΔΕΑΦ Β 1061927/2015
Παρακράτηση φόρου σε τόκους υπερημερίας που καταβάλλονται σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013.(ΑΔΑ:ΒΖΦΞΗ-ΞΡΣ)
Δ.Εφ.Αθ/260/2010
Τόκους υπερημερίας δικαιούται ο ανάδοχος του έργου μόνο αν ο κύριος του έργου, χωρίς υπαιτιότητα του αναδόχου, καθυστέρησε να ενεργήσει πληρωμές με βάση εγκριθείσα πιστοποίηση και μόνον από την υποβολή έγγραφης όχλησης προς τη διευθύνουσα υπηρεσία, η οποία (όχληση) αποτελεί πρόσθετη ουσιαστική προϋπόθεση της καταβολής τόκων υπερημερίας επί της εργολαβικής αμοιβής. Αντίκεινται στις συνταγματικές διατάξεις και στο ΠΠΠΕΣΔΑ, οι διατάξεις περί προσδιορισμού του επιτοκίου υπερημερίας του δήμου, σημαντικά υπολειπομένου του αντίστοιχου ποσοστού του γενικώς ισχύοντος επιτοκίου, στην περίπτωση πληρωμής αναδόχου δημοσίου έργου για τις εργασίες που έχουν εκτελεσθεί από αυτόν. Οι συμβάσεις εκτέλεσης δημοσίων έργων δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ.166/2003 (αντίθετη ως προς την εφαρμογή του π.δ.166/2003 στις συμβάσεις εκτέλεσης δημοσίων έργων η προηγούμενη απόφαση 66/2010 του ΔΕφΑθηνών).
ΣτΕ/2369/2017
ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ-ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ-ΤΟΚΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ: «Αποπεράτωση νέας Κεντρικής Λαχαναγοράς Πατρών» (...)Η προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε το ανωτέρω αίτημα ως αβάσιμο, με την αιτιολογία ότι εν προκειμένω ο καθορισμός των δικαιουμένων από την αναιρεσείουσα τόκων υπερημερίας κρίθηκε αμετακλήτως με την υπ’ αριθ. 416/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, κατόπιν τηρήσεως εκ μέρους της αναιρεσείουσας της ενδικοφανούς διαδικασίας, ήτοι ασκήσεως ενστάσεως και αιτήσεως θεραπείας, κατά την οποία, όπως και με την από 31.3.1995 προσφυγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση αυτή, αξίωσε, όπως συνομολογεί και η ίδια με την ένδικη προσφυγή της (βλ. σελίδα 26), την καταβολή σ’ αυτήν τόκων υπερημερίας επί του κεφαλαίου της πιστοποιήσεως βάσει των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν. 1947/1991·η δε υπ’ αριθ. 417/1998 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, την οποία επικαλείται η αναιρεσείουσα, δεν αναφέρεται στον προσδιορισμό τόκων υπερημερίας, αλλά στην έγκριση του από 17.12.1993 πρωτοκόλλου προσωρινής παραλαβής των εργασιών, ενώ, κατά τα άρθρα 14 του ν.δ/τος 1266/1972 και 53 και 55 του π.δ/τος 475/1976, η Επιτροπή Παραλαβής ελέγχει ποσοτικώς και ποιοτικώς τους εκτελεσθείσες εργασίες και δεν αναγνωρίζει δικαιούμενους τόκους υπερημερίας. Η ανωτέρω κρίση της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, ο δε λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο αμφισβητείται η ορθότητα της εκτιμήσεως από το δικάσαν δικαστήριο του περιεχομένου της υπ’ αριθ. 417/1998 προγενέστερης αποφάσεώς του, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Δια ταύτα Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.