ΕΣ/Τ1/266/2009
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Μεταφορά προσωπικού.Εντελλόμενη με το επίμαχο χρηματικό ένταλμα δαπάνη, το μεν είναι κανονική, από την άποψη ότι αυτή συνοδεύεται από όλα τα νόμιμα δικαιολογητικά, στα οποία, περιλαμβάνονται τα σχετικά έγγραφα γνωστοποίησης των όρων ατομικής συμβάσεως εργασίας του π.δ. 156/1994 καθενός από τους φερόμενους ως δικαιούχους, στα οποία αναγράφεται η ημερομηνία πρόσληψης και η φύση της εργασιακής σχέσης που τους συνέδεε με τον εργοδότη τους.Κατόπιν αυτών, καθίσταται αλυσιτελής η υποβολή και των πρωτότυπων ή κυρωμένων αντιγράφων των σχετικών δελτίων αναγγελίας πρόσληψης αυτών στον Ο.Α.Ε.Δ., δεδομένου μάλιστα ότι τυχόν παράλειψη αναγγελίας της πρόσληψης τους δεν καθιστά άκυρη την σύμβαση εργασίας τους αλλά έχει ως συνέπεια την επιβολή προστίμου στον εργοδότη.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ/182/2022
Όλες, δηλαδή οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου της ενάγουσας έφεραν εξ αρχής τα χαρακτηριστικά μίας ενιαίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, κατ` εφαρμογή των άνω διατάξεων των άρθρων 648 § 1 ΑΚ, 6 Ν. 765/1943 και 8 του Ν. 2112/1920, αφού αυτή τελούσε σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη της, είχαν τον χαρακτήρα της διαδοχικότητας και, τέλος, δεν υπαγορεύτηκαν από αντικειμενικούς λόγους, που δικαιολογούνταν από τη φύση τους, δηλαδή κάλυπταν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του εργοδότη και ο καθορισμένος χρόνος διάρκειάς τους έγινε προς καταστρατήγηση των δικαιωμάτων της που απορρέουν από τις διατάξεις αυτές. Επομένως, εφόσον η χρονική αφετηρία τους τοποθετείται προ της 17-4-2001, εφαρμοστέες τυγχάνουν εν προκειμένω οι παραπάνω διατάξεις και αυτές είχαν ήδη προσλάβει τον χαρακτήρα της ενιαίας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, τον οποίο διατήρησαν και μετά ταύτα, χωρίς αυτό να προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 103 § § 7 και 8 του Συντάγματος, μετά την αναθεώρησή τους αλλά ούτε και στην παραπάνω Οδηγία 1999/70/1999, σύμφωνα με τις σχετικές σκέψεις που εκτίθενται στην αρχή της παρούσας. Ως εκ τούτου, δεν καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις παραπάνω μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 11 του πδ 164/2004. Σημειώνεται ότι, λόγω της συγχώνευσης του πραγματικού εργοδότη της ενάγουσας, νπδδ με την επωνυμία «Πνευματικό Κέντρο Δήμου …..», στο εναγόμενο, το τελευταίο, υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του εκ της προαναφερθείσας σύμβασης εργασίας της, ενώ και οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, που το ίδιο συνήψε με αυτήν, υποδηλώνει πέραν της εξυπηρέτησης της παραπάνω πάγιας και διαρκούς ανάγκης, που κατέστη πλέον ανάγκη του ιδίου, μετά τη σύστασή του, τη συνέχεια της εργασιακής σχέσης της, και αυτό υποχρεούτο έκτοτε να την απασχολεί υπό τους ίδιους όρους. Η κρίση αυτή, σύμφωνα και με τη σχετική σκέψη που προεκτέθηκε, δεν θεμελιώνεται απλώς και μόνον στο γεγονός ότι το εναγόμενο ανέλαβε, κατά τον ιδρυτικό του σκοπό, την ίδια δραστηριότητα με εκείνη της προαναφερθείσας δημοτικής επιχείρησης, αλλά στο ότι η σχέση εργασίας που τη συνέδεε την ενάγουσα με αυτό μετά το 2014 αποτελεί ουσιαστικά συνέχεια της εργασιακής σχέσης της με τη δημοτική επιχείρηση, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Συνεπώς, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ορθώς ερμηνεύοντας και εφαρμόζοντας τον νόμο αλλά και εκτιμώντας το αποδεικτικό υλικό, κατέληξε στην ίδια κρίση αν και με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την αιτιολογία της παρούσας, και πρέπει όλοι οι λόγοι έφεσης, με τους οποίους το εκκαλούν πλήττει την εκκαλουμένη για την κρίση της αυτή, διατεινόμενο ότι πραγματικός εργοδότης της ενάγουσας ήταν ο εκάστοτε φορέας απασχόλησής της (α΄λόγος), ότι οι συμβάσεις αυτές εξυπηρετούσαν συγκεκριμένες ανάγκες και γι’αυτό έφεραν τα χαρακτηριστικά των συμβάσεων έργου ή εργασίας ορισμένου χρόνου (β΄λόγος), ότι δεν κάλυπτε πάγιες και διαρκείς ανάγκες (γ΄λόγος), και ότι η κρίση αυτή της εκκαλουμένης αντιβαίνει στις διατάξεις της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ και των διατάξεων του Συντάγματος (δ΄λόγος), να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
ΠΔ 156/1994
Υποχρέωση του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας.
Ν.5053/2023 - ΦΕΚ: 158/Α/26.9.2023 άρθρο 38 παρ.α: Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται: α) το π.δ. 156/1994 (Α’ 102), περί της υποχρέωσης του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας,
ΝΣΚ/22/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Φορολογική αντιμετώπιση.Η υπ' αριθ. 25/2011 γνωμοδότηση της Ολομελείας του ΝΣΚ έχει εφαρμογή Α. Ως προς τη φορολογική μεταχείριση της, προ της 23-1-2013 (χρόνου ενάρξεως της ισχύος των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 7 του ν. 4110/2013 καταβληθείσας παροχής - ασφαλίσματος που διενεργείται στα πλαίσια ομαδικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων (όπως τα DAF), που έχουν συνάψει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τους εργαζομένους τους, η οποία παροχή αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εφόσον σωρευτικά συντρέχουν οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. Ύπαρξη ομαδικής ασφάλισης του προσωπικού της επιχείρησης από τον εργοδότη, β. Κάλυψη, ολική ή μερική, του ασφαλίστρου από το εργοδότη (με σύναψη γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου). γ. Επιβολή της ασφάλισης από το νόμο ή όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ δ. Καταβολή του ασφαλίσματος στον εργαζόμενο, δυνάμει του συμβολαίου ομαδικής ασφάλισης, κατά το χρόνο επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, ανεξαρτήτως της μικρής ή μεγαλύτερης διάρκειας του συμβολαίου. Στην περίπτωση κατά την οποία ο εργαζόμενος καταβάλλει μέρος του ασφαλίστρου, η παροχή-ασφάλισμα, κατά το μέρος της που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από αυτόν (τον εργαζόμενο) μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. Β. Ως προς τη φορολόγηση της παροχής-ασφαλίσματος ως εισοδήματος από κινητές αξίες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περ. στ’ του ν. 2238/1994, κατά το μέρος που η παροχή αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, κατά τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970, αδιαφόρως εάν η σύμβαση ασφαλίσεως έχει αποτελέσει ή όχι όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ.
Α.Π/907/2012
Μισθωτοί που συνδέονται με σχέση εργασίας αόριστης διάρκειας και έχουν συμπληρώσει δεκαπενταετή υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη, με την έννοια του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν. 2112/1920 ή το προβλεπόμενο από τον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό όριο ηλικίας, σε περίπτωση δε ελλείψεως τέτοιου ορίου το 65° έτος της ηλικίας τους και αποχωρούν από την υπηρεσία με τη συγκατάθεση του εργοδότη, δικαιούνται το μισό της οριζόμενης από το Ν. 2112/1920, αποζημιώσεως για την περίπτωση απροειδοποίητης καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας.
ΕλΣυν.Τμ.7(ΚΠΕ)329/2016
ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ οργάνωσης, συντονισμού και λειτουργίας δημόσιων σχέσεων: Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το Κλιμάκιο κρίνει ότι η εντελλόμενη με το χρηματικό αυτό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη, διότι η παροχή των υπηρεσιών αυτών εμπίπτει στις συνήθεις αρμοδιότητες του Γραφείου Τύπου, Δημόσιων και Διεθνών Σχέσεων του Δήμου …, στη στελέχωση του οποίου περιλαμβάνονται θέσεις υπαλλήλων δυνάμενων να τις παρέχουν .. Εξάλλου, από τα στοιχεία του φακέλου δεν αποδεικνύεται πόσες από τις τριάντα θέσεις μόνιμου προσωπικού κλάδου ΠΕ Διοικητικού έχουν καλυφθεί ούτε ποια είναι τα ακριβή καθήκοντα αφενός καθενός από τους υπηρετούντες στις θέσεις αυτές υπαλλήλους και αφετέρου καθενός από τους τρεις Ειδικούς Συμβούλους-Συνεργάτες του Δημάρχου, ούτως ώστε να δύναται το Κλιμάκιο να κρίνει αν ο φόρτος εργασίας τους επέτρεπε ή όχι να ασχοληθούν και με τις επίμαχες υπηρεσίες..(..)Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
Ελ.Συν/Τμ.7(ΚΠΕ)135/2015
ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:Νόμιμη η καταβολή μισθοδοσίας πρώτου μηνός τριών (3) Ατόμων με Αναπηρίες (ΑΜΕΑ), οι οποίοι προσελήφθησαν σε δημοτική επιχείρηση, κατ’ επίκληση του άρθρου 56 του ν. 4186/2013, με σύμβαση εργασίας ι.δ.α.χ., μετά τη λήξη της απασχόλησής τους σε αυτή στο πλαίσιο του προγράμματος επιχορήγησης από τον Ο.Α.Ε.Δ. νέων θέσεων εργασίας ΑΜΕΑ, καθόσον νομίμως, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, συνέχισαν να απασχολούνται στην Δ.Ε.Υ.Α., διότι είχαν απασχοληθεί, μέσα στο τελευταίο έτος πριν τη δημοσίευση του πιο πάνω νόμου (17.9.2012 – 17.9.2013), στην εν λόγω επιχείρηση με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου και το αρμόδιο Δ.Σ. της επιχείρησης δήλωσε ότι επιθυμεί τη συνέχιση της απασχόλησής τους. Επομένως, δεν πρόκειται περί νέας πρόσληψης, επαναπρόσληψης, διορισμού ή επαναδιορισμού και δεν απαιτείται προηγούμενη έγκριση της Π.Υ.Σ. 33/2006 ούτε πράξη κατανομής, ενώ αρκεί, εν προκειμένω, η ρητή συναίνεση του εργοδότη για τη συνέχιση της απασχόλησης του εργαζομένου στην επιχείρησή του.
ΝΣΚ/136/2016
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ – Συμβασιούχοι – Επίσχεση εργασίας – Ασφαλιστική υπαγωγή – Αρμοδιότητες ασφαλιστικών οργάνων.Κατά την διάρκεια της επίσχεσης εργασίας, παραμένει ενεργή και η ασφαλιστική σχέση του εργαζόμενου με το Ι.Κ.Α., ανεξαρτήτως του εάν η ασφαλιστέα εργασία ήταν υπακτέα στην κοινή ασφάλιση του Ι.Κ.Α. ή στον ΚΒΑΕ αυτού. Επί νόμιμης επίσχεσης η ασφάλιση στο Ι.Κ.Α. συνεχίζεται, προσδιοριζόμενη εκάστοτε με βάση τα στοιχεία που διαθέτουν τα ασφαλιστικά όργανα (τα οποία εκφέρουν διακεκριμένη και αυτοτελή, μη εξαρτώμενη δηλαδή από την τυχόν προσφυγή των ενδιαφερομένων μερών - εργοδότη και μισθωτού - στα πολιτικά δικαστήρια για την διευθέτηση των μεταξύ τους εργασιακών διαφορών, κρίση) και πάντοτε σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών (άρθρα 200, 288 Α.Κ.), όχι όμως πέραν του ευλόγου χρόνου διάρκειας αυτής, κατά τον οποίο οφείλονται αποδοχές, ο οποίος (εύλογος χρόνος) δεν μπορεί να υπερβεί τους πέντε μήνες, αφού μετά από αυτόν, η αποχή του μισθωτού από την εργασία του, συνιστά, κατά κρίση αντικειμενική, σιωπηρή εκ μέρους του καταγγελία της σύμβασης, εκτός εάν προσκομισθεί αντίθετη δικαστική απόφαση από την οποία να προκύπτει η μη λύση της εργασιακής σχέσης και η συνέχιση της επίσχεσης και πέραν του πενταμήνου αυτού και υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι τα ασφαλιστικά όργανα του Ι.Κ.Α. θα υιοθετήσουν τις παραδοχές της. Για το πεντάμηνο αυτό, τα εν λόγω όργανα του Ι.Κ.Α., οφείλουν να βεβαιώνουν χωρίς προσκόμματα, τον χρόνο ασφάλισης του μισθωτού, με βάση το ασφαλιστικό καθεστώς που αντιστοιχεί στην ειδικότητά του, καθώς επίσης και να εκδίδουν Πράξεις Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) κατά του αρνούμενου να καταβάλει οικειοθελώς τις οφειλόμενες εισφορές του, εν λόγω χρονικού διαστήματος, εργοδότη. Η προσκόμιση, ενώπιον των ασφαλιστικών αυτών οργάνων, απόφασης πολιτικού δικαστηρίου, που εκδόθηκε μεταξύ εργοδότη και μισθωτού και αποφαίνεται για τη χρονική διάρκεια της επίσχεσης, δεν τα δεσμεύει, αφού αυτή δεν ισχύει έναντι πάντων, αλλά δύνανται, τα ασφαλιστικά αυτά όργανα, είτε να συμφωνήσουν με τις παραδοχές της απόφασης αυτής και να προβούν σε όλες τις ως άνω ενδεδειγμένες ενέργειές τους (πλήρης ασφαλιστική κάλυψη του μισθωτού και μετά το πεντάμηνο, έκδοση Π.Ε.Ε. σε βάρος του εργοδότη του κ.λπ.), είτε να κρίνουν αντιθέτως, αιτιολογώντας όμως ειδικώς την αντίθετη αυτή κρίση τους (ομοφ.)
ΝΣΚ/51/2017
Δυνατότητα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) χορήγησης αντιγράφων πινάκων προσωπικού που έχουν κατατεθεί από εργοδότη, στην Ι.Π, η οποία τα ζήτησε επικαλούμενη έννομο συμφέρον της, μετά από ασκηθείσα, από τον ανωτέρω εργοδότη, μήνυση εναντίον της. (Κατάσταση : Αποδεκτή) Πρέπει να χορηγηθούν στην Ι.Π. οι πίνακες προσωπικού που αφορούν τον Σ.Ζ., δεδομένου ότι αυτοί έχουν καταστεί δημόσια έγγραφα, η δε αιτούσα διαθέτει για τη λήψη τους, όχι μόνο το αναγκαίο εύλογο ενδιαφέρον, αλλά ειδικό έννομο συμφέρον (ομοφ.) Πρέπει να χορηγηθούν αντίγραφα των πινάκων προσωπικού και ωρών εργασίας που αφορούν τους Ν.Γ. και Γ.Π., εργαζόμενους στον ίδιο ανωτέρω εργοδότη, δεδομένου ότι η αιτούσα διαθέτει για τη λήψη των συγκεκριμένων ιδιωτικών εγγράφων το απαιτούμενο ειδικό έννομο συμφέρον. Τόσο οι πίνακες, που αφορούν τον Σ.Ζ., όσο και εκείνοι που αφορούν τους Ν.Γ. και Γ.Π., θα χορηγηθούν στην αιτούσα αφού προηγουμένως ενημερωθούν τα υποκείμενα των δεδομένων και διαγραφούν τα στοιχεία που αφορούν τις καταβαλλόμενες αποδοχές τους (πλειοψ.).
ΝΣΚ/79/2016
Αναγνώριση με αμετάκλητη δικαστική απόφαση εργασιακής σχέσης ως αορίστου χρόνου και επιβολή στον εργοδότη της υποχρέωσης να απασχολεί τον εργαζόμενο. Ενέργειες στις οποίες πρέπει να προβεί η Διοίκηση, αν ο ως άνω εργαζόμενος στερείται ακόμη και του βασικού τίτλου σπουδών.
Αναγνώριση με αμετάκλητη απόφαση πολιτικού δικαστηρίου ότι η εργασιακή σχέση μεταξύ Δήμου και εργαζόμενου είναι ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και όχι διαδοχικές συμβάσεις έργου και επιβολή στον Δήμο της υποχρέωσης απασχόλησης του εργαζόμενου σε θέση και ειδικότητα αντίστοιχη της υπηρεσιακής του ένταξης. Η έλλειψη κατοχής από τον εργαζόμενο ακόμη και του βασικού τίτλου σπουδών καθιστά αδύνατη την κατάταξη του υπαλλήλου σε συγκεκριμένη εκπαιδευτική βαθμίδα, βαθμολογικό και μισθολογικό κλιμάκιο και συνιστά σπουδαίο λόγο καταγγελίας εκ μέρους του Δήμου της σύμβασης εργασίας (ομοφ.).
ΝΣΚ/266/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα - Φορολογική αντιμετώπιση ασφαλίσματος. Το ασφάλισμα που καταβλήθηκε στους εργαζομένους επιχειρήσεων, πριν από την ισχύ του ν. 4110/2013, στα πλαίσια ομαδικών ασφαλιστικών συμβάσεων που είχαν συνάψει οι επιχειρήσεις αυτές με ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά το μέρος που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα από τον εργοδότη ασφάλιστρα, αποτελεί εισόδημα των εργαζομένων από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το άρθρο 45 ΚΦΕ, το οποίο υπόκειται σε φορολόγηση κατά το χρόνο που οι δικαιούχοι της ασφαλιστικής παροχής (ασφαλίσματος) απέκτησαν το δικαίωμα είσπραξης αυτής, όχι μόνον όταν η ασφάλιση επιβάλλεται από το νόμο ή έχει αποτελέσει όρο μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών της εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ ή διαιτητικής απόφασης, αλλά και στην περίπτωση της καταβολής των ασφαλίστρων για τον μισθωτό εξ ελευθεριότητος του εργοδότη, εξ αφορμής, πάντως, της σχέσεως εργασίας, ακόμα και αν ο εργοδότης είχε επιφυλαχθεί του δικαιώματος της μονομερούς διακοπής της καταβολής των ασφαλίστρων. Στην περίπτωση της μερικής καταβολής του ασφαλίστρου από τον εργαζόμενο, η παροχή-ασφάλισμα κατά το μέρος που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από τον εργαζόμενο, ακόμη και πριν την έναρξη ισχύος του ν.4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. (ομόφ.) (Η υπ’ αριθ. 22/2017 γνωμ/ση του Β΄ Τμήματος πραγματεύεται σχετικό θέμα)