ΝΣΚ/266/2017
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα - Φορολογική αντιμετώπιση ασφαλίσματος. Το ασφάλισμα που καταβλήθηκε στους εργαζομένους επιχειρήσεων, πριν από την ισχύ του ν. 4110/2013, στα πλαίσια ομαδικών ασφαλιστικών συμβάσεων που είχαν συνάψει οι επιχειρήσεις αυτές με ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά το μέρος που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα από τον εργοδότη ασφάλιστρα, αποτελεί εισόδημα των εργαζομένων από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το άρθρο 45 ΚΦΕ, το οποίο υπόκειται σε φορολόγηση κατά το χρόνο που οι δικαιούχοι της ασφαλιστικής παροχής (ασφαλίσματος) απέκτησαν το δικαίωμα είσπραξης αυτής, όχι μόνον όταν η ασφάλιση επιβάλλεται από το νόμο ή έχει αποτελέσει όρο μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών της εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ ή διαιτητικής απόφασης, αλλά και στην περίπτωση της καταβολής των ασφαλίστρων για τον μισθωτό εξ ελευθεριότητος του εργοδότη, εξ αφορμής, πάντως, της σχέσεως εργασίας, ακόμα και αν ο εργοδότης είχε επιφυλαχθεί του δικαιώματος της μονομερούς διακοπής της καταβολής των ασφαλίστρων. Στην περίπτωση της μερικής καταβολής του ασφαλίστρου από τον εργαζόμενο, η παροχή-ασφάλισμα κατά το μέρος που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από τον εργαζόμενο, ακόμη και πριν την έναρξη ισχύος του ν.4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. (ομόφ.) (Η υπ’ αριθ. 22/2017 γνωμ/ση του Β΄ Τμήματος πραγματεύεται σχετικό θέμα)
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΝΣΚ/22/2017
Ομαδικά συνταξιοδοτικά προγράμματα. Φορολογική αντιμετώπιση.Η υπ' αριθ. 25/2011 γνωμοδότηση της Ολομελείας του ΝΣΚ έχει εφαρμογή Α. Ως προς τη φορολογική μεταχείριση της, προ της 23-1-2013 (χρόνου ενάρξεως της ισχύος των διατάξεων της παρ.3 του άρθρου 7 του ν. 4110/2013 καταβληθείσας παροχής - ασφαλίσματος που διενεργείται στα πλαίσια ομαδικών συνταξιοδοτικών προγραμμάτων (όπως τα DAF), που έχουν συνάψει οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τους εργαζομένους τους, η οποία παροχή αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εφόσον σωρευτικά συντρέχουν οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α. Ύπαρξη ομαδικής ασφάλισης του προσωπικού της επιχείρησης από τον εργοδότη, β. Κάλυψη, ολική ή μερική, του ασφαλίστρου από το εργοδότη (με σύναψη γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου). γ. Επιβολή της ασφάλισης από το νόμο ή όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ δ. Καταβολή του ασφαλίσματος στον εργαζόμενο, δυνάμει του συμβολαίου ομαδικής ασφάλισης, κατά το χρόνο επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης, ανεξαρτήτως της μικρής ή μεγαλύτερης διάρκειας του συμβολαίου. Στην περίπτωση κατά την οποία ο εργαζόμενος καταβάλλει μέρος του ασφαλίστρου, η παροχή-ασφάλισμα, κατά το μέρος της που προέρχεται από ασφάλιστρα καταβληθέντα από αυτόν (τον εργαζόμενο) μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4110/2013, δεν φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, εκτός εάν τα ασφάλιστρα εξέπεσαν από το ακαθάριστο εισόδημά του και δεν φορολογήθηκαν, οπότε φορολογείται. Β. Ως προς τη φορολόγηση της παροχής-ασφαλίσματος ως εισοδήματος από κινητές αξίες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περ. στ’ του ν. 2238/1994, κατά το μέρος που η παροχή αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, κατά τις διατάξεις του ν.δ. 400/1970, αδιαφόρως εάν η σύμβαση ασφαλίσεως έχει αποτελέσει ή όχι όρο της μεταξύ του εργοδότη και των μισθωτών εργασιακής σύμβασης ή δεσμευτικής για τον εργοδότη ΣΣΕ.
ΝΣΚ/25/2011
Τρόπος φορολόγησης της εφάπαξ παροχής, που εισέπραξαν υπάλληλοι της «Ο.Ε.Ο.Α. Αθήνα 2004», βάσει ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου.Η εφάπαξ συνταξιοδοτική παροχή, που εισέπραξαν οι υπάλληλοι της «Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων – Αθήνα 2004», βάσει ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, αφενός μεν σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 45 παρ. 1 Κ.Φ.Ε., ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, κατά το μέρος αυτής, που αντιστοιχεί στα καταβληθέντα ασφάλιστρα και αφετέρου σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1 περίπτ. στ΄ Κ.Φ.Ε., ως εισόδημα από κινητές αξίες, αν μέρος αυτής αντιστοιχεί στην υπεραπόδοση των επενδύσεων των μαθηματικών αποθεμάτων, που σχηματίζονται για τις ασφαλίσεις ζωής, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΝΔ 400/1970. (ομοφ.)
ΠΔ 156/1994
Υποχρέωση του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας.
Ν.5053/2023 - ΦΕΚ: 158/Α/26.9.2023 άρθρο 38 παρ.α: Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται: α) το π.δ. 156/1994 (Α’ 102), περί της υποχρέωσης του εργοδότη να ενημερώνει τον εργαζόμενο για τους όρους που διέπουν τη σύμβαση ή τη σχέση εργασίας,
ΝΣΚ/46/2022
Ερωτάται εάν οι μισθωτές των κυλικείων, τα οποία λειτουργούν στις Σχολές Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών, Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών και Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση καταβολής μισθώματος από την 1-7-2021 μέχρι την έναρξη του νέου ακαδημαϊκού έτους.(...)Οι πράξεις της κανονιστικά δρώσας Πολιτείας για τον περιορισμό της περαιτέρω διασποράς του ιού Covid-19, συνιστούν λόγο ανωτέρας βίας, με την επίκληση του οποίου, οι μισθωτές των κυλικείων των τριών ανωτέρω Σχολών δύναται να θεωρηθεί ότι ανυπαιτίως εμποδίστηκαν στην ορθή και έγκαιρη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων αυτών κατά το χρονικό διάστημα από 1-7-2021 μέχρι 31-8-2021 και επομένως πρέπει να απαλλαγούν από την υποχρέωση καταβολής των αντίστοιχων μισθωμάτων. Όσον αφορά δε για το χρονικό διάστημα από 1-9-2021 μέχρι 30-9-2021 πρέπει να ισχύσει το αυτό, με τον ίδιο δικαιολογητικό λόγο, για τους μισθωτές της Σχολής Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών και της Σ.Ε.Μ.Φ.Ε. Ειδικά στην τελευταία περίπτωση, όμως, εφόσον αποδειχθεί ότι η επιχείρηση λειτούργησε σε χρόνο προγενέστερο από την 27-9-2021, πρέπει να υπάρξει μερική απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής του μισθώματος, κατά δίκαιη κρίση της διοίκησης και ανάλογα προς τον κύκλο εργασιών, που τυχόν πραγματοποίησε αυτή. Ανάλογη μείωση πρέπει να γίνει και για το κυλικείο της Σχολής Η.Μ.Μ.Υ., το οποίο επαναλειτούργησε από την 1-9-2021.
ΝΣΚ/253/2016
Κατάσχεση εκ μέρους της Διοίκησης, εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, κατά υποχρέου ο οποίος είχε προαποβιώσει της επιβολής της κατασχέσεως και υποχρέωση της Διοίκησης προς απόδοση του περιελθόντος σ’ αυτή προϊόντος της κατασχέσεως, προς εξόφληση πολεοδομικού προστίμου, το οποίο τελεί υπό αναστολή είσπραξης, ενόψει της διάταξης της παρ.8 του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, κατά την οποία καταβληθέντα ποσά ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται. Δικαιούχος της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.(...)Σε περίπτωση επιβολής κατασχέσεως εις χείρας τρίτου πιστωτικού ιδρύματος, εκ μέρους της Διοίκησης και υποβολής αρχικής εμπρόθεσμης και αρνητικής δηλώσεως εκ μέρους αυτού και ενημερώσεως της φορολογικής αρχής περί του θανάτου της υπόχρεου προ της επιβολής τη κατασχέσεως, αυτή καθίσταται ανυπόστατη και ενδείκνυται η Διοίκηση να αναμορφώσει, με τις απαραίτητες ενέργειες, τις νομικές και πραγματικές καταστάσεις που διαμορφώθηκαν εξ αιτίας της κατασχέσεως αυτής, ήτοι να επιστρέψει στο Τραπεζικό Ίδρυμα και στους τραπεζικούς λογαριασμούς από τους οποίους εκταμιεύθηκαν, ενόσω υφίστατο αναστολή εισπράξεως, τα ήδη καταβληθέντα από την Τράπεζα χρηματικά ποσά. Η Δ.Ο.Υ., ειδικότερα, οφείλει να εκκαθαρίσει το Ατομικό Φύλλο Εκπτώσεως (ΑΦΕΚ), που της απέστειλε η Υπηρεσία Δόμησης του Δήμου Μαρκόπουλου Αττικής, χωρίς να κωλύεται από τη διάταξη του άρθρου 24 του Ν.4178/2013, στην οποία ορίζεται ότι τα καταβληθέντα ποσά, ανεξαρτήτως της αιτίας καταβολής δεν αναζητούνται, διότι η διάταξη προϋποθέτει έγκυρη καταβολή, βασιζόμενη σε υποστατή κατάσχεση. Τα ως άνω χρηματικά ποσά θα επιστραφούν στην Τράπεζα, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, καθόσον δεν έχει επέλθει παραγραφή της απαιτήσεως προς επιστροφή, σύμφωνα με το άρθρο 140 του Ν. 4270/2014, χωρίς πάντως να οφείλονται τόκοι υπερημερίας, διότι δεν συντρέχει η προϋπόθεση του άρθρου 21 του ΚΝΔΔ (ομοφ.).
ΣΤΕ/1995/2019
Φορολογία εισοδήματος. Η παράλειψη δήλωσης φορολογητέου εισοδήματος και η ύπαρξη αντίστοιχης φορολογητέας ύλης μπορεί να προκύπτει, κατά την αιτιολογημένη κρίση της φορολογικής αρχής, και από έμμεσες αποδείξεις. Τέτοιες αποτελούν τα μεγάλα ποσά που περιέχονται σε τραπεζικό λογαριασμό του φορολογούμενου, μέσω του οποίου πραγματοποιείται έμβασμα στο εξωτερικό, που δεν καλύπτονται από τα νομίμως φορολογηθέντα ή απαλλαχθέντα του φόρου εισοδήματα. Το εμμέσως αποδεικνυόμενο εισόδημα λογίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από ελευθέριο επάγγελμα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 48 παρ. 3 του ΚΦΕ, που εφαρμόζεται και όταν η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό προκύπτει σε χρόνο προγενέστερο της 30.9.2010, χωρίς αυτό να αντίκειται στην παρ. 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος. Κρίσιμος ο χρόνος της κατάθεσης του επίμαχου ποσού στον τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου ή τυχόν προγενέστερος κατά τον οποίο επήλθε η αντίστοιχη προσαύξηση της περιουσίας του φορολογούμενου. Εξουσίες του δικαστηρίου αν κρίνει ότι η περιουσιακή προσαύξηση δεν επήλθε κατά τη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας πραγματοποιήθηκε το οικείο έμβασμα. Πότε ο φορολογούμενος δύναται να επικαλεσθεί ότι το ποσό που βρέθηκε σε τραπεζικό λογαριασμό του προέρχεται από δάνειο που του χορήγησε άλλο πρόσωπο. Αν το διοικητικό δικαστήριο αδυνατεί να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση περί του χρόνου της επέλευσης της περιουσιακής προσαύξησης άγνωστης πηγής ή αιτίας, επιρρίπτει το βάρος απόδειξης στη φορολογική διοίκηση και όχι στον φορολογούμενο. Εφόσον οι αναιρεσείοντες είχαν αμφισβητήσει ότι οι επίμαχες προσαυξήσεις της περιουσίας τους έλαβαν χώρα το 2010, το 2011 και το 2012, το βάρος απόδειξης του χρόνου επέλευσης αυτών έφερε η φορολογική αρχή. Η ανωτέρω κρίση του ΔΕΑ, σχετικά με τον κρίσιμο χρόνο επέλευσης των επίδικων προσαυξήσεων περιουσίας και, περαιτέρω, το οικονομικό έτος φορολόγησης των αντίστοιχων ποσών εμβασμάτων, ενέχει εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή του άρθρου 48 παρ. 3 του ΚΦΕ. Ο σχετικός λόγος αναίρεσης προβάλλεται παραδεκτά κατά το άρθρο 12 παρ. 1 του ν.3900/2010. Μερικά δεκτή η αναίρεση (αναιρεί εν μέρει την αριθμ. 805/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/258/2017
Καταβολή χρηματικού βοηθήματος σε υπάλληλό της λόγω απόκτησης τέκνου (βάσει ΣΣΕ).(..)Οι αμοιβές αυτές αποτελούνται από τον βασικό μισθό και τα προβλεπόμενα στο εν λόγω μισθολόγιο επιδόματα και παροχές, μη εφαρμοζομένου πλέον του δυνάμει συλλογικών συμβάσεων εργασίας οριζόμενου μισθολογικού καθεστώτος για το εν λόγω προσωπικό, το οποίο άλλωστε είχε ήδη καταργηθεί από 1.1.2013 με την εφαρμογή του ν. 4024/2011...Η παροχή δε αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μη μισθολογική παροχή εργοδότη προς εργαζόμενο, κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 4336/2015..διότι η χορήγησή της αντιβαίνει στην αρχή της οικονομικότητας που, ως αρχή του δημοσιολογιστικού δικαίου, εφαρμόζεται και στις υπαγόμενες στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Δ.Ε.Υ.Α. (Ε.Σ. Πράξη VII Τμ. 69/2016). Ειδικότερα, η παροχή του συγκεκριμένου βοηθήματος λόγω απόκτησης τέκνου δεν σχετίζεται με τη λειτουργία της Δ.Ε.Υ.Α., υπό την έννοια ότι δεν συνάπτεται με την ενάσκηση των υπηρεσιακών καθηκόντων των υπαλλήλων,...Επιπλέον δεν εμπίπτει στις υποχρεώσεις του εργοδότη η χορήγηση παροχών προνοιακού χαρακτήρα..Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη δεν είναι νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.7/28/2018
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ:Με τα ανωτέρω δεδομένα η εντελλόμενη με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής δαπάνη δεν είναι νόμιμη, ως στερούμενη νομίμου ερείσματος, καθόσον δεν προβλέπεται από τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία της Δ.Ε.Υ.Α.Χ. η δυνατότητα επιστροφής ποσών που παρακρατήθηκαν νόμιμα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το ισχύον ασφαλιστικό καθεστώς, από τις αποδοχές της φερόμενης ως δικαιούχου, ως ασφαλιστικές εισφορές εργαζο-μένου. Έρεισμα δε της επιστροφής των ως άνω παρακρατούμενων ποσών δεν μπορεί να αποτελέσει το άρθρο 361 του Α.Κ., που αναφέρεται σε ενοχή από σύμβαση, καθόσον η καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών ρυθμίζεται από τις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του ν. 4387/2016. Αντίθετη εκδοχή σύμφωνα με την οποία η Δ.Ε.Υ.Α.Χ. δύναται να αναλαμβάνει την καταβολή και της εισφοράς που βαρύνει τον εργαζόμενο θα είχε ως συνέπεια την αναγνώριση δυνατότητας μονομερούς επιλογής μισθολογικών παραμέτρων εκ μέρους της, κατά παρέκκλιση του αναγκαστικού επίσης συστήματος προσδιορισμού των αποδοχών που τη διέπει (πρβλ. ΚΠΕΔ Ι Τμ. 248/2013), καθόσον η εκ μέρους της ανάληψη της υποχρέωσης καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών που κατά νόμο βαρύνουν τον εργαζόμενο θα συνιστούσε συγκεκαλυμμένη προσαύξηση μισθού. Ήδη δε από 1.1.2016 (άρθρο 35 ν. 4354/2015) οι δικηγόροι που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στις Δ.Ε.Υ.Α. υπήχθησαν στο μισθολογικό καθεστώς του ν. 4354/ 2015, ο οποίος προβλέπει κατά τρόπο εξαντλητικό τις μισθολογικές παροχές που τους καταβάλλονται.
ΝΣΚ/144/2018
Εκμίσθωση ακινήτου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ - Υπόχρεος καταβολής μισθωμάτων.Κατ' εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού Μισθώσεων και Εκμισθώσεων του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ το ακίνητο του εκμισθωτή ΙΚΑ-ΕΤΑΜ είχε νομοτύπως εκμισθωθεί προς την εταιρεία «...S», ως μισθώτρια, ενώ το Προξενείο Σεϋχελλών, το οποίο φέρεται μεταγενεστέρως ως μισθωτής, δεν υπεισήλθε νομοτύπως στη μισθωτική σχέση παρά τη σιωπηρή συναίνεση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Δεν έχει καταρτισθεί νόμιμα τροποποιητική σύμβαση μείωσης του μισθώματος στην ως άνω μίσθωση, διότι δεν τηρήθηκε ο συστατικός νόμιμος τύπος της υπογραφής σχετικής τροποποιητικής σύμβασης. Υπόχρεος για την καταβολή του οφειλομένου ποσού από μη καταβληθέντα και στο ιστορικό αναφερόμενα ενοίκια για τον χώρο του 6°'' ορόφου στο κτήριο επί της οδού Κηφισίας 178 είναι η « ...», διότι δεν επήλθε ποτέ νόμιμη μεταβολή του προσώπου του μισθωτή (πλειοψ.).
ΝΣΚ/67/2010
Εφαρμογή ή μη του άρθρου 34 παρ. 7 του ΠΔ 609/1985, για την πληρωμή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου. Αδυναμία είσπραξης εγκεκριμένου λογαριασμού από τον ανάδοχο λόγω μη φορολογικής-ασφαλιστικής ενημερότητας.Η πληρωμή από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία των αποδοχών του προσωπικού του αναδόχου, σε εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 34 παρ. 7 του Π.Δ. 609/1985, είναι ανεξάρτητη από την έλλειψη φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας του αναδόχου, δικαιολογητικών απαραίτητων για την από τον ανάδοχο είσπραξη εγκεκριμένου λογαριασμού. Το ποσό όμως της εν λόγω καταβολής, το οποίο συνιστά ανταπαίτηση του εργοδότη κατά του αναδόχου, δεν μπορεί να συμψηφιστεί σε ήδη εγκριθέντα λογαριασμό, αφού αυτός πλέον μετά την έγκρισή του δεν μπορεί να τροποποιηθεί, αλλά θα αφαιρεθεί από τον επόμενο λογαριασμό μέσω της διαδικασίας εγκρίσεώς του από την Διευθύνουσα Υπηρεσία.