Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΕΣ/Τ1/124/2001

Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: εσ/τ1/124/2001

Το Ε.Σ.δεν κωλύεται από το δεδικασμένο που απορρέει από την ανωτέρω απόφαση να αποφασίσει ότι η νόμιμη υπόσταση του οργάνου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την χορήγηση σε Προϊσταμένους Γραμματείας Α.Ε.Ι. του σχετικού επιδόματος θέσεως ευθύνης και δεν αρκεί η απλή ανάθεση και άσκηση των οικείων καθηκόντων χωρίς, νόμιμο διορισμό.


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τ1/124/2001

Το Ε.Σ. δεν κωλύεται από το δεδικασμένο που απορρέει από την ανωτέρω απόφαση να αποφασίσει ότι η νόμιμη υπόσταση του οργάνου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την χορήγηση σε Προϊσταμένους Γραμματείας Α.Ε.Ι. του σχετικού επιδόματος θέσεως ευθύνης και δεν αρκεί η απλή ανάθεση και άσκηση των οικείων καθηκόντων χωρίς, νόμιμο διορισμό.


ΕΣ/Τ1/124/2001

Επίδομα θέσεως ευθύνης υπαλλήλων ειδικών θέσεων 1ου και 2ου βαθμού. Καθορισμός. Διαδικασία ανάθεσης καθηκόντων Προϊσταμένων. Δεδικασμένο απόφασης Διοικητικού Εφετείου που δεν δεσμεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο.

ΕΣ/Τ7/61/2007

Tο Ελεγκτικό Συνέδριο έχει τη δυνατότητα να διενεργεί παρεμπίπτοντα έλεγχο ζητημάτων που άπτονται της νομιμότητας και κανονικότητας της ελεγχόμενης δαπάνης, δεσμευόμενο μόνο από το δεδικασμένο που απορρέει από δικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικώς στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης (Πρ VII Τμ. 418/2006). Το Ελεγκτικό Συνέδριο διενεργώντας παρεμπίπτοντα έλεγχο νομιμότητας των ατομικών διοικητικών πράξεων, οι οποίες αποτελούν έρεισμα της ελεγχόμενης δαπάνης, ακόμα και στην περίπτωση που αυτές δεν έχουν ανακληθεί ή ακυρωθεί και επομένως καλύπτονται από το τεκμήριο νομιμότητας, δεν προβαίνει στην ακύρωση των πράξεων αυτών, αλλά στην αποδυνάμωση τους από τις δημοσιονομικές συνέπειες που αυτές μπορούν να επιφέρουν. Η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για τη διενέργεια κλειστού διαγωνισμού με πρόσκληση περιορισμένου αριθμού εργοληπτικών επιχειρήσεων, ως διοικητική πράξη αιτιολογητέα από τη φύση της, αφού εκδίδεται κατ' εφαρμογή εξαιρετικών διατάξεων, πρέπει, σύμφωνα με γενική αρχή του διοικητικού δικαίου να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, υπό την έννοια ότι οι ειδικές εκείνες περιστάσεις που δικαιολογούν την εφαρμογή της εξαιρετικής αυτής διαδικασίας επιλογής αναδόχου, αρκεί να προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος νομιμότητας της από το Δικαστήριο (βλ Πρ VII Τμ 264, 196/2006, V Τμ 4/2004, IV Τμ. 54/2002,33,64/1997).


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.1/60/2017

Πληρωμή αποζημιωσης ακαδημαϊκής υποτροφου. (..)Με τα δεδομένα αυτά, το Κλιμάκιο κρίνει ότι νομίμως προκηρύχθηκε με την 31/13.10.2016 πράξη της Συνέλευσης του Α.Ε.Ι. ...η επίμαχη θέση ακαδημαϊκού υποτρόφου,...Επίσης, η από 5.10.2016 εισήγηση του Τομέα Πλεκτικής – Ετοίμου Ενδύματος, είναι υποστατή και έγκυρη, παρότι το σχετικό πρακτικό δεν φέρει τις υπογραφές όλων των μελών που παρευρέθησαν στη σχετική συνεδρίαση, καθόσον το πρακτικό αυτό είναι υπογεγραμμένο από τον Πρόεδρο του Τομέα, η υπογραφή του οποίου αρκεί για τη νόμιμη υπόσταση κάθε πράξης του συλλογικού αυτού οργάνου....Ως εκ τούτου, με τον συνυπολογισμό των ωρών διδασκαλίας (30 ώρες/εβδομάδα) που ανατέθηκαν στη φερόμενη ως δικαιούχο ακαδημαϊκή υπότροφο, δεν επέρχεται υπέρβαση του ορίου των 517,50 ωρών (450 + 15%), που τίθεται με την προαναφερόμενη απόφαση κατανομής θέσεων ακαδημαϊκών υποτρόφων.....Τέλος, η 12/24.10.2016 πράξη (θέμα 2ο παρ. 2) της Συνέλευσης του Τμήματος Κλωστοϋφαντουργών Μηχανικών Τ.Ε., με την οποία προσλήφθηκε η φερόμενη ως δικαιούχος ακαδημαϊκή υπότροφος, είναι μη νόμιμη, καθόσον, κατά παράβαση της οριζόμενης στον Οργανισμό του Ιδρύματος διαδικασίας, η σχετική απόφαση ελήφθη χωρίς να έχει προηγουμένως υποβληθεί η γραπτή εισηγητική έκθεση της αρμόδιας για την αξιολόγηση των υποψήφιων τριμελούς εισηγητικής επιτροπής. Πλην όμως, το Κλιμάκιο κρίνει ότι τα αρμόδια όργανα δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των κειμένων διατάξεων, αλλά επειδή θεώρησαν, συγγνωστώς, ενόψει και της επείγουσας ανάγκης για την πλήρωση της εν λόγω θέσης ακαδημαϊκής υποτρόφου, ότι η συνέλευση του Τμήματος μπορούσε να προβεί η ίδια σε αξιολόγηση των τυπικών και ουσιαστικών προσόντων της μοναδικής υποψήφιας για τη θέση αυτή, χωρίς να είναι απαραίτητη η αξιολόγησή της από την προβλεπόμενη στον Οργανισμό του Ιδρύματος τριμελή εισηγητική επιτροπή....Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, οι εντελλόμενες με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες, όμως αυτά θα μπορούσαν  να θεωρηθούν λόγω συγγνωστής πλάνης


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/8/2018

Καταβολή αναδρομικών επιδομάτων θέσεως ευθύνης:..Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην υπό στοιχ. ΙΙ. νομική σκέψη, η καταβολή του επίμαχου επιδόματος θέσης ευθύνης στην φερόμενη ως δικαιούχο του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος είναι μη νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τη διαφωνούσα Επίτροπο. Και τούτο, διότι της άσκησης των εν λόγω καθηκόντων δεν προηγήθηκε η έκδοση απόφασης, περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Παιδικής Φροντίδας και Παιδείας της Διεύθυνσης Κοινωνικής Πολιτικής Πολιτιστικής Ανάπτυξης Παιδείας του ως άνω νομικού προσώπου. Τέτοια απόφαση δεν συνιστά η, επικαλούμενη από τη φερόμενη ως δικαιούχο, 62/1442/04.10.2013 απόφαση περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης Διεύθυνσης του Βρεφονηπιακού και των Παιδικών Σταθμών του νομικού προσώπου, η οποία αφενός μεν εκδόθηκε πριν από τη δημοσίευση της, ισχύουσας από 25.04.2014, έγκρισης του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας, αφετέρου δε αφορά σε θέση Προϊσταμένης Διεύθυνσης, η οποία δεν υφίσταται στον, ισχύοντα κατά τον κρίσιμο χρόνο, Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας, ούσα, σε κάθε περίπτωση, διάφορη της θέσης που αφορά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα. Περαιτέρω, η προαναφερθείσα 56/2018/18.11.2016 απόφαση του Προέδρου του νομικού προσώπου, περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης, αφορά τον ορισμό αυτής από 18.11.2016, μη έχουσα αναδρομική ισχύ. Εξάλλου, τα προβαλλόμενα με το έγγραφο «αντιρρήσεων-προσφυγής-αίτησης» της φερόμενης ως δικαιούχου, σύμφωνα με το οποίο για τη νόμιμη καταβολή του επίμαχου επιδόματος αρκεί η εκ μέρους της πραγματική άσκηση των καθηκόντων της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης του παραπάνω Τμήματος, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η παράλειψη έκδοσης της απόφασης του ανωτέρω οργάνου, περί ορισμού της ως αναπληρώτριας Προϊσταμένης, παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της νομιμότητας και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, είναι απορριπτέα, καθόσον το μεν επίδομα θέσης ευθύνης καταβάλλεται νομίμως σε εκείνον που ασκεί εν τοις πράγμασι καθήκοντα προϊσταμένου, εφόσον, όμως, έχοντας τα νόμιμα προς τούτο προσόντα, ορίζεται προηγουμένως για το σκοπό αυτό με απόφαση του αρμόδιου οργάνου, η δε επίκληση των ανωτέρω αρχών δεν δύναται να καταστήσει νόμιμη την άσκηση από δημόσιο υπάλληλο καθηκόντων αναπλήρωσης Προϊσταμένου οργανικής μονάδας, χωρίς προηγούμενη απόφαση του αρμόδιου οργάνου που να τον διορίζει ως αναπληρωτή.Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη και το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.


ΕλΣυν/Τμ.6/746/2013

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Αιτηση ανάκλησης της 580/2012 πράξης του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Σύμφωνα όμως με όσα αναφέρθηκαν στην σκέψη V της παρούσας και δεδομένου ότι, όπως προεκτέθηκε, η αιτούσα κοινοπραξία «.....…..» είχε αποκλειστεί από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, λόγω ελλείψεων της προσφοράς της, συνάγεται ότι δεν θεμελιώνει σπουδαίο έννομο συμφέρον για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης, όπως βασίμως προβάλλεται από τους ως άνω παρεμβαίνοντες υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης, καθόσον από την ευδοκίμηση της αίτησης αυτής δεν αποκομίζει καμιά ωφέλεια. Τούτο δε, διότι η, κατά παραδοχή των ανωτέρω λόγων της κρινόμενης αίτησης, ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης θα οδηγούσε στη ματαίωση του διαγωνισμού, δεδομένου ότι έχουν αποσφραγισθεί οι οικονομικές προσφορές, χωρίς να έχει αξιολογηθεί η τεχνική προσφορά της ανωτέρω αιτούσας κοινοπραξίας. Συνεπώς, η μόνη ωφέλεια που μπορεί να αποκομίσει η αιτούσα από την ευδοκίμηση της αίτησής της συνίσταται στο ενδεχόμενο, υπό την προϋπόθεση της επαναπροκήρυξης του διαγωνισμού και συμμετοχής της στη σχετική διαδικασία, να ανακηρυχθεί ανάδοχος. Η μελλοντική, όμως, και αβέβαιη αυτή προσδοκία δεν αρκεί προς θεμελίωση εννόμου συμφέροντος αυτής προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης. Σε κάθε περίπτωση,, οι λόγοι της υπό κρίση αίτησης, με τους οποίους αυτή αμφισβητεί τη νομιμότητα της μίας από τις επάλληλες αιτιολογίες της 1319/2.12.2011 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας ..... περί αποκλεισμού της (μη τήρηση της ελάχιστης απόστασης θωράκισης του υποθαλάσσιου αγωγού μεταφοράς από την στάθμη του πυθμένα της θαλάσσης), έχουν ήδη κριθεί και απορριφθεί με την 258/2012 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας, από την οποία απορρέει προσωρινό δεδικασμένο ως προς τα ζητήματα που κρίθηκαν από αυτή, το οποίο δεσμεύει τόσο την αναθέτουσα αρχή όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση προσυμβατικού ελέγχου (βλ. Πρακτικά Ολομ. Ελ.Συν. της 16ης Γ.Σ. της 19.9.2012 – Θέματα Γ΄ και Δ΄), ενώ, εξάλλου, η εξέταση των λόγων, με τους οποίους αμφισβητείται η νομιμότητα των λοιπών επάλληλων αιτιολογικών ερεισμάτων της ως άνω απόφασης περί αποκλεισμού της, παρέλκει ως αλυσιτελής. Τέλος, η άσκηση από την αιτούσα αίτησης ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της ως άνω απόφασης αποκλεισμού της δεν μπορεί να οδηγήσει σε αντίθετη κρίση, όσον αφορά αφενός στο έννομο συμφέρον αυτής για την άσκηση της υπό κρίση αίτησης, και αφετέρου στη δέσμευση του παρόντος Τμήματος από το απορρέον από την ως άνω απόφαση της Ε.Α. του Συμβουλίου της Επικρατείας προσωρινό δεδικασμένο ως προς τη νομιμότητα του αποκλεισμού της. Επιπλέον, πρέπει να απορριφθούν ως ασκούμενες χωρίς έννομο συμφέρον οι παρεμβάσεις των κοινοπραξιών «….», καθώς και των εταιρειών-μελών της τελευταίας, υπέρ της αίτησης της ως άνω αιτούσας κοινοπραξίας, τόσο για τους προεκτεθέντες λόγους, δεδομένου ότι και αυτές αποκλείστηκαν από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία κατά το πρώτο στάδιο αξιολόγησης των τεχνικών προσφορών, όσο και για τον πρόσθετο λόγο ότι δε νοείται η άσκηση παρέμβασης συμμετέχοντος σε διαγωνισμό υπέρ αίτησης ανάκλησης άλλου συμμετέχοντος, λόγω σύγκρουσης των εννόμων συμφερόντων τους, δεδομένου ότι το έννομο συμφέρον για την άσκηση αίτησης ανάκλησης ή παρέμβασης μπορεί να συνίσταται μόνο στην επιδίωξη της ανάθεσης της εκτέλεσης της σύμβασης στον ίδιο τον αιτούντα ή παρεμβαίνοντα. (...) VII. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, οι υπό κρίση αιτήσεις ανάκλησης και οι κατά του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης ασκηθείσες παρεμβάσεις πρέπει να απορριφθούν και να γίνουν δεκτές οι υπέρ του κύρους αυτής ασκηθείσες παρεμβάσεις.

ΔΕΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΣ/ΜΕΙΖ.ΕΠΤΑΜΕΛΟΥΣ/1793/2013


ΕλΣυν.Τμ.7/9/2018

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΗΜΟΥ:Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η προσβαλλόμενη πράξη, όσον αφορά στον καταλογισμό του εκκαλούντος, δεν διαλαμβάνει επαρκή και πλήρη αιτιολογία. Ειδικότερα, δεν διαλαμβάνει αφενός μεν τη νομική αιτία για την οποία καθίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ανωτέρω υπόλογος και, συνακόλουθα, υποκείμενο καταλογισμού, αφετέρου δε την ιστορική αιτία, ήτοι συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του που να τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με το διαπιστωθέν στην επίμαχη διαχείριση έλλειμμα. Η γενικόλογη αναφορά, που περιέχεται στην προσβαλλόμενη, η οποία έχει συμπερασματικό και μόνο χαρακτήρα ως προς την ευθύνη του εκκαλούντος Δημάρχου, χωρίς οποιαδήποτε περαιτέρω παράθεση των συνδεόμενων αιτιωδώς με την πληρωμή δαπανών πράξεων ή παραλείψεών του, που φέρονται ως γενεσιουργές του ελλείμματος, δεν συνιστά νόμιμη αιτιολογία και δεν καταδεικνύει την οποιαδήποτε συμβολή του στη δημιουργία του εν λόγω ελλείμματος. Συγκεκριμένα στην προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ότι ο εκκαλών, με  τη μη άσκηση της δέουσας εποπτείας και επίβλεψης, δεν επέδειξε την απαιτούμενη επιμέλεια κατά την άσκηση των καθηκόντων του, αν και το έλλειμμα προήλθε εξολοκλήρου από τη διαχειριστική τακτική που εφάρμοσαν οι άμεσα εμπλεκόμενοι στην κύρια εξωταμειακή διαχειριστική διαδικασία και ιδίως ο Αντιδήμαρχος Οικονομικών … με τις ανωτέρω ήδη αναφερθείσες 2041/17.12.1998 και 2021/4.12.1998 προδήλως παράνομες ειδικές εντολές πληρωμής. Άλλωστε και την εποπτεία στην όλη διαχειριστική διαδικασία την είχε εξολοκλήρου ο εν λόγω Αντιδήμαρχος Οικονομικών .., σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη 186/ 1998 απόφαση περί μεταβιβάσεως των σχετικών οικονομικών αρμοδιοτήτων του τέως Δημάρχου ..(παραιτηθέντος στις 28.5.1998) .. προς αυτόν. Η απλή αναφορά, όμως, στην δια παραλείψεως (με τη μη άσκηση εποπτείας) ανάμειξη του εκκαλούντος στη διαχειριστική διαδικασία, όταν μάλιστα η άσκηση αυτής έχει ήδη μεταβιβαστεί στον Αντιδήμαρχο, δεν αρκεί για τη θεμελίωση της ευθύνης του στη δημιουργία του ελλείμματος, δεδομένου ότι δεν προσδιορίζεται και η, με συγκεκριμένο ενεργό τρόπο, ανάμειξή του στην εν λόγω διαχείριση. Ειδικότερα δεν προσδιορίζεται ο αναγκαίος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ των αποδιδόμενων, με την προσβαλλόμενη πράξη, στον εκκαλούντα παραλείψεων και του διαπιστωθέντος ελλείμματος, που προήλθε από την εκταμίευση των ως άνω ποσών από τον ταμία του Δήμου, καθόσον μόνη, έστω η παράλειψη εποπτείας, χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό ιδιαίτερης διαχειριστικής δράσης, δεν καλύπτει το πραγματικό του απαιτούμενου αιτιώδους συνδέσμου στη διαδικασία δημιουργίας του ελλείμματος...Επομένως, αφού, πέραν της μη νόμιμης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης πράξης δεν καταδείχθηκε σ’ αυτή και η αναγκαία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των παραλείψεων του εκκαλούντος τέως Δημάρχου και των ελλειμμάτων στη διαχειριστική διαδικασία, η πράξη αυτή, όπως βασίμως προβάλλεται με την υπό κρίση έφεση, είναι ακυρωτέα ως προς τον εκκαλούντα.


ΕΣ/ΤΜ.1/261/2011

Αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση..:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η υπερωριακή απασχόληση των φερόμενων ως δικαιούχων, κατά το μήνα Μάρτιο 2011, δεν είναι νόμιμη, καθόσον από τις αποφάσεις του Δημάρχου ... δεν προκύπτει ότι οι καλυφθείσες με αυτήν ανάγκες ήταν εποχικές, επείγουσες ή έκτακτες, ενώ ειδικά για τους υπαλλήλους των υπηρεσιών που λειτουργούν σε 24ωρη βάση ή όλες τις ημέρες της εβδομάδας (υπηρεσίες καθαριότητας και δημοτικής αστυνομίας) δεν αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που να δικαιολογούν την εκτέλεση των εν λόγω εργασιών πέραν του κανονικού ωραρίου, για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών, όπως απαιτείται κατά το άρθρο 48 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του ν. 3205/2003. Άλλωστε, η όλως αόριστη αναφορά στο προοίμιο της 104/2011 απόφασης του Δημάρχου ... ότι για την καθιέρωση της υπερωριακής εργασίας ελήφθησαν υπόψη οι «υπηρεσιακές ανάγκες του Δήμου για εξαιρετικές ή έκτακτες περιπτώσεις ανά Διεύθυνση για το έτος 2011, καθώς και οι περιπτώσεις θεομηνιών (καύσωνες, πλημμύρες κ.λ.π.)» αλλά και η απλή επανάληψη της διατύπωσης του νόμου ότι καθιερώνεται «υπερωριακή εργασία για τις απογευματινές ώρες εντός του 2011, και για όλο το προσωπικό του Δήμου, για την αντιμετώπιση εποχιακών, έκτακτων και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών ….», χωρίς να εξειδικεύονται οι λόγοι που καθιστούν τις εν λόγω εργασίες επείγουσες και έκτακτες, δεν αρκεί για να καταστήσει ειδική και επαρκή την αιτιολογία της σχετικής διοικητικής πράξης, με την οποία μάλιστα καθιερώνεται γενική υπερωριακή απασχόληση για όλο το μόνιμο προσωπικό του Δήμου αδιακρίτως, χωρίς αναφορά στις συγκεκριμένες ειδικότητες των εργαζομένων που θα απασχοληθούν. Επίσης αναιτιολόγητη είναι και η 105/2011 απόφαση του Δημάρχου ..., για την καθιέρωση εργασίας κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες πέραν της υποχρεωτικής για το έτος 2011, η οποία δεν κάνει καμία αναφορά στις προς κάλυψη ανάγκες και στους λόγους που υπαγόρευσαν την καθιέρωσή της εργασίας πέραν του κανονικού ωραρίου. Ούτε όμως από τις εκ των υστέρων εκδοθείσες βεβαιώσεις υπερωριακής απασχόλησης, στις οποίες εξειδικεύονται οι εργασίες που εκτελέσθηκαν, προκύπτει η εποχική, η έκτακτη ή επείγουσα φύση τους, ενώ σε ό, τι αφορά το προσωπικό των υπηρεσιών με συνεχές ωράριο καθώς και αυτών που λειτουργούν όλες τις ημέρες της εβδομάδα, από τις σχετικές βεβαιώσεις δεν προκύπτει ότι η πρόσθετη κατά χρόνο εργασία ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών. Περαιτέρω, η αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων για την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης απαιτείται να περιλαμβάνεται στη εγκριτική αυτής απόφαση του αρμοδίου προς διορισμό οργάνου και δεν δύναται να αναπληρωθεί εκ των υστέρων με το έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος προς θεώρηση, όπως επιχειρείται εν προκειμένω με το 14747/7.6.2011 έγγραφο του Δημάρχου .... Ανεξαρτήτως όμως αυτού, από το ανωτέρω έγγραφο δεν προκύπτει ότι τα ανατεθέντα στους φερομένους ως δικαιούχους καθήκοντα αφορούσαν στην κάλυψη εποχικών, επειγουσών ή εκτάκτων αναγκών, δυναμένων να δικαιολογήσουν την καθιέρωση υπερωριακής εργασίας ή ότι για το προσωπικό των υπηρεσιών καθαριότητας και δημοτικής αστυνομίας η καθιέρωσης εργασίας καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου λειτουργίας ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των οικείων υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, η απασχόληση προσωπικού των Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών του Δήμου, κατά τις απογευματινές ώρες, σε θέματα απογραφής περιουσιακών και οικονομικών στοιχείων, σύνταξης νέου Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας και προϋπολογισμού, συνένωσης νομικών προσώπων στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3852/2010 «Πρόγραμμα Καλλικράτης», δεν συνιστά εποχική απασχόληση ούτε προκύπτει ότι οι εργασίες αυτές ανεφύησαν επειγόντως ή εκτάκτως, ώστε να δικαιολογείται η εκτέλεσή τους κατ’ απόκλιση του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των οικείων υπηρεσιών. Τα όσα δε αναφέρονται στο 14747/7.6.2011 έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, για την υποχρεωτική περάτωση των εργασιών αυτών εντός καταληκτικών ημερομηνιών, εκτός του δεν δύνανται να αναπληρώσουν εκ των υστέρων την ελλείπουσα αιτιολογία, κατά τα προδιαληφθέντα, είναι σε κάθε περίπτωση αόριστα, αφού ούτε αναφέρονται ούτε προσκομίζονται συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία από τα οποία να στοιχειοθετείται ο εν λόγω ισχυρισμός και να δικαιολογείται η υπέρβαση του κανονικού ωραρίου για την αποτροπή του κινδύνου δυσλειτουργίας της υπηρεσίας. Περαιτέρω, η όλως αόριστη επίκληση ελλείψεων σε τακτικό προσωπικό, για την κάλυψη αναγκών κατά το μήνα Μάρτιο του 2011 (επικείμενες εορτές Πάσχα) δεν μπορεί να δικαιολογήσει την απασχόληση του προσωπικού των συνεργείων καθαριότητας, ηλεκτροφωτισμού, πρασίνου, νεκροταφείων και καθαρισμού κοινοχρήστων χώρων και πλατειών, καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου εργασίας. Ειδικά δε, ως προς την λειτουργούσα σε ολοήμερη βάση υπηρεσία καθαριότητας δεν μνημονεύονται ούτε τα συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τη στελέχωση της υπηρεσίας ανά βάρδια εργασίας αλλά ούτε και οι συγκεκριμένες ανάγκες που έπρεπε απαραιτήτως να καλυφθούν για την διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας. Επίσης αόριστα αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο ότι ήταν επιβεβλημένη η εργασία των υπηρετούντων στην υπηρεσία ύδρευσης προκειμένου να αντιμετωπισθούν άμεσα βλάβες προκαλούμενες από την παλαιότητα του δικτύου ύδρευσης του Καλλικρατικού Δήμου ..., αφού δεν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένες ανάγκες που προέκυψαν εκτάκτως ή επειγόντως και δεν κατέστη δυνατό να αντιμετωπισθούν κατά το σύνηθες ωράριο εργασίας, ενώ οι ανάγκες αυτές, εν γένει, υφίστανται συνεχώς και παγίως και δεν φέρουν καθ’ εαυτές, χαρακτήρα εποχικό, έκτακτο ή επείγοντα. Τέλος, η γενική αναφορά στην φύση της δημοτικής αστυνομίας ως υπηρεσίας συνεχούς λειτουργίας δεν μπορεί από μόνη της να δικαιολογήσει την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης, χωρίς ειδική αναφορά στις συνθήκες εκείνες που επέβαλαν την πρόσθετη κατά χρόνο εργασία των υπαλλήλων για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας. Κατ’ ακολουθία αυτών, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες είναι μη νόμιμες και, συνεπώς, τα εντάλματα αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΔΕΚ/C-360/1996

Περίληψη 5 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών, που ορίζει ότι «ως οργανισμός δημοσίου δικαίου νοείται κάθε οργανισμός που δημιουργείται για την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα», έχει την έννοια ότι ο νομοθέτης εισήγαγε διάκριση μεταξύ, αφενός, των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα και, αφετέρου, των αναγκών γενικού συμφέροντος που έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Η έννοια των αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα καλύπτει και τις ανάγκες που εξυπηρετούνται ή θα μπορούσαν να εξυπηρετηθούν και από ιδιωτικές επιχειρήσεις. Πράγματι, το γεγονός ότι υπάρχει ανταγωνισμός δεν αρκεί για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένας οργανισμός ο οποίος χρηματοδοτείται ή ελέγχεται από το κράτος, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου να καθορίζει τη στάση του με βάση εκτιμήσεις μη οικονομικής φύσεως. Η ύπαρξη ανταγωνισμού δεν στερείται, ωστόσο, παντελώς σημασίας προκειμένου να κριθεί κατά πόσον μια ανάγκη γενικού συμφέροντος έχει μη βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Οι τελευταίες αυτές ανάγκες εξυπηρετούνται κατά κανόνα κατά τρόπο διαφορετικό από την προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών στην αγορά. Πρόκειται κατά κανόνα για ανάγκες τις οποίες, για λόγους που άπτονται του γενικού συμφέροντος, επιλέγει να ικανοποιήσει το ίδιο το κράτος ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. Η αποκομιδή και η επεξεργασία των οικιακών απορριμμάτων μπορούν να θεωρηθούν ως συνιστώσες ανάγκη γενικού συμφέροντος. Επειδή ενδέχεται η ανάγκη αυτή να μη μπορεί να ικανοποιηθεί στον βαθμό που κρίνεται απαραίτητος για λόγους δημόσιας υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος μέσω υπηρεσιών αποκομιδής προσφερομένων εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στους ιδιώτες από ιδιωτικές επιχειρήσεις, η δραστηριότητα αυτή συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων ως προς τις οποίες το κράτος μπορεί να αποφασίσει ότι πρέπει να ασκούνται από δημόσιες αρχές ή επί των οποίων επιθυμεί να διατηρήσει καθοριστική επιρροή. 6 Η εφαρμογή του άρθρου 6 της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, το οποίο ορίζει ότι «[η οδηγία] δεν εφαρμόζεται για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών με φορέα που αποτελεί ο ίδιος αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο ββ», εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις από τις οποίες απορρέει το αποκλειστικό δικαίωμα του οργανισμού συμβιβάζονται με τη Συνθήκη. Η προστασία των ανταγωνιστών των οργανισμών δημοσίου δικαίου εξασφαλίζεται από τα άρθρα 85 επ. της Συνθήκης. 7 Η ιδιότητα ενός οργανισμού ως οργανισμού δημοσίου δικαίου, στην οποία αναφέρεται το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν εξαρτάται από το τμήμα που αντιπροσωπεύει η εξυπηρέτηση αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα σε σχέση προς την όλη δραστηριότητα του εν λόγω οργανισμού. Είναι επίσης αδιάφορο το γεγονός ότι ένα χωριστό νομικό πρόσωπο το οποίο μετέχει στον ίδιο ενιαίο οικονομικό όμιλο με τον οργανισμό αυτόν ασκεί εμπορικές δραστηριότητες. 8 Το άρθρο 1, στοιχείο ββ, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, έχει την έννοια ότι η ύπαρξη ή η απουσία αναγκών γενικού συμφέροντος που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα εκτιμώνται αντικειμενικά, η δε νομική μορφή των διατάξεων στις οποίες διατυπώνονται οι ανάγκες αυτές δεν έχει, ως προς το ζήτημα αυτό, σημασία.


ΕλΣυν/Τμ6/896/2012

Προμήθεια αντιδραστηρίων αιμοδοσίας με συνοδό εξοπλισμό (..)Η υποχρέωση κατάθεσης των απαιτούμενων από το νόμο δικαιολογητικών ονομαστικοποίησης ( 3310/2005 άρθρο 8, άρθρο 1 του π.δ/τος 82/1996) για την ανώνυμη εταιρία που συμμετέχει σε διαγωνισμό ανάθεσης δημόσιας σύμβασης προμηθειών, απορρέει ευθέως από τις προεκτεθείσες διατάξεις και, ως εκ τούτου, δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή το γεγονός ότι τυχόν υποβολή των δικαιολογητικών αυτών δεν προβλέπεται ρητά στη διακήρυξη του οικείου διαγωνισμού, ούτε, άλλωστε, είναι δυνατή η μεταγενέστερη προσκομιδή αυτών, αφού η υποχρέωση υποβολής τους συνιστά ουσιώδη τυπική προϋπόθεση του παραδεκτού συμμετοχής της υποψήφιας εταιρείας, η παράλειψη της οποίας καθιστά την υποβληθείσα προσφορά απαράδεκτη (Ε.Σ. Ολομ. Πρακτ. της 27ης Γεν. Συν. της 29.11.2000, της 9ης Γεν. Συν. της 28.3.2001 και της 10ης Γεν.Συν. της 6.6.2007, VI Τμ. αποφάσεις 2200, 465/2011, πράξεις 16/2006, 11, 110, 137/2007). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 15) για τη συγκρότηση των συλλογικών γνωμοδοτικών οργάνων διενέργειας διαγωνισμών για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών, ήτοι της επιτροπής διαγωνισμού και της επιτροπής ενστάσεων, συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι αρμόδια να γνωμοδοτήσει επί ένστασης κατά πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής είναι η αρμόδια επιτροπή ενστάσεων και όχι η επιτροπή διαγωνισμού, που είναι αρμόδια να γνωμοδοτεί μόνο για τις λοιπές πράξεις της διαδικασίας του διαγωνισμού (πρβλ. Ε.Σ. VI Τμ. απόφαση 2430/2011, ΙV Τμ. πράξεις 224/2010, 161/2009, 34/2007). (…)Κατά συνέπεια, είναι μη νόμιμη η σύνθεση της οικείας επιτροπής, όταν συνεδριάζει χωρίς την παρουσία όλων των μελών της, χωρίς ν’ αποδεικνύεται, κατά τρόπο αναμφίβολο και από προγενέστερα της συνεδρίασης σχετικά στοιχεία, ότι τα απόντα τακτικά μέλη κλήθηκαν με έναν από τους ως άνω τρόπους να παραστούν ή ότι συνέτρεχε κάποιος από τους ως άνω λόγους, για τους οποίους δεν ήταν απαραίτητη η πρόσκλησή τους (πρβλ. ΣτΕ 3831/2009, 811/2008) και στη συνέχεια προσκλήθηκαν νόμιμα και τ’ αναπληρωματικά μέλη αυτών. Εξάλλου, για τις συνεδριάσεις των ως άνω επιτροπών συντάσσεται πρακτικό, το οποίο πρέπει ν’ αναφέρει μεταξύ άλλων, τα ονόματα και την ιδιότητα των παρισταμένων μελών, τον τόπο και το χρόνο της συνεδρίασης, ενώ αν για τη λήψη της σχετικής απόφασης πραγματοποιήθηκαν περισσότερες συνεδριάσεις, πρέπει να μνημονεύεται ιδίως η ημερομηνία της τελευταίας συνεδρίασης, κατά την οποία λήφθηκε η σχετική απόφαση, καθώς και τα μέλη που μετέχουν κατά τη συνεδρίαση αυτή. Ειδικότερα, η αναγραφή της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό της επιτροπής αποτελεί απαραίτητο στοιχείο για τη νόμιμη υπόσταση της πράξης που δεν μπορεί ν’ αναπληρωθεί από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (πρβλ. ΔΕφΑθ 601/2009), με συνέπεια η έλλειψη της ημερομηνίας συνεδρίασης στο οικείο πρακτικό να καθιστά ανέφικτο τον έλεγχο ως προς τη νομιμότητα της σύνθεσης της οικείας επιτροπής όταν στη συγκεκριμένη συνεδρίαση απουσιάζουν μέλη, καθώς και όταν, λόγω της αβέβαιης ημερομηνίας κατά την οποία η συνεδρίαση έλαβε χώρα, δεν μπορεί να διακριβωθεί αν τηρήθηκαν οι ανωτέρω διατυπώσεις ως προς τις προσκλήσεις των μελών της (τακτικών και αναπληρωματικών). (…)Με τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 21 ) παρέχεται στην αναθέτουσα αρχή δημόσιας σύμβασης προμηθειών η δυνατότητα για κατακύρωση στον προμηθευτή, που αναδεικνύεται μειοδότης ποσότητας μεγαλύτερης ή μικρότερης από εκείνη που προκηρύχθηκε, μέχρι ποσοστού 15% ή 50%, αντίστοιχα (για διαγωνισμούς προϋπολογισθείσης αξίας από 100.001 ευρώ και άνω με Φ.Π.Α.). Το δικαίωμα, όμως, αυτό της αναθέτουσας αρχής για αύξηση ή μείωση της προκηρυχθείσας ποσότητας των προς προμήθεια ειδών, μπορεί, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, να ασκηθεί, με την ενεργοποίηση της σχετικής δυνατότητας, μόνο κατά το χρόνο κατακύρωσης των αποτελεσμάτων του σχετικού διαγωνισμού, με αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου για την έγκριση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού οργάνου, ύστερα από σχετική εισήγηση της επιτροπής του διαγωνισμού (βλ. Ε.Σ. VI Tμ. 1646/2011). Εξάλλου, το ποσοστό της κατακυρούμενης ποσότητας δύναται να μειωθεί περαιτέρω, σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50%, υπό την προϋπόθεση της προηγούμενης αποδοχής του από τον ανάδοχο προμηθευτή. Επομένως, μη νομίμως κατακυρώνεται είδος σε ποσότητα που υπολείπεται του 50% της ζητούμενης από την οικεία διακήρυξη ποσότητας, χωρίς την προηγούμενη προς τούτο ρητή συναίνεση του οικείου αναδόχου (βλ. Ε.Σ. VI Τμ. 2385, 1645/2011). (…)Από τις ανωτέρω διατάξεις (π.δ. 118/2007 άρθρο 2, ν. 2955/2001 (ΦΕΚ 256 Α΄) άρθρο 4) συνάγεται, μεταξύ άλλων, ότι στην περίπτωση που από τη διακήρυξη διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης προμηθειών, και ειδικότερα σύμβασης προμηθειών Νοσοκομείου του Ε.Σ.Υ., προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής προσφοράς για μέρος των προκηρυχθέντων ειδών, απαιτείται να καθορίζεται με αυτήν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη για κάθε επί μέρους είδος, ώστε αφενός να δύναται ο υποψήφιος να διαμορφώσει την προσφορά του υπό όρους διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης, αφετέρου να